2014-12-19 17:55:38
Εκει, που τελειώνει ο πολιτισμός και o ανθρωπισμόs μας.
Εκεί, στους λαθροτάφους των “λαθρομεταναστών”.
Κάποιοι το λένε Μυτιλήνη, Χίο, Pantelleria, Lampedusa, κάποιοι το λένε …ντροπή
γράφει και φωτογραφίζει ο Μανώλης Δημελλάς
Το Ρηνιώ δεν άντεχε να θωρεί άκλαυτους πεθαμένους, φορούσε βιαστικά μια μαύρη ρόμπα, έπειτα έτρεχε πρώτη-πρώτη και έπιανε σειρά, αρχινούσε το σκοτεινό τραγούδι, από πίσω έτρεχε σα νερό, το φωναχτό της κλάμα.
Δεν άφηνε κανέναν παραπονεμένο, και ειδικά τους νεκρούς, αφού όπως έλεγε:
-δε μπορεί, κάτι θα νιώνουν και κείνοι.
Η γυναίκα ήταν μεγάλο ταλέντο στα αυτοσχέδια μοιρολόγια, φτάνει να γνώριζε κάτι, μια πληροφορία, έστω το όνομα, εκείνου που έβαζε μπροστά για το αιώνιο ταξίδι. Και στη στιγμή έδενε με ένα σφιχτό, καραβίσιο κόμπο, τις λέξεις αντάμα με τη πιο μεγάλη, την ανείπωτη πίκρα του αποχωρισμού.
Άλλες εποχές εκείνες, σήμερα όλα θάβονται οργανωμένα και προγραμματισμένα, όλα τακτοποιούνται σαν προσπάθεια πρώτα για να πιάσουν οι ζωντανοί μια θέση στον παράδεισο, αρκεί να γνωρίζεις το όνομα, την ταυτότητα του φευγάτου! Όσο για την ανωνυμία, αυτήν τη κρατάμε όταν θελήσουμε να φτύσουμε ένα κακό λόγο και να κατηγορήσουμε τον γείτονα.
Υπάρχουν κάποια ξεχασμένα, παλαιά στρατιωτικά νεκροταφεία, δίχως ονόματα πάνω στις τελευταίες κατοικίες, εκεί προσπερνάς με το κεφάλι κατεβασμένο, ο ήρωας δεν αναγνωρίστηκε, για αυτόν δεν βρέθηκε κανένα Ρηνιώ, για να τον κλάψει! Περασμένοι ξινισμένοι πόλεμοι, τέτοιους δεν θα ξαναγνωρίσει ο πλανήτης, αφού οι αιχμηρές τους ξιφολόγχες, άχρηστες πια, σκουριάζουν στις προθήκες των μουσείων.
Φαίνεται το έχουν οι πόλεμοι και τα κυνηγητά, αφού ακόμη και σήμερα μπορεί οι επίσημοι στρατοί να καταγράφουν και να γνωρίζουν με ακρίβεια τα θύματα τους, όμως μια ξεχωριστή μελανιασμένη στρατιά νεκρών, από κείνες που δεν θέλουμε ούτε να βλέπουμε, ούτε να αναγνωρίζουμε, συνεχίζει να θάβεται δίχως δάκρυα.
Ο λόγος για τα άγνωστα πτώματα, τους μετανάστες που ξεβράζει η θάλασσα σαν τσουβάλια, στα πιο κοντινά νησιά από τα Τουρκικά παράλια.
Στην αναζήτηση ενός τόπου, που δεν θα έχει μόνο κυνηγητό και πείνα δεν αντέχουν όλοι, αρκετοί εξαντλημένοι από την απέραντη διαδρομή, φοβισμένοι από τους δουλεμπόρους, αδύναμοι για θάλασσες, καταλήγουν άψυχα κορμιά, που δέρνονται και σπάνε, σα πήλινα κανάτια, πάνω στα Ελληνικά βράχια.
Για αυτήν, τη θλιβερή κατάληξη, είναι πολύ προτιμότερο να μιλάμε, να τη δείχνουμε, παρά να κρυβόμαστε πίσω από ντροπές και μικρές στιγμιαίες στεναχώριες.
Κάπως σα το Ρηνιώ, τη μοιρολογίστρα, και ο Γιώργος Δρακούλας, μετανάστης, ανθρακωρύχος και ο ίδιος, δεν άντεχε να βλέπει τους άγνωστους μετανάστες να θάβονται σαν τα σκυλιά, δίχως ένα κερί, μια προσευχή, όπως μας τα περιγράφει, στο βιβλίο της ζωής του! Εκεί, στο ιδιωτικό νεκροταφείο του Άγιου Παντελεήμονα της Μυτιλήνης, στην πιο πάνω άκρη του, ακριβώς πίσω από τον ψηλό πέτρινο φράκτη, φιλοξενούνται καμιά πενηνταριά τέτοιοι άγνωστοι νεκροί, θύματα του χειρότερου σύγχρονου πολέμου.
Με αριθμούς, ο 11, ο 12, ο 13, ο 14 ή μόνο με μια λέξη: “Αβγανός”, κλείνει ο κύκλος μιας ζωής, καμιά σημασία δεν έχουν τα χρόνια, η ηλικία και το φύλο. Και στα χώματα της Μυτιλήνης γράφτηκε η τελευταία και πιο σκληρή, πράξη του δράματος. Μοιάζει με κολασμένη υπόθεση, σκέψου ένα τσούρμο τέτοιων πεινασμένων να ψάχνει τα κλειδιά για τον παράδεισο. Μπα, τέτοιες σκέψεις είναι δύσκολες, σχεδόν αδύνατες, όπως η ζωή, έτσι κι ο θάνατος, όλα είναι φορτωμένα με έναν διαβολεμένο εγωϊσμό.
Όσο για τα δικά μας, τα επίσημα χαρτιά της ελευθερίας, ταυτότητες, διπλώματα και διαβατήρια, μοιάζουν με κουρελόχαρτα, μόλις στεγνώσει από χρήμα το πορτοφόλι.
Αν κόψουμε για μια στιγμή ταχύτητα, αν πάψουμε να διαβάζουμε το χρώμα και τη μυρωδιά του δέρματος, αν αρνηθούμε την ανάγκη να είμαστε όλοι ίδιοι, τότε σίγουρα θα νιώσουμε τις κραυγές τους, τις κραυγές μας.
Υ. Γ. Είναι κι αυτή η λάσπη, αγκαλιάζει τα ποδάρια και καρφώνει το σώμα μέσα στη γη, μπορεί να υπάρξει πιο μεγάλο μάθημα ζωής, από ένα τέτοιο άτιτλο τέλος;
Σκέψεις, στην επιστροφή από την αποστολή για το Μέγκα στη Μυτιλήνη.
24grammata.com
Εκεί, στους λαθροτάφους των “λαθρομεταναστών”.
Κάποιοι το λένε Μυτιλήνη, Χίο, Pantelleria, Lampedusa, κάποιοι το λένε …ντροπή
γράφει και φωτογραφίζει ο Μανώλης Δημελλάς
Το Ρηνιώ δεν άντεχε να θωρεί άκλαυτους πεθαμένους, φορούσε βιαστικά μια μαύρη ρόμπα, έπειτα έτρεχε πρώτη-πρώτη και έπιανε σειρά, αρχινούσε το σκοτεινό τραγούδι, από πίσω έτρεχε σα νερό, το φωναχτό της κλάμα.
Δεν άφηνε κανέναν παραπονεμένο, και ειδικά τους νεκρούς, αφού όπως έλεγε:
-δε μπορεί, κάτι θα νιώνουν και κείνοι.
Η γυναίκα ήταν μεγάλο ταλέντο στα αυτοσχέδια μοιρολόγια, φτάνει να γνώριζε κάτι, μια πληροφορία, έστω το όνομα, εκείνου που έβαζε μπροστά για το αιώνιο ταξίδι. Και στη στιγμή έδενε με ένα σφιχτό, καραβίσιο κόμπο, τις λέξεις αντάμα με τη πιο μεγάλη, την ανείπωτη πίκρα του αποχωρισμού.
Άλλες εποχές εκείνες, σήμερα όλα θάβονται οργανωμένα και προγραμματισμένα, όλα τακτοποιούνται σαν προσπάθεια πρώτα για να πιάσουν οι ζωντανοί μια θέση στον παράδεισο, αρκεί να γνωρίζεις το όνομα, την ταυτότητα του φευγάτου! Όσο για την ανωνυμία, αυτήν τη κρατάμε όταν θελήσουμε να φτύσουμε ένα κακό λόγο και να κατηγορήσουμε τον γείτονα.
Υπάρχουν κάποια ξεχασμένα, παλαιά στρατιωτικά νεκροταφεία, δίχως ονόματα πάνω στις τελευταίες κατοικίες, εκεί προσπερνάς με το κεφάλι κατεβασμένο, ο ήρωας δεν αναγνωρίστηκε, για αυτόν δεν βρέθηκε κανένα Ρηνιώ, για να τον κλάψει! Περασμένοι ξινισμένοι πόλεμοι, τέτοιους δεν θα ξαναγνωρίσει ο πλανήτης, αφού οι αιχμηρές τους ξιφολόγχες, άχρηστες πια, σκουριάζουν στις προθήκες των μουσείων.
Φαίνεται το έχουν οι πόλεμοι και τα κυνηγητά, αφού ακόμη και σήμερα μπορεί οι επίσημοι στρατοί να καταγράφουν και να γνωρίζουν με ακρίβεια τα θύματα τους, όμως μια ξεχωριστή μελανιασμένη στρατιά νεκρών, από κείνες που δεν θέλουμε ούτε να βλέπουμε, ούτε να αναγνωρίζουμε, συνεχίζει να θάβεται δίχως δάκρυα.
Ο λόγος για τα άγνωστα πτώματα, τους μετανάστες που ξεβράζει η θάλασσα σαν τσουβάλια, στα πιο κοντινά νησιά από τα Τουρκικά παράλια.
Στην αναζήτηση ενός τόπου, που δεν θα έχει μόνο κυνηγητό και πείνα δεν αντέχουν όλοι, αρκετοί εξαντλημένοι από την απέραντη διαδρομή, φοβισμένοι από τους δουλεμπόρους, αδύναμοι για θάλασσες, καταλήγουν άψυχα κορμιά, που δέρνονται και σπάνε, σα πήλινα κανάτια, πάνω στα Ελληνικά βράχια.
Για αυτήν, τη θλιβερή κατάληξη, είναι πολύ προτιμότερο να μιλάμε, να τη δείχνουμε, παρά να κρυβόμαστε πίσω από ντροπές και μικρές στιγμιαίες στεναχώριες.
Κάπως σα το Ρηνιώ, τη μοιρολογίστρα, και ο Γιώργος Δρακούλας, μετανάστης, ανθρακωρύχος και ο ίδιος, δεν άντεχε να βλέπει τους άγνωστους μετανάστες να θάβονται σαν τα σκυλιά, δίχως ένα κερί, μια προσευχή, όπως μας τα περιγράφει, στο βιβλίο της ζωής του! Εκεί, στο ιδιωτικό νεκροταφείο του Άγιου Παντελεήμονα της Μυτιλήνης, στην πιο πάνω άκρη του, ακριβώς πίσω από τον ψηλό πέτρινο φράκτη, φιλοξενούνται καμιά πενηνταριά τέτοιοι άγνωστοι νεκροί, θύματα του χειρότερου σύγχρονου πολέμου.
Με αριθμούς, ο 11, ο 12, ο 13, ο 14 ή μόνο με μια λέξη: “Αβγανός”, κλείνει ο κύκλος μιας ζωής, καμιά σημασία δεν έχουν τα χρόνια, η ηλικία και το φύλο. Και στα χώματα της Μυτιλήνης γράφτηκε η τελευταία και πιο σκληρή, πράξη του δράματος. Μοιάζει με κολασμένη υπόθεση, σκέψου ένα τσούρμο τέτοιων πεινασμένων να ψάχνει τα κλειδιά για τον παράδεισο. Μπα, τέτοιες σκέψεις είναι δύσκολες, σχεδόν αδύνατες, όπως η ζωή, έτσι κι ο θάνατος, όλα είναι φορτωμένα με έναν διαβολεμένο εγωϊσμό.
Όσο για τα δικά μας, τα επίσημα χαρτιά της ελευθερίας, ταυτότητες, διπλώματα και διαβατήρια, μοιάζουν με κουρελόχαρτα, μόλις στεγνώσει από χρήμα το πορτοφόλι.
Αν κόψουμε για μια στιγμή ταχύτητα, αν πάψουμε να διαβάζουμε το χρώμα και τη μυρωδιά του δέρματος, αν αρνηθούμε την ανάγκη να είμαστε όλοι ίδιοι, τότε σίγουρα θα νιώσουμε τις κραυγές τους, τις κραυγές μας.
Υ. Γ. Είναι κι αυτή η λάσπη, αγκαλιάζει τα ποδάρια και καρφώνει το σώμα μέσα στη γη, μπορεί να υπάρξει πιο μεγάλο μάθημα ζωής, από ένα τέτοιο άτιτλο τέλος;
Σκέψεις, στην επιστροφή από την αποστολή για το Μέγκα στη Μυτιλήνη.
24grammata.com
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Είχαν κάνει μαύρα μάγια στην Έφη Θώδη, σύμφωνα με την ίδια
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Η κούραση και η αύξηση των λαθών έφθειραν στον ΠΑΟΚ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ