2015-01-31 00:26:44
ΒΑΣΙΛΗΣ ΒΙΛΙΑΡΔΟΣ
Η κυβέρνηση μπορεί να επιτύχει αυτά που έχει εξαγγείλει, με βάση τις θετικές συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί, αρκεί να κάνει σωστά τη δουλειά της και να μη χάσει χρόνο – αφού διαφορετικά η Ελλάδα θα μετατραπεί στην Ουκρανία της Μεσογείου
«Ο Γερμανός δεν καταλαβαίνει και δεν μπορεί να καταλάβει τίποτα, παρά μόνο τον εκφοβισμό – δεν δείχνει καμία απολύτως γενναιοδωρία ή ενδοιασμό στις διαπραγματεύσεις, δεν υπάρχει πλεονέκτημα που δεν θα προσπαθήσει να εκμεταλλευθεί, κανένα σημείο στο οποίο δεν θα ξέπεφτε χάριν του κέρδους, ενώ είναι άνευ τιμής, υπερηφάνειας ή οίκτου.
Ως εκ τούτου, δεν πρέπει ποτέ να διαπραγματεύεσαι με έναν Γερμανό ή να συμφιλιώνεσαι μαζί του – πρέπει να του υπαγορεύεις αυτά που θέλεις. Υπό οποιουσδήποτε άλλους όρους, δεν θα σε σέβεται ή δεν θα τον εμποδίσεις από το να σε εξαπατήσει» (Keynes)
ΆρθροΗ κυβέρνηση του 2010 οδήγησε τη χώρα στη χρεοκοπία και στο ΔΝΤ επειδή, σκόπιμα ή μη, καθυστέρησε τις διαπραγματεύσεις, με αποτέλεσμα να αδειάσουν τα ταμεία του κράτους, καθώς επίσης να μην μπορεί να πληρωθεί το γνωστό ληξιπρόθεσμο ομόλογο.
Το ίδιο σφάλμα έκανε ο απερχόμενος πρωθυπουργός, ο οποίος δεν κατάφερε τελικά να «εξαργυρώσει» τις υποσχέσεις της Ευρωζώνης, της Γερμανίας δηλαδή, για τον περιορισμό του χρέους - οδηγώντας την Ελλάδα σε μία πανάκριβη, εξαιρετικά επικίνδυνη εκλογική περιπέτεια, ενώ το κόμμα του σε μία παταγώδη αποτυχία.
Είναι εύλογο λοιπόν ότι, δεν πρέπει να «τριτώσει το κακό», το οποίο θα οδηγούσε την Ελλάδα στο απόλυτο χάος - γεγονός που σημαίνει πως οι όποιες διαπραγματεύσεις με τους δανειστές πρέπει να ξεκινήσουν αμέσως, τώρα, χωρίς την παραμικρή καθυστέρηση. Πόσο μάλλον όταν τα ταμεία του κράτους είναι άδεια (άρθρο), είτε το παραδέχεται η κυβέρνηση, είτε όχι, οι υποχρεώσεις του δημοσίου σύντομα δεν θα μπορούν να πληρωθούν (συντάξεις, απαιτήσεις του ιδιωτικού τομέα κλπ.), οι τράπεζες είναι σχεδόν αφερέγγυες, ενώ τα έσοδα του κράτους υποχωρούν ασταμάτητα.
Ειδικά όσον αφορά τις τράπεζες, επειδή πολλοί υποθέτουν ότι, η Ελλάδα έχει υιοθετήσει τον ίδιο ευρωπαϊκό κανόνα που ισχύει στην Αυστρία από τις αρχές του 2015 (σύμφωνα με τον οποίο οι ιδιοκτήτες τραπεζικών ομολόγων μειωμένης εξασφάλισης θα πρέπει να χάσουν τα χρήματα τους, πριν διασωθεί μία τράπεζα από το κράτος κοκ.), έχουμε την άποψη ότι δεν πρέπει να χαθεί καθόλου χρόνος – εάν θέλουμε να αποφύγουμε τις ουρές μπροστά από τα ΑΤΜ, οι οποίες θα ήταν συνώνυμες με τη χρεοκοπία της χώρας μας.
Περαιτέρω, αρκετοί φίλοι μας ρώτησαν πώς βλέπουμε τον καινούργιο υπουργό οικονομικών ο οποίος, κατά την άποψη μας, οφείλει να κρίνεται ως μέλος της νέας κυβέρνησης που ακολουθεί μία συγκεκριμένη πολιτική και όχι ως άτομο ή επιστήμονας – λαμβάνοντας υπ’ όψιν πως ένας από τους σημαντικότερους οικονομολόγους του 20ου αιώνα, ο J. Schumpeter, με τον οποίο φυσικά δεν συγκρίνεται ούτε κατ’ ελάχιστο, απέτυχε εντελώς στην Πολιτική.
Η απάντηση μας είναι προφανώς αυτονόητη: «Θα δείξει», θα φανεί στην πράξη δηλαδή, με κριτήριο το εάν καταφέρει να πετύχει αυτά που έχει ανακοινώσει – κυρίως δε τα εξής:
.
(α) Την ονομαστική διαγραφή μεγάλου μέρους του δημοσίου χρέους, αφού έχει τοποθετηθεί από την αρχή, ως άτομο και ως κόμμα, εναντίον της επιμήκυνσης, με χαμηλά επιτόκια.
β) Τη μη λήψη νέων δανείων ούτε από τους εταίρους της χώρας μας, ούτε από τις αγορές, χωρίς να χρεοκοπήσει η Ελλάδα και χωρίς να βγει από την Ευρωζώνη (άρθρο).
(γ) Τους ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, όπου όμως αναφέρεται πιθανότατα σε «πρωτογενείς» μη συμπεριλαμβάνοντας, αυθαίρετα δυστυχώς, τους τόκους.
(δ) Την προσέλκυση εγχωρίων και ξένων επενδυτών, με τη βοήθεια ενός ορθολογικού φορολογικού και επιχειρηματικού πλαισίου – καθώς επίσης τις αυξήσεις των μισθών οι οποίες, σε συνδυασμό με τις επενδύσεις, θα δημιουργήσουν ζήτηση, νέες θέσεις εργασίας και ανάπτυξη (χωρίς την οποία η Ελλάδα είναι καταδικασμένη, όσα και αν λέγονται).
.
Κατά μια ορισμένη άποψη, τα παραπάνω είναι απολύτως εφικτά, ακόμη και αν ο υπουργός έχει μέτριες ικανότητες – αρκεί να μπορεί να πείσει τεκμηριωμένα, οπότε να βοηθηθεί από όλους τους Έλληνες. Τα πολιτικά κόμματα βέβαια οφείλουν να κατανοήσουν πως, υπό τις σημερινές συνθήκες, είναι αρκετή η «αντιπολίτευση των ξένων» – ότι δεν μας χρειάζεται δηλαδή καμία εσωτερική διχόνοια και καμία αρνητική κριτική, τουλάχιστον έως ότου επιτύχει τους στόχους της η κυβέρνηση που έχει εκλεγεί δημοκρατικά από τους Έλληνες.
Όσον αφορά τη δήλωση του υπουργού για την υποχρέωση όλων των Ελλήνων «να ζουν λιτά», θα λέγαμε πως ο στόχος μίας κυβέρνησης δεν είναι η ίση κατανομή της φτώχειας και της μιζέριας, αλλά η παραγωγή πλούτου – μέσω της οποίας μπορούν να ευημερήσουν όλοι οι Πολίτες μίας χώρας.
Η μοναδική ισότητα άλλωστε που πρέπει να επιδιώκει ένα κράτος, είναι αυτή απέναντι στους νόμους και στα δικαστήρια – αφού, για παράδειγμα, δεν είναι λογικό να αμείβεται με τα ίδια χρήματα αυτός που δεν έχει κουραστεί για να σπουδάσει ή που δουλεύει λιγότερο, χωρίς ευθύνες, με εκείνον που αφιέρωσε χρόνο και κόπο στην εκπαίδευση του, δουλεύει πολύ περισσότερο και αναλαμβάνει επιχειρηματικά ρίσκα.
Σε σχέση τώρα με την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης, είμαστε φυσικά υπέρ της μη ιδιωτικοποίησης των κοινωφελών, των κερδοφόρων μονοπωλιακών, καθώς επίσης των στρατηγικών επιχειρήσεων του δημοσίου – όπως το έχουμε περιγράψει στο απώτερο παρελθόν (ανάλυση).
Σε καμία περίπτωση όμως υπέρ της παραμονής των υπολοίπων εταιριών στην ιδιοκτησία του κράτους, αφού πιστεύουμε στην ελεύθερη οικονομία, οπότε στην ατομική πρωτοβουλία και όχι στον κρατισμό – ενώ φυσικά δεν είναι η κατάλληλη εποχή σήμερα για ιδιωτικοποιήσεις επιχειρήσεων, ούτε για πώληση της ακίνητης περιουσίας του δημοσίου, αφού οι τιμές των παγίων έχουν καταρρεύσει, σαν αποτέλεσμα της κρίσης που βιώνουμε.
Εάν βέβαια το κράτος έχει τη δυνατότητα να επενδύσει και να εκμεταλλευθεί σωστά ορισμένα «διαμάντια» της περιουσίας του, όπως τα αεροδρόμια (που παραχωρήθηκαν και δεν πουλήθηκαν) ή το Ελληνικό, τότε θα ήταν ασφαλώς καλύτερα να τα κρατήσει. Διαφορετικά θα συνέχιζαν να ευρίσκονται στην άθλια σημερινή κατάσταση, η οποία σίγουρα δεν ωφελεί κανέναν.
Συνεχίζοντας, με δεδομένη την τεράστια ύφεση που έχει προηγηθεί, η επιστροφή της Ελλάδας σε ρυθμούς ανάπτυξης είναι κάτι περισσότερο από εύκολη – ενώ, με το χρηματιστήριο μας να θεωρείται το φθηνότερο παγκοσμίως, με απίστευτα μεγάλες δυνατότητες ανόδου του, η προσέλκυση ξένων κεφαλαίων, με μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, είναι κάτι που θα μπορούσε να επιτευχθεί ακόμη και από μία πολύ μέτρια πολιτική ηγεσία.
Οι τράπεζεςΣχετικά με τις εμπορικές τράπεζες, το κράτος πρέπει να έχει μία στην ιδιοκτησία του, αφενός μεν για ανταγωνιστικούς λόγους, αφετέρου για επενδυτικούς – όπως συμβαίνει με τη γερμανική τράπεζα ανοικοδόμησης και ανάπτυξης (Kfw). Σε καμία περίπτωση όμως τις υπόλοιπες, τις οποίες δυστυχώς η κυβέρνηση οδηγεί στη χρεοκοπία – αναφερόμενη σε διαγραφές χρεών των πελατών τους, αντί σε βιώσιμες επιμηκύνσεις των δανείων, με χαμηλά επιτόκια.
Με δεδομένο δε το ότι, ανήκουν σήμερα πλειοψηφικά στο δημόσιο, μέσω του ΤΧΣ, δεν θα έπρεπε να είχε προκληθεί η κατάρρευση των τιμών των μετοχών τους – η οποία μείωσε τη χρηματιστηριακή αξία τους κατά 7 δις €, μέσα σε ελάχιστες ημέρες.
Με τον τρόπο αυτό το δημόσιο, μέσω του ΤΧΣ, καταγράφει λογιστικές ζημίες της τάξης των 19 δις € από τις τράπεζες, οι οποίες φυσικά αφορούν όλους εμάς – αφού θα επιβαρυνθούμε με αντίστοιχους φόρους, εάν η κατάσταση τους παραμείνει ως έχει.
Υπενθυμίζουμε εδώ πως δόθηκαν σχετικά πρόσφατα 24 δις € για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, ενώ η χρηματιστηριακή τους αξία ήταν 19 δις € τον Αύγουστο, μειώθηκε στα 11,5 δις € την περίοδο των εκλογών και κατέρρευσε προχθές στα 6,5 δις € – οπότε χάθηκαν, κάηκαν κυριολεκτικά περί τα 17,5 δις € εκ των κεφαλαίων που τοποθετήθηκαν το προηγούμενο έτος.
Θα επιβαρυνθούμε επίσης με φόρους, εάν η κυβέρνηση εφαρμόσει τη «σεισάχθεια» που αναγγέλλει – επειδή, σε μία τέτοια περίπτωση, εμείς θα κληθούμε να καλύψουμε τις ζημίες των τραπεζών (διαγραφές απαιτήσεων), ως μέτοχοι τους μέσω του κράτους. Εκτός εάν φυσικά υποχρεωθούν οι ιδιώτες μέτοχοι, οι ομολογιούχοι και οι καταθέτες τους να αναλάβουν μέρος του κόστους, όπως στο θλιβερό παράδειγμα της Κύπρου (ανάλυση).
Στα πλαίσια αυτά, ο στόχος της κυβέρνησης θα έπρεπε να είναι η αύξηση των τιμών των τραπεζικών μετοχών, έτσι ώστε να καταφέρει κάποια στιγμή να τις πουλήσει με κέρδος, μειώνοντας σημαντικά το δημόσιο χρέος – όπως έκαναν οι Η.Π.Α., με μεγάλη επιτυχία.
Εκείνη η τράπεζα που θα έπρεπε βέβαια να εθνικοποιηθεί, μεταξύ άλλων για λόγους εθνικής ασφαλείας, είναι η κεντρική – η Τράπεζα της Ελλάδας, στην οποία το δημόσιο κατέχει μόλις το 6% των μετοχών της. Κανένας όμως δεν φαίνεται να αναφέρεται σε αυτό, παρά το ότι όλοι γνωρίζουν πως είναι απόλυτα αναγκαίο.
Στο γράφημα που ακολουθεί φαίνεται που ακριβώς διατέθηκαν τα δάνεια που έλαβε η Ελλάδα από την Τρόικα – όπου διαπιστώνεται πως τα 48,2 δις € δόθηκαν στις τράπεζες, ενώ οι τόκοι απορρόφησαν συνολικά 40,6 δις € (πηγή).
.
Περαιτέρω, είναι καλά να γνωρίζουμε πως η έκτακτη ρευστότητα των τραπεζών (ELA), χωρίς την οποία θα κινδύνευαν να διακόψουν τη λειτουργία τους, ανανεώνεται από την ΕΚΤ ανά δύο εβδομάδες – γεγονός που μάλλον δεν είναι καθησυχαστικό. Ανησυχητική είναι επίσης η ραγδαία άνοδος των επιτοκίων του δημοσίου (spreads), αφού με βάση αυτά καθορίζονται όλα τα υπόλοιπα επιτόκια.
.
Το χρηματιστήριοΌσον αφορά τώρα τις ανόητες δηλώσεις που ακούγονται, σύμφωνα με τις οποίες το κραχ του ελληνικού χρηματιστηρίου δεν ενδιαφέρει τους ανέργους και τους φτωχούς, αλλά τους «πλουτοκράτες», θα έπρεπε να συνειδητοποιήσει κανείς πως μόνο τους τελευταίους δεν ενδιαφέρει – αφού οι πλούσιοι γνωρίζουν πολύ καλά πως να προστατεύουν τα χρήματα τους, τα οποία δεν έχουν καμία ανάγκη να τα τοποθετούν στην Ελλάδα.
Ζημιωμένα σε εποχές όπως η σημερινή, όπου δυστυχώς πράγματι «βρέχει χρήματα από τις κεντρικές τράπεζες, ενώ εμείς κρατάμε ομπρέλα», είναι κυρίως τα μεσαία εισοδηματικά στρώματα της κοινωνίας – ενώ τα κραχ οδηγούν σε εκροές χρημάτων και σε μαζικές αναλήψεις, προκαλώντας τελικά μεγάλες τραπεζικές επιθέσεις (Bank runs), οι οποίες καταστρέφουν τους καταθέτες και τις τράπεζες, οπότε ολόκληρη την οικονομία.
Ολοκληρώνοντας, οφείλουμε να τονίσουμε ότι, απλά και μόνο η αποκατάσταση της πολιτικής σταθερότητας, πόσο μάλλον η διαγραφή μεγάλου μέρους του δημοσίου χρέους, θα εκτόξευε τις μετοχές του ελληνικού χρηματιστηρίου στα ύψη – αφού οι τιμές τους είναι κυριολεκτικά πάμφθηνες, σε μία εποχή που όλες οι άλλες παγκοσμίως είναι υπερβολικά υψηλές, στα όρια της φούσκας.
Πολλές ελληνικές εταιρείες άλλωστε, ειδικά οι κοινωφελείς, διαπραγματεύονται σε τιμές που δεν υπάρχουν πουθενά στον πλανήτη - οπότε θα μπορούσαν να επανέλθουν σε φυσιολογικά επίπεδα, προσελκύοντας ξένα επενδυτικά κεφάλαια, τα οποία θα βοηθούσαν στην ανάπτυξη της χώρας.
.
ΕπίλογοςΟφείλουμε όλοι μας να βοηθήσουμε την κυβέρνηση να επιτύχει στο έργο της, καθώς επίσης να μην της ασκούμε καμία αρνητική κριτική – τουλάχιστον για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα, έως ότου να μπορούμε να την κρίνουμε από τα πεπραγμένα της και όχι από τις υποσχέσεις ή από τα λόγια της.
Όσον αφορά το πως είναι σωστό να διεξάγονται οι διαπραγματεύσεις, θα κριθεί εκ του αποτελέσματος – ευχόμαστε δε να είναι όπως το έχει εκφράσει ο πρωθυπουργός, τον οποίο φυσικά πρέπει να σέβονται πλέον όλοι οι Έλληνες, ως Θεσμό.
Τέλος, στο θέμα της Γερμανίας, η οποία αποτελεί το πραγματικά μεγάλο πρόβλημα της Ευρωζώνης, όταν η Ελλάδα το μικρότερο (ανάλυση) ενώ, σε αντίθεση με όλους τους άλλους εταίρους μας, είναι αυτή που μας χρωστάει και όχι εμείς (άρθρο), θα πρέπει η ελληνική κυβέρνηση να παραμείνει απολύτως σταθερή στις θέσεις της – γνωρίζοντας πως, σύμφωνα με τον Keynes, ο μοναδικός τρόπος για να διαπραγματευθεί κανείς με έναν Γερμανό, είναι να έχει ο ίδιος την απόλυτη πρωτοβουλία των κινήσεων.
Βασίλης Βιλιάρδος, για το Analyst.gr
© Copyright 2015 — Analyst.gr. Απαγορεύεται η μερική ή ολική αναδημοσίευση / αναπαραγωγή περιεχομένων του παρόντος website με οποιοδήποτε τρόπο χωρίς προηγούμενη έγγραφη άδεια των εκδοτών.
InfoGnomon
Η κυβέρνηση μπορεί να επιτύχει αυτά που έχει εξαγγείλει, με βάση τις θετικές συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί, αρκεί να κάνει σωστά τη δουλειά της και να μη χάσει χρόνο – αφού διαφορετικά η Ελλάδα θα μετατραπεί στην Ουκρανία της Μεσογείου
«Ο Γερμανός δεν καταλαβαίνει και δεν μπορεί να καταλάβει τίποτα, παρά μόνο τον εκφοβισμό – δεν δείχνει καμία απολύτως γενναιοδωρία ή ενδοιασμό στις διαπραγματεύσεις, δεν υπάρχει πλεονέκτημα που δεν θα προσπαθήσει να εκμεταλλευθεί, κανένα σημείο στο οποίο δεν θα ξέπεφτε χάριν του κέρδους, ενώ είναι άνευ τιμής, υπερηφάνειας ή οίκτου.
Ως εκ τούτου, δεν πρέπει ποτέ να διαπραγματεύεσαι με έναν Γερμανό ή να συμφιλιώνεσαι μαζί του – πρέπει να του υπαγορεύεις αυτά που θέλεις. Υπό οποιουσδήποτε άλλους όρους, δεν θα σε σέβεται ή δεν θα τον εμποδίσεις από το να σε εξαπατήσει» (Keynes)
ΆρθροΗ κυβέρνηση του 2010 οδήγησε τη χώρα στη χρεοκοπία και στο ΔΝΤ επειδή, σκόπιμα ή μη, καθυστέρησε τις διαπραγματεύσεις, με αποτέλεσμα να αδειάσουν τα ταμεία του κράτους, καθώς επίσης να μην μπορεί να πληρωθεί το γνωστό ληξιπρόθεσμο ομόλογο.
Το ίδιο σφάλμα έκανε ο απερχόμενος πρωθυπουργός, ο οποίος δεν κατάφερε τελικά να «εξαργυρώσει» τις υποσχέσεις της Ευρωζώνης, της Γερμανίας δηλαδή, για τον περιορισμό του χρέους - οδηγώντας την Ελλάδα σε μία πανάκριβη, εξαιρετικά επικίνδυνη εκλογική περιπέτεια, ενώ το κόμμα του σε μία παταγώδη αποτυχία.
Είναι εύλογο λοιπόν ότι, δεν πρέπει να «τριτώσει το κακό», το οποίο θα οδηγούσε την Ελλάδα στο απόλυτο χάος - γεγονός που σημαίνει πως οι όποιες διαπραγματεύσεις με τους δανειστές πρέπει να ξεκινήσουν αμέσως, τώρα, χωρίς την παραμικρή καθυστέρηση. Πόσο μάλλον όταν τα ταμεία του κράτους είναι άδεια (άρθρο), είτε το παραδέχεται η κυβέρνηση, είτε όχι, οι υποχρεώσεις του δημοσίου σύντομα δεν θα μπορούν να πληρωθούν (συντάξεις, απαιτήσεις του ιδιωτικού τομέα κλπ.), οι τράπεζες είναι σχεδόν αφερέγγυες, ενώ τα έσοδα του κράτους υποχωρούν ασταμάτητα.
Ειδικά όσον αφορά τις τράπεζες, επειδή πολλοί υποθέτουν ότι, η Ελλάδα έχει υιοθετήσει τον ίδιο ευρωπαϊκό κανόνα που ισχύει στην Αυστρία από τις αρχές του 2015 (σύμφωνα με τον οποίο οι ιδιοκτήτες τραπεζικών ομολόγων μειωμένης εξασφάλισης θα πρέπει να χάσουν τα χρήματα τους, πριν διασωθεί μία τράπεζα από το κράτος κοκ.), έχουμε την άποψη ότι δεν πρέπει να χαθεί καθόλου χρόνος – εάν θέλουμε να αποφύγουμε τις ουρές μπροστά από τα ΑΤΜ, οι οποίες θα ήταν συνώνυμες με τη χρεοκοπία της χώρας μας.
Περαιτέρω, αρκετοί φίλοι μας ρώτησαν πώς βλέπουμε τον καινούργιο υπουργό οικονομικών ο οποίος, κατά την άποψη μας, οφείλει να κρίνεται ως μέλος της νέας κυβέρνησης που ακολουθεί μία συγκεκριμένη πολιτική και όχι ως άτομο ή επιστήμονας – λαμβάνοντας υπ’ όψιν πως ένας από τους σημαντικότερους οικονομολόγους του 20ου αιώνα, ο J. Schumpeter, με τον οποίο φυσικά δεν συγκρίνεται ούτε κατ’ ελάχιστο, απέτυχε εντελώς στην Πολιτική.
Η απάντηση μας είναι προφανώς αυτονόητη: «Θα δείξει», θα φανεί στην πράξη δηλαδή, με κριτήριο το εάν καταφέρει να πετύχει αυτά που έχει ανακοινώσει – κυρίως δε τα εξής:
.
(α) Την ονομαστική διαγραφή μεγάλου μέρους του δημοσίου χρέους, αφού έχει τοποθετηθεί από την αρχή, ως άτομο και ως κόμμα, εναντίον της επιμήκυνσης, με χαμηλά επιτόκια.
β) Τη μη λήψη νέων δανείων ούτε από τους εταίρους της χώρας μας, ούτε από τις αγορές, χωρίς να χρεοκοπήσει η Ελλάδα και χωρίς να βγει από την Ευρωζώνη (άρθρο).
(γ) Τους ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, όπου όμως αναφέρεται πιθανότατα σε «πρωτογενείς» μη συμπεριλαμβάνοντας, αυθαίρετα δυστυχώς, τους τόκους.
(δ) Την προσέλκυση εγχωρίων και ξένων επενδυτών, με τη βοήθεια ενός ορθολογικού φορολογικού και επιχειρηματικού πλαισίου – καθώς επίσης τις αυξήσεις των μισθών οι οποίες, σε συνδυασμό με τις επενδύσεις, θα δημιουργήσουν ζήτηση, νέες θέσεις εργασίας και ανάπτυξη (χωρίς την οποία η Ελλάδα είναι καταδικασμένη, όσα και αν λέγονται).
.
Κατά μια ορισμένη άποψη, τα παραπάνω είναι απολύτως εφικτά, ακόμη και αν ο υπουργός έχει μέτριες ικανότητες – αρκεί να μπορεί να πείσει τεκμηριωμένα, οπότε να βοηθηθεί από όλους τους Έλληνες. Τα πολιτικά κόμματα βέβαια οφείλουν να κατανοήσουν πως, υπό τις σημερινές συνθήκες, είναι αρκετή η «αντιπολίτευση των ξένων» – ότι δεν μας χρειάζεται δηλαδή καμία εσωτερική διχόνοια και καμία αρνητική κριτική, τουλάχιστον έως ότου επιτύχει τους στόχους της η κυβέρνηση που έχει εκλεγεί δημοκρατικά από τους Έλληνες.
Όσον αφορά τη δήλωση του υπουργού για την υποχρέωση όλων των Ελλήνων «να ζουν λιτά», θα λέγαμε πως ο στόχος μίας κυβέρνησης δεν είναι η ίση κατανομή της φτώχειας και της μιζέριας, αλλά η παραγωγή πλούτου – μέσω της οποίας μπορούν να ευημερήσουν όλοι οι Πολίτες μίας χώρας.
Η μοναδική ισότητα άλλωστε που πρέπει να επιδιώκει ένα κράτος, είναι αυτή απέναντι στους νόμους και στα δικαστήρια – αφού, για παράδειγμα, δεν είναι λογικό να αμείβεται με τα ίδια χρήματα αυτός που δεν έχει κουραστεί για να σπουδάσει ή που δουλεύει λιγότερο, χωρίς ευθύνες, με εκείνον που αφιέρωσε χρόνο και κόπο στην εκπαίδευση του, δουλεύει πολύ περισσότερο και αναλαμβάνει επιχειρηματικά ρίσκα.
Σε σχέση τώρα με την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης, είμαστε φυσικά υπέρ της μη ιδιωτικοποίησης των κοινωφελών, των κερδοφόρων μονοπωλιακών, καθώς επίσης των στρατηγικών επιχειρήσεων του δημοσίου – όπως το έχουμε περιγράψει στο απώτερο παρελθόν (ανάλυση).
Σε καμία περίπτωση όμως υπέρ της παραμονής των υπολοίπων εταιριών στην ιδιοκτησία του κράτους, αφού πιστεύουμε στην ελεύθερη οικονομία, οπότε στην ατομική πρωτοβουλία και όχι στον κρατισμό – ενώ φυσικά δεν είναι η κατάλληλη εποχή σήμερα για ιδιωτικοποιήσεις επιχειρήσεων, ούτε για πώληση της ακίνητης περιουσίας του δημοσίου, αφού οι τιμές των παγίων έχουν καταρρεύσει, σαν αποτέλεσμα της κρίσης που βιώνουμε.
Εάν βέβαια το κράτος έχει τη δυνατότητα να επενδύσει και να εκμεταλλευθεί σωστά ορισμένα «διαμάντια» της περιουσίας του, όπως τα αεροδρόμια (που παραχωρήθηκαν και δεν πουλήθηκαν) ή το Ελληνικό, τότε θα ήταν ασφαλώς καλύτερα να τα κρατήσει. Διαφορετικά θα συνέχιζαν να ευρίσκονται στην άθλια σημερινή κατάσταση, η οποία σίγουρα δεν ωφελεί κανέναν.
Συνεχίζοντας, με δεδομένη την τεράστια ύφεση που έχει προηγηθεί, η επιστροφή της Ελλάδας σε ρυθμούς ανάπτυξης είναι κάτι περισσότερο από εύκολη – ενώ, με το χρηματιστήριο μας να θεωρείται το φθηνότερο παγκοσμίως, με απίστευτα μεγάλες δυνατότητες ανόδου του, η προσέλκυση ξένων κεφαλαίων, με μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, είναι κάτι που θα μπορούσε να επιτευχθεί ακόμη και από μία πολύ μέτρια πολιτική ηγεσία.
Οι τράπεζεςΣχετικά με τις εμπορικές τράπεζες, το κράτος πρέπει να έχει μία στην ιδιοκτησία του, αφενός μεν για ανταγωνιστικούς λόγους, αφετέρου για επενδυτικούς – όπως συμβαίνει με τη γερμανική τράπεζα ανοικοδόμησης και ανάπτυξης (Kfw). Σε καμία περίπτωση όμως τις υπόλοιπες, τις οποίες δυστυχώς η κυβέρνηση οδηγεί στη χρεοκοπία – αναφερόμενη σε διαγραφές χρεών των πελατών τους, αντί σε βιώσιμες επιμηκύνσεις των δανείων, με χαμηλά επιτόκια.
Με δεδομένο δε το ότι, ανήκουν σήμερα πλειοψηφικά στο δημόσιο, μέσω του ΤΧΣ, δεν θα έπρεπε να είχε προκληθεί η κατάρρευση των τιμών των μετοχών τους – η οποία μείωσε τη χρηματιστηριακή αξία τους κατά 7 δις €, μέσα σε ελάχιστες ημέρες.
Με τον τρόπο αυτό το δημόσιο, μέσω του ΤΧΣ, καταγράφει λογιστικές ζημίες της τάξης των 19 δις € από τις τράπεζες, οι οποίες φυσικά αφορούν όλους εμάς – αφού θα επιβαρυνθούμε με αντίστοιχους φόρους, εάν η κατάσταση τους παραμείνει ως έχει.
Υπενθυμίζουμε εδώ πως δόθηκαν σχετικά πρόσφατα 24 δις € για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, ενώ η χρηματιστηριακή τους αξία ήταν 19 δις € τον Αύγουστο, μειώθηκε στα 11,5 δις € την περίοδο των εκλογών και κατέρρευσε προχθές στα 6,5 δις € – οπότε χάθηκαν, κάηκαν κυριολεκτικά περί τα 17,5 δις € εκ των κεφαλαίων που τοποθετήθηκαν το προηγούμενο έτος.
Θα επιβαρυνθούμε επίσης με φόρους, εάν η κυβέρνηση εφαρμόσει τη «σεισάχθεια» που αναγγέλλει – επειδή, σε μία τέτοια περίπτωση, εμείς θα κληθούμε να καλύψουμε τις ζημίες των τραπεζών (διαγραφές απαιτήσεων), ως μέτοχοι τους μέσω του κράτους. Εκτός εάν φυσικά υποχρεωθούν οι ιδιώτες μέτοχοι, οι ομολογιούχοι και οι καταθέτες τους να αναλάβουν μέρος του κόστους, όπως στο θλιβερό παράδειγμα της Κύπρου (ανάλυση).
Στα πλαίσια αυτά, ο στόχος της κυβέρνησης θα έπρεπε να είναι η αύξηση των τιμών των τραπεζικών μετοχών, έτσι ώστε να καταφέρει κάποια στιγμή να τις πουλήσει με κέρδος, μειώνοντας σημαντικά το δημόσιο χρέος – όπως έκαναν οι Η.Π.Α., με μεγάλη επιτυχία.
Εκείνη η τράπεζα που θα έπρεπε βέβαια να εθνικοποιηθεί, μεταξύ άλλων για λόγους εθνικής ασφαλείας, είναι η κεντρική – η Τράπεζα της Ελλάδας, στην οποία το δημόσιο κατέχει μόλις το 6% των μετοχών της. Κανένας όμως δεν φαίνεται να αναφέρεται σε αυτό, παρά το ότι όλοι γνωρίζουν πως είναι απόλυτα αναγκαίο.
Στο γράφημα που ακολουθεί φαίνεται που ακριβώς διατέθηκαν τα δάνεια που έλαβε η Ελλάδα από την Τρόικα – όπου διαπιστώνεται πως τα 48,2 δις € δόθηκαν στις τράπεζες, ενώ οι τόκοι απορρόφησαν συνολικά 40,6 δις € (πηγή).
.
Περαιτέρω, είναι καλά να γνωρίζουμε πως η έκτακτη ρευστότητα των τραπεζών (ELA), χωρίς την οποία θα κινδύνευαν να διακόψουν τη λειτουργία τους, ανανεώνεται από την ΕΚΤ ανά δύο εβδομάδες – γεγονός που μάλλον δεν είναι καθησυχαστικό. Ανησυχητική είναι επίσης η ραγδαία άνοδος των επιτοκίων του δημοσίου (spreads), αφού με βάση αυτά καθορίζονται όλα τα υπόλοιπα επιτόκια.
.
Το χρηματιστήριοΌσον αφορά τώρα τις ανόητες δηλώσεις που ακούγονται, σύμφωνα με τις οποίες το κραχ του ελληνικού χρηματιστηρίου δεν ενδιαφέρει τους ανέργους και τους φτωχούς, αλλά τους «πλουτοκράτες», θα έπρεπε να συνειδητοποιήσει κανείς πως μόνο τους τελευταίους δεν ενδιαφέρει – αφού οι πλούσιοι γνωρίζουν πολύ καλά πως να προστατεύουν τα χρήματα τους, τα οποία δεν έχουν καμία ανάγκη να τα τοποθετούν στην Ελλάδα.
Ζημιωμένα σε εποχές όπως η σημερινή, όπου δυστυχώς πράγματι «βρέχει χρήματα από τις κεντρικές τράπεζες, ενώ εμείς κρατάμε ομπρέλα», είναι κυρίως τα μεσαία εισοδηματικά στρώματα της κοινωνίας – ενώ τα κραχ οδηγούν σε εκροές χρημάτων και σε μαζικές αναλήψεις, προκαλώντας τελικά μεγάλες τραπεζικές επιθέσεις (Bank runs), οι οποίες καταστρέφουν τους καταθέτες και τις τράπεζες, οπότε ολόκληρη την οικονομία.
Ολοκληρώνοντας, οφείλουμε να τονίσουμε ότι, απλά και μόνο η αποκατάσταση της πολιτικής σταθερότητας, πόσο μάλλον η διαγραφή μεγάλου μέρους του δημοσίου χρέους, θα εκτόξευε τις μετοχές του ελληνικού χρηματιστηρίου στα ύψη – αφού οι τιμές τους είναι κυριολεκτικά πάμφθηνες, σε μία εποχή που όλες οι άλλες παγκοσμίως είναι υπερβολικά υψηλές, στα όρια της φούσκας.
Πολλές ελληνικές εταιρείες άλλωστε, ειδικά οι κοινωφελείς, διαπραγματεύονται σε τιμές που δεν υπάρχουν πουθενά στον πλανήτη - οπότε θα μπορούσαν να επανέλθουν σε φυσιολογικά επίπεδα, προσελκύοντας ξένα επενδυτικά κεφάλαια, τα οποία θα βοηθούσαν στην ανάπτυξη της χώρας.
.
ΕπίλογοςΟφείλουμε όλοι μας να βοηθήσουμε την κυβέρνηση να επιτύχει στο έργο της, καθώς επίσης να μην της ασκούμε καμία αρνητική κριτική – τουλάχιστον για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα, έως ότου να μπορούμε να την κρίνουμε από τα πεπραγμένα της και όχι από τις υποσχέσεις ή από τα λόγια της.
Όσον αφορά το πως είναι σωστό να διεξάγονται οι διαπραγματεύσεις, θα κριθεί εκ του αποτελέσματος – ευχόμαστε δε να είναι όπως το έχει εκφράσει ο πρωθυπουργός, τον οποίο φυσικά πρέπει να σέβονται πλέον όλοι οι Έλληνες, ως Θεσμό.
Τέλος, στο θέμα της Γερμανίας, η οποία αποτελεί το πραγματικά μεγάλο πρόβλημα της Ευρωζώνης, όταν η Ελλάδα το μικρότερο (ανάλυση) ενώ, σε αντίθεση με όλους τους άλλους εταίρους μας, είναι αυτή που μας χρωστάει και όχι εμείς (άρθρο), θα πρέπει η ελληνική κυβέρνηση να παραμείνει απολύτως σταθερή στις θέσεις της – γνωρίζοντας πως, σύμφωνα με τον Keynes, ο μοναδικός τρόπος για να διαπραγματευθεί κανείς με έναν Γερμανό, είναι να έχει ο ίδιος την απόλυτη πρωτοβουλία των κινήσεων.
Βασίλης Βιλιάρδος, για το Analyst.gr
© Copyright 2015 — Analyst.gr. Απαγορεύεται η μερική ή ολική αναδημοσίευση / αναπαραγωγή περιεχομένων του παρόντος website με οποιοδήποτε τρόπο χωρίς προηγούμενη έγγραφη άδεια των εκδοτών.
InfoGnomon
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
TodayRemote: AppStore free....ασύρματο τηλεκοντρόλ για το iTunes
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
«Η ανοχή τελείωσε»
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ