ΟΣΑ ΔΕΝ ΕΙΠΕ ΜΕ ΛΟΓΙΑ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΙΚΗ ΤΟΥ ΖΩΗ... ΤΑ ΛΕΕΙ ΤΩΡΑ ΜΕ ΦΟΒΕΡΕΣ ΑΤΑΚΕΣ Ο ΣΤΟΛΤΙΔΗΣ!
2015-05-05 16:34:13
Δεν ήταν ποτέ star, αλλά έπαιρνε πάντα ένα μεγάλο χειροκρότημα. Δεν ήταν ποτέ πρώτο όνομα, αλλά κανένας δεν το έχει ξεχάσει και ούτε πρόκειται. Ο Ιεροκλής Στολτίδης πέντε χρόνια μετά την απόφαση να κρεμάσει τη μεγαλύτερη αγάπη του, την ποδοσφαιρική φανέλα, μιλάει στο "Contra.gr" για τα ...πάντα σε 10.000 λέξεις. Ο συντάκτης στο ρόλο του αφηγητή ενώνει, στιγμές, αναμνήσεις και μαθήματα μιας μεγάλης καριέρας. Και ζωής.
Αναλυτικά:
Τελικά ίσως ο καλύτερος τρόπος για να κρίνεις την καριέρα ενός ποδοσφαιριστή είναι να τον ακούσεις να μιλάει γι’αυτήν μετά το τέλος της. Τα λόγια του Ιεροκλή Στολτίδη, τα πρώτα απ'την ημέρα που σταμάτησε το ποδόσφαιρο, δεν αποτυπώνουν μόνο τη διαδρομή που διέγραψε μέσα στα γήπεδα, αλλά κάνουν κάτι περισσότερο. Μέσα στις απαντήσεις του βρίσκεις φράσεις-οδηγούς. Λόγια που δεν είναι δηλώσεις, αλλά απόψεις ζωής. Απόψεις που όποιος τις διαβάσει μπορεί να καταλάβει τι ποδοσφαιριστής ήταν ο Στολτίδης ακόμα και χωρίς να τον έχει δει ποτέ να αγωνίζεται. Σκέψεις που αποκαλύπτουν το πως χτίζεται μια καριέρα, χωρίς να μπλέκουν με διατάξεις, συστήματα, ντρίμπλες, τάκλινγκ, κτλ.
Οι άνθρωποι κάνουν καριέρα, όχι οι ποδοσφαιριστές. Ο Στολτίδης μιλάει για όλες τις πτυχές της δικής του και τελικά, μέσα από γκολ, θέσεις στο γήπεδο, προπονητές, αγώνες, μεταγραφές, συμπαίκτες, προέδρους, αποδυτήρια, όλα επιστρέφουν στο ίδιο. Στο τι άνθρωπος ήταν, με τι ανθρώπους συναναστράφηκε στη διαδρομή του, πως αλληλεπίδρασε μ’αυτούς, πως σκεφτόταν όταν ήταν ακόμα παιδί. Παιδί;
Παιδιά τους λέμε τους ποδοσφαιριστές, αλλά στην περίπτωση του Στολτίδη, στα λόγια του, βλέπεις έναν άντρα που δεν υπήρξε ποτέ παιδί.
Oύτε στον Ολυμπιακό, ούτε στον Ηρακλή, ούτε στους Πόντιους Κοζάνης, ούτε στους μαχαλάδες του χωριού του. Από τότε που κατάλαβε πως η μπάλα είναι ο προορισμός του, έγινε άντρας. Επαγγελματίας με το πάθος του ερασιτέχνη. Ως τέτοιος, κρίνει τους ποδοσφαιριστές του τώρα, τα “παιδιά” που τα βρίσκουν πιο εύκολα απ’ότι τα βρήκε εκείνος, χωρίς αυτό να είναι απαραίτητα καλό. Θυμάται τα χρόνια τα δικά του χωρίς να νοιώθει βετεράνος, τους αντιπάλους και τους συμπαίκτες που θαύμασε χωρίς να φοβηθεί, τα γκολ που έβαλε “γιατί έπρεπε”.
Ίσως τελικά θα έπρεπε ο όρος “συνέντευξη” να αφορά μόνο τους εν ενεργεία ανθρώπους του αθλητισμού. Ο Στολτίδης δεν έδωσε απλά μια συνέντευξη. Έχει φωτίσει όλες τις μικρές πτυχές τις πορείας του, με την ψύχραιμη ματιά ενός ανθρώπου που νοιώθει πως ήταν ποδοσφαιριστής ακόμα και πριν γίνει τέτοιος και εξακολουθεί να είναι ακόμα χωρίς να είναι πια.
Μια χαρτογράφηση της διαδρομής “πιτσιρικάς-βετεράνος”, για όσους θέλουν να μάθουν περισσότερα γι’αυτά που δεν γνωρίζουν παρά μόνο απ’την τηλεόραση, αλλά και για τα παιδιά εκεί έξω που θέλουν να βρουν τον ίδιο “θησαυρό”, να ζήσουν αυτό το ταξίδι.
- Ιεροκλή έριξες μαύρη πέτρα. Σταμάτησες το ποδόσφαιρο και χάθηκες Τα έφερε η ζωή έτσι. Υποσυνείδητα έγινε. Μόλις σταμάτησα ήθελα να ξεκουραστώ. Επίσης, δεν προέκυψε κάποια πρόταση που να με κρατήσει κοντά στο ποδόσφαιρο. Με την προπονητική δεν το βλέπω ούτε το είχα ποτέ στο μυαλό μου, οπότε κάπως έτσι εύκολα μένεις στην άκρη.
- Δεν ήσουν από εκείνους που έπαιζαν μπάλα μόνο λόγω ταλέντου. Έπαιζες γιατί το γούσταρες.
Το γούσταρα πραγματικά. Το λάτρευα και το λατρεύω το ποδόσφαιρο. Είναι η ζωή μου. Από τότε που ξεκίνησα να παίζω ήμουν αφοσιωμένος σ’ αυτό. Απλά, πρέπει να βρεθούν οι κατάλληλες συνθήκες ή συγκυρίες για να μπεις ξανά στο ποδόσφαιρο και ν’ αρχίσεις να δουλεύεις γι αυτό από κάποιο άλλο πόστο. Δεν είναι εύκολο. Δεν προέκυψε και κάτι γι αυτό και είμαι πλέον απλός θεατής.
- Δεν σου λείπει;
Πολύ! Πάρα πολύ! Υπάρχουν στιγμές που μου λείπει όχι μόνο το να παίζω, αλλά όλη η ατμόσφαιρα. Αυτά που γινόταν στην προπόνηση, τα ξενοδοχεία… Όταν το είχαμε καμιά φορά βαριόμασταν, αλλά όταν σταματάς το ποδόσφαιρο και μετά από λίγο καιρό ξεκουράζεσαι και ηρεμείς, τότε σου λείπει.
- Έτσι όπως σε βλέπω, ακόμα θα ‘παιζες.
Ναι, δεν ξέρω (γέλια). Προσπαθώ να διατηρούμαι. Προσέχω γιατί εύκολα μπαίνουν τα κιλά.
-Το έχεις συνειδητοποιήσει ότι έχεις σταματήσει τη μπάλα;
Όχι. Αισθάνομαι ακόμα ποδοσφαιριστής. Δεν ξέρω πώς να το εξηγήσω, αλλά δεν νιώθω βετεράνος. Αισθάνομαι πως είμαι ακόμα ποδοσφαιριστής. Πως στα μέσα του καλοκαιριού θα πάω στην προετοιμασία, ότι την Κυριακή έχω αγώνα….
-Στην καθημερινότητά σου το βιώνεις αυτό;
Σίγουρα το βιώνω σε πολλά πράγματα. Ένα πράγμα που βιώνεις και το κατάλαβα πολύ καλά είναι που περιμένει ο κόσμος το Σαββατοκύριακο. Λες, ήρθε Σαββατοκύριακο. Δεν ήξερα τι σημαίνει αυτό. Για μένα το Σάββατο ήταν προπόνηση και ξενοδοχείο και η Κυριακή ματς. Δεν ήξερα το θα πάω με την οικογένεια για φαΐ ή καμιά εκδρομή. Μόλις σταμάτησα το ποδόσφαιρο κατάλαβα και τι είναι Σαββατοκύριακο.
-Τώρα σου καλοφαίνεται ή σου κακοφαίνεται που δεν παίζεις;
Στην αρχή, όταν ξεκουράζεσαι σου καλοφαίνεται. Καταρχήν, δεν υπάρχει ωράριο και δεν υπάρχουν “πρέπει”. Δεν σκέφτεσαι εάν θα φας λίγο παραπάνω μήπως πάρεις κανένα κιλό, εάν θα βγεις με τους φίλους σου το βράδυ ή εάν θα πιεις λίγο παραπάνω. Στην αρχή λοιπόν, νιώθεις ελεύθερος. Νιώθεις μία αποδέσμευση από τα πολλά “πρέπει”, γιατί το ποδόσφαιρο είναι άθλημα που σε επηρεάζει οτιδήποτε κάνεις εκτός προπόνησης ή αγώνα. Επηρεάζει τη δουλειά σου, αν κι εγώ δεν είδα ποτέ το ποδόσφαιρο ως δουλειά. Όταν δεν τα έχεις όλα αυτά, είναι ωραία στην αρχή. Είναι ωραία να μπορείς να πας με τους φίλους σου μία βόλτα ή για ένα ποτό χωρίς να σκέφτεσαι ότι πρέπει να επιστρέψεις νωρίς για να ξεκουραστείς. Μετά όμως, περνάει κι αυτό. Ότι μου λείπει το ποδόσφαιρο, μου λείπει.
- H ζωή σου όλη ήταν το ποδόσφαιρο. Αυτό πιστεύεις ότι εξακολουθεί να υπάρχει στο ελληνικό ποδόσφαιρο και τα νέα παιδιά ή βλέπεις διαφορές;
Βλέπω διαφορές, κυρίως στη νοοτροπία και στο χαρακτήρα. Γενιά με γενιά τα πράγματα αλλάζουν. Όπως οι παλαιότερες γενιές ήταν διαφορετικές απ’ τη δική μας έτσι διαφέρουν και οι επόμενες. Τώρα, εάν είναι προς το καλύτερο ή το χειρότερο, ο καθένας το κρίνει με τα δικά του κριτήρια.
- Εσύ πως το κρίνεις;
Τώρα είναι πιο εύκολα τα πράγματα ως προς το να πάρεις ευκαιρίες. Τα παιδιά πλέον, παίρνουν πιο εύκολα τις ευκαιρίες στο ποδόσφαιρο απ’ ό,τι τις παίρναμε εμείς. Θυμάμαι όταν πρωτοξεκινούσα, κατάφερνες να μπεις στη 16άδα –τότε δεν υπήρχε 18άδα- και πανηγύριζες. Αν έπαιρνες και καμία ευκαιρία, ήταν θαύμα! Τώρα βλέπω πως ένας νέος ποδοσφαιριστής που έχει κάποιο ταλέντο, παίρνει πιο εύκολα ευκαιρίες.
Βέβαια, είναι και σημεία των καιρών λόγω της κρίσης. Οι ομάδες προωθούν τα νέα παιδιά περισσότερο απ’ τους παλιούς. Χωρίς να έχουν μοχθήσει. Δεν είναι καλό αυτό. Βλέπουμε ακόμη, ότι παίρνουν ευκαιρίες και παιδιά που δεν τις αξίζουν. Που σε άλλες εποχές δεν θα ήταν καν στο ρόστερ των ομάδων που βρίσκονται τώρα. Είναι όμως, όπως είπα, σημεία των καιρών. Αυτή η ευκολία που δεν σε σκληραγωγεί δεν μου αρέσει. Γιατί το ποδόσφαιρο είναι ένα άθλημα που πρέπει να έχεις σκληρό χαρακτήρα. Είναι αντρικό το σπορ (γέλια).
- Όσοι έχουμε ζήσει το ποδόσφαιρο της προηγούμενης 10ετίας, λέμε σε συζητήσεις πως δεν υπάρχει και το ταλέντο που υπήρχε. Δεν υπάρχει ας πούμε ο Πανηλειακός όπου ο Τζόρτζεβιτς και ο Γιαννακόπουλος ξεχωρίζουν και θα παίξουν, δεν υπάρχει ο Γεωργάτος στην Παναχαϊκή, ο Μαυρογενίδης στον Άρη, ο Στολτίδης στον Ηρακλή. Δεν βλέπεις τέτοια ταλέντα και ποιότητα που να σου δίνει τη σιγουριά ότι έχει το ταλέντο και θα παίξει.
Συμφωνώ απόλυτα! Κατ’ αρχήν, στο ποδόσφαιρο πλέον, δεν υπάρχει ούτε η ποιότητα, αλλά ούτε η ποσότητα. Στη δική μου γενιά, αλλά και στις προηγούμενες υπήρχαν πάρα πολλά ταλέντα και στην επαρχία και στην πρωτεύουσα και παντού. Έβρισκες και πολλά και μεγάλα ταλέντα. Τώρα δεν υπάρχουν, αλλά όπως είπα είναι σημεία των καιρών. Εμείς, μεγαλώσαμε διαφορετικά. Μεγαλώσαμε με λίγα πράγματα. Με μια μπάλα να παίζουμε κι ήμασταν ευχαριστημένοι. Τώρα, στη ζωή των παιδιών έχει μπει το ίντερνετ, τα παιχνίδια στην τηλεόραση και στα κινητά. Εμείς, μια τρέλα είχαμε, το ποδόσφαιρο και ασχολούμασταν μ’ αυτή απ’ το πρωί ως το βράδυ. Από μικροί. Τώρα, τα παιδιά είναι μεγαλωμένα πολύ διαφορετικά.
- Έχεις δύο παιδάκια και μια όμορφη οικογένεια. Φαντάζομαι ότι η κόρη σου δεν θα αποκτήσει κάποια σχέση με το ποδόσφαιρο.
Ε, όχι. Το ποδόσφαιρο είναι καθαρά ανδρικό άθλημα. Υπάρχουν άλλα αθλήματα με τα οποία μπορούν να ασχολούνται οι γυναίκες.
- Στο γιο σου που είναι μεν 5,5 ετών, θέλω να μου πεις τι του λες για το ποδόσφαιρο, τι σε ρωτάει και τι του έχεις πει για τον Ολυμπιακό.
Είναι μικρός ακόμα και δεν μπορεί να καταλάβει πολλά για το ποδόσφαιρο. Επειδή το βλέπει από την τηλεόραση του λέω που έπαιζα, τι έκανα ή βλέπει στον υπολογιστή κάποια βιντεάκια. Θέλει να παίζει μπάλα, ρωτάει αν είναι καλός, αλλά είναι μικρούλης ακόμα.
- Τι θα του πεις εάν θέλει να γίνει ποδοσφαιριστής;
Εάν του αρέσει, να ασχοληθεί. Εκείνος θα αποφασίσει. Εάν του αρέσει το ποδόσφαιρο να ασχοληθεί, αλλά ν’ ασχοληθεί σοβαρά.
- Όταν φτάσει σε μια ηλικία που θα καταλαβαίνει περισσότερα και σε ρωτήσει «μπαμπά, εσύ τι έκανες στο ποδόσφαιρο;» και «τι έκανες στον Ολυμπιακό;» τι θα του πεις;
Εκεί θα του πω τι πρέπει –κατά τη γνώμη μου – τι χρειάζεται για να γίνει ποδοσφαιριστής όπως έκανα εγώ. Εάν θέλει να ασχοληθεί με το ποδόσφαιρο θα πρέπει να αφοσιωθεί σ’ αυτό. Ειδάλλως, να ακολουθήσει κάτι άλλο. Δεν μπορείς να του πεις και πολλά πράγματα. Καλό είναι να τα βρίσκει μπροστά του σιγά-σιγά. Το μόνο που μπορώ να κάνω απ’ την πλευρά μου είναι να του δώσω κάποιες κατευθύνσεις ώστε ν’ αποφύγει κάποιες κακοτοπιές.
-Για τον Ολυμπιακό τι θα του πεις;
Για τον Ολυμπιακό δεν θα του πω και πολλά πράγματα. Ο Ολυμπιακός είναι μεγάλη, όχι απλά ομάδα, αλλά κάτι πολύ μεγάλο που θα το καταλάβει μόνος του στην πορεία. Δεν χρειάζεται να του το εξηγήσω εγώ…
-Ο δικός σου Ολυμπιακός τι είναι; Αυτό που έχεις στην καρδιά σου, στη ζωή σου, στην ψυχή σου…
Δεν είναι εύκολο να το εκφράσω. Είναι πολλά πράγματα μαζί. Είναι χαρά που βρέθηκα εκεί. Είναι ευλογία. Είναι πράγματα που εισέπραττα από τον κόσμο και άλλα που έπρεπε να δώσω… Δεν μπορείς να τα περιγράψεις με λόγια. Είναι μοναδικά τα συναισθήματα, ασύλληπτα, ανεκτίμητα. Είναι δύσκολο να εκφράσω τα συναισθήματα που με πλημμυρίζουν όταν σκέφτομαι την ομάδα και όλα αυτά που πέρασα στον Ολυμπιακό. Είναι τόσο μεγάλα, τόσο βαθιά και τόσο έντονα - Θα μπορούσε κανείς να πει ότι όλα αυτά μαζί σε κάνουν ευτυχισμένο;
Το λιγότερο! Ήταν ευλογία για μένα που αγωνίστηκα στον Ολυμπιακό. Όταν παίζεις σ’ αυτήν την ομάδα, σε στιγματίζει για την υπόλοιπη ζωή σου. Σου στιγματίζει την καθημερινότητα. Και όταν παίζεις, αλλά κι όταν αποχωρείς. Έχω τέσσερα χρόνια που έχω σταματήσει το ποδόσφαιρο και περίμενα πως θα με ξεχνούσαν. Δεν με ξέχασαν όμως. Είναι απίστευτο! Ο κόσμος έχει ζήσει μαζί σου όμορφες, αλλά και άσχημες στιγμές και τις έχει αποτυπώσει στο μυαλό του. Δεν σε ξεχνάει. Για το φίλαθλο, είναι κομμάτι της ζωής του ο Ολυμπιακός αλλά και ο εκάστοτε ποδοσφαιριστής. Αναφέρομαι σε ποδοσφαιριστές που αγωνίστηκαν χρόνια στην ομάδα και έκαναν πράγματα.
-Εδώ στη Θεσσαλονίκη που ζεις μόνιμα πως σε αντιμετωπίζουν;
Σίγουρα δεν βρίσκεις ανταπόκριση ή την αγάπη που θα είχες καθημερινά εάν ζούσες σε κάποια άλλη πόλη και κυρίως στον Πειραιά. Καταρχήν, οι Ολυμπιακοί είναι παντού! Ακόμα και στη Θεσσαλονίκη έχει πολλούς, περισσότερους απ’ όσους φαντάζεστε! Είναι πραγματικότητα αυτό. Συναντώ καθημερινά Ολυμπιακούς και όσοι με αναγνωρίζουν, μου μιλάνε. Όσον αφορά στους άλλους φιλάθλους, δεν έχω και δεν είχα ποτέ πρόβλημα γιατί ποτέ δεν είχα προκαλέσει και σεβόμουν όλες τις ομάδες, την ιστορία και τους φιλάθλους τους. Δεν μου έχει τύχει κάποια ακραία συμπεριφορά. Ακούω καλά σχόλια απ’ όσους με αναγνωρίζουν.
- Τι σου λένε;
Καλά λόγια. Ότι το πέρασμά μου από το ποδόσφαιρο ήταν καλό. Ότι άφησα το στίγμα μου.
- Υπάρχουν οπαδοί άλλων ομάδων που να σου έχουν πει ότι είναι κρίμα που δεν έπαιξες για εκείνες;
Ναι, υπάρχουν και μάλιστα πολλοί. Και πολλοί Παναθηναϊκοί μου το έχουν πει αλλά και ΠΑΟΚτσήδες που μου λένε ότι θα ταίριαζα πολύ στην ομάδα τους! Είναι ο τρόπος που αγωνιζόμουν που αρέσει και στον φίλαθλο του ΠΑΟΚ.
- Το γεγονός ότι κρέμονται εκατομμύρια κόσμος από πάνω σας, όχι μόνο στα παιχνίδια, αλλά και στις προπονήσεις, στις εκδηλώσεις, μπορούσες να το συνειδητοποιήσεις όταν έπαιζες μπάλα ή έπρεπε να σταματήσεις;
Όχι, όχι. Αυτό και να το είχες συνειδητοποιήσει την ώρα που παίζεις μπάλα δεν προλαβαίνεις να το σκεφτείς! Είναι τεράστιο πράγμα. Το βάρος δεν σηκώνεται! Να ξέρεις ότι εσύ σήμερα δεν θα παίξεις καλά και ο άλλος αύριο δεν θα μπορεί να πάει στη δουλειά του ή το παιδί να μη θέλει να πάει σχολείο, δεν θα θέλει να δει τους φίλους του που θα είναι αντίπαλοι άλλων ομάδων. Αυτό εάν το σκεφτείς θα σε καταβάλει, όσο δυνατός χαρακτήρας κι αν είσαι.
Ο Στολτίδης διαφωνεί με το κλισέ “δεν δίνονται ευκαιρίες στα νέα παιδιά”. Θεωρεί πως πλέον δίνονται τόσο εύκολα και αυτό δεν κάνει καλό στους ποδοσφαιριστές, δεν τους σκληραγωγεί όπως θα έπρεπε. Επιστρέφοντας στην αρχή της δικής του πορείας, το πράγμα είναι ξεκάθαρο. Κανείς δεν του φέρθηκε σαν να ήταν παιδί, ακόμα και στα 13 του. Το “δεν πειράζει είναι παιδί” δεν βοηθάει κανέναν. Στην μπάλα τα δίνεις όλα, αν θες εκείνη να σου επιστρέψει κάποια απ’αυτά που ονειρεύεσαι.
Πρέπει να παίζεις δυνατά, να θες να βελτιώνεσαι, να μη χάνεις μονομαχία, να έχεις το ποδόσφαιρο ως προτεραιότητα, όχι ως συμπλήρωμα, να χάνεις με “αίμα” και να μην γκρινιάζεις όταν πρέπει να δουλέψεις. Ο Ιεροκλής λέει πως δεν είχε ταλέντο, αλλά αν τον διάβαζε ο Άλεξ Φέργκιουσον θα διαφωνούσε, αφού ο Σκωτσέζος έχει πει πως “ταλέντο είναι και το να σου αρέσει η προπόνηση”.
“Δεν ήταν καταπίεση, δεν μου φαινόταν πως έκανα θυσία”, λέει ο Στολτίδης. Όταν νιώθεις πως γεννήθηκες για να παίζεις ποδόσφαιρο, πως να αποτύχεις;
- Να φέρουμε το χρόνο πίσω. Εσύ ξεκίνησες στον Ηρακλή;
Όχι, όχι. Ξεκίνησα να παίζω μπάλα στο χωριό μου.
-Και μου είπες ότι εκεί είχατε τότε τρεις… μαχαλάδες.
Ακριβώς. Ήταν ένα χωριό με χίλιους, χίλιους διακόσιους κατοίκους, με τρεις ομάδες για να παίζουμε μεταξύ μας. Τώρα δεν έχει ούτε μισή. Κι αυτό είναι σημείο των καιρών γιατί τα παιδιά ασχολούνται με άλλα πράγματα.
-Έτσι, από την αλάνα παίζουν πλέον ποδοσφαιράκι στην τηλεόραση.
Ακριβώς. Μπορεί να παίζουν ποδοσφαιράκι ή άλλα παιχνίδια. Έχουν τις κονσόλες και μαζεύονται στα σπίτια να παίζουν. Πως θα καλλιεργηθεί μ’ αυτόν τον τρόπο, το όποιο ταλέντο έχει ένα παιδί; Γιατί, όσο ταλέντο και να έχεις, το ποδόσφαιρο πρέπει να το καλλιεργείς κάθε μέρα για να πετύχεις. Να κάνεις κάθε μέρα τα ίδια πράγματα για να γίνεσαι καλύτερος.
- Ολόκληρη η ζωή σου περιστρεφόταν γύρω απ’ τη μπάλα, για κάποιον άλλον μπορεί να μην είναι έτσι.
Γι’ αυτό είπα ότι βλέπω πως για τα σημερινά παιδιά το ποδόσφαιρο είναι ένα κομμάτι της ζωής τους πλέον, ενώ για τη δική μου γενιά και πιο πριν, το ποδόσφαιρο ήταν ολόκληρη η ζωή μας. Μας ένοιαζε μόνο το ποδόσφαιρο. Όλα περιστρέφονταν γύρω απ’ αυτό. Τώρα, λένε θα κάνω αυτό, θα κάνω και το άλλο, θα παίξω και λίγη μπάλα.
- Πες μας μερικά παραδείγματα που αφορούν εσένα και την καθημερινότητά σου ως ποδοσφαιριστής.
Δεν θα ξενυχτούσα, θα έπρεπε να φάω συγκεκριμένη ώρα και συγκεκριμένα φαγητά, θα έπρεπε μετά την προπόνηση να ξεκουραστώ. Υπήρχε συγκεκριμένο πρόγραμμα που δεν άλλαζε ποτέ.
- Ούτε η γυναίκα μπορούσε να σου αλλάξει το πρόγραμμα;
Ούτε η γυναίκα. Κανένας! Είχα την τύχη να είμαι από ποδοσφαιρικό σόι. Ο μπαμπάς μου έπαιζε μπάλα στο χωριό κι ένας θείος μου είχε παίξει σε υψηλό επίπεδο, πρώτη Εθνική τη δεκαετία του ‘80 στην Καστοριά όπου είχε πάρει και το κύπελλο. Και οι δύο είδαν από μικρό ότι είχα κάποιο ταλέντο και ότι ασχολιόμουν μόνο με το ποδόσφαιρο και είχα την τύχη να μου δώσουν τις σωστές κατευθύνσεις.
- Δηλαδή;
Δεν πέρασα ποτέ εφηβεία. Από 13 ετών έγινα άντρας. Δεν είπε ποτέ κανείς “έλα δεν πειράζει είναι παιδί”. Με έβαλαν κάτω, μου είπαν πως είναι τα πράγματα και εκείνος που με βοήθησε περισσότερο απ’ όλους ήταν ο θείος μου ο Κώστας, εκείνος που έπαιζε στην Καστοριά. Μου μάθαινε πως ήταν το σωστό ποδόσφαιρο και δυο τρία πράγματα που έπρεπε να κάνω, όπως να ξεχάσω άλλες δραστηριότητες και να αφοσιωθώ σ’ αυτό.
- Ποιο είναι το σωστό ποδόσφαιρο;
Όταν λέω για σωστό ποδόσφαιρο, εννοώ τις αρχές του ποδοσφαίρου. Απλά πράγματα. Όπως για παράδειγμα όταν είσαι κοντά στην εστία και ο άλλος είναι σε καλύτερη θέση για να βάλει το γκολ θα πάρει εκείνος τη μπάλα οπωσδήποτε. Πρέπει να δώσεις τη μπάλα και όχι ν’ αρχίσεις να τρέχεις για να βάλεις εσύ το γκολ. Ένα άλλο που μου έμαθε, είναι να παίζω δυνατά. Να μη χάνω μονομαχία. Με είχε επηρεάσει τόσο πολύ που μου έβγαινε ο εγωισμός. Δεν υπήρχε περίπτωση να χάσω παιχνίδι, θα τρελαινόμουν. Ακόμη κι αν έχανα, έχανα με αίμα. Ήταν κάποια πράγματα στο αγωνιστικό και κυρίως στο εξωαγωνιστικό κομμάτι που με βοήθησαν πάρα πολύ.
-Ο θείος τώρα τι λέει;
Τίποτα. Τι να πει; Μαζί με τον πατέρα μου, ό,τι έκαναν το έκαναν στην αρχή της καριέρας μου.
-Όταν έπαιζες δεν σου έλεγε ότι τον κάνεις περήφανο ή ήταν αυστηρός;
Όχι, εντάξει. Στο σόι μας δεν είμαστε και τόσο διαχυτικοί, αλλά πολλές φορές με μια ματιά καταλαβαίνεις πολλά πράγματα.
-Αυτό σε βοήθησε να σκληραγωγηθείς;
Ναι, βέβαια. Από 13,5 με αντιμετώπιζε ως άντρα. Μια φορά, 14 ήμουν και γύρισα αργά από ένα πάρτι μια Παρασκευή και την Κυριακή παίζαμε με την ομάδα του χωριού. Με έπιασε ο θείος μου –ο πατέρας μου δεν μου είπε ποτέ κουβέντα για ποδόσφαιρο κι αυτό είναι συμβουλή για όλους τους πατεράδες να αφήσετε τα παιδιά σας ήσυχα– και μου είπε να μην ξανασυμβεί γιατί την Κυριακή είχα αγώνα. Αυτή ήταν η πρώτη και τελευταία φορά.
-Δεν ήσουν δηλαδή απ’ τα παιδιά που ήθελαν κυνηγητό.
Ποιο κυνηγητό; Εγώ ένιωθα πως γεννήθηκα για να παίζω ποδόσφαιρο. Δεν ήταν καταπίεση. Δεν μου φαινόταν πως έκανα θυσία. Δεν γκρίνιαζα και ένας λόγος που έπαιξα ποδόσφαιρο ήταν αυτός. Ταλέντο μεγάλο δεν είχα, αλλά δούλεψα πολύ την τεχνική. Δεν την είχα από μικρός κι αυτό μου είχε δημιουργήσει πρόβλημα όταν έπαιζα ακόμα στο χωριό μου. Επειδή είχα πείσμα όμως, δούλεψα πολύ πάνω στην τεχνική, τα άλλα στοιχεία τα είχα σε μεγάλο βαθμό κι έτσι εξελίχθηκα.
-Δούλεψες και ατομικά;
Πάρα πολύ. Είναι ό,τι καλύτερο. Ακόμα και με μια μπάλα, να κάνεις πάσα σε έναν τοίχο συνέχεια, ειδικά με το πόδι που δεν είναι καλό, είναι σημαντικό. Αυτό που λένε ότι η επανάληψη είναι η μητέρα της μάθησης, ισχύει 100% στο ποδόσφαιρο.
-Το επόμενο βήμα πως έγινε και πήγες στον Ηρακλή;
Δεν πήγα αμέσως στον Ηρακλή. Απ’ την ομάδα του χωριού μου, το Μαυροδένδρι Κοζάνης, πήγα για δύο χρόνια στους Πόντιους Κοζάνης στη Δ’ Εθνική, εκεί άρχισα να παίζω στην Εθνική παίδων. Από ‘κει με είδαν και με πήραν στον Ηρακλή.
-Το ένα βήμα μετά το άλλο. Ήταν κάτι που ήξερες πως θα συμβεί ή το βράδυ δεν μπορούσες να κοιμηθείς απ’ τη χαρά σου;
Όταν πήγα απ’ το χωριό μου στους Πόντιους, ήταν ένα βήμα και χάρηκα. Όταν έφυγα από κει για τον Ηρακλή, ήταν πολύ μεγάλο βήμα. Άλλαξε τη ζωή μου γιατί έφυγα απ’ το χωριό και πήγα σε μια μεγάλη πόλη. Ένιωσα ότι έκανα το κάτι παραπάνω στα 17 μου, ότι έπρεπε να αρπάξω την ευκαιρία απ’ τα μαλλιά.
- Τι θέση έπαιζες εκεί;
Μέχρι να βρω τη θέση μου, πέρασαν κάποια χρόνια. Στο χωριό, αριστερό εξτρέμ, στους Πόντιους έπαιξα και σέντερ φορ και αριστερό εξτρέμ και χαφ. Στην Εθνική παίδων έπαιζα αμυντικό χαφ συνέχεια με προπονητή τον Αλέκο Σοφιανίδη.
- Ο πρώτος άνθρωπος που βρήκε την πραγματική σου θέση.
Ναι, εκείνος ήταν. Μετά στον Ηρακλή ξεκίνησα ως αριστερό μπακ και μετά από δύο χρόνια, έξι –επτά αγωνιστικές πριν το τέλος του πρωταθλήματος που η ομάδα ξέμεινε από αμυντικά χαφ λόγω τραυματισμών και καρτών, μπήκα να παίξω κι έμεινα σ’ αυτή τη θέση.
- Τότε ο Ηρακλής είχε παιχταράδες.
Όταν πήγα στον Ηρακλή είχε πολύ καλούς παίκτες. Ήταν ο Γιώργος ο Παπαδόπουλος, ο Ζήφκας, ο Δανιήλ Παπαδόπουλος, ο Σάκης Αναστασιάδης, ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς, μετά ήρθε και ο Σάββας Κωφίδης, ο Χρήστος Κωστής απ’ τους μικρούς… Είχε δυνατό ρόστερ. Γι’ αυτό και δεν ήταν εύκολα τα πράγματα.
-Στην προπόνηση όταν έπαιζες αντίπαλος με κάποιον απ’ αυτούς τους παίκτες, τι γινόταν;
Α, είχαμε προβλήματα εκεί. Δεν καταλάβαινα τίποτα! Και ο Ιβάν ο Γιοβάνοβιτς θα σου πει ότι με κυνηγούσε (γέλια)! Αυτά με κράτησαν κι έγινα ποδοσφαιριστής. Δεν φοβόμουν καθόλου και γενικά στην καριέρα μου δεν φοβήθηκα ποτέ. Σε καμία έδρα και με κανέναν αντίπαλο. Ήξερα τις δυνατότητές μου και δεν με φόβισε κανένας απέναντί μου. Έλεγα 11 εμείς, 11 κι αυτοί γιατί να τους φοβηθώ;.
- Ο Ζε Ελίας είχε πει «και τον αδερφό μου να είχα αντίπαλο θα περνούσα από πάνω του για να κερδίσω». Σε εκφράζει;
Με εκφράζει απόλυτα! Το παιχνίδι είναι παιχνίδι, όποιον κι αν έχεις απέναντί σου.
- Θα έριχνες δηλαδή και την κλωτσιά;
Βέβαια. Είναι κι αυτό μέρος του παιχνιδιού. Το ποδόσφαιρο είναι δύο πράγματα. Είναι το “εμείς” κι “εσείς” κι είναι και το “εγώ” κι “αυτός”. Εάν δεν μπορεί ο άλλος, να πάει σπίτι του. Δεν γίνεται να επιβιώσεις διαφορετικά. Εάν τον δεις τον άλλον με συμπάθεια, θα περάσει εκείνος από πάνω σου!
- Έχεις πει 2-3 φορές ως τώρα ότι η μπάλα είναι αντρικό άθλημα. Μεταφράζεται σ’ αυτό που λες;
Ναι, σ’ αυτό ακριβώς. Το ποδόσφαιρο είναι μία μάχη. Ένας μικρός πόλεμος. Είναι σκληρό άθλημα, σώμα με σώμα γι αυτό και λέω ότι είναι αντρικό άθλημα.
-Στον Ηρακλή ανδρώνεσαι και εξελίσσεσαι σε φυσικό ηγέτη της ομάδας. Μετά από 11 χρόνια, στο φινάλε του συμβολαίου σου, έρχεται η πρόταση απ’ τον Ολυμπιακό σε μια περίοδο που δεν ήταν εύκολη η μετάβαση απ’ τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα. Πως το βίωσες, πως το εισέπραξες, πως το αποφάσισες;
Κοίτα, είχα αποφασίσει ότι ήθελα να κάνω ένα βήμα παραπάνω στην καριέρα μου. Το άργησα κιόλας, αλλά στο ποδόσφαιρο δεν καθορίζεις εσύ τις καταστάσεις, είναι θέμα συγκυριών. Είχα καταλάβει ότι ο Ηρακλής δεν είχε μέλλον. Φαινόταν ότι θα πάρει την κατρακύλα κι εγώ δεν ήθελα να είμαι μέρος της. Είχα πάρει, λοιπόν, την απόφαση να φύγω. Τώρα που θα πήγαινα, δεν ήξερα. Απ’ τη στιγμή όμως, που είχα καλές προτάσεις, το σίγουρο ήταν ότι θα έφευγα…
Τον ήθελαν και οι δύο “αιώνιοι”. Ο Στολτίδης μιλάει για την απόφασή του και καταλαβαίνεις πως στο μυαλό του δεν υπήρξε ποτέ δίλημμα. “Τις μεγάλες και σοβαρές αποφάσεις πρέπει να τις παίρνουμε μόνοι μας”, λέει ο Ρένος στα “Φτηνά Τσιγάρα” κι ακριβώς αυτό έκανε ο Ιεροκλής. Πήγε στον Πειραιά ως συμπληρωματική λύση, αλλά δεν φοβήθηκε. Βρήκε στα αποδυτήρια παιχταράδες και μεγάλες προσωπικότητες, αλλά δεν “κώλωσε” και το κλειδί είναι και εδώ πως δεν ήταν “παιδί” 19-21 χρόνων, αλλά στα 28 του, μπαρουτοκαπνισμένος, έτοιμος. Ο Στολτίδης λέει πως και έξι μήνες συμβόλαιο να του πρότειναν, θα συμφωνούσε μόνο και μόνο για να πάρει την ευκαιρία. Να δει τι μπορεί να πετύχει, ακόμα κι αν τελικά δεν τα κατάφερνε.
Θυμάται την τεχνική, αλλά και τα “μούτρα” του Ζιοβάνι, τον Καρεμπέ, τους υπόλοιπους Έλληνες της ομάδας που πάντα φρόντιζαν να πουν μια κουβέντα παραπάνω στο αποδυτήρια, να βγουν μπροστά όταν η ομάδα δεν ήταν καλά, όπως πχ πριν απ’τον τελικό Κυπέλλου με τον Άρη. Τις μεγάλες νίκες, τα δικά του γκολ, τον αγώνα που ο κόσμος έκανε τόσο θόρυβο που οι παίκτες δεν μπορούσαν ούτε να ακούσουν ο ένας τον άλλον. Τη νοοτροπία που τον έστελνε μπροστά για να σκοράρει, τις επισκέψεις του "φιλικού" Σωκράτη Κόκκαλη.
Ρωτήθηκε για τον αντίπαλο που ξεχώρισε στους αγώνες του Champions League και ο Στολτίδης λέει πως δεν θυμάται να έμεινε με ανοιχτό το στόμα για κάποιον. Υπεροψία; Όχι, απλώς η αποτύπωση μιας συνολικής θεώρησης στο ποδόσφαιρο.
- Εκτός απ’ τον Ολυμπιακό, είχες τότε πρόταση και από τον Παναθηναϊκό.
Ακριβώς. Είχα δύο προτάσεις και έπρεπε να διαλέξω μία.
- Οικονομικά ήταν ίδιες;
Ναι.
- Και γιατί επέλεξες τον Ολυμπιακό;
Οι λόγοι ήταν πολλοί. Ήταν μία ομάδα που με εξέφραζε περισσότερο, κυρίως στο στυλ του παιχνιδιού μου. Αυτό που λέει ο κόσμος ότι θα βγούμε μπροστά και δεν θα φοβηθούμε τίποτα γιατί είμαστε Ολυμπιακός! Έτσι ένιωθα κι εγώ. Ήταν πρωταθλήτρια ομάδα, πιο καλά δομημένη και με καλούς ποδοσφαιριστές.
- Ο ανταγωνισμός δεν σε φόβισε;
Όχι, αντιθέτως! Έτσι γίνεσαι καλύτερος. Πολλοί το λένε, αλλά δεν το επιδιώκουν. Ο ανταγωνισμός σε κάνει καλύτερο. Δεν είχα πρόβλημα με την αποτυχία. Εάν αποτύγχανα στον Ολυμπιακό δεν θα είχα κανένα πρόβλημα. Αντίθετα, εάν μπορούσα να πάω και δεν πήγαινα λόγω ανταγωνισμού, θα είχα πρόβλημα για την υπόλοιπη ζωή μου.
-Γιατί;
Γιατί θα ήξερα πως άφησα την μεγαλύτερη ευκαιρία. Και ο μόνος λόγος θα ήταν αυτός. Ότι φοβήθηκα τον ανταγωνισμό, πως δεν θα παίξω. Το άκουσα πάρα πολλές φορές αυτό…
-Υπογράφεις λοιπόν, στον Ολυμπιακό…
Πήρα γρήγορα την απόφαση αν και η πρώτη πρόταση ήταν του Παναθηναϊκού, μέσω του τότε προέδρου του, Φιλιππίδη. Μετά από λίγες μέρες, όμως, όταν έμαθα για το ενδιαφέρον του Ολυμπιακού, είπα στον μάνατζέρ μου να συμφωνήσει.
- Η πρόταση σου μεταφέρθηκε μέσω του μάνατζέρ σου ή σε πήρε κάποιος τηλέφωνο;
Μέσω του μάνατζέρ μου. Όταν μου είπε ότι υπάρχει ενδιαφέρον του είπα “τελείωσέ το, δεν μ’ ενδιαφέρει πως, αλλά τελείωσέ το”.
- Μετά από πόσες μέρες τελείωσε;
Γρήγορα. Μια βδομάδα, δέκα μέρες.
- Η πρώτη σου επαφή με άνθρωπο του Ολυμπιακού με ποιον ήταν;
Με τον κύριο Λούβαρη. Ουσιαστικά, δική του επιλογή ήμουν και δεν το έχω κρύψει ποτέ. Εάν θυμάστε, στον Ολυμπιακό πήγα ως ρεζέρβα. Μια εναλλακτική λύση, έτσι για να βοηθάω και το πήρε πάνω του, καθαρά, ο κύριος Λούβαρης.
- Γιατί; Ποιος ήταν μπροστά από σένα τότε;
Ήταν ο Καρεμπέ και ο Καφές αμυντικά χαφ, ενώ υπήρχε και ο Κωστούλας που μπορούσε να παίξει σ’ αυτήν τη θέση. Εγώ στον Ολυμπιακό πήγα για να πάω και περισσότερο εξαιτίας της επιμονής του κυρίου Λούβαρη.
-Τι σου είπε;
Ότι μίλησε του προέδρου, του είπε ότι αυτός ο παίκτης είναι καλός και πρέπει να τον πάρουμε κι έτσι με πήρε.
- Τι έγινε όταν πήγες να υπογράψεις;
Απλά πράγματα. Κάθισα περίπου πέντε λεπτά. Μπήκα μέσα, μου είπαν αυτά είναι, υπέγραψα κι έφυγα. Δεν υπήρξε κάποια διαπραγμάτευση. Εγώ την ευκαιρία μου έψαχνα. Όταν πας σε τέτοιο σωματείο δεν λες θέλω 50 χιλιάρικα παραπάνω ή τρία χρόνια συμβόλαιο. Ακόμα και έξι μήνες να μου πρότειναν, εγώ θα καθόμουν έξι μήνες και θα προσπαθούσα να αποδείξω ότι αξίζω για παραπάνω. Υπέγραψα για 1+1, μου έδωσαν τα χρήματα που ήθελαν εκείνοι κι έφυγα.
- Το διάστημα που έπρεπε να αποφασίσεις, χρειάστηκε να συζητήσεις ή να μοιραστείς τη σκέψη σου με κάποιον;
Όχι, με κανέναν! Δεν συζήτησα ούτε με τον πατέρα μου, την πρόταση του Ολυμπιακού. Είπα απ’ την αρχή του μάνατζέρ μου να τελειώσει με τον Ολυμπιακό. Όταν έχεις αποφασίσει και είσαι κατασταλαγμένος τι θέλεις να κάνεις, το κάνεις χωρίς δεύτερη σκέψη. Εάν δεν υπήρχε Ολυμπιακός, τότε θα συζητούσα με το μάνατζέρ μου άλλες προτάσεις.
- Κι ενδεχομένως να πήγαινες ακόμα και στο εξωτερικό;
Δεν ξέρω που θα με έβγαζε το κύμα.
- Αλλά έχεις μάθει να κολυμπάς και θεώρησες πως είναι καλύτερα να πας σ’ αυτά τα νερά, έστω κι αν είναι βαθιά. Πας λοιπόν και ξεκινάς στον Ολυμπιακό. Πως το βιώνεις; Ζορίζεσαι;
Καθόλου. Η λογική μου είναι πως για να τα έχω καλά με τον εαυτό μου, εκεί που θα πάω θα κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ και ό,τι βρέξει ας κατεβάσει. Εάν δεν φτάνει το ταλέντο μου, οι απαιτήσεις είναι τεράστιες ή υπάρχουν άλλοι παράγοντες που δεν θα μου επιτρέψουν να πετύχω, θα πω κρίμα, δεν πειράζει, πάμε παρακάτω. Εάν πήγαινα στον Ολυμπιακό και δεν προσπαθούσα ή δεν έκανα αυτά που έπρεπε, πάλι θα το κουβαλούσα σ’ όλη μου τη ζωή.
- Τελικά, προσπάθησες όσο μπορούσες εκεί;
Ναι, πάντα το έκανα. Φαινόταν και από το στυλ του παιχνιδιού μου. Όπου πήγαινα έκανα ό,τι καλύτερο μπορούσα. Έδινα πάντα το 100%.
- Δεν κώλωσες;
Καθόλου. Ποτέ δεν κώλωσα σ’ ολόκληρη την καριέρα μου.
- Μιλάμε τότε για ένα ρόστερ του Ολυμπιακού με παιχταράδες.
Φοβεροί παίκτες και μεγάλες προσωπικότητες.
- Μπαίνοντας στα αποδυτήρια με Τζόρτζεβιτς, Καρεμπέ, Ζιοβάνι, Άντζα, Μαυρογενίδη, Ανατολάκη δεν κωλώνεις;
Όχι. Πρώτα απ’ όλα είναι άνθρωποι. Δεν είχα κανένα πρόβλημα. Πήγα και σε μεγάλη ηλικία στον Ολυμπιακό, 28 ετών. Εάν πήγαινα στα 17 ή στα 18, ίσως και να κώλωνα. Κάποια παιδιά απ’ αυτά τα ήξερα. Με τον Άντζα είχαμε παίξει πολλά χρόνια στις Εθνικές. Ήξερα τον Πατσατζόγλου, τον Μαυρογενίδη, τον Ελευθερόπουλο, με τον Ανατολάκη ήμασταν συμπαίκτες στον Ηρακλή. Δεν πήγα σε τελείως άγνωστο περιβάλλον. Δεν ήμουν πιτσιρικάς που μπορεί να σου κάνουν μια πλάκα ή ένα καψόνι. Ένιωθα ενθουσιασμό και δεν έβλεπα την ώρα να βγούμε στο γήπεδο και να παίξουμε μπάλα.
- Και τι έγινε στο γήπεδο;
Τίποτα. Παίξαμε μπάλα. Ήταν λες και έπαιζα χρόνια στον Ολυμπιακό. Δεν είχα πρόβλημα. Είχα την τύχη με 6-7 ποδοσφαιριστές να έχουμε παίξει μαζί. Προπονητής τότε ήταν ο Προτάσοφ.
- Πήρες τη φανέλα κατευθείαν;
Από τα φιλικά! Ξεκίνησα καλά και μπήκα στην ομάδα κατευθείαν. Μόνο ένα ματς με άφησε στον πάγκο, με την Προοδευτική που χάσαμε. Μπήκα ως αλλαγή στο 80.
- «Κολλάς» λοιπόν απ’ την πρώτη μέρα και νιώθεις σαν να παίζεις χρόνια…
Κανονικά. Απ’ την πρώτη μέρα που μπήκα στ’ αποδυτήρια ήταν μια χαρά. Δεν χρειάστηκα χρόνο προσαρμογής.
- Σου έκανε κάτι εντύπωση απ’ τα παιδιά με τα οποία συνεργάστηκες;
Κάθε χαρακτήρας είναι διαφορετικός. Άλλο να το βλέπεις στην τηλεόραση και άλλο να το ζεις καθημερινά. Ο Καρεμπέ για παράδειγμα ήταν πολύ φιλικός. Ο Ζιοβάνι πιο κλειστός χαρακτήρας, αλλά εάν τον κέρδιζες, σου έδινε και τη ψυχή του. Δεν έχω συναντήσει ποδοσφαιριστή με καλύτερη τεχνική απ’ αυτόν και πιστεύω πως την έχουν ελάχιστοι στον κόσμο. Κι ο Ροναλντίνιο έχει καλή τεχνική, αλλά ο Ζιοβάνι ήταν άλλο πράγμα.
-Δούλευε στην προπόνηση;
Δούλευε, αλλά ήταν δύσκολος χαρακτήρας. Μπορεί να τον επηρέαζε οτιδήποτε. Για παράδειγμα όταν ο προπονητής έλεγε κάτι, μπορεί να τον έπαιρνε από κάτω και να μην ήταν καλά. Εάν τον κέρδιζες, πετούσε.
- Κανένας από τους ποδοσφαιριστές εκείνης της εποχής δεν μου έχει πει ότι ο Ριβάλντο ήταν καλύτερος από τον Ζιοβάνι…
Ο Ριβάλντο, καλός ποδοσφαιριστής, με καλή τεχνική και πολύ έξυπνος, αλλά ο Ζιοβάνι ήταν από άλλο πλανήτη. Μπορούσε να σου κάνει ντρίμπλα χωρίς να ακουμπήσει τη μπάλα. Είναι απ’ τις περιπτώσεις παικτών που λέμε ότι έχουν γεννηθεί με τη μπάλα στο πόδι. Ήταν έμφυτο η αίσθηση που είχε με τη μπάλα. Χάρισμα απ’ το Θεό.
- Υπήρχε και καλή χημεία στ’ αποδυτήρια.
Παρότι υπήρχαν εκείνη την εποχή παίκτες με μεγάλες προσωπικότητες ήταν καλά τα πράγματα. Εντάξει, προβλήματα πάντα υπάρχουν, όμως, ο ένας σεβόταν τον άλλο και μέσα στο παιχνίδι και στ’ αποδυτήρια.
-Μπινελίκια έπεφταν;
Ελάχιστες στιγμές, κυρίως μέσα στο παιχνίδι. Στ’αποδυτήρια δεν θυμάμαι να έχει συμβεί.
-Πάντα είχα απορία τι γινόταν στ’ αποδυτήρια πριν απ’ τα μεγάλα παιχνίδια, μεταξύ των παικτών. Πως μιλούν οι αρχηγοί, τι συζητάτε…
Ελάχιστες φορές υπήρξε ομιλία. Λίγα πράγματα. Σίγουρα, υπήρχαν παρέες τριών, τεσσάρων ατόμων που μαζευόμασταν πριν από τα ματς στα δωμάτια και είναι λογικό. Δεν γίνεται όλοι να ταιριάζουν με όλους.
- Τότε θυμάμαι ότι και στα καλά και στα άσχημα αποτελέσματα, βγαίνατε μπροστά.
Αυτό είναι που λέω ότι υπήρχαν προσωπικότητες τότε στον Ολυμπιακό. Όταν χρειαζόταν να μαζευτούμε για να μιλήσουμε οκτώ - δέκα άτομα, γινόταν πάντα πριν από σημαντικά παιχνίδια, όταν πραγματικά υπήρχε πρόβλημα. Για παράδειγμα, θυμάμαι πως αυτό συνέβη πριν το παιχνίδι με τον Άρη στη Θεσσαλονίκη για τον τελικό Κυπέλλου. Η ομάδα ήταν σε τραγική κατάσταση, δεν είχε δυνάμεις, ήταν ξεζουμισμένη. Ξέραμε ότι δεν ήμασταν καλά και το ήξεραν και οι αντίπαλοι.
Ήταν μία από τις φορές που μαζευτήκαμε 7-8 άτομα και είπαμε «μ@λ@κες, δεν είμαστε καλά. Τι κάνουμε; Ήρεμα πίσω, κρατάμε το 0-0 και βλέπουμε…». Κερδίσαμε τελικά 3-0 στο Καυτανζόγλειο. Εκεί φαίνεται η προσωπικότητα των ποδοσφαιριστών. Πρέπει να έχεις μέσα στην ομάδα παίκτες με προσωπικότητα. Δεν φτάνει μόνο ο προπονητής.
-Αυτό που λέμε «παίζω για τη φανέλα» υπάρχει;
Υπάρχει. Τουλάχιστον όσο έπαιζα εγώ, υπήρχε. Όλοι οι ποδοσφαιριστές παίζουν ποδόσφαιρο γιατί τους αρέσει, για τη δόξα, για τα χρήματα. Σε ομάδες, όμως, όπως ο Ολυμπιακός υπάρχουν στιγμές που θα παίξεις για τη φανέλα. Εκεί, τα ξεχνάς όλα και λες πρέπει να κερδίσουμε σήμερα για τον Ολυμπιακό.
- Το ένιωσες από τότε που πήγες στον Ολυμπιακό ή το κατάλαβες στη διάρκεια;
Το βίωσα νωρίς. Απ’ τα πρώτα μου παιχνίδια. Υπήρχαν παιχνίδια που έπαιζες για τη φανέλα. Για τον κόσμο.
- Αυτό το καταλάβαιναν όλα τα παιδιά του Ολυμπιακού;
Άλλοι το καταλαβαίνουν περισσότερο και άλλοι λιγότερο. Σίγουρα, το κατανοούν περισσότερο οι Έλληνες. Οι ξένοι είναι δύσκολο να καταλάβουν τι σημαίνει ντέρμπι Ολυμπιακός – Παναθηναϊκός. Με ‘μας τους Έλληνες, όμως, ήταν διαφορετικά. Ξέραμε πως πρέπει να κερδίσουμε ό,τι κι αν γίνει. Μπορεί να έχεις πάρει πρωτάθλημα και να έχεις 15 βαθμούς διαφορά, αλλά υπάρχουν ματς που να χρειαστεί να παίξεις για τη φανέλα.
- Η παρουσία του Σωκράτη Κόκκαλη τι σήμαινε τότε για εσάς τους ποδοσφαιριστές;
Ήταν καταλυτική, όχι μόνο για μας, αλλά για ολόκληρο τον Ολυμπιακό. Σήμαινε ασφάλεια. Ότι υπάρχει πάνω ένας άνθρωπος που φροντίζει να μη μας λείπει τίποτα, ώστε να κοιτάμε εμείς τη δουλειά μας.
- Πως ήταν όταν ερχόταν να σας μιλήσει στ’ αποδυτήρια; Έβγαζε το χαρακτήρα του απόμακρου προέδρου ή ήταν προσιτός;
Ήταν πολύ φιλικός. Δεν ένιωθες ότι ήρθε ο πρόεδρος να μιλήσει. Είχε έρθει ελάχιστες φορές. Μια φορά το χρόνο, δύο, ή κάποιες χρονιές καθόλου. Ήταν φιλικός, απλός και συγκεκριμένος. Μόνο μια φορά τον θυμάμαι να έχει έρθει φορτωμένος.
- Ένα από τα στοιχεία που σε χαρακτήριζαν ως παίκτη, είναι ότι είχες βάλει πολύ σημαντικά γκολ σε μεγάλα παιχνίδια που έχουν μείνει στη μνήμη των οπαδών.
Το κυνηγούσα το γκολ. Έμπαινα στο ματς και ήθελα να βάλω γκολ. Αν και ήμουν αμυντικός μέσος είχα επιθετική φιλοσοφία και έπαιζα και σε μία επιθετική ομάδα, όπως ήταν τότε ο Ολυμπιακός. Γενικά αυτή η θέση έχει αλλάξει πολύ. Δεν υπάρχει ο κόφτης των παλιών χρόνων που θα κάτσει πίσω να μαρκάρει και να δώσει τη μπάλα δεξιά ή αριστερά. Πλέον, ο κόφτης μπορεί να μπει στην περιοχή και να σκοράρει. Εμένα μου άρεσε αυτό και όπου έβρισκα την ευκαιρία, έβγαινα μπροστά. Ιδιαίτερα όταν έβλεπα ότι η ομάδα ζοριζόταν να βάλει γκολ, το επιδίωκα περισσότερο. Παίζαμε σε μία ομάδα που ήθελε να κερδίζει και έπρεπε να σκοράρουμε γιατί για τον Ολυμπιακό, η ισοπαλία ισοδυναμούσε με ήττα.
- Από τα γκολ που έχεις βάλει ποια έχουν μείνει στη μνήμη σου και γιατί.
olympiacos-blog
Αναλυτικά:
Τελικά ίσως ο καλύτερος τρόπος για να κρίνεις την καριέρα ενός ποδοσφαιριστή είναι να τον ακούσεις να μιλάει γι’αυτήν μετά το τέλος της. Τα λόγια του Ιεροκλή Στολτίδη, τα πρώτα απ'την ημέρα που σταμάτησε το ποδόσφαιρο, δεν αποτυπώνουν μόνο τη διαδρομή που διέγραψε μέσα στα γήπεδα, αλλά κάνουν κάτι περισσότερο. Μέσα στις απαντήσεις του βρίσκεις φράσεις-οδηγούς. Λόγια που δεν είναι δηλώσεις, αλλά απόψεις ζωής. Απόψεις που όποιος τις διαβάσει μπορεί να καταλάβει τι ποδοσφαιριστής ήταν ο Στολτίδης ακόμα και χωρίς να τον έχει δει ποτέ να αγωνίζεται. Σκέψεις που αποκαλύπτουν το πως χτίζεται μια καριέρα, χωρίς να μπλέκουν με διατάξεις, συστήματα, ντρίμπλες, τάκλινγκ, κτλ.
Οι άνθρωποι κάνουν καριέρα, όχι οι ποδοσφαιριστές. Ο Στολτίδης μιλάει για όλες τις πτυχές της δικής του και τελικά, μέσα από γκολ, θέσεις στο γήπεδο, προπονητές, αγώνες, μεταγραφές, συμπαίκτες, προέδρους, αποδυτήρια, όλα επιστρέφουν στο ίδιο. Στο τι άνθρωπος ήταν, με τι ανθρώπους συναναστράφηκε στη διαδρομή του, πως αλληλεπίδρασε μ’αυτούς, πως σκεφτόταν όταν ήταν ακόμα παιδί. Παιδί;
Παιδιά τους λέμε τους ποδοσφαιριστές, αλλά στην περίπτωση του Στολτίδη, στα λόγια του, βλέπεις έναν άντρα που δεν υπήρξε ποτέ παιδί.
Oύτε στον Ολυμπιακό, ούτε στον Ηρακλή, ούτε στους Πόντιους Κοζάνης, ούτε στους μαχαλάδες του χωριού του. Από τότε που κατάλαβε πως η μπάλα είναι ο προορισμός του, έγινε άντρας. Επαγγελματίας με το πάθος του ερασιτέχνη. Ως τέτοιος, κρίνει τους ποδοσφαιριστές του τώρα, τα “παιδιά” που τα βρίσκουν πιο εύκολα απ’ότι τα βρήκε εκείνος, χωρίς αυτό να είναι απαραίτητα καλό. Θυμάται τα χρόνια τα δικά του χωρίς να νοιώθει βετεράνος, τους αντιπάλους και τους συμπαίκτες που θαύμασε χωρίς να φοβηθεί, τα γκολ που έβαλε “γιατί έπρεπε”.
Ίσως τελικά θα έπρεπε ο όρος “συνέντευξη” να αφορά μόνο τους εν ενεργεία ανθρώπους του αθλητισμού. Ο Στολτίδης δεν έδωσε απλά μια συνέντευξη. Έχει φωτίσει όλες τις μικρές πτυχές τις πορείας του, με την ψύχραιμη ματιά ενός ανθρώπου που νοιώθει πως ήταν ποδοσφαιριστής ακόμα και πριν γίνει τέτοιος και εξακολουθεί να είναι ακόμα χωρίς να είναι πια.
Μια χαρτογράφηση της διαδρομής “πιτσιρικάς-βετεράνος”, για όσους θέλουν να μάθουν περισσότερα γι’αυτά που δεν γνωρίζουν παρά μόνο απ’την τηλεόραση, αλλά και για τα παιδιά εκεί έξω που θέλουν να βρουν τον ίδιο “θησαυρό”, να ζήσουν αυτό το ταξίδι.
- Ιεροκλή έριξες μαύρη πέτρα. Σταμάτησες το ποδόσφαιρο και χάθηκες Τα έφερε η ζωή έτσι. Υποσυνείδητα έγινε. Μόλις σταμάτησα ήθελα να ξεκουραστώ. Επίσης, δεν προέκυψε κάποια πρόταση που να με κρατήσει κοντά στο ποδόσφαιρο. Με την προπονητική δεν το βλέπω ούτε το είχα ποτέ στο μυαλό μου, οπότε κάπως έτσι εύκολα μένεις στην άκρη.
- Δεν ήσουν από εκείνους που έπαιζαν μπάλα μόνο λόγω ταλέντου. Έπαιζες γιατί το γούσταρες.
Το γούσταρα πραγματικά. Το λάτρευα και το λατρεύω το ποδόσφαιρο. Είναι η ζωή μου. Από τότε που ξεκίνησα να παίζω ήμουν αφοσιωμένος σ’ αυτό. Απλά, πρέπει να βρεθούν οι κατάλληλες συνθήκες ή συγκυρίες για να μπεις ξανά στο ποδόσφαιρο και ν’ αρχίσεις να δουλεύεις γι αυτό από κάποιο άλλο πόστο. Δεν είναι εύκολο. Δεν προέκυψε και κάτι γι αυτό και είμαι πλέον απλός θεατής.
- Δεν σου λείπει;
Πολύ! Πάρα πολύ! Υπάρχουν στιγμές που μου λείπει όχι μόνο το να παίζω, αλλά όλη η ατμόσφαιρα. Αυτά που γινόταν στην προπόνηση, τα ξενοδοχεία… Όταν το είχαμε καμιά φορά βαριόμασταν, αλλά όταν σταματάς το ποδόσφαιρο και μετά από λίγο καιρό ξεκουράζεσαι και ηρεμείς, τότε σου λείπει.
- Έτσι όπως σε βλέπω, ακόμα θα ‘παιζες.
Ναι, δεν ξέρω (γέλια). Προσπαθώ να διατηρούμαι. Προσέχω γιατί εύκολα μπαίνουν τα κιλά.
-Το έχεις συνειδητοποιήσει ότι έχεις σταματήσει τη μπάλα;
Όχι. Αισθάνομαι ακόμα ποδοσφαιριστής. Δεν ξέρω πώς να το εξηγήσω, αλλά δεν νιώθω βετεράνος. Αισθάνομαι πως είμαι ακόμα ποδοσφαιριστής. Πως στα μέσα του καλοκαιριού θα πάω στην προετοιμασία, ότι την Κυριακή έχω αγώνα….
-Στην καθημερινότητά σου το βιώνεις αυτό;
Σίγουρα το βιώνω σε πολλά πράγματα. Ένα πράγμα που βιώνεις και το κατάλαβα πολύ καλά είναι που περιμένει ο κόσμος το Σαββατοκύριακο. Λες, ήρθε Σαββατοκύριακο. Δεν ήξερα τι σημαίνει αυτό. Για μένα το Σάββατο ήταν προπόνηση και ξενοδοχείο και η Κυριακή ματς. Δεν ήξερα το θα πάω με την οικογένεια για φαΐ ή καμιά εκδρομή. Μόλις σταμάτησα το ποδόσφαιρο κατάλαβα και τι είναι Σαββατοκύριακο.
-Τώρα σου καλοφαίνεται ή σου κακοφαίνεται που δεν παίζεις;
Στην αρχή, όταν ξεκουράζεσαι σου καλοφαίνεται. Καταρχήν, δεν υπάρχει ωράριο και δεν υπάρχουν “πρέπει”. Δεν σκέφτεσαι εάν θα φας λίγο παραπάνω μήπως πάρεις κανένα κιλό, εάν θα βγεις με τους φίλους σου το βράδυ ή εάν θα πιεις λίγο παραπάνω. Στην αρχή λοιπόν, νιώθεις ελεύθερος. Νιώθεις μία αποδέσμευση από τα πολλά “πρέπει”, γιατί το ποδόσφαιρο είναι άθλημα που σε επηρεάζει οτιδήποτε κάνεις εκτός προπόνησης ή αγώνα. Επηρεάζει τη δουλειά σου, αν κι εγώ δεν είδα ποτέ το ποδόσφαιρο ως δουλειά. Όταν δεν τα έχεις όλα αυτά, είναι ωραία στην αρχή. Είναι ωραία να μπορείς να πας με τους φίλους σου μία βόλτα ή για ένα ποτό χωρίς να σκέφτεσαι ότι πρέπει να επιστρέψεις νωρίς για να ξεκουραστείς. Μετά όμως, περνάει κι αυτό. Ότι μου λείπει το ποδόσφαιρο, μου λείπει.
- H ζωή σου όλη ήταν το ποδόσφαιρο. Αυτό πιστεύεις ότι εξακολουθεί να υπάρχει στο ελληνικό ποδόσφαιρο και τα νέα παιδιά ή βλέπεις διαφορές;
Βλέπω διαφορές, κυρίως στη νοοτροπία και στο χαρακτήρα. Γενιά με γενιά τα πράγματα αλλάζουν. Όπως οι παλαιότερες γενιές ήταν διαφορετικές απ’ τη δική μας έτσι διαφέρουν και οι επόμενες. Τώρα, εάν είναι προς το καλύτερο ή το χειρότερο, ο καθένας το κρίνει με τα δικά του κριτήρια.
- Εσύ πως το κρίνεις;
Τώρα είναι πιο εύκολα τα πράγματα ως προς το να πάρεις ευκαιρίες. Τα παιδιά πλέον, παίρνουν πιο εύκολα τις ευκαιρίες στο ποδόσφαιρο απ’ ό,τι τις παίρναμε εμείς. Θυμάμαι όταν πρωτοξεκινούσα, κατάφερνες να μπεις στη 16άδα –τότε δεν υπήρχε 18άδα- και πανηγύριζες. Αν έπαιρνες και καμία ευκαιρία, ήταν θαύμα! Τώρα βλέπω πως ένας νέος ποδοσφαιριστής που έχει κάποιο ταλέντο, παίρνει πιο εύκολα ευκαιρίες.
Βέβαια, είναι και σημεία των καιρών λόγω της κρίσης. Οι ομάδες προωθούν τα νέα παιδιά περισσότερο απ’ τους παλιούς. Χωρίς να έχουν μοχθήσει. Δεν είναι καλό αυτό. Βλέπουμε ακόμη, ότι παίρνουν ευκαιρίες και παιδιά που δεν τις αξίζουν. Που σε άλλες εποχές δεν θα ήταν καν στο ρόστερ των ομάδων που βρίσκονται τώρα. Είναι όμως, όπως είπα, σημεία των καιρών. Αυτή η ευκολία που δεν σε σκληραγωγεί δεν μου αρέσει. Γιατί το ποδόσφαιρο είναι ένα άθλημα που πρέπει να έχεις σκληρό χαρακτήρα. Είναι αντρικό το σπορ (γέλια).
- Όσοι έχουμε ζήσει το ποδόσφαιρο της προηγούμενης 10ετίας, λέμε σε συζητήσεις πως δεν υπάρχει και το ταλέντο που υπήρχε. Δεν υπάρχει ας πούμε ο Πανηλειακός όπου ο Τζόρτζεβιτς και ο Γιαννακόπουλος ξεχωρίζουν και θα παίξουν, δεν υπάρχει ο Γεωργάτος στην Παναχαϊκή, ο Μαυρογενίδης στον Άρη, ο Στολτίδης στον Ηρακλή. Δεν βλέπεις τέτοια ταλέντα και ποιότητα που να σου δίνει τη σιγουριά ότι έχει το ταλέντο και θα παίξει.
Συμφωνώ απόλυτα! Κατ’ αρχήν, στο ποδόσφαιρο πλέον, δεν υπάρχει ούτε η ποιότητα, αλλά ούτε η ποσότητα. Στη δική μου γενιά, αλλά και στις προηγούμενες υπήρχαν πάρα πολλά ταλέντα και στην επαρχία και στην πρωτεύουσα και παντού. Έβρισκες και πολλά και μεγάλα ταλέντα. Τώρα δεν υπάρχουν, αλλά όπως είπα είναι σημεία των καιρών. Εμείς, μεγαλώσαμε διαφορετικά. Μεγαλώσαμε με λίγα πράγματα. Με μια μπάλα να παίζουμε κι ήμασταν ευχαριστημένοι. Τώρα, στη ζωή των παιδιών έχει μπει το ίντερνετ, τα παιχνίδια στην τηλεόραση και στα κινητά. Εμείς, μια τρέλα είχαμε, το ποδόσφαιρο και ασχολούμασταν μ’ αυτή απ’ το πρωί ως το βράδυ. Από μικροί. Τώρα, τα παιδιά είναι μεγαλωμένα πολύ διαφορετικά.
- Έχεις δύο παιδάκια και μια όμορφη οικογένεια. Φαντάζομαι ότι η κόρη σου δεν θα αποκτήσει κάποια σχέση με το ποδόσφαιρο.
Ε, όχι. Το ποδόσφαιρο είναι καθαρά ανδρικό άθλημα. Υπάρχουν άλλα αθλήματα με τα οποία μπορούν να ασχολούνται οι γυναίκες.
- Στο γιο σου που είναι μεν 5,5 ετών, θέλω να μου πεις τι του λες για το ποδόσφαιρο, τι σε ρωτάει και τι του έχεις πει για τον Ολυμπιακό.
Είναι μικρός ακόμα και δεν μπορεί να καταλάβει πολλά για το ποδόσφαιρο. Επειδή το βλέπει από την τηλεόραση του λέω που έπαιζα, τι έκανα ή βλέπει στον υπολογιστή κάποια βιντεάκια. Θέλει να παίζει μπάλα, ρωτάει αν είναι καλός, αλλά είναι μικρούλης ακόμα.
- Τι θα του πεις εάν θέλει να γίνει ποδοσφαιριστής;
Εάν του αρέσει, να ασχοληθεί. Εκείνος θα αποφασίσει. Εάν του αρέσει το ποδόσφαιρο να ασχοληθεί, αλλά ν’ ασχοληθεί σοβαρά.
- Όταν φτάσει σε μια ηλικία που θα καταλαβαίνει περισσότερα και σε ρωτήσει «μπαμπά, εσύ τι έκανες στο ποδόσφαιρο;» και «τι έκανες στον Ολυμπιακό;» τι θα του πεις;
Εκεί θα του πω τι πρέπει –κατά τη γνώμη μου – τι χρειάζεται για να γίνει ποδοσφαιριστής όπως έκανα εγώ. Εάν θέλει να ασχοληθεί με το ποδόσφαιρο θα πρέπει να αφοσιωθεί σ’ αυτό. Ειδάλλως, να ακολουθήσει κάτι άλλο. Δεν μπορείς να του πεις και πολλά πράγματα. Καλό είναι να τα βρίσκει μπροστά του σιγά-σιγά. Το μόνο που μπορώ να κάνω απ’ την πλευρά μου είναι να του δώσω κάποιες κατευθύνσεις ώστε ν’ αποφύγει κάποιες κακοτοπιές.
-Για τον Ολυμπιακό τι θα του πεις;
Για τον Ολυμπιακό δεν θα του πω και πολλά πράγματα. Ο Ολυμπιακός είναι μεγάλη, όχι απλά ομάδα, αλλά κάτι πολύ μεγάλο που θα το καταλάβει μόνος του στην πορεία. Δεν χρειάζεται να του το εξηγήσω εγώ…
-Ο δικός σου Ολυμπιακός τι είναι; Αυτό που έχεις στην καρδιά σου, στη ζωή σου, στην ψυχή σου…
Δεν είναι εύκολο να το εκφράσω. Είναι πολλά πράγματα μαζί. Είναι χαρά που βρέθηκα εκεί. Είναι ευλογία. Είναι πράγματα που εισέπραττα από τον κόσμο και άλλα που έπρεπε να δώσω… Δεν μπορείς να τα περιγράψεις με λόγια. Είναι μοναδικά τα συναισθήματα, ασύλληπτα, ανεκτίμητα. Είναι δύσκολο να εκφράσω τα συναισθήματα που με πλημμυρίζουν όταν σκέφτομαι την ομάδα και όλα αυτά που πέρασα στον Ολυμπιακό. Είναι τόσο μεγάλα, τόσο βαθιά και τόσο έντονα - Θα μπορούσε κανείς να πει ότι όλα αυτά μαζί σε κάνουν ευτυχισμένο;
Το λιγότερο! Ήταν ευλογία για μένα που αγωνίστηκα στον Ολυμπιακό. Όταν παίζεις σ’ αυτήν την ομάδα, σε στιγματίζει για την υπόλοιπη ζωή σου. Σου στιγματίζει την καθημερινότητα. Και όταν παίζεις, αλλά κι όταν αποχωρείς. Έχω τέσσερα χρόνια που έχω σταματήσει το ποδόσφαιρο και περίμενα πως θα με ξεχνούσαν. Δεν με ξέχασαν όμως. Είναι απίστευτο! Ο κόσμος έχει ζήσει μαζί σου όμορφες, αλλά και άσχημες στιγμές και τις έχει αποτυπώσει στο μυαλό του. Δεν σε ξεχνάει. Για το φίλαθλο, είναι κομμάτι της ζωής του ο Ολυμπιακός αλλά και ο εκάστοτε ποδοσφαιριστής. Αναφέρομαι σε ποδοσφαιριστές που αγωνίστηκαν χρόνια στην ομάδα και έκαναν πράγματα.
-Εδώ στη Θεσσαλονίκη που ζεις μόνιμα πως σε αντιμετωπίζουν;
Σίγουρα δεν βρίσκεις ανταπόκριση ή την αγάπη που θα είχες καθημερινά εάν ζούσες σε κάποια άλλη πόλη και κυρίως στον Πειραιά. Καταρχήν, οι Ολυμπιακοί είναι παντού! Ακόμα και στη Θεσσαλονίκη έχει πολλούς, περισσότερους απ’ όσους φαντάζεστε! Είναι πραγματικότητα αυτό. Συναντώ καθημερινά Ολυμπιακούς και όσοι με αναγνωρίζουν, μου μιλάνε. Όσον αφορά στους άλλους φιλάθλους, δεν έχω και δεν είχα ποτέ πρόβλημα γιατί ποτέ δεν είχα προκαλέσει και σεβόμουν όλες τις ομάδες, την ιστορία και τους φιλάθλους τους. Δεν μου έχει τύχει κάποια ακραία συμπεριφορά. Ακούω καλά σχόλια απ’ όσους με αναγνωρίζουν.
- Τι σου λένε;
Καλά λόγια. Ότι το πέρασμά μου από το ποδόσφαιρο ήταν καλό. Ότι άφησα το στίγμα μου.
- Υπάρχουν οπαδοί άλλων ομάδων που να σου έχουν πει ότι είναι κρίμα που δεν έπαιξες για εκείνες;
Ναι, υπάρχουν και μάλιστα πολλοί. Και πολλοί Παναθηναϊκοί μου το έχουν πει αλλά και ΠΑΟΚτσήδες που μου λένε ότι θα ταίριαζα πολύ στην ομάδα τους! Είναι ο τρόπος που αγωνιζόμουν που αρέσει και στον φίλαθλο του ΠΑΟΚ.
- Το γεγονός ότι κρέμονται εκατομμύρια κόσμος από πάνω σας, όχι μόνο στα παιχνίδια, αλλά και στις προπονήσεις, στις εκδηλώσεις, μπορούσες να το συνειδητοποιήσεις όταν έπαιζες μπάλα ή έπρεπε να σταματήσεις;
Όχι, όχι. Αυτό και να το είχες συνειδητοποιήσει την ώρα που παίζεις μπάλα δεν προλαβαίνεις να το σκεφτείς! Είναι τεράστιο πράγμα. Το βάρος δεν σηκώνεται! Να ξέρεις ότι εσύ σήμερα δεν θα παίξεις καλά και ο άλλος αύριο δεν θα μπορεί να πάει στη δουλειά του ή το παιδί να μη θέλει να πάει σχολείο, δεν θα θέλει να δει τους φίλους του που θα είναι αντίπαλοι άλλων ομάδων. Αυτό εάν το σκεφτείς θα σε καταβάλει, όσο δυνατός χαρακτήρας κι αν είσαι.
Ο Στολτίδης διαφωνεί με το κλισέ “δεν δίνονται ευκαιρίες στα νέα παιδιά”. Θεωρεί πως πλέον δίνονται τόσο εύκολα και αυτό δεν κάνει καλό στους ποδοσφαιριστές, δεν τους σκληραγωγεί όπως θα έπρεπε. Επιστρέφοντας στην αρχή της δικής του πορείας, το πράγμα είναι ξεκάθαρο. Κανείς δεν του φέρθηκε σαν να ήταν παιδί, ακόμα και στα 13 του. Το “δεν πειράζει είναι παιδί” δεν βοηθάει κανέναν. Στην μπάλα τα δίνεις όλα, αν θες εκείνη να σου επιστρέψει κάποια απ’αυτά που ονειρεύεσαι.
Πρέπει να παίζεις δυνατά, να θες να βελτιώνεσαι, να μη χάνεις μονομαχία, να έχεις το ποδόσφαιρο ως προτεραιότητα, όχι ως συμπλήρωμα, να χάνεις με “αίμα” και να μην γκρινιάζεις όταν πρέπει να δουλέψεις. Ο Ιεροκλής λέει πως δεν είχε ταλέντο, αλλά αν τον διάβαζε ο Άλεξ Φέργκιουσον θα διαφωνούσε, αφού ο Σκωτσέζος έχει πει πως “ταλέντο είναι και το να σου αρέσει η προπόνηση”.
“Δεν ήταν καταπίεση, δεν μου φαινόταν πως έκανα θυσία”, λέει ο Στολτίδης. Όταν νιώθεις πως γεννήθηκες για να παίζεις ποδόσφαιρο, πως να αποτύχεις;
- Να φέρουμε το χρόνο πίσω. Εσύ ξεκίνησες στον Ηρακλή;
Όχι, όχι. Ξεκίνησα να παίζω μπάλα στο χωριό μου.
-Και μου είπες ότι εκεί είχατε τότε τρεις… μαχαλάδες.
Ακριβώς. Ήταν ένα χωριό με χίλιους, χίλιους διακόσιους κατοίκους, με τρεις ομάδες για να παίζουμε μεταξύ μας. Τώρα δεν έχει ούτε μισή. Κι αυτό είναι σημείο των καιρών γιατί τα παιδιά ασχολούνται με άλλα πράγματα.
-Έτσι, από την αλάνα παίζουν πλέον ποδοσφαιράκι στην τηλεόραση.
Ακριβώς. Μπορεί να παίζουν ποδοσφαιράκι ή άλλα παιχνίδια. Έχουν τις κονσόλες και μαζεύονται στα σπίτια να παίζουν. Πως θα καλλιεργηθεί μ’ αυτόν τον τρόπο, το όποιο ταλέντο έχει ένα παιδί; Γιατί, όσο ταλέντο και να έχεις, το ποδόσφαιρο πρέπει να το καλλιεργείς κάθε μέρα για να πετύχεις. Να κάνεις κάθε μέρα τα ίδια πράγματα για να γίνεσαι καλύτερος.
- Ολόκληρη η ζωή σου περιστρεφόταν γύρω απ’ τη μπάλα, για κάποιον άλλον μπορεί να μην είναι έτσι.
Γι’ αυτό είπα ότι βλέπω πως για τα σημερινά παιδιά το ποδόσφαιρο είναι ένα κομμάτι της ζωής τους πλέον, ενώ για τη δική μου γενιά και πιο πριν, το ποδόσφαιρο ήταν ολόκληρη η ζωή μας. Μας ένοιαζε μόνο το ποδόσφαιρο. Όλα περιστρέφονταν γύρω απ’ αυτό. Τώρα, λένε θα κάνω αυτό, θα κάνω και το άλλο, θα παίξω και λίγη μπάλα.
- Πες μας μερικά παραδείγματα που αφορούν εσένα και την καθημερινότητά σου ως ποδοσφαιριστής.
Δεν θα ξενυχτούσα, θα έπρεπε να φάω συγκεκριμένη ώρα και συγκεκριμένα φαγητά, θα έπρεπε μετά την προπόνηση να ξεκουραστώ. Υπήρχε συγκεκριμένο πρόγραμμα που δεν άλλαζε ποτέ.
- Ούτε η γυναίκα μπορούσε να σου αλλάξει το πρόγραμμα;
Ούτε η γυναίκα. Κανένας! Είχα την τύχη να είμαι από ποδοσφαιρικό σόι. Ο μπαμπάς μου έπαιζε μπάλα στο χωριό κι ένας θείος μου είχε παίξει σε υψηλό επίπεδο, πρώτη Εθνική τη δεκαετία του ‘80 στην Καστοριά όπου είχε πάρει και το κύπελλο. Και οι δύο είδαν από μικρό ότι είχα κάποιο ταλέντο και ότι ασχολιόμουν μόνο με το ποδόσφαιρο και είχα την τύχη να μου δώσουν τις σωστές κατευθύνσεις.
- Δηλαδή;
Δεν πέρασα ποτέ εφηβεία. Από 13 ετών έγινα άντρας. Δεν είπε ποτέ κανείς “έλα δεν πειράζει είναι παιδί”. Με έβαλαν κάτω, μου είπαν πως είναι τα πράγματα και εκείνος που με βοήθησε περισσότερο απ’ όλους ήταν ο θείος μου ο Κώστας, εκείνος που έπαιζε στην Καστοριά. Μου μάθαινε πως ήταν το σωστό ποδόσφαιρο και δυο τρία πράγματα που έπρεπε να κάνω, όπως να ξεχάσω άλλες δραστηριότητες και να αφοσιωθώ σ’ αυτό.
- Ποιο είναι το σωστό ποδόσφαιρο;
Όταν λέω για σωστό ποδόσφαιρο, εννοώ τις αρχές του ποδοσφαίρου. Απλά πράγματα. Όπως για παράδειγμα όταν είσαι κοντά στην εστία και ο άλλος είναι σε καλύτερη θέση για να βάλει το γκολ θα πάρει εκείνος τη μπάλα οπωσδήποτε. Πρέπει να δώσεις τη μπάλα και όχι ν’ αρχίσεις να τρέχεις για να βάλεις εσύ το γκολ. Ένα άλλο που μου έμαθε, είναι να παίζω δυνατά. Να μη χάνω μονομαχία. Με είχε επηρεάσει τόσο πολύ που μου έβγαινε ο εγωισμός. Δεν υπήρχε περίπτωση να χάσω παιχνίδι, θα τρελαινόμουν. Ακόμη κι αν έχανα, έχανα με αίμα. Ήταν κάποια πράγματα στο αγωνιστικό και κυρίως στο εξωαγωνιστικό κομμάτι που με βοήθησαν πάρα πολύ.
-Ο θείος τώρα τι λέει;
Τίποτα. Τι να πει; Μαζί με τον πατέρα μου, ό,τι έκαναν το έκαναν στην αρχή της καριέρας μου.
-Όταν έπαιζες δεν σου έλεγε ότι τον κάνεις περήφανο ή ήταν αυστηρός;
Όχι, εντάξει. Στο σόι μας δεν είμαστε και τόσο διαχυτικοί, αλλά πολλές φορές με μια ματιά καταλαβαίνεις πολλά πράγματα.
-Αυτό σε βοήθησε να σκληραγωγηθείς;
Ναι, βέβαια. Από 13,5 με αντιμετώπιζε ως άντρα. Μια φορά, 14 ήμουν και γύρισα αργά από ένα πάρτι μια Παρασκευή και την Κυριακή παίζαμε με την ομάδα του χωριού. Με έπιασε ο θείος μου –ο πατέρας μου δεν μου είπε ποτέ κουβέντα για ποδόσφαιρο κι αυτό είναι συμβουλή για όλους τους πατεράδες να αφήσετε τα παιδιά σας ήσυχα– και μου είπε να μην ξανασυμβεί γιατί την Κυριακή είχα αγώνα. Αυτή ήταν η πρώτη και τελευταία φορά.
-Δεν ήσουν δηλαδή απ’ τα παιδιά που ήθελαν κυνηγητό.
Ποιο κυνηγητό; Εγώ ένιωθα πως γεννήθηκα για να παίζω ποδόσφαιρο. Δεν ήταν καταπίεση. Δεν μου φαινόταν πως έκανα θυσία. Δεν γκρίνιαζα και ένας λόγος που έπαιξα ποδόσφαιρο ήταν αυτός. Ταλέντο μεγάλο δεν είχα, αλλά δούλεψα πολύ την τεχνική. Δεν την είχα από μικρός κι αυτό μου είχε δημιουργήσει πρόβλημα όταν έπαιζα ακόμα στο χωριό μου. Επειδή είχα πείσμα όμως, δούλεψα πολύ πάνω στην τεχνική, τα άλλα στοιχεία τα είχα σε μεγάλο βαθμό κι έτσι εξελίχθηκα.
-Δούλεψες και ατομικά;
Πάρα πολύ. Είναι ό,τι καλύτερο. Ακόμα και με μια μπάλα, να κάνεις πάσα σε έναν τοίχο συνέχεια, ειδικά με το πόδι που δεν είναι καλό, είναι σημαντικό. Αυτό που λένε ότι η επανάληψη είναι η μητέρα της μάθησης, ισχύει 100% στο ποδόσφαιρο.
-Το επόμενο βήμα πως έγινε και πήγες στον Ηρακλή;
Δεν πήγα αμέσως στον Ηρακλή. Απ’ την ομάδα του χωριού μου, το Μαυροδένδρι Κοζάνης, πήγα για δύο χρόνια στους Πόντιους Κοζάνης στη Δ’ Εθνική, εκεί άρχισα να παίζω στην Εθνική παίδων. Από ‘κει με είδαν και με πήραν στον Ηρακλή.
-Το ένα βήμα μετά το άλλο. Ήταν κάτι που ήξερες πως θα συμβεί ή το βράδυ δεν μπορούσες να κοιμηθείς απ’ τη χαρά σου;
Όταν πήγα απ’ το χωριό μου στους Πόντιους, ήταν ένα βήμα και χάρηκα. Όταν έφυγα από κει για τον Ηρακλή, ήταν πολύ μεγάλο βήμα. Άλλαξε τη ζωή μου γιατί έφυγα απ’ το χωριό και πήγα σε μια μεγάλη πόλη. Ένιωσα ότι έκανα το κάτι παραπάνω στα 17 μου, ότι έπρεπε να αρπάξω την ευκαιρία απ’ τα μαλλιά.
- Τι θέση έπαιζες εκεί;
Μέχρι να βρω τη θέση μου, πέρασαν κάποια χρόνια. Στο χωριό, αριστερό εξτρέμ, στους Πόντιους έπαιξα και σέντερ φορ και αριστερό εξτρέμ και χαφ. Στην Εθνική παίδων έπαιζα αμυντικό χαφ συνέχεια με προπονητή τον Αλέκο Σοφιανίδη.
- Ο πρώτος άνθρωπος που βρήκε την πραγματική σου θέση.
Ναι, εκείνος ήταν. Μετά στον Ηρακλή ξεκίνησα ως αριστερό μπακ και μετά από δύο χρόνια, έξι –επτά αγωνιστικές πριν το τέλος του πρωταθλήματος που η ομάδα ξέμεινε από αμυντικά χαφ λόγω τραυματισμών και καρτών, μπήκα να παίξω κι έμεινα σ’ αυτή τη θέση.
- Τότε ο Ηρακλής είχε παιχταράδες.
Όταν πήγα στον Ηρακλή είχε πολύ καλούς παίκτες. Ήταν ο Γιώργος ο Παπαδόπουλος, ο Ζήφκας, ο Δανιήλ Παπαδόπουλος, ο Σάκης Αναστασιάδης, ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς, μετά ήρθε και ο Σάββας Κωφίδης, ο Χρήστος Κωστής απ’ τους μικρούς… Είχε δυνατό ρόστερ. Γι’ αυτό και δεν ήταν εύκολα τα πράγματα.
-Στην προπόνηση όταν έπαιζες αντίπαλος με κάποιον απ’ αυτούς τους παίκτες, τι γινόταν;
Α, είχαμε προβλήματα εκεί. Δεν καταλάβαινα τίποτα! Και ο Ιβάν ο Γιοβάνοβιτς θα σου πει ότι με κυνηγούσε (γέλια)! Αυτά με κράτησαν κι έγινα ποδοσφαιριστής. Δεν φοβόμουν καθόλου και γενικά στην καριέρα μου δεν φοβήθηκα ποτέ. Σε καμία έδρα και με κανέναν αντίπαλο. Ήξερα τις δυνατότητές μου και δεν με φόβισε κανένας απέναντί μου. Έλεγα 11 εμείς, 11 κι αυτοί γιατί να τους φοβηθώ;.
- Ο Ζε Ελίας είχε πει «και τον αδερφό μου να είχα αντίπαλο θα περνούσα από πάνω του για να κερδίσω». Σε εκφράζει;
Με εκφράζει απόλυτα! Το παιχνίδι είναι παιχνίδι, όποιον κι αν έχεις απέναντί σου.
- Θα έριχνες δηλαδή και την κλωτσιά;
Βέβαια. Είναι κι αυτό μέρος του παιχνιδιού. Το ποδόσφαιρο είναι δύο πράγματα. Είναι το “εμείς” κι “εσείς” κι είναι και το “εγώ” κι “αυτός”. Εάν δεν μπορεί ο άλλος, να πάει σπίτι του. Δεν γίνεται να επιβιώσεις διαφορετικά. Εάν τον δεις τον άλλον με συμπάθεια, θα περάσει εκείνος από πάνω σου!
- Έχεις πει 2-3 φορές ως τώρα ότι η μπάλα είναι αντρικό άθλημα. Μεταφράζεται σ’ αυτό που λες;
Ναι, σ’ αυτό ακριβώς. Το ποδόσφαιρο είναι μία μάχη. Ένας μικρός πόλεμος. Είναι σκληρό άθλημα, σώμα με σώμα γι αυτό και λέω ότι είναι αντρικό άθλημα.
-Στον Ηρακλή ανδρώνεσαι και εξελίσσεσαι σε φυσικό ηγέτη της ομάδας. Μετά από 11 χρόνια, στο φινάλε του συμβολαίου σου, έρχεται η πρόταση απ’ τον Ολυμπιακό σε μια περίοδο που δεν ήταν εύκολη η μετάβαση απ’ τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα. Πως το βίωσες, πως το εισέπραξες, πως το αποφάσισες;
Κοίτα, είχα αποφασίσει ότι ήθελα να κάνω ένα βήμα παραπάνω στην καριέρα μου. Το άργησα κιόλας, αλλά στο ποδόσφαιρο δεν καθορίζεις εσύ τις καταστάσεις, είναι θέμα συγκυριών. Είχα καταλάβει ότι ο Ηρακλής δεν είχε μέλλον. Φαινόταν ότι θα πάρει την κατρακύλα κι εγώ δεν ήθελα να είμαι μέρος της. Είχα πάρει, λοιπόν, την απόφαση να φύγω. Τώρα που θα πήγαινα, δεν ήξερα. Απ’ τη στιγμή όμως, που είχα καλές προτάσεις, το σίγουρο ήταν ότι θα έφευγα…
Τον ήθελαν και οι δύο “αιώνιοι”. Ο Στολτίδης μιλάει για την απόφασή του και καταλαβαίνεις πως στο μυαλό του δεν υπήρξε ποτέ δίλημμα. “Τις μεγάλες και σοβαρές αποφάσεις πρέπει να τις παίρνουμε μόνοι μας”, λέει ο Ρένος στα “Φτηνά Τσιγάρα” κι ακριβώς αυτό έκανε ο Ιεροκλής. Πήγε στον Πειραιά ως συμπληρωματική λύση, αλλά δεν φοβήθηκε. Βρήκε στα αποδυτήρια παιχταράδες και μεγάλες προσωπικότητες, αλλά δεν “κώλωσε” και το κλειδί είναι και εδώ πως δεν ήταν “παιδί” 19-21 χρόνων, αλλά στα 28 του, μπαρουτοκαπνισμένος, έτοιμος. Ο Στολτίδης λέει πως και έξι μήνες συμβόλαιο να του πρότειναν, θα συμφωνούσε μόνο και μόνο για να πάρει την ευκαιρία. Να δει τι μπορεί να πετύχει, ακόμα κι αν τελικά δεν τα κατάφερνε.
Θυμάται την τεχνική, αλλά και τα “μούτρα” του Ζιοβάνι, τον Καρεμπέ, τους υπόλοιπους Έλληνες της ομάδας που πάντα φρόντιζαν να πουν μια κουβέντα παραπάνω στο αποδυτήρια, να βγουν μπροστά όταν η ομάδα δεν ήταν καλά, όπως πχ πριν απ’τον τελικό Κυπέλλου με τον Άρη. Τις μεγάλες νίκες, τα δικά του γκολ, τον αγώνα που ο κόσμος έκανε τόσο θόρυβο που οι παίκτες δεν μπορούσαν ούτε να ακούσουν ο ένας τον άλλον. Τη νοοτροπία που τον έστελνε μπροστά για να σκοράρει, τις επισκέψεις του "φιλικού" Σωκράτη Κόκκαλη.
Ρωτήθηκε για τον αντίπαλο που ξεχώρισε στους αγώνες του Champions League και ο Στολτίδης λέει πως δεν θυμάται να έμεινε με ανοιχτό το στόμα για κάποιον. Υπεροψία; Όχι, απλώς η αποτύπωση μιας συνολικής θεώρησης στο ποδόσφαιρο.
- Εκτός απ’ τον Ολυμπιακό, είχες τότε πρόταση και από τον Παναθηναϊκό.
Ακριβώς. Είχα δύο προτάσεις και έπρεπε να διαλέξω μία.
- Οικονομικά ήταν ίδιες;
Ναι.
- Και γιατί επέλεξες τον Ολυμπιακό;
Οι λόγοι ήταν πολλοί. Ήταν μία ομάδα που με εξέφραζε περισσότερο, κυρίως στο στυλ του παιχνιδιού μου. Αυτό που λέει ο κόσμος ότι θα βγούμε μπροστά και δεν θα φοβηθούμε τίποτα γιατί είμαστε Ολυμπιακός! Έτσι ένιωθα κι εγώ. Ήταν πρωταθλήτρια ομάδα, πιο καλά δομημένη και με καλούς ποδοσφαιριστές.
- Ο ανταγωνισμός δεν σε φόβισε;
Όχι, αντιθέτως! Έτσι γίνεσαι καλύτερος. Πολλοί το λένε, αλλά δεν το επιδιώκουν. Ο ανταγωνισμός σε κάνει καλύτερο. Δεν είχα πρόβλημα με την αποτυχία. Εάν αποτύγχανα στον Ολυμπιακό δεν θα είχα κανένα πρόβλημα. Αντίθετα, εάν μπορούσα να πάω και δεν πήγαινα λόγω ανταγωνισμού, θα είχα πρόβλημα για την υπόλοιπη ζωή μου.
-Γιατί;
Γιατί θα ήξερα πως άφησα την μεγαλύτερη ευκαιρία. Και ο μόνος λόγος θα ήταν αυτός. Ότι φοβήθηκα τον ανταγωνισμό, πως δεν θα παίξω. Το άκουσα πάρα πολλές φορές αυτό…
-Υπογράφεις λοιπόν, στον Ολυμπιακό…
Πήρα γρήγορα την απόφαση αν και η πρώτη πρόταση ήταν του Παναθηναϊκού, μέσω του τότε προέδρου του, Φιλιππίδη. Μετά από λίγες μέρες, όμως, όταν έμαθα για το ενδιαφέρον του Ολυμπιακού, είπα στον μάνατζέρ μου να συμφωνήσει.
- Η πρόταση σου μεταφέρθηκε μέσω του μάνατζέρ σου ή σε πήρε κάποιος τηλέφωνο;
Μέσω του μάνατζέρ μου. Όταν μου είπε ότι υπάρχει ενδιαφέρον του είπα “τελείωσέ το, δεν μ’ ενδιαφέρει πως, αλλά τελείωσέ το”.
- Μετά από πόσες μέρες τελείωσε;
Γρήγορα. Μια βδομάδα, δέκα μέρες.
- Η πρώτη σου επαφή με άνθρωπο του Ολυμπιακού με ποιον ήταν;
Με τον κύριο Λούβαρη. Ουσιαστικά, δική του επιλογή ήμουν και δεν το έχω κρύψει ποτέ. Εάν θυμάστε, στον Ολυμπιακό πήγα ως ρεζέρβα. Μια εναλλακτική λύση, έτσι για να βοηθάω και το πήρε πάνω του, καθαρά, ο κύριος Λούβαρης.
- Γιατί; Ποιος ήταν μπροστά από σένα τότε;
Ήταν ο Καρεμπέ και ο Καφές αμυντικά χαφ, ενώ υπήρχε και ο Κωστούλας που μπορούσε να παίξει σ’ αυτήν τη θέση. Εγώ στον Ολυμπιακό πήγα για να πάω και περισσότερο εξαιτίας της επιμονής του κυρίου Λούβαρη.
-Τι σου είπε;
Ότι μίλησε του προέδρου, του είπε ότι αυτός ο παίκτης είναι καλός και πρέπει να τον πάρουμε κι έτσι με πήρε.
- Τι έγινε όταν πήγες να υπογράψεις;
Απλά πράγματα. Κάθισα περίπου πέντε λεπτά. Μπήκα μέσα, μου είπαν αυτά είναι, υπέγραψα κι έφυγα. Δεν υπήρξε κάποια διαπραγμάτευση. Εγώ την ευκαιρία μου έψαχνα. Όταν πας σε τέτοιο σωματείο δεν λες θέλω 50 χιλιάρικα παραπάνω ή τρία χρόνια συμβόλαιο. Ακόμα και έξι μήνες να μου πρότειναν, εγώ θα καθόμουν έξι μήνες και θα προσπαθούσα να αποδείξω ότι αξίζω για παραπάνω. Υπέγραψα για 1+1, μου έδωσαν τα χρήματα που ήθελαν εκείνοι κι έφυγα.
- Το διάστημα που έπρεπε να αποφασίσεις, χρειάστηκε να συζητήσεις ή να μοιραστείς τη σκέψη σου με κάποιον;
Όχι, με κανέναν! Δεν συζήτησα ούτε με τον πατέρα μου, την πρόταση του Ολυμπιακού. Είπα απ’ την αρχή του μάνατζέρ μου να τελειώσει με τον Ολυμπιακό. Όταν έχεις αποφασίσει και είσαι κατασταλαγμένος τι θέλεις να κάνεις, το κάνεις χωρίς δεύτερη σκέψη. Εάν δεν υπήρχε Ολυμπιακός, τότε θα συζητούσα με το μάνατζέρ μου άλλες προτάσεις.
- Κι ενδεχομένως να πήγαινες ακόμα και στο εξωτερικό;
Δεν ξέρω που θα με έβγαζε το κύμα.
- Αλλά έχεις μάθει να κολυμπάς και θεώρησες πως είναι καλύτερα να πας σ’ αυτά τα νερά, έστω κι αν είναι βαθιά. Πας λοιπόν και ξεκινάς στον Ολυμπιακό. Πως το βιώνεις; Ζορίζεσαι;
Καθόλου. Η λογική μου είναι πως για να τα έχω καλά με τον εαυτό μου, εκεί που θα πάω θα κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ και ό,τι βρέξει ας κατεβάσει. Εάν δεν φτάνει το ταλέντο μου, οι απαιτήσεις είναι τεράστιες ή υπάρχουν άλλοι παράγοντες που δεν θα μου επιτρέψουν να πετύχω, θα πω κρίμα, δεν πειράζει, πάμε παρακάτω. Εάν πήγαινα στον Ολυμπιακό και δεν προσπαθούσα ή δεν έκανα αυτά που έπρεπε, πάλι θα το κουβαλούσα σ’ όλη μου τη ζωή.
- Τελικά, προσπάθησες όσο μπορούσες εκεί;
Ναι, πάντα το έκανα. Φαινόταν και από το στυλ του παιχνιδιού μου. Όπου πήγαινα έκανα ό,τι καλύτερο μπορούσα. Έδινα πάντα το 100%.
- Δεν κώλωσες;
Καθόλου. Ποτέ δεν κώλωσα σ’ ολόκληρη την καριέρα μου.
- Μιλάμε τότε για ένα ρόστερ του Ολυμπιακού με παιχταράδες.
Φοβεροί παίκτες και μεγάλες προσωπικότητες.
- Μπαίνοντας στα αποδυτήρια με Τζόρτζεβιτς, Καρεμπέ, Ζιοβάνι, Άντζα, Μαυρογενίδη, Ανατολάκη δεν κωλώνεις;
Όχι. Πρώτα απ’ όλα είναι άνθρωποι. Δεν είχα κανένα πρόβλημα. Πήγα και σε μεγάλη ηλικία στον Ολυμπιακό, 28 ετών. Εάν πήγαινα στα 17 ή στα 18, ίσως και να κώλωνα. Κάποια παιδιά απ’ αυτά τα ήξερα. Με τον Άντζα είχαμε παίξει πολλά χρόνια στις Εθνικές. Ήξερα τον Πατσατζόγλου, τον Μαυρογενίδη, τον Ελευθερόπουλο, με τον Ανατολάκη ήμασταν συμπαίκτες στον Ηρακλή. Δεν πήγα σε τελείως άγνωστο περιβάλλον. Δεν ήμουν πιτσιρικάς που μπορεί να σου κάνουν μια πλάκα ή ένα καψόνι. Ένιωθα ενθουσιασμό και δεν έβλεπα την ώρα να βγούμε στο γήπεδο και να παίξουμε μπάλα.
- Και τι έγινε στο γήπεδο;
Τίποτα. Παίξαμε μπάλα. Ήταν λες και έπαιζα χρόνια στον Ολυμπιακό. Δεν είχα πρόβλημα. Είχα την τύχη με 6-7 ποδοσφαιριστές να έχουμε παίξει μαζί. Προπονητής τότε ήταν ο Προτάσοφ.
- Πήρες τη φανέλα κατευθείαν;
Από τα φιλικά! Ξεκίνησα καλά και μπήκα στην ομάδα κατευθείαν. Μόνο ένα ματς με άφησε στον πάγκο, με την Προοδευτική που χάσαμε. Μπήκα ως αλλαγή στο 80.
- «Κολλάς» λοιπόν απ’ την πρώτη μέρα και νιώθεις σαν να παίζεις χρόνια…
Κανονικά. Απ’ την πρώτη μέρα που μπήκα στ’ αποδυτήρια ήταν μια χαρά. Δεν χρειάστηκα χρόνο προσαρμογής.
- Σου έκανε κάτι εντύπωση απ’ τα παιδιά με τα οποία συνεργάστηκες;
Κάθε χαρακτήρας είναι διαφορετικός. Άλλο να το βλέπεις στην τηλεόραση και άλλο να το ζεις καθημερινά. Ο Καρεμπέ για παράδειγμα ήταν πολύ φιλικός. Ο Ζιοβάνι πιο κλειστός χαρακτήρας, αλλά εάν τον κέρδιζες, σου έδινε και τη ψυχή του. Δεν έχω συναντήσει ποδοσφαιριστή με καλύτερη τεχνική απ’ αυτόν και πιστεύω πως την έχουν ελάχιστοι στον κόσμο. Κι ο Ροναλντίνιο έχει καλή τεχνική, αλλά ο Ζιοβάνι ήταν άλλο πράγμα.
-Δούλευε στην προπόνηση;
Δούλευε, αλλά ήταν δύσκολος χαρακτήρας. Μπορεί να τον επηρέαζε οτιδήποτε. Για παράδειγμα όταν ο προπονητής έλεγε κάτι, μπορεί να τον έπαιρνε από κάτω και να μην ήταν καλά. Εάν τον κέρδιζες, πετούσε.
- Κανένας από τους ποδοσφαιριστές εκείνης της εποχής δεν μου έχει πει ότι ο Ριβάλντο ήταν καλύτερος από τον Ζιοβάνι…
Ο Ριβάλντο, καλός ποδοσφαιριστής, με καλή τεχνική και πολύ έξυπνος, αλλά ο Ζιοβάνι ήταν από άλλο πλανήτη. Μπορούσε να σου κάνει ντρίμπλα χωρίς να ακουμπήσει τη μπάλα. Είναι απ’ τις περιπτώσεις παικτών που λέμε ότι έχουν γεννηθεί με τη μπάλα στο πόδι. Ήταν έμφυτο η αίσθηση που είχε με τη μπάλα. Χάρισμα απ’ το Θεό.
- Υπήρχε και καλή χημεία στ’ αποδυτήρια.
Παρότι υπήρχαν εκείνη την εποχή παίκτες με μεγάλες προσωπικότητες ήταν καλά τα πράγματα. Εντάξει, προβλήματα πάντα υπάρχουν, όμως, ο ένας σεβόταν τον άλλο και μέσα στο παιχνίδι και στ’ αποδυτήρια.
-Μπινελίκια έπεφταν;
Ελάχιστες στιγμές, κυρίως μέσα στο παιχνίδι. Στ’αποδυτήρια δεν θυμάμαι να έχει συμβεί.
-Πάντα είχα απορία τι γινόταν στ’ αποδυτήρια πριν απ’ τα μεγάλα παιχνίδια, μεταξύ των παικτών. Πως μιλούν οι αρχηγοί, τι συζητάτε…
Ελάχιστες φορές υπήρξε ομιλία. Λίγα πράγματα. Σίγουρα, υπήρχαν παρέες τριών, τεσσάρων ατόμων που μαζευόμασταν πριν από τα ματς στα δωμάτια και είναι λογικό. Δεν γίνεται όλοι να ταιριάζουν με όλους.
- Τότε θυμάμαι ότι και στα καλά και στα άσχημα αποτελέσματα, βγαίνατε μπροστά.
Αυτό είναι που λέω ότι υπήρχαν προσωπικότητες τότε στον Ολυμπιακό. Όταν χρειαζόταν να μαζευτούμε για να μιλήσουμε οκτώ - δέκα άτομα, γινόταν πάντα πριν από σημαντικά παιχνίδια, όταν πραγματικά υπήρχε πρόβλημα. Για παράδειγμα, θυμάμαι πως αυτό συνέβη πριν το παιχνίδι με τον Άρη στη Θεσσαλονίκη για τον τελικό Κυπέλλου. Η ομάδα ήταν σε τραγική κατάσταση, δεν είχε δυνάμεις, ήταν ξεζουμισμένη. Ξέραμε ότι δεν ήμασταν καλά και το ήξεραν και οι αντίπαλοι.
Ήταν μία από τις φορές που μαζευτήκαμε 7-8 άτομα και είπαμε «μ@λ@κες, δεν είμαστε καλά. Τι κάνουμε; Ήρεμα πίσω, κρατάμε το 0-0 και βλέπουμε…». Κερδίσαμε τελικά 3-0 στο Καυτανζόγλειο. Εκεί φαίνεται η προσωπικότητα των ποδοσφαιριστών. Πρέπει να έχεις μέσα στην ομάδα παίκτες με προσωπικότητα. Δεν φτάνει μόνο ο προπονητής.
-Αυτό που λέμε «παίζω για τη φανέλα» υπάρχει;
Υπάρχει. Τουλάχιστον όσο έπαιζα εγώ, υπήρχε. Όλοι οι ποδοσφαιριστές παίζουν ποδόσφαιρο γιατί τους αρέσει, για τη δόξα, για τα χρήματα. Σε ομάδες, όμως, όπως ο Ολυμπιακός υπάρχουν στιγμές που θα παίξεις για τη φανέλα. Εκεί, τα ξεχνάς όλα και λες πρέπει να κερδίσουμε σήμερα για τον Ολυμπιακό.
- Το ένιωσες από τότε που πήγες στον Ολυμπιακό ή το κατάλαβες στη διάρκεια;
Το βίωσα νωρίς. Απ’ τα πρώτα μου παιχνίδια. Υπήρχαν παιχνίδια που έπαιζες για τη φανέλα. Για τον κόσμο.
- Αυτό το καταλάβαιναν όλα τα παιδιά του Ολυμπιακού;
Άλλοι το καταλαβαίνουν περισσότερο και άλλοι λιγότερο. Σίγουρα, το κατανοούν περισσότερο οι Έλληνες. Οι ξένοι είναι δύσκολο να καταλάβουν τι σημαίνει ντέρμπι Ολυμπιακός – Παναθηναϊκός. Με ‘μας τους Έλληνες, όμως, ήταν διαφορετικά. Ξέραμε πως πρέπει να κερδίσουμε ό,τι κι αν γίνει. Μπορεί να έχεις πάρει πρωτάθλημα και να έχεις 15 βαθμούς διαφορά, αλλά υπάρχουν ματς που να χρειαστεί να παίξεις για τη φανέλα.
- Η παρουσία του Σωκράτη Κόκκαλη τι σήμαινε τότε για εσάς τους ποδοσφαιριστές;
Ήταν καταλυτική, όχι μόνο για μας, αλλά για ολόκληρο τον Ολυμπιακό. Σήμαινε ασφάλεια. Ότι υπάρχει πάνω ένας άνθρωπος που φροντίζει να μη μας λείπει τίποτα, ώστε να κοιτάμε εμείς τη δουλειά μας.
- Πως ήταν όταν ερχόταν να σας μιλήσει στ’ αποδυτήρια; Έβγαζε το χαρακτήρα του απόμακρου προέδρου ή ήταν προσιτός;
Ήταν πολύ φιλικός. Δεν ένιωθες ότι ήρθε ο πρόεδρος να μιλήσει. Είχε έρθει ελάχιστες φορές. Μια φορά το χρόνο, δύο, ή κάποιες χρονιές καθόλου. Ήταν φιλικός, απλός και συγκεκριμένος. Μόνο μια φορά τον θυμάμαι να έχει έρθει φορτωμένος.
- Ένα από τα στοιχεία που σε χαρακτήριζαν ως παίκτη, είναι ότι είχες βάλει πολύ σημαντικά γκολ σε μεγάλα παιχνίδια που έχουν μείνει στη μνήμη των οπαδών.
Το κυνηγούσα το γκολ. Έμπαινα στο ματς και ήθελα να βάλω γκολ. Αν και ήμουν αμυντικός μέσος είχα επιθετική φιλοσοφία και έπαιζα και σε μία επιθετική ομάδα, όπως ήταν τότε ο Ολυμπιακός. Γενικά αυτή η θέση έχει αλλάξει πολύ. Δεν υπάρχει ο κόφτης των παλιών χρόνων που θα κάτσει πίσω να μαρκάρει και να δώσει τη μπάλα δεξιά ή αριστερά. Πλέον, ο κόφτης μπορεί να μπει στην περιοχή και να σκοράρει. Εμένα μου άρεσε αυτό και όπου έβρισκα την ευκαιρία, έβγαινα μπροστά. Ιδιαίτερα όταν έβλεπα ότι η ομάδα ζοριζόταν να βάλει γκολ, το επιδίωκα περισσότερο. Παίζαμε σε μία ομάδα που ήθελε να κερδίζει και έπρεπε να σκοράρουμε γιατί για τον Ολυμπιακό, η ισοπαλία ισοδυναμούσε με ήττα.
- Από τα γκολ που έχεις βάλει ποια έχουν μείνει στη μνήμη σου και γιατί.
olympiacos-blog
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Φρίκη: Ξύπνησαν το πρωί και βρήκαν ένα κομμένο ανθρώπινο αυτί στον δρόμο
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Έξαλλη η Σολωμού με την Γκολεμά!
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ