2015-06-28 22:43:06
Στο σεμινάριο του Συνδέσμου Ελλήνων Προπονητών Χειροσφαίρισης (ΣΥΠΧΕ) στη Πάτρα, έδωσαν το παρόν τα μεγάλα αστέρια που προσκλήθηκαν από τους διοργανωτές στο «Λουξ Cup 2015» και τα ΟΠΕΝ Πανελλήνια Πρωταθλήματα Παμπαίδων Β΄, Παγκορασίδων Β΄ και Μίνι.
Οι Μόμιρ Ιλιτς, Αλέξης Αλβανός, Λαμπρίνα Τσάκαλου και Μαρία Χατζηπαρασίδου, έκαναν μία μικρή αναδρομή στην καριέρα τους, απάντησαν σε όλες τις ερωτήσεις των προπονητών σχετικά με θέματα που αφορούν την χαντμπολική ζωή τους, τεχνικά ζητήματα και την ψυχολογία στο γήπεδο σε μία άκρως σημαντική και ενδιαφέρουσα συζήτηση.
Ο ΣΥΠΧΕ τίμησε τους σπουδαίους αθλητές για την παρουσία τους με ένα αναμνηστικό δώρο, ενώ εκείνοι μοίρασαν τα διπλώματα συμμετοχής στο σεμινάριο -που είχαν επάνω τις υπογραφές τους- στους προπονητές.
Οι αρχικές τοποθετήσεις των αθλητών:
Μόμιρ Ιλιτς: «Είναι τιμή και χαρά μου να είμαι εδώ
. Τα παιδιά πρέπει να χαίρονται όταν παίζουν. Είμαι πολύ χαρούμενος που με αναγνώρισαν όταν συναντηθήκαμε. Θα χαρώ στο μέλλον να μάθω ότι ακολούθησαν το δρόμο του πρωταθλητισμού. Ξεκίνησα το χάντμπολ σε ηλικία 12 ετών, στο Αραντζέλοβατς και από μικρός ήθελα να πετύχω σπουδαία πράγματα, να παίζω σε σπουδαίους αγώνες ως μέλος μεγάλων ομάδων. Τα κατάφερα να αγωνιστώ στο υψηλότερο επίπεδο. Από μικρός έκανα πολύ προπόνηση και ακόμη και τώρα βάζω υψηλούς στόχους στον εαυτό μου. Πολλά παιδιά έχουν ταλέντο, αλλά εγώ βάζω τη δουλειά πάνω από το ταλέντο. Από αυτό το μοτίβο δεν ξεφεύγω ποτέ και πάντα θα θεωρώ ότι η δουλειά στην προπόνηση θα είναι το σημαντικότερο στον αθλητισμό. Είχα την ευτυχία να δουλέψω με σπουδαίους προπονητές και είναι σημαντικό επειδή κι εγώ θέλω να ακολουθήσω αυτό το δρόμο. Κάποια στιγμή στην καριέρα μου συνάντησα ένα μεγάλο εμπόδιο. Καταρχήν επειδή προέρχομαι από μία πολύ φτωχή οικογένεια με μεγάλη περηφάνια. Ο πατέρας μου κάποτε με πίεσε να σταματήσω το χάντμπολ, ώστε να εργαστώ και να βοηθήσω την οικογένεια. Ήταν η μόνη φορά που δεν τον άκουσα και ευτυχώς για όλους μας. Κάθε παιδί πρέπει να ακολουθεί το όνειρό του και πάντα να βάζουμε ψηλότερους στόχους».
Λαμπρίνα Τσάκαλου: «Ολοι μαζί πρέπει να αναδείξουμε το άθλημα και να δημιουργήσουμε βάσεις για τις εθνικές ομάδες. Εγώ ξεκίνησα το χάντμπολ αργά, στα 15 μου και τυχαία. Έπαιζα σε σχολικούς αγώνες και με είδε η κ. Φωτιάδου. Έως τότε ήμουν αθλήτρια του στίβου και είναι πολύ διαφορετικό το ατομικό άθλημα από το ομαδικό. Σε αυτό παίζει σημαντικό ρόλο η δουλειά του προπονητή, ώστε 14-15 άτομα να συνυπάρχουν αρμονικά και να βελτιώνεται η ομάδα. Δυστυχώς στο χάντμπολ είμαστε πολύ πίσω. Αυτό ξεκινά από τους αθλητές και τη θέληση που έχουν ή δεν έχουν. Αυτό που συνειδητοποίησα πρόσφατα είναι ότι από τις 20 αθλήτριες που αγωνιστήκαμε πριν λίγα χρόνια στην Εθνική νεανίδων, μόλις 2-3 αθλήτριες συνεχίζουν στην Α1. Αυτό μου προκάλεσε θλίψη. Σταματούν λόγω προπονητών, λόγω υποχρεώσεων. Όλοι μαζί πρέπει να δουλέψουμε και να βρούμε κίνητρα. Αυτές οι διοργανώσεις, όπως η τωρινή στην πάτρα, είναι σημαντικές επειδή δείχνουν στα παιδιά ότι υπάρχουν άνθρωποι που ενδιαφέρονται για το άθλημα και την αναβάθμισή του. Για τις εθνικές ομάδες πρέπει να πω ότι υπάρχει ένας φαύλος κύκλος. Μας λένε ότι πρέπει να φέρουμε αποτελέσματα, όμως για να γίνει αυτό πρέπει να γίνει περισσότερη δουλειά. Αυτό πρέπει να συμβεί και μέσα από τα σωματεία και από τις Εθνικές ομάδες
Μαρία Χατζηπαρασίδου: «Εγώ προέρχομαι από τα Γιαννιτσά, μία πόλη που αγαπάει το χάντμπολ. Πρώτος μου προπονητής ήταν ο Γιώργος Γιουλβανίδης που με βοήθησε πολύ στα πρώτα μου βήματα».
Αλέξης Αλβανός: «Είναι διπλή χαρά επειδή βρίσκομαι απέναντι σε παλιούς προπονητές μου που μου έδωσαν πολλά. Είναι σημαντικό που βρισκόμαστε μαζί παίκτες και προπονητές. Η καλύτερη προσέγγιση για ένα παιδί είναι το αγκαλιάσεις και να του μάθεις να αγαπά αυτό που κάνει. Οι τελευταίες γενιές έχουν ξεφύγει λίγο. Εμείς στα 16-17 ήμασταν όλη τη μέρα στο γήπεδο και θέλαμε να κάνουμε προπόνηση. Σήμερα βλέπω νέα παιδιά που πρωτίστως κοιτούν πως θα αποκατασταθούν οικονομικά. Δουλειά όλων μας είναι να δείξουμε στα παιδιά το σωστό δρόμο. Τα κίνητρα για ένα παιδί πρέπει να είναι πρωτίστως αθλητικά, για να βελτιωθεί και όχι οικονομικά.
Ερώτηση για Μόμιρ Ιλιτς: Γιατί διάλεξες το χάντμπολ και ποιος σας έπεισε;
«Ξεκίνησα με το μάθημα της γυμναστικής στο σχολείο. Είχα την τύχη ο γυμναστής μας να είναι και προπονητής χάντμπολ. Η διαφορά του τότε με το τώρα στη Σερβία, είναι ότι τότε δεν πλήρωναν τα παιδιά συνδρομή. Τότε τα παιδιά τα επέλεγαν οι προπονητές. Τώρα ο καθένας μπορεί να παίξει χάντμπολ. Τότε όλα τα ψηλά παιδιά κατέληγαν στον μπάσκετ».
Ερώτηση για Αλέξη Αλβανό: Σε τι οφείλεται η αθλητική μακροζωία σας και ποιο διάστημα ήταν το πιο σημαντικό;
«Όλη η πορεία από την αρχή όταν ήμουν εννιά χρονών, είχε αμείωτη την αγάπη μου για το άθλημα και το ζήλο να φτάσω ψηλά. Πάντα έβαζα στόχους. Στη ΧΑΝΘ προσπαθούσα να γίνω καλύτερος, στον Πανελλήνιο είχα την ευκαιρία να δουλέψω πιο σκληρά, αλλά νομίζω ότι αυτό που με βοήθησε να κάνω την καριέρα που έκανα ήταν η αθλητική κουλτούρα μου. Θα σας πω ένα παράδειγμα. Σε ηλικία 18 ετών γράφτηκα στην οδοντιατρική σχολή του ΑΠΘ. Την παράτησα, για να κατέβω στην Αθήνα και γράφτηκα σε άλλη σχολή, προκειμένου να έχω την ευκαιρία να αγωνιστώ στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004. Ήθελα να φτάσω ψηλά σε αθλητικό επίπεδο».
Ερώτηση σε Μόμιρ Ιλιτς: Για τις διάφορες σχολές που έχει γνωρίσει και όλες τις διαφορές που έχει εντοπίσει μεταξύ των προπονητικών σχολών.
«Υπάρχουν διαφορές, αλλά το κοινό είναι η ψυχολογία. Λαμβάνοντας υπόψη πως κανένας άνθρωπος δεν είναι ίδιος, ένα χαρακτηριστικό ήταν πως όλοι τους πρόσεχαν τι θα πουν σε κάθε αθλητή και πότε. Οι Σέρβοι είχαν την πεποίθηση πως όλοι είναι ίσοι, κάτι που το είχαν δει από την Ρώσικη σχολή. Ο Γκίσλασον ήταν παιδαγωγός και ήξερε πώς να συμπεριφερθεί. Μια μεγάλη διαφορά στο πρωτάθλημα της Μπουντεσλίγκα είναι πως η πίεση είναι πολύ μεγάλη και ο αθλητής πρέπει να είναι 100% έτοιμος τόσο ψυχολογικά, όσο και σωματικά. Φαινομενικά οι ομάδες παίζουν ίδια συστήματα, στην πραγματικότητα έχουν σοβαρές διαφορές, λόγω λεπτομερειών. Αν θα έπρεπε να επιλέξω, θα διάλεγα την δουλειά του Γκίσλασον στο τέρμα, στον άμεσο αιφνιδιασμό και την γρήγορη σέντρα και στην Βέζπρεμ του Ορτέγκα την τακτική στην άμυνα. Στο Κίελο η τακτική που ακολουθείται αγγίζει την τελειότητα».
Για το πώς μπορούμε να ενισχύσουμε τα προσωπικά κίνητρα των παικτών:
Αλέξης Αλβανός: «Το σημαντικό για κάθε παιδί είναι η αγάπη προς το άθλημα. Ο ρόλος του προπονητή θα πρέπει να είναι περισσότερο παιδαγωγικός, παρά ένα αυστηρό μοντέλο προπονητή. Είναι δύσκολο να διορθώνεις το λάθος ενός παιδιού. Αντιθέτως θα λειτουργήσουν πιο καλά αν είναι ελεύθερα να καταλάβουν και να διορθώσουν μόνα τους τα λάθη τους. Αν του υποδείξω εγώ που θα σουτάρει ή πόσα βήματα θα κάνει, ίσως να μην είναι τόσο αποτελεσματικό, όσο το να κάνουμε το παιδί να καταλάβει μόνο του πώς να το καταφέρει. Στη Γερμανία, ειδικά στις μικρές ηλικίες δίνουν βάση στο πώς τα παιδιά θα γίνουν αθλητές και όχι τόσο στο τεχνικό κομμάτι. Επίσης δεν νοιάζονται για τη νίκη. Εφόσον τα παιδιά γίνουν αθλητές είναι πιο εύκολο στη συνέχεια να τα βελτιώσεις στην τεχνική».
Λαμπρίνα Τσάκαλου: «Το πιο σημαντικό είναι να κρατήσουμε το ενδιαφέρον. Όσο πιο μικρά είναι τα παιδιά τόσο λιγότερο χαντμπολικά πρέπει να είναι τα πράγματα στην προπόνηση. Το πρωτεύων είναι να καταφέρουμε να θέλουν να έρχονται και αύριο στην προπόνηση».
Μόμιρ Ιλιτς: «Συμφωνώ με αυτό λέει ο Αλέξης, ότι τα παιδιά πρέπει να διασκεδάζουν και να το θεωρούν ως ένα απλό παιχνίδι. Ίσως να μην πρέπει να επιβαρύνουμε τα παιδιά με χάντμπολ. Καλό είναι να υπάρχουν παιδαγωγικά παιχνίδια, ώστε τα παιδιά να χαίρονται και να θέλουν να έρθουν στις επόμενες προπονήσεις. Αργότερα, στην πορεία θα μπει το χάντμπολ. Αυτό που είδαμε εδώ είναι σημαντικό. Τα παιδιά δεν πρέπει να σκέφτονται πώς θα κερδίσουν, αλλά πώς θα κάνουν νέες παρέες και πώς θα διασκεδάσουν. Καλύτερα οι προπονητές να μην προσπαθούν να περάσουν την επιθυμία της νίκης, αλλά πώς θα διασκεδάσουν».
Για τη σχέση αθλητή - προπονητή την ώρα του αγώνα:
Λαμπρίνα Τσάκαλου: «Όταν ο αθλητής δεν είναι σε τοπ επίπεδο οι οδηγίες πρέπει να είναι συγκεκριμένες. Ειδικά στο τέλος του ματς που το μυαλό του αθλητή θολώνει. Ο προπονητής πρέπει να βοηθήσει να καθαρίσει».
Αλέξης Αλβανός: «Σημαντικό ρόλο παίζει η ψυχολογία του αθλητή που παίρνει από τον προπονητή. Όταν ένας παίκτης νιώθει την εμπιστοσύνη του προπονητή θα είναι ωφέλιμο».
Μόμιρ Ιλιτς: «Η προπόνηση είναι η καλύτερη προετοιμασία για ένα ματς. Εκεί κατά βάση ο προπονητής πρέπει να δίνει τις οδηγίες. Στον αγώνα δεν υπάρχει συζήτηση, μόνο συγκεκριμένη οδηγία. Ο κάθε αθλητής γνωρίζει τα λάθη που έχει κάνει και οι παίκτες υψηλού επιπέδου κάνουν πρώτα αυτοκριτική. Η πιο δύσκολη στιγμή για έναν παίκτη είναι όταν κάνει λάθος (φυσικά το ξέρει) και ο προπονητής τον αλλάζει. Οι καλοί προπονητές αφήνουν τον αθλητή και στην επόμενη φάση, να κάνει κάτι καλό και μετά τον αλλάζει. Πρέπει να υποστηρίζεται ο αθλητής».
Κάποια στιγμή που σε έκανε να απογοητευτείτε:
Αλέξης Αλβανός: «Το χειρότερο για έναν αθλητή είναι να μην έχει τον σεβασμό του προπονητή. Όπως ο αθλητής πρέπει να σέβεται τις αποφάσεις του προπονητή, έτσι και ο αθλητής πρέπει να έχει την αντίστοιχη εκτίμηση. Ο προπονητής πρέπει να είναι ευέλικτος»
Λαμπρίνα Τσάκαλου: «Οι παίκτες πρέπει να προσαρμόζονται στις ιδιαιτερότητες κάθε προπονητή. Εγώ για παράδειγμα δεν μου αρέσει ο προπονητής να φωνάζει σε έναν αθλητή, που έχει δείξει ότι αντέχει τις φωνές. Καμιά φορά είναι άδικο»
Μόμιρ Ιλιτς: «Η δουλειά του προπονητή είναι δυσκολότερη από του παίκτη. Ο προπονητής σκέφτεται για 16 άτομα, ο παίκτης μόνο για τον εαυτό του. Πολλές φορές πρέπει αν δώσει στον παίκτη να καταλάβει πράγματα που δεν τα έχει σκεφτεί. Ο αθλητής πονάει όταν ακούει αλήθειες. Πολλές φορές ο προπονητής δίνει υποσχέσεις που δεν κρατάει, όπως πως θα ξεκινήσεις έναν αγώνα, αλλά τελικά αυτό δεν συμβαίνει, χωρίς να υπάρχει εξήγηση. Παλαιότερα το έβλεπα εγωιστικά, αλλά τελικά ο προπονητής μάλλον ξέρει καλύτερα».
Κατά πόσο έχετε απομυθοποιήσει τους ξένους προπονητές σε σχέση με τους Έλληνες. Ποιες οι διαφορές τους. Επίσης τι διαφορετικό δίνουν οι άνδρες προπονητές στο γυναικείο χάντμπολ
Αλέξης Αλβανός: «Ο Έλληνας προπονητής έχει δυσκολότερο έργο. Οι ομάδες του εξωτερικού ήταν έτοιμες, υπήρχαν όλες οι ανέσεις. Τεχνικά οι αθλητές είναι άρτιοι. Στην Ελλάδα ο προπονητής ασχολείται με όλα. Στο εξωτερικό υπάρχει η λεπτομέρεια που κάνει την διαφορά».
Λαμπρίνα Τσάκαλου: «Οι γυναίκες δεν είναι έτοιμες για πρωταθλητισμό. Με πονάει που το λέω, αλλά οι άνδρες είναι πιο επαγγελματίες. Οι γυναίκες έχουν ιδιαιτερότητες και ο προπονητής πρέπει να έχει ευελιξία».
Μαρία Χατζηπαρασίδου: «Συμφωνώ με την Λαμπρίνα. Δεν είδα διαφορά στην αντιμετώπιση για παράδειγμα του Στέλιου Σεϊρεκίδη με εμάς, σε σχέση με τους άνδρες αθλητές».
Μόμιρ Ιλιτς: «Και στην Σερβία οι προπονητές είναι περισσότεροι παιδαγωγοί. Στην υπόλοιπη Ευρώπη δεν ασχολούνται τόσο με αυτό, τα πράγματα είναι πιο συγκεκριμένα. Αν ένας αθλητής δεν θέλει να δουλέψει, σίγουρα θα επιστρέψει σπίτι του. Το χάντμπολ πλέον στο εξωτερικό είναι επάγγελμα και όλοι περιμένουν αποτελέσματα».
Ερώτηση μικρών αθλητών που την μετέφεραν οι προπονητές: Πως αισθάνεται ένας αθλητής υψηλού επιπέδου όταν κάνει συνεχόμενα λάθη και τι σκέφτεται όταν σουτάρει;
Μόμιρ Ιλιτς: «Το σουτ είναι προπόνηση. Στην αρχή έκανα με δύο τρία βήματα, τώρα ο χρόνος είναι ελάχιστος και σουτάρω με ένα βήμα ή καθόλου. Παλαιότερα ήταν δύσκολο. Για τα λάθη προσπάθησα να βελτιώσω την ατομική μου ψυχολογία. Σκέφτομαι πάντα ότι στο παιχνίδι υπάρχουν πολλά κομμάτια. Δεν είναι μόνο το γκολ».
Πηγή
Tromaktiko
Οι Μόμιρ Ιλιτς, Αλέξης Αλβανός, Λαμπρίνα Τσάκαλου και Μαρία Χατζηπαρασίδου, έκαναν μία μικρή αναδρομή στην καριέρα τους, απάντησαν σε όλες τις ερωτήσεις των προπονητών σχετικά με θέματα που αφορούν την χαντμπολική ζωή τους, τεχνικά ζητήματα και την ψυχολογία στο γήπεδο σε μία άκρως σημαντική και ενδιαφέρουσα συζήτηση.
Ο ΣΥΠΧΕ τίμησε τους σπουδαίους αθλητές για την παρουσία τους με ένα αναμνηστικό δώρο, ενώ εκείνοι μοίρασαν τα διπλώματα συμμετοχής στο σεμινάριο -που είχαν επάνω τις υπογραφές τους- στους προπονητές.
Οι αρχικές τοποθετήσεις των αθλητών:
Μόμιρ Ιλιτς: «Είναι τιμή και χαρά μου να είμαι εδώ
Λαμπρίνα Τσάκαλου: «Ολοι μαζί πρέπει να αναδείξουμε το άθλημα και να δημιουργήσουμε βάσεις για τις εθνικές ομάδες. Εγώ ξεκίνησα το χάντμπολ αργά, στα 15 μου και τυχαία. Έπαιζα σε σχολικούς αγώνες και με είδε η κ. Φωτιάδου. Έως τότε ήμουν αθλήτρια του στίβου και είναι πολύ διαφορετικό το ατομικό άθλημα από το ομαδικό. Σε αυτό παίζει σημαντικό ρόλο η δουλειά του προπονητή, ώστε 14-15 άτομα να συνυπάρχουν αρμονικά και να βελτιώνεται η ομάδα. Δυστυχώς στο χάντμπολ είμαστε πολύ πίσω. Αυτό ξεκινά από τους αθλητές και τη θέληση που έχουν ή δεν έχουν. Αυτό που συνειδητοποίησα πρόσφατα είναι ότι από τις 20 αθλήτριες που αγωνιστήκαμε πριν λίγα χρόνια στην Εθνική νεανίδων, μόλις 2-3 αθλήτριες συνεχίζουν στην Α1. Αυτό μου προκάλεσε θλίψη. Σταματούν λόγω προπονητών, λόγω υποχρεώσεων. Όλοι μαζί πρέπει να δουλέψουμε και να βρούμε κίνητρα. Αυτές οι διοργανώσεις, όπως η τωρινή στην πάτρα, είναι σημαντικές επειδή δείχνουν στα παιδιά ότι υπάρχουν άνθρωποι που ενδιαφέρονται για το άθλημα και την αναβάθμισή του. Για τις εθνικές ομάδες πρέπει να πω ότι υπάρχει ένας φαύλος κύκλος. Μας λένε ότι πρέπει να φέρουμε αποτελέσματα, όμως για να γίνει αυτό πρέπει να γίνει περισσότερη δουλειά. Αυτό πρέπει να συμβεί και μέσα από τα σωματεία και από τις Εθνικές ομάδες
Μαρία Χατζηπαρασίδου: «Εγώ προέρχομαι από τα Γιαννιτσά, μία πόλη που αγαπάει το χάντμπολ. Πρώτος μου προπονητής ήταν ο Γιώργος Γιουλβανίδης που με βοήθησε πολύ στα πρώτα μου βήματα».
Αλέξης Αλβανός: «Είναι διπλή χαρά επειδή βρίσκομαι απέναντι σε παλιούς προπονητές μου που μου έδωσαν πολλά. Είναι σημαντικό που βρισκόμαστε μαζί παίκτες και προπονητές. Η καλύτερη προσέγγιση για ένα παιδί είναι το αγκαλιάσεις και να του μάθεις να αγαπά αυτό που κάνει. Οι τελευταίες γενιές έχουν ξεφύγει λίγο. Εμείς στα 16-17 ήμασταν όλη τη μέρα στο γήπεδο και θέλαμε να κάνουμε προπόνηση. Σήμερα βλέπω νέα παιδιά που πρωτίστως κοιτούν πως θα αποκατασταθούν οικονομικά. Δουλειά όλων μας είναι να δείξουμε στα παιδιά το σωστό δρόμο. Τα κίνητρα για ένα παιδί πρέπει να είναι πρωτίστως αθλητικά, για να βελτιωθεί και όχι οικονομικά.
Ερώτηση για Μόμιρ Ιλιτς: Γιατί διάλεξες το χάντμπολ και ποιος σας έπεισε;
«Ξεκίνησα με το μάθημα της γυμναστικής στο σχολείο. Είχα την τύχη ο γυμναστής μας να είναι και προπονητής χάντμπολ. Η διαφορά του τότε με το τώρα στη Σερβία, είναι ότι τότε δεν πλήρωναν τα παιδιά συνδρομή. Τότε τα παιδιά τα επέλεγαν οι προπονητές. Τώρα ο καθένας μπορεί να παίξει χάντμπολ. Τότε όλα τα ψηλά παιδιά κατέληγαν στον μπάσκετ».
Ερώτηση για Αλέξη Αλβανό: Σε τι οφείλεται η αθλητική μακροζωία σας και ποιο διάστημα ήταν το πιο σημαντικό;
«Όλη η πορεία από την αρχή όταν ήμουν εννιά χρονών, είχε αμείωτη την αγάπη μου για το άθλημα και το ζήλο να φτάσω ψηλά. Πάντα έβαζα στόχους. Στη ΧΑΝΘ προσπαθούσα να γίνω καλύτερος, στον Πανελλήνιο είχα την ευκαιρία να δουλέψω πιο σκληρά, αλλά νομίζω ότι αυτό που με βοήθησε να κάνω την καριέρα που έκανα ήταν η αθλητική κουλτούρα μου. Θα σας πω ένα παράδειγμα. Σε ηλικία 18 ετών γράφτηκα στην οδοντιατρική σχολή του ΑΠΘ. Την παράτησα, για να κατέβω στην Αθήνα και γράφτηκα σε άλλη σχολή, προκειμένου να έχω την ευκαιρία να αγωνιστώ στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004. Ήθελα να φτάσω ψηλά σε αθλητικό επίπεδο».
Ερώτηση σε Μόμιρ Ιλιτς: Για τις διάφορες σχολές που έχει γνωρίσει και όλες τις διαφορές που έχει εντοπίσει μεταξύ των προπονητικών σχολών.
«Υπάρχουν διαφορές, αλλά το κοινό είναι η ψυχολογία. Λαμβάνοντας υπόψη πως κανένας άνθρωπος δεν είναι ίδιος, ένα χαρακτηριστικό ήταν πως όλοι τους πρόσεχαν τι θα πουν σε κάθε αθλητή και πότε. Οι Σέρβοι είχαν την πεποίθηση πως όλοι είναι ίσοι, κάτι που το είχαν δει από την Ρώσικη σχολή. Ο Γκίσλασον ήταν παιδαγωγός και ήξερε πώς να συμπεριφερθεί. Μια μεγάλη διαφορά στο πρωτάθλημα της Μπουντεσλίγκα είναι πως η πίεση είναι πολύ μεγάλη και ο αθλητής πρέπει να είναι 100% έτοιμος τόσο ψυχολογικά, όσο και σωματικά. Φαινομενικά οι ομάδες παίζουν ίδια συστήματα, στην πραγματικότητα έχουν σοβαρές διαφορές, λόγω λεπτομερειών. Αν θα έπρεπε να επιλέξω, θα διάλεγα την δουλειά του Γκίσλασον στο τέρμα, στον άμεσο αιφνιδιασμό και την γρήγορη σέντρα και στην Βέζπρεμ του Ορτέγκα την τακτική στην άμυνα. Στο Κίελο η τακτική που ακολουθείται αγγίζει την τελειότητα».
Για το πώς μπορούμε να ενισχύσουμε τα προσωπικά κίνητρα των παικτών:
Αλέξης Αλβανός: «Το σημαντικό για κάθε παιδί είναι η αγάπη προς το άθλημα. Ο ρόλος του προπονητή θα πρέπει να είναι περισσότερο παιδαγωγικός, παρά ένα αυστηρό μοντέλο προπονητή. Είναι δύσκολο να διορθώνεις το λάθος ενός παιδιού. Αντιθέτως θα λειτουργήσουν πιο καλά αν είναι ελεύθερα να καταλάβουν και να διορθώσουν μόνα τους τα λάθη τους. Αν του υποδείξω εγώ που θα σουτάρει ή πόσα βήματα θα κάνει, ίσως να μην είναι τόσο αποτελεσματικό, όσο το να κάνουμε το παιδί να καταλάβει μόνο του πώς να το καταφέρει. Στη Γερμανία, ειδικά στις μικρές ηλικίες δίνουν βάση στο πώς τα παιδιά θα γίνουν αθλητές και όχι τόσο στο τεχνικό κομμάτι. Επίσης δεν νοιάζονται για τη νίκη. Εφόσον τα παιδιά γίνουν αθλητές είναι πιο εύκολο στη συνέχεια να τα βελτιώσεις στην τεχνική».
Λαμπρίνα Τσάκαλου: «Το πιο σημαντικό είναι να κρατήσουμε το ενδιαφέρον. Όσο πιο μικρά είναι τα παιδιά τόσο λιγότερο χαντμπολικά πρέπει να είναι τα πράγματα στην προπόνηση. Το πρωτεύων είναι να καταφέρουμε να θέλουν να έρχονται και αύριο στην προπόνηση».
Μόμιρ Ιλιτς: «Συμφωνώ με αυτό λέει ο Αλέξης, ότι τα παιδιά πρέπει να διασκεδάζουν και να το θεωρούν ως ένα απλό παιχνίδι. Ίσως να μην πρέπει να επιβαρύνουμε τα παιδιά με χάντμπολ. Καλό είναι να υπάρχουν παιδαγωγικά παιχνίδια, ώστε τα παιδιά να χαίρονται και να θέλουν να έρθουν στις επόμενες προπονήσεις. Αργότερα, στην πορεία θα μπει το χάντμπολ. Αυτό που είδαμε εδώ είναι σημαντικό. Τα παιδιά δεν πρέπει να σκέφτονται πώς θα κερδίσουν, αλλά πώς θα κάνουν νέες παρέες και πώς θα διασκεδάσουν. Καλύτερα οι προπονητές να μην προσπαθούν να περάσουν την επιθυμία της νίκης, αλλά πώς θα διασκεδάσουν».
Για τη σχέση αθλητή - προπονητή την ώρα του αγώνα:
Λαμπρίνα Τσάκαλου: «Όταν ο αθλητής δεν είναι σε τοπ επίπεδο οι οδηγίες πρέπει να είναι συγκεκριμένες. Ειδικά στο τέλος του ματς που το μυαλό του αθλητή θολώνει. Ο προπονητής πρέπει να βοηθήσει να καθαρίσει».
Αλέξης Αλβανός: «Σημαντικό ρόλο παίζει η ψυχολογία του αθλητή που παίρνει από τον προπονητή. Όταν ένας παίκτης νιώθει την εμπιστοσύνη του προπονητή θα είναι ωφέλιμο».
Μόμιρ Ιλιτς: «Η προπόνηση είναι η καλύτερη προετοιμασία για ένα ματς. Εκεί κατά βάση ο προπονητής πρέπει να δίνει τις οδηγίες. Στον αγώνα δεν υπάρχει συζήτηση, μόνο συγκεκριμένη οδηγία. Ο κάθε αθλητής γνωρίζει τα λάθη που έχει κάνει και οι παίκτες υψηλού επιπέδου κάνουν πρώτα αυτοκριτική. Η πιο δύσκολη στιγμή για έναν παίκτη είναι όταν κάνει λάθος (φυσικά το ξέρει) και ο προπονητής τον αλλάζει. Οι καλοί προπονητές αφήνουν τον αθλητή και στην επόμενη φάση, να κάνει κάτι καλό και μετά τον αλλάζει. Πρέπει να υποστηρίζεται ο αθλητής».
Κάποια στιγμή που σε έκανε να απογοητευτείτε:
Αλέξης Αλβανός: «Το χειρότερο για έναν αθλητή είναι να μην έχει τον σεβασμό του προπονητή. Όπως ο αθλητής πρέπει να σέβεται τις αποφάσεις του προπονητή, έτσι και ο αθλητής πρέπει να έχει την αντίστοιχη εκτίμηση. Ο προπονητής πρέπει να είναι ευέλικτος»
Λαμπρίνα Τσάκαλου: «Οι παίκτες πρέπει να προσαρμόζονται στις ιδιαιτερότητες κάθε προπονητή. Εγώ για παράδειγμα δεν μου αρέσει ο προπονητής να φωνάζει σε έναν αθλητή, που έχει δείξει ότι αντέχει τις φωνές. Καμιά φορά είναι άδικο»
Μόμιρ Ιλιτς: «Η δουλειά του προπονητή είναι δυσκολότερη από του παίκτη. Ο προπονητής σκέφτεται για 16 άτομα, ο παίκτης μόνο για τον εαυτό του. Πολλές φορές πρέπει αν δώσει στον παίκτη να καταλάβει πράγματα που δεν τα έχει σκεφτεί. Ο αθλητής πονάει όταν ακούει αλήθειες. Πολλές φορές ο προπονητής δίνει υποσχέσεις που δεν κρατάει, όπως πως θα ξεκινήσεις έναν αγώνα, αλλά τελικά αυτό δεν συμβαίνει, χωρίς να υπάρχει εξήγηση. Παλαιότερα το έβλεπα εγωιστικά, αλλά τελικά ο προπονητής μάλλον ξέρει καλύτερα».
Κατά πόσο έχετε απομυθοποιήσει τους ξένους προπονητές σε σχέση με τους Έλληνες. Ποιες οι διαφορές τους. Επίσης τι διαφορετικό δίνουν οι άνδρες προπονητές στο γυναικείο χάντμπολ
Αλέξης Αλβανός: «Ο Έλληνας προπονητής έχει δυσκολότερο έργο. Οι ομάδες του εξωτερικού ήταν έτοιμες, υπήρχαν όλες οι ανέσεις. Τεχνικά οι αθλητές είναι άρτιοι. Στην Ελλάδα ο προπονητής ασχολείται με όλα. Στο εξωτερικό υπάρχει η λεπτομέρεια που κάνει την διαφορά».
Λαμπρίνα Τσάκαλου: «Οι γυναίκες δεν είναι έτοιμες για πρωταθλητισμό. Με πονάει που το λέω, αλλά οι άνδρες είναι πιο επαγγελματίες. Οι γυναίκες έχουν ιδιαιτερότητες και ο προπονητής πρέπει να έχει ευελιξία».
Μαρία Χατζηπαρασίδου: «Συμφωνώ με την Λαμπρίνα. Δεν είδα διαφορά στην αντιμετώπιση για παράδειγμα του Στέλιου Σεϊρεκίδη με εμάς, σε σχέση με τους άνδρες αθλητές».
Μόμιρ Ιλιτς: «Και στην Σερβία οι προπονητές είναι περισσότεροι παιδαγωγοί. Στην υπόλοιπη Ευρώπη δεν ασχολούνται τόσο με αυτό, τα πράγματα είναι πιο συγκεκριμένα. Αν ένας αθλητής δεν θέλει να δουλέψει, σίγουρα θα επιστρέψει σπίτι του. Το χάντμπολ πλέον στο εξωτερικό είναι επάγγελμα και όλοι περιμένουν αποτελέσματα».
Ερώτηση μικρών αθλητών που την μετέφεραν οι προπονητές: Πως αισθάνεται ένας αθλητής υψηλού επιπέδου όταν κάνει συνεχόμενα λάθη και τι σκέφτεται όταν σουτάρει;
Μόμιρ Ιλιτς: «Το σουτ είναι προπόνηση. Στην αρχή έκανα με δύο τρία βήματα, τώρα ο χρόνος είναι ελάχιστος και σουτάρω με ένα βήμα ή καθόλου. Παλαιότερα ήταν δύσκολο. Για τα λάθη προσπάθησα να βελτιώσω την ατομική μου ψυχολογία. Σκέφτομαι πάντα ότι στο παιχνίδι υπάρχουν πολλά κομμάτια. Δεν είναι μόνο το γκολ».
Πηγή
Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΖΑΠΑΤΑ...
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ