2012-05-08 08:33:02
του Γ. Π. Μαλούχου
Είναι ολοφάνερο ότι η διαδικασία των τριών διερευνητικών εντολών πέφτει στο κενό. Για διαφορετικούς λόγους οι τρεις αρχηγοί των τριών πρώτων κομμάτων δεν πρόκειται να σχηματίσουν κυβέρνηση. Το πώς και το γιατί, θα το κρίνει η ιστορία. Ομως, τώρα δεν είναι ώρα απολογισμών και συγκρούσεων, αλλά ώρα αποφάσεων και λύσης, που υπάρχει. Βρίσκεται στην τέταρτη εντολή: Στο τέλος των τριών διερευνητικών εντολών ο πρόεδρος της Δημοκρατίας θα καλέσει τους πολιτικούς αρχηγούς και θα συζητήσει μαζί τους. Σε αυτό το πλαίσιο ασφαλώς και μπορεί να βρεθεί ο κοινός τόπος, αν επικρατήσει η σύνεση, η ψυχραιμία, η ορθή σκέψη και, προπαντός, η αίσθηση του εξαιρετικά επείγοντος εθνικού καθήκοντος. Αν επικρατήσει ο ουσιαστικός σεβασμός της λαικής ετυμηγορίας που δεν είναι άλλος από την ανάγκη να βρεθεί μία λύση μέσα από αυτούς τους συσχετισμούς που η κάλπη επέβαλε, μη δίνοντας αυτοδυναμίες πουθενά και σε κανέναν, αλλά ζητώντας σύνθεση. Ο ελληνικός λαός, τι ζήτησε; Ζήτησε να μην φύγει από το κοινό νόμισμα, αλλά να μην σφαγιαστεί από την ύφεση και τη φτώχεια. Αυτό ζήτησε και τίποτε άλλο. Και αυτό, τώρα, μπορεί να γίνει.
Αν η Ελλάδα πετύχει μία εθνική συνεννόηση, όπως το εκλογικό σώμα ζήτησε, κερδίζει, αν μη τι άλλο, κάτι πάρα πολύ σημαντικό: το χρόνο μέχρι να αναλάβει καθήκοντα ο νέος πρόεδρος της Γαλλίας. Εχει σημασία; Τεράστια. Γιατί, αυτήν τη στιγμή, ουδείς γνωρίζει τι πρόκειται να πράξει ο Φρανσουά Ολάντ. Αν στηρίξει την Ελλάδα μέσα από τη λογική της προσπάθειας για ανάπτυξη, αυτό θα κάνει τη διαφορά. Οταν καθίσει ο Ολάντ στο τραπέζι, το ελληνικό πρόβλημα μπορεί να καταστεί εκ νέου και ευρωπαϊκό. Στην ιστορία η στιγμή διαδραματίζει συχνά καθοριστικό ρόλο: και αυτή, είναι ακριβώς μια τέτοια στιγμή: που από μια σοφή κίνηση, την κατάλληλη ώρα, μπορεί να γίνει η διαφορά. Επιπλέον, πολλοί στην Αθήνα αγνοούν ότι ο Ολάντ, ο οποίος έχει μπροστά του και βουλευτικές εκλογές, δεν μπορεί να «αδειάσει» τις θέσεις του για ανάπτυξη και να γίνει ξαφνικά Σαρκοζί υπό τη γερμανική, δεδομένη, πίεση, καθώς, κάτι τέτοιο, μπορεί να του στοιχίσει μία προεδρεία υποθηκευμένη από «συγκατοίκηση». Είναι δε χαρακτηριστικό ότι χθες, ο γάλλος επίτροπος Μπαρνιέ, τοποθετήθηκε ουσιαστικά υπέρ της επαναδιαπραγμάτευσης. Το Βερολίνο, δεν είναι πλέον μόνο του και το ξέρει καλά.
Ποιες είναι οι προυποθέσεις για να φτάσουμε ως εκεί; Η πρώτη και κύρια, είναι η συμφωνία ικανού αριθμού αρχηγών και κομμάτων, στα οποία, ασυζητητί πρέπει να περιλαμβάνεται και ο ΣΥΡΙΖΑ. Το Σύνταγμα δίνει αυτή την τελευταία λύση και τη δίνει σοφά. Δεν χρειάζεται να υποχωρήσει κανείς από τις θέσεις του. Χρειάζεται να κερδηθεί χρόνος. Δεν είναι ανάγκη να υπάρξουν μείζονες συγκλίσεις, που δεν υπάρχουν. Είναι ανάγκη να γίνει μια προσπάθεια να μην χαθεί αυτή η τελευταία δυνατότητα.
Η δεύτερη προϋπόθεση, είναι να βρεθεί το πρόσωπο. Κύριο χαρακτηριστικό του πρέπει να είναι ότι θα μπορεί να γίνει ευρέως αποδεκτό. Να έχει θέσεις που μπορούν να το καταστήσουν επιλέξιμο και από τις δύο πλευρές. Επίσης, εξίσου σημαντικό, είναι να μπορεί να συνομιλεί με το εξωτερικό. Πρέπει να είναι πρόσωπο με δεδομένους ήδη τους δεσμούς του με το Παρίσι, το Λονδίνο, την Ουάσιγκτον και όχι μόνον. Που να μην χρειαστεί να το γνωρίσουν τώρα, αλλά να το ξέρουν και να το εμπιστεύονται. Που να μπορεί «εδώ και τώρα» να κινηθεί άνετα στο διεθνές περιβάλλον. Τρίτη προϋπόθεση, είναι να έχει καταγεγραμμένη την αποδοχή της ελληνικής κοινωνίας. Τέταρτη προυπόθεση, είναι να μην έχει φθαρεί στα εσωτερικά πολιτικά πράγματα, να μη έχει μετάσχει στα όσα έχουν συμβεί ως τώρα, ακριβώς για να μπορεί να ενώσει και να δώσει τον αναγκαίο χρόνο για τις σχετικές κινήσεις. Και, φυσικά, πέμπτη και τελευταία, είναι να αποδεχθεί την εθνική πρόσκληση.
Τώρα, τι θα έχει ως εντολή αυτή η κυβέρνηση; Μα ακριβώς αυτή που έδωσε με πολύ μεγάλη πλειοψηφία ο ελληνικός λαός: να πάει στους δανειστές, αλλά πλέον με νέες πολιτικές ισορροπίες και εδώ και έξω, και να ζητήσει αναθεώρηση των όρων του μνημονίου. Αν τα κόμματα αρκεστούν σε αυτή τη διατύπωση, δεν έχουν να χάσουν τίποτα: δεν θα θιγεί η εκλογική βάση τους από την απόπειρα να βρεθεί μια τέτοια λύση.
Φυσικά, η Γερμανία θα αντιδράσει αμέσως. Ομως, τώρα, υπάρχει μία άλλη Γαλλία. Υπάρχει ένα νέο πλαίσιο που δεν δικαιούμαστε να το αφήσουμε να χαθεί με τους όρους του χθες. Το πλαίσιο αυτό συμπληρώνεται και από το γεγονός ότι δεν είναι πλέον καθόλου απίθανο, τώρα που τελείωσε η «δικτατορία» Μερκοζί, να επιτραπεί και σε άλλες χώρες να εκφραστούν θετικά. Αυτό σημαίνει διπλωματία, αυτό σημαίνει διαπραγμάτευση, αυτό σημαίνει εθνική προσπάθεια, στην οποία, μια τέτοια κυβέρνηση έχει άλλωστε και πράγματα να δώσει προς τα έξω: λ.χ., ένας άνθρωπος που έχει συνείδηση της κρίσιμης γεωπολιτικής σημασίας της χώρας, της ελληνικής ΑΟΖ και των ενεργειακών θεμάτων, που έχει «εν ψυχρώ» μιλήσει γι' αυτά, έχει τη δυνατότητα να προσφέρει ισόρροπα ανταλλάγματα που δεν θα αφήσουν κανέναν αδιάφορο. Και μπορεί να τα προσφέρει άμεσα. Ετσι γίνεται. Ετσι μπορεί να πετύχει. Αυτό, μέχρι σήμερα, δεν το έκανε κανείς.
Αν αυτή η κυβέρνηση σχηματιστεί, η Ελλάδα έχει άμεσα μια νέα πραγματική ελπίδα, την οποία ουδείς δικαιούται να προσπεράσει. Και όσοι ανεύθυνα βιαστούν για νέες εκλογές, τη στιγμή που ο λαός αποφάσισε, ας έχουν τη βεβαιότητα ότι διαπράττουν μέγα ολίσθημα. Και γιατί οδηγούν στο εθνικό αδιέξοδο και γιατί παραβιάζουν την ουσιαστική λαϊκή εντολή που είναι κατά βάθος μια τέτοια προσπάθεια αλλά και γιατί δεν πρόκειται να πετύχουν τίποτα: τα ποσοστά τους είτε θα μικρύνουν ακόμα, στην περίπτωση της Νέας Δημοκρατίας, είτε θα αυξηθούν μεν, αλλά όχι τόσο ώστε να μπορούν να σχηματίσουν κυβέρνηση και μετά τις νέες εκλογές, στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ.
Δεν είναι ζήτημα προσώπου: πρόσωπο για την υπέρβαση της κρίσης με ουσιαστική πιθανότητα επιτυχίας μπορεί να βρεθεί και το γνωρίζουν πάρα πολύ καλά όλοι εκείνοι που μεθαύριο θα κληθούν να αποφασίσουν. Είναι όμως ζήτημα βούλησης και εθνικής υπευθυνότητας κατά τη διάρκεια της συζήτησης της τέταρτης εντολής μεταξύ των πολιτικών αρχηγών. Αυτή, μπορεί να βρεθεί ανάμεσά τους; Και μπορεί και πρέπει. Τώρα. Επίσης, αν δώσουν αυτή τη λύση, ουδείς θα μπορεί να τους κατηγορήσει ότι «σπρώχνουν» προς τις εκλογές που θα είναι καταστροφικές, όπως ευθέως δήλωσε χθες και ο αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Δημήτρης Αβραμόπουλος μιλώντας στο Mega.
Αν οι αρχηγοί προσπεράσουν μια τέτοια πρόταση για τους γνωστούς εγωισμούς που μας έφεραν ως εδώ, δεν θα έχουν πλέον κανένα άλλοθι απέναντι στον ελληνικό λαό, τις επόμενες γενιές και την ιστορία του τόπου. Στην τέταρτη εντολή μπορεί να αποδειχθεί ότι στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα, εκτός κι αν οι ταγοί της θέλουν να τα δημιουργήσουν. Η ευθύνη, είναι τώρα ολόκληρη στα χέρια τους. Δεν μπορούν να πουν ότι δεν υπήρχε λύση.
πηγη:tovima
Είναι ολοφάνερο ότι η διαδικασία των τριών διερευνητικών εντολών πέφτει στο κενό. Για διαφορετικούς λόγους οι τρεις αρχηγοί των τριών πρώτων κομμάτων δεν πρόκειται να σχηματίσουν κυβέρνηση. Το πώς και το γιατί, θα το κρίνει η ιστορία. Ομως, τώρα δεν είναι ώρα απολογισμών και συγκρούσεων, αλλά ώρα αποφάσεων και λύσης, που υπάρχει. Βρίσκεται στην τέταρτη εντολή: Στο τέλος των τριών διερευνητικών εντολών ο πρόεδρος της Δημοκρατίας θα καλέσει τους πολιτικούς αρχηγούς και θα συζητήσει μαζί τους. Σε αυτό το πλαίσιο ασφαλώς και μπορεί να βρεθεί ο κοινός τόπος, αν επικρατήσει η σύνεση, η ψυχραιμία, η ορθή σκέψη και, προπαντός, η αίσθηση του εξαιρετικά επείγοντος εθνικού καθήκοντος. Αν επικρατήσει ο ουσιαστικός σεβασμός της λαικής ετυμηγορίας που δεν είναι άλλος από την ανάγκη να βρεθεί μία λύση μέσα από αυτούς τους συσχετισμούς που η κάλπη επέβαλε, μη δίνοντας αυτοδυναμίες πουθενά και σε κανέναν, αλλά ζητώντας σύνθεση. Ο ελληνικός λαός, τι ζήτησε; Ζήτησε να μην φύγει από το κοινό νόμισμα, αλλά να μην σφαγιαστεί από την ύφεση και τη φτώχεια. Αυτό ζήτησε και τίποτε άλλο. Και αυτό, τώρα, μπορεί να γίνει.
Αν η Ελλάδα πετύχει μία εθνική συνεννόηση, όπως το εκλογικό σώμα ζήτησε, κερδίζει, αν μη τι άλλο, κάτι πάρα πολύ σημαντικό: το χρόνο μέχρι να αναλάβει καθήκοντα ο νέος πρόεδρος της Γαλλίας. Εχει σημασία; Τεράστια. Γιατί, αυτήν τη στιγμή, ουδείς γνωρίζει τι πρόκειται να πράξει ο Φρανσουά Ολάντ. Αν στηρίξει την Ελλάδα μέσα από τη λογική της προσπάθειας για ανάπτυξη, αυτό θα κάνει τη διαφορά. Οταν καθίσει ο Ολάντ στο τραπέζι, το ελληνικό πρόβλημα μπορεί να καταστεί εκ νέου και ευρωπαϊκό. Στην ιστορία η στιγμή διαδραματίζει συχνά καθοριστικό ρόλο: και αυτή, είναι ακριβώς μια τέτοια στιγμή: που από μια σοφή κίνηση, την κατάλληλη ώρα, μπορεί να γίνει η διαφορά. Επιπλέον, πολλοί στην Αθήνα αγνοούν ότι ο Ολάντ, ο οποίος έχει μπροστά του και βουλευτικές εκλογές, δεν μπορεί να «αδειάσει» τις θέσεις του για ανάπτυξη και να γίνει ξαφνικά Σαρκοζί υπό τη γερμανική, δεδομένη, πίεση, καθώς, κάτι τέτοιο, μπορεί να του στοιχίσει μία προεδρεία υποθηκευμένη από «συγκατοίκηση». Είναι δε χαρακτηριστικό ότι χθες, ο γάλλος επίτροπος Μπαρνιέ, τοποθετήθηκε ουσιαστικά υπέρ της επαναδιαπραγμάτευσης. Το Βερολίνο, δεν είναι πλέον μόνο του και το ξέρει καλά.
Ποιες είναι οι προυποθέσεις για να φτάσουμε ως εκεί; Η πρώτη και κύρια, είναι η συμφωνία ικανού αριθμού αρχηγών και κομμάτων, στα οποία, ασυζητητί πρέπει να περιλαμβάνεται και ο ΣΥΡΙΖΑ. Το Σύνταγμα δίνει αυτή την τελευταία λύση και τη δίνει σοφά. Δεν χρειάζεται να υποχωρήσει κανείς από τις θέσεις του. Χρειάζεται να κερδηθεί χρόνος. Δεν είναι ανάγκη να υπάρξουν μείζονες συγκλίσεις, που δεν υπάρχουν. Είναι ανάγκη να γίνει μια προσπάθεια να μην χαθεί αυτή η τελευταία δυνατότητα.
Η δεύτερη προϋπόθεση, είναι να βρεθεί το πρόσωπο. Κύριο χαρακτηριστικό του πρέπει να είναι ότι θα μπορεί να γίνει ευρέως αποδεκτό. Να έχει θέσεις που μπορούν να το καταστήσουν επιλέξιμο και από τις δύο πλευρές. Επίσης, εξίσου σημαντικό, είναι να μπορεί να συνομιλεί με το εξωτερικό. Πρέπει να είναι πρόσωπο με δεδομένους ήδη τους δεσμούς του με το Παρίσι, το Λονδίνο, την Ουάσιγκτον και όχι μόνον. Που να μην χρειαστεί να το γνωρίσουν τώρα, αλλά να το ξέρουν και να το εμπιστεύονται. Που να μπορεί «εδώ και τώρα» να κινηθεί άνετα στο διεθνές περιβάλλον. Τρίτη προϋπόθεση, είναι να έχει καταγεγραμμένη την αποδοχή της ελληνικής κοινωνίας. Τέταρτη προυπόθεση, είναι να μην έχει φθαρεί στα εσωτερικά πολιτικά πράγματα, να μη έχει μετάσχει στα όσα έχουν συμβεί ως τώρα, ακριβώς για να μπορεί να ενώσει και να δώσει τον αναγκαίο χρόνο για τις σχετικές κινήσεις. Και, φυσικά, πέμπτη και τελευταία, είναι να αποδεχθεί την εθνική πρόσκληση.
Τώρα, τι θα έχει ως εντολή αυτή η κυβέρνηση; Μα ακριβώς αυτή που έδωσε με πολύ μεγάλη πλειοψηφία ο ελληνικός λαός: να πάει στους δανειστές, αλλά πλέον με νέες πολιτικές ισορροπίες και εδώ και έξω, και να ζητήσει αναθεώρηση των όρων του μνημονίου. Αν τα κόμματα αρκεστούν σε αυτή τη διατύπωση, δεν έχουν να χάσουν τίποτα: δεν θα θιγεί η εκλογική βάση τους από την απόπειρα να βρεθεί μια τέτοια λύση.
Φυσικά, η Γερμανία θα αντιδράσει αμέσως. Ομως, τώρα, υπάρχει μία άλλη Γαλλία. Υπάρχει ένα νέο πλαίσιο που δεν δικαιούμαστε να το αφήσουμε να χαθεί με τους όρους του χθες. Το πλαίσιο αυτό συμπληρώνεται και από το γεγονός ότι δεν είναι πλέον καθόλου απίθανο, τώρα που τελείωσε η «δικτατορία» Μερκοζί, να επιτραπεί και σε άλλες χώρες να εκφραστούν θετικά. Αυτό σημαίνει διπλωματία, αυτό σημαίνει διαπραγμάτευση, αυτό σημαίνει εθνική προσπάθεια, στην οποία, μια τέτοια κυβέρνηση έχει άλλωστε και πράγματα να δώσει προς τα έξω: λ.χ., ένας άνθρωπος που έχει συνείδηση της κρίσιμης γεωπολιτικής σημασίας της χώρας, της ελληνικής ΑΟΖ και των ενεργειακών θεμάτων, που έχει «εν ψυχρώ» μιλήσει γι' αυτά, έχει τη δυνατότητα να προσφέρει ισόρροπα ανταλλάγματα που δεν θα αφήσουν κανέναν αδιάφορο. Και μπορεί να τα προσφέρει άμεσα. Ετσι γίνεται. Ετσι μπορεί να πετύχει. Αυτό, μέχρι σήμερα, δεν το έκανε κανείς.
Αν αυτή η κυβέρνηση σχηματιστεί, η Ελλάδα έχει άμεσα μια νέα πραγματική ελπίδα, την οποία ουδείς δικαιούται να προσπεράσει. Και όσοι ανεύθυνα βιαστούν για νέες εκλογές, τη στιγμή που ο λαός αποφάσισε, ας έχουν τη βεβαιότητα ότι διαπράττουν μέγα ολίσθημα. Και γιατί οδηγούν στο εθνικό αδιέξοδο και γιατί παραβιάζουν την ουσιαστική λαϊκή εντολή που είναι κατά βάθος μια τέτοια προσπάθεια αλλά και γιατί δεν πρόκειται να πετύχουν τίποτα: τα ποσοστά τους είτε θα μικρύνουν ακόμα, στην περίπτωση της Νέας Δημοκρατίας, είτε θα αυξηθούν μεν, αλλά όχι τόσο ώστε να μπορούν να σχηματίσουν κυβέρνηση και μετά τις νέες εκλογές, στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ.
Δεν είναι ζήτημα προσώπου: πρόσωπο για την υπέρβαση της κρίσης με ουσιαστική πιθανότητα επιτυχίας μπορεί να βρεθεί και το γνωρίζουν πάρα πολύ καλά όλοι εκείνοι που μεθαύριο θα κληθούν να αποφασίσουν. Είναι όμως ζήτημα βούλησης και εθνικής υπευθυνότητας κατά τη διάρκεια της συζήτησης της τέταρτης εντολής μεταξύ των πολιτικών αρχηγών. Αυτή, μπορεί να βρεθεί ανάμεσά τους; Και μπορεί και πρέπει. Τώρα. Επίσης, αν δώσουν αυτή τη λύση, ουδείς θα μπορεί να τους κατηγορήσει ότι «σπρώχνουν» προς τις εκλογές που θα είναι καταστροφικές, όπως ευθέως δήλωσε χθες και ο αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Δημήτρης Αβραμόπουλος μιλώντας στο Mega.
Αν οι αρχηγοί προσπεράσουν μια τέτοια πρόταση για τους γνωστούς εγωισμούς που μας έφεραν ως εδώ, δεν θα έχουν πλέον κανένα άλλοθι απέναντι στον ελληνικό λαό, τις επόμενες γενιές και την ιστορία του τόπου. Στην τέταρτη εντολή μπορεί να αποδειχθεί ότι στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα, εκτός κι αν οι ταγοί της θέλουν να τα δημιουργήσουν. Η ευθύνη, είναι τώρα ολόκληρη στα χέρια τους. Δεν μπορούν να πουν ότι δεν υπήρχε λύση.
πηγη:tovima
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Καταδίκασαν τη μπερλουσκονική δεξιά στις κάλπες οι Ιταλοί
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ο Ζαμπίδης αντέχει 6 μήνες χωρίς σεξ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ