2015-10-15 15:24:06
Φωτογραφία για Ολόκληρο το πόρισμα ''φωτιά'' της Επιτροπής Σοφών για τις συντάξεις
Της Αργυρώς Μαυρούλη

Ριζικές αλλαγές στο σύστημα συνταξιοδότησης εισηγείται η Επιτροπή Σοφών. Χωρίς να προχωρά σε εξειδίκευση των μεγεθών προτείνει ενοποιήσεις ταμείων και νέο σύστημα για τον υπολογισμό των συντάξεων.

Με βάση την ελληνική πραγματικότητα, τρεις είναι οι κύριες κατευθύνσεις που μπορεί να επιτευχθεί αυτό: η πρώτη είναι η αντιμετώπιση της εισφοροδιαφυγής με την καταπολέμηση της αδήλωτης και ανασφάλιστης εργασίας, η δεύτερη είναι η επιβολή ασφαλιστικών εισφορών σε πρόσθετα εισοδήματα από εργασία που δεν υπάγονται σε ασφαλιστικές κρατήσεις, και η τρίτη είναι η αύξηση των απασχολούμενων με τη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης.

Παράλληλα, προβλέπεται η εφαρμογή ενιαίων κανόνων και ποσοστών αναπλήρωσης για παλαιούς και νέους ασφαλισμένους, με μεγάλους χαμένους τους ασφαλισμένους για πρώτη φορά, πριν από το 1993, που θα υποστούν σημαντικές μειώσεις συντάξεων.


Όσο για τους ήδη συνταξιούχους, η Επιτροπή τάσσεται κατά της επιβολής οριζόντων μειώσεων στις συντάξεις, αναφέρεται στη δυνατότητα επαν-υπολογισμού των παροχών, με βάση τους ενιαίους κανόνες εισφορών και παροχών που θα ισχύσουν για τους ασφαλισμένους, χωρίς ωστόσο να είναι ξεκάθαρο πως θα μπορούσε να ολοκληρωθεί κάτι τέτοιο.

Για την καταβολή της Εθνικής σύνταξης προτείνεται να καταβληθεί είτε σε όλους τους ασφαλισμένους, είτε με εισοδηματικά κριτήρια είτε με βάση το ύψος της αναλογικής σύνταξης του κάθε ασφαλισμένου.

Το τελικό ποσό της σύνταξης θα διαμορφώνεται με βάση το προσδόκιμο ζωής και τον τελικό αριθμό ετών που απασχολήθηκε ο ασφαλισμένος. Με αυτό τον τρόπο περιορίζεται ο κοινωνικός χαρακτήρας του ασφαλιστικού συστήματος.

Παράλληλα, προτείνεται η δραστική μείωση των ασφαλιστικών ταμείων σε τρία ή σε ένα ασφαλιστικό ταμείο με την ενοποίηση κύριας και επικουρικής ασφάλισης.

Όμως και εδώ υπάρχει εναλλακτική πρόταση στο πόρισμα, η οποία προβλέπει την απόλυτη κεφαλαιοποίηση των επικουρικών συντάξεων και απόδοση στους ασφαλισμένους επικουρική σύνταξη ίση με τις εισφορές που έχουν καταβάλει.

Αυτό προτείνεται στην λογική της εφαρμογής ενιαίων κανόνων καταβολής εισφορών και παροχών για όλους τους ασφαλισμένους, ώστε να προκύψουν ενιαία ποσοστά και βάση υπολογισμού τους για κύρια σύνταξη, επικουρική και εφάπαξ παροχές.

Παρά την παράδοση του πορίσματος δεν είναι ξεκάθαρο από ποιους ασφαλισμένους θα ξεκινήσει η εφαρμογή του νέου καθεστώτος, γι’ αυτό και η επιτροπή των υπηρεσιακών που έχει συσταθεί για να διασταυρώσει σε ποιες κατηγορίες θα μπορούσαν να εφαρμοστούν ενιαίοι κανόνες θα συνεχίσει το έργο της. 

Το ποσοστό αναπλήρωσης των συντάξεων προτείνεται να μειωθεί στο 55% από 70% που προβλέπει ο Ν 3863/10 και ξεπερνά το 80% για ασφαλισμένους πριν το 1992.  

Η μειοψηφούσα άποψη υποστηρίζει την καταβολή διατήρηση και επίσπευση του Ν. 3863/10 με την καταβολή εθνικής και αναλογικής σύνταξης χωρίς την υιοθέτηση εισοδηματικών κριτηρίων. Μάλιστα προτείνεται η βελτίωση των συντελεστών αναπλήρωσης για όσους έχουν πολλά έτη ασφάλισης. 

Στο ίδιο πλαίσιο, εντάσσεται και η πρόταση για αντικατάσταση της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος στις επικουρικές συντάξεις, από μια ρήτρα ελεγχόμενου ελλείμματος και την  εξασφάλιση κάποιου συγκεκριμένου ποσού ενίσχυσης από τον κρατικό προϋπολογισμό.

Διαβάστε ολόκληρο το πόρισμα της Επιτροπής Σοφών:

ΠΟΡΙΣΜΑ

[Επιτροπής του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης για την πρόταση ενός νέου ασφαλιστικού συστήματος (ΥΑ 37564/Δ9.10327/21.8.2015)]

v  

ΠΡΟΣ

ΕΝΑ ΝΕΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ

ΓΙΑ ΤΙΣ ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ

v   

ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2015

     Η Επιτροπή ανέλαβε το δύσκολο έργο να σχεδιάσει ένα νέο ασφαλιστικό σύστημα. Ένα φιλόδοξο εγχείρημα που έφερε σε πέρας σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Οι επιλογές που διατυπώθηκαν, κατά τη διάρκεια των συνεδριάσεων, ήταν περισσότερες της μιας. Ωστόσο, μετά από ώριμες σταθμίσεις, επήλθε, σε κάποιο βαθμό, σύγκλιση απόψεων. Το πόρισμα δεν έκρυψε την πολυφωνία και τον πλουραλισμό, ενώ παράλληλα απέφυγε τις ωραιοποιήσεις. Εννοείται ότι το μόνο που χάραξε η Επιτροπή, είναι το μονοπάτι. Γι’ αυτό περιορίστηκε στην παράθεση των αρχών του προτεινόμενου συστήματος. Η υλοποίησή του προϋποθέτει περαιτέρω τεχνικές επεξεργασίες. Ομοίως, η Επιτροπή δεν προχώρησε στην εξειδίκευση της μετάβασης που θα αποτελέσει αντικείμενο ξεχωριστής πρότασης.

15 Οκτωβρίου 2015

                                                                     

                                                                        Η Πρόεδρος

v  Διάγραμμα

Ι. Το ελληνικό συνταξιοδοτικό σύστημα δεν είναι βιώσιμο

ΙΙ. Για ένα νέο συνταξιοδοτικό συμβόλαιο μεταξύ των γενεών

ΙΙΙ. Αναζητώντας καλές πρακτικές στην αλλοδαπή

IV. Οι στόχοι της μεταρρύθμισης

V. Οι οργανωτικές δομές του συστήματος

Προκριθείσα από την Επιτροπή επιλογή για τις δομές του συστήματος : ένας φορέας (διοικητική ενοποίηση), ενιαίοι κανόνες λειτουργίας για όλους τους ασφαλισμένους (λειτουργική ενοποίηση)Μια αποκλίνουσα άποψη : οργανωτική διατήρηση κάποιων ιδιαιτεροτήτων (τρεις φορείς κύριας ασφάλισης)

VI. Η νέα αρχιτεκτονική του συνταξιοδοτικού συστήματος

Προκριθείσα από την Επιτροπή επιλογή για τις συντάξεις των μελλοντικών συνταξιούχων : διανεμητικό σύστημα εικονικών λογαριασμών καθορισμένων εισφορών (NCD), υποστηριζόμενο από μια εθνική (κοινωνική) σύνταξη και ένα κεφάλαιο (ταμείο) για την εγγύηση της βιωσιμότηταςΚάποιες διατυπωθείσες επιφυλάξειςΜη προκριθείσα επιλογή : διατήρηση και βελτίωση των ν. 3863/10 - 3865/10VII. Η συμβατότητα των μεταρρυθμίσεων με το Σύνταγμα

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι : Μια πρόταση για μια νέα επικουρική ασφάλιση : η ίδρυση ενός νέου

                         Ταμείου επικουρικών συντάξεων (πλήρως κεφαλαιοποιητικό)ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ : Μια πρόταση για τα Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης (ΤΕΑ):

                            ενίσχυση του κοινωνικού τους ρόλου

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙII : Εκλογικεύοντας τις συνταξιοδοτικές δαπάνες. Ο αποχωρισμός των

                           προνοιακών παροχών από την κοινωνική ασφάλιση θα μειώσει τη

                           συνταξιοδοτική δαπάνη

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙV : Προς μια απλοποίηση του συστήματος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V  : Μια πρόταση για τη θέσπιση ενός καθολικού συνταξιοδοτικού

                            συστήματος που θα στηρίζεται στην αρχή του φορολογουμένου

                            πολίτη

v   

Ι. ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΒΙΩΣΙΜΟ

    Η υπέρβαση της κρίσης απαιτεί επιστροφή και επαναδιαπραγμάτευση των θεμελιακών κοινωνικών επιλογών. Τα θεμέλια της κοινωνικής ασφάλισης είναι πρωτίστως κοινωνικά και συλλογικά. Χρειαζόμαστε επιτακτικά ένα μεγάλο εθνικό σχέδιο για την κοινωνική ασφάλιση, μια εθνική συναίνεση για το «πώς» την αντιλαμβανόμαστε συνολικά ως κοινωνικό θεσμό. Φυσικά η συζήτηση αυτή δεν μπορεί και δεν πρέπει να αποκοπεί από το ίδιο το μέλλον της χώρας.

     Οι συντάξεις θα πρέπει να είναι βιώσιμες και επαρκείς[1]. Η διατήρηση ενός συστήματος κρίνεται όχι μόνο από τη διασφάλιση της οικονομικής ισορροπίας του, αλλά κι από την ικανότητά του να λειτουργήσει προστατευτικά υπέρ των ασφαλισμένων. Σε περίοδο δημοσιονομικής προσαρμογής, ο ανταγωνισμός ανάμεσα στους δύο αυτούς δηλωμένους στόχους εντείνεται, ενώ καθίσταται δυσκολότερος ο συμβιβασμός τους. Αναζητείται ένα βιώσιμο ασφαλιστικό σύστημα στο πλαίσιο βιώσιμων δημόσιων οικονομικών.

     Το ελληνικό δημόσιο σύστημα συντάξεων αναπτύχθηκε με αποσπασματικό τρόπο και κάτω από την πίεση συνδικαλιστικών και επαγγελματικών οργανώσεων, στοιχεία που οδήγησαν στον έντονο κατακερματισμό του. Χαρακτηρίζεται από εκτεταμένη πολυνομία, η οποία δημιουργεί έντονες κοινωνικές ανισότητες, αφού αντιμετωπίζει όμοιες περιπτώσεις πολιτών με διαφορετικό τρόπο. Οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης (χρόνος ασφάλισης και όρια ηλικίας), τα ποσοστά αναπλήρωσης, οι κατώτατες συντάξεις, οι ασφαλιστικές και εργοδοτικές εισφορές, οι κοινωνικοί πόροι (καταργηθέντες ή υπό κατάργηση) και η κρατική χρηματοδότηση διαφέρουν τόσο μεταξύ των ταμείων όσο και μεταξύ ασφαλισμένων στο ίδιο ταμείο.

     Η διοικητική διάσπαση του ασφαλιστικού συστήματος είναι εντυπωσιακή. Ενδεικτικό είναι ότι το 1990 λειτουργούσαν 327 φορείς κύριας και επικουρικής ασφάλισης, λοιπών παροχών και περιορισμένος αριθμός υπηρεσιών ασφάλισης καθώς και κρατικές υπηρεσίες για τη συνταξιοδότηση και υγειονομική περίθαλψη των δημοσίων υπαλλήλων, πολιτικών και στρατιωτικών. Το 1997 υφίστανται 28 φορείς κύριας ασφάλισης και παραπάνω από 200 φορείς επικουρικής ασφάλισης. Αυτήν τη στιγμή, σύμφωνα με τα δημοσιευμένα στοιχεία του συστήματος Ήλιος, συντάξεις γήρατος, αναπηρίας, θανάτου ή κάποιας άλλης κατηγορίας δίδονται από 21 φορείς. Οι 21 αυτοί φορείς αποτελούνται από 78 υποομάδες ή κλάδους, ορισμένοι εκ των οποίων φαίνεται να εξυπηρετούν μερικές δεκάδες συνταξιούχους. Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα του ΕΤΑΠ-ΜΜΕ που συνολικά παρέχει 8.208 συντάξεις και αποτελείται από 10 τομείς ασφάλισης.

     Το υφιστάμενο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης χαρακτηρίζεται από μία πολύπλοκη θεσμική δομή, η οποία, παρ’ όλες τις βελτιώσεις που έχει δεχθεί διαχρονικά, δημιουργεί σοβαρά εμπόδια στην αποδοτική λειτουργία του. Ένα βασικό πρόβλημα είναι η εμπλοκή πολλών, διαφορετικών και ορισμένες φορές με διαφορετικές επιδιώξεις νομικών προσώπων. Ενδεικτικό είναι ότι η εποπτεία του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης μοιράζεται ανάμεσα στα Υπουργεία Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, το Υπουργείο Οικονομικών, το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας και το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη. Σύμφωνα με το μητρώο φορέων της γενικής κυβέρνησης της ΕΛΣΤΑΤ το Δεκέμβριο του 2012 ήταν καταγεγραμμένοι 41 Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης (ΦΚΑ), χωρίς να υπολογίζεται το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους (ΓΛΚ) που είναι υπεύθυνο για τις συντάξεις του Δημοσίου. Το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης είναι όμως ακόμα πιο κατακερματισμένο, αφού κάτω από την ίδια στέγη υπάρχουν παλαιότερα ασφαλιστικά ταμεία που ακόμα και μετά την ενοποίησή τους εξακολουθούν να διατηρούν πλήρη οικονομική και λειτουργική αυτοτέλεια. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι το Ενιαίο Ταμείο Ανεξάρτητων Απασχολούμενων (ΕΤΑΑ), στο οποίο έχουν ενσωματωθεί τα πρώην ταμεία ασφάλισης των μηχανικών, των νομικών και των υγειονομικών, καθώς και ο τρόπος με τον οποίο έχουν ενταχθεί τα ειδικά ταμεία στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ.

     Στο ασφαλιστικό σύστημα διατηρούνται διαφοροποιήσεις μεταξύ κλάδων και επαγγελμάτων, ηλικιών ή ημερομηνίας πρώτης ασφάλισης και φύλων. Παλαιότερες προσπάθειες διοικητικής ενοποίησης, παρά τις καλές προθέσεις των εμπνευστών τους, παρέμειναν εν τέλει επιφανειακές και λιγότερο ουσιαστικές, πιθανόν ως αποτέλεσμα του βιαστικού σχεδιασμού και υλοποίησης, αλλά και της έλλειψης επιμονής στην επίτευξη του στόχου.

     Αποτιμώντας τις διαχρονικές ενοποιήσεις των ασφαλιστικών δομών που έλαβαν χώρα τα τελευταία χρόνια, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι ήταν κυρίως επιφανειακές και ορισμένες φορές, λόγω του ελλιπούς σχεδιασμού τους, βιαστικές. Χωρίς ουσιαστική προετοιμασία και προσαρμογή, αλλά με υποχωρήσεις συχνά σε συνδικαλιστικές πιέσεις, ήταν αναποτελεσματικές και δημοσιονομικά επιβλαβείς.

     Οι μεγαλύτεροι ΦΚΑ στη χώρα σε όρους αριθμού ασφαλισμένων είναι το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΙΚΑ-ΕΤΑΜ),ο Οργανισμός Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΟΓΑ), ο Οργανισμός Ασφάλισης Ελεύθερων Επαγγελματιών (ΟΑΕΕ) και το Ενιαίο Ταμείο Ανεξάρτητα Απασχολούμενων (ΕΤΑΑ). Σύμφωνα με τα στοιχεία των Ερευνών Εργατικού Δυναμικού (ΕΕΔ) το τέταρτο τρίμηνο του 2013 το 41,2% των εργαζόμενων είχαν ως κύριο ταμείο ασφάλισης το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, το 17,7% τον ΟΑΕΕ, το 14,7% το Δημόσιο και το 14,6% τον ΟΓΑ. Αθροιστικά, στους τέσσερις αυτούς ΦΚΑ είναι ασφαλισμένο το 88,2% των εργαζομένων στη χώρα.

     Τα συνολικά έσοδα των Ταμείων καταγράφουν σημαντική μείωση την περίοδο 2011-2013 από 12% στο ΝΑΤ έως και 48,9% στο ΕΤΑΠ-ΜΜΕ, ενώ και τα έξοδα των εν λόγω ταμείων καταγράφουν μείωση που κυμαίνεται από 9,2% μέχρι 39,9%, με μοναδική εξαίρεση το ΕΤΑΑ. Μεταξύ 2011 και 2013 ο αριθμός των ασφαλισμένων μειώθηκε, ενώ ο αριθμός των συνταξιούχων κατά κανόνα αυξήθηκε, πέρα από ελάχιστες περιπτώσεις όπου μειώθηκε οριακά. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με τις χαμηλότερες αμοιβές και τη μειωμένη οικονομική δραστηριότητα εξηγεί τα μειωμένα έσοδα και δημιουργεί προβληματισμό για το μέλλον. Τέλος, η συμμετοχή του δημοσίου είτε ως κρατική επιχορήγηση είτε ως κοινωνικοί πόροι αποτελούν σημαντικό μερίδιο τόσο των συνολικών τους εσόδων όσο και των δαπανών τους για συντάξεις. Τα Ταμεία που συστηματικά λαμβάνουν κρατική επιχορήγηση και εισπράττουν θεσμοθετημένους κοινωνικούς πόρους εξαρτώνται σε πολύ μεγάλο βαθμό από αυτά. Ειδικότερα, στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ η κρατική επιχορήγηση αποτελεί το 39% των εσόδων του ταμείου, στον ΟΓΑ το 89% και στο ΝΑΤ το 92%.

     Στην προσπάθεια αύξησης των εσόδων των ασφαλιστικών ταμείων η διεύρυνση της ασφαλιστικής βάσης είναι μία διέξοδος. Με βάση την ελληνική πραγματικότητα, τρεις είναι οι κύριες κατευθύνσεις που μπορεί να επιτευχθεί αυτό: η πρώτη είναι η αντιμετώπιση της εισφοροδιαφυγής με την καταπολέμηση της αδήλωτης και ανασφάλιστης εργασίας, η δεύτερη είναι η επιβολή ασφαλιστικών εισφορών σε πρόσθετα εισοδήματα από εργασία που δεν υπάγονται σε ασφαλιστικές κρατήσεις, και η τρίτη είναι η αύξηση των απασχολούμενων με τη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης.

     Αποτελεί πλέον κοινό τόπο ότι στην Ελλάδα το σύστημα συντάξεων ταλαιπωρήθηκε από ελλείψεις στη διακυβέρνηση, που επιβάρυναν τις αντιφάσεις του εδραιωμένου κατακερματισμού των φορέων σε ένα σύστημα χρηματοδότησης που προϋποθέτει ισονομία. Αποκρύπτοντας την τελική επιβάρυνση, οι συντάξεις έπαιξαν καίριο ρόλο στο πελατειακό σύστημα της μεταπολιτευτικής περιόδου. Αποτέλεσμα, η επίμονη τάση της διόγκωσης δαπανών που τροφοδότησε διαρθρωτικά ελλείμματα, ακόμα και πριν το τέλος της δεκαετίας του ‘80. Καθώς οι δαπάνες αποσυνδέθηκαν από τα έσοδα, η διαφορά χρηματοδοτήθηκε με κρατικές επιχορηγήσεις, καθιστώντας την δημοσιονομική επίπτωση την κύρια πηγή πίεσης για συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση. Οι προσπάθειες μεταρρύθμισης υπολείπονταν από τις ανάγκες, αφού οι αναδιανεμητικές διαφορές μεταξύ επαγγελματικών ομάδων συγχέονταν με θέματα διανομής μεταξύ γενεών. Η Ελλάδα ήταν η μόνη χώρα της ΕΕ που δεν κατάφερε να οργανώσει μια διαδικασία διακομματικής συναίνεσης για την απαιτούμενη ασφαλιστική μεταρρύθμιση στην περίοδο της μεταπολίτευσης.

     Οι συνταξιοδοτικοί νόμοι 3863/10 και 3865/10 δεν ήταν μια ικανοποιητική απάντηση στο πρόβλημα. Η μακροχρόνια βιωσιμότητα θεωρείται ότι απαντήθηκε, δεδομένου ότι οι αναμενόμενες δαπάνες συντάξεων  ως ποσοστό του ΑΕΠ το 2050 συρρικνώθηκαν δραστικά. Αυτό οφείλεται σε ένα νέο σύστημα συντάξεων κυρίως λόγω των δύο νέων χαρακτηριστικών : αναπληρώνει εισόδημα στο σύνολο της εργασιακής ζωής και θεσπίζει αυξήσεις ορίων ηλικίας για νεότερους ασφαλισμένους. Οι αλλαγές αυτές επηρεάζουν, κατά κύριο λόγο, την περίοδο μετά το 2020, αφού στις αλλαγές υπήρχε διάχυτη η επιθυμία να εξαιρεθούν όσοι ήταν κοντά στην συνταξιοδότηση. Η εξαίρεση επιτεύχθηκε μέσω προοδευτικότητας στην εφαρμογή των νέων ρυθμίσεων και προστασίας των θεμελιωμένων δικαιωμάτων. Η δε προοδευτική εφαρμογή του νέου συστήματος διευρύνθηκε έτι περισσότερο με την εισαγωγή της έννοιας των κατοχυρωμένων δικαιωμάτων.

     Ως εκ τούτου, οι διαρθρωτικές αλλαγές δεν λειτούργησαν στην κρίση. Οι συντάξεις συνέχισαν να μοιάζουν με ασφαλές αγκυροβόλιο από τις πιέσεις της αγοράς εργασίας, ευνοώντας την μαζική έξοδο σε πρόωρη συνταξιοδότηση, κυρίως γυναικών. Υπερβάσεις δαπανών συνέπεσαν με μειώσεις εσόδων λόγω εκτεταμένης ανεργίας και αύξησης της εισφοροδιαφυγής. Αφού δεν υπήρχε εναλλακτική πηγή εισροών, η  χρηματοδότηση έγινε από το ίδιο το σύστημα μέσω περικοπών σε όλες τις συντάξεις, παλαιές και νέες.  Αυτές έλαβαν χώρα σε δέκα διαφορετικές περιστάσεις από το 2010, οδηγώντας σε σωρευτικές απώλειες μεταξύ 14% στις χαμηλές και σχεδόν 50% στις υψηλότερες συντάξεις σε συνταξιούχους όλων των ηλικιών. Στις επικουρικές συντάξεις, για να θεμελιωθεί η άποψη ότι οι αυτές  δεν εμπεριέχουν δημοσιονομικό κίνδυνο, η ρήτρα μηδενικού ελλείμματος νομοθετήθηκε το 2012. 

     Το τοπίο των συντάξεων το 2015 διαφέρει αποφασιστικά από την κατάσταση πριν την κρίση, χωρίς να παραβλέπουμε τη συχνή σύγχυση που οφείλεται στη διαφορά των επιπτώσεων του συστήματος μεταξύ του απώτατου μέλλοντος και της παρούσας δεκαετίας. Οι συντάξεις του νέου συστήματος για άτομα με πλήρη επαγγελματική διαδρομή δεν είναι ιδιαίτερα χαμηλές με βάση τις διεθνείς πρακτικές, πράγμα που εξασφαλίζει ότι το Κράτος συνεχίζει να δεσπόζει στον τομέα των συντάξεων. Περιορισμοί στις μακροχρόνιες δαπάνες μάλλον οφείλονται και στη χρήση του συνόλου των αποδοχών στην αναπλήρωση εισοδήματος (ν. 3863/10 και 3865/10).

     Καίριας σημασίας είναι η παράπλευρη απώλεια που δημιουργείται από τις εκτεταμένες περικοπές για τις τρέχουσες γενιές συνταξιούχων καθώς και όσων θα περάσουν στην Τρίτη ηλικία στην επόμενη δεκαετία. Αυτές υψώνουν ένα πέπλο αβεβαιότητας στην ασφάλεια εισοδήματος ακόμη και για πολύ ηλικιωμένα άτομα και υποσκάπτει τη βασική λειτουργία των συντάξεων – την εγγύηση ότι η συνταξιοδότηση δεν οδηγεί σε απότομες πτώσεις του βιοτικού επιπέδου στα γηρατειά. 

     Οι σημαντικές περικοπές των συντάξεων που προέκυψαν από τα Μνημόνια, αλλοίωσαν σημαντικά την αναλογική (ανταποδοτική) τους πλευρά. Ειδικότερα, οι επελθούσες μειώσεις αποτελούν βαρύ πλήγμα στην αναλογικότητα των συντάξεων που στηρίζονται στην προηγούμενη καταβολή εισφορών. Η δυσανάλογη μείωση των μεσαίων και υψηλών συντάξεων αναιρεί εμφανώς τη συνέπεια της ασφαλιστικής νομοθεσίας.

     Μια συνολική αξιολόγηση είναι ότι οι αλλαγές από το 2010 αποτελούν μια ημιτελή μεταρρύθμιση. Αν και αδιαμφισβήτητα ασχολήθηκαν με ορισμένα θέματα – κυρίως μακροπρόθεσμα – δεν προσάρμοσαν τη βασική λογική του συστήματος στα νέα δεδομένα. Οι περικοπές συντάξεων περαιτέρω υπονόμευσαν την αξιοπιστία των υποσχέσεων του συστήματος. Στην ουσία, έχει τεθεί σε λειτουργία μια διαδικασία συνεχούς απαξίωσης, όπου δημοσιονομικά θέματα οδηγούν σε προσαρμογές συντάξεων που υποτιμούν ακόμη περισσότερα το κοινωνικό συμβόλαιο των συντάξεων, οδηγώντας σε τάσεις απεμπλοκής, κυρίως εκ μέρους των νεότερων γενεών.

     Διακριτό θέμα είναι οι αλλαγές στο γενικότερο πλαίσιο μετά την κρίση. Η πτώση του ΑΕΠ κατά κεφαλή κατά ένα τέταρτο από το 2008 συνεπάγεται ότι μια δεδομένη δαπάνη αντιστοιχεί σε μεγαλύτερο βάρος στην παραγωγή. Ήδη οι συντάξεις ως ποσοστό του ΑΕΠ (16,2% το 2013) είναι οι υψηλότερες στην ΕΕ[2]. Εξετάζοντας το μέλλον, εντείνονται οι προκλήσεις στην απασχόληση, ενώ οι πληρωμές συντάξεων θα πρέπει να ανταγωνίζονται τις ανάγκες εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους. Αν και αυτά τα θέματα δεν έχουν συνεκτιμηθεί σε παρελθούσες έρευνες των συστημάτων συντάξεων, δεν πρέπει να αγνοηθούν τώρα.

v   

ΙΙ. ΓΙΑ ΕΝΑ ΝΕΟ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ

ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΓΕΝΕΩΝ

     Η ανανέωση της εμπιστοσύνης στο σύστημα συντάξεων είναι ευχερέστερη στο πλαίσιο μιας συνολικής μεταρρύθμισης που θέτει τις βάσεις της στη διαγενεακή και ενδογενεακή ισότητα. Για να επιτύχει αυτόν το στόχο η Ελληνική κοινωνία οφείλει να επενδύσει στην αναζήτηση ενός νέου συστήματος συντάξεων που να στηρίζεται στην αναδιαπραγμάτευση του κοινωνικού συμβολαίου. Η επίτευξη ενός νέου συνταξιοδοτικού αφηγήματος μπορεί να γίνει σε δύο φάσεις :

Πρώτον, με ένα μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα που θα αποτελέσει το επιστέγασμα των διαχρονικών (και ανεπιτυχών) παραμετρικών μεταρρυθμίσεων, με τη λειτουργική συγχώνευση των Ταμείων και την ομογενοποίηση των διατάξεων για τις εισφορές και τις παροχές του ενιαίου συστήματος. Στο πλαίσιο αυτό θα αναζητηθούν και οι πρόσθετοι πόροι για τη στήριξη των απερχόμενων γενεών, στις οποίες  πρέπει να δοθεί η διαβεβαίωση ότι οι περικοπές συντάξεων έχουν πιάσει την οροφή τους.Δεύτερον, με την υιοθέτηση ενός νέου συστήματος συντάξεων για τις νέες γενιές, το οποίο θα βασίζεται στην γενική αρχή της ίσης μεταχείρισης των πολιτών τόσο εντός κάθε γενιάς όσο και μεταξύ των γενεών. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με ένα σύστημα που θα προσφέρει μια διαφανή αρχιτεκτονική συνεργασίας μεταξύ των διαφόρων τύπων αλληλεγγύης. Για να επιτύχει η προτεινόμενη συστημική μεταρρύθμιση απαιτείται η αναζωογόνηση της εμπιστοσύνης των νεότερων γενεών μέσω της αξιόπιστης σύνδεσης εισφορών και δικαιωμάτων.

ΙΙΙ. ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΚΑΛΕΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΣΤΗΝ ΑΛΛΟΔΑΠΗ

     Σήμερα, το οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον διαφέρει ριζικά απ’ εκείνο των προηγούμενων δεκαετιών. Μπροστά στις νέες προκλήσεις τα περισσότερα συνταξιοδοτικά συστήματα αναγκάστηκαν να αλλάξουν. Παρά τις εθνικές ιδιαιτερότητες, είναι δυνατόν να ανιχνεύσουμε κάποιες κοινές τάσεις. Ειδικότερα (βλ. λεπτομερέστερα στην επισυναπτόμενη στο πόρισμα μελέτη) :

     i. Εισαγωγή του συστήματος καθορισμένων εισφορών (NDC). Την ανάγκη άµεσων µεταρρυθµίσεων συνειδητοποίησαν αρκετές αναπτυγµένες χώρες, µε πρωτοπόρο τη Σουηδία. Αυτή προχώρησε στο σχεδιασµό ενός βιώσιµου συνταξιοδοτικού συστήµατος που σταθµίζει τα δεδοµένα µακροζωΐας και προστασίας των δικαιωµάτων κάθε γενεάς. Εκτός από τη Σουηδία το σύστηµα καθορισµένων εισφορών µε νοητή κεφαλαιοποίηση υιοθετήθηκε και από άλλες χώρες, όπως η Ιταλία (1995), η Λετονία (1996), το Κιργιστάν (1997) και Πολωνία (1999). Πρόκειται για παραλλαγή του συστήµατος καθορισµένων εισφορών που χρησιµοποιεί την αναδιανεµητική µέθοδο χρηµατοδότησης. Οι παροχές δεν υπολογίζονται από µαθηµατικό τύπο που βασίζεται στο ύψος της µισθοδοσίας και στα έτη εργασίας, αλλά στο κεφάλαιο που έχει συσσωρευθεί στο λογαριασµό του εργαζοµένου κατά τη χρονική στιγµή της αποχώρησης από την εργασία. Τα κεφάλαια που συσσωρεύονται από τις κρατήσεις µισθοδοσίας χρησιµοποιούνται για να χρηµατοδοτήσουν τωρινούς συνταξιούχους. Δηµιουργείται όµως και ένας νοητός ατοµικός λογαριασµός για κάθε εργαζόµενο. Ο λογαριασµός αυτός πιστώνεται χωρίς όµως να γίνεται πραγµατική κατάθεση των εισφορών (συµπεριλαµβανοµένων και των εργοδοτικών εισφορών), οι οποίες όπως προαναφέρθηκε χρησιµοποιούνται για την πληρωµή των ήδη συνταξιοδοτηµένων. Όταν φθάσει η ώρα συνταξιοδότησης των εργαζοµένων, τότε οι παροχές (συντάξεις) τους συνδέονται άµεσα µε το ποσό των νοητών λογαριασµών, το οποίο µετατρέπεται σε ράντα (ισόβια σύνταξη), ανάλογα µε το προσδόκιµο ζωής κατά τη συνταξιοδότηση.

     ii. Συγχωνεύσεις παρατηρούνται τελευταία σε πολλές χώρες, όπως το Ηνωµένο Βασίλειο (1990, 1999), η Κροατία (1998, 1999), η Ρουµανία (2001), η Τουρκία (2006), η Ολλανδία (2006), η Σουηδία (2010), η Ιταλία 2012, η Δανία (2012), η Γαλλία (2014) και άλλες. Άλλοτε πρόκειται για συγχώνευση φορέων, άλλοτε για ενοποίηση προϋπολογισµών µε ξεχωριστά κεφάλαια, άλλοτε για ενοποίηση συναφών διοικητικών υπηρεσιών και άλλοτε για συνέργειες µε µη συναφείς µονάδες για την αξιοποίηση οικονοµιών κλίµακος. Η προτεραιότητα στη χρήση ηλεκτρονικών υπηρεσιών, η τυποποίηση διαδικασιών, η επιδίωξη µετρήσιµων αποτελεσµάτων, η ενίσχυση των ελέγχων του κόστους (π.χ. για την από κοινού είσπραξη καθυστερηµένων εισφορών και φόρων), η ενιαία διαχείριση της ακίνητης περιουσίας συγκαταλέγονται στις παραπάνω τάσεις.

     iii. Δηµιουργία αποθεµατικών. Παρόλο που τα σχήµατα NDC είναι διαµορφωµένα έτσι ώστε να υπάρχει ισορροπία µεταξύ εισφορών και παροχών, δεν θεωρείται δεδοµένο ότι θα υπάρχει εξισορρόπηση του ασφαλιστικού ισοζυγίου µε όλα τα πιθανά δηµογραφικά και οικονοµικά σενάρια. Γι' αυτό το λόγο, σε κάποια σχήµατα, όπως αυτά της Σουηδίας και της Πολωνίας, υπάρχει πρόβλεψη για τη δηµιουργία αποθεµατικών κεφαλαίων.

     iv. Ποσοστά αναπλήρωσης. Είναι δύσκολο να γίνουν συγκρίσεις µεταξύ χωρών, όσον αφορά τα ποσοστά αναπλήρωσης. Είναι όµως προφανές ότι υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές, οι οποίες εξαρτώνται από το ποσό που πιστώνεται στον ατοµικό λογαριασµό του ασφαλισµένου, την προοδευτική ετήσια αύξηση των νοητών ποσών που συσσωρεύονται, το µαθηµατικό τύπο που χρησιµοποιείται (για τη µετατροπή των συσσωρεύσεων σε ράντα κατά τη συνταξιοδότηση), καθώς και από τη διαδικασία που ακολουθείται για την τιµαριθµική αναπροσαρµογή των παροχών κατά τη διάρκεια της συνταξιοδότησης. Έχει σηµασία, αν η εξέταση των ποσοστών αναπλήρωσης γίνεται πριν ή µετά την αφαίρεση του φόρου εισοδήµατος. Στη Λετονία, µια εκτίµηση είναι ότι η νέα σύνταξη θα αναπληρώσει το 50% των αποδοχών προ-φόρου και το 75% µετά-φόρου. Σε κάποιες χώρες, αναµένεται τα ποσοστά αναπλήρωσης να µειωθούν µε την πάροδο του χρόνου.

     v. Εγγύηση μιας κοινωνικής σύνταξης. Όλες οι χώρες µε σχήµατα NDC, εκτός της Ιταλίας, έχουν εφαρµόσει ένα τύπο ελάχιστης σύνταξης. Οι παροχές αυτές χρηµατοδοτούνται από τα έσοδα του γενικού προϋπολογισµού και προορίζονται για την εξασφάλιση µιας ελάχιστης συνταξιοδοτικής παροχής στους χαµηλόµισθους εργαζοµένους. Στην Ιταλία, σύµφωνα µε τη µεταρρύθµιση Dini (σύστηµα ΝDC), δεν υπάρχει ελάχιστη σύνταξη. Προβλέπεται ένα χρηµατικό βοήθηµα σε όσους έχουν ηλικία άνω των 65 ετών και πληρούν συγκεκριµένα κριτήρια. Γενικά, οι ελάχιστες συντάξεις δίνονται ύστερα από εξέταση των ιδίων πόρων, αλλά µόνο αν πρόκειται για συνταξιοδοτικές παροχές άλλων φορέων. Η ελάχιστη σύνταξη δεν αποτελεί µέρος του σχήµατος ΝDC, αν και πολλοί εµπειρογνώµονες θεωρούν σκόπιµο το αντίθετο, λόγω της έλλειψης αναδιανοµής εισοδηµάτων µε την εφαρµογή των σχηµάτων ΝDC. Σε µερικές χώρες, η ελάχιστη σύνταξη είναι γενναιόδωρη, ενώ σε άλλες ιδιαίτερα πενιχρή. Στη Σουηδία, η πλήρης ελάχιστη σύνταξη εξασφαλίζει εισόδηµα ισοδύναµο µε το ένα τρίτο του µέσου µισθού. Για να είναι κάποιος δικαιούχος της πλήρους ελάχιστης σύνταξης θα πρέπει να είναι κάτοικος της χώρας τουλάχιστον σαράντα χρόνια.

     vi. Ευνοϊκές παροχές για ευπαθείς κοινωνικές οµάδες. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των συστηµάτων νοητής κεφαλαιοποίησης είναι ότι παρέχουν πίστωση στο εικονικό συνταξιοδοτικό λογαριασµό́ σε συγκεκριµένες κοινωνικές οµάδες, οι οποίες βρέθηκαν εκτός εργατικού δυναµικού ή για κάποιους λόγους (π.χ. υγείας) δεν κατέβαλαν τις αναµενόµενες ασφαλιστικές εισφορές. Συνήθως, το κράτος συνεισφέρει στο φορέα, από τον οποίο πληρώνονται οι συντάξεις και συγχρόνως το αντίστοιχο ποσό µεταφέρεται στο νοητό λογαριασµό του καλυπτόµενου ατόµου. Οι περιπτώσεις αυτές και οι σχετικές παροχές ποικίλλουν από χώρα σε χώρα, αλλά συνήθως περιλαµβάνουν γονείς (κυρίως µητέρες) που απουσιάζουν από την εργασία τους για τη φροντίδα παιδιών.

     vii. Επιβράβευση στην «αργοπορηµένη» συνταξιοδότηση. Τα σχήµατα νοητής κεφαλαιοποίησης είναι σχεδιασµένα έτσι ώστε να ευνοούν όσους παραµένουν στην εργασία για περισσότερα χρόνια και να «τιµωρούν» όσους αποχωρούν ενωρίτερα από την εργασία. Στην Ιταλία, για παράδειγµα, το ποσοστό αναπλήρωσης (62%) είναι το ίδιο στο νέο σύστηµα (αναθεώρηση Dini) όπως και στο παλαιό (αναθεώρηση Amato) στην ηλικία τω 62 ετών µε 37 χρόνια εισφορών. Το ποσοστό αναπλήρωσης όµως για όσους παραµείνουν στην εργασία µέχρι την ηλικία των 65 ετών (µε 40 χρόνια εισφορών) από 66% στην αναθεώρηση Amato γίνεται 74% στην αναθεώρηση Dini (νέο σύστηµα). Κατά τον ίδιο τρόπο, όσον αφορά την «πρόωρη» συνταξιοδότηση, δηλαδή στην ηλικία των 57 ετών και 35 χρόνια εισφορών, το ποσοστό αναπλήρωσης είναι χαµηλότερο στο νέο σύστηµα (50% έναντι 59%).

     viii. Σε κρίσιμο ζήτημα ανάγεται η ρύθμιση της μετάβασης στο νέο σύστημα. Η ξένη εμπειρία δείχνει ότι η μετάβαση πρέπει να γίνεται με αποφασιστικότητα και συναινετικές διαδικασίες. Σε κάθε χώρα που εισάγεται νέο σύστηµα κοινωνικής ασφάλισης πρέπει να υπάρχουν κατάλληλες νοµοθετικές προβλέψεις για τη µετάβαση από το παλαιό σύστηµα στο νέο. Όταν, πιο συγκεκριµένα, ένα σχήµα καθορισµένων εισφορών µε νοητή κεφαλαιοποίηση (NDC) έρχεται να αντικαταστήσει ή να συµπληρώσει ένα ισχύον αναδιανεµητικό σύστηµα, πρέπει να βρεθεί τρόπος ανταµοιβής σε όσους κατέβαλλαν εισφορές µε το προηγούµενο σχήµα. Η διαδικασία µετάβασης προβλέπει συνήθως ένα φορέα ή ένα µηχανισµό που την υποστηρίζει. Στις περισσότερες χώρες η µετάβαση εξελίσσεται σταδιακά και οι συντάξεις, για αρκετό χρονικό διάστηµα βασίζονται σε συντελεστές βαρύτητας των κεκτηµένων δικαιωµάτων και από τα δύο συστήµατα. Για παράδειγµα, οι παροχές µπορεί να υπολογίζονται είτε µε το παλαιό, είτε µε το νέο σύστηµα. Δεν αποκλείεται όµως και ένα µέρος των παροχών να βασίζεται στο παλαιό σύστηµα και ένα άλλο µέρος στο νέο. Στην Ελλάδα, όλες οι μεταρρυθμίσεις αντιμετώπισαν προβλήματα στη μετάβαση. Η διαδικασία τις περισσότερες φορές ήταν χρονοβόρα και αποσπασματική.

v   

IV. ΟΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΗΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ

     Μια μελλοντική συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση πρέπει να ικανοποιεί τους κάτωθι στόχους:

Να καταπολεμά τη φτώχεια των ηλικιωμένων. Η πρόληψη της φτώχειας με την εξασφάλιση ενός αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης για τον κάθε ηλικιωμένο είναι ένας από τους ακρογωνιαίους λίθους της κοινωνικής ασφάλισης. Κατά τη διάρκεια της κρίσης δημοσίου χρέους η προστασία κατά της φτώχειας των ηλικιωμένων αποκτά διάσταση απόλυτης προτεραιότητας. Στην περίοδο των Μνημονίων και των πολιτικών λιτότητας, υπάρχει ανάγκη μιας γενναιόδωρης κοινωνικής σύνταξης για την αποφυγή περαιτέρω φτωχοποίησης των ηλικιωμένων. Τα όρια της φτώχειας των ηλικιωμένων βρίσκονται σε απαράδεκτα επίπεδα. Σύμφωνα με τη Eurostat (2014), το 23, 1% των ατόμων άνω των 65 ετών ζουν στο όριο της φτώχειας. Αν δεν μπορούν να ικανοποιηθούν, λόγω περιορισμένων πόρων, όλοι οι στόχοι του συστήματος, η προστασία των χαμηλών συντάξεων πρέπει να αναχθεί σε πρώτη προτεραιότητα.     Να διασφαλίζει τη βιωσιμότητα, τη διαγενεακή ισότητα, καθώς και την ίση κατανομή των θυσιών. Η αποκατάσταση της βιωσιμότητας, δηλαδή η διατήρηση της ικανότητας του συστήματος να χορηγεί συντάξεις στους τωρινούς και μελλοντικούς συνταξιούχους, δεν αποτελεί αυτοσκοπό, αλλά υπηρετεί το συμβόλαιο ανάμεσα στις γενεές που βρίσκεται στη βάση κάθε διανεμητικού συστήματος. Με το ισχύον σύστημα η σημερινή γενεά εργαζομένων θα πληρώσει περισσότερα απ’ όσα θα λάβει. Η μέριμνα για την προστασία της βιωσιμότητας χάριν των επόμενων γενεών ανάγεται στις κύριες υποχρεώσεις του κράτους (ΣτΕ Ολομ. 2290/15, αρ. 7).Να εγγυάται ένα βιώσιμο σύστημα μέσα σε βιώσιμα δημόσια οικονομικά. Σύμφωνα με τη Λευκή Βίβλο (Ευρωπαϊκή Επιτροπή) για τις Συντάξεις του 2012, το κόστος που συνεπάγεται η μεταρρύθμιση των συντάξεων θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη από τη δημοσιονομική στρατηγική κι όχι το αντίθετο, δηλαδή ορμώμενοι αποκλειστικά από τη δημοσιονομική εξυγίανση να στενεύουμε το βεληνεκές (κοινωνικό χαρακτήρα) και την αποτελεσματικότητα των ασφαλιστικών μεταρρυθμίσεων. Εν πάσει περιπτώσει το άρθρο 22 παρ. 5 του Συντ/τος, μετά τις πρόσφατες αποφάσεις της Ολομ. του ΣτΕ (2287-2290/15), εγγυάται τη διαβίωση του συνταξιούχου με αξιοπρέπεια, ανεξάρτητα από δημοσιονομικές προτεραιότητες και σκοπιμότητες. Η συμμετοχή του συνταξιοδοτικού συστήματος στη δημοσιονομική εξυγίανση της χώρας οριοθετείται από το σεβασμό της ισότητας στα βάρη (άρθρο 4, παρ. 5 Συντ/τος). Δεν πρέπει οι συνταξιούχοι να αναλάβουν ένα δυσανάλογο μέρος του κόστους της δημοσιονομικής προσαρμογής.  Να διατηρεί μια εγγύτητα με το κεκτημένο κατά τον εργασιακό βίο επίπεδο ζωής. Ο στόχος αυτός συνίσταται στη μεταφορά καταναλωτικής δύναμης από τα εργασιακά χρόνια στην περίοδο της απόσυρσης λόγω γηρατειών. Η κοινωνική ασφάλιση δεν προστατεύει μόνο από τη φτώχεια, αλλά κατοχυρώνει κι ένα επίπεδο ευημερίας. Η διατήρηση του κεκτημένου είναι καθήκον του δημόσιου συστήματος και όχι των «παικτών» της αγοράς. Η κοινωνική ασφάλιση δεν θα πρέπει να περιοριστεί στα ελάχιστα (φτώχεια), αλλά οφείλει να εγγυάται ένα μέσο επίπεδο ευημερίας.Να απλοποιεί τις διαδικασίες και να επιτυγχάνει τη διοικητική αποτελεσματικότητα του συστήματος. Η απλοποίηση του τρόπου ασφάλισης θα διευκολύνει τις επιχειρήσεις στη λειτουργία τους, ενώ η μείωση της γραφειοκρατίας, κατά τη χορήγηση των παροχών, θα επιτρέψει την ευκολότερη και όχι χρονοβόρα πρόσβαση των ασφαλισμένων στις παροχές.

v   

V. ΟΙ ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΕΣ ΔΟΜΕΣ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

ΠΡΟΚΡΙΘΕΙΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΠΙΛΟΓΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΟΜΕΣ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

ΕΝΑΣ ΦΟΡΕΑΣ (ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ),

ΕΝΙΑΙΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ

ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΑΣΦΑΛΙΣΜΕΝΟΥΣ (ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ)

     Ο στόχος θα πρέπει να είναι ένας, εθνικός φορέας κοινωνικής ασφάλισης με ένταξη σε αυτό όλων των φορέων κύριας, επικουρικής ασφάλισης και εφάπαξ παροχών (διοικητική ενοποίηση), μετά από ουσιαστική ενοποίηση του υπάρχοντος καθεστώτος κοινωνικής ασφάλισης. Στην προοπτική αυτή, το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ μετεξελίσσεται σε Εθνικό Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης. Δεν πρέπει να γίνει δεκτή καμία εξαίρεση, γιατί διαφορετικά το εγχείρημα της ενοποίησης θα υπονομευθεί στο σύνολό του. Εξάλλου, η ενοποίηση των Ταμείων, διαχρονικό αίτημα από την εποχή του Ελευθερίου Βενιζέλου, ο οποίος οραματίστηκε ένα φορέα για όλους τους Έλληνες, αποτέλεσε πρόταση και προηγούμενων προτάσεων και μελετών. Πρόσφατα, το ΚΕΠΕ σε Μελέτη του (Διοικητική μεταρρύθμιση και λειτουργικός εκσυγχρονισμός των ασφαλιστικών δομών, Αθήνα, 2014) παρουσίασε εκτεταμένα το ζήτημα της οριζόντιας και κάθετης διοικητικής και λειτουργικής ενοποίησης του συστήματος.

     Προτείνεται συγχρόνως η ουσιαστική ενοποίηση του υπάρχοντος καθεστώτος κοινωνικής ασφάλισης με θέσπιση ενιαίων κανόνων για παλαιούς και νέους ασφαλισμένους και ανακαθορισμό των συντάξεων των ήδη συνταξιούχων. Οι ενιαίοι κανόνες είναι αναγκαίοι, γιατί απέναντι στους βασικούς κινδύνους της ζωής πρέπει όλοι οι ασφαλισμένοι να απολαμβάνουν τον ίδιο βαθμό εθνικής/ κοινωνικής αλληλεγγύης. Τυχόν διαφοροποίηση δεν μπορεί παρά να παρεισφρέει σε επίπεδο συμπληρωματικής (επαγγελματικής) προστασίας και να εξαρτάται από μια πρόσθετη εισφοροδοτική προσπάθεια των ασφαλισμένων. Ειδικότερα:

Όσον αφορά στις εισφορές :           -ενιαία ποσοστά εισφορών και βάση υπολογισμού τους α) για κύρια σύνταξη, β) για επικουρική σύνταξη και γ) για εφάπαξ παροχές, με μόνη διάκριση αυτή σε μισθωτούς και αυτοτελώς απασχολούμενους.

          -υποχρέωση για δήλωση των ασφαλιστικών εισφορών όλων των φορέων κύριας, επικουρικής ασφάλισης και εφάπαξ μέσω μιας ενοποιημένης διαδικασίας.

           -ανάθεση στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ/ΚΕΑΟ της βεβαίωσης και είσπραξης των ασφαλιστικών εισφορών.

Όσον αφορά στις παροχές:α) Κατάργηση των οριζόντιων περικοπών των συντάξεων διότι υποσκάπτουν την ασφαλιστική συνείδηση, δημιουργούν κίνητρο για εισφοροδιαφυγή και για πρόωρες συνταξιοδοτήσεις, υπονομεύουν το ασφαλιστικό σύστημα.

        β) Καθιέρωση ενιαίου τρόπου υπολογισμού της σύνταξης, κύριας και επικουρικής, για παλιούς και νέους ασφαλισμένους, αφού προηγουμένως καθοριστεί με Αναλογιστική Μελέτη το ποσοστό, κατά το οποίο τόσο η κάθε σύνταξη χωριστά, όσο και όλες από κοινού, θα αναπληρώνουν τις αποδοχές του ασφαλισμένου.        γ) Ανακαθορισμός, κατ’ επιταγή των αρχών της συμμετοχικής δικαιοσύνης και της αλληλεγγύης των γενεών, των συντάξεων των ήδη συνταξιούχων με αναφορά στο νέο, ενιαίο τρόπο υπολογισμού της κύριας και επικουρικής σύνταξης για παλαιούς και νέους ασφαλισμένους.

ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ

ü  Σεβασμός της αρχής της ισότητας (άρθρο 4, παρ. 1 Συντ/τος). Μετατροπή του υπάρχοντος άναρχου καθεστώτος κοινωνικής ασφάλισης σε σύστημα που στηρίζεται στην ενδογενεακή και διαγενεακή δικαιοσύνη.

ü  Αποφυγή των κινδύνων υπονόμευσης κάθε μεταρρύθμισης και ιδιαίτερα της θέσπισης εξαιρέσεων από τους ενιαίους κανόνες και της διαιώνισης, μέσω μεταβατικών διατάξεων, των προνομιακών συνταξιοδοτικών καθεστώτων των παλαιών ασφαλισμένων και τ kranos
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ