2015-10-19 05:32:05
Ενα χρέος είναι βιώσιμο όταν μπορεί να χρηματοδοτείται. Αυτό είναι το μοναδικό κριτήριο που υπάρχει για να κρίνει εάν το δημόσιο χρέος μιας χώρας είναι βιώσιμο ή όχι, και αν τελικά χρειάζεται αναδιάρθρωση.
Υπό αυτή την έννοια, το νέο κριτήριο, που φαίνεται ότι υιοθετούν Ευρωζώνη και ΔΝΤ στη συζήτηση για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση. Το νέο κριτήριο λέει ότι η διευθέτηση του ελληνικού χρέους θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι το ετήσιο κόστος για την εξυπηρέτησή του (τόκοι, κεφάλαιο, νέες ανάγκες χρηματοδότησης) να μην ξεπερνούν το 15% του ΑΕΠ. Με άλλα λόγια, όσο το κόστος αυτό είναι κάτω του 15%, το ελληνικό χρέος θεωρείται βιώσιμο.
Το παλιό «μοντέλο» που υιοθετούσε το ΔΝΤ για να κρίνει τη βιωσιμότητα του χρέους ήταν το μέγεθός του ως προς το ΑΕΠ και, συγκεκριμένα είχε τεθεί ως στόχος το 120% του ΑΕΠ μέχρι το 2020. Στη συνέχεια θα πρέπει να ακολουθεί πτωτική πορεία.
Το παλιό κριτήριο είναι τόσο αυθαίρετο όσο και το καινούργιο. Ποιος μπορεί να εγγυηθεί ότι η ελληνική οικονομία μπορεί να εξυπηρετεί χρέος ύψους 120% του ΑΕΠ το 2020; Κανείς. Μπορεί να εξυπηρετεί κόστος χρηματοδότησης 15% του ΑΕΠ κάθε χρόνο; Κανείς, επίσης, δεν μπορεί να το εγγυηθεί.
Δείτε ένα ακόμα παράδοξο: το παλιό κριτήριο (χρέος 120% του ΑΕΠ) «βγάζει» το ελληνικό χρέος μη βιώσιμο. Με βάση το νέο (ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης 15% του ΑΕΠ), το ελληνικό χρέος είναι «βιωσιμότατο»!
Ακόμα και με τα πιο δυσμενή σενάρια για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, το ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης την περίοδο 2015-2030 δεν ξεπερνά κατά μέσο όρο το 13% του ΑΕΠ, ενώ μέχρι το 2023 κυμαίνεται σε ακόμα χαμηλότερα επίπεδα. Αρα, θα πει κάποιος, δεν χρειάζεται καμία αναδιάρθρωση. Ωστόσο, τα προβλήματα ξεκινούν αργότερα, όταν η Ελλάδα θα αρχίζει να αποπληρώνει τόκους και κεφάλαιο (λήγει η περίοδος χάριτος). Επομένως, το νέο κριτήριο θα μπορούσε να οδηγήσει στο εξής οξύμωρο: τώρα που η Ελλάδα χρειάζεται ελάφρυνση για να διευκολυνθεί, να περάσει από την ύφεση στην ανάπτυξη και να βγει στις αγορές, το χρέος της θεωρείται βιώσιμο. Ελάφρυνση ίσως να χρειαστεί ύστερα από 8 ή 15 χρόνια!
Ολο αυτό το παράδοξο εξηγούν οι επικεφαλής οικονομολόγοι της UBS και της Credit Suisse, Τζάστιν Νάιτ και Τζιοβάνι Ζάνι, αντίστοιχα, στη «στρογγυλή τράπεζα» της «Κ», οι οποίοι μαζί με άλλους 6 κορυφαίους οικονομολόγους συζητούν το εξής: τι είναι καλύτερο για την Ελλάδα; Να τεθεί ως κριτήριο για τη βιωσιμότητα του χρέους το «120% του ΑΕΠ» ή το ετήσιο κόστος «15% του ΑΕΠ»; Στο «στρογγυλό τραπέζι» συμμετέχει η αντιπρόεδρος της Moody’s, ο διευθυντής της S&P, ο γενικός διευθυντής της Bank of America, ο διευθυντής του think tank Bruegel, ο επικεφαλής οικονομολόγος της γερμανικής τράπεζας Berenberg, και ο επικεφαλής οικονομολόγος του ομίλου Eurobank.
• Ο διευθυντής του ευρωπαϊκού think tank Bruegel, Γκούντραμ Γουλφ παίρνει σαφή θέση υπέρ του νέου κριτηρίου: «Προφανώς το κριτήριο του κόστους εξυπηρέτησης ως προς το ΑΕΠ έχει περισσότερο νόημα από ό,τι το ύψος του χρέους ως προς ΑΕΠ. Διότι, στόχος είναι η Ελλάδα να μπορεί να χρηματοδοτεί και να αποπληρώνει το χρέος της και, τελικά, να επιστρέψει στις αγορές. Το μέγεθος του χρέους στο 120% του ΑΕΠ δεν σημαίνει τίποτα».
• H αντιπρόεδρος του οίκου αξιολόγησης Moody’s, Αλπόνα Μπενέργι, κατ’ αρχήν διαπιστώνει ότι με βάση όλα τα σενάρια του οίκου, το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο. Ομως, πιο ωφέλιμο θα ήταν η κυβέρνηση να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις στον δημόσιο τομέα και να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και να εξασφαλίσει τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος.
• Σύμφωνα με τον διευθυντή της S&P Φρανκ Γκιλ, ένα όριο για ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης (π.χ. 15% του ΑΕΠ) δεν εξασφαλίζει αυτομάτως τη βιωσιμότητα ενός τόσο υψηλού χρέους. Σύμφωνα με τον κ. Γκιλ, για να επιτευχθεί ο στόχος του 15% θα πρέπει να εξαιρεθούν τα έντοκα γραμμάτια, να συνεχίσει η Ελλάδα δημοσιονομική πειθαρχία, ενώ το χρέος θα παραμένει ευάλωτο σε εξωτερικές κρίσεις. Επομένως, η ελληνική κυβέρνηση θα εξακολουθεί να δανείζεται ακριβά. Με άλλα λόγια, ο κ. Γκιλ θα προτιμούσε ένα «κούρεμα» του χρέους που θα προκαλούσε ένα θετικό σοκ στις αγορές, αλλά, όπως παραδέχεται και ο ίδιος αυτό το σενάριο δεν φαίνεται να έχει πιθανότητες.
• Ο γενικός διευθυντής της Bank of America Merrill Lynch (Europe) Αθανάσιος Βαμβακίδης θεωρεί ότι το όριο αυτό για την περίπτωση της Ελλάδας θα πρέπει να τεθεί στο 10% του ΑΕΠ και όχι υψηλότερα του 15%. Οπως εξηγεί ο κ. Βαμβακίδης, ο στόχος είναι η αποπληρωμή του χρέους και η επιστροφή της Ελλάδος στις αγορές. Αυτό δεν μπορεί να γίνει με εξωπραγματικά πλεονάσματα, ούτε με σενάρια για Grexit κάθε φορά που θα γίνεται αξιολόγηση από την τρόικα.
• Ο επικεφαλής οικονομολόγος του ομίλου Eurobank, Πλάτων Μονοκρούσος σημειώνει ότι η διαφαινόμενη αλλαγή του κριτηρίου βιωσιμότητας του ελληνικού δημοσίου χρέους αντικατοπτρίζει σε μεγάλο βαθμό μια σημαντική πραγματικότητα. Συγκεκριμένα, βάσει του νέου μακροοικονομικού σεναρίου ο λόγος χρέους/ΑΕΠ δεν αναμένεται να προσεγγίσει τους προηγούμενους στόχους (124% το 2020 και σημαντικά χαμηλότερος του 110% το 2022) χωρίς μια σημαντική απομείωση («κούρεμα») μεγάλου μέρους της ονομαστικής του αξίας.
• O ομόλογός του στην Berenberg, Χόλγκερ Σμίντιν υποστηρίζει το νέο κριτήριο καθώς από τις αγορές θεωρείται ως πιο αξιόπιστο για τη βιωσιμότητα του χρέους. Ομως, μία ελάφρυνση με αυτό το κριτήριο θα δοθεί από τους πιστωτές με αντάλλαγμα η Ελλάδα να υπόκεινται σε αυστηρή επιτήρηση και τήρηση των δεσμεύσεων.
Πηγή
Tromaktiko
Υπό αυτή την έννοια, το νέο κριτήριο, που φαίνεται ότι υιοθετούν Ευρωζώνη και ΔΝΤ στη συζήτηση για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση. Το νέο κριτήριο λέει ότι η διευθέτηση του ελληνικού χρέους θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι το ετήσιο κόστος για την εξυπηρέτησή του (τόκοι, κεφάλαιο, νέες ανάγκες χρηματοδότησης) να μην ξεπερνούν το 15% του ΑΕΠ. Με άλλα λόγια, όσο το κόστος αυτό είναι κάτω του 15%, το ελληνικό χρέος θεωρείται βιώσιμο.
Το παλιό «μοντέλο» που υιοθετούσε το ΔΝΤ για να κρίνει τη βιωσιμότητα του χρέους ήταν το μέγεθός του ως προς το ΑΕΠ και, συγκεκριμένα είχε τεθεί ως στόχος το 120% του ΑΕΠ μέχρι το 2020. Στη συνέχεια θα πρέπει να ακολουθεί πτωτική πορεία.
Το παλιό κριτήριο είναι τόσο αυθαίρετο όσο και το καινούργιο. Ποιος μπορεί να εγγυηθεί ότι η ελληνική οικονομία μπορεί να εξυπηρετεί χρέος ύψους 120% του ΑΕΠ το 2020; Κανείς. Μπορεί να εξυπηρετεί κόστος χρηματοδότησης 15% του ΑΕΠ κάθε χρόνο; Κανείς, επίσης, δεν μπορεί να το εγγυηθεί.
Δείτε ένα ακόμα παράδοξο: το παλιό κριτήριο (χρέος 120% του ΑΕΠ) «βγάζει» το ελληνικό χρέος μη βιώσιμο. Με βάση το νέο (ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης 15% του ΑΕΠ), το ελληνικό χρέος είναι «βιωσιμότατο»!
Ακόμα και με τα πιο δυσμενή σενάρια για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, το ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης την περίοδο 2015-2030 δεν ξεπερνά κατά μέσο όρο το 13% του ΑΕΠ, ενώ μέχρι το 2023 κυμαίνεται σε ακόμα χαμηλότερα επίπεδα. Αρα, θα πει κάποιος, δεν χρειάζεται καμία αναδιάρθρωση. Ωστόσο, τα προβλήματα ξεκινούν αργότερα, όταν η Ελλάδα θα αρχίζει να αποπληρώνει τόκους και κεφάλαιο (λήγει η περίοδος χάριτος). Επομένως, το νέο κριτήριο θα μπορούσε να οδηγήσει στο εξής οξύμωρο: τώρα που η Ελλάδα χρειάζεται ελάφρυνση για να διευκολυνθεί, να περάσει από την ύφεση στην ανάπτυξη και να βγει στις αγορές, το χρέος της θεωρείται βιώσιμο. Ελάφρυνση ίσως να χρειαστεί ύστερα από 8 ή 15 χρόνια!
Ολο αυτό το παράδοξο εξηγούν οι επικεφαλής οικονομολόγοι της UBS και της Credit Suisse, Τζάστιν Νάιτ και Τζιοβάνι Ζάνι, αντίστοιχα, στη «στρογγυλή τράπεζα» της «Κ», οι οποίοι μαζί με άλλους 6 κορυφαίους οικονομολόγους συζητούν το εξής: τι είναι καλύτερο για την Ελλάδα; Να τεθεί ως κριτήριο για τη βιωσιμότητα του χρέους το «120% του ΑΕΠ» ή το ετήσιο κόστος «15% του ΑΕΠ»; Στο «στρογγυλό τραπέζι» συμμετέχει η αντιπρόεδρος της Moody’s, ο διευθυντής της S&P, ο γενικός διευθυντής της Bank of America, ο διευθυντής του think tank Bruegel, ο επικεφαλής οικονομολόγος της γερμανικής τράπεζας Berenberg, και ο επικεφαλής οικονομολόγος του ομίλου Eurobank.
• Ο διευθυντής του ευρωπαϊκού think tank Bruegel, Γκούντραμ Γουλφ παίρνει σαφή θέση υπέρ του νέου κριτηρίου: «Προφανώς το κριτήριο του κόστους εξυπηρέτησης ως προς το ΑΕΠ έχει περισσότερο νόημα από ό,τι το ύψος του χρέους ως προς ΑΕΠ. Διότι, στόχος είναι η Ελλάδα να μπορεί να χρηματοδοτεί και να αποπληρώνει το χρέος της και, τελικά, να επιστρέψει στις αγορές. Το μέγεθος του χρέους στο 120% του ΑΕΠ δεν σημαίνει τίποτα».
• H αντιπρόεδρος του οίκου αξιολόγησης Moody’s, Αλπόνα Μπενέργι, κατ’ αρχήν διαπιστώνει ότι με βάση όλα τα σενάρια του οίκου, το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο. Ομως, πιο ωφέλιμο θα ήταν η κυβέρνηση να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις στον δημόσιο τομέα και να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και να εξασφαλίσει τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος.
• Σύμφωνα με τον διευθυντή της S&P Φρανκ Γκιλ, ένα όριο για ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης (π.χ. 15% του ΑΕΠ) δεν εξασφαλίζει αυτομάτως τη βιωσιμότητα ενός τόσο υψηλού χρέους. Σύμφωνα με τον κ. Γκιλ, για να επιτευχθεί ο στόχος του 15% θα πρέπει να εξαιρεθούν τα έντοκα γραμμάτια, να συνεχίσει η Ελλάδα δημοσιονομική πειθαρχία, ενώ το χρέος θα παραμένει ευάλωτο σε εξωτερικές κρίσεις. Επομένως, η ελληνική κυβέρνηση θα εξακολουθεί να δανείζεται ακριβά. Με άλλα λόγια, ο κ. Γκιλ θα προτιμούσε ένα «κούρεμα» του χρέους που θα προκαλούσε ένα θετικό σοκ στις αγορές, αλλά, όπως παραδέχεται και ο ίδιος αυτό το σενάριο δεν φαίνεται να έχει πιθανότητες.
• Ο γενικός διευθυντής της Bank of America Merrill Lynch (Europe) Αθανάσιος Βαμβακίδης θεωρεί ότι το όριο αυτό για την περίπτωση της Ελλάδας θα πρέπει να τεθεί στο 10% του ΑΕΠ και όχι υψηλότερα του 15%. Οπως εξηγεί ο κ. Βαμβακίδης, ο στόχος είναι η αποπληρωμή του χρέους και η επιστροφή της Ελλάδος στις αγορές. Αυτό δεν μπορεί να γίνει με εξωπραγματικά πλεονάσματα, ούτε με σενάρια για Grexit κάθε φορά που θα γίνεται αξιολόγηση από την τρόικα.
• Ο επικεφαλής οικονομολόγος του ομίλου Eurobank, Πλάτων Μονοκρούσος σημειώνει ότι η διαφαινόμενη αλλαγή του κριτηρίου βιωσιμότητας του ελληνικού δημοσίου χρέους αντικατοπτρίζει σε μεγάλο βαθμό μια σημαντική πραγματικότητα. Συγκεκριμένα, βάσει του νέου μακροοικονομικού σεναρίου ο λόγος χρέους/ΑΕΠ δεν αναμένεται να προσεγγίσει τους προηγούμενους στόχους (124% το 2020 και σημαντικά χαμηλότερος του 110% το 2022) χωρίς μια σημαντική απομείωση («κούρεμα») μεγάλου μέρους της ονομαστικής του αξίας.
• O ομόλογός του στην Berenberg, Χόλγκερ Σμίντιν υποστηρίζει το νέο κριτήριο καθώς από τις αγορές θεωρείται ως πιο αξιόπιστο για τη βιωσιμότητα του χρέους. Ομως, μία ελάφρυνση με αυτό το κριτήριο θα δοθεί από τους πιστωτές με αντάλλαγμα η Ελλάδα να υπόκεινται σε αυστηρή επιτήρηση και τήρηση των δεσμεύσεων.
Πηγή
Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Μέμος Μπεγνής: "Δεν πιστεύω στην τύχη"
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ