2015-11-16 10:43:08
Ουραγός είναι η Eλλάδα σε δότες μυελού και ομφάλιου αίματος μέσω... δημόσιων Τραπεζών, ενώ την ίδια στιγμή διεκδικεί την πρώτη θέση στη φύλαξη ομφάλιου αίματος σε ιδιωτικές τράπεζες. Τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στο πλαίσιο του 26ου Πανελλήνιου Αιματολογικού Συνεδρίου (αποτελεί την κορυφαία επιστημονική εκδήλωση της Ελληνικής Αιματολογικής Εταιρείας, ΕΑΕ) είναι ενδεικτικά για την κατάσταση που επικρατεί στο συγκεκριμένο πεδίο: στην Ελλάδα είναι εγγεγραμμένοι λιγότεροι από 50.000 εθελοντές δότες μυελού στη δημόσια Τράπεζα σε αντίθεση με την Κύπρο, που διαθέτει περισσότερους από 110.000 δότες, με πληθυσμό περίπου 10 φορές μικρότερο από αυτόν της Ελλάδας.
Σε αντίθεση με τον χαμηλό αριθμό των εθελοντών δοτών μυελού των οστών στη Δημόσια Τράπεζα, μεγάλος αριθμός μονάδων ομφάλιου αίματος είναι αποθηκευμένες σε ιδιωτικές Τράπεζες προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για μεταμοσχεύσεις. Οι επιστήμονες της Ελληνικής Αιματολογικής Εταιρίας επισήμαναν (για μια ακόμη φορά) ότι είναι εξαιρετικά απίθανο αυτές οι αποθηκευμένες μονάδες ομφάλιου αίματος να χρησιμεύσουν είτε για αυτόλογη είτε για αλλογενή χρήση.
Μεταμόσχευση αιμοποιητικών κυττάρων
Υπάρχουν δύο τύποι μεταμόσχευσης, ανάλογα με την προέλευση των αιμοποιητικών κυττάρων, η αυτόλογη και η αλλογενής. Η αυτόλογη μεταμόσχευση είναι εκείνη κατά την οπoία συλλέγονται αιμοποιητικά κύτταρα από τον ίδιο τον ασθενή πριν από τη θεραπεία, ενώ στην αλλογενή μεταμόσχευση χορηγούνται στον ασθενή αιμοποιητικά κύτταρα, που συλλέγονται από υγιή δότη κάτι που προϋποθέτει συμβατότητα δότη και λήπτη.
Στην Ελλάδα πραγματοποιούνται περίπου 450 μεταμοσχεύσεις αιμοποιητικών κυττάρων το χρόνο, 270 αυτόλογες και 180 αλλογενείς. Από τις αλλογενείς μεταμοσχεύσεις περισσότερες από 80 είναι από μη συγγενείς συμβατούς δότες. Δυστυχώς όμως, η Ελληνική Δεξαμενή έχει περιορισμένο αναλογικά αριθμό δοτών με αποτέλεσμα όλα σχεδόν τα μοσχεύματα για τους ασθενείς να προέρχονται από το εξωτερικό.
Η αλλογενής μεταμόσχευση αιμοποιητικών κυττάρων μπορεί κυριολεκτικά να σώσει τη ζωή ασθενών, που πάσχουν από σοβαρές ασθένειες, όπως λευχαιμία, απλαστική αναιμία, μεσογειακή αναιμία. Πολλά νοσήματα που μέχρι πρότινος είχαν μοιραία κατάληξη για τον ασθενή, όπως η λευχαιμία, μπορούν σήμερα να αντιμετωπισθούν επιτυχώς με την αντικατάσταση του μυελού των οστών του πάσχοντα με αιμοποιητικά κύτταρα, που λαμβάνονται από το μυελό ή το αίμα ενός άλλου ανθρώπου, συμβατού αδελφού ή εθελοντή δότη ή από συμβατό ομφαλικό μόσχευμα από Δημόσια Τράπεζα. Η πιθανότητα εύρεσης συμβατού με τον ασθενή αδελφού είναι μόνο 30%, γεγονός που μαρτυρά την ανάγκη ύπαρξης μιας μεγάλης Δεξαμενής Εθελοντών Δοτών και μίας μεγάλης Δημόσιας Τράπεζας Ομφαλοπλακουντιακού Αίματος (ΟΠΑ), ώστε όλοι οι ασθενείς που χρειάζονται αλλογενή μεταμόσχευση να μπορούν να έχουν αυτή την ευκαιρία.
Οι επιστήμονες υπογράμμισαν και την εξοικονόμηση χρημάτων από την ύπαρξη επαρκούς εθνικής Δεξαμενής, ανάλογης με τη σύνθεση του πληθυσμού της χώρας.
Οι ιδιωτικές τράπεζες φύλαξης ομφάλιου αίματος
Πολύτιμη πηγή αιμοποιητικών κυττάρων για αλλογενή μεταμόσχευση αποτελεί και το ομφάλιο αίμα. Από το 1993, οπότε αποδείχθηκε επιστημονικά η δυνατότητα χρήσης μη συγγενικού ομφάλιου αίματος για μεταμόσχευση, έχουν ιδρυθεί 50 δημόσιες τράπεζες παγκοσμίως σε 34 χώρες, που διαθέτουν περισσότερες από 600.000 μονάδες ομφάλιου αίματος. Διεθνώς έχουν πραγματοποιηθεί πάνω από 30.000 αλλογενείς μεταμοσχεύσεις με ομφάλια αίματα από Δημόσιες Τράπεζες.
Στην Ελλάδα υπάρχουν δεκάδες ιδιωτικές τράπεζες φύλαξης ομφάλιου αίματος για προσωπική ή οικογενειακή χρήση. Μέχρι το 2009, πάνω από 1.000.000 ομφάλια αίματα είχαν αποθηκευθεί σε ιδιωτικές τράπεζες στις δυτικές χώρες ενώ όπως προκύπτει από ανεπίσημα στοιχεία που προέρχονται από την Αμερική ελάχιστα από αυτά (λιγότερα από 100) έχουν χρησιμοποιηθεί.
Βασικό επιχείρημα υπέρ της φύλαξης των κυττάρων του ομφάλιου λώρου και του πλακούντα, σε ιδιωτικές τράπεζες, αποτελεί η μελλοντική αυτόλογη χρήση τους στο πλαίσιο θεραπειών της λεγόμενης αναγεννητικής ιατρικής. Ωστόσο, σύμφωνα με τους Έλληνες αιματολόγους δεν υπάρχει καμία τεκμηριωμένη επιστημονικά απόδειξη ότι τα αιμοποιητικά κύτταρα του ομφάλιου αίματος μπορούν να διαφοροποιηθούν σε άλλους ιστούς. Επίσης, τα νοσήματα φθοράς εμφανίζονται σε ηλικία 40, 50, 60 ετών και σύμφωνα με την τρέχουσα γνώση, τα μοσχεύματα αυτά δεν είναι λειτουργικά πέραν των είκοσι ετών.
Προβλήματα στελέχωσης στα Κέντρα Μεταμόσχευσης του ΕΣΥ
Εκτός από τις νέες θεραπείες, σημαντική πρόοδος έχει επιτευχθεί και στον τομέα της μεταμόσχευσης αιμοποιητικών κυττάρων, που αποτελεί αποτελεσματική θεραπεία για σοβαρές αιματολογικές κακοήθειες, καθώς και για μη κακοήθη αιματολογικά ή γενετικά νοσήματα. Όπως τόνισε ο Αιματολόγος στην Αιματολογική Κλινική-Μονάδα Μεταμόσχευσης Μυελού Οστών του Νοσοκομείο «Ο Ευαγγελισμός» και Πρόεδρος του Τμήματος Μεταμόσχευσης της ΕΑΕ, κ. Ιωάννης Μπαλταδάκης, είναι ανάγκη να διπλασιαστεί ο αριθμός των αλλογενών μεταμοσχεύσεων στην Ελλάδα, σύμφωνα με την αναλογία που παρατηρείται στις Βόρειες Ευρωπαϊκές χώρες.
Στη χώρα μας υπάρχουν έξι μεταμοσχευτικά κέντρα που πραγματοποιούν αλλογενείς μεταμοσχεύσεις. Όλα αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα στελέχωσης σε ιατρικό, νοσηλευτικό και υποστηρικτικό προσωπικό. Οι υποδομές που διαθέτουν κατά κανόνα δεν επαρκούν για την απαιτούμενη αύξηση του αριθμού των μεταμοσχεύσεων. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Μονάδα Μεταμόσχευσης Μυελού των Οστών του «Ευαγγελισμού», που πραγματοποιεί το μεγαλύτερο αριθμό μεταμοσχεύσεων από μη συγγενείς δότες στην Ελλάδα, λειτουργεί στους ίδιους χώρους που δημιουργήθηκαν εδώ και 25 χρόνια και δεν διαθέτει επαρκή αριθμό μεταμοσχευτικών κλινών και κατάλληλο χώρο εξωτερικού ιατρείου για τους μεταμοσχευμένους ασθενείς.
Έλλειμμα και σε εθελοντές αιμοδότες
Θεμελιώδες ζήτημα στην Αιματολογία αποτελεί η σημασία της εθελοντικής αιμοδοσίας για την ασφάλεια και την επάρκεια του αίματος. Όπως ανέφερε η αιματολόγος, πρόεδρος του Τμήματος Αιμοδοσίας - Αφαίρεσης της ΕΑΕ,κυρία Ελισάβετ Γρουζή, οι ετήσιες ανάγκες της χώρας σε αίμα ανέρχονται σε περίπου 600.000 μονάδες, ενώ για να καλυφθούν οι ανάγκες σε πλάσμα και άλλα παράγωγα πρέπει να διαχωρίζεται στα επιμέρους συστατικά το σύνολο του συλλεγομένου αίματος. Αξίζει να επισημανθεί ότι, η Ελλάδα έχει πολύ μεγαλύτερο αριθμό τροχαίων ατυχημάτων σε σχέση με τις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, καθώς και σημαντικό αριθμό πασχόντων από Μεσογειακή Αναιμία.
Παρά τις συστηματικές προσπάθειες που γίνονται για την ανάπτυξη της εθελοντικής αιμοδοσίας, μόνο το 50% περίπου του αίματος που συλλέγεται προσφέρεται από συστηματικούς εθελοντές αιμοδότες, ενώ το υπόλοιπο από αιμοδότες του συγγενικού και φιλικού περιβάλλοντος των ασθενών. Περίπου οι μισοί Έλληνες μπορούν να αιμοδοτήσουν, όμως αιμοδοτεί πολύ λιγότερο από το 5% του πληθυσμού. Οι υπόλοιποι στηρίζονται στην προσφορά αυτών, αν χρειαστούν μετάγγιση. Αντίθετα στην Ευρώπη σχεδόν το 100% του μεταγγιζόμενου αίματος προέρχεται από την Εθελοντική Αιμοδοσία. Tromaktiko
Σε αντίθεση με τον χαμηλό αριθμό των εθελοντών δοτών μυελού των οστών στη Δημόσια Τράπεζα, μεγάλος αριθμός μονάδων ομφάλιου αίματος είναι αποθηκευμένες σε ιδιωτικές Τράπεζες προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για μεταμοσχεύσεις. Οι επιστήμονες της Ελληνικής Αιματολογικής Εταιρίας επισήμαναν (για μια ακόμη φορά) ότι είναι εξαιρετικά απίθανο αυτές οι αποθηκευμένες μονάδες ομφάλιου αίματος να χρησιμεύσουν είτε για αυτόλογη είτε για αλλογενή χρήση.
Μεταμόσχευση αιμοποιητικών κυττάρων
Υπάρχουν δύο τύποι μεταμόσχευσης, ανάλογα με την προέλευση των αιμοποιητικών κυττάρων, η αυτόλογη και η αλλογενής. Η αυτόλογη μεταμόσχευση είναι εκείνη κατά την οπoία συλλέγονται αιμοποιητικά κύτταρα από τον ίδιο τον ασθενή πριν από τη θεραπεία, ενώ στην αλλογενή μεταμόσχευση χορηγούνται στον ασθενή αιμοποιητικά κύτταρα, που συλλέγονται από υγιή δότη κάτι που προϋποθέτει συμβατότητα δότη και λήπτη.
Στην Ελλάδα πραγματοποιούνται περίπου 450 μεταμοσχεύσεις αιμοποιητικών κυττάρων το χρόνο, 270 αυτόλογες και 180 αλλογενείς. Από τις αλλογενείς μεταμοσχεύσεις περισσότερες από 80 είναι από μη συγγενείς συμβατούς δότες. Δυστυχώς όμως, η Ελληνική Δεξαμενή έχει περιορισμένο αναλογικά αριθμό δοτών με αποτέλεσμα όλα σχεδόν τα μοσχεύματα για τους ασθενείς να προέρχονται από το εξωτερικό.
Η αλλογενής μεταμόσχευση αιμοποιητικών κυττάρων μπορεί κυριολεκτικά να σώσει τη ζωή ασθενών, που πάσχουν από σοβαρές ασθένειες, όπως λευχαιμία, απλαστική αναιμία, μεσογειακή αναιμία. Πολλά νοσήματα που μέχρι πρότινος είχαν μοιραία κατάληξη για τον ασθενή, όπως η λευχαιμία, μπορούν σήμερα να αντιμετωπισθούν επιτυχώς με την αντικατάσταση του μυελού των οστών του πάσχοντα με αιμοποιητικά κύτταρα, που λαμβάνονται από το μυελό ή το αίμα ενός άλλου ανθρώπου, συμβατού αδελφού ή εθελοντή δότη ή από συμβατό ομφαλικό μόσχευμα από Δημόσια Τράπεζα. Η πιθανότητα εύρεσης συμβατού με τον ασθενή αδελφού είναι μόνο 30%, γεγονός που μαρτυρά την ανάγκη ύπαρξης μιας μεγάλης Δεξαμενής Εθελοντών Δοτών και μίας μεγάλης Δημόσιας Τράπεζας Ομφαλοπλακουντιακού Αίματος (ΟΠΑ), ώστε όλοι οι ασθενείς που χρειάζονται αλλογενή μεταμόσχευση να μπορούν να έχουν αυτή την ευκαιρία.
Οι επιστήμονες υπογράμμισαν και την εξοικονόμηση χρημάτων από την ύπαρξη επαρκούς εθνικής Δεξαμενής, ανάλογης με τη σύνθεση του πληθυσμού της χώρας.
Οι ιδιωτικές τράπεζες φύλαξης ομφάλιου αίματος
Πολύτιμη πηγή αιμοποιητικών κυττάρων για αλλογενή μεταμόσχευση αποτελεί και το ομφάλιο αίμα. Από το 1993, οπότε αποδείχθηκε επιστημονικά η δυνατότητα χρήσης μη συγγενικού ομφάλιου αίματος για μεταμόσχευση, έχουν ιδρυθεί 50 δημόσιες τράπεζες παγκοσμίως σε 34 χώρες, που διαθέτουν περισσότερες από 600.000 μονάδες ομφάλιου αίματος. Διεθνώς έχουν πραγματοποιηθεί πάνω από 30.000 αλλογενείς μεταμοσχεύσεις με ομφάλια αίματα από Δημόσιες Τράπεζες.
Στην Ελλάδα υπάρχουν δεκάδες ιδιωτικές τράπεζες φύλαξης ομφάλιου αίματος για προσωπική ή οικογενειακή χρήση. Μέχρι το 2009, πάνω από 1.000.000 ομφάλια αίματα είχαν αποθηκευθεί σε ιδιωτικές τράπεζες στις δυτικές χώρες ενώ όπως προκύπτει από ανεπίσημα στοιχεία που προέρχονται από την Αμερική ελάχιστα από αυτά (λιγότερα από 100) έχουν χρησιμοποιηθεί.
Βασικό επιχείρημα υπέρ της φύλαξης των κυττάρων του ομφάλιου λώρου και του πλακούντα, σε ιδιωτικές τράπεζες, αποτελεί η μελλοντική αυτόλογη χρήση τους στο πλαίσιο θεραπειών της λεγόμενης αναγεννητικής ιατρικής. Ωστόσο, σύμφωνα με τους Έλληνες αιματολόγους δεν υπάρχει καμία τεκμηριωμένη επιστημονικά απόδειξη ότι τα αιμοποιητικά κύτταρα του ομφάλιου αίματος μπορούν να διαφοροποιηθούν σε άλλους ιστούς. Επίσης, τα νοσήματα φθοράς εμφανίζονται σε ηλικία 40, 50, 60 ετών και σύμφωνα με την τρέχουσα γνώση, τα μοσχεύματα αυτά δεν είναι λειτουργικά πέραν των είκοσι ετών.
Προβλήματα στελέχωσης στα Κέντρα Μεταμόσχευσης του ΕΣΥ
Εκτός από τις νέες θεραπείες, σημαντική πρόοδος έχει επιτευχθεί και στον τομέα της μεταμόσχευσης αιμοποιητικών κυττάρων, που αποτελεί αποτελεσματική θεραπεία για σοβαρές αιματολογικές κακοήθειες, καθώς και για μη κακοήθη αιματολογικά ή γενετικά νοσήματα. Όπως τόνισε ο Αιματολόγος στην Αιματολογική Κλινική-Μονάδα Μεταμόσχευσης Μυελού Οστών του Νοσοκομείο «Ο Ευαγγελισμός» και Πρόεδρος του Τμήματος Μεταμόσχευσης της ΕΑΕ, κ. Ιωάννης Μπαλταδάκης, είναι ανάγκη να διπλασιαστεί ο αριθμός των αλλογενών μεταμοσχεύσεων στην Ελλάδα, σύμφωνα με την αναλογία που παρατηρείται στις Βόρειες Ευρωπαϊκές χώρες.
Στη χώρα μας υπάρχουν έξι μεταμοσχευτικά κέντρα που πραγματοποιούν αλλογενείς μεταμοσχεύσεις. Όλα αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα στελέχωσης σε ιατρικό, νοσηλευτικό και υποστηρικτικό προσωπικό. Οι υποδομές που διαθέτουν κατά κανόνα δεν επαρκούν για την απαιτούμενη αύξηση του αριθμού των μεταμοσχεύσεων. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Μονάδα Μεταμόσχευσης Μυελού των Οστών του «Ευαγγελισμού», που πραγματοποιεί το μεγαλύτερο αριθμό μεταμοσχεύσεων από μη συγγενείς δότες στην Ελλάδα, λειτουργεί στους ίδιους χώρους που δημιουργήθηκαν εδώ και 25 χρόνια και δεν διαθέτει επαρκή αριθμό μεταμοσχευτικών κλινών και κατάλληλο χώρο εξωτερικού ιατρείου για τους μεταμοσχευμένους ασθενείς.
Έλλειμμα και σε εθελοντές αιμοδότες
Θεμελιώδες ζήτημα στην Αιματολογία αποτελεί η σημασία της εθελοντικής αιμοδοσίας για την ασφάλεια και την επάρκεια του αίματος. Όπως ανέφερε η αιματολόγος, πρόεδρος του Τμήματος Αιμοδοσίας - Αφαίρεσης της ΕΑΕ,κυρία Ελισάβετ Γρουζή, οι ετήσιες ανάγκες της χώρας σε αίμα ανέρχονται σε περίπου 600.000 μονάδες, ενώ για να καλυφθούν οι ανάγκες σε πλάσμα και άλλα παράγωγα πρέπει να διαχωρίζεται στα επιμέρους συστατικά το σύνολο του συλλεγομένου αίματος. Αξίζει να επισημανθεί ότι, η Ελλάδα έχει πολύ μεγαλύτερο αριθμό τροχαίων ατυχημάτων σε σχέση με τις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, καθώς και σημαντικό αριθμό πασχόντων από Μεσογειακή Αναιμία.
Παρά τις συστηματικές προσπάθειες που γίνονται για την ανάπτυξη της εθελοντικής αιμοδοσίας, μόνο το 50% περίπου του αίματος που συλλέγεται προσφέρεται από συστηματικούς εθελοντές αιμοδότες, ενώ το υπόλοιπο από αιμοδότες του συγγενικού και φιλικού περιβάλλοντος των ασθενών. Περίπου οι μισοί Έλληνες μπορούν να αιμοδοτήσουν, όμως αιμοδοτεί πολύ λιγότερο από το 5% του πληθυσμού. Οι υπόλοιποι στηρίζονται στην προσφορά αυτών, αν χρειαστούν μετάγγιση. Αντίθετα στην Ευρώπη σχεδόν το 100% του μεταγγιζόμενου αίματος προέρχεται από την Εθελοντική Αιμοδοσία. Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΣΟΒΑΡΟΣ ΚΑΙ... ΜΕΤΡΗΜΕΝΟΣ (ΚΑΙ) ΣΤΑ ΛΟΓΙΑ Ο ΜΑΝΤΖΑΡΗΣ!
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ