Ακριβώς αυτή την κοινή λογική καταγράψαμε στο παρελθόν, όσον αφορά στις αποκρατικοποιήσεις των ενεργειακών επιχειρήσεων, και επιβεβαιώνεται από τις πληροφορίες που είδαν το φως της δημοσιότητας, αμέσως μετά το αποτέλεσμα της κάλπης.
Μπορεί κάποιοι (κυρίως όσοι έχουν κοινές αντιλήψεις με το περιβόητο ΤΑΙΠΕΔ) να εμφανίζονται δυσαρεστημένοι από τη νέα καθυστέρηση, ωστόσο η εξέλιξη αυτή υπαγορεύεται από τις ίδιες τις εξελίξεις. Αφήστε που μπορεί να συμφέρει κι ορισμένους!
Κι εξηγούμαστε: Τις δύο πρώτες ημέρες αμέσως μετά το αποτέλεσμα των εκλογών, το Χρηματιστήριο εμφάνισε συνολικά υποχώρηση μεγαλύτερη του 10%! Τις ίδιες ημέρες, η μετοχή της ΔΕΗ κινήθηκε κάτω και από τα 2 ευρώ, που αποτελεί ιστορικό χαμηλό. Η δε κεφαλαιοποίηση της επιχείρησης βρέθηκε ακόμη και κάτω από 460 εκατ. ευρώ, με αποτέλεσμα η χρηματιστηριακή αξία του 51,5% των μετοχών που κατέχει το ελληνικό Δημόσιο να περιορίζεται στα 233 εκατ. ευρώ.
Αυτό σημαίνει, με απλά λόγια, πως ο μελλοντικός στρατηγικός επενδυτής της ΔΕΗ μπορεί να δώσει ακόμη και 250 εκατ. ευρώ και να αποκτήσει μία επιχείρηση με τεράστια υπεραξία. Για λόγους σύγκρισης, τα ποσά αυτά αντιστοιχούν στο κόστος κατασκευής μίας μικρής μονάδας ηλεκτροπαραγωγής. Και η ΔΕΗ διαθέτει σήμερα εκατοντάδες μικρές και μεγάλες μονάδες κάθε τύπου, στην ηπειρωτική Ελλάδα και στα νησιά, με τις οποίες ηλεκτροδοτεί τη χώρα από τη μία άκρη ώς την άλλη!
Λίγο καλύτερη είναι η αντίστοιχη εικόνα για τα Ελληνικά Πετρέλαια. Η κεφαλαιοποίηση της επιχείρησης βρίσκεται λίγο κάτω από τα 1,58 δισ. ευρώ, με αποτέλεσμα η χρηματιστηριακή αξία του μεριδίου που κατέχει το ελληνικό Δημόσιο (περίπου 35,48%) να υπολογίζεται στα 560 εκατ. ευρώ. Την ίδια στιγμή, ο όμιλος έχει σε εξέλιξη επένδυση ύψους 1,5 δισ. ευρώ για τον εκσυγχρονισμό της παλιάς Πετρόλα. Με άλλα λόγια, το «μαγαζί» στο Χρηματιστήριο αποτιμάται όσο η επένδυση, αν και έχει άλλα δύο διυλιστήρια και όλες τις άλλες δραστηριότητες!
Η απλή επενδυτική λογική λέει ότι σε αυτές τις τιμές θα έπρεπε οι μετοχές να έχουν γίνει ανάρπαστες και μάλιστα με την προοπτική της αποκρατικοποίησης.
Ωστόσο, το θέμα δεν μπορεί να περιοριστεί στο πλαίσιο της απλής επενδυτικής τακτικής, αλλά έχει τεράστια σημασία για το μέλλον της χώρας, καθώς:
♦ Η πώληση των ενεργειακών επιχειρήσεων σε ξένους θα αφαιρέσει τη δυνατότητα από οποιαδήποτε μελλοντική κυβέρνηση να σχεδιάσει την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών της χώρας.
♦ Η πώληση σε αυτές τις τιμές είναι καραμπινάτο ξεπούλημα όσο-όσο και δημιουργεί τεράστιες ευθύνες σε όποιον το αποφασίσει και το προχωρήσει…
♦ Καταρρίπτει τον μύθο της πώλησης της περιουσίας του Δημοσίου για να μειωθεί το χρέος, καθώς τα ποσά μόνο από τις δύο επιχειρήσεις (ΔΕΗ και ΕΛΠΕ) δεν φτάνουν για να «σβήσουν» ούτε το 0,25% (μάλιστα! Το ένα τέταρτο της ποσοστιαίας μονάδας!!!) από το φέσι που μας φόρτωσαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις.
Παρ’ όλα αυτά, κάποιοι αγόραζαν τις συγκεκριμένες μετοχές το διάστημα της μεγάλης πτώσης. Το εάν αυτοί έχουν σχέση με συμφέροντα που θα εμφανιστούν στους σχετικούς διαγωνισμούς για να διεκδικήσουν τον ρόλο του στρατηγικού επενδυτή, αυτό θα φανεί στο μέλλον.
Το σίγουρο είναι πως όσο διαρκεί η πολιτική αβεβαιότητα και η μετεκλογική σύγχυση σχετικά με το τι κυβέρνηση θα έχουμε, τόσο θα παραμένει «παγωμένο» το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων. Πολύ περισσότερο, εάν προκύψει αριστερή ή κεντροαριστερή κυβέρνηση, τότε πολλά πράγματα θα αναθεωρηθούν.
Κρίσιμες εξελίξεις
Ξεχωριστή (αλλά όχι λιγότερο ενδιαφέρουσα) περίπτωση αποτελεί η ΔΕΠΑ και μαζί της ο ΔΕΣΦΑ. Ο ελληνικός τομέας του φυσικού αερίου συνδέεται με πολλές και ιδιαίτερα κρίσιμες εξελίξεις με γεωπολιτικές παραμέτρους.
Η ΔΕΠΑ «παίζει» και στον αγωγό ITGI (Τουρκία - Ελλάδα - Ιταλία) και στον νότιο κλάδο του South Stream, ωστόσο οι αμερικανικές «διαταγές» φαίνεται να επιλέγουν έναν τρίτο αγωγό (τον ελβετο-νορβηγικό TAP) ή και έναν μικρότερο (τον «μικρό Nabucco», όπως τον ονόμασε η BP που τον πρότεινε και ο οποίος δεν περνάει από τη χώρα μας) με αποτέλεσμα η κρατική επιχείρηση να «αδυνατίζει» ως προς τις υπεραξίες της.
Ο σχετικός διαγωνισμός για τον «μνηστήρα» της ΔΕΠΑ βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, ωστόσο σε αυτή τη συγκυρία κανείς δεν μπορεί να πάρει αποφάσεις.
Το χειρότερο απ’ όλα είναι πως η χώρα μας στριμώχνεται όλο και περισσότερο όσο περνά ο καιρός: Το 2016 λήγει το συμβόλαιο με τους Ρώσους και η ανανέωσή του είναι ιδιαίτερα αμφίβολη, εάν δεν υπάρξει πιο διευρυμένη ενεργειακή συνεργασία με τη Μόσχα.
Επιπλέον, το ιρανικό πετρέλαιο έπαψε να ρέει προς τα ελληνικά διυλιστήρια, καθώς το εμπάργκο της Ε.Ε. μας στέρησε τον καλύτερο και πιο βολικό προμηθευτή μας, τον μόνο που μας έδινε πίστωση και καλύτερες τιμές… Και σε αυτή την περίπτωση, μία συμφωνία με τους Ρώσους θα μας έλυνε τα χέρια.
Όμως υπάρχουν οι Συμπληγάδες! Κι εξηγούμαστε:
♦ Οι Αμερικάνοι δεν θέλουν ούτε να ακούσουν για ελληνορωσική ενεργειακή συνεργασία και μας προτρέπουν να συνεργαστούμε ακόμη και με τον… διάολο, αλλά όχι με τη Μόσχα.
♦ Οι Ρώσοι για να τείνουν χείρα βοηθείας θέλουν ανταλλάγματα, που αντιστοιχούν σε διεύρυνση της συνεργασίας και σε άλλους τομείς, εκτός από το φυσικό αέριο, όπως για παράδειγμα στον πετρελαϊκό τομέα και στην ηλεκτροπαραγωγή.
♦ Οι Γερμανοί θέλουν να κυριαρχήσουν στην παραγωγή ηλεκτρισμού με όλες τις τεχνολογίες (όχι μόνο φωτοβολταϊκά, αλλά ακόμη και λιγνίτη), αλλά θεωρούν ότι οι τιμές (επιχειρήσεων και ενεργειακών υπηρεσιών) είναι ακόμη πολύ ακριβές στην Ελλάδα.
♦ Οι Γάλλοι ενδιαφέρονται για τα πάντα, αλλά δεν εμφανίζονται απευθείας, παρά μόνο με συνεταίρους και επιχειρήσεις άλλων χωρών, στις οποίες είναι μέτοχοι.
Η υπόθεση έχει πολλά… γιγαβάτ, προκαλώντας εντάσεις και αβέβαιες προοπτικές. Γι’ αυτό και τις παρακολουθούμε στενά
Πηγή
kostasxan.blogspot.com