2016-05-01 15:21:07
Το αρχαίο Τροφώνιο Μαντείο ή Τροφώνιο Άντρο, στη Λιβαδειά, βρίσκεται στους πρόποδες του λόφου με το μεσαιωνικό κάστρο όπου βρίσκονται τα ερείπια για τα οποία πιστεύεται ότι αποτελούν, ό,τι απέμεινε από το Τροφώνιο , στο ιερό άλσος της αριστερής όχθης του ποταμού, προς τον προφήτη Ηλία.
Η αληθινή μαντική σπηλιά του Τροφώνιου, δεν έχει ακόμη ανακαλυφθεί, παρόλο που οι ιερές πηγές αποτελούν τουριστικό αξιοθέατο και τα ερείπια ενός ναού στέκουν λίγο πιο πέρα.
Στο Τροφώνιο Μαντείο ταξίδευαν από παντού και ζητούσαν μελλοντολογικούς χρησμούς πάρα πολλοί άνθρωποι και εκεί είχαν προσφύγει ζητώντας βοήθεια πολύ σπουδαίοι άντρες (ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι εκεί ζήτησε χρησμό ο πάμπλουτος βασιλιάς Κροίσος, ο αρχηγός του περσικού στρατού Μαρδόνιος, ο Ρωμαίος στρατηγός Αιμίλιος-Παύλος, κ.α.).
Κατά την αρχαιότητα η πόλη λεηλατήθηκε και καταστράφηκε δύο φορές (395 π.Χ.-86 π.Χ.), αλλά τον 2ο αι. μ.Χ. η πόλη γνώρισε μεγάλη ακμή, και στο Τροφώνιο Άντρο κατέφτασαν για χρησμό άνθρωποι από τις τέσσερις γωνίες της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, (ανάμεσα τους και ο Παυσανίας, που στις Περιηγήσεις του περιγράφει με όλες τις λεπτομέρειες τα παράξενα που συνέβαιναν εκεί).
Στο ιερό άλσος, το μαντείο του Τροφώνιου λειτουργούσε μέχρι την πλήρη εγκαθίδρυση του Χριστιανισμού και την απαγόρευση δια νόμου, από τον Θεοδόσιο Α', των τελετουργιών, των αρχαίων θρησκειών και μυστηρίων.
Σ' αυτό το μέρος λέγεται πως όταν εισέρχονταν με έναν ομολογουμένως παράξενο τρόπο (αναρόφησση από μία τρύπα στο έδαφος;) κάποιος κάνοντας ένα ταξίδι σε έναν αλλόκοτο υπόγειο κόσμο, μπορούσε να πληροφορηθεί για την απάντηση οποιασδήποτε ερώτησης. Για να εισέλθει κανείς στο Τροφώνιο Άνδρο θα έπρεπε να ακολουθήσει ένα συγκεκριμένο τρόπο ζωής για λίγες μέρες, όπως υπεδείκνυαν οι ιερείς του μαντείου και μετά να ξεναγηθεί σε αυτό το γεμάτο ερωτηματικά κόσμο.
Όσοι έβγαιναν από αυτό, τους απαγορεύονταν να μιλήσουν για αυτό που έζησαν εκεί, κι αν παρέβαιναν αυτή τη συμφωνία το τίμημα ήταν η ζωή τους. Συνήθως έβγαιναν από εκεί μέσα μετά από χρονικό διάστημα 2-3 ημερών μέσα από την ίδια τρύπα από την οποία έμπαιναν (ο τρόπος εξόδου τους από αυτή ήταν ανάλογος με αυτόν της εισόδου τους: έβγαιναν με ορμή από εκεί μέσα σαν να τους εξωθούσε μία μεγάλη αντιβαρυτική δύναμη;) ήταν πολύ ζαλισμένοι, σαν αποχαυνωμένοι και μπορούσαν να συνέλθουν μόνο ακολουθώντας κάποιες οδηγίες που τους έδιναν οι ιερείς. Αυτά που είδαν, άκουσαν και έμαθαν μέσα στο Τροφώνιο οι επισκέπτες, δεν επιτρεπόταν να τα διηγηθούν σε τρίτους.
Ο Παυσανίας διηγείται τον τρόπο με τον οποίο ανακαλύφθηκε η τρύπα του Τροφώνιου Μαντείου: Ένα μεγάλο σμήνος από άγριες μέλισσες εμφανίστηκε στη Λιβαδειά, κάποιοι το ακολούθησαν ως την τεράστια κυψέλη του κάτω από τη γη, κι αυτό τους οδήγησε στην ανακάλυψη του Μαντείου (που σημαίνει ότι κάτι «έπαθαν» εκεί). Γι' αυτόν τον λόγο ο Τροφώνιος συχνά απεικονίζεται να κρατά μία κυψέλη μελισσών.
Ο ίδιος, ο Παυσανίας, συμβουλεύτηκε το μαντείο και διηγείται τα πάντα για το μαντείο ή όσα δεν ήταν απαγορευμένα να συζητηθούν:«Στο μαντείο γίνονται τα εξής: όταν κάποιος αποφασίσει να κατεβεί στον Τροφώνιο, πρώτα ζει καθορισμένες ημέρες σε οίκημα, το οποίο είναι αφιερωμένο στον αγαθό Δαίμονα και στην αγαθή Τύχη. Όσο ζει εκεί, και κατά τα άλλα μένει καθαρός και απέχει από θερμά λουτρά, λούζεται στον ποταμό Έρκυνα. Κρέατα έχει άφθονα από τις θυσίες, γιατί όποιος κατεβαίνει θυσιάζει και στον ίδιο τον Τροφώνιο, στα παιδιά του, καθώς και στον Απόλλωνα, στον Κρόνο, στον επονομαζόμενο Βασιλιά Δία, στην Ηνίοχη Ήρα και στη Δήμητρα, που την ονομάζουν Ευρώπη και λένε πως ήταν η τροφός του Τροφωνίου. Σε κάθε θυσία παρευρίσκεται μάντης, που εξετάζει τα σπλάχνα του σφαγίου και προλέγει σ' εκείνον που πρόκειται να κατέβει, αν ο Τροφώνιος θα τον δεχθεί με ευμένεια και καλοσύνη… Τη νύχτα που πρόκειται να κατέβει κανείς, θυσιάζουν σε βόθρο επικαλούμενοι τον Αγαμήδη. Αν όλα τα σφάγια είναι ευνοϊκά και δείξουν όλα το ίδιο, τότε καθένας κατεβαίνει με καλές ελπίδες. Κάποιος, κατεβαίνει ως εξής:Τον οδηγούν πρώτα τη νύχτα στον ποταμό Έρκυνα, ιόν αλείφουν με λάδι και τον λούζουν δύο παιδιά των πολιτών, δεκατριών περίπου χρονών, που επονομάζονται Ερμές. Αυτά πλένουν όποιον θα κατέβει και τον βοηθούν σε ό,τι χρειάζεται. Κατόπιν οδηγείται τους ιερείς όχι αμέσως στο μαντείο, αλλά σε πηγές νερού που είναι πολύ κοντά η μία στην άλλη.
Εδώ αυτός πρέπει να πιει το λεγόμενο Νερό της Λήθης, για να λησμονήσει όλα όσα σκεφτόταν προηγουμένως, έπειτα να πιει και το άλλο Λερό της Μνημοσύνης για να θυμάται όσο θα δει όταν κατέβει. Βλέπει το άγαλμα, πού λένε ότι είναι έργο του Δαιδάλου, που οι ιερείς δεν το παρουσιάζουν παρά μόνο σ' όσους πρόκειται να πάνε στον Τροφώνιο. Αφού δει το άγαλμα αυτό και το λατρεύσει και προσευχηθεί, έρχεται προς το μαντείο φορώντας λινό χιτώνα, ζωσμένο με ταινίες και φορώντας ντόπια υποδήματα.
Το μαντείο είναι στο βουνό, πάνω από το άλσος. Περιβάλλεται από κυκλικό κρηπίδωμα από λευκό μάρμαρο, η περιφέρεια του είναι όσο ένα μικρό αλώνι και το ύψος του λιγότερο από δύο πήχεις. Πάνω στο κρηπίδωμα είναι στημένοι πάσσαλοι, χάλκινοι και αυτοί και οι ζώνες που τους συνδέουν, και διαμέσου αυτών υπάρχει πόρτα. Μέσα στον περίβολο υπάρχει άνοιγμα γης, όχι φυσικό, αλλά χτισμένο με μεγάλη τέχνη και αρμονία. Το οικοδόμημα αυτό έχει σχήμα φούρνου… Για να κατέβει κανείς στο βάθος δεν έχει χτιστή σκάλα, αλλά όταν κανείς έρχεται στον Τροφώνιο του φέρνουν μια σκάλα στενή κι ελαφριά. Στο βάθος υπάρχει τρύπα ανάμεσα στο δάπεδο και στο οικοδόμημα… "Αυτός λοιπόν που κατεβαίνει, ξαπλώνει ανάσκελα στο έδαφος κρατώντας γλυκά ζυμωμένα με μέλι (μελόπιτες) και βάζει πρώτα μέσα στην τρύπα τα πόδια του για να μπει μετά και ο ίδιος.
Αν τα γόνατα του βρεθούν μέσα στην τρύπα, το υπόλοιπο σώμα τραβιέται αμέσως ακολουθώντας τα γόνατα, όπως ο μεγαλύτερος και γρηγορότερος ποταμός μπορεί να ρουφήξει τον άνθρωπο που τον άρπαξε με τη δίνη του. (!!)
Έπειτα, για όσους βρεθούν στο άδυτο, δεν υπάρχει ένας μόνο τρόπος για να μάθουν το μέλλον, αλλά άλλος βλέπει και άλλος ακούει. Όσοι κατεβαίνουν γυρίζουν πίσω από το ίδιο στόμιο, και βγάζοντας πρώτα τα πόδια, ξεβράζονται έξω.
Λένε πως κανένας απ' όσους κατέβηκαν δεν πέθανε, εκτός από κάποιον δορυφόρο του Δημητρίου. Αυτός δεν έκανε όσα προβλέπουν οι κανονισμοί του ιερού, ούτε κατέβηκε για μαντεία, αλλά πήγε με την ελπίδα να πάρει ασήμι και χρυσάφι από το άδυτο. Λέγεται ότι το πτώμα του φάνηκε σε άλλο μέρος και δεν βγήκε από το ιερό στόμιο. Λένε κι άλλα για τον άνθρωπο αυτόν, αλλά ανέφερα τα πιο αξιόλογα.
Όποιον ανεβαίνει από τον Τροφώνιο τον παίρνουν πάλι οι ιερείς και τον καθίζουν στον λεγόμενο θρόνο της Μνημοσύνης, που βρίσκεται κοντά στο άδυτο. Αφού καθίσει τον ρωτούν για όσα είδε και έμαθε, και αφού τα πληροφορηθούν τον παραδίδουν στους δικούς του, που τον παίρνουν και τον μεταφέρουν στο οίκημα όπου έμενε προηγουμένως, κοντά στην αγαθή Τύχη και στον αγαθό Δαίμονα, ενώ αυτός έχει χάσει το γέλιο του και κατέχεται ακόμη από μεγάλο φόβο και δεν γνωρίζει ούτε τον εαυτό του ούτε τους γύρω του. Αργότερα όμως, ανακτά και άλλα και τη φρόνηση στον βάθρο που την είχε και πριν, και επανέρχεται το γέλιο του.
Γράφω αυτά, όχι επειδή τα άκουσα, αλλά και άλλους είδα και εγώ ο ίδιος έκανα χρήση του Τροφωνίου. Όσοι κατεβαίνουν στο Τροφώνιο είναι ανάγκη να αφιερώσουν, γραμμένα σε πινακίδα, όσα άκουσε ή είδε ο καθένας…»
Ο Πλούταρχος αναφέρει (στο "περί του Σωκράτους δαιμόνιο") την εμπειρία που είχε ο Τίμαρχος στο Τροφώνιο Άνδρο. Όποιος κατέβαινε στο υπόγειο άδυτο έμπαινε ξαπλώνοντας ανάσκελα βάζοντας πρώτα τα δυο πόδια για να βγει μετά από ώρες ή μέρες με τον ίδιο τρόπο. Στην περίπτωση του Τίμαρχου, ο Πλούταρχος αναφέρει πως ο Τίμαρχος έμεινε 36 ώρες προσευχόμενος στο υπόγειο σκοτάδι, ακούγοντας ήχους, και νοιώθοντας τελικά να βγαίνει η ψυχή του από το κεφάλι ανεβαίνοντας προς τον Ουρανό, βλέποντας από ψηλά την Γη και τους σφαιρικούς πλανήτες.
Ο Φιλόστρατος, διηγείται πολλά για το Τροφώνιο Άνδρο, και μεταξύ άλλων μας λέει ότι η υπόγεια εμπειρία του επισκέπτη συμπεριλάμβανε και επαφές με «ερπετά»:
"Το σπήλαιο στη Λιβαδειά είναι αφιερωμένο στον Τροφώνιο, τον γιο του Απόλλωνα, και εκεί μπορούν να εισέλθουν μόνο όσοι μείνουν εκεί για να πάρουν χρησμό, και το μαντείο δεν είναι ορατό από τον ναό, αλλά στέκει λίγο πιο πάνω απ' αυτόν, στον λόφο, και είναι κλεισμένο από σιδερένια κάγκελα που το περικυκλώνουν. Για να κατέβεις σε αυτό, πρέπει να καθίσει κάτω και να τραβηχτείς απότομα εκεί μέσα. Εκείνοι που εισέρχονται εκεί, είναι ντυμένοι με λευκά ρούχα και κρατούν μελόπιτες στα χέρια τους, για να εξευμενίσουν τα ερπετά που συναντούν κατά την κάθοδο τους…"
Πηγή
Tromaktiko
Η αληθινή μαντική σπηλιά του Τροφώνιου, δεν έχει ακόμη ανακαλυφθεί, παρόλο που οι ιερές πηγές αποτελούν τουριστικό αξιοθέατο και τα ερείπια ενός ναού στέκουν λίγο πιο πέρα.
Στο Τροφώνιο Μαντείο ταξίδευαν από παντού και ζητούσαν μελλοντολογικούς χρησμούς πάρα πολλοί άνθρωποι και εκεί είχαν προσφύγει ζητώντας βοήθεια πολύ σπουδαίοι άντρες (ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι εκεί ζήτησε χρησμό ο πάμπλουτος βασιλιάς Κροίσος, ο αρχηγός του περσικού στρατού Μαρδόνιος, ο Ρωμαίος στρατηγός Αιμίλιος-Παύλος, κ.α.).
Κατά την αρχαιότητα η πόλη λεηλατήθηκε και καταστράφηκε δύο φορές (395 π.Χ.-86 π.Χ.), αλλά τον 2ο αι. μ.Χ. η πόλη γνώρισε μεγάλη ακμή, και στο Τροφώνιο Άντρο κατέφτασαν για χρησμό άνθρωποι από τις τέσσερις γωνίες της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, (ανάμεσα τους και ο Παυσανίας, που στις Περιηγήσεις του περιγράφει με όλες τις λεπτομέρειες τα παράξενα που συνέβαιναν εκεί).
Στο ιερό άλσος, το μαντείο του Τροφώνιου λειτουργούσε μέχρι την πλήρη εγκαθίδρυση του Χριστιανισμού και την απαγόρευση δια νόμου, από τον Θεοδόσιο Α', των τελετουργιών, των αρχαίων θρησκειών και μυστηρίων.
Σ' αυτό το μέρος λέγεται πως όταν εισέρχονταν με έναν ομολογουμένως παράξενο τρόπο (αναρόφησση από μία τρύπα στο έδαφος;) κάποιος κάνοντας ένα ταξίδι σε έναν αλλόκοτο υπόγειο κόσμο, μπορούσε να πληροφορηθεί για την απάντηση οποιασδήποτε ερώτησης. Για να εισέλθει κανείς στο Τροφώνιο Άνδρο θα έπρεπε να ακολουθήσει ένα συγκεκριμένο τρόπο ζωής για λίγες μέρες, όπως υπεδείκνυαν οι ιερείς του μαντείου και μετά να ξεναγηθεί σε αυτό το γεμάτο ερωτηματικά κόσμο.
Όσοι έβγαιναν από αυτό, τους απαγορεύονταν να μιλήσουν για αυτό που έζησαν εκεί, κι αν παρέβαιναν αυτή τη συμφωνία το τίμημα ήταν η ζωή τους. Συνήθως έβγαιναν από εκεί μέσα μετά από χρονικό διάστημα 2-3 ημερών μέσα από την ίδια τρύπα από την οποία έμπαιναν (ο τρόπος εξόδου τους από αυτή ήταν ανάλογος με αυτόν της εισόδου τους: έβγαιναν με ορμή από εκεί μέσα σαν να τους εξωθούσε μία μεγάλη αντιβαρυτική δύναμη;) ήταν πολύ ζαλισμένοι, σαν αποχαυνωμένοι και μπορούσαν να συνέλθουν μόνο ακολουθώντας κάποιες οδηγίες που τους έδιναν οι ιερείς. Αυτά που είδαν, άκουσαν και έμαθαν μέσα στο Τροφώνιο οι επισκέπτες, δεν επιτρεπόταν να τα διηγηθούν σε τρίτους.
Ο Παυσανίας διηγείται τον τρόπο με τον οποίο ανακαλύφθηκε η τρύπα του Τροφώνιου Μαντείου: Ένα μεγάλο σμήνος από άγριες μέλισσες εμφανίστηκε στη Λιβαδειά, κάποιοι το ακολούθησαν ως την τεράστια κυψέλη του κάτω από τη γη, κι αυτό τους οδήγησε στην ανακάλυψη του Μαντείου (που σημαίνει ότι κάτι «έπαθαν» εκεί). Γι' αυτόν τον λόγο ο Τροφώνιος συχνά απεικονίζεται να κρατά μία κυψέλη μελισσών.
Ο ίδιος, ο Παυσανίας, συμβουλεύτηκε το μαντείο και διηγείται τα πάντα για το μαντείο ή όσα δεν ήταν απαγορευμένα να συζητηθούν:«Στο μαντείο γίνονται τα εξής: όταν κάποιος αποφασίσει να κατεβεί στον Τροφώνιο, πρώτα ζει καθορισμένες ημέρες σε οίκημα, το οποίο είναι αφιερωμένο στον αγαθό Δαίμονα και στην αγαθή Τύχη. Όσο ζει εκεί, και κατά τα άλλα μένει καθαρός και απέχει από θερμά λουτρά, λούζεται στον ποταμό Έρκυνα. Κρέατα έχει άφθονα από τις θυσίες, γιατί όποιος κατεβαίνει θυσιάζει και στον ίδιο τον Τροφώνιο, στα παιδιά του, καθώς και στον Απόλλωνα, στον Κρόνο, στον επονομαζόμενο Βασιλιά Δία, στην Ηνίοχη Ήρα και στη Δήμητρα, που την ονομάζουν Ευρώπη και λένε πως ήταν η τροφός του Τροφωνίου. Σε κάθε θυσία παρευρίσκεται μάντης, που εξετάζει τα σπλάχνα του σφαγίου και προλέγει σ' εκείνον που πρόκειται να κατέβει, αν ο Τροφώνιος θα τον δεχθεί με ευμένεια και καλοσύνη… Τη νύχτα που πρόκειται να κατέβει κανείς, θυσιάζουν σε βόθρο επικαλούμενοι τον Αγαμήδη. Αν όλα τα σφάγια είναι ευνοϊκά και δείξουν όλα το ίδιο, τότε καθένας κατεβαίνει με καλές ελπίδες. Κάποιος, κατεβαίνει ως εξής:Τον οδηγούν πρώτα τη νύχτα στον ποταμό Έρκυνα, ιόν αλείφουν με λάδι και τον λούζουν δύο παιδιά των πολιτών, δεκατριών περίπου χρονών, που επονομάζονται Ερμές. Αυτά πλένουν όποιον θα κατέβει και τον βοηθούν σε ό,τι χρειάζεται. Κατόπιν οδηγείται τους ιερείς όχι αμέσως στο μαντείο, αλλά σε πηγές νερού που είναι πολύ κοντά η μία στην άλλη.
Εδώ αυτός πρέπει να πιει το λεγόμενο Νερό της Λήθης, για να λησμονήσει όλα όσα σκεφτόταν προηγουμένως, έπειτα να πιει και το άλλο Λερό της Μνημοσύνης για να θυμάται όσο θα δει όταν κατέβει. Βλέπει το άγαλμα, πού λένε ότι είναι έργο του Δαιδάλου, που οι ιερείς δεν το παρουσιάζουν παρά μόνο σ' όσους πρόκειται να πάνε στον Τροφώνιο. Αφού δει το άγαλμα αυτό και το λατρεύσει και προσευχηθεί, έρχεται προς το μαντείο φορώντας λινό χιτώνα, ζωσμένο με ταινίες και φορώντας ντόπια υποδήματα.
Το μαντείο είναι στο βουνό, πάνω από το άλσος. Περιβάλλεται από κυκλικό κρηπίδωμα από λευκό μάρμαρο, η περιφέρεια του είναι όσο ένα μικρό αλώνι και το ύψος του λιγότερο από δύο πήχεις. Πάνω στο κρηπίδωμα είναι στημένοι πάσσαλοι, χάλκινοι και αυτοί και οι ζώνες που τους συνδέουν, και διαμέσου αυτών υπάρχει πόρτα. Μέσα στον περίβολο υπάρχει άνοιγμα γης, όχι φυσικό, αλλά χτισμένο με μεγάλη τέχνη και αρμονία. Το οικοδόμημα αυτό έχει σχήμα φούρνου… Για να κατέβει κανείς στο βάθος δεν έχει χτιστή σκάλα, αλλά όταν κανείς έρχεται στον Τροφώνιο του φέρνουν μια σκάλα στενή κι ελαφριά. Στο βάθος υπάρχει τρύπα ανάμεσα στο δάπεδο και στο οικοδόμημα… "Αυτός λοιπόν που κατεβαίνει, ξαπλώνει ανάσκελα στο έδαφος κρατώντας γλυκά ζυμωμένα με μέλι (μελόπιτες) και βάζει πρώτα μέσα στην τρύπα τα πόδια του για να μπει μετά και ο ίδιος.
Αν τα γόνατα του βρεθούν μέσα στην τρύπα, το υπόλοιπο σώμα τραβιέται αμέσως ακολουθώντας τα γόνατα, όπως ο μεγαλύτερος και γρηγορότερος ποταμός μπορεί να ρουφήξει τον άνθρωπο που τον άρπαξε με τη δίνη του. (!!)
Έπειτα, για όσους βρεθούν στο άδυτο, δεν υπάρχει ένας μόνο τρόπος για να μάθουν το μέλλον, αλλά άλλος βλέπει και άλλος ακούει. Όσοι κατεβαίνουν γυρίζουν πίσω από το ίδιο στόμιο, και βγάζοντας πρώτα τα πόδια, ξεβράζονται έξω.
Λένε πως κανένας απ' όσους κατέβηκαν δεν πέθανε, εκτός από κάποιον δορυφόρο του Δημητρίου. Αυτός δεν έκανε όσα προβλέπουν οι κανονισμοί του ιερού, ούτε κατέβηκε για μαντεία, αλλά πήγε με την ελπίδα να πάρει ασήμι και χρυσάφι από το άδυτο. Λέγεται ότι το πτώμα του φάνηκε σε άλλο μέρος και δεν βγήκε από το ιερό στόμιο. Λένε κι άλλα για τον άνθρωπο αυτόν, αλλά ανέφερα τα πιο αξιόλογα.
Όποιον ανεβαίνει από τον Τροφώνιο τον παίρνουν πάλι οι ιερείς και τον καθίζουν στον λεγόμενο θρόνο της Μνημοσύνης, που βρίσκεται κοντά στο άδυτο. Αφού καθίσει τον ρωτούν για όσα είδε και έμαθε, και αφού τα πληροφορηθούν τον παραδίδουν στους δικούς του, που τον παίρνουν και τον μεταφέρουν στο οίκημα όπου έμενε προηγουμένως, κοντά στην αγαθή Τύχη και στον αγαθό Δαίμονα, ενώ αυτός έχει χάσει το γέλιο του και κατέχεται ακόμη από μεγάλο φόβο και δεν γνωρίζει ούτε τον εαυτό του ούτε τους γύρω του. Αργότερα όμως, ανακτά και άλλα και τη φρόνηση στον βάθρο που την είχε και πριν, και επανέρχεται το γέλιο του.
Γράφω αυτά, όχι επειδή τα άκουσα, αλλά και άλλους είδα και εγώ ο ίδιος έκανα χρήση του Τροφωνίου. Όσοι κατεβαίνουν στο Τροφώνιο είναι ανάγκη να αφιερώσουν, γραμμένα σε πινακίδα, όσα άκουσε ή είδε ο καθένας…»
Ο Πλούταρχος αναφέρει (στο "περί του Σωκράτους δαιμόνιο") την εμπειρία που είχε ο Τίμαρχος στο Τροφώνιο Άνδρο. Όποιος κατέβαινε στο υπόγειο άδυτο έμπαινε ξαπλώνοντας ανάσκελα βάζοντας πρώτα τα δυο πόδια για να βγει μετά από ώρες ή μέρες με τον ίδιο τρόπο. Στην περίπτωση του Τίμαρχου, ο Πλούταρχος αναφέρει πως ο Τίμαρχος έμεινε 36 ώρες προσευχόμενος στο υπόγειο σκοτάδι, ακούγοντας ήχους, και νοιώθοντας τελικά να βγαίνει η ψυχή του από το κεφάλι ανεβαίνοντας προς τον Ουρανό, βλέποντας από ψηλά την Γη και τους σφαιρικούς πλανήτες.
Ο Φιλόστρατος, διηγείται πολλά για το Τροφώνιο Άνδρο, και μεταξύ άλλων μας λέει ότι η υπόγεια εμπειρία του επισκέπτη συμπεριλάμβανε και επαφές με «ερπετά»:
"Το σπήλαιο στη Λιβαδειά είναι αφιερωμένο στον Τροφώνιο, τον γιο του Απόλλωνα, και εκεί μπορούν να εισέλθουν μόνο όσοι μείνουν εκεί για να πάρουν χρησμό, και το μαντείο δεν είναι ορατό από τον ναό, αλλά στέκει λίγο πιο πάνω απ' αυτόν, στον λόφο, και είναι κλεισμένο από σιδερένια κάγκελα που το περικυκλώνουν. Για να κατέβεις σε αυτό, πρέπει να καθίσει κάτω και να τραβηχτείς απότομα εκεί μέσα. Εκείνοι που εισέρχονται εκεί, είναι ντυμένοι με λευκά ρούχα και κρατούν μελόπιτες στα χέρια τους, για να εξευμενίσουν τα ερπετά που συναντούν κατά την κάθοδο τους…"
Πηγή
Tromaktiko
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Βουτιά στο κενό οι νέες αυξήσεις φόρων
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ