2016-05-18 00:35:25
Η γενναία πράξη της αείμνηστης δασκάλας του Σπηλίου στο Ρέθυμνο Ερωφίλης Μαυρογιαννάκη-Παπαδάκη, κατατάσσεται σήμερα στις πρώτες πράξεις αντίστασης της γυναίκας στην Κρήτη απέναντι στις φασιστικές συμπεριφορές των δυνάμεων κατοχής. Η ίδια, μάλιστα, αρνούμενη επιμόνως τις εντολές του κατακτητή να ακολουθήσει τους υπόλοιπους συγχωριανούς της στη συγκέντρωση των εργατών για την «υποχρεωτική αγγαρεία» στο αεροδρόμιο Τυμπακίου, δεν δίστασε, χρησιμοποιώντας τις πατριωτικές αρετές που δίδασκε στους μαθητές της, να του ξηλώσει το πέταλο από το πέτο αλλά και «να τον αρχίσει στα χαστούκια και με όση δύναμη είχε τον έσπρωξε και τον πέταξε στην αυλή του διπλανού μας σπιτιού».
Αυτόπτης μάρτυρας του ανέλπιστου γεγονότος που προκάλεσε την οργή της γερμανικής διοίκησης και χαρακτηρίστηκε «ντροπή για το Ράιχ» από την «διοίκηση Κρήτης», ήταν η κόρη της Ευγενία, μικρή μαθήτρια τότε, που εξιστορεί: «Στις 29 Ιουνίου 1942, οι Γερμανοί είχαν περικυκλώσει το Σπήλι για να πιάσουν και να μεταφέρουν στο Τυμπάκι κατοίκους του χωριού για υποχρεωτική αγγαρεία στο αεροδρόμιο
. Όλοι οι άντρες είχαν εξαφανιστεί »Ο επικεφαλής αστυνομικός της Γκεστάπο, συνοδευόμενος από τον αστυνομικό σταθμάρχη και τον πρόεδρο της κοινότητας Κώστα Τζανακάκη, έξαλλος βλέπει τη μητέρα μου Ερωφίλη, 33 χρονών τότε, έξω από το σπίτι της να προσπαθεί να βάλει μέσα τον δίχρονο αδερφό μου Νίκο. Τρέχει, λοιπόν, κατά της μητέρας μου ο Γερμανός. Άρχισε να την τραβά και να τη χτυπά και της φωνάζει εκνευρισμένος, χωρίς λόγο, να τον ακολουθήσει. Η μάνα μου προσπαθούσε να τους εξηγήσει ότι ήταν δασκάλα και ότι είχε τρία μικρά παιδιά. Όμως, ο Γερμανός συνέχιζε να την τραβά και να τη χτυπά…»
ΤΟΥ ΞΗΛΩΣΕ ΤΟ ΠΕΤΑΛΟ ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΤΟ
Παρά την επιμονή της να αντιληφθεί την αδυναμία της να βρεθεί στη συγκέντρωση για «τα καταναγκαστικά έργα στο αεροδρόμιο του Τυμπακίου» ο Γερμανός «Πεταλάς» αρνούνταν να αποχωρήσει εάν δεν τον ακολουθούσε. «Εφόσον δεν έπαιρνε από λόγια», συνεχίζει στην αφήγησή της η κυρία Ευγενία Παπαδάκη, «η μητέρα μου όχι μόνο δεν τον ακολούθησε, αλλά τον άρπαξε με το ένα χέρι από τον λαιμό και τράβηξε το πέταλο από το πέτο με το άλλο. Σε δευτερόλεπτα τον άρχισε στα χαστούκια και με όση δύναμη είχε τον έσπρωξε και τον πέταξε στην αυλή του διπλανού μας σπιτιού. Το κράνος του και το υπηρεσιακό του ραβδί πετάχτηκαν πολλά μέτρα μακριά κι ο ίδιος ξάπλωσε κάτω τσακισμένος…»
Και αφού συνέβη απρόσμενα αυτή η εξέλιξη, ο Γερμανός «πεταλάς» μετά από λίγη ώρα έντονα προσβεβλημένος, αναζητούσε… επειγόντως την δασκάλα για να εκδικηθεί: «Το επεισόδιο και η αντίδραση της μάνας μου, άφησε έκπληκτους τους συνοδούς του Γερμανού της Γκεστάπο, που πίστεψαν ότι τον είχε σκοτώσει. Κάμποση ώρα μετά, ντροπιασμένος από την εξέλιξη που είχε το περιστατικό, σηκώθηκε αγριεμένος και υβρίζοντας ζητούσε τη δασκάλα για να εκδικηθεί. Όμως, η μητέρα μου είχε πάρει εμάς τα τρία παιδιά της και είχε φύγει…
»Είχε κατορθώσει να περάσει το μπλόκο των Γερμανών και πήγε να συναντήσει τον πατέρα μας, που ήταν ο Γιώργης Παπαδάκης, απόστρατος αξιωματικός της Χωροφυλακής, ήρωας της Μικρασιατικής Καταστροφής και του είχε απονεμηθεί το χρυσό μετάλλιο ανδρείας. Είχε παραιτηθεί από το αξίωμά του, γιατί δεν ήθελε να υπηρετήσει τον κατακτητή, και του είχε απονεμηθεί το μετάλλιο ευδοκίμου υπηρεσίας. Η μητέρα μου ήταν το γένος Μαυρογιαννάκη και τα πατρογονικά της ήταν στα Αμαριώτικα…
»Με τον πατέρα μου, λοιπόν, κατάφεραν μέσα από ποταμό και χωράφια να φτάσουν στο Μιξόρρουμα, στο σπίτι της ξαδέλφης της δασκάλας Αρτεμισίας Δουλεγράκη. Την ίδια μέρα το βράδυ, ο πρόεδρος του χωριού πήγε στο σπίτι του Μάρκου Δουλγεράκη και του είπε: «Μάρκο αν κρύβεις την ξαδέρφη σου την Ερωφίλη στο σπίτι, να φύγει αμέσως από το χωριό, γιατί άμα μάθουν οι Γερμανοί πως είναι εδώ, θα κάψουν το χωριό. Τη γυρεύουν και θέλουν να εκδικηθούν για τη μεγάλη προσβολή που τους έκαμε…
»Τα πράγματα είχαν γίνει δύσκολα για το Μιξόρρουμα. Αναγκαστήκαμε, λοιπόν, η μάνα μου, ο πατέρας μου και εμείς τα τρία μικρά παιδιά, να αφήσομε το σπίτι της Αρτεμισίας και το χωριό. Πάνω σε ένα γαϊδουράκι, περπατώντας από απάτητα βουνά, κατευθυνθήκαμε στα Αμαριώτικα που ήταν τα πατρογονικά εδάφη της μητέρας μου. Στα βουνά συναντούσαμε βοσκούς που μας συμπαραστέκονταν και μας έλεγαν ότι η περιοχή είναι ζωσμένη από Γερμανούς που έψαχναν την δασκάλα…»
ΟΔΟΣ ΕΡΩΦ.ΠΑΠΑΔΑΚΗ
Βρήκαν, στο μεταξύ, ως καταλληλότερη λύση αντί να βρουν καταφύγιο σωτηρίας τα Αμαριώτικα να καταλήξουν αρχικά στην περιοχή έξω από την πόλη του Ρεθύμνου και συνέχεια σε συγγενικό τους σπίτι στο Ρέθυμνο. Ολοκληρώνοντας την αφήγηση της η Ευγενία Παπαδάκη θυμάται: «Υποχρεωθήκαμε να αλλάξουμε πορεία και να κατευθυνθούμε προς την πόλη του Ρεθύμνου. Φτάσαμε σε μια καλύβα σε ένα αμπέλι έξω από το Ρέθυμνο, μέχρι που να καταφέρουμε να πάμε στο σπίτι της θείας μου, που ήταν αδερφή του πατέρα μου. Εκεί μείναμε μέχρι που ηρέμησε η κατάσταση. Γυρίσαμε ύστερα στο σπίτι μας στο Σπήλι. Όμως, κάθε φορά που ερχόταν οι Γερμανοί στο χωριό και ζητούσαν εργάτες για αγγαρεία στο Τυμπάκι, ο πρόεδρος της κοινότητας Κώστας Τζανακάκης μας ειδοποιούσε κι όλη η οικογένεια εξαφανιζόταν στα βουνά. Τα βουνά ήταν το καταφύγιό μας, μέχρι που μάθαμε ότι ο Γερμανός που ρεζίλεψε η μητέρα μου πνίγηκε σε ναυάγιο πηγαίνοντας στην Αίγυπτο. Είχε δηλώσει και σε ντόπιους και σε Γερμανούς, πως σκοπός της ζωής του ήταν να βρει τη δασκάλα και να την εκδικηθεί για την μεγάλη προσβολή που υπέστη, επειδή, έλεγε είχε γυρίσει όλο τον κόσμο αλλά ποτέ δεν είχε αντιμετωπίσει τέτοιο φαινόμενο… »
Η γενναία δασκάλα του Σπηλίου Ερωφίλη Παπαδάκη έζησε έως τις 5 Μαρτίου 1995. Πέθανε σε ηλικία 86 χρονών και πλαισιώνονταν από τρία παιδιά, οκτώ εγγόνια και τέσσερα δισέγγονα. Το σπίτι της στο Σπήλι στη θέση «Τουρκοχάρακας» στο κέντρο της κωμόπολης, εκεί που διαδραματίστηκε ένα από τα πρώτα γεγονότα αντίστασης από γυναίκα δασκάλα κατά των δυνάμεων κατοχής, ανοίγει κάθε χρόνο τα καλοκαίρια όταν φτάνουν για τις διακοπές τους παιδιά και εγγόνια. Το όμορφο και δροσερό δρομάκι πάνω από την πλατεία της «Κεφαλοβρύσης» έχει λάβει το όνομά της εις ανάμνηση της σπουδαίας πράξης της…
Πηγή
Tromaktiko
Αυτόπτης μάρτυρας του ανέλπιστου γεγονότος που προκάλεσε την οργή της γερμανικής διοίκησης και χαρακτηρίστηκε «ντροπή για το Ράιχ» από την «διοίκηση Κρήτης», ήταν η κόρη της Ευγενία, μικρή μαθήτρια τότε, που εξιστορεί: «Στις 29 Ιουνίου 1942, οι Γερμανοί είχαν περικυκλώσει το Σπήλι για να πιάσουν και να μεταφέρουν στο Τυμπάκι κατοίκους του χωριού για υποχρεωτική αγγαρεία στο αεροδρόμιο
ΤΟΥ ΞΗΛΩΣΕ ΤΟ ΠΕΤΑΛΟ ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΤΟ
Παρά την επιμονή της να αντιληφθεί την αδυναμία της να βρεθεί στη συγκέντρωση για «τα καταναγκαστικά έργα στο αεροδρόμιο του Τυμπακίου» ο Γερμανός «Πεταλάς» αρνούνταν να αποχωρήσει εάν δεν τον ακολουθούσε. «Εφόσον δεν έπαιρνε από λόγια», συνεχίζει στην αφήγησή της η κυρία Ευγενία Παπαδάκη, «η μητέρα μου όχι μόνο δεν τον ακολούθησε, αλλά τον άρπαξε με το ένα χέρι από τον λαιμό και τράβηξε το πέταλο από το πέτο με το άλλο. Σε δευτερόλεπτα τον άρχισε στα χαστούκια και με όση δύναμη είχε τον έσπρωξε και τον πέταξε στην αυλή του διπλανού μας σπιτιού. Το κράνος του και το υπηρεσιακό του ραβδί πετάχτηκαν πολλά μέτρα μακριά κι ο ίδιος ξάπλωσε κάτω τσακισμένος…»
Και αφού συνέβη απρόσμενα αυτή η εξέλιξη, ο Γερμανός «πεταλάς» μετά από λίγη ώρα έντονα προσβεβλημένος, αναζητούσε… επειγόντως την δασκάλα για να εκδικηθεί: «Το επεισόδιο και η αντίδραση της μάνας μου, άφησε έκπληκτους τους συνοδούς του Γερμανού της Γκεστάπο, που πίστεψαν ότι τον είχε σκοτώσει. Κάμποση ώρα μετά, ντροπιασμένος από την εξέλιξη που είχε το περιστατικό, σηκώθηκε αγριεμένος και υβρίζοντας ζητούσε τη δασκάλα για να εκδικηθεί. Όμως, η μητέρα μου είχε πάρει εμάς τα τρία παιδιά της και είχε φύγει…
»Είχε κατορθώσει να περάσει το μπλόκο των Γερμανών και πήγε να συναντήσει τον πατέρα μας, που ήταν ο Γιώργης Παπαδάκης, απόστρατος αξιωματικός της Χωροφυλακής, ήρωας της Μικρασιατικής Καταστροφής και του είχε απονεμηθεί το χρυσό μετάλλιο ανδρείας. Είχε παραιτηθεί από το αξίωμά του, γιατί δεν ήθελε να υπηρετήσει τον κατακτητή, και του είχε απονεμηθεί το μετάλλιο ευδοκίμου υπηρεσίας. Η μητέρα μου ήταν το γένος Μαυρογιαννάκη και τα πατρογονικά της ήταν στα Αμαριώτικα…
»Με τον πατέρα μου, λοιπόν, κατάφεραν μέσα από ποταμό και χωράφια να φτάσουν στο Μιξόρρουμα, στο σπίτι της ξαδέλφης της δασκάλας Αρτεμισίας Δουλεγράκη. Την ίδια μέρα το βράδυ, ο πρόεδρος του χωριού πήγε στο σπίτι του Μάρκου Δουλγεράκη και του είπε: «Μάρκο αν κρύβεις την ξαδέρφη σου την Ερωφίλη στο σπίτι, να φύγει αμέσως από το χωριό, γιατί άμα μάθουν οι Γερμανοί πως είναι εδώ, θα κάψουν το χωριό. Τη γυρεύουν και θέλουν να εκδικηθούν για τη μεγάλη προσβολή που τους έκαμε…
»Τα πράγματα είχαν γίνει δύσκολα για το Μιξόρρουμα. Αναγκαστήκαμε, λοιπόν, η μάνα μου, ο πατέρας μου και εμείς τα τρία μικρά παιδιά, να αφήσομε το σπίτι της Αρτεμισίας και το χωριό. Πάνω σε ένα γαϊδουράκι, περπατώντας από απάτητα βουνά, κατευθυνθήκαμε στα Αμαριώτικα που ήταν τα πατρογονικά εδάφη της μητέρας μου. Στα βουνά συναντούσαμε βοσκούς που μας συμπαραστέκονταν και μας έλεγαν ότι η περιοχή είναι ζωσμένη από Γερμανούς που έψαχναν την δασκάλα…»
ΟΔΟΣ ΕΡΩΦ.ΠΑΠΑΔΑΚΗ
Βρήκαν, στο μεταξύ, ως καταλληλότερη λύση αντί να βρουν καταφύγιο σωτηρίας τα Αμαριώτικα να καταλήξουν αρχικά στην περιοχή έξω από την πόλη του Ρεθύμνου και συνέχεια σε συγγενικό τους σπίτι στο Ρέθυμνο. Ολοκληρώνοντας την αφήγηση της η Ευγενία Παπαδάκη θυμάται: «Υποχρεωθήκαμε να αλλάξουμε πορεία και να κατευθυνθούμε προς την πόλη του Ρεθύμνου. Φτάσαμε σε μια καλύβα σε ένα αμπέλι έξω από το Ρέθυμνο, μέχρι που να καταφέρουμε να πάμε στο σπίτι της θείας μου, που ήταν αδερφή του πατέρα μου. Εκεί μείναμε μέχρι που ηρέμησε η κατάσταση. Γυρίσαμε ύστερα στο σπίτι μας στο Σπήλι. Όμως, κάθε φορά που ερχόταν οι Γερμανοί στο χωριό και ζητούσαν εργάτες για αγγαρεία στο Τυμπάκι, ο πρόεδρος της κοινότητας Κώστας Τζανακάκης μας ειδοποιούσε κι όλη η οικογένεια εξαφανιζόταν στα βουνά. Τα βουνά ήταν το καταφύγιό μας, μέχρι που μάθαμε ότι ο Γερμανός που ρεζίλεψε η μητέρα μου πνίγηκε σε ναυάγιο πηγαίνοντας στην Αίγυπτο. Είχε δηλώσει και σε ντόπιους και σε Γερμανούς, πως σκοπός της ζωής του ήταν να βρει τη δασκάλα και να την εκδικηθεί για την μεγάλη προσβολή που υπέστη, επειδή, έλεγε είχε γυρίσει όλο τον κόσμο αλλά ποτέ δεν είχε αντιμετωπίσει τέτοιο φαινόμενο… »
Η γενναία δασκάλα του Σπηλίου Ερωφίλη Παπαδάκη έζησε έως τις 5 Μαρτίου 1995. Πέθανε σε ηλικία 86 χρονών και πλαισιώνονταν από τρία παιδιά, οκτώ εγγόνια και τέσσερα δισέγγονα. Το σπίτι της στο Σπήλι στη θέση «Τουρκοχάρακας» στο κέντρο της κωμόπολης, εκεί που διαδραματίστηκε ένα από τα πρώτα γεγονότα αντίστασης από γυναίκα δασκάλα κατά των δυνάμεων κατοχής, ανοίγει κάθε χρόνο τα καλοκαίρια όταν φτάνουν για τις διακοπές τους παιδιά και εγγόνια. Το όμορφο και δροσερό δρομάκι πάνω από την πλατεία της «Κεφαλοβρύσης» έχει λάβει το όνομά της εις ανάμνηση της σπουδαίας πράξης της…
Πηγή
Tromaktiko
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ ΑΠΟ ΚΑΡΑΠΑΠΑ!
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΕΤΣΙ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕ... ΤΗΝ ΗΤΤΑ ΣΤΟΝ ΤΕΛΙΚΟ Η ΠΑΕ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ