2016-10-27 22:52:08
«Εν αρχή ην το Χάος[1]» κατά τον Ησίοδο. Τρία στοιχεία όμως συνυπάρχουν, το Χάος, η Γαία και ο Ερωτας. Ο Ερωτας δεν γεννά αλλά ενθαρρύνει και διευκολύνει τη γέννηση και τη δημιουργία. Από το Χάος γεννήθηκαν το Έρεβος και η Νύχτα, ενώ τα παιδιά τους ήταν ο Αιθέρας και η Ημέρα.
«ἤτοι μὲν πρώτιστα Χάος γένετ'· αὐτὰρ ἔπειτα Γαῖ' εὐρύστερνος, πάντων ἕδος ἀσφαλὲς αἰεὶ ἀθανάτων οἳ ἔχουσι κάρη νιφόεντος Ὀλύμπου, Τάρταρά τ' ἠερόεντα μυχῷ χθονὸς εὐρυοδείης, ἠδ' Ἔρος, ὃς κάλλιστος ἐν ἀθανάτοισι θεοῖσι, λυσιμελής, πάντων τε θεῶν πάντων τ' ἀνθρώπων δάμναται ἐν στήθεσσι νόον καὶ ἐπίφρονα βουλήν.» (Ησιόδου Θεογονία 116-122)
Στην αρχή γεννήθηκε το Χάος, κι έπειτα η πλατύστηθη Γαία παντοτινός και ασφαλής τόπος των αθανάτων που εξουσιάζουν τις χιονισμένες κορφές του Ολύμπου και τα σκοτεινά Τάρταρα στα βάθη της γης με τους πλατείς δρόμους. Μετά ο Έρως που είναι ο ωραιότερος ανάμεσα στους αθάνατους θεούς, που λύνει τα μέλη όλων των θεών και των ανθρώπων και δαμάζει στα στήθεια την καρδιά και τον νου.
«ἐκ Χάεος δ' Ἔρεβός τε μέλαινά τε Νὺξ ἐγένοντο· Νυκτὸς δ' αὖτ' Αἰθήρ τε καὶ Ἡμέρη ἐξεγένοντο, οὓς τέκε κυσαμένη Ἐρέβει φιλότητι μιγεῖσα.»(Ησιόδου Θεογονία 123-126)
Από το Χάος ακόμη δημιουργήθηκαν το Έρεβος κι η μαύρη νύχτα. Κι απ’ τη Νύχτα «γεννήθηκε» ο Αιθέρας κι η Ημέρα, που τα γέννησε σμίγοντας με «φιλότητα»[2]με το Έρεβος.
Ο Αιθέρας και η ημέρα δημιουργήθηκαν από την έλξη (φιλότητα) της Νύχτας και του Ερέβους. Οι έννοιες «φιλότης,(η) – νεικος,(το)» είναι σημαντικές στην κατανόηση της διαδικασίας της εξέλιξης. Ο Εμπεδοκλής ερμηνεύει την κίνηση στο «Σφαίρον» σύμπαν ως την επιδραση δύο αντίρροπων δυνάμεων, της Φιλότητας και του Νείκεος, οι οποίες προκαλούν μεταβολές και μετακομίσεις στο σύμπαν.
Εμπεδοκλής «Περί φύσεως»
«Μα θα γυρίσω ξανά στου τραγουδιού τον δρόμο,
αυτόν που πήρα πριν, τον ένα λόγο μετά τον άλλο
εκστομίζοντας, σ' εκείνο: Γιατί, όταν η φιλονικία
έφτασε στα τρίσβαθα της δίνης και ήρθε στη μέση
του στροβίλου η αγάπη, όλα τούτα άρχισαν
να συνάζονται και να γίνονται ένα μόνο, όχι μεμιάς,
αλλά ηθελημένα σμίγοντας, ένα από εδώ, άλλο
από εκεί. Από το σμίξιμό τους μύρια προήλθαν
είδη θνητών. Πολλά όμως έμειναν άσμιχτα,
σε αυτά που έσμιγαν ανάμεσα. Ήταν όσα κρατούσε,
ακόμα ψηλά, η φιλονικία- γιατί ακόμα δεν είχε τελείως
αποσυρθεί κι ολότελα στα εξώτατα όρια του κύκλου,
αλλά κάποια μέρη της παρέμεναν μέσα,
άλλα είχαν προχωρήσει. Όσο έτρεχε μακριά
για να ξεφύγει, τόσο ερχόταν προς το μέρος της
συνέχεια της άμεμπτης αγάπης η ήπια αθάνατη ορμή.
Αμέσως τότε έγιναν θνητά όσα πριν ήξεραν
να "ναι αθάνατα, και αναμείχτηκαν όσα ήταν
προηγουμένως άσμιχτα, αλλάζοντας δρόμους.
Κι απ' το σμίξιμό τους μύρια προήλθαν είδη θνητών,
με μορφές κάθε λογής, θαύμα σωστό να τα βλέπεις».
Το χάος
Στην ησιόδεια Θεογονία το Χάος αποτελεί το πρώτο από τα τρία αρχικά στοιχεία: Χάος-Ερεβος-Νυξ. Στα Αργοναυτικά το Χάος χαρακτηρίζεται ως αρχαίον (= πρωτογενές, αγέννητο=δεν γεννήθηκε, προϋπήρχε)) «…Πρῶτα μὲν ἀρχαίου χάεος μελανήφατον ὕμνον…» Ορφέως[3] – αργοναυτικά, 421). Το Χάος είναι το αδιάστατο χάσμα, επέκεινα του απείρου χρόνου, της άπειρης αιωνιότητας, «…τοῦ ἐφ' ἑκάτερα ἀπείρου αἰῶνος…»(Marc-Aurèle, Pensées, livre IV). Το χάος είναι η αδημιούργητη αρχήή το αυθύπαρκτο αρχικό αίτιο του οποίου η πρώτη κίνηση της ουσίας του είχε ως αποτέλεσμα τον σχηματισμό, τον διαχωρισμό του σε έρεβος και νύχτα.
Το έρεβος
Το έρεβος είναι «η πρωτογενής ύλη», η μάζα. Το αδιαμόρφωτο χάος-χάσμα αρχίζει να διαμορφώνεται. Το Ερεβος είναι η μη μορφοποιημένη ύλη. Μ’ αυτό το «πρωτόπλασμα ύλης» σμίγει η Νύχτα για να γεννηθούν ο αιθέρας, ως η ψυχή του κόσμου και η ημέρα. Δεν υπάρχει χρόνος χωρίς χώρο (άχωρος χρόνος), γι’ αυτό και μερικοί θεωρούν πως το έρεβος προήλθε από τον χρόνο και την αδράστεια (ανάγκη). Αν ως αδράστεια νοηθεί η δημιουργός και πολύεργη ανάγκη του χάους, τότε το έρεβος είναι το ίζημα του διαχωρισμού της Νύκτας από το χάος «…αρχαίου μεν πρώτα χάους ατέκμαρτον[4] ανάγκην…» = Κατά πρώτον μεν (εφανέρωσα) του αρχαίου χάους την ακαταμάχητην ανάγκην (Αργοναυτικά, στ. 12)
Η Νύξ
Tο Ερεβος είναι η ορατή ύλη, η μάζα. HΝυξ είναι η μη ορατή ύλη, η σκοτεινή ύλη, η πρωτογενής, πρωταρχική ενέργεια, οι ιδιότητες της οποίας περιγράφονται στον Ορφικό ύμνο Νυκτός. Είναι μακαρία θεά, μελανόστιλπνη, αστρόφεγγη, που χαίρεται στην ησυχία και στην πολύυπνη ηρεμία, τερπνή, φιλάγρυπνη, μητέρα των ονείρων, λυσιμέριμνη και πράα, κρατά την ανάπαυση των πόνων, υπνοδότρια, φίλη όλων, ιππεύτρια, νυχτόφεγγη, ημιτελής, και γήινη και ουράνια, περιοδική, παίχτρια με τ’ αεροπλάνητα θηράματα, που εκπέμπει φως στα βάθη και πάλι αποσύρεται στον Άδη. Διότι η φοβερή ανάγκη κυβερνά τα πάντα.
Το Χάος χωρίστηκε σε δύο μορφές, σε δύο οντότητες, το έρεβος και την νύκτα. Οι δύο αυτές ουσίες του χάους διαχωριζόμενες η μία από την άλλη κάτω από την επίδραση του νείκεος έλκονται ταυτόχρονα μεταξύ τους, λόγω φιλότητας για να δημιουργηθεί ο Αιθέρας και η Ημέρα. Το Νείκος και η Φιλότης ορίζονται έτσι ως συμπαντικοί νόμοι. Το Ερεβος και η Νυκτα είναι η διπλή υφή του χάους-μάζα και ενέργεια. Το χάος βρίσκεται ακόμη σε μια πολύ ασταθή κατάσταση. Η Νύκτα ημιτελής, εκπέποντας φως και αποσυρόμενη πάλι στον Αδη[5] πασχίζει να κρατήσει στο όλον αυτό σύστημα του Χάους την ηρεμία ενάντια στο δύστροπο Νείκος, επειδή η φοβερή ανάγκη κυβερνά τα πάντα. Ο Αιθέρας και η Ημέρα, ως τέκνα του Ερέβους και της Νυκτός, θα δώσουν την πρώτη λύση σ’ αυτήν την αστάθεια του όλου χαοτικού συστήματος.
Το «Χάος-Ερεβος-Νυξ» είναι για τους πυθαγορείους ο δεύτερος τριγωνικός αριθμός, 1+2=3, ο οποίος προκύπτει εκ του τύπου χ= ν(ν+1)/2, όπου ν=2. Ο πρώτος τριγωνικός αριθμός είναι η μονάδα και αντιπροσωπεύει το Χάος 1=1(1+1)/2 όπου ν=1. Το άθροισμα των δύο πρώτων τριγωνικών αριθμών 1+3 =4 θα μας δώσει και τον δεύτερο κατά τον Πυθαγόρα πυραμιδικό αριθμό, αφού ο πρώτος για τους αριθμούς όλων των ειδών και των τύπων είναι η ΜΟΝΑΔΑ.
Αιθήρ
Παράγεται από το ρήμα αίθω που σημαίνει ανάβω, αναφλέγω, φέγγω, φλέγομαι, καίομαι «αίθω γάρ ού μόνον το καίω, αλλά και το λάμπω» (Ευστάθιος Παρεκβολαί Είς Ιλιάδα Ψ 250).
Ο Πλάτων στον «Κρατύλο» ετυμολογεί την λέξη λέγοντας ότι παράγεται από «αεί θεί» που σημαίνει αυτό που κινείται συνεχώς. (Κρατύλος 440 b). Ο δε Αριστοτέλης
…Διόπερ ὡς ἑτέρου τινὸς ὄντος τοῦ πρώτου σώματος παρὰ γῆν καὶ πῦρ καὶ ἀέρα καὶ ὕδωρ, αἰθέρα προσωνόμασαν τὸν ἀνωτάτω τόπον, ἀπὸ τοῦ θεῖν ἀεὶ τὸν ἀΐδιον χρόνον θέμενοι τὴν ἐπωνυμίαν αὐτῷ. Ο Όμηρος δεν θεωρούσε τον Αιθέρα ως κάποια θεότητα ούτε και ως κάποια περιοχή, αλλά ως μία ιδιαίτερη κατάσταση του Ουρανού , ο οποίος βρίσκεται κάτω από τον Ουρανό (Ιλιάς . Ξ. 288, Θ. 556, Β 412, Ο 192, Π 300, T351).
Στον Ορφικό ύμνο Αἰθέρος περιγράφονται οι βασικές του ίδιότητες: μέρος άστρων και ηλίου και σελήνης, πανδαμάτορας, πυρίπνοος, έναυσμα ζωής σε όλα τα ζωντανά, υψηλόφεγγος, το άριστο στοιχείο του κόσμου, λαμπρό γέννημα, φωτοφόρος και αστροφώτιστος.
Ο αιθέρας είναι η πρωτοϋλη του Σύμπαντος, έναυσμα ζωής και σελασφόρος. Την ιδιότητα του σελασφόρου φέρουν μόνον ο αιθέρας και η φύσις. Είναι η ένυλος Αρχή του Σύμπαντος και το αείζωον πυρ του Ηράκλειτου, διακεχυμένος απανταχού στο Σύμπαν, «Διός ύψιμέλαθρον έχων κράτος αίέν άπειρές» (Αργοναυτικά 5.11).Είναι η πέμπτη ουσία (πεμπτουσία) της φύσις πλάϊ στα άλλα: γη, ύδωρ, αήρ και πυρ, τα οποία και καθορίζουν ένα συμβολισμό για τις καταστάσεις της ύλης.
Ο αιθέρας αποτέλεσε σημαντικό μέρος της προσπάθειας των επιστημόνων για την κατανόηση του Σύμπαντος, από τον Αριστοτέλη (και τους παλαιότερούς του) μέχρι τους επιστήμονες – ερευνητές της σύγχρονης εποχής. Παράλληλα όμως, ο αιθέρας υπήρξε και ένα πεδίο αντιπαράθεσης μεταξύ των επιστημόνων για τον αν υφίσταται ή όχι. Μετά την δημοσίευση της θεωρίας της Ειδικής Σχετικότητας ή ύπαρξη του αιθέρα εγκαταλείφθηκε οριστικά.
Ημέρα
Ηταν η Πρωτογενής (αρχέγονη θεά), κόρη του Ερέβους και της Νυκτός και η αδελφή-σύζυγος του Αιθέρα.
Τα δειλινά, η Νύχταάπλωνε ένα πέπλο σκότους μεταξύ της φωτεινής ατμόσφαιρας του αιθέρα και της χαμηλότερης του αέρα της γης φέρνοντας νύχτα για τον άνθρωπο. Κάθε αυγή η Ημέρα έδειωχνε την ομίχλη της Νύχκτός, κι έκανε την γη να κολυμπά και πάλι στο λαμπρό φως του ουρανού (Αιθήρ). Στην ορφική κοσμογονία νύχτα και μέρα ήταν ουσίες διακριτές και τελείως ανεξάρτητες από τον ήλιο.
Η Ημέρα ταυτίστηκεμε την Ήρα, την βασίλισσα των ουρανών, και με την Ηώ, την θεά της αυγής. Ο Ησίοδος φαίνεται να την θεωρεί περισσότερο ως μια θεία ουσία παρά ανθρωπόμορφη θεά.
Είναι μια από τις καταστάσεις ή ιδιότητες του αιθέρα, της φωταύγειας, της φωτεινής υφής του αιθέρα-σελασφόρου.
Πρωτόγονος
Στον «Ύμνο προς Πρωτόγονον» βλέπουμε την πίστη των Ορφικών ότι ο Αιθήρ προϋπήρχε πριν από οποιαδήποτε γέννηση – εμφάνιση, αφού ο Πρωτόγονος, ή Έρως, ή Φάνης πλανιόταν μέσα στον Αιθέρα όταν γεννήθηκε από το αυγό, «Πρωτόγονον καλέω διφή, μέγαν, αιθερόπλαγκτον, ωογγενή» - (Ορφ. Ύμνος 6 προς Πρωτόγονον. ) «Τον δισυπόστατο Πρωτόγονο επικαλούμαι, τον μέγα, τον αιθεροπλάνητο, τον ωογέννητο…»
Κατά την Αριστοτελική φυσική δεν υπάρχει κενό μέσα στο χώρο. Η ύπαρξη του κενού θεωρείται παράλογη, και ο Αριστοτέλης το αποδεικνύει με μια σειρά επιχειρημάτων, που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι κόσμος πρέπει να είναι ένας πλήρης και πεπερασμένος χώρος.
Για τους Πυθαγορείους έχουμε τον τρίτο τριγωνομετρικό αριθμό: 1+2+3 = 3*(3+1)/2 = 6
και τον τρίτο πυραμιδικό αριθμό: 1+3+6=10 (=άθροισμα των τριών τριγωνομετρικών αριθμών).
Η Γένεση του χώρου
Ουρανός
ΟΥΡΑΝΟΣ ήταν αρχέγονη θεός (Πρωτόγενος) Οι Έλληνες φαντάζονταν τον ουρανό ως ένα στερεό θόλο από ορείχαλκο, διακοσμημένο με αστέρια, του οποίου τα άκρα κατέβηκαν για να ξεκουραστούν από τα εξόχως απόκεντρα όρια της γης.
Για τους Ορφικούς ο Ουρανός είναι παγγενήτορας, αδάμαστος εσαεί τμήμα οικουμένης, πρωτογέννητος, πάντων αρχή και πάντων τέλος, πατέρας κόσμου, που ως σφαίρα περιστρέφεται γύρω απ’ τη γη, κατοικία θεών μακαρίων, που οδεύει μεπεριδινήσεις σβούρας, ουράνιος και γήινος φύλακας όλων που περιβάλλει, στα στήθη που κρατά την άπληστη της φύσεως ανάγκη, μελανόχρους, ακατάβλητος, ολόστιλπνος, ποικιλόμορφος, παντεπόπτης, Κρονοτόκος, μακάριος, πανυπέρτατη θεότητα.
Γαια (Γη)
Η Γαία ή Γη ήταν η Πρωτόγενη (αρχέγονη θεότητα) της γης, ένα από τα κυρίαρχα στοιχεία που εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην αυγή της δημιουργίας. Στο επίπεδο της Κοσμογονίας, συμβολίζει την υλική πλευρά του Κόσμου και όχι τον πλανήτη Γη, η οποία καλειται Χθών. Σύμφωνα με τον Ησίοδο η Γαία με το Χάος, με μεσολάβηση του Έρωτα, γεννούν τον Ουρανό. Μια άλλη εκδοχή ταυτίζει το Χάος με τον Ουρανό και οριοθετεί έτσι τη Γαία και τον Ουρανό ως το πρώτο Κοσμικό Ζευγάρι της Δημιουργίας.
Η Γαία ενώθηκε με τον Ουρανό και δημιούργησε τους Γίγαντες, τους Τιτάνες και όλη την πλάση που περιβάλλει τον κόσμο. Ο Ουρανός, θέλοντας να ανακόψει τη συνεχή δημιουργία της Γαίας, αποφασίζει να στείλει τα παιδιά του στα σπλάχνα της. Εξαιτίας αυτής της σκληρότητας, η Γαία συμμαχεί με έναν από τους Τιτάνες γιους της, τον Κρόνο, και καθαιρεί από την εξουσία του κόσμου τον Ουρανό.
Για τους Ορφικούς η θεά Γαία είναι πανθρέπτειρα μητέρα των μακαρίων και των θνητών ανθρώπων, πανδότρια, τελεσφόρα, πανκαταλύτρα, αυξητική, καρποφόρα, που σε καλές εποχές αφθονεί, έδρα του αθανάτου κόσμου, πολυποίκιλη κόρη, που κυοφορεί με επιτόκιες ωδίνες τον πολυειδή καρπό, αιωνία, πολύσεπτη, βαθύκολπη, καλότυχη, που χαίρεται μ’ ευωδιαστές πρασινάδες, ομβριοχαρής, που γύρω της περιστρέφεται ο πολυποίκιλτος κόσμος των άστρων με την αέναη φύση και τα άγρια ρεύματα.
Ο Ουρανός γέννησε με την Γη:
1. Τους Τιτάνες: τον Ωκεανό, την Τηθύα, τον Κόιο, την Φοίβη, τον Υπερίωνα, την Θεία, τον Κρείο (ή Κριό), τον Ιαπετό, την Θέμη, την Μνημοσύνη, τον Κρόνο και την Ρέα
2. Τους Κύκλωπες: τον Βρόντη, τον Αστερόπη και τον Άργη
3. Τους Εκατόγχειρες: τον Βριάρεω, τον Κόττο και τον Γύγη
4. Χωρίς μητέρα: την Αφροδίτη, τις Ερινύες (Αληκτώ, Μέγαιρα και Τισιφόνη), τους Γίγαντες (Αλκυονέα, Άθω, Βέσβικο, Κλυτίο, Εγκέλαδο, Πορφυρίωνα, Εχίωνα και τις Μελιάδες νύμφες
Η ερμηνεία και αποσυμβολισμός των ονομάτων δεν είναι απλά ένα συναρπαστικό παιγνίδι, αλλά η ανακάλυψη των φυσικών, των κυρίαρχων νόμων του Σύμπαντος. Σε κάθε επίπεδο δημιουργίας αντιστοιχούν ή προαπαιτούνται επενέργειες που τα ονόματα των τέκνων κάθε ζεύγους προσδιορίζουν. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός πως η Αφροδίτη δεν είναι κόρη της Γαίας, Η Αφροδίτη είναι ουράνια και όχι γήϊνη, υλική. Συμβολίζει την δημιουργική δύναμη του αιθέρα, είναι το θηλυκό αρχέτυπο της αρμονίας, της αγάπης και του ουράνιου έρωτα.
Ο έρως είναι πρωταρχική ιδιότητα του Αιθέρος, ο οποίος προϋπάρχει της δημιουργίας μαζί με το άχρονο και αχωρο χάος. Είναι η κινητήρια δύναμη, που χωρίς αυτόν η κίνηση είναι αδύνατη και ο κόσμος αφανής.
Απ’ όλα τα τέκνα του Ουρανού και της Γαίας ο Κρόνος (Χρόνος) είναι αυτός που θα αναδειχθεί πανδαμάτωρ και θα αναλάβει τα σκήπτρα της δημιουργίας.
Με την γέννηση του Ουρανού και της Γής, ο αδιάστατος χώρος αποκτά διαστάσεις, το Σύμπαν προσδιορίζεται ως άπειρος διαστατός χώρος σε αντιδιαστολή με το αδιάστατο Χάος.
Η γένεση του χρόνου
Κρόνος
Για τους Ορφικούς ο Κρόνος είναι αειθαλής, πατέρας μακαρίων θεών και ανθρώπων, πολυμήχανος, αμόλυντος, μεγαλοδύναμος, Τιτάνας ρωμαλέος, που εξαντλεί τα πάντα και ο ίδιος πάλι τα αυξαίνει, που έχει δεσμούς αδιαρρήκτους στον απέραντο κόσμο, γεννήτορα του αιώνα (χρόνου), εύγλωττος Κρόνος, βλαστός της γης και του κατάστερου ουρανού, γέννηση, αύξηση, μείωση, της Ρέας σύζυγος, σεμνός Προμηθέα, που κατοικεί τα μέρη όλα του κόσμου, γενάρχης, πανούργος, κάλλιστος.
Με την γέννηση του Κρόνου (=Χρόνου: «ω Κρόνε γεννήτορα του αιώνα» ΄Ορφικός ύμνος Κρόνου΄) το στατικό, το πλανώμενο αλλά και ακίνητο στην εσωτερικότητά του σύμπαν αποκτά κίνηση. «Πέραν τούτου, ανευ τόπου και κενού και χρόνου, είναι αδύνατος η κίνησις», «πρὸς δὲ τούτοις ἄνευ τόπου καὶ κενοῦ καὶ χρόνου κίνησιν ἀδύνατον εἶναι» (Αριστοτέλους περί φυσικής 200β). Το όλον από το «φύσει είναι» μεταβαίνει στο «ενεργεία είναι». Την ενδελέχεια αυτή θα την εκφράσει η παρουσία της Ρέας (Ροής-κίνησης ), σύζυγος και αδελφή του Κρόνου.
Ρέα
Για τους Ορφικούς η Ρέα (Ροή) είναιθυγατέρα του πολύμορφου Πρωτόγονου, που οδηγεί το ιερότροχο άρμα των ταυροφόνων, τυμπανοκρουστική, μανιακή, χαλκοκρούστρια κόρη, μητέρα του άνακτος Ολυμπίου Διός, του ασπιδοφόρου, παντιμημένη, λαπρόμορφη, του Κρόνου μακαρία ομόκλινη, που χαίρεται στα όρη με των θνητών τα φοβερά ολολύγματα, παμβασίλισσα, πολεμοθόρυβη, γενναιόψυχη, ξεγελάστρα, σωτήρια, λυτήρια, αρχέγονη, μητέρα των θεών και των θνητών ανθρώπων, αεικίνητη και αερόμορφη.
Με την γέννηση των ζευγών Ουρανού-Γαίας και Κρόνου-Ρέας ολοκληρώνεται η δημιουργία του φυσικού κόσμου, της Φύσης την οποία οι Ορφικοί στον «Υμνο της Φυσης» αποκαλούν
«παγγεννήτρα θεά, μητέρα πολυμήχανη, ουράνια, πρεσβυτέρα, πολυπλάστρα θεότητα, άνασσα, πανδαμάστρια, αδάμαστη, κυβερνήτρια, ολόλαμπρη, παντοκράτειρα, τετιμημένη, πανυπερτάτη σε όλα άφθαρτη, πρωτογέννητη, πρωτοείπωτη, φημισμένη, νυχτερινή, πολύπειρη, φωτοφόρα, ασυγκράτητη, που περιφέρει αθόρυβα ίχνη ποδιών, αγνή, κοσμήτρια θεών, ατελείωτη και τελεία, κοινή μεν στα πάντα, αλλά κι απόκοσμη ολόμονη, αυτογέννητη, αγέννητη, ερασμία, πολύτερπνη, μεγίστη, ολάνθιστη, περίπλοκη, φιλική, πολύμεικτη, έμπειρη, ηγεμονίδα, κυρίαρχη, ζωοδότειρα, παντοθρέφτρα κόρη, αυτάρκεια, δικαιοδότειρα, πολυώνυμη υπακοή των Χαρίτων, αιθέρια, γήινη και θαλάσσια προστάτιδα, πικρή στους φαύλους, αλλά γλυκιά στους ευπειθείς, πάνσοφη, πανδότρια, χορηγήτρια, παμβασίλισσα, τροφοπληθύς, λίπανση και λυτρώτρια των ωριμασμένων, πάντων πατέρας, μητέρα, τροφός και ανατροφεύς, ευτοκία, μακαρία, πολύσπορη, εποχική ορμή, πάντεχνη, πλάστρα, πολυπλάστρα, θαλασσία θεότητα, αιωνία, κινητήρια, πολύπειρη, συνετή, που στροβιλίζει με αέναη δίνη τη γοργή ροή, αείρρευστη, κυκλική, αλλομορφομετάβλητη, λαμπρόθρονη, τιμημένη, αυτή μόνη εκπληρεί το κριθέν, πιο πάνω από σκηπτούχους βαρυβροντώδης κραταιότατη, ατρόμητη, πανδαμάστρια, πεπρωμένον, μοίρα, πυρίπνοη, αιωνία ζωη και αθάνατη και πρόνοια.».
Κάθε της ιδιότητα εκφράζει και ένα συμπαντικό νόμο, όπως αυτό διαμορφώθηκε κατά την διαδικασία της δημιουργίας της Φύσης.
Τα θεϊκά ζεύγη των πρωτογόνων Ερεβος-Νυξ, Αιθήρ-Ημέρα, Ουρανός-Γαία, Κρόνος-Ρέα αντιπροσωπεύουν περισσότερο καταστάσεις, υφείς, ουσίες του αρχέγονου Χάους, αναβαθμούς της εξέλιξης από το Χάος στην Φύση. Η εμφάνιση κάθε ζεύγους προϋποθέτει την γένεση των γεννητόρων τους όχι ως μια βιολογικά οριζόμενη προϋπόθεση, αλλά ως εξελικτική διαδικασία, καθ’ όσον κάθε θυγατρικό ζεύγος ενυπάρχει στο μητρικό ως λανθάνουσα ουσία, υφή ή κατάσταση. Η σειρά γέννησης εκάστου ζεύγους διαγράφει και την σειρά των αναβαθμών της εξέλιξης από το αρχέγονο Χάος στην Φύση. Προδιαγράφει επίσης αυτή η σειρά την ακολουθία των συμπαντικών νόμων και αναγκαιοτήτων που διέπουν αυτήν την εξέλιξη, ταυτόχρονα, όμως, χαράσσουν και τα όρια στα πλαίσια των οποίων μπορεί και οφείλει να κινηθεί η σύγχρονη φυσική επιστήμη, δίνουν την πραγματική εικόνα της φύσης, των νόμων και των φαινομένων της.
Οι φαινομενικές «αιμομειξίες» των θεϊκών ζευγών είναι η κατάδειξη κατίσχυσης της μιας η της άλλης ιδιότητας του ταυτού«ἐπεὶ δ' ἔνια ταὐτὰ καὶ δυνάμει καὶ ἐντελεχείᾳ ἐστίν, οὐχ ἅμα δὲ ἢ οὐ κατὰ τὸ αὐτό, ἀλλ' οἷον θερμὸν μὲν ἐντελεχείᾳ ψυχρὸν δὲ δυνάμει, πολλὰ ἤδη ποιήσει καὶ πείσεται ὑπ' ἀλλήλων· ἅπαν γὰρ ἔσται ἅμα ποιητικὸν καὶ παθητικόν. (Αριστοτέλους, περί Φυσικής 201α. 19)» «Από το άλλο μέροςωρισμένα πράγματα υπάρχουν ταυτοχρόνως και δυνάμει και εντελεχεία, όχι βέβαια μαζύ, ούτε υπό την αυτήν έποψιν, αλλα ωσαν εκείνο που είναι θερμόν δυνάμει και ψυχρόν εντελεχείᾳ· ως έκ τούτου πολλα αμοιβαία ενεργήματα και παθήματα θα γίνουν, διότι όλα θα είναι συνάμα ποιητικά και παθητικά.».
Ο ευνουχισμός του Ουρανού από τον Κρόνο συμβολίζει την επενέργεια του χρόνου και της συνακόλουθης κίνησης του σύμπαντος, την ροή του αιθέρα, μέσα στον οποίο κινείται ο κόσμος (ως διάκοσμος). Τον διαχωρισμό της Γης από την Ουρανό κι ας θυμηθούμε λίγο τον μύθο του Ατλαντα.
Στηνορφική θεογονία η διαδοχή των θεών είναι σχεδόν η ίδια με αυτήν της ησιόδου. Η βασική διαφορά έγκειται στην αρχή της δημιουργίας. Η ελληνική θεολογία (Άπασα γαρ η παρ’ Έλλησι θεολογία της ορφικής εστί μυσταγωγίας έκγονος (Πρόκλος, Σχόλια εις πλατωνικό Τίμαιο) διδάσκει ότι εν αρχῇ και πριν την δημιουργία του Σύμπαντος υπήρχε η «Άρρητος Αρχή» το Προδημιουργικόν «Εν» ("τήν δέ μίαν πρό τοιν δυοιν άρρητον άφίησιν· αυτό γάρ τό μηδέ φάναι περί αυτής ενδείκνυται αυτής τήν άπόρρητον φύσιν".)
Στην εικόνα ο Ορφικός Φάνης. Ο Κόσμος σα ζώνη ελλειψοειδής με τα σημεία του Ζωδιακού· πάνω και κάτω τα δύο μισά του Κοσμογονικού Αυγού (με φλόγες)· ανάμεσα ο Φάνης φτερωτός ως Έρως· από το κεφάλι του δέσμες ηλιακές· πίσω από τους ώμους μεγάλο μισοφέγγαρο· με φίδι γύρω στο κορμί σα Χρόνος· κεφάλια τράγου, λιονταριού, κριαριού στη μέση του κορμιού· με το σκήπτρο στ’ αριστερό σα βασιλεύς του Κόσμου και τον κεραυνό στο δεξί σα Ζευς· με δίχαλα πόδια σαν Παν· και, έξω από τον Ζωδιακό, στις τέσσερις γωνίες του αναγλύφου, που λείπουν εδώ, τα κεφάλια των τεσσάρων Ανέμων.
Ο Φάνης είναι ένα από τα ονόματα της δημιουργικής αρχής του Σύμπαντος, προσωποποίηση του Δημιουργού `Ερωτα σύμφωνα με την Ορφική θεογονία. Ο Φάνης ήταν μία πρωταρχική θεότητα («Πρωτόγονος») που αναπήδησε από το «κοσμικό αυγό», το οποίο γέννησε η Νύχτα. Στις «Ορφικές Ραψωδίες» που παραδόθηκαν από τον Ιερώνυμο και από τον Ελλάνικο, αναφέρεται ότι ο Χρόνος υπήρξε η αιτία των πάντων και ο δημιουργός του αργυρού κοσμικού αυγού του Φάνητα.
Το Χάος συμβολίζει τον Χώρο του Σύμπαντος. Ο Έρωτας συμβολίζει την κινητήρια δύναμη που ενώνει, μεταλλάσσει και μεταμορφώνει (μορφή, αυτό που φαίνεται, ο Φάνης) το Παν. Η ίδια ιδιότητα του αιθέρα τονίζεται και στα Ερμητικά[6] κείμενα της δημιουργίας.
Ποιμάνδρης: «Συνέβη, λοιπόν, όπως είπα, η γέννηση αυτών των επτά ανθρώπων με τον ακόλουθο τρόπο. Η γη ήταν θηλυκή, το νερό έτοιμο για αναπαραγωγή, ο καρπός της φωτιάς ώριμος. Η φύση πήρε από τον Αιθέρα το πνεύμα και γέννησε τα σώματα σύμφωνα με τη μορφή του Ανθρώπου. Ο Άνθρωπος από ζωή και φως έγινε ψυχή και νους, ψυχή από ζωή και νους από φως. Και όλα όσα ανήκουν στον αισθητό κόσμο έμειναν έτσι μέχρι το τέλος της περιόδου και την αρχή των φύλων»
Ο Λεύκιππος[7] ερμηνεύοντας την δημιουργία του κόσμου αναφέρει:
Στον Αριστοτέλη ο χρόνος ρέει ομοιόμορφα παντού, είναι παγκόσμιος, είναι όμως χρόνος σχετικός με την κίνηση των σωμάτων, εκτελεστικός, και δεν θα υπάρχει αν σταματήσει κάθε κίνηση. Ο Αριστοτέλης λοιπόν μετράει το χρόνο με την κίνηση του ουρανού αλλά δεν τον ταυτίζει με αυτήν…. «γιατί, αν υπήρχε ένα πλήθος από ουρανούς, η κίνηση ενός οποιουδήποτε από αυτούς, χωρίς διάκριση, θα αποτελούσε το χρόνο, ώστε θα συνυπήρχαν πολλοί χρόνοι” πράγμα αδύνατο, γιατί ο χρόνος είναι ο ίδιος σε όλα τα μέρη την ίδια στιγμή, είναι παγκόσμιος.
Στο Νεύτωνα, ο χρόνος ρέει ομοιόμορφα και παγκόσμια , είναι όμως απόλυτος, δεν εξαρτάται από τα σώματα και θα ρέει και σε έναν κενό κόσμο. Είναι έννοια μεταφυσική.
Στον Αϊνστάιν είναι η κίνηση του φωτός που είναι παράξενη και ιδιαίτερη, με αποτέλεσμα: ο χρόνος δεν ρέει ομοιόμορφα, είναι τοπικός συστέλλεται και διαστέλλεται, δεν είναι παγκόσμιος και συμπλέκεται με το χώρο, είναι η ανατροπή στις κλασσικές έννοιες του χώρου και του χρόνου. (σχετικότητα του ταυτόχρονου).
Η θεωρία της σχετικότητας προέβλεπε «γεωμετρία» του χώρου απουσίᾳ ύλης, γεγονός που ανάγκασε σε ποικίλες ανασκευές αυτής της θεωρίας (σχετιστικό κενό, κβαντικό κενο) οι ανασκευές των οποίων χρειάστηκαν νεες αναπροσαρμογές για να απαντήσουν με σχετική και πάλι επάρκεια ή υπεκφυγή σε νέα φαινόμενα ή προβλήματα, η λύση των οποίων βρίσκεται στον αρχαιοελληνικό αιθέρα. Αλλά ίσως αυτή η παραδοχή να είναι και το κύριο πρόβλημα των επιστημονιστών της φυσικής επιστήμης. Κάτι ανάλογο συμβαίνει με την θεωρία των συνόλων, την Ευκλείδια γεωμετρία και το αξεπέραστο της ταχύτητας του φωτός.
Με την γένεση του χώρου και του χρόνου ολοκληρώνεται και για την Πυθαγόρεια φιλοσοφία η αποκαλούμενη «Τετρακτύς»[8], η πηγή της αέναης φύσης. Ο τριγωνομετρικός αριθμός είναι 1+2+3+4=10 και ο πυραμιδικός αριθμός είναι 1+3+6=10. Ο αριθμός 10 αντιπροσωπεύει τον τέλειο αριθμό, το Σύμπαν, το Ολον, την εικόνα του παντός. Το 10 έχει το προνόμιο να ανήκει και στους ακέραιους (1,2,3,4,5...10), στους τριγωνικούς (1,2,3,6,10...) και στους Πυραμιδικούς (1,4,10,20...). Σπάνιοι άλλοι αριθμοί έχουν αυτό το προνόμιο. Και αυτοί είναι ο 120, ο 1540 και ο 7140.
Πηγή Tromaktiko
«ἤτοι μὲν πρώτιστα Χάος γένετ'· αὐτὰρ ἔπειτα Γαῖ' εὐρύστερνος, πάντων ἕδος ἀσφαλὲς αἰεὶ ἀθανάτων οἳ ἔχουσι κάρη νιφόεντος Ὀλύμπου, Τάρταρά τ' ἠερόεντα μυχῷ χθονὸς εὐρυοδείης, ἠδ' Ἔρος, ὃς κάλλιστος ἐν ἀθανάτοισι θεοῖσι, λυσιμελής, πάντων τε θεῶν πάντων τ' ἀνθρώπων δάμναται ἐν στήθεσσι νόον καὶ ἐπίφρονα βουλήν.» (Ησιόδου Θεογονία 116-122)
Στην αρχή γεννήθηκε το Χάος, κι έπειτα η πλατύστηθη Γαία παντοτινός και ασφαλής τόπος των αθανάτων που εξουσιάζουν τις χιονισμένες κορφές του Ολύμπου και τα σκοτεινά Τάρταρα στα βάθη της γης με τους πλατείς δρόμους. Μετά ο Έρως που είναι ο ωραιότερος ανάμεσα στους αθάνατους θεούς, που λύνει τα μέλη όλων των θεών και των ανθρώπων και δαμάζει στα στήθεια την καρδιά και τον νου.
«ἐκ Χάεος δ' Ἔρεβός τε μέλαινά τε Νὺξ ἐγένοντο· Νυκτὸς δ' αὖτ' Αἰθήρ τε καὶ Ἡμέρη ἐξεγένοντο, οὓς τέκε κυσαμένη Ἐρέβει φιλότητι μιγεῖσα.»(Ησιόδου Θεογονία 123-126)
Από το Χάος ακόμη δημιουργήθηκαν το Έρεβος κι η μαύρη νύχτα. Κι απ’ τη Νύχτα «γεννήθηκε» ο Αιθέρας κι η Ημέρα, που τα γέννησε σμίγοντας με «φιλότητα»[2]με το Έρεβος.
Ο Αιθέρας και η ημέρα δημιουργήθηκαν από την έλξη (φιλότητα) της Νύχτας και του Ερέβους. Οι έννοιες «φιλότης,(η) – νεικος,(το)» είναι σημαντικές στην κατανόηση της διαδικασίας της εξέλιξης. Ο Εμπεδοκλής ερμηνεύει την κίνηση στο «Σφαίρον» σύμπαν ως την επιδραση δύο αντίρροπων δυνάμεων, της Φιλότητας και του Νείκεος, οι οποίες προκαλούν μεταβολές και μετακομίσεις στο σύμπαν.
Εμπεδοκλής «Περί φύσεως»
«Μα θα γυρίσω ξανά στου τραγουδιού τον δρόμο,
αυτόν που πήρα πριν, τον ένα λόγο μετά τον άλλο
εκστομίζοντας, σ' εκείνο: Γιατί, όταν η φιλονικία
έφτασε στα τρίσβαθα της δίνης και ήρθε στη μέση
του στροβίλου η αγάπη, όλα τούτα άρχισαν
να συνάζονται και να γίνονται ένα μόνο, όχι μεμιάς,
αλλά ηθελημένα σμίγοντας, ένα από εδώ, άλλο
από εκεί. Από το σμίξιμό τους μύρια προήλθαν
είδη θνητών. Πολλά όμως έμειναν άσμιχτα,
σε αυτά που έσμιγαν ανάμεσα. Ήταν όσα κρατούσε,
ακόμα ψηλά, η φιλονικία- γιατί ακόμα δεν είχε τελείως
αποσυρθεί κι ολότελα στα εξώτατα όρια του κύκλου,
αλλά κάποια μέρη της παρέμεναν μέσα,
άλλα είχαν προχωρήσει. Όσο έτρεχε μακριά
για να ξεφύγει, τόσο ερχόταν προς το μέρος της
συνέχεια της άμεμπτης αγάπης η ήπια αθάνατη ορμή.
Αμέσως τότε έγιναν θνητά όσα πριν ήξεραν
να "ναι αθάνατα, και αναμείχτηκαν όσα ήταν
προηγουμένως άσμιχτα, αλλάζοντας δρόμους.
Κι απ' το σμίξιμό τους μύρια προήλθαν είδη θνητών,
με μορφές κάθε λογής, θαύμα σωστό να τα βλέπεις».
Το χάος
Στην ησιόδεια Θεογονία το Χάος αποτελεί το πρώτο από τα τρία αρχικά στοιχεία: Χάος-Ερεβος-Νυξ. Στα Αργοναυτικά το Χάος χαρακτηρίζεται ως αρχαίον (= πρωτογενές, αγέννητο=δεν γεννήθηκε, προϋπήρχε)) «…Πρῶτα μὲν ἀρχαίου χάεος μελανήφατον ὕμνον…» Ορφέως[3] – αργοναυτικά, 421). Το Χάος είναι το αδιάστατο χάσμα, επέκεινα του απείρου χρόνου, της άπειρης αιωνιότητας, «…τοῦ ἐφ' ἑκάτερα ἀπείρου αἰῶνος…»(Marc-Aurèle, Pensées, livre IV). Το χάος είναι η αδημιούργητη αρχήή το αυθύπαρκτο αρχικό αίτιο του οποίου η πρώτη κίνηση της ουσίας του είχε ως αποτέλεσμα τον σχηματισμό, τον διαχωρισμό του σε έρεβος και νύχτα.
Το έρεβος
Το έρεβος είναι «η πρωτογενής ύλη», η μάζα. Το αδιαμόρφωτο χάος-χάσμα αρχίζει να διαμορφώνεται. Το Ερεβος είναι η μη μορφοποιημένη ύλη. Μ’ αυτό το «πρωτόπλασμα ύλης» σμίγει η Νύχτα για να γεννηθούν ο αιθέρας, ως η ψυχή του κόσμου και η ημέρα. Δεν υπάρχει χρόνος χωρίς χώρο (άχωρος χρόνος), γι’ αυτό και μερικοί θεωρούν πως το έρεβος προήλθε από τον χρόνο και την αδράστεια (ανάγκη). Αν ως αδράστεια νοηθεί η δημιουργός και πολύεργη ανάγκη του χάους, τότε το έρεβος είναι το ίζημα του διαχωρισμού της Νύκτας από το χάος «…αρχαίου μεν πρώτα χάους ατέκμαρτον[4] ανάγκην…» = Κατά πρώτον μεν (εφανέρωσα) του αρχαίου χάους την ακαταμάχητην ανάγκην (Αργοναυτικά, στ. 12)
Η Νύξ
Tο Ερεβος είναι η ορατή ύλη, η μάζα. HΝυξ είναι η μη ορατή ύλη, η σκοτεινή ύλη, η πρωτογενής, πρωταρχική ενέργεια, οι ιδιότητες της οποίας περιγράφονται στον Ορφικό ύμνο Νυκτός. Είναι μακαρία θεά, μελανόστιλπνη, αστρόφεγγη, που χαίρεται στην ησυχία και στην πολύυπνη ηρεμία, τερπνή, φιλάγρυπνη, μητέρα των ονείρων, λυσιμέριμνη και πράα, κρατά την ανάπαυση των πόνων, υπνοδότρια, φίλη όλων, ιππεύτρια, νυχτόφεγγη, ημιτελής, και γήινη και ουράνια, περιοδική, παίχτρια με τ’ αεροπλάνητα θηράματα, που εκπέμπει φως στα βάθη και πάλι αποσύρεται στον Άδη. Διότι η φοβερή ανάγκη κυβερνά τα πάντα.
Το Χάος χωρίστηκε σε δύο μορφές, σε δύο οντότητες, το έρεβος και την νύκτα. Οι δύο αυτές ουσίες του χάους διαχωριζόμενες η μία από την άλλη κάτω από την επίδραση του νείκεος έλκονται ταυτόχρονα μεταξύ τους, λόγω φιλότητας για να δημιουργηθεί ο Αιθέρας και η Ημέρα. Το Νείκος και η Φιλότης ορίζονται έτσι ως συμπαντικοί νόμοι. Το Ερεβος και η Νυκτα είναι η διπλή υφή του χάους-μάζα και ενέργεια. Το χάος βρίσκεται ακόμη σε μια πολύ ασταθή κατάσταση. Η Νύκτα ημιτελής, εκπέποντας φως και αποσυρόμενη πάλι στον Αδη[5] πασχίζει να κρατήσει στο όλον αυτό σύστημα του Χάους την ηρεμία ενάντια στο δύστροπο Νείκος, επειδή η φοβερή ανάγκη κυβερνά τα πάντα. Ο Αιθέρας και η Ημέρα, ως τέκνα του Ερέβους και της Νυκτός, θα δώσουν την πρώτη λύση σ’ αυτήν την αστάθεια του όλου χαοτικού συστήματος.
Το «Χάος-Ερεβος-Νυξ» είναι για τους πυθαγορείους ο δεύτερος τριγωνικός αριθμός, 1+2=3, ο οποίος προκύπτει εκ του τύπου χ= ν(ν+1)/2, όπου ν=2. Ο πρώτος τριγωνικός αριθμός είναι η μονάδα και αντιπροσωπεύει το Χάος 1=1(1+1)/2 όπου ν=1. Το άθροισμα των δύο πρώτων τριγωνικών αριθμών 1+3 =4 θα μας δώσει και τον δεύτερο κατά τον Πυθαγόρα πυραμιδικό αριθμό, αφού ο πρώτος για τους αριθμούς όλων των ειδών και των τύπων είναι η ΜΟΝΑΔΑ.
Αιθήρ
Παράγεται από το ρήμα αίθω που σημαίνει ανάβω, αναφλέγω, φέγγω, φλέγομαι, καίομαι «αίθω γάρ ού μόνον το καίω, αλλά και το λάμπω» (Ευστάθιος Παρεκβολαί Είς Ιλιάδα Ψ 250).
Ο Πλάτων στον «Κρατύλο» ετυμολογεί την λέξη λέγοντας ότι παράγεται από «αεί θεί» που σημαίνει αυτό που κινείται συνεχώς. (Κρατύλος 440 b). Ο δε Αριστοτέλης
…Διόπερ ὡς ἑτέρου τινὸς ὄντος τοῦ πρώτου σώματος παρὰ γῆν καὶ πῦρ καὶ ἀέρα καὶ ὕδωρ, αἰθέρα προσωνόμασαν τὸν ἀνωτάτω τόπον, ἀπὸ τοῦ θεῖν ἀεὶ τὸν ἀΐδιον χρόνον θέμενοι τὴν ἐπωνυμίαν αὐτῷ. Ο Όμηρος δεν θεωρούσε τον Αιθέρα ως κάποια θεότητα ούτε και ως κάποια περιοχή, αλλά ως μία ιδιαίτερη κατάσταση του Ουρανού , ο οποίος βρίσκεται κάτω από τον Ουρανό (Ιλιάς . Ξ. 288, Θ. 556, Β 412, Ο 192, Π 300, T351).
Στον Ορφικό ύμνο Αἰθέρος περιγράφονται οι βασικές του ίδιότητες: μέρος άστρων και ηλίου και σελήνης, πανδαμάτορας, πυρίπνοος, έναυσμα ζωής σε όλα τα ζωντανά, υψηλόφεγγος, το άριστο στοιχείο του κόσμου, λαμπρό γέννημα, φωτοφόρος και αστροφώτιστος.
Ο αιθέρας είναι η πρωτοϋλη του Σύμπαντος, έναυσμα ζωής και σελασφόρος. Την ιδιότητα του σελασφόρου φέρουν μόνον ο αιθέρας και η φύσις. Είναι η ένυλος Αρχή του Σύμπαντος και το αείζωον πυρ του Ηράκλειτου, διακεχυμένος απανταχού στο Σύμπαν, «Διός ύψιμέλαθρον έχων κράτος αίέν άπειρές» (Αργοναυτικά 5.11).Είναι η πέμπτη ουσία (πεμπτουσία) της φύσις πλάϊ στα άλλα: γη, ύδωρ, αήρ και πυρ, τα οποία και καθορίζουν ένα συμβολισμό για τις καταστάσεις της ύλης.
Ο αιθέρας αποτέλεσε σημαντικό μέρος της προσπάθειας των επιστημόνων για την κατανόηση του Σύμπαντος, από τον Αριστοτέλη (και τους παλαιότερούς του) μέχρι τους επιστήμονες – ερευνητές της σύγχρονης εποχής. Παράλληλα όμως, ο αιθέρας υπήρξε και ένα πεδίο αντιπαράθεσης μεταξύ των επιστημόνων για τον αν υφίσταται ή όχι. Μετά την δημοσίευση της θεωρίας της Ειδικής Σχετικότητας ή ύπαρξη του αιθέρα εγκαταλείφθηκε οριστικά.
Ημέρα
Ηταν η Πρωτογενής (αρχέγονη θεά), κόρη του Ερέβους και της Νυκτός και η αδελφή-σύζυγος του Αιθέρα.
Τα δειλινά, η Νύχταάπλωνε ένα πέπλο σκότους μεταξύ της φωτεινής ατμόσφαιρας του αιθέρα και της χαμηλότερης του αέρα της γης φέρνοντας νύχτα για τον άνθρωπο. Κάθε αυγή η Ημέρα έδειωχνε την ομίχλη της Νύχκτός, κι έκανε την γη να κολυμπά και πάλι στο λαμπρό φως του ουρανού (Αιθήρ). Στην ορφική κοσμογονία νύχτα και μέρα ήταν ουσίες διακριτές και τελείως ανεξάρτητες από τον ήλιο.
Η Ημέρα ταυτίστηκεμε την Ήρα, την βασίλισσα των ουρανών, και με την Ηώ, την θεά της αυγής. Ο Ησίοδος φαίνεται να την θεωρεί περισσότερο ως μια θεία ουσία παρά ανθρωπόμορφη θεά.
Είναι μια από τις καταστάσεις ή ιδιότητες του αιθέρα, της φωταύγειας, της φωτεινής υφής του αιθέρα-σελασφόρου.
Πρωτόγονος
Στον «Ύμνο προς Πρωτόγονον» βλέπουμε την πίστη των Ορφικών ότι ο Αιθήρ προϋπήρχε πριν από οποιαδήποτε γέννηση – εμφάνιση, αφού ο Πρωτόγονος, ή Έρως, ή Φάνης πλανιόταν μέσα στον Αιθέρα όταν γεννήθηκε από το αυγό, «Πρωτόγονον καλέω διφή, μέγαν, αιθερόπλαγκτον, ωογγενή» - (Ορφ. Ύμνος 6 προς Πρωτόγονον. ) «Τον δισυπόστατο Πρωτόγονο επικαλούμαι, τον μέγα, τον αιθεροπλάνητο, τον ωογέννητο…»
Κατά την Αριστοτελική φυσική δεν υπάρχει κενό μέσα στο χώρο. Η ύπαρξη του κενού θεωρείται παράλογη, και ο Αριστοτέλης το αποδεικνύει με μια σειρά επιχειρημάτων, που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι κόσμος πρέπει να είναι ένας πλήρης και πεπερασμένος χώρος.
Για τους Πυθαγορείους έχουμε τον τρίτο τριγωνομετρικό αριθμό: 1+2+3 = 3*(3+1)/2 = 6
και τον τρίτο πυραμιδικό αριθμό: 1+3+6=10 (=άθροισμα των τριών τριγωνομετρικών αριθμών).
Η Γένεση του χώρου
Ουρανός
ΟΥΡΑΝΟΣ ήταν αρχέγονη θεός (Πρωτόγενος) Οι Έλληνες φαντάζονταν τον ουρανό ως ένα στερεό θόλο από ορείχαλκο, διακοσμημένο με αστέρια, του οποίου τα άκρα κατέβηκαν για να ξεκουραστούν από τα εξόχως απόκεντρα όρια της γης.
Για τους Ορφικούς ο Ουρανός είναι παγγενήτορας, αδάμαστος εσαεί τμήμα οικουμένης, πρωτογέννητος, πάντων αρχή και πάντων τέλος, πατέρας κόσμου, που ως σφαίρα περιστρέφεται γύρω απ’ τη γη, κατοικία θεών μακαρίων, που οδεύει μεπεριδινήσεις σβούρας, ουράνιος και γήινος φύλακας όλων που περιβάλλει, στα στήθη που κρατά την άπληστη της φύσεως ανάγκη, μελανόχρους, ακατάβλητος, ολόστιλπνος, ποικιλόμορφος, παντεπόπτης, Κρονοτόκος, μακάριος, πανυπέρτατη θεότητα.
Γαια (Γη)
Η Γαία ή Γη ήταν η Πρωτόγενη (αρχέγονη θεότητα) της γης, ένα από τα κυρίαρχα στοιχεία που εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην αυγή της δημιουργίας. Στο επίπεδο της Κοσμογονίας, συμβολίζει την υλική πλευρά του Κόσμου και όχι τον πλανήτη Γη, η οποία καλειται Χθών. Σύμφωνα με τον Ησίοδο η Γαία με το Χάος, με μεσολάβηση του Έρωτα, γεννούν τον Ουρανό. Μια άλλη εκδοχή ταυτίζει το Χάος με τον Ουρανό και οριοθετεί έτσι τη Γαία και τον Ουρανό ως το πρώτο Κοσμικό Ζευγάρι της Δημιουργίας.
Η Γαία ενώθηκε με τον Ουρανό και δημιούργησε τους Γίγαντες, τους Τιτάνες και όλη την πλάση που περιβάλλει τον κόσμο. Ο Ουρανός, θέλοντας να ανακόψει τη συνεχή δημιουργία της Γαίας, αποφασίζει να στείλει τα παιδιά του στα σπλάχνα της. Εξαιτίας αυτής της σκληρότητας, η Γαία συμμαχεί με έναν από τους Τιτάνες γιους της, τον Κρόνο, και καθαιρεί από την εξουσία του κόσμου τον Ουρανό.
Για τους Ορφικούς η θεά Γαία είναι πανθρέπτειρα μητέρα των μακαρίων και των θνητών ανθρώπων, πανδότρια, τελεσφόρα, πανκαταλύτρα, αυξητική, καρποφόρα, που σε καλές εποχές αφθονεί, έδρα του αθανάτου κόσμου, πολυποίκιλη κόρη, που κυοφορεί με επιτόκιες ωδίνες τον πολυειδή καρπό, αιωνία, πολύσεπτη, βαθύκολπη, καλότυχη, που χαίρεται μ’ ευωδιαστές πρασινάδες, ομβριοχαρής, που γύρω της περιστρέφεται ο πολυποίκιλτος κόσμος των άστρων με την αέναη φύση και τα άγρια ρεύματα.
Ο Ουρανός γέννησε με την Γη:
1. Τους Τιτάνες: τον Ωκεανό, την Τηθύα, τον Κόιο, την Φοίβη, τον Υπερίωνα, την Θεία, τον Κρείο (ή Κριό), τον Ιαπετό, την Θέμη, την Μνημοσύνη, τον Κρόνο και την Ρέα
2. Τους Κύκλωπες: τον Βρόντη, τον Αστερόπη και τον Άργη
3. Τους Εκατόγχειρες: τον Βριάρεω, τον Κόττο και τον Γύγη
4. Χωρίς μητέρα: την Αφροδίτη, τις Ερινύες (Αληκτώ, Μέγαιρα και Τισιφόνη), τους Γίγαντες (Αλκυονέα, Άθω, Βέσβικο, Κλυτίο, Εγκέλαδο, Πορφυρίωνα, Εχίωνα και τις Μελιάδες νύμφες
Η ερμηνεία και αποσυμβολισμός των ονομάτων δεν είναι απλά ένα συναρπαστικό παιγνίδι, αλλά η ανακάλυψη των φυσικών, των κυρίαρχων νόμων του Σύμπαντος. Σε κάθε επίπεδο δημιουργίας αντιστοιχούν ή προαπαιτούνται επενέργειες που τα ονόματα των τέκνων κάθε ζεύγους προσδιορίζουν. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός πως η Αφροδίτη δεν είναι κόρη της Γαίας, Η Αφροδίτη είναι ουράνια και όχι γήϊνη, υλική. Συμβολίζει την δημιουργική δύναμη του αιθέρα, είναι το θηλυκό αρχέτυπο της αρμονίας, της αγάπης και του ουράνιου έρωτα.
Ο έρως είναι πρωταρχική ιδιότητα του Αιθέρος, ο οποίος προϋπάρχει της δημιουργίας μαζί με το άχρονο και αχωρο χάος. Είναι η κινητήρια δύναμη, που χωρίς αυτόν η κίνηση είναι αδύνατη και ο κόσμος αφανής.
Απ’ όλα τα τέκνα του Ουρανού και της Γαίας ο Κρόνος (Χρόνος) είναι αυτός που θα αναδειχθεί πανδαμάτωρ και θα αναλάβει τα σκήπτρα της δημιουργίας.
Με την γέννηση του Ουρανού και της Γής, ο αδιάστατος χώρος αποκτά διαστάσεις, το Σύμπαν προσδιορίζεται ως άπειρος διαστατός χώρος σε αντιδιαστολή με το αδιάστατο Χάος.
Η γένεση του χρόνου
Κρόνος
Για τους Ορφικούς ο Κρόνος είναι αειθαλής, πατέρας μακαρίων θεών και ανθρώπων, πολυμήχανος, αμόλυντος, μεγαλοδύναμος, Τιτάνας ρωμαλέος, που εξαντλεί τα πάντα και ο ίδιος πάλι τα αυξαίνει, που έχει δεσμούς αδιαρρήκτους στον απέραντο κόσμο, γεννήτορα του αιώνα (χρόνου), εύγλωττος Κρόνος, βλαστός της γης και του κατάστερου ουρανού, γέννηση, αύξηση, μείωση, της Ρέας σύζυγος, σεμνός Προμηθέα, που κατοικεί τα μέρη όλα του κόσμου, γενάρχης, πανούργος, κάλλιστος.
Με την γέννηση του Κρόνου (=Χρόνου: «ω Κρόνε γεννήτορα του αιώνα» ΄Ορφικός ύμνος Κρόνου΄) το στατικό, το πλανώμενο αλλά και ακίνητο στην εσωτερικότητά του σύμπαν αποκτά κίνηση. «Πέραν τούτου, ανευ τόπου και κενού και χρόνου, είναι αδύνατος η κίνησις», «πρὸς δὲ τούτοις ἄνευ τόπου καὶ κενοῦ καὶ χρόνου κίνησιν ἀδύνατον εἶναι» (Αριστοτέλους περί φυσικής 200β). Το όλον από το «φύσει είναι» μεταβαίνει στο «ενεργεία είναι». Την ενδελέχεια αυτή θα την εκφράσει η παρουσία της Ρέας (Ροής-κίνησης ), σύζυγος και αδελφή του Κρόνου.
Ρέα
Για τους Ορφικούς η Ρέα (Ροή) είναιθυγατέρα του πολύμορφου Πρωτόγονου, που οδηγεί το ιερότροχο άρμα των ταυροφόνων, τυμπανοκρουστική, μανιακή, χαλκοκρούστρια κόρη, μητέρα του άνακτος Ολυμπίου Διός, του ασπιδοφόρου, παντιμημένη, λαπρόμορφη, του Κρόνου μακαρία ομόκλινη, που χαίρεται στα όρη με των θνητών τα φοβερά ολολύγματα, παμβασίλισσα, πολεμοθόρυβη, γενναιόψυχη, ξεγελάστρα, σωτήρια, λυτήρια, αρχέγονη, μητέρα των θεών και των θνητών ανθρώπων, αεικίνητη και αερόμορφη.
Με την γέννηση των ζευγών Ουρανού-Γαίας και Κρόνου-Ρέας ολοκληρώνεται η δημιουργία του φυσικού κόσμου, της Φύσης την οποία οι Ορφικοί στον «Υμνο της Φυσης» αποκαλούν
«παγγεννήτρα θεά, μητέρα πολυμήχανη, ουράνια, πρεσβυτέρα, πολυπλάστρα θεότητα, άνασσα, πανδαμάστρια, αδάμαστη, κυβερνήτρια, ολόλαμπρη, παντοκράτειρα, τετιμημένη, πανυπερτάτη σε όλα άφθαρτη, πρωτογέννητη, πρωτοείπωτη, φημισμένη, νυχτερινή, πολύπειρη, φωτοφόρα, ασυγκράτητη, που περιφέρει αθόρυβα ίχνη ποδιών, αγνή, κοσμήτρια θεών, ατελείωτη και τελεία, κοινή μεν στα πάντα, αλλά κι απόκοσμη ολόμονη, αυτογέννητη, αγέννητη, ερασμία, πολύτερπνη, μεγίστη, ολάνθιστη, περίπλοκη, φιλική, πολύμεικτη, έμπειρη, ηγεμονίδα, κυρίαρχη, ζωοδότειρα, παντοθρέφτρα κόρη, αυτάρκεια, δικαιοδότειρα, πολυώνυμη υπακοή των Χαρίτων, αιθέρια, γήινη και θαλάσσια προστάτιδα, πικρή στους φαύλους, αλλά γλυκιά στους ευπειθείς, πάνσοφη, πανδότρια, χορηγήτρια, παμβασίλισσα, τροφοπληθύς, λίπανση και λυτρώτρια των ωριμασμένων, πάντων πατέρας, μητέρα, τροφός και ανατροφεύς, ευτοκία, μακαρία, πολύσπορη, εποχική ορμή, πάντεχνη, πλάστρα, πολυπλάστρα, θαλασσία θεότητα, αιωνία, κινητήρια, πολύπειρη, συνετή, που στροβιλίζει με αέναη δίνη τη γοργή ροή, αείρρευστη, κυκλική, αλλομορφομετάβλητη, λαμπρόθρονη, τιμημένη, αυτή μόνη εκπληρεί το κριθέν, πιο πάνω από σκηπτούχους βαρυβροντώδης κραταιότατη, ατρόμητη, πανδαμάστρια, πεπρωμένον, μοίρα, πυρίπνοη, αιωνία ζωη και αθάνατη και πρόνοια.».
Κάθε της ιδιότητα εκφράζει και ένα συμπαντικό νόμο, όπως αυτό διαμορφώθηκε κατά την διαδικασία της δημιουργίας της Φύσης.
Τα θεϊκά ζεύγη των πρωτογόνων Ερεβος-Νυξ, Αιθήρ-Ημέρα, Ουρανός-Γαία, Κρόνος-Ρέα αντιπροσωπεύουν περισσότερο καταστάσεις, υφείς, ουσίες του αρχέγονου Χάους, αναβαθμούς της εξέλιξης από το Χάος στην Φύση. Η εμφάνιση κάθε ζεύγους προϋποθέτει την γένεση των γεννητόρων τους όχι ως μια βιολογικά οριζόμενη προϋπόθεση, αλλά ως εξελικτική διαδικασία, καθ’ όσον κάθε θυγατρικό ζεύγος ενυπάρχει στο μητρικό ως λανθάνουσα ουσία, υφή ή κατάσταση. Η σειρά γέννησης εκάστου ζεύγους διαγράφει και την σειρά των αναβαθμών της εξέλιξης από το αρχέγονο Χάος στην Φύση. Προδιαγράφει επίσης αυτή η σειρά την ακολουθία των συμπαντικών νόμων και αναγκαιοτήτων που διέπουν αυτήν την εξέλιξη, ταυτόχρονα, όμως, χαράσσουν και τα όρια στα πλαίσια των οποίων μπορεί και οφείλει να κινηθεί η σύγχρονη φυσική επιστήμη, δίνουν την πραγματική εικόνα της φύσης, των νόμων και των φαινομένων της.
Οι φαινομενικές «αιμομειξίες» των θεϊκών ζευγών είναι η κατάδειξη κατίσχυσης της μιας η της άλλης ιδιότητας του ταυτού«ἐπεὶ δ' ἔνια ταὐτὰ καὶ δυνάμει καὶ ἐντελεχείᾳ ἐστίν, οὐχ ἅμα δὲ ἢ οὐ κατὰ τὸ αὐτό, ἀλλ' οἷον θερμὸν μὲν ἐντελεχείᾳ ψυχρὸν δὲ δυνάμει, πολλὰ ἤδη ποιήσει καὶ πείσεται ὑπ' ἀλλήλων· ἅπαν γὰρ ἔσται ἅμα ποιητικὸν καὶ παθητικόν. (Αριστοτέλους, περί Φυσικής 201α. 19)» «Από το άλλο μέροςωρισμένα πράγματα υπάρχουν ταυτοχρόνως και δυνάμει και εντελεχεία, όχι βέβαια μαζύ, ούτε υπό την αυτήν έποψιν, αλλα ωσαν εκείνο που είναι θερμόν δυνάμει και ψυχρόν εντελεχείᾳ· ως έκ τούτου πολλα αμοιβαία ενεργήματα και παθήματα θα γίνουν, διότι όλα θα είναι συνάμα ποιητικά και παθητικά.».
Ο ευνουχισμός του Ουρανού από τον Κρόνο συμβολίζει την επενέργεια του χρόνου και της συνακόλουθης κίνησης του σύμπαντος, την ροή του αιθέρα, μέσα στον οποίο κινείται ο κόσμος (ως διάκοσμος). Τον διαχωρισμό της Γης από την Ουρανό κι ας θυμηθούμε λίγο τον μύθο του Ατλαντα.
Στηνορφική θεογονία η διαδοχή των θεών είναι σχεδόν η ίδια με αυτήν της ησιόδου. Η βασική διαφορά έγκειται στην αρχή της δημιουργίας. Η ελληνική θεολογία (Άπασα γαρ η παρ’ Έλλησι θεολογία της ορφικής εστί μυσταγωγίας έκγονος (Πρόκλος, Σχόλια εις πλατωνικό Τίμαιο) διδάσκει ότι εν αρχῇ και πριν την δημιουργία του Σύμπαντος υπήρχε η «Άρρητος Αρχή» το Προδημιουργικόν «Εν» ("τήν δέ μίαν πρό τοιν δυοιν άρρητον άφίησιν· αυτό γάρ τό μηδέ φάναι περί αυτής ενδείκνυται αυτής τήν άπόρρητον φύσιν".)
Στην εικόνα ο Ορφικός Φάνης. Ο Κόσμος σα ζώνη ελλειψοειδής με τα σημεία του Ζωδιακού· πάνω και κάτω τα δύο μισά του Κοσμογονικού Αυγού (με φλόγες)· ανάμεσα ο Φάνης φτερωτός ως Έρως· από το κεφάλι του δέσμες ηλιακές· πίσω από τους ώμους μεγάλο μισοφέγγαρο· με φίδι γύρω στο κορμί σα Χρόνος· κεφάλια τράγου, λιονταριού, κριαριού στη μέση του κορμιού· με το σκήπτρο στ’ αριστερό σα βασιλεύς του Κόσμου και τον κεραυνό στο δεξί σα Ζευς· με δίχαλα πόδια σαν Παν· και, έξω από τον Ζωδιακό, στις τέσσερις γωνίες του αναγλύφου, που λείπουν εδώ, τα κεφάλια των τεσσάρων Ανέμων.
Ο Φάνης είναι ένα από τα ονόματα της δημιουργικής αρχής του Σύμπαντος, προσωποποίηση του Δημιουργού `Ερωτα σύμφωνα με την Ορφική θεογονία. Ο Φάνης ήταν μία πρωταρχική θεότητα («Πρωτόγονος») που αναπήδησε από το «κοσμικό αυγό», το οποίο γέννησε η Νύχτα. Στις «Ορφικές Ραψωδίες» που παραδόθηκαν από τον Ιερώνυμο και από τον Ελλάνικο, αναφέρεται ότι ο Χρόνος υπήρξε η αιτία των πάντων και ο δημιουργός του αργυρού κοσμικού αυγού του Φάνητα.
Το Χάος συμβολίζει τον Χώρο του Σύμπαντος. Ο Έρωτας συμβολίζει την κινητήρια δύναμη που ενώνει, μεταλλάσσει και μεταμορφώνει (μορφή, αυτό που φαίνεται, ο Φάνης) το Παν. Η ίδια ιδιότητα του αιθέρα τονίζεται και στα Ερμητικά[6] κείμενα της δημιουργίας.
Ποιμάνδρης: «Συνέβη, λοιπόν, όπως είπα, η γέννηση αυτών των επτά ανθρώπων με τον ακόλουθο τρόπο. Η γη ήταν θηλυκή, το νερό έτοιμο για αναπαραγωγή, ο καρπός της φωτιάς ώριμος. Η φύση πήρε από τον Αιθέρα το πνεύμα και γέννησε τα σώματα σύμφωνα με τη μορφή του Ανθρώπου. Ο Άνθρωπος από ζωή και φως έγινε ψυχή και νους, ψυχή από ζωή και νους από φως. Και όλα όσα ανήκουν στον αισθητό κόσμο έμειναν έτσι μέχρι το τέλος της περιόδου και την αρχή των φύλων»
Ο Λεύκιππος[7] ερμηνεύοντας την δημιουργία του κόσμου αναφέρει:
Στον Αριστοτέλη ο χρόνος ρέει ομοιόμορφα παντού, είναι παγκόσμιος, είναι όμως χρόνος σχετικός με την κίνηση των σωμάτων, εκτελεστικός, και δεν θα υπάρχει αν σταματήσει κάθε κίνηση. Ο Αριστοτέλης λοιπόν μετράει το χρόνο με την κίνηση του ουρανού αλλά δεν τον ταυτίζει με αυτήν…. «γιατί, αν υπήρχε ένα πλήθος από ουρανούς, η κίνηση ενός οποιουδήποτε από αυτούς, χωρίς διάκριση, θα αποτελούσε το χρόνο, ώστε θα συνυπήρχαν πολλοί χρόνοι” πράγμα αδύνατο, γιατί ο χρόνος είναι ο ίδιος σε όλα τα μέρη την ίδια στιγμή, είναι παγκόσμιος.
Στο Νεύτωνα, ο χρόνος ρέει ομοιόμορφα και παγκόσμια , είναι όμως απόλυτος, δεν εξαρτάται από τα σώματα και θα ρέει και σε έναν κενό κόσμο. Είναι έννοια μεταφυσική.
Στον Αϊνστάιν είναι η κίνηση του φωτός που είναι παράξενη και ιδιαίτερη, με αποτέλεσμα: ο χρόνος δεν ρέει ομοιόμορφα, είναι τοπικός συστέλλεται και διαστέλλεται, δεν είναι παγκόσμιος και συμπλέκεται με το χώρο, είναι η ανατροπή στις κλασσικές έννοιες του χώρου και του χρόνου. (σχετικότητα του ταυτόχρονου).
Η θεωρία της σχετικότητας προέβλεπε «γεωμετρία» του χώρου απουσίᾳ ύλης, γεγονός που ανάγκασε σε ποικίλες ανασκευές αυτής της θεωρίας (σχετιστικό κενό, κβαντικό κενο) οι ανασκευές των οποίων χρειάστηκαν νεες αναπροσαρμογές για να απαντήσουν με σχετική και πάλι επάρκεια ή υπεκφυγή σε νέα φαινόμενα ή προβλήματα, η λύση των οποίων βρίσκεται στον αρχαιοελληνικό αιθέρα. Αλλά ίσως αυτή η παραδοχή να είναι και το κύριο πρόβλημα των επιστημονιστών της φυσικής επιστήμης. Κάτι ανάλογο συμβαίνει με την θεωρία των συνόλων, την Ευκλείδια γεωμετρία και το αξεπέραστο της ταχύτητας του φωτός.
Με την γένεση του χώρου και του χρόνου ολοκληρώνεται και για την Πυθαγόρεια φιλοσοφία η αποκαλούμενη «Τετρακτύς»[8], η πηγή της αέναης φύσης. Ο τριγωνομετρικός αριθμός είναι 1+2+3+4=10 και ο πυραμιδικός αριθμός είναι 1+3+6=10. Ο αριθμός 10 αντιπροσωπεύει τον τέλειο αριθμό, το Σύμπαν, το Ολον, την εικόνα του παντός. Το 10 έχει το προνόμιο να ανήκει και στους ακέραιους (1,2,3,4,5...10), στους τριγωνικούς (1,2,3,6,10...) και στους Πυραμιδικούς (1,4,10,20...). Σπάνιοι άλλοι αριθμοί έχουν αυτό το προνόμιο. Και αυτοί είναι ο 120, ο 1540 και ο 7140.
Πηγή Tromaktiko
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ