2016-11-21 11:06:15
Γιώργος Σακκάς
Healthmag.gr
Τη χαμηλότερη θέση μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ όσον αφορά στην κατανάλωση φαρμάκων, κατέχει η χώρα μας, σύμφωνα με την ανάλυση των στοιχείων του οργανισμού τα οποία επεξεργάστηκε η Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας και τα οποία αποδεικνύουν πως η Ελλάδα το διάστημα 2000-2015 εμφανίζει σημαντική μείωση σε διάφορες σημαντικές θεραπευτικές κατηγορίες όπως για το αναπνευστικό και το νευρικό σύστημα.
Κάθε άλλο παρά υπερβολική θεωρείται η κατανάλωση φαρμάκων στην Ελλάδα, καθώς σύμφωνα με την καταγεγραμμένη από τον ΟΟΣΑφαρμακευτική περίθαλψη σε DDD ανά (Defined Daily Dose- Ημερήσια Καθορισμένη Δόση φαρμάκου) ανά 1000 κατοίκους η χώρα μας έχει τη χαμηλότερη θέση σε σχέση µε το µέσο όρο των άλλων χωρών µε εξαίρεση την κατηγορία ATCΒ. Η κατηγορία αυτή αφορά σε σκευάσματα για το αίμα και τα αιμοποιητικά όργανα και περιλαμβάνει τους αντιθρομβωτικού παράγοντες, τα αντιαιμορραγικά, τα φάρμακα κατά της αναιμίας, τα υποκατάστατα αίματος και διαλύματα έγχυσης καθώς και άλλους αιματολογικούς παράγοντες.
Την ίδια στιγμή σε μερικά χρόνια νοσήματα η κατανάλωση θεωρείται ιδιαίτερα χαμηλή και συγκεκριμένα στην υπέρταση και την κατάθλιψη, ενώ είναι υψηλότερη σε κάποια άλλα όπως στη χοληστεριναιµία και το διαβήτη, γεγονός που αποδίδεται στη σύνδεσή των νοσημάτων αυτών με την παχυσαρκία, όπου η χώρα μας κατέχει τα πρωτεία.
Ειδικότερα από τα προσαρμοσμένα στοιχεία του ΟΟΣΑ (OECD HealthData-Οκτώβριoς 2016) τα οποία επεξεργάστηκε η ΕΣΔΥ και παρουσίασε πρόσφατα ο καθηγητής κ. Γιάννης Κυριόπουλος προκύπτουν τα εξής:
- Στην θεραπευτική κατηγορία ATCA (Πεπτική οδός και μεταβολισμός) η αναλογία DDD ανά 1000 κατοίκους στην Ελλάδα είναι 186,7 ενώ ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 236,1. Επίσης το διάστημα 2000-2015 ο μέσος όρος δείχνει άνοδο κατά 53,5% ενώ στην Ελλάδα το ίδιο διάστημα σημειώθηκε άνοδος μόλις 6,1%.
- Στην θεραπευτική κατηγορία ATCΒ την οποία αναφέραμε η αναλογία DDD ανά 1000 κατοίκους στην Ελλάδα είναι 185,9 ενώ ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 140,7. Όμως εδώ φαίνεται και η μεγάλη διαφοροποίηση όσον αφορά στην αύξηση της κατανάλωσης καθώς το διάστημα 2000-2015 ο μέσος όρος δείχνει άνοδο κατά 111,3% όταν στην Ελλάδα το ίδιο διάστημα σημειώθηκε άνοδος 15%.
- Στην θεραπευτική κατηγορία ATCC (Καρδιαγγειακό σύστημα) η αναλογία DDD ανά 1000 κατοίκους στην Ελλάδα είναι 420,4 ενώ ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 509.7. Το δε διάστημα 2000-2015 ο μέσος όρος δείχνει άνοδο κατά 89,9% ενώ στην Ελλάδα το ίδιο διάστημα σημειώθηκε άνοδος 38,8%.
- Στην θεραπευτική κατηγορία ATCG (Ουροποιογεννητικό σύστημα και ορμόνες του φύλου) η αναλογία DDD ανά 1000 κατοίκους στην Ελλάδα είναι 30,8 ενώ ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑείναι 78. Το διάστημα 2000-2015 ο μέσος όρος δείχνει πτώση -6% ενώ στην Ελλάδα το ίδιο διάστημα σημειώθηκε πτώση -26,3%.
- Στην θεραπευτική κατηγορία ATCΗ (Ορμονικά σκευάσματα, εξαιρουμένων των γεννητικών ορμονών) η αναλογία DDD ανά 1000 κατοίκους στην Ελλάδα είναι 16,9 ενώ ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 43,5. Το διάστημα 2000-2015 ο μέσος όρος δείχνει άνοδο 71,7% ενώ στην Ελλάδα σημειώθηκε δραματική πτώση -60,3%.
- Στην θεραπευτική κατηγορία ATCJ (Φάρμακα κατά των λοιμώξεων για συστηματική χορήγηση) η αναλογία DDD ανά 1000 κατοίκους στην Ελλάδα είναι 20,8 ενώ ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 22,6. Επίσης το διάστημα 2000-2015 ο μέσος όρος δείχνει άνοδο 5,1% ενώ στην Ελλάδα σημειώθηκε επίσης μεγάλη πτώση -37,9%.
- Στην θεραπευτική κατηγορία ATCΜ (Φάρμακα αρθροπαθειών και μυοσκελετικών παθήσεων)η αναλογία DDD ανά 1000 κατοίκους στην Ελλάδα είναι 38 ενώ ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑείναι 76,6. Επίσης το διάστημα 2000-2015 ο μέσος όρος δείχνει άνοδο 25% ενώ στην Ελλάδα σημειώθηκε επίσης μεγάλη πτώση -31,7%.
- Στην θεραπευτική κατηγορία ATCΝ (Νευρικό σύστημα) η αναλογία DDD ανά 1000 κατοίκους στην Ελλάδα είναι 128,5 ενώ ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 201,8. Το διάστημα 2000-2015 ο μέσος όρος δείχνει άνοδο 47% ενώ στην Ελλάδα σημειώθηκε πτώση -10,9%.
- Στην θεραπευτική κατηγορία ATCR (Αναπνευστικό σύστημα) η αναλογία DDD ανά 1000 κατοίκους στην Ελλάδα είναι 76,2 ενώ ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 117,8. Κι εδώ το διάστημα 2000-2015, ο μέσος όρος δείχνει άνοδο 20,4% αλλά στην Ελλάδα σημειώθηκε μεγάλη πτώση -38,3%.
Σε πιο συγκεκριμένες κατηγορίες οι οποίες μάλιστα έχουν μπει και στο στόχαστρο του ΕΟΠΥΥ, τα στοιχεία που αφορούν όμως μέχρι το 2013 δείχνουν μικρές μεταβολές. Για παράδειγμα στα φάρμακα μείωσης της χοληστερόλης η Ελλάδα έχει κατανάλωση 103 DDD ανά 1000 κατοίκους ενώ ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι 95 και για τον έλεγχο του διαβήτη ο μέσος όρος είναι 62 και η Ελλάδα έχει 66.
Σχολιάζοντας τα στοιχεία αυτά ο κ. Γιάννης Κυριόπουλος ανέφερε ότι όχι μόνο η συγκεκριμένη έρευνα αλλά και άλλες μελέτες αποδεικνύουν ότι οι έλληνες ασθενείς καταναλώνουν τελικά λιγότερα φάρμακα απ’ ότι άλλες χώρες του ΟΟΣΑ και μάλιστα κατακρίνει «τον ψόγο εναντίον των γιατρών και των φαρμακοποιών». Σημειώνει δε ότι στις άλλες χώρες η αύξηση της κατανάλωσης των φαρμάκων την περίοδο της κρίσης αποδίδεται στην ενίσχυση της καινοτομίας, τη διεύρυνση του ασφαλισμένου πληθυσμού ή και της τρωτότητας του πληθυσμού. Μια εξήγηση που δίνει επίσης για τη μείωση της κατανάλωσης στην Ελλάδα, είναι ότι οι μέχρι πρότινος ανασφάλιστοι πολίτες ή και εκείνοι που έχουν χαμηλά εισοδήματα δεν λάμβαναν την απαιτούμενη θεραπεία, καθώς δεν είχαν και ίσως εξακολουθούν να μην έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν τη συμμετοχή, ειδικά δε οι χρόνιοι πάσχοντες.
medispin
Healthmag.gr
Τη χαμηλότερη θέση μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ όσον αφορά στην κατανάλωση φαρμάκων, κατέχει η χώρα μας, σύμφωνα με την ανάλυση των στοιχείων του οργανισμού τα οποία επεξεργάστηκε η Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας και τα οποία αποδεικνύουν πως η Ελλάδα το διάστημα 2000-2015 εμφανίζει σημαντική μείωση σε διάφορες σημαντικές θεραπευτικές κατηγορίες όπως για το αναπνευστικό και το νευρικό σύστημα.
Κάθε άλλο παρά υπερβολική θεωρείται η κατανάλωση φαρμάκων στην Ελλάδα, καθώς σύμφωνα με την καταγεγραμμένη από τον ΟΟΣΑφαρμακευτική περίθαλψη σε DDD ανά (Defined Daily Dose- Ημερήσια Καθορισμένη Δόση φαρμάκου) ανά 1000 κατοίκους η χώρα μας έχει τη χαμηλότερη θέση σε σχέση µε το µέσο όρο των άλλων χωρών µε εξαίρεση την κατηγορία ATCΒ. Η κατηγορία αυτή αφορά σε σκευάσματα για το αίμα και τα αιμοποιητικά όργανα και περιλαμβάνει τους αντιθρομβωτικού παράγοντες, τα αντιαιμορραγικά, τα φάρμακα κατά της αναιμίας, τα υποκατάστατα αίματος και διαλύματα έγχυσης καθώς και άλλους αιματολογικούς παράγοντες.
Την ίδια στιγμή σε μερικά χρόνια νοσήματα η κατανάλωση θεωρείται ιδιαίτερα χαμηλή και συγκεκριμένα στην υπέρταση και την κατάθλιψη, ενώ είναι υψηλότερη σε κάποια άλλα όπως στη χοληστεριναιµία και το διαβήτη, γεγονός που αποδίδεται στη σύνδεσή των νοσημάτων αυτών με την παχυσαρκία, όπου η χώρα μας κατέχει τα πρωτεία.
Ειδικότερα από τα προσαρμοσμένα στοιχεία του ΟΟΣΑ (OECD HealthData-Οκτώβριoς 2016) τα οποία επεξεργάστηκε η ΕΣΔΥ και παρουσίασε πρόσφατα ο καθηγητής κ. Γιάννης Κυριόπουλος προκύπτουν τα εξής:
- Στην θεραπευτική κατηγορία ATCA (Πεπτική οδός και μεταβολισμός) η αναλογία DDD ανά 1000 κατοίκους στην Ελλάδα είναι 186,7 ενώ ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 236,1. Επίσης το διάστημα 2000-2015 ο μέσος όρος δείχνει άνοδο κατά 53,5% ενώ στην Ελλάδα το ίδιο διάστημα σημειώθηκε άνοδος μόλις 6,1%.
- Στην θεραπευτική κατηγορία ATCΒ την οποία αναφέραμε η αναλογία DDD ανά 1000 κατοίκους στην Ελλάδα είναι 185,9 ενώ ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 140,7. Όμως εδώ φαίνεται και η μεγάλη διαφοροποίηση όσον αφορά στην αύξηση της κατανάλωσης καθώς το διάστημα 2000-2015 ο μέσος όρος δείχνει άνοδο κατά 111,3% όταν στην Ελλάδα το ίδιο διάστημα σημειώθηκε άνοδος 15%.
- Στην θεραπευτική κατηγορία ATCC (Καρδιαγγειακό σύστημα) η αναλογία DDD ανά 1000 κατοίκους στην Ελλάδα είναι 420,4 ενώ ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 509.7. Το δε διάστημα 2000-2015 ο μέσος όρος δείχνει άνοδο κατά 89,9% ενώ στην Ελλάδα το ίδιο διάστημα σημειώθηκε άνοδος 38,8%.
- Στην θεραπευτική κατηγορία ATCG (Ουροποιογεννητικό σύστημα και ορμόνες του φύλου) η αναλογία DDD ανά 1000 κατοίκους στην Ελλάδα είναι 30,8 ενώ ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑείναι 78. Το διάστημα 2000-2015 ο μέσος όρος δείχνει πτώση -6% ενώ στην Ελλάδα το ίδιο διάστημα σημειώθηκε πτώση -26,3%.
- Στην θεραπευτική κατηγορία ATCΗ (Ορμονικά σκευάσματα, εξαιρουμένων των γεννητικών ορμονών) η αναλογία DDD ανά 1000 κατοίκους στην Ελλάδα είναι 16,9 ενώ ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 43,5. Το διάστημα 2000-2015 ο μέσος όρος δείχνει άνοδο 71,7% ενώ στην Ελλάδα σημειώθηκε δραματική πτώση -60,3%.
- Στην θεραπευτική κατηγορία ATCJ (Φάρμακα κατά των λοιμώξεων για συστηματική χορήγηση) η αναλογία DDD ανά 1000 κατοίκους στην Ελλάδα είναι 20,8 ενώ ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 22,6. Επίσης το διάστημα 2000-2015 ο μέσος όρος δείχνει άνοδο 5,1% ενώ στην Ελλάδα σημειώθηκε επίσης μεγάλη πτώση -37,9%.
- Στην θεραπευτική κατηγορία ATCΜ (Φάρμακα αρθροπαθειών και μυοσκελετικών παθήσεων)η αναλογία DDD ανά 1000 κατοίκους στην Ελλάδα είναι 38 ενώ ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑείναι 76,6. Επίσης το διάστημα 2000-2015 ο μέσος όρος δείχνει άνοδο 25% ενώ στην Ελλάδα σημειώθηκε επίσης μεγάλη πτώση -31,7%.
- Στην θεραπευτική κατηγορία ATCΝ (Νευρικό σύστημα) η αναλογία DDD ανά 1000 κατοίκους στην Ελλάδα είναι 128,5 ενώ ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 201,8. Το διάστημα 2000-2015 ο μέσος όρος δείχνει άνοδο 47% ενώ στην Ελλάδα σημειώθηκε πτώση -10,9%.
- Στην θεραπευτική κατηγορία ATCR (Αναπνευστικό σύστημα) η αναλογία DDD ανά 1000 κατοίκους στην Ελλάδα είναι 76,2 ενώ ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 117,8. Κι εδώ το διάστημα 2000-2015, ο μέσος όρος δείχνει άνοδο 20,4% αλλά στην Ελλάδα σημειώθηκε μεγάλη πτώση -38,3%.
Σε πιο συγκεκριμένες κατηγορίες οι οποίες μάλιστα έχουν μπει και στο στόχαστρο του ΕΟΠΥΥ, τα στοιχεία που αφορούν όμως μέχρι το 2013 δείχνουν μικρές μεταβολές. Για παράδειγμα στα φάρμακα μείωσης της χοληστερόλης η Ελλάδα έχει κατανάλωση 103 DDD ανά 1000 κατοίκους ενώ ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι 95 και για τον έλεγχο του διαβήτη ο μέσος όρος είναι 62 και η Ελλάδα έχει 66.
Σχολιάζοντας τα στοιχεία αυτά ο κ. Γιάννης Κυριόπουλος ανέφερε ότι όχι μόνο η συγκεκριμένη έρευνα αλλά και άλλες μελέτες αποδεικνύουν ότι οι έλληνες ασθενείς καταναλώνουν τελικά λιγότερα φάρμακα απ’ ότι άλλες χώρες του ΟΟΣΑ και μάλιστα κατακρίνει «τον ψόγο εναντίον των γιατρών και των φαρμακοποιών». Σημειώνει δε ότι στις άλλες χώρες η αύξηση της κατανάλωσης των φαρμάκων την περίοδο της κρίσης αποδίδεται στην ενίσχυση της καινοτομίας, τη διεύρυνση του ασφαλισμένου πληθυσμού ή και της τρωτότητας του πληθυσμού. Μια εξήγηση που δίνει επίσης για τη μείωση της κατανάλωσης στην Ελλάδα, είναι ότι οι μέχρι πρότινος ανασφάλιστοι πολίτες ή και εκείνοι που έχουν χαμηλά εισοδήματα δεν λάμβαναν την απαιτούμενη θεραπεία, καθώς δεν είχαν και ίσως εξακολουθούν να μην έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν τη συμμετοχή, ειδικά δε οι χρόνιοι πάσχοντες.
medispin
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Μεγαλώνει η λίστα των "μνηστήρων" του Μιλιβόγεβιτς
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ