2016-12-05 14:57:10
Οι αποφάσεις για το ελληνικό χρέος πρέπει να παρθούν «τώρα» διαφορετικά η χώρα οδεύει ολοταχώς προς ένα τέταρτο μνημόνιο, είπε σε συνέντεξη στην EurActiv.gr ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας, κ. Μάκης Βορίδης.
Ο βουλευτής της ΝΔ εξαπέλυσε δριμεία επίθεση κατά της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ κατηγορώντας την για έλλειψη πολιτικής βούλησης για πραγματικές μεταρρυθμίσεις της ελληνικής οικονομίας ενώ παράλληλα άφησε σαφείς υπαινιγμούς για την στάση της Κομισιόν και των δανειστών.
«Επιτυγχάνουμε τη δημοσιονομική πειθαρχία, αλλά από την άλλη πλευρά αυτό το οποίο λέγεται μεγέθυνση της οικονομίας, παραγωγική ανασυγκρότηση, δημιουργία θέσεων εργασίας, αύξηση της ανταγωνιστικότητας, εξωστρέφεια, είναι στόχοι που δεν επιτυγχάνονται», είπε.
«Βλέπω ότι μια αριστερή κυβέρνηση που δεν θέλει να προχωρήσει σε όλα αυτά, μαζί με δανειστές που ενδιαφέρονται μόνο για το δημοσιονομικό κομμάτι, στην πραγματικότητα έχουν φτιάξει ένα πρόγραμμα που εμείς δεν βλέπουμε να βγει στο επίπεδο της πραγματικής οικονομίας», πρόσθεσε.
Ο κ. Βορίδης μίλησε στο δημοσιογράφο της EurActiv Σαράντη Μιχαλόπουλο στις Βρυξέλλες.
Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη
Παρατηρούμε άνοδο της ακροδεξιάς σε ευρωπαϊκό επίπεδο, έρχονται δύο κρίσιμες εκλογές σε Γαλλία και Γερμανία, σε τι απέτυχε η ΕΕ;
Δύο πράγματα. Το ένα είναι η αποτυχία αποτελεσματικής διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών και το δεύτερο είναι στην πραγματικότητα μέσα σε συνθήκες παγκόσμιου ανταγωνισμού η ευρωπαϊκή οικονομία αδυνατεί να εξασφαλίσει το κοινωνικό κράτος το οποίο ζητούν και διεκδικούν και έχουν συνηθίσει οι Ευρωπαίοι πολίτες. Αυτές είναι οι δύο προκλήσεις στις οποίες οι πολιτικές ηγεσίες πρέπει να ανταποκριθούν.
Εάν δεν ανταποκριθούν οι παρούσες πολιτικές ηγεσίες, τότε είναι προφανές ότι θα αντικατασταθούν. Μιλάμε σήμερα για λαϊκιστικές δυνάμεις και της δεξιάς και της αριστεράς, οι οποίες ναι μεν θέτουν τα σωστά ερωτήματα, είναι αρκετά προφανές και το ελληνικό παράδειγμα βοηθά σε αυτό, ότι όταν έρχονται στην εξουσία δεν έχουν τις σωστές απαντήσεις.
Αυτό, όμως, είναι ένα χαρακτηριστικό του λαϊκισμού. Άρα είναι ευθύνη των πολιτικών δυνάμεων να μην αντιδικούν με τους λαούς, να κατανοούν και να ακούν με προσοχή τα αιτήματά του και να βρίσκουν ορθολογικούς και αξιόπιστους δρόμους για να τα ικανοποιήσουν. Αυτό είναι κατά τη γνώμη μου που πρέπει να γίνει το επόμενο διάστημα, και υπάρχουν σημάδια ότι αυτό γίνεται. Η εκλογή του Φιγιόν είναι μια τέτοια απάντηση.
Η εκλογή του Φιγιόν ίσως είναι η απάντηση, αλλά η επιμονή του Γερμανού ΥΠΟΙΚ κ. Σόιμπλε στις πολιτικές λιτότητας δεν βοηθά προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά μάλλον ενισχύει την άνοδο του λαϊκισμού «αλλού».
Οι οικονομικές απαντήσεις είναι σύνθετες. Διότι, το να πει κανείς ότι θα αντιμετωπίσει το ζήτημα της λιτότητας και της δυσκολίας διατηρήσεως του επιπέδου του κοινωνικού κράτους με την ενίσχυση της εσωτερικής ζήτησης, είναι προφανές ότι είναι μια οικονομική απάντηση που δεν θα σταθεί σε βάθος. Επομένως, υπό μια έννοια αυτό που χρειαζόμαστε είναι η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας και σε αυτό ο κ. Σόιμπλε έχει δίκιο. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσα από μεταρρυθμίσεις σε όλα τα επίπεδα. Οι μεταρρυθμίσεις αυτές έχουν την πολιτική τους δυσκολία πάντοτε, ωστόσο, είναι το μόνο πράγμα που θα αποδώσει, θα κάνει την ευρωπαϊκή οικονομία πιο εξωστρεφή, πιο ανταγωνιστική και επομένως θα δημιουργήσει πλούτο, και αυτός ο πλούτος είναι που έχει τη δυνατότητα να διατηρήσει το κοινωνικό κράτος.
Εύκολες λύσεις δεν υπάρχουν, αλλά εδώ πρέπει να συντονιστούν οι κοινωνίες και χρειάζεται το κατάλληλο μίγμα πολιτικής αλλά και να εξηγηθεί με πολλή μεγάλη σαφήνεια το πλεονέκτημα των μεταρρυθμίσεων αλλά ταυτόχρονα, επίσης χρειάζεται να λαμβάνεται υπόψη ο πολιτικός κύκλος, διότι οι μεταρρυθμίσεις πρέπει να αποδίδουν μέσα στο χρόνο του πολιτικού κύκλου προκειμένου ο κόσμος να βλέπει στη πραγματικότητα τι έχει να κερδίσει από την μεταρρυθμιστική προσπάθεια. Διαφορετικά, υπάρχει ο κίνδυνος να πέσει στο κενό.
Η Κομισιόν δίνει μια δεύτερη ευκαιρία σε Ιταλία, Ισπανία, Ιταλία και Γαλλία. Από την άλλη πλευρά, ζητά από Γερμανία και Ολλανδία να αυξήσουν τις δημόσιες δαπάνες, με το Βερολίνο να απαντά ότι δεν είναι δουλειά της Κομισιόν να πει πώς θα ξοδέψει η Γερμανία τα λεφτά της. Θεωρείτε ότι αυτό είναι στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής συνεργασίας;
Εδώ η απάντηση δεν είναι ένα ζήτημα αρμοδιοτήτων, διότι υπό αυτή την έννοια πράγματι εκείνο το οποίο υποπτεύει η Κομισιόν είναι η εκτέλεση των προϋπολογισμών μέσα στα δημοσιονομικά όρια που θέτει το Σύμφωνο Σταθερότητας. Το ερώτημα είναι μια δύναμη του μεγέθους της Γερμανίας σε οικονομικό επίπεδο κατά πόσον θα έχει μια συνολική θεώρηση που τελικώς την ενδιαφέρει για την εξέλιξη της εσωτερικής ευρωπαϊκής αγοράς και κατά πόσο θα σκήσει πολιτικές έχοντας μια ευρύτερη εικόνα που φαντάζομαι ενδιαφέρει και τις δικές της οικονομικές δραστηριότητες.
Δεν είναι πάντα εύκολο, να συνταιριάξεις τα συμφέροντα των εθνικών κρατών, τη σύνδεση των συμφερόντων αυτών με τους πολιτικούς κύκλους που δεν είναι ταυτόσημοι, διότι υπάρχουν διαφορετικά σημεία εκλογών και άρα υπάρχουν διαφορετικές προτεραιότητες και με την ανάγκη μιας ευρύτερης πολιτικής που θα γεννά αποτελέσματα σε ευρωπαϊκο επίπεδο. Είναι η δυσκολία της Ευρώπης.
Είστε αισιόδοξος για μια επιτυχημένη δεύτερη αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος; Θεωρείτε θα πάρει η Αθήνα τα βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα μέτρα στο επόμενο Εurogroup;
Τα βραχυπρόθεσμα ναι, τα μεσοπρόθεσμα μάλλον θα πάνε παραπίσω. Αλλά εκείνο το οποίο πρέπει να γίνει αντιληπτό από όλους είναι ότι υπάρχουν μια σειρά από πράγματα που πρέπει να γίνουν όλα μαζί και να γίνουν άμεσα. Η δεύτερη αξιολόγηση πρέπει να κλείσει γρήγορα, πρέπει να περιέχει στοιχεία που θα επιτρέψουν την πραγματική ανάπτυξη της οικονομίας. Πρέπει να ενισχυθεί μέσα από μεταρρυθμίσεις η ανταγωνιστικότητά της, η οποία έχει πέσει, η Κομισιόν αλλά και οι δανειστές έχω την εντύπωση ότι το μόνο που κοιτάζουν είναι το δημοσιονομικό κομμάτι και αυτό δεν μας λέει πάρα πολλά πράγματα για την πραγματική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, για αυτό που ζει ο κόσμος και πώς θα μεγαλώσει η οικονομία.
Το να εκτελέσεις ένα προϋπολογισμό, όπως συμβαίνει αυτή τη στιγμή, αυξάνοντας συνεχώς τους φορολογικούς συντελεστές και να λες ότι πέτυχα τον στόχο των φορολογικών εσόδων διότι έχω υπερμεγενθύνει τη φορολογία, δεν λέει και πάρα πολλά πράγματα ειδικά όταν αυτό συνδυάζεται και με αύξηση των ληξιπρόσθεμων οφειλών του δημοσίου προς τους ιδιώτες. Γίνονται πολιτικές που στην πραγματικότητα σκοτώνουν την ελληνική οικονομία.
Επιτυγχάνουμε τη δημοσιονομική πειθαρχία, αλλά από την άλλη πλευρά αυτό το οποίο λέγεται μεγέθυνση της οικονομίας, παραγωγική ανασυγκρότηση, δημιουργία θέσεων εργασίας, αύξηση της ανταγωνιστικότητας, εξωστρέφεια, είναι στόχοι που δεν επιτυγχάνονται.
Βλέπω ότι μια αριστερή κυβέρνηση που δεν θέλει να προχωρήσει σε όλα αυτά, μαζί με δανειστές που ενδιαφέρονται μόνο για το δημοσιονομικό κομμάτι στην πραγματικότητα έχουν φτιάξει ένα πρόγραμμα που εμείς δεν βλέπουμε να βγει στο επίπεδο της πραγματικής οικονομίας.
Το χρέος είναι πολύ σημαντική παράμετρος αυτού του προγράμματος, δεν έχει νόημα να πηγαίνει συνεχώς παραπίσω, οι αποφάσεις πρέπει να παρθούν τώρα αλλιώς επισημαίνουμε ότι η χώρα πηγαίνει ολοταχώς εξαιτίας των παραμέτρων που ανέφερα προηγουμένως προς ένα τέταρτο μνημόνιο.
Υπάρχει μια «ευθραυστότητα» τελευταία μεταξύ ΕΕ και Τουρκίας, η Άγκυρα απειλεί ότι θα ανοίξει τα σύνορα και θα πλημμυρίσει την Ευρώπη με 3 εκ μετανάστες και πρόσφυγες. Από την άλλη πλευρά η Ευρωβουλή ζητά το πάγωμα των ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Ήρθε η ώρα η Αθήνα να αλλάξει την στάση της απέναντι στην Τουρκία;
Η Τουρκία έχει ένα τεράστιο ζήτημα ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αντιλαμβάνεστε ότι ο τρόπος που φέρεται η τουρκική διοίκηση μετά την απόπειρα πραξικοπήματος είναι στην πραγματικότητα μια καθολική εκκαθάριση όσων το καθεστώς Ερντογάν θεωρεί ότι δεν είναι μαζί του. Αυτό δεν είναι ένα εσωτερικό ζήτημα της Τουρκίας αλλά κάτι το οποίο αντιβαίνει στις ευρωπαϊκές αξίες.
Υπάρχει ένα δεύτερο ζήτημα. Δεν είναι δυνατόν να ακούμε από την Τουρκία, είναι εντελώς απαράδεκτο, ότι θα εκβιάζεται η ΕΕ και πρωτίστως η Ελλάδα, με το θέμα των μεταναστευτικών ροών.
Το ζήτημα της μετανάστευσης είναι σύνθετο, δύσκολο, και εμπεριέχει ανθρώπους, έχει τραγικές ανθρώπινες ιστορίες, και συνεπώς πρέπει να το κοιτάξουμε με μεγάλη ευαισθησία και ταυτόχρονα να διαφυλάσσει αποτελεσματικά τα συμφέροντα των λαών που εκπροσωπεί. Αυτό το οποίο δεν είναι ανεκτό είναι μια εκβιαστική προσέγγιση της Τουρκίας.
Προσωπική σας εκτίμηση, θεωρείτε ότι εάν η Τουρκία επιμείνει, η ΕΕ θα παγώσει τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις;
Εγώ θεωρώ ότι στο ζήτημα της συμφωνίας, η Ευρώπη όπως και η διεθνής κοινότητα, πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες της διότι πράγματι η Τουρκία δέχεται ένα σημαντικό μερίδιο των προσφυγικών/μεταναστευτικών πιέσεων, το οποίο σημαίνει ότι δίνουμε χρήματα. Μπορεί να μην τα δίνουμε στην Τουρκία, τα δίνουμε όμως σε όσους εμπλέκονται στο ζήτημα της διαχείρισης. Το δεύτερο ζήτημα είναι το ζήτημα της βίζας, και εδώ επιτρέψτε μου να πω ότι υπάρχουν πολλά πράγματα που πρέπει να κάνει η τουρκική πλευρά προτού προχωρήσει το θέμα. Στο ζήτημα των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, το σίγουρο είναι ότι η Ευρώπη δεν μπορεί να κάνει εκπτώσεις στις αξίες της, σε μια πολιτική λογική διαπραγμάτευσης με την Τουρκία. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρώ ότι πήρε μια σωστή απόφαση. Τώρα το εάν ή όχι θα παγώσουν οι διαπραγματεύσεις βρίσκεται στην πλευρά της Τουρκίας. Έχει έναν ξεκάθαρο οδικό χάρτη που πρέπει να ακολουθήσει, εάν τον ακολουθήσει καλώς, εάν όχι, τότε προφανώς η ΕΕ δεν πρόκειται να υποχωρήσει στα κεντρικά αξιακά της ζητήματα.
Η ΕΕ πρέπει να προετοιμαστεί, επίσης, για το ενδεχόμενο υλοποίησης των απειλών της Τουρκίας, που σημαίνει ότι πρέπει να είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε αύξηση των μεταναστευτικών ροών.
Θεωρείτε τελικά ότι το κλείσιμο της Βαλκανικής οδού ήταν λάθος;
Το ζήτημα της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης και των ποσοστώσεων είναι μια πολιτική που πρέπει να εφαρμοστεί. Είναι επίσης σαφές ότι δεν μπορεί να επιβληθεί. Εάν υπάρχουν χώρες που για τους δικούς τους εσωτερικούς λόγους δεν θέλουν να το κάνουν, δεν μπορούν να πιεστούν να το κάνουν. Άρα, υπάρχει ένα ενδεχόμενο στο οποίο η Ελλάδα θα χρειαστεί με τη συμπαράσταση της ΕΕ αλλά πάντως στην πραγματικότητα μόνη της, να διαχειριστεί μια πάρα πολή μεγάλη πίεση. Και εδώ υπάρχει ευθύνη της κυβέρνησης να προετοιμαστεί με τον κατάλληλο τρόπο ώστε να αντιμετωπίσει αυτή την πίεση. Μπορεί να γίνει, το έκανε η προηγούμενη κυβέρνηση, υπάρχουν διεθνείς συμφωνίες που θα διευκολύνουν, πρέπει να ετοιμαστούμε για μια τέτοια κρίση.
Ένα σχόλιο για την εκλογή Τράμπ;
Τον γενικότερο πανικό που επικράτησε στο πλαίσιο της πολιτικής ορθότητας, δεν τον συμμερίζομαι. Η καινούρια διοίκηση μένει να δούμε τι είναι, πρέπει, όμως, να πω ότι το αμερικανικό είναι αρκετά εξελιγμένο, πολύπλοκο, σύγχρονο σύστημα πολλαπλών ισορροπιών ώστε να εξορθολογίζονται πολλά από τα ζητήματα τα οποία μπορούν να προκαλέσουν ανησυχία στα πλαίσια μιας εκλογικής ρητορικής.
Θεωρώ η ελληνική πλευρά θα πρέπει να εντατικοποιήσει τις επαφές της με την αμερικανική διοίκηση, και με την επόμενη, θα πρέπει να χτίσουμε τις σχέσεις μας, να παρουσιάσουμς τις θέσεις μας στα ζητήματα που μας ενδιαφέρουν.
Πηγή Tromaktiko
Ο βουλευτής της ΝΔ εξαπέλυσε δριμεία επίθεση κατά της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ κατηγορώντας την για έλλειψη πολιτικής βούλησης για πραγματικές μεταρρυθμίσεις της ελληνικής οικονομίας ενώ παράλληλα άφησε σαφείς υπαινιγμούς για την στάση της Κομισιόν και των δανειστών.
«Επιτυγχάνουμε τη δημοσιονομική πειθαρχία, αλλά από την άλλη πλευρά αυτό το οποίο λέγεται μεγέθυνση της οικονομίας, παραγωγική ανασυγκρότηση, δημιουργία θέσεων εργασίας, αύξηση της ανταγωνιστικότητας, εξωστρέφεια, είναι στόχοι που δεν επιτυγχάνονται», είπε.
«Βλέπω ότι μια αριστερή κυβέρνηση που δεν θέλει να προχωρήσει σε όλα αυτά, μαζί με δανειστές που ενδιαφέρονται μόνο για το δημοσιονομικό κομμάτι, στην πραγματικότητα έχουν φτιάξει ένα πρόγραμμα που εμείς δεν βλέπουμε να βγει στο επίπεδο της πραγματικής οικονομίας», πρόσθεσε.
Ο κ. Βορίδης μίλησε στο δημοσιογράφο της EurActiv Σαράντη Μιχαλόπουλο στις Βρυξέλλες.
Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη
Παρατηρούμε άνοδο της ακροδεξιάς σε ευρωπαϊκό επίπεδο, έρχονται δύο κρίσιμες εκλογές σε Γαλλία και Γερμανία, σε τι απέτυχε η ΕΕ;
Δύο πράγματα. Το ένα είναι η αποτυχία αποτελεσματικής διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών και το δεύτερο είναι στην πραγματικότητα μέσα σε συνθήκες παγκόσμιου ανταγωνισμού η ευρωπαϊκή οικονομία αδυνατεί να εξασφαλίσει το κοινωνικό κράτος το οποίο ζητούν και διεκδικούν και έχουν συνηθίσει οι Ευρωπαίοι πολίτες. Αυτές είναι οι δύο προκλήσεις στις οποίες οι πολιτικές ηγεσίες πρέπει να ανταποκριθούν.
Εάν δεν ανταποκριθούν οι παρούσες πολιτικές ηγεσίες, τότε είναι προφανές ότι θα αντικατασταθούν. Μιλάμε σήμερα για λαϊκιστικές δυνάμεις και της δεξιάς και της αριστεράς, οι οποίες ναι μεν θέτουν τα σωστά ερωτήματα, είναι αρκετά προφανές και το ελληνικό παράδειγμα βοηθά σε αυτό, ότι όταν έρχονται στην εξουσία δεν έχουν τις σωστές απαντήσεις.
Αυτό, όμως, είναι ένα χαρακτηριστικό του λαϊκισμού. Άρα είναι ευθύνη των πολιτικών δυνάμεων να μην αντιδικούν με τους λαούς, να κατανοούν και να ακούν με προσοχή τα αιτήματά του και να βρίσκουν ορθολογικούς και αξιόπιστους δρόμους για να τα ικανοποιήσουν. Αυτό είναι κατά τη γνώμη μου που πρέπει να γίνει το επόμενο διάστημα, και υπάρχουν σημάδια ότι αυτό γίνεται. Η εκλογή του Φιγιόν είναι μια τέτοια απάντηση.
Η εκλογή του Φιγιόν ίσως είναι η απάντηση, αλλά η επιμονή του Γερμανού ΥΠΟΙΚ κ. Σόιμπλε στις πολιτικές λιτότητας δεν βοηθά προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά μάλλον ενισχύει την άνοδο του λαϊκισμού «αλλού».
Οι οικονομικές απαντήσεις είναι σύνθετες. Διότι, το να πει κανείς ότι θα αντιμετωπίσει το ζήτημα της λιτότητας και της δυσκολίας διατηρήσεως του επιπέδου του κοινωνικού κράτους με την ενίσχυση της εσωτερικής ζήτησης, είναι προφανές ότι είναι μια οικονομική απάντηση που δεν θα σταθεί σε βάθος. Επομένως, υπό μια έννοια αυτό που χρειαζόμαστε είναι η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας και σε αυτό ο κ. Σόιμπλε έχει δίκιο. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσα από μεταρρυθμίσεις σε όλα τα επίπεδα. Οι μεταρρυθμίσεις αυτές έχουν την πολιτική τους δυσκολία πάντοτε, ωστόσο, είναι το μόνο πράγμα που θα αποδώσει, θα κάνει την ευρωπαϊκή οικονομία πιο εξωστρεφή, πιο ανταγωνιστική και επομένως θα δημιουργήσει πλούτο, και αυτός ο πλούτος είναι που έχει τη δυνατότητα να διατηρήσει το κοινωνικό κράτος.
Εύκολες λύσεις δεν υπάρχουν, αλλά εδώ πρέπει να συντονιστούν οι κοινωνίες και χρειάζεται το κατάλληλο μίγμα πολιτικής αλλά και να εξηγηθεί με πολλή μεγάλη σαφήνεια το πλεονέκτημα των μεταρρυθμίσεων αλλά ταυτόχρονα, επίσης χρειάζεται να λαμβάνεται υπόψη ο πολιτικός κύκλος, διότι οι μεταρρυθμίσεις πρέπει να αποδίδουν μέσα στο χρόνο του πολιτικού κύκλου προκειμένου ο κόσμος να βλέπει στη πραγματικότητα τι έχει να κερδίσει από την μεταρρυθμιστική προσπάθεια. Διαφορετικά, υπάρχει ο κίνδυνος να πέσει στο κενό.
Η Κομισιόν δίνει μια δεύτερη ευκαιρία σε Ιταλία, Ισπανία, Ιταλία και Γαλλία. Από την άλλη πλευρά, ζητά από Γερμανία και Ολλανδία να αυξήσουν τις δημόσιες δαπάνες, με το Βερολίνο να απαντά ότι δεν είναι δουλειά της Κομισιόν να πει πώς θα ξοδέψει η Γερμανία τα λεφτά της. Θεωρείτε ότι αυτό είναι στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής συνεργασίας;
Εδώ η απάντηση δεν είναι ένα ζήτημα αρμοδιοτήτων, διότι υπό αυτή την έννοια πράγματι εκείνο το οποίο υποπτεύει η Κομισιόν είναι η εκτέλεση των προϋπολογισμών μέσα στα δημοσιονομικά όρια που θέτει το Σύμφωνο Σταθερότητας. Το ερώτημα είναι μια δύναμη του μεγέθους της Γερμανίας σε οικονομικό επίπεδο κατά πόσον θα έχει μια συνολική θεώρηση που τελικώς την ενδιαφέρει για την εξέλιξη της εσωτερικής ευρωπαϊκής αγοράς και κατά πόσο θα σκήσει πολιτικές έχοντας μια ευρύτερη εικόνα που φαντάζομαι ενδιαφέρει και τις δικές της οικονομικές δραστηριότητες.
Δεν είναι πάντα εύκολο, να συνταιριάξεις τα συμφέροντα των εθνικών κρατών, τη σύνδεση των συμφερόντων αυτών με τους πολιτικούς κύκλους που δεν είναι ταυτόσημοι, διότι υπάρχουν διαφορετικά σημεία εκλογών και άρα υπάρχουν διαφορετικές προτεραιότητες και με την ανάγκη μιας ευρύτερης πολιτικής που θα γεννά αποτελέσματα σε ευρωπαϊκο επίπεδο. Είναι η δυσκολία της Ευρώπης.
Είστε αισιόδοξος για μια επιτυχημένη δεύτερη αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος; Θεωρείτε θα πάρει η Αθήνα τα βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα μέτρα στο επόμενο Εurogroup;
Τα βραχυπρόθεσμα ναι, τα μεσοπρόθεσμα μάλλον θα πάνε παραπίσω. Αλλά εκείνο το οποίο πρέπει να γίνει αντιληπτό από όλους είναι ότι υπάρχουν μια σειρά από πράγματα που πρέπει να γίνουν όλα μαζί και να γίνουν άμεσα. Η δεύτερη αξιολόγηση πρέπει να κλείσει γρήγορα, πρέπει να περιέχει στοιχεία που θα επιτρέψουν την πραγματική ανάπτυξη της οικονομίας. Πρέπει να ενισχυθεί μέσα από μεταρρυθμίσεις η ανταγωνιστικότητά της, η οποία έχει πέσει, η Κομισιόν αλλά και οι δανειστές έχω την εντύπωση ότι το μόνο που κοιτάζουν είναι το δημοσιονομικό κομμάτι και αυτό δεν μας λέει πάρα πολλά πράγματα για την πραγματική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, για αυτό που ζει ο κόσμος και πώς θα μεγαλώσει η οικονομία.
Το να εκτελέσεις ένα προϋπολογισμό, όπως συμβαίνει αυτή τη στιγμή, αυξάνοντας συνεχώς τους φορολογικούς συντελεστές και να λες ότι πέτυχα τον στόχο των φορολογικών εσόδων διότι έχω υπερμεγενθύνει τη φορολογία, δεν λέει και πάρα πολλά πράγματα ειδικά όταν αυτό συνδυάζεται και με αύξηση των ληξιπρόσθεμων οφειλών του δημοσίου προς τους ιδιώτες. Γίνονται πολιτικές που στην πραγματικότητα σκοτώνουν την ελληνική οικονομία.
Επιτυγχάνουμε τη δημοσιονομική πειθαρχία, αλλά από την άλλη πλευρά αυτό το οποίο λέγεται μεγέθυνση της οικονομίας, παραγωγική ανασυγκρότηση, δημιουργία θέσεων εργασίας, αύξηση της ανταγωνιστικότητας, εξωστρέφεια, είναι στόχοι που δεν επιτυγχάνονται.
Βλέπω ότι μια αριστερή κυβέρνηση που δεν θέλει να προχωρήσει σε όλα αυτά, μαζί με δανειστές που ενδιαφέρονται μόνο για το δημοσιονομικό κομμάτι στην πραγματικότητα έχουν φτιάξει ένα πρόγραμμα που εμείς δεν βλέπουμε να βγει στο επίπεδο της πραγματικής οικονομίας.
Το χρέος είναι πολύ σημαντική παράμετρος αυτού του προγράμματος, δεν έχει νόημα να πηγαίνει συνεχώς παραπίσω, οι αποφάσεις πρέπει να παρθούν τώρα αλλιώς επισημαίνουμε ότι η χώρα πηγαίνει ολοταχώς εξαιτίας των παραμέτρων που ανέφερα προηγουμένως προς ένα τέταρτο μνημόνιο.
Υπάρχει μια «ευθραυστότητα» τελευταία μεταξύ ΕΕ και Τουρκίας, η Άγκυρα απειλεί ότι θα ανοίξει τα σύνορα και θα πλημμυρίσει την Ευρώπη με 3 εκ μετανάστες και πρόσφυγες. Από την άλλη πλευρά η Ευρωβουλή ζητά το πάγωμα των ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Ήρθε η ώρα η Αθήνα να αλλάξει την στάση της απέναντι στην Τουρκία;
Η Τουρκία έχει ένα τεράστιο ζήτημα ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αντιλαμβάνεστε ότι ο τρόπος που φέρεται η τουρκική διοίκηση μετά την απόπειρα πραξικοπήματος είναι στην πραγματικότητα μια καθολική εκκαθάριση όσων το καθεστώς Ερντογάν θεωρεί ότι δεν είναι μαζί του. Αυτό δεν είναι ένα εσωτερικό ζήτημα της Τουρκίας αλλά κάτι το οποίο αντιβαίνει στις ευρωπαϊκές αξίες.
Υπάρχει ένα δεύτερο ζήτημα. Δεν είναι δυνατόν να ακούμε από την Τουρκία, είναι εντελώς απαράδεκτο, ότι θα εκβιάζεται η ΕΕ και πρωτίστως η Ελλάδα, με το θέμα των μεταναστευτικών ροών.
Το ζήτημα της μετανάστευσης είναι σύνθετο, δύσκολο, και εμπεριέχει ανθρώπους, έχει τραγικές ανθρώπινες ιστορίες, και συνεπώς πρέπει να το κοιτάξουμε με μεγάλη ευαισθησία και ταυτόχρονα να διαφυλάσσει αποτελεσματικά τα συμφέροντα των λαών που εκπροσωπεί. Αυτό το οποίο δεν είναι ανεκτό είναι μια εκβιαστική προσέγγιση της Τουρκίας.
Προσωπική σας εκτίμηση, θεωρείτε ότι εάν η Τουρκία επιμείνει, η ΕΕ θα παγώσει τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις;
Εγώ θεωρώ ότι στο ζήτημα της συμφωνίας, η Ευρώπη όπως και η διεθνής κοινότητα, πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες της διότι πράγματι η Τουρκία δέχεται ένα σημαντικό μερίδιο των προσφυγικών/μεταναστευτικών πιέσεων, το οποίο σημαίνει ότι δίνουμε χρήματα. Μπορεί να μην τα δίνουμε στην Τουρκία, τα δίνουμε όμως σε όσους εμπλέκονται στο ζήτημα της διαχείρισης. Το δεύτερο ζήτημα είναι το ζήτημα της βίζας, και εδώ επιτρέψτε μου να πω ότι υπάρχουν πολλά πράγματα που πρέπει να κάνει η τουρκική πλευρά προτού προχωρήσει το θέμα. Στο ζήτημα των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, το σίγουρο είναι ότι η Ευρώπη δεν μπορεί να κάνει εκπτώσεις στις αξίες της, σε μια πολιτική λογική διαπραγμάτευσης με την Τουρκία. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρώ ότι πήρε μια σωστή απόφαση. Τώρα το εάν ή όχι θα παγώσουν οι διαπραγματεύσεις βρίσκεται στην πλευρά της Τουρκίας. Έχει έναν ξεκάθαρο οδικό χάρτη που πρέπει να ακολουθήσει, εάν τον ακολουθήσει καλώς, εάν όχι, τότε προφανώς η ΕΕ δεν πρόκειται να υποχωρήσει στα κεντρικά αξιακά της ζητήματα.
Η ΕΕ πρέπει να προετοιμαστεί, επίσης, για το ενδεχόμενο υλοποίησης των απειλών της Τουρκίας, που σημαίνει ότι πρέπει να είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε αύξηση των μεταναστευτικών ροών.
Θεωρείτε τελικά ότι το κλείσιμο της Βαλκανικής οδού ήταν λάθος;
Το ζήτημα της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης και των ποσοστώσεων είναι μια πολιτική που πρέπει να εφαρμοστεί. Είναι επίσης σαφές ότι δεν μπορεί να επιβληθεί. Εάν υπάρχουν χώρες που για τους δικούς τους εσωτερικούς λόγους δεν θέλουν να το κάνουν, δεν μπορούν να πιεστούν να το κάνουν. Άρα, υπάρχει ένα ενδεχόμενο στο οποίο η Ελλάδα θα χρειαστεί με τη συμπαράσταση της ΕΕ αλλά πάντως στην πραγματικότητα μόνη της, να διαχειριστεί μια πάρα πολή μεγάλη πίεση. Και εδώ υπάρχει ευθύνη της κυβέρνησης να προετοιμαστεί με τον κατάλληλο τρόπο ώστε να αντιμετωπίσει αυτή την πίεση. Μπορεί να γίνει, το έκανε η προηγούμενη κυβέρνηση, υπάρχουν διεθνείς συμφωνίες που θα διευκολύνουν, πρέπει να ετοιμαστούμε για μια τέτοια κρίση.
Ένα σχόλιο για την εκλογή Τράμπ;
Τον γενικότερο πανικό που επικράτησε στο πλαίσιο της πολιτικής ορθότητας, δεν τον συμμερίζομαι. Η καινούρια διοίκηση μένει να δούμε τι είναι, πρέπει, όμως, να πω ότι το αμερικανικό είναι αρκετά εξελιγμένο, πολύπλοκο, σύγχρονο σύστημα πολλαπλών ισορροπιών ώστε να εξορθολογίζονται πολλά από τα ζητήματα τα οποία μπορούν να προκαλέσουν ανησυχία στα πλαίσια μιας εκλογικής ρητορικής.
Θεωρώ η ελληνική πλευρά θα πρέπει να εντατικοποιήσει τις επαφές της με την αμερικανική διοίκηση, και με την επόμενη, θα πρέπει να χτίσουμε τις σχέσεις μας, να παρουσιάσουμς τις θέσεις μας στα ζητήματα που μας ενδιαφέρουν.
Πηγή Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ