2016-12-15 08:43:16
Ο Τόμι Λι Τζόουνς κυνηγά λυσσαλέα τον Χάρισον Φορντ στον «Φυγά» του 1993, μια από τις γνωστότερες περιπέτειες της τελευταίας εικοσαετίας Μέχρι τότε βέβαια η αληθινή ιστορία, στην οποία βασίζεται χαλαρά η χολιγουντιανή ταινία, είχε ξεχαστεί, παρά τον κολοσσιαίο αντίκτυπό της στην κοινωνία και τη φρενίτιδα που είχε πυροδοτήσει στα Μέσα της εποχής.
Όλα τέλειωσαν το 1970, όταν ο γιατρός που είχε καταδικαστεί για τον φόνο της συζύγου του σε μια δίκη που απασχόλησε τελικά όλη την οικουμένη πέθανε από ηπατική ανεπάρκεια.
Αυτοί ήταν οι τίτλοι τέλους μιας πραγματικά απίστευτης περιπέτειας που θα κατέληγε με τον Σέπαρντ πίσω από τα κάγκελα για μια δεκαετία και την αθώωσή του κατόπιν σε εκ νέου εκδίκαση της υπόθεσής του.
Το ημερολόγιο έγραφε 4 Ιουλίου 1954 όταν η σύζυγός του Μέριλιν ξυλοκοπήθηκε μέχρι θανάτου στην οικία του ζεύγους στο Οχάιο. Ο Σαμ ισχυρίστηκε ότι ο «σγουρομάλλης» δράστης επιτέθηκε και σε κείνον, την ίδια ώρα που ο γιος του κοιμόταν στο δωμάτιό του στο τέλος του διαδρόμου.
Ο γιατρός συνελήφθη και κατηγορήθηκε για τον φόνο της συζύγου του. Η δίκη που ξεκίνησε το φθινόπωρο του 1954 προκάλεσε πανζουρλισμό στον κόσμο και πανδαιμόνιο στους δημοσιογράφους, μερίδα εκ των οποίων κατηγορήθηκε αργότερα ότι συνέβαλε τα μέγιστα στο χτίσιμο της εικόνας του Σέπαρντ ως ενόχου.
Ο εισαγγελέας κατέληξε πως ο Σέπαρντ έβγαλε από τη μέση τη γυναίκα του για να ζήσει ανενόχλητος με την ερωμένη του, την ίδια ώρα που η υπερασπιστική γραμμή του γιατρού περιστρεφόταν γύρω από τα τραύματα της επίθεσης που είχε δεχτεί και ο ίδιος και δεν θα μπορούσε να είχε προκαλέσει μόνος του.
Τον Δεκέμβριο του 1954, οι ένορκοι τον καταδίκασαν σε ισόβια κάθειρξη, κρίνοντάς τον ένοχο για φόνο εκ προμελέτης. Δέκα χρόνια αργότερα, ο νέος συνήγορος του Σέπαρντ έπεισε το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ να του χορηγήσει τη δυνατότητα για εκ νέου εκδίκαση της υπόθεσής του, κάτι που αρνιόνταν πεισματικά τόσα χρόνια τα τακτικά δικαστήρια.
Στη δεύτερη αυτή δίκη του Νοεμβρίου του 1966, ο γιατρός αθωώθηκε πανηγυρικά! Ο δικηγόρος Φράνσις Λι Μπέιλι θα ξεπηδούσε αστέρι από τη νομική περιπέτεια και θα αναλάμβανε κατόπιν πολλές προβεβλημένες υποθέσεις, από τον «Στραγγαλιστή της Βοστόνης» μέχρι και τον Ο.Τζ. Σίμπσον!
Όσο για τον γιατρό, μετά την αποφυλάκισή του επέστρεψε για λίγο στα ιατρικά του καθήκοντα, ήταν ωστόσο πια σαφές πως δεν μπορούσε να τα ασκήσει. Κι έτσι στράφηκε στην επαγγελματική πάλη και πέρασε μερικά φεγγάρια στα ρινγκ ως «Φονιάς Σέπαρντ»! Εθισμένος πια στο αλκοόλ, πέθανε τον Απρίλιο του 1970, σε ηλικία 46 ετών. Ο γιος του έκανε μπόλικες απόπειρες να καθαρίσει το όνομά του, μηνύοντας ακόμα και το αμερικανικό δικαστικό σύστημα για την άδικη φυλάκιση του πατέρα του.
Κανείς δεν καταδικάστηκε ποτέ για τον φόνο της Μέριλιν Σέπαρντ. Στα τέλη της δεκαετίας του 1950, ένας καθαριστής παραθύρων μπήκε στο στόχαστρο των διωκτικών αρχών, μιας και την εποχή του φόνου δούλευε στην οικία των Σέπαρντ και στην κατοχή του βρέθηκε ένα δαχτυλίδι της Μέριλιν. Στη δεκαετία του 1980 μάλιστα ο ίδιος άνθρωπος καταδικάστηκε για τον φόνο μιας άλλης γυναίκας και σάπισε τελικά στη φυλακή. Ήταν σγουρομάλλης.
Αν ο Σέπαρντ πέρασε μια δεκαετία στη φυλακή για έναν φόνο που δεν έκανε ποτέ ή αν αντιθέτως αφέθηκε ελεύθερος παρά τη ζωή που αφαίρεσε ηθελημένα, αυτό δεν θα το μάθουμε πιθανότατα ποτέ Πρώτα χρόνια
Ο Σαμ Σέπαρντ γεννιέται στις 29 Δεκεμβρίου 1923 στο Κλίβελαντ του Οχάιο ως ο μικρότερος από τους τρεις γιους ενός γιατρού και της νοικοκυράς συζύγου του. Το μήλο έπεσε κάτω από τη μηλιά και ο νεαρός Σαμ θέλησε να ακολουθήσει τα βήματα του πατέρα του.
Σπουδάζει λοιπόν ιατρική σε πανεπιστήμιο της Ιντιάνα και μετακομίζει κατόπιν στο Λος Άντζελες για την πρακτική του. Στις 21 Φεβρουαρίου 1945 παντρεύεται την εκλεκτή της καρδιάς του Μέριλιν Ρις, με την οποία ήταν ερωτευμένος και ζευγάρι από το Γυμνάσιο ακόμα!
Αφού περάσουν μερικά χρόνια στο Χόλιγουντ, θα επιστρέψουν κάποια στιγμή στο Οχάιο για να αναλάβει ο Σαμ το πευχημένο ιατρείο του πατέρα του. Η φαμίλια ζούσε πια σε ακριβό προάστιο του Κλίβελαντ και όλα έμοιαζαν ρόδινα στην κοινή τους ζωή...
Ο φόνος που συγκλόνισε την Αμερική
Ήταν τις πρώτες πρωινές ώρες της 4ης Ιουλίου του 1954, έπειτα από μια μικρή δεξίωση που είχε παραθέσει το ζεύγος στην οικία του, όταν η Μέριλιν βρέθηκε βαρύτατα ξυλοκοπημένη από άγνωστο αντικείμενο πάνω στο διπλό κρεβάτι του υπνοδωματίου. Κηλίδες αίματος ήταν διασκορπισμένες σε όλο το δωμάτιο και κάποια μικροαντικείμενα, όπως το ρολόι και τα κλειδιά του γιατρού, είχαν κάνει φτερά.
Ήταν ο φόνος που περίμενε λες ο αμερικανικός Τύπος, ο οποίος έκανε πραγματικό σκανδαλοθηρικό πάρτι με τη ζωή του γιατρού που δεν είχαν οι δημοσιογράφοι καμιά αμφιβολία πως ήταν ένοχος.
Ο Σέπαρντ δήλωσε στον ανακριτή ότι άκουσε τις κραυγές της συζύγου του και μόλις όρμησε στην κρεβατοκάμαρα, δέχτηκε την επίθεση «ενός σγουρομάλλη», ο οποίος τον χτύπησε δυο φορές στο κεφάλι και τον άφησε αναίσθητο. Η αστυνομία δεν εντόπισε ωστόσο ίχνη παραβίασης, την ίδια ώρα που βρήκε σε μια τσάντα κρυμμένη στον κήπο τα κλεμμένα αντικείμενα. Κι έτσι στράφηκε κατά του συζύγου.
Όταν μάλιστα οι ρεπόρτερ έβγαλαν «λαβράκι» με την εξωσυζυγική σχέση του γιατρού, ο εισαγγελέας είχε το κίνητρο που τόσο έψαχνε για να τον κατηγορήσει με φόνο εκ προθέσεως. Ο εφτάχρονος γιος τους κοιμόταν βαθιά στο δικό του δωμάτιο καθ’ όλη τη διάρκεια του φονικού, ενώ και ο σκύλος της οικογένειας δεν είχε γαβγίσει καθόλου, είπαν οι γείτονες στην κατάθεσή τους.
Η δίκη του ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 1954 και ο δικηγόρος του Σέπαρντ διαμαρτυρόταν από την αρχή πως η τρομακτική δημοσιότητα που είχε πάρει η υπόθεση θα στερούσε μια δίκαιη δίκη. «Αν αναλάμβανε ποτέ μια εφημερίδα να δικάσει, αυτό ήταν το καλύτερο παράδειγμα», διαμαρτυρήθηκε δικαστής του Κλίβελαντ, «για κάποιον λόγο, οι εφημερίδες έχουν αναλάβει αυτόκλητα τον ρόλο του εισαγγελέα, του δικαστή και του ενόρκου». Το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ χαρακτήρισε τη δίκη δέκα χρόνια αργότερα ως «καρναβαλική»…
Οι «αποκαλύψεις» των δημοσιογράφων μάλιστα θα αποδεικνύονταν όλες ψευδείς και κατασκευασμένες, εκτός φυσικά από το «λαβράκι» της εξωσυζυγικής σχέσης με μια νοσοκόμα που διατηρούσε ο γιατρός εδώ και τρία χρόνια. Εδώ ακριβώς στηρίχθηκαν όλες οι κατηγορίες, μιας και δεν βρέθηκαν αποδείξεις που να ενοχοποιούν ευθέως τον γιατρό.
Την ώρα που οι εφημερίδες κραύγαζαν στα πρωτοσέλιδά τους γιατί δεν έχει καταδικαστεί ακόμα ο Σέπαρντ και γιατί κωλυσιεργεί η δικαιοσύνη, οι ένορκοι τον κήρυτταν ένοχο στις 21 Δεκεμβρίου 1954 και ο δικαστής τον καταδίκαζε σε ισόβια δεσμά. Στον Σέπαρντ αρνήθηκαν μάλιστα την έφεση της απόφασης, κάτι που χαρακτήρισε αργότερα αντισυνταγματικό το Ανώτατο Δικαστήριο και πάνω σε αυτό στήριξε τη δική του ετυμηγορία για εκ νέου «και πιο νηφάλια» εκδίκαση της περιπέτειάς του.
Μόνο που μέχρι τότε θα είχαν περάσει δέκα ολόκληρα χρόνια και θα είχαν συμβεί πολλά τραγικά ακόμα. Η μητέρα του Σέπαρντ αυτοκτόνησε στις 7 Ιανουαρίου 1955, λίγες μέρες μετά την καταδικαστική ετυμηγορία, και ο πατέρας του πέθανε 11 μέρες αργότερα, από αιμορραγικό επεισόδιο που προκλήθηκε από το έλκος του. Τον Φεβρουάριο του 1963, ο πεθερός του γιατρού αυτοκτόνησε σε ξενοδοχείο του Κλίβελαντ.
Ο Σαμ μπόρεσε να πάει στις κηδείες τους φορώντας πάντα τις χειροπέδες του…
Η δεύτερη δίκη του Σέπαρντ
Ο δικηγόρος του γιατρού πέρασε τα επόμενα έξι χρόνια εφεσιβάλλοντας διαρκώς την πρωτόδικη απόφαση, αν και μάταια. Όταν έφυγε από τον κόσμο το 1961, την υπόθεσή του ανέλαβε κάποιος Φράνσις Μπέιλι, που θα ξεπηδούσε από τη δικαστική διαμάχη σωστό αστέρι του αμερικανικού νομικού κόσμου.
Η πρώτη νίκη του Μπέιλι ήταν η αποφυλάκιση του Σέπαρντ τον Ιούλιο του 1964, καθώς το εφετείο κήρυξε την πρώτη δίκη «κακοδικία» (για «παρωδία δικαιοσύνης» έκανε λόγο στο σκεπτικό του). Η πολιτεία του Οχάιο πήγε την υπόθεση στο Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο τον Ιούνιο του 1966 ανέτρεψε την πρωτόδικη καταδίκη με ψήφους 8-1.
Χαρακτήρισε τη δικαστική μάχη «ντροπή για την αμερικανική δικαιοσύνη», αφού ακόμα και ο δικαστής είχε δηλώσει στις εφημερίδες: «Λοιπόν, είναι ένοχος όσο δεν πάει. Δεν υπάρχει αμφιβολία γι’ αυτό»!
Ο Σέπαρντ είχε περάσει δέκα χρόνια στο κελί και τρεις μάλιστα μέρες πριν από την αποφυλάκισή του παντρεύτηκε μια Γερμανίδα που του έστελνε διαρκώς ερωτικές επιστολές στη φυλακή. Στα «ψιλά» της ιστορίας μας, η εν λόγω Γερμανίδα ήταν ετεροθαλής αδελφή της γυναίκας του μετρ της προπαγάνδας Γιόζεφ Γκέμπελς! Οι δυο τους χώρισαν επισήμως το 1969, αν και η σχέση τους είχε τελειώσει πολύ νωρίτερα…
Ομοσπονδιακό δικαστήριο δεν έμεινε ωστόσο καθόλου ικανοποιημένο με την αθώωση του Σέπαρντ και επανέφερε στο προσκήνιο την υπόθεση, κατηγορώντας τον εκ νέου για τον φόνο της συζύγου του. Αυτή τη φορά όμως η δίκη έγινε χωρίς κάμερες και μικρόφωνα και στις 16 Νοεμβρίου 1966 οι νέοι ένορκοι τον κήρυξαν αθώο, μέσα στις κραυγές του δικηγόρου του για τα κωμικοτραγικά περιστατικά της πρώτης κακοδικίας…
Τελευταία χρόνια
Βγαίνοντας από τη φυλακή και με τη ρετσινιά του δολοφόνου να τον ακολουθεί, μιας και ο Τύπος δεν φαινόταν διατεθειμένος να τον αφήσει ήσυχο, ο Σέπαρντ ήταν σκιά του εαυτού του. Στράφηκε στο ποτό για να απαλύνει τον πόνο του και είδε τη ζωή του να παίρνει την κάτω βόλτα.
Επέστρεψε για λίγο στην ιατρική, σε άλλη πόλη του Οχάιο φυσικά, και συνυπέγραψε ένα βιβλίο με τη δική του εκδοχή της ιστορίας. Η τρίτη του σύζυγος ήταν κόρη ενός επαγγελματία παλαιστή και ο πεθερός ώθησε τον γιατρό στα ρινγκ! Το παλαιστικό του ντεμπούτο έγινε τον Αύγουστο του 1969, όταν ο 45άρης «Φονιάς» τα έβαλε με ένα τσούρμο παλαιστές σε μια σειρά 40 ματς.
Ως επαγγελματίας παλαιστής πέθανε μάλιστα στις 6 Απριλίου 1970, έχοντας εφεύρει και μια νέα λαβή, κληρονομιά των ανατομικών του γνώσεων! Βρέθηκε νεκρός στο σπίτι του στο Κολόμπους του Οχάιο με την εδώ και έξι μήνες τρίτη του σύζυγο. Η σορός του ξεθάφτηκε το 1997 για να υποβληθεί σε εξέταση DNA, ως μέρος της δικαστικής οδύσσειας του γιου Σέπαρντ για να καθαρίσει το όνομα του πατέρα του.
Η τέφρα του κατέληξε στον οικογενειακό τάφο, δίπλα στην τραγική πρώτη του σύζυγο Μέριλιν. Ακόμα και σήμερα η υπόθεση παραμένει ανοιχτή, καθώς ο γιος δεν κατάφερε να χαρακτηριστεί αθώος ο πατέρας παρά την τριανταετή δικαστική σταυροφορία του…
Tromaktiko
Όλα τέλειωσαν το 1970, όταν ο γιατρός που είχε καταδικαστεί για τον φόνο της συζύγου του σε μια δίκη που απασχόλησε τελικά όλη την οικουμένη πέθανε από ηπατική ανεπάρκεια.
Αυτοί ήταν οι τίτλοι τέλους μιας πραγματικά απίστευτης περιπέτειας που θα κατέληγε με τον Σέπαρντ πίσω από τα κάγκελα για μια δεκαετία και την αθώωσή του κατόπιν σε εκ νέου εκδίκαση της υπόθεσής του.
Το ημερολόγιο έγραφε 4 Ιουλίου 1954 όταν η σύζυγός του Μέριλιν ξυλοκοπήθηκε μέχρι θανάτου στην οικία του ζεύγους στο Οχάιο. Ο Σαμ ισχυρίστηκε ότι ο «σγουρομάλλης» δράστης επιτέθηκε και σε κείνον, την ίδια ώρα που ο γιος του κοιμόταν στο δωμάτιό του στο τέλος του διαδρόμου.
Ο γιατρός συνελήφθη και κατηγορήθηκε για τον φόνο της συζύγου του. Η δίκη που ξεκίνησε το φθινόπωρο του 1954 προκάλεσε πανζουρλισμό στον κόσμο και πανδαιμόνιο στους δημοσιογράφους, μερίδα εκ των οποίων κατηγορήθηκε αργότερα ότι συνέβαλε τα μέγιστα στο χτίσιμο της εικόνας του Σέπαρντ ως ενόχου.
Ο εισαγγελέας κατέληξε πως ο Σέπαρντ έβγαλε από τη μέση τη γυναίκα του για να ζήσει ανενόχλητος με την ερωμένη του, την ίδια ώρα που η υπερασπιστική γραμμή του γιατρού περιστρεφόταν γύρω από τα τραύματα της επίθεσης που είχε δεχτεί και ο ίδιος και δεν θα μπορούσε να είχε προκαλέσει μόνος του.
Τον Δεκέμβριο του 1954, οι ένορκοι τον καταδίκασαν σε ισόβια κάθειρξη, κρίνοντάς τον ένοχο για φόνο εκ προμελέτης. Δέκα χρόνια αργότερα, ο νέος συνήγορος του Σέπαρντ έπεισε το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ να του χορηγήσει τη δυνατότητα για εκ νέου εκδίκαση της υπόθεσής του, κάτι που αρνιόνταν πεισματικά τόσα χρόνια τα τακτικά δικαστήρια.
Στη δεύτερη αυτή δίκη του Νοεμβρίου του 1966, ο γιατρός αθωώθηκε πανηγυρικά! Ο δικηγόρος Φράνσις Λι Μπέιλι θα ξεπηδούσε αστέρι από τη νομική περιπέτεια και θα αναλάμβανε κατόπιν πολλές προβεβλημένες υποθέσεις, από τον «Στραγγαλιστή της Βοστόνης» μέχρι και τον Ο.Τζ. Σίμπσον!
Όσο για τον γιατρό, μετά την αποφυλάκισή του επέστρεψε για λίγο στα ιατρικά του καθήκοντα, ήταν ωστόσο πια σαφές πως δεν μπορούσε να τα ασκήσει. Κι έτσι στράφηκε στην επαγγελματική πάλη και πέρασε μερικά φεγγάρια στα ρινγκ ως «Φονιάς Σέπαρντ»! Εθισμένος πια στο αλκοόλ, πέθανε τον Απρίλιο του 1970, σε ηλικία 46 ετών. Ο γιος του έκανε μπόλικες απόπειρες να καθαρίσει το όνομά του, μηνύοντας ακόμα και το αμερικανικό δικαστικό σύστημα για την άδικη φυλάκιση του πατέρα του.
Κανείς δεν καταδικάστηκε ποτέ για τον φόνο της Μέριλιν Σέπαρντ. Στα τέλη της δεκαετίας του 1950, ένας καθαριστής παραθύρων μπήκε στο στόχαστρο των διωκτικών αρχών, μιας και την εποχή του φόνου δούλευε στην οικία των Σέπαρντ και στην κατοχή του βρέθηκε ένα δαχτυλίδι της Μέριλιν. Στη δεκαετία του 1980 μάλιστα ο ίδιος άνθρωπος καταδικάστηκε για τον φόνο μιας άλλης γυναίκας και σάπισε τελικά στη φυλακή. Ήταν σγουρομάλλης.
Αν ο Σέπαρντ πέρασε μια δεκαετία στη φυλακή για έναν φόνο που δεν έκανε ποτέ ή αν αντιθέτως αφέθηκε ελεύθερος παρά τη ζωή που αφαίρεσε ηθελημένα, αυτό δεν θα το μάθουμε πιθανότατα ποτέ Πρώτα χρόνια
Ο Σαμ Σέπαρντ γεννιέται στις 29 Δεκεμβρίου 1923 στο Κλίβελαντ του Οχάιο ως ο μικρότερος από τους τρεις γιους ενός γιατρού και της νοικοκυράς συζύγου του. Το μήλο έπεσε κάτω από τη μηλιά και ο νεαρός Σαμ θέλησε να ακολουθήσει τα βήματα του πατέρα του.
Σπουδάζει λοιπόν ιατρική σε πανεπιστήμιο της Ιντιάνα και μετακομίζει κατόπιν στο Λος Άντζελες για την πρακτική του. Στις 21 Φεβρουαρίου 1945 παντρεύεται την εκλεκτή της καρδιάς του Μέριλιν Ρις, με την οποία ήταν ερωτευμένος και ζευγάρι από το Γυμνάσιο ακόμα!
Αφού περάσουν μερικά χρόνια στο Χόλιγουντ, θα επιστρέψουν κάποια στιγμή στο Οχάιο για να αναλάβει ο Σαμ το πευχημένο ιατρείο του πατέρα του. Η φαμίλια ζούσε πια σε ακριβό προάστιο του Κλίβελαντ και όλα έμοιαζαν ρόδινα στην κοινή τους ζωή...
Ο φόνος που συγκλόνισε την Αμερική
Ήταν τις πρώτες πρωινές ώρες της 4ης Ιουλίου του 1954, έπειτα από μια μικρή δεξίωση που είχε παραθέσει το ζεύγος στην οικία του, όταν η Μέριλιν βρέθηκε βαρύτατα ξυλοκοπημένη από άγνωστο αντικείμενο πάνω στο διπλό κρεβάτι του υπνοδωματίου. Κηλίδες αίματος ήταν διασκορπισμένες σε όλο το δωμάτιο και κάποια μικροαντικείμενα, όπως το ρολόι και τα κλειδιά του γιατρού, είχαν κάνει φτερά.
Ήταν ο φόνος που περίμενε λες ο αμερικανικός Τύπος, ο οποίος έκανε πραγματικό σκανδαλοθηρικό πάρτι με τη ζωή του γιατρού που δεν είχαν οι δημοσιογράφοι καμιά αμφιβολία πως ήταν ένοχος.
Ο Σέπαρντ δήλωσε στον ανακριτή ότι άκουσε τις κραυγές της συζύγου του και μόλις όρμησε στην κρεβατοκάμαρα, δέχτηκε την επίθεση «ενός σγουρομάλλη», ο οποίος τον χτύπησε δυο φορές στο κεφάλι και τον άφησε αναίσθητο. Η αστυνομία δεν εντόπισε ωστόσο ίχνη παραβίασης, την ίδια ώρα που βρήκε σε μια τσάντα κρυμμένη στον κήπο τα κλεμμένα αντικείμενα. Κι έτσι στράφηκε κατά του συζύγου.
Όταν μάλιστα οι ρεπόρτερ έβγαλαν «λαβράκι» με την εξωσυζυγική σχέση του γιατρού, ο εισαγγελέας είχε το κίνητρο που τόσο έψαχνε για να τον κατηγορήσει με φόνο εκ προθέσεως. Ο εφτάχρονος γιος τους κοιμόταν βαθιά στο δικό του δωμάτιο καθ’ όλη τη διάρκεια του φονικού, ενώ και ο σκύλος της οικογένειας δεν είχε γαβγίσει καθόλου, είπαν οι γείτονες στην κατάθεσή τους.
Η δίκη του ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 1954 και ο δικηγόρος του Σέπαρντ διαμαρτυρόταν από την αρχή πως η τρομακτική δημοσιότητα που είχε πάρει η υπόθεση θα στερούσε μια δίκαιη δίκη. «Αν αναλάμβανε ποτέ μια εφημερίδα να δικάσει, αυτό ήταν το καλύτερο παράδειγμα», διαμαρτυρήθηκε δικαστής του Κλίβελαντ, «για κάποιον λόγο, οι εφημερίδες έχουν αναλάβει αυτόκλητα τον ρόλο του εισαγγελέα, του δικαστή και του ενόρκου». Το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ χαρακτήρισε τη δίκη δέκα χρόνια αργότερα ως «καρναβαλική»…
Οι «αποκαλύψεις» των δημοσιογράφων μάλιστα θα αποδεικνύονταν όλες ψευδείς και κατασκευασμένες, εκτός φυσικά από το «λαβράκι» της εξωσυζυγικής σχέσης με μια νοσοκόμα που διατηρούσε ο γιατρός εδώ και τρία χρόνια. Εδώ ακριβώς στηρίχθηκαν όλες οι κατηγορίες, μιας και δεν βρέθηκαν αποδείξεις που να ενοχοποιούν ευθέως τον γιατρό.
Την ώρα που οι εφημερίδες κραύγαζαν στα πρωτοσέλιδά τους γιατί δεν έχει καταδικαστεί ακόμα ο Σέπαρντ και γιατί κωλυσιεργεί η δικαιοσύνη, οι ένορκοι τον κήρυτταν ένοχο στις 21 Δεκεμβρίου 1954 και ο δικαστής τον καταδίκαζε σε ισόβια δεσμά. Στον Σέπαρντ αρνήθηκαν μάλιστα την έφεση της απόφασης, κάτι που χαρακτήρισε αργότερα αντισυνταγματικό το Ανώτατο Δικαστήριο και πάνω σε αυτό στήριξε τη δική του ετυμηγορία για εκ νέου «και πιο νηφάλια» εκδίκαση της περιπέτειάς του.
Μόνο που μέχρι τότε θα είχαν περάσει δέκα ολόκληρα χρόνια και θα είχαν συμβεί πολλά τραγικά ακόμα. Η μητέρα του Σέπαρντ αυτοκτόνησε στις 7 Ιανουαρίου 1955, λίγες μέρες μετά την καταδικαστική ετυμηγορία, και ο πατέρας του πέθανε 11 μέρες αργότερα, από αιμορραγικό επεισόδιο που προκλήθηκε από το έλκος του. Τον Φεβρουάριο του 1963, ο πεθερός του γιατρού αυτοκτόνησε σε ξενοδοχείο του Κλίβελαντ.
Ο Σαμ μπόρεσε να πάει στις κηδείες τους φορώντας πάντα τις χειροπέδες του…
Η δεύτερη δίκη του Σέπαρντ
Ο δικηγόρος του γιατρού πέρασε τα επόμενα έξι χρόνια εφεσιβάλλοντας διαρκώς την πρωτόδικη απόφαση, αν και μάταια. Όταν έφυγε από τον κόσμο το 1961, την υπόθεσή του ανέλαβε κάποιος Φράνσις Μπέιλι, που θα ξεπηδούσε από τη δικαστική διαμάχη σωστό αστέρι του αμερικανικού νομικού κόσμου.
Η πρώτη νίκη του Μπέιλι ήταν η αποφυλάκιση του Σέπαρντ τον Ιούλιο του 1964, καθώς το εφετείο κήρυξε την πρώτη δίκη «κακοδικία» (για «παρωδία δικαιοσύνης» έκανε λόγο στο σκεπτικό του). Η πολιτεία του Οχάιο πήγε την υπόθεση στο Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο τον Ιούνιο του 1966 ανέτρεψε την πρωτόδικη καταδίκη με ψήφους 8-1.
Χαρακτήρισε τη δικαστική μάχη «ντροπή για την αμερικανική δικαιοσύνη», αφού ακόμα και ο δικαστής είχε δηλώσει στις εφημερίδες: «Λοιπόν, είναι ένοχος όσο δεν πάει. Δεν υπάρχει αμφιβολία γι’ αυτό»!
Ο Σέπαρντ είχε περάσει δέκα χρόνια στο κελί και τρεις μάλιστα μέρες πριν από την αποφυλάκισή του παντρεύτηκε μια Γερμανίδα που του έστελνε διαρκώς ερωτικές επιστολές στη φυλακή. Στα «ψιλά» της ιστορίας μας, η εν λόγω Γερμανίδα ήταν ετεροθαλής αδελφή της γυναίκας του μετρ της προπαγάνδας Γιόζεφ Γκέμπελς! Οι δυο τους χώρισαν επισήμως το 1969, αν και η σχέση τους είχε τελειώσει πολύ νωρίτερα…
Ομοσπονδιακό δικαστήριο δεν έμεινε ωστόσο καθόλου ικανοποιημένο με την αθώωση του Σέπαρντ και επανέφερε στο προσκήνιο την υπόθεση, κατηγορώντας τον εκ νέου για τον φόνο της συζύγου του. Αυτή τη φορά όμως η δίκη έγινε χωρίς κάμερες και μικρόφωνα και στις 16 Νοεμβρίου 1966 οι νέοι ένορκοι τον κήρυξαν αθώο, μέσα στις κραυγές του δικηγόρου του για τα κωμικοτραγικά περιστατικά της πρώτης κακοδικίας…
Τελευταία χρόνια
Βγαίνοντας από τη φυλακή και με τη ρετσινιά του δολοφόνου να τον ακολουθεί, μιας και ο Τύπος δεν φαινόταν διατεθειμένος να τον αφήσει ήσυχο, ο Σέπαρντ ήταν σκιά του εαυτού του. Στράφηκε στο ποτό για να απαλύνει τον πόνο του και είδε τη ζωή του να παίρνει την κάτω βόλτα.
Επέστρεψε για λίγο στην ιατρική, σε άλλη πόλη του Οχάιο φυσικά, και συνυπέγραψε ένα βιβλίο με τη δική του εκδοχή της ιστορίας. Η τρίτη του σύζυγος ήταν κόρη ενός επαγγελματία παλαιστή και ο πεθερός ώθησε τον γιατρό στα ρινγκ! Το παλαιστικό του ντεμπούτο έγινε τον Αύγουστο του 1969, όταν ο 45άρης «Φονιάς» τα έβαλε με ένα τσούρμο παλαιστές σε μια σειρά 40 ματς.
Ως επαγγελματίας παλαιστής πέθανε μάλιστα στις 6 Απριλίου 1970, έχοντας εφεύρει και μια νέα λαβή, κληρονομιά των ανατομικών του γνώσεων! Βρέθηκε νεκρός στο σπίτι του στο Κολόμπους του Οχάιο με την εδώ και έξι μήνες τρίτη του σύζυγο. Η σορός του ξεθάφτηκε το 1997 για να υποβληθεί σε εξέταση DNA, ως μέρος της δικαστικής οδύσσειας του γιου Σέπαρντ για να καθαρίσει το όνομα του πατέρα του.
Η τέφρα του κατέληξε στον οικογενειακό τάφο, δίπλα στην τραγική πρώτη του σύζυγο Μέριλιν. Ακόμα και σήμερα η υπόθεση παραμένει ανοιχτή, καθώς ο γιος δεν κατάφερε να χαρακτηριστεί αθώος ο πατέρας παρά την τριανταετή δικαστική σταυροφορία του…
Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ