2017-01-28 21:40:24
Ο Maurice Cranston, μελετητής του Ζαν-Ζακ Ρουσσώ, γράφει στο έργο του “The early life and work of Jean-Jacques Rousseau” όπως αναφέρεται στην εισαγωγή του βιβλίου “Γράμματα από το Βουνό”, σελ. 47, εκδόσεις Στάχυ: “...για το γαλλικό, για το αγγλικό, για το αμερικανικό πνεύμα, η ελευθερία συνίσταται στη δυνατότητα ενός ανθρώπου να παραμένει απερίσπαστος από το κράτος στο να κάνει αυτό που θέλει να κάνει∙ για τον Rousseau από τη Γενεύη, όμως, [η ελευθερία] είναι ζήτημα συμμετοχής στην κυριαρχία του κράτους και στη διαμόρφωση νόμων, κάτω από τους οποίους ζει κανείς υπακούοντας τη δική του βούληση...”.
Αυτή η φράση περικλείει ουσιαστικά το πρόβλημα δημοκρατίας της εποχής μας, το οποίο πρέπει να αναλυθεί με λογική επάρκεια, για να γίνει το ξεδιάλυμα των αλληλομπλεκόμενων σκέψεων και αφορισμών που έχουν διατυπωθεί μέσα σε τόσους αιώνες.
Κράτος ή απουσία κράτους;
Όταν λένε να μην υπάρχει κράτος, τι ακριβώς εννοούν; Υπάρχουν δύο περιπτώσεις άρνησης του κράτους:
1) Να μην υπάρχει καθόλου εξουσιαστική δομή, imperium, (όπως λένε οι αναρχικοί) επειδή γίνεται κατάχρησή της. Αυτοί κάνουν ένα άλμα στο άγνωστο μακρινό μέλλον, αγνοώντας το αρνητικό συνειδησιακό υπόβαθρο του ανθρώπου που δεν αντιλαμβάνεται τη φύση της ελευθερίας και αγνοώντας τι μπορεί να σημαίνουν η εξουσία, η διακυβέρνηση, η ελευθερία, η κοινωνία, η ευθύνη κτλ. Ο άνθρωπος μπορεί μεν να είναι κατά βάση καλός, όμως από αυτή την ιδανικότητα τον χωρίζει ακόμη πάρα πολύς χρόνος και δρόμος και η ίδια η ιδανικότητα δεν είναι γνωστό τι μορφή θα λάβει τότε. Πάρα πολλά ερωτήματα θα μπορούσαν να τεθούν, αλλά αυτά θα ήταν εξαρτημένα από το ποιος λέει κάτι, τι ακριβώς εννοεί και γιατί το λέει.
2) Απλώς να μην υπάρχει το μέρος εκείνο του κράτους που σχετίζεται με την κρατική πρόνοια και ευθύνη. Αυτό είναι ο κυρίαρχος τόνος σήμερα. Σε μια τέτοια περίπτωση απολυτοποίησης αυτής της λογικής, το κράτος δεν θα είναι αναγκαίο και ο άνθρωπος θα είναι μόνον ένας ιδιώτης – επομένως, θα έχουμε τον απόλυτο ατομισμό. Αυτού του είδους η ατομιστική ελευθερία δεν αντιλαμβάνεται ακριβώς κοινωνία παρά μόνον ένα πλήθος προς χρήση και ταυτόχρονα προς αποφυγή. Η κοινωνικότητα γίνεται πλέον μία αρνητική σχέση ανταγωνιστικού συσχετισμού δυνάμεων, γιατί ακόμη και η ουδετερότητα αποτελεί μία όψη κρυμμένου ανταγωνισμού αρνούμενη τη σχέση.
Οι ισχυροί, βέβαια, πάντοτε επιθυμούν να μην υπάρχει πρόνοια, γιατί ούτως ή άλλως η ισχύς, ακόμη κι αν καταργηθεί το κράτος, θα δημιουργήσει το δικό της νομικό πλαίσιο για να επιβάλει τη θέλησή της στους πολλούς, δηλαδή, όσο και να το αρνούνται, πάλι θα επιδιώξουν ένα είδος κρατικής εξουσίας με οποιαδήποτε μορφή, π.χ. μια αυτοκρατορία ή και ένα κράτος που θα μοιάζει με το σημερινό, ασχέτως πώς θα το ονομάζουν. Ο απλός πολίτης όμως μέσα σε ένα τέτοιο κράτος καταλήγει όχι πολίτης αλλά απλός ιδιώτης, επειδή δεν εκπροσωπείται ούτε μπορεί να προβάλει οποιαδήποτε απαίτηση απέναντι στην υπέρτερη δύναμη. Ο νόμος, δίκαιος ή άδικος, είναι σύμφυτος με την ίδια την ύπαρξη κοινωνίας, έστω και αν δεν έχει τη σημερινή γραπτή και πανηγυρική μορφή.
Έτσι, κάτι λογικό, όπως το να μην εμποδίζεται ο πολίτης από το κράτος στον επιλεγμένο τρόπο ζωής του, μπορεί να καταλήξει ένας αβυσσαλέος ατομισμός, μία αδιαφορία και αποξένωση από την κοινωνία και την αναγκαία ευθύνη.
Θα ρωτήσει, λοιπόν, κανείς: γιατί να έχουμε ανάγκη το κράτος όπως το ξέρουμε (δηλαδή κράτος με νομικό πλαίσιο, με δύναμη επιβολής βάσει αυτού του νομικού πλαισίου και πρόνοια); Επειδή η κοινωνία ως ένα πλήθος ατόμων όπου θα κυριαρχεί ο ατομισμός, χωρίς ένα αναγκαστικό νομικό συνεκτικό πλαίσιο δικαιωμάτων και λειτουργιών που να είναι σύμφωνα με ορισμένες αποδεκτές αρχές, είναι ανοχύρωτη απέναντι στην κυριαρχικότητα. Ο ισχυρός υποκαθιστά τους θεσμούς με τη δύναμή του, δηλαδή επιβάλλοντας τη θέλησή του με δικό του νομικό πλαίσιο αν είναι πολύ ισχυρός ή με περιορισμένη έμπρακτη επιβολή αν η δύναμή του είναι μικρότερη, ενώ ο ανίσχυρος ακόμη και σε πλήθος δεν μπορεί να επιβάλει θεσμούς, γιατί δεν έχει τόση δύναμη διατύπωσης και οργάνωσης πεποιθήσεων και επιδιώξεων (παρά την πληθικότητα). Το νομικό πλαίσιο του κράτους που ξέραμε στη νεώτερη ιστορία, τρόπον τινά, επισημοποιεί και οργανικοποιεί με θεσμούς την ύπαρξη κοινωνίας και συλλογικών σχέσεων και προσδοκιών, ακριβώς όπως και η ισχύς οργανώνει τις δικές της επιδιώξεις μέσα από διάφορες μορφές εξουσίας (αυταρχικά κράτη, αυτοκρατορίες κ.ά.). Όμως αυτό δεν αρκεί, γιατί το ίδιο το κράτος δεν είναι ένα φυσικό πρόσωπο με δική του βούληση, αλλά κάτι που οι άνθρωποι χρησιμοποιούν και εκφράζει κυμαινόμενα τις εκάστοτε ανθρώπινες σχέσεις στην κοινωνία που, βέβαια, προς το παρόν είναι εξουσιαστικές και ολότελα ελλειμματικές και γι’ αυτό οι τυπικές εξαγγελίες των νόμων μένουν ανεφάρμοστες.
Ένα θεμελιώδες εννοιακό λάθος που έχει γίνει είναι το να ταυτίζονται ο ατομισμός και το άτομο, όπως και το να ταυτίζεται η κοινωνία με την έλλειψη ατομικής ελευθερίας. Αυτό συμβαίνει επειδή ταυτίζεται η ελευθερία με την ασυδοσία και την ανευθυνότητα. Μόνον μία τέτοια διαστρεβλωμένη κατανόηση μπορεί να ισχυριστεί κάτι τέτοιο – αλλά δυστυχώς αυτή είναι η κυρίαρχη κατανόηση.
Η ατομιστική ελευθερία δεν είναι αληθινή ελευθερία, είναι αποξένωση και εξουσία, γιατί στον απόλυτο ατομισμό αυτός που κερδίζει είναι εκείνος που είναι ήδη ισχυρός ή μπορεί να γίνει ισχυρός και έχει ανάγκη την κοινωνία μόνον για τη δική του ενδυνάμωση μέσω εκμετάλλευσής της. Ταυτόχρονα, αυτοί που απορρίπτουν το κράτος για να κάνουν ό,τι θέλουν είναι συνήθως οι ίδιοι που, όταν υπάρχει, το χρησιμοποιούν προς όφελός τους, έστω και αν μοιράζουν μέρος της δύναμής τους σε πιο αδύναμους, για να τους χρησιμοποιούν. Απλώς, η απουσία του κράτους (με την προνοιακή και συμμετοχική μορφή του) τους συμφέρει περισσότερο, επειδή τους επιτρέπει πλήρη ελευθερία κινήσεων. Έτσι, ο καταπιεσμένος πολίτης καταλήγει και αυτός να μη θέλει το κράτος σαν καταπιεστή, αλλά αυτό είναι επιφαινόμενο, γιατί το κράτος είναι ό,τι το κάνουν οι άνθρωποι. Φυσικά, από το άλλο μέρος η θεοποίηση του κράτους είναι επονείδιστη όπως π.χ. εκείνη που ήθελε ο Μουσολίνι ή ο Φίχτε ή το σοβιετικό καθεστώς κ.ά., γιατί η οργάνωση δεν πρέπει με κανέναν τρόπο να υπερισχύει των προσώπων ούτε η κοινωνία να αναιρεί την αξία τους και την ελευθερία τους. Η ισορροπία ήταν πάντοτε άγνωστη στην ανθρωπότητα όπως την γνωρίζουμε ώς τώρα. Επομένως, υπάρχει ντε φάκτο αδιέξοδο σε όλες αυτές τις οπτικές.
Μπορεί, λοιπόν, κάποιοι να “ευημερούν” εκτός συλλογικής οργάνωσης, όμως οι υπόλοιποι δεν θα απολαμβάνουν καμμία ελευθερία είτε γιατί δεν είναι εξίσου ικανοί είτε γιατί δεν διαθέτουν όμοιες ικανότητες αλλά άλλες, ίσως περισσότερο εξευγενισμένες. Αλλά ήδη έτσι θα έχουμε ξεφύγει από το πεδίο της ελευθερίας και θα έχουμε εισέλθει στο πεδίο του ζωικού ανταγωνισμού και της κυριαρχίας, η οποία δεν είναι ιδέα (όπως θέλουν να την παρουσιάσουν) αλλά επιθυμία -μια και οι ιδέες είναι καθολικές και όχι προσωπικές που εξυπηρετούν τις προσωπικές επιθυμίες. Στην επιδίωξη της κυριαρχίας δεν μπορούν να νικήσουν όλοι – πράγμα που θα ήταν εξάλλου αντίθετο προς τη φύση της – επομένως, οι πολλοί αναγκαστικά θα υποδουλωθούν. Αυτή είναι μια θεμελιωδώς λογική σκέψη που πρέπει να γίνει δεκτή.
Το κράτος, λοιπόν, δεν απορρίπτεται πάντοτε λόγω του απολυταρχικού τρόπου διακυβέρνησης, αλλά ενίοτε απορρίπτεται για το αντίθετο, δηλαδή επειδή περιορίζει τις αντικοινωνικές φιλοδοξίες της άπληστης ή καταπιεστικής ισχύος από όπου και αν προέρχεται. Στον απολυταρχικό τρόπο διακυβέρνησης σε ένα κράτος, πρέπει να διακριβώσουμε τι είναι αυτοί που ασκούν άδικη και απολυταρχική εξουσία μέσω του κράτους, φανερή ή κρυφή. Είναι ισχυροί ή αδύναμοι; Άνθρωποι που δεν θα μπορούσαν να ζήσουν εκτός κοινωνίας λόγω αδυναμίας; Μάλλον όχι. Από το άλλο μέρος, η ισχύς δεν εκδηλώνεται μόνον στην κορυφή, αλλά μπορεί να εκδηλωθεί σε διάφορα επίπεδα κοινωνικής οργάνωσης, επειδή έχει μεγάλη διατρητική ευχέρεια σε οποιονδήποτε θεσμό που δεν φυλάσσεται επαρκώς, διαχέοντας την επιρροή της μέσω οργάνων της, μικρότερης ισχύος. Όμως προτιμάει την παντελή απουσία προνοιακών και προστατευτικών του πολίτη θεσμών, για να είναι τελείως απερίσπαστη σε ό,τι βούλεται. Ο αδύναμος άνθρωπος μπορεί να πιέζεται δυσανασχετών λόγω των άδικων ή σκληρών θεσμών του κράτους, τους οποίους όμως επιβάλλουν και πάλι άνθρωποι ισχυροί που έχουν διαστρεβλώσει το νόημα του κράτους και διατρήσει την προστασία των θεσμών του.
Κανείς, ωστόσο, όσο ισχυρός και αν είναι, δεν μπορεί να ζήσει εκτός κοινωνίας, μόνον εκτός κράτους μπορεί να το κάνει, δηλαδή εκτός του νομικού πλαισίου που έχουν θεσπίσει άλλοι. Κι αυτό επειδή χωρίς την κοινωνία δεν θα έχει νόημα ούτε η δύναμη ούτε ίσως η ελευθερία που επιδιώκει. Αυτές, όπως γίνονται αντιληπτές μέχρι τώρα, λειτουργούν μόνον σε ένα επίπεδο συγκριτισμού και χωρίς τη σύγκριση δεν έχει νόημα η ύπαρξή τους, γιατί υποκρύπτουν την κυριαρχία που έχει ανάγκη την ύπαρξη μιας υποταγμένης κοινωνίας τόσο για χρήση όσο και για ψυχολογική επιβεβαίωση της υπεροχής.
Ιωάννα Μουτσοπούλου
Μέλος της ΜΚΟ Σόλων
Πηγή
Tromaktiko
Αυτή η φράση περικλείει ουσιαστικά το πρόβλημα δημοκρατίας της εποχής μας, το οποίο πρέπει να αναλυθεί με λογική επάρκεια, για να γίνει το ξεδιάλυμα των αλληλομπλεκόμενων σκέψεων και αφορισμών που έχουν διατυπωθεί μέσα σε τόσους αιώνες.
Κράτος ή απουσία κράτους;
Όταν λένε να μην υπάρχει κράτος, τι ακριβώς εννοούν; Υπάρχουν δύο περιπτώσεις άρνησης του κράτους:
1) Να μην υπάρχει καθόλου εξουσιαστική δομή, imperium, (όπως λένε οι αναρχικοί) επειδή γίνεται κατάχρησή της. Αυτοί κάνουν ένα άλμα στο άγνωστο μακρινό μέλλον, αγνοώντας το αρνητικό συνειδησιακό υπόβαθρο του ανθρώπου που δεν αντιλαμβάνεται τη φύση της ελευθερίας και αγνοώντας τι μπορεί να σημαίνουν η εξουσία, η διακυβέρνηση, η ελευθερία, η κοινωνία, η ευθύνη κτλ. Ο άνθρωπος μπορεί μεν να είναι κατά βάση καλός, όμως από αυτή την ιδανικότητα τον χωρίζει ακόμη πάρα πολύς χρόνος και δρόμος και η ίδια η ιδανικότητα δεν είναι γνωστό τι μορφή θα λάβει τότε. Πάρα πολλά ερωτήματα θα μπορούσαν να τεθούν, αλλά αυτά θα ήταν εξαρτημένα από το ποιος λέει κάτι, τι ακριβώς εννοεί και γιατί το λέει.
2) Απλώς να μην υπάρχει το μέρος εκείνο του κράτους που σχετίζεται με την κρατική πρόνοια και ευθύνη. Αυτό είναι ο κυρίαρχος τόνος σήμερα. Σε μια τέτοια περίπτωση απολυτοποίησης αυτής της λογικής, το κράτος δεν θα είναι αναγκαίο και ο άνθρωπος θα είναι μόνον ένας ιδιώτης – επομένως, θα έχουμε τον απόλυτο ατομισμό. Αυτού του είδους η ατομιστική ελευθερία δεν αντιλαμβάνεται ακριβώς κοινωνία παρά μόνον ένα πλήθος προς χρήση και ταυτόχρονα προς αποφυγή. Η κοινωνικότητα γίνεται πλέον μία αρνητική σχέση ανταγωνιστικού συσχετισμού δυνάμεων, γιατί ακόμη και η ουδετερότητα αποτελεί μία όψη κρυμμένου ανταγωνισμού αρνούμενη τη σχέση.
Οι ισχυροί, βέβαια, πάντοτε επιθυμούν να μην υπάρχει πρόνοια, γιατί ούτως ή άλλως η ισχύς, ακόμη κι αν καταργηθεί το κράτος, θα δημιουργήσει το δικό της νομικό πλαίσιο για να επιβάλει τη θέλησή της στους πολλούς, δηλαδή, όσο και να το αρνούνται, πάλι θα επιδιώξουν ένα είδος κρατικής εξουσίας με οποιαδήποτε μορφή, π.χ. μια αυτοκρατορία ή και ένα κράτος που θα μοιάζει με το σημερινό, ασχέτως πώς θα το ονομάζουν. Ο απλός πολίτης όμως μέσα σε ένα τέτοιο κράτος καταλήγει όχι πολίτης αλλά απλός ιδιώτης, επειδή δεν εκπροσωπείται ούτε μπορεί να προβάλει οποιαδήποτε απαίτηση απέναντι στην υπέρτερη δύναμη. Ο νόμος, δίκαιος ή άδικος, είναι σύμφυτος με την ίδια την ύπαρξη κοινωνίας, έστω και αν δεν έχει τη σημερινή γραπτή και πανηγυρική μορφή.
Έτσι, κάτι λογικό, όπως το να μην εμποδίζεται ο πολίτης από το κράτος στον επιλεγμένο τρόπο ζωής του, μπορεί να καταλήξει ένας αβυσσαλέος ατομισμός, μία αδιαφορία και αποξένωση από την κοινωνία και την αναγκαία ευθύνη.
Θα ρωτήσει, λοιπόν, κανείς: γιατί να έχουμε ανάγκη το κράτος όπως το ξέρουμε (δηλαδή κράτος με νομικό πλαίσιο, με δύναμη επιβολής βάσει αυτού του νομικού πλαισίου και πρόνοια); Επειδή η κοινωνία ως ένα πλήθος ατόμων όπου θα κυριαρχεί ο ατομισμός, χωρίς ένα αναγκαστικό νομικό συνεκτικό πλαίσιο δικαιωμάτων και λειτουργιών που να είναι σύμφωνα με ορισμένες αποδεκτές αρχές, είναι ανοχύρωτη απέναντι στην κυριαρχικότητα. Ο ισχυρός υποκαθιστά τους θεσμούς με τη δύναμή του, δηλαδή επιβάλλοντας τη θέλησή του με δικό του νομικό πλαίσιο αν είναι πολύ ισχυρός ή με περιορισμένη έμπρακτη επιβολή αν η δύναμή του είναι μικρότερη, ενώ ο ανίσχυρος ακόμη και σε πλήθος δεν μπορεί να επιβάλει θεσμούς, γιατί δεν έχει τόση δύναμη διατύπωσης και οργάνωσης πεποιθήσεων και επιδιώξεων (παρά την πληθικότητα). Το νομικό πλαίσιο του κράτους που ξέραμε στη νεώτερη ιστορία, τρόπον τινά, επισημοποιεί και οργανικοποιεί με θεσμούς την ύπαρξη κοινωνίας και συλλογικών σχέσεων και προσδοκιών, ακριβώς όπως και η ισχύς οργανώνει τις δικές της επιδιώξεις μέσα από διάφορες μορφές εξουσίας (αυταρχικά κράτη, αυτοκρατορίες κ.ά.). Όμως αυτό δεν αρκεί, γιατί το ίδιο το κράτος δεν είναι ένα φυσικό πρόσωπο με δική του βούληση, αλλά κάτι που οι άνθρωποι χρησιμοποιούν και εκφράζει κυμαινόμενα τις εκάστοτε ανθρώπινες σχέσεις στην κοινωνία που, βέβαια, προς το παρόν είναι εξουσιαστικές και ολότελα ελλειμματικές και γι’ αυτό οι τυπικές εξαγγελίες των νόμων μένουν ανεφάρμοστες.
Ένα θεμελιώδες εννοιακό λάθος που έχει γίνει είναι το να ταυτίζονται ο ατομισμός και το άτομο, όπως και το να ταυτίζεται η κοινωνία με την έλλειψη ατομικής ελευθερίας. Αυτό συμβαίνει επειδή ταυτίζεται η ελευθερία με την ασυδοσία και την ανευθυνότητα. Μόνον μία τέτοια διαστρεβλωμένη κατανόηση μπορεί να ισχυριστεί κάτι τέτοιο – αλλά δυστυχώς αυτή είναι η κυρίαρχη κατανόηση.
Η ατομιστική ελευθερία δεν είναι αληθινή ελευθερία, είναι αποξένωση και εξουσία, γιατί στον απόλυτο ατομισμό αυτός που κερδίζει είναι εκείνος που είναι ήδη ισχυρός ή μπορεί να γίνει ισχυρός και έχει ανάγκη την κοινωνία μόνον για τη δική του ενδυνάμωση μέσω εκμετάλλευσής της. Ταυτόχρονα, αυτοί που απορρίπτουν το κράτος για να κάνουν ό,τι θέλουν είναι συνήθως οι ίδιοι που, όταν υπάρχει, το χρησιμοποιούν προς όφελός τους, έστω και αν μοιράζουν μέρος της δύναμής τους σε πιο αδύναμους, για να τους χρησιμοποιούν. Απλώς, η απουσία του κράτους (με την προνοιακή και συμμετοχική μορφή του) τους συμφέρει περισσότερο, επειδή τους επιτρέπει πλήρη ελευθερία κινήσεων. Έτσι, ο καταπιεσμένος πολίτης καταλήγει και αυτός να μη θέλει το κράτος σαν καταπιεστή, αλλά αυτό είναι επιφαινόμενο, γιατί το κράτος είναι ό,τι το κάνουν οι άνθρωποι. Φυσικά, από το άλλο μέρος η θεοποίηση του κράτους είναι επονείδιστη όπως π.χ. εκείνη που ήθελε ο Μουσολίνι ή ο Φίχτε ή το σοβιετικό καθεστώς κ.ά., γιατί η οργάνωση δεν πρέπει με κανέναν τρόπο να υπερισχύει των προσώπων ούτε η κοινωνία να αναιρεί την αξία τους και την ελευθερία τους. Η ισορροπία ήταν πάντοτε άγνωστη στην ανθρωπότητα όπως την γνωρίζουμε ώς τώρα. Επομένως, υπάρχει ντε φάκτο αδιέξοδο σε όλες αυτές τις οπτικές.
Μπορεί, λοιπόν, κάποιοι να “ευημερούν” εκτός συλλογικής οργάνωσης, όμως οι υπόλοιποι δεν θα απολαμβάνουν καμμία ελευθερία είτε γιατί δεν είναι εξίσου ικανοί είτε γιατί δεν διαθέτουν όμοιες ικανότητες αλλά άλλες, ίσως περισσότερο εξευγενισμένες. Αλλά ήδη έτσι θα έχουμε ξεφύγει από το πεδίο της ελευθερίας και θα έχουμε εισέλθει στο πεδίο του ζωικού ανταγωνισμού και της κυριαρχίας, η οποία δεν είναι ιδέα (όπως θέλουν να την παρουσιάσουν) αλλά επιθυμία -μια και οι ιδέες είναι καθολικές και όχι προσωπικές που εξυπηρετούν τις προσωπικές επιθυμίες. Στην επιδίωξη της κυριαρχίας δεν μπορούν να νικήσουν όλοι – πράγμα που θα ήταν εξάλλου αντίθετο προς τη φύση της – επομένως, οι πολλοί αναγκαστικά θα υποδουλωθούν. Αυτή είναι μια θεμελιωδώς λογική σκέψη που πρέπει να γίνει δεκτή.
Το κράτος, λοιπόν, δεν απορρίπτεται πάντοτε λόγω του απολυταρχικού τρόπου διακυβέρνησης, αλλά ενίοτε απορρίπτεται για το αντίθετο, δηλαδή επειδή περιορίζει τις αντικοινωνικές φιλοδοξίες της άπληστης ή καταπιεστικής ισχύος από όπου και αν προέρχεται. Στον απολυταρχικό τρόπο διακυβέρνησης σε ένα κράτος, πρέπει να διακριβώσουμε τι είναι αυτοί που ασκούν άδικη και απολυταρχική εξουσία μέσω του κράτους, φανερή ή κρυφή. Είναι ισχυροί ή αδύναμοι; Άνθρωποι που δεν θα μπορούσαν να ζήσουν εκτός κοινωνίας λόγω αδυναμίας; Μάλλον όχι. Από το άλλο μέρος, η ισχύς δεν εκδηλώνεται μόνον στην κορυφή, αλλά μπορεί να εκδηλωθεί σε διάφορα επίπεδα κοινωνικής οργάνωσης, επειδή έχει μεγάλη διατρητική ευχέρεια σε οποιονδήποτε θεσμό που δεν φυλάσσεται επαρκώς, διαχέοντας την επιρροή της μέσω οργάνων της, μικρότερης ισχύος. Όμως προτιμάει την παντελή απουσία προνοιακών και προστατευτικών του πολίτη θεσμών, για να είναι τελείως απερίσπαστη σε ό,τι βούλεται. Ο αδύναμος άνθρωπος μπορεί να πιέζεται δυσανασχετών λόγω των άδικων ή σκληρών θεσμών του κράτους, τους οποίους όμως επιβάλλουν και πάλι άνθρωποι ισχυροί που έχουν διαστρεβλώσει το νόημα του κράτους και διατρήσει την προστασία των θεσμών του.
Κανείς, ωστόσο, όσο ισχυρός και αν είναι, δεν μπορεί να ζήσει εκτός κοινωνίας, μόνον εκτός κράτους μπορεί να το κάνει, δηλαδή εκτός του νομικού πλαισίου που έχουν θεσπίσει άλλοι. Κι αυτό επειδή χωρίς την κοινωνία δεν θα έχει νόημα ούτε η δύναμη ούτε ίσως η ελευθερία που επιδιώκει. Αυτές, όπως γίνονται αντιληπτές μέχρι τώρα, λειτουργούν μόνον σε ένα επίπεδο συγκριτισμού και χωρίς τη σύγκριση δεν έχει νόημα η ύπαρξή τους, γιατί υποκρύπτουν την κυριαρχία που έχει ανάγκη την ύπαρξη μιας υποταγμένης κοινωνίας τόσο για χρήση όσο και για ψυχολογική επιβεβαίωση της υπεροχής.
Ιωάννα Μουτσοπούλου
Μέλος της ΜΚΟ Σόλων
Πηγή
Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ