2012-05-21 17:24:11
Το τι έφταιξε και δυο χρόνια μετά την κατάρρευση της Lehman η Ευρώπη βαράει καμπανάκι, δεν έχει ακόμα συμφωνηθεί, και ούτε πρόκειται. Ο καθένας βλέπει την αιτία προς την κατεύθυνση όπου είναι προσανατολισμένος να κοιτά. Κάποιοι αποδίδουν την κρίση στα σπάταλα κράτη του Νότου, κάποιοι στα μεγάλα χρέη, κάποιοι άλλοι στα μεγάλα ελλείμματα, μπορεί και στην έλλειψη ρευστότητας, ενώ μια άλλη μερίδα στην κρίση εμπιστοσύνης.
Ας σταματήσουμε λιγάκι σ’ αυτό το τελευταίο. Η Οικονομία, όπως το έχουμε ξαναγράψει είναι πάνω απ' όλα θέμα πίστης και εμπιστοσύνης. Εμπιστοσύνη σε αυτόν που δανείζεις ότι θα κρατήσει το λόγο του και θα σου επιστρέψει τα δανεικά, πίστη ότι μπορείς να κάνει προβλέψεις, και ότι οι προβλέψεις αυτές θα επαληθευτούν, εμπιστοσύνη στο πολιτικό σύστημα ότι θα συνεχίσει να ακολουθεί τις ίδιες πολιτικές, κοντολογίς, για να μπορέσει να λειτουργήσει η Οικονομία, δηλαδή ο καθένας από μας, θα πρέπει να υπάρχει μια κατάσταση ισορροπίας, όπου όλα θα είναι σταθερά, και συνεπώς προβλέψιμα.
Προς τούτο η υγεία ή η ασθένεια του οικονομικού περιβάλλοντος πιστοποιείται ανά τακτά χρονικά διαστήματα με οικονομικά θερμόμετρα, έκαστον των οποίων είναι βαθμολογημένο σε κάποιους ενδεικτικούς δείκτες. Όταν ένας ασθενής χρησιμοποιεί ένα κοινό θερμόμετρο για να μετρήσει τον πυρετό του, είναι σε θέση να αξιολογήσει τη μέτρηση, διότι αν το θερμόμετρο τού δείξει ένα 40-αρι, ενώ ο άνθρωπός μας αισθάνεται περδίκι, πολύ σωστά θα βγάλει το συμπέρασμα ότι το θερμόμετρο είναι χαλασμένο. Τα οικονομικά όμως θερμόμετρα, δεν είναι εύκολο να τα αξιολογήσει ο καθείς, διότι δεν έχει ούτε την πληροφορία, ούτε και τις γνώσεις, αλλά κυρίως, έτσι και επιχειρήσει να το κάνει, είναι πολύ πιθανό να αλλοιώσει τη μέτρηση.
Για να δουλέψει επομένως η οικονομία, τα οικονομικά θερμόμετρα θα πρέπει να παραμένουν, όπως οι πλάκες του Μωυσή, στο απυρόβλητο και υπεράνω αμφισβήτησης.
Τα όρια, 3% και 60% του Συμφώνου Σταθερότητας, όπως και τα νέα που προβλέπονται από το Δημοσιονομικό Σύμφωνο δεν είναι παρά αυθαίρετοι αριθμοί, δεν προκύπτουν από πουθενά ότι πρέπει να είναι τόσοι και όχι άλλοι, κοντολογίς είναι μια σύμβαση, δημιουργούν όμως το πλαίσιο τού πώς πρέπει να συμπεριφέρεται μια υγιής οικονομία. Εντελώς αυθαίρετα, αλλά παντοδύναμα. Η παντοδυναμία τους δεν οφείλεται σε κάποια λογική αρχή, αλλά στην πίστη ότι έτσι πρέπει να είναι.
Αν τα όρια της οικονομικής υγείας είχαν εξαρχής τεθεί, ας πούμε, στα 5% και 80% για το έλλειμμα και χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, αντιστοίχως, τότε οι οικονομίες εφ΄ όσον παρέμεναν εντός των πλαισίων αυτώ θα λογίζονταν ως υγιείς. Δηλαδή, τα διάφορα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα θα θεωρούσαν τα κράτη φερέγγυα και θα συνέχιζαν να τα δανείζουν με χαρά. Πιστεύω ότι αυτό θα συνέβαινε ακόμα κι αν τα προηγούμενα όρια θεσπίζονταν σε μεγαλύτερα νούμερα. Έτσι, η Ολλανδία δεν θα χρειαζόταν να προτείνει δρακόντια μέτρα λιτότητας, και ως εκ τούτου θα συνέχιζε να έχει κυβέρνηση. Πιθανόν και η Ισπανία να μην έμπαινε στο σπιράλ της ύφεσης, αλλά να συμμόρφωνε τα οικονομικά της με μικρές και ανεπαίσθητες κινήσεις.
Η διαμόρφωση των επιτοκίων στις αγορές δεν βγαίνει από κάποιο ορθόδοξο textbook, αλλά διαμορφώνεται με βάση την εικόνα που οι προηγούμενοι όροι φιλοτεχνούν για την κάθε χώρα.
Πέρα όμως από το αυθαίρετο πλαίσιο εντός του οποίου επιβάλλεται να κινείται μια οικονομία για να θεωρηθεί υγιής, αντίστοιχη αυθαιρεσία επικρατεί και στον ορισμό των βασικών δεικτών, (έλλειμμα, χρέος, ΑΕΠ). Αυτό το είδαμε με την περίπτωση της ΕΛΣΤΑΤ, ενώ απ’ ότι διαβάζω σήμερα, για ένα και πλέον χρόνο η Ισπανία δεν μπορεί να αποτιμήσει το ύψος του ελλείμματός της. Μια το ανεβάζει, μια το κατεβάζει, μια δεν την πιστεύουν στις Βρυξέλλες και το Βερολίνο και πάει λέγοντας. Με έλλειμμα γύρω στο 8%, και απόσταση 5 μονάδων από το όριο του 3%, δημιουργεί μια τεχνητή ανησυχία στις αγορές, με τα λυπηρά αποτελέσματα που βλέπουμε, ενώ αν το όριο ήταν στο 5%, μια απόκλιση 3 μονάδων δεν θα έστελνε τη χώρα αυτή στο δρόμο για τα τάρταρα.
Η κρίση λοιπόν της ΕΖ, πέρα απ’ οτιδήποτε άλλο είναι μια κρίση φερεγγυότητας, η οποία θα μπορούσε και να μην δημιουργηθεί αν κάποιοι δεν φωνασκούσαν αλόγιστα περί τιτανικού και αν τα όρια ήταν διαφορετικά ή ακόμα αν δεν υπήρχαν καν.
Ας το δούμε το πράγμα και διαφορετικά. Οι αγορές, απ' ότι φαίνεται εξανίστανται από το δημόσιο χρέος, ενώ το ιδιωτικό δεν φαίνεται να τους απασχολεί, παρά το γεγονός ότι είτε το κράτος είτε ο ιδιώτης στις ίδιες τράπεζες χρωστούν. Κανονικά, ένας τέτοιος διαχωρισμός δεν θα έπρεπε να υφίσταται, και οι αγορές να αποτιμούσαν το συνολικό χρέος μιας χώρας και όχι μόνο το δημόσιο. Σε μια τέτοια περίπτωση το πρόβλημα θα το είχε το Λουξεμβούργο και όχι η Ελλάδα. Το ότι όμως επικεντρώνονται μόνο στο δημόσιο χρέος δείχνε το ιδεολογικό bias των αγορών και των κάθε λογής funds, ωθώντας τρόπον τινά τα κράτη στον περιορισμό του ρόλου τους.
Ας υποθέσουμε ότι ένα κάποιο κράτος έχει ελάχιστα ελλείμματα για το λόγο ότι τις περισσότερες από τις υπηρεσίες του τις έχει εκχωρήσει σε ιδιώτες, με συνέπεια να έχει σμικρυνθεί μέχρι εξαφάνισης. Αν ο ιδιώτης δεν χρεώνει ακριβά τις άλλοτε δημόσιες υπηρεσίες, για να μπορέσει να επιζήσει θα πρέπει να δανείζεται. Αν, πάλι τις χρεώνει ακριβά, τότε οι πολίτες που κάνουν χρήση αυτών, θα είναι αυτοί που θα δανείζονται. Επομένως, ένα τέτοιο κράτος δεν θα έχει δημόσιο χρέος, θα έχει όμως ιδιωτικό. Αυτό ακριβώς συμβαίνει με Γαλλία, Ισπανία, Γερμανία. Το κεντρικό κράτος δεν έχει μεγάλο χρέος, διότι το έχουν αναλάβει οι δήμοι και οι περιφέρειες. Φυσικά και οι ιδιώτες.
Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι όλα αυτά είναι μπούρδες. Όμως δεν είναι. Μόλις χθες /προχθές έγραφε η Δ. Καδδά στο Capital, ότι: Ε.Ε. και ΔΝΤ προωθούν τη χρήση άλλου τρόπου μέτρησης του ελλείμματος που θα αλλάζει άρδην τα δεδομένα για την Ελλάδα. Το διαρθρωτικό, δηλαδή, έλλειμμα να προσμετρά και το ύψος της ύφεσης, έτσι ώστε για φέτος το έλλειμμα θα μπορούσε να είναι ακόμη και 2,6% αντί για 7,3% του ΑΕΠ, όπως εκτιμάται.
Αυτό και μόνο, επιβεβαιώνει, κατά τη γνώμη μου, όλα τα προαναφερθέντα Πηγή
kostasxan.blogspot.com
Ας σταματήσουμε λιγάκι σ’ αυτό το τελευταίο. Η Οικονομία, όπως το έχουμε ξαναγράψει είναι πάνω απ' όλα θέμα πίστης και εμπιστοσύνης. Εμπιστοσύνη σε αυτόν που δανείζεις ότι θα κρατήσει το λόγο του και θα σου επιστρέψει τα δανεικά, πίστη ότι μπορείς να κάνει προβλέψεις, και ότι οι προβλέψεις αυτές θα επαληθευτούν, εμπιστοσύνη στο πολιτικό σύστημα ότι θα συνεχίσει να ακολουθεί τις ίδιες πολιτικές, κοντολογίς, για να μπορέσει να λειτουργήσει η Οικονομία, δηλαδή ο καθένας από μας, θα πρέπει να υπάρχει μια κατάσταση ισορροπίας, όπου όλα θα είναι σταθερά, και συνεπώς προβλέψιμα.
Προς τούτο η υγεία ή η ασθένεια του οικονομικού περιβάλλοντος πιστοποιείται ανά τακτά χρονικά διαστήματα με οικονομικά θερμόμετρα, έκαστον των οποίων είναι βαθμολογημένο σε κάποιους ενδεικτικούς δείκτες. Όταν ένας ασθενής χρησιμοποιεί ένα κοινό θερμόμετρο για να μετρήσει τον πυρετό του, είναι σε θέση να αξιολογήσει τη μέτρηση, διότι αν το θερμόμετρο τού δείξει ένα 40-αρι, ενώ ο άνθρωπός μας αισθάνεται περδίκι, πολύ σωστά θα βγάλει το συμπέρασμα ότι το θερμόμετρο είναι χαλασμένο. Τα οικονομικά όμως θερμόμετρα, δεν είναι εύκολο να τα αξιολογήσει ο καθείς, διότι δεν έχει ούτε την πληροφορία, ούτε και τις γνώσεις, αλλά κυρίως, έτσι και επιχειρήσει να το κάνει, είναι πολύ πιθανό να αλλοιώσει τη μέτρηση.
Για να δουλέψει επομένως η οικονομία, τα οικονομικά θερμόμετρα θα πρέπει να παραμένουν, όπως οι πλάκες του Μωυσή, στο απυρόβλητο και υπεράνω αμφισβήτησης.
Τα όρια, 3% και 60% του Συμφώνου Σταθερότητας, όπως και τα νέα που προβλέπονται από το Δημοσιονομικό Σύμφωνο δεν είναι παρά αυθαίρετοι αριθμοί, δεν προκύπτουν από πουθενά ότι πρέπει να είναι τόσοι και όχι άλλοι, κοντολογίς είναι μια σύμβαση, δημιουργούν όμως το πλαίσιο τού πώς πρέπει να συμπεριφέρεται μια υγιής οικονομία. Εντελώς αυθαίρετα, αλλά παντοδύναμα. Η παντοδυναμία τους δεν οφείλεται σε κάποια λογική αρχή, αλλά στην πίστη ότι έτσι πρέπει να είναι.
Αν τα όρια της οικονομικής υγείας είχαν εξαρχής τεθεί, ας πούμε, στα 5% και 80% για το έλλειμμα και χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, αντιστοίχως, τότε οι οικονομίες εφ΄ όσον παρέμεναν εντός των πλαισίων αυτώ θα λογίζονταν ως υγιείς. Δηλαδή, τα διάφορα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα θα θεωρούσαν τα κράτη φερέγγυα και θα συνέχιζαν να τα δανείζουν με χαρά. Πιστεύω ότι αυτό θα συνέβαινε ακόμα κι αν τα προηγούμενα όρια θεσπίζονταν σε μεγαλύτερα νούμερα. Έτσι, η Ολλανδία δεν θα χρειαζόταν να προτείνει δρακόντια μέτρα λιτότητας, και ως εκ τούτου θα συνέχιζε να έχει κυβέρνηση. Πιθανόν και η Ισπανία να μην έμπαινε στο σπιράλ της ύφεσης, αλλά να συμμόρφωνε τα οικονομικά της με μικρές και ανεπαίσθητες κινήσεις.
Η διαμόρφωση των επιτοκίων στις αγορές δεν βγαίνει από κάποιο ορθόδοξο textbook, αλλά διαμορφώνεται με βάση την εικόνα που οι προηγούμενοι όροι φιλοτεχνούν για την κάθε χώρα.
Πέρα όμως από το αυθαίρετο πλαίσιο εντός του οποίου επιβάλλεται να κινείται μια οικονομία για να θεωρηθεί υγιής, αντίστοιχη αυθαιρεσία επικρατεί και στον ορισμό των βασικών δεικτών, (έλλειμμα, χρέος, ΑΕΠ). Αυτό το είδαμε με την περίπτωση της ΕΛΣΤΑΤ, ενώ απ’ ότι διαβάζω σήμερα, για ένα και πλέον χρόνο η Ισπανία δεν μπορεί να αποτιμήσει το ύψος του ελλείμματός της. Μια το ανεβάζει, μια το κατεβάζει, μια δεν την πιστεύουν στις Βρυξέλλες και το Βερολίνο και πάει λέγοντας. Με έλλειμμα γύρω στο 8%, και απόσταση 5 μονάδων από το όριο του 3%, δημιουργεί μια τεχνητή ανησυχία στις αγορές, με τα λυπηρά αποτελέσματα που βλέπουμε, ενώ αν το όριο ήταν στο 5%, μια απόκλιση 3 μονάδων δεν θα έστελνε τη χώρα αυτή στο δρόμο για τα τάρταρα.
Η κρίση λοιπόν της ΕΖ, πέρα απ’ οτιδήποτε άλλο είναι μια κρίση φερεγγυότητας, η οποία θα μπορούσε και να μην δημιουργηθεί αν κάποιοι δεν φωνασκούσαν αλόγιστα περί τιτανικού και αν τα όρια ήταν διαφορετικά ή ακόμα αν δεν υπήρχαν καν.
Ας το δούμε το πράγμα και διαφορετικά. Οι αγορές, απ' ότι φαίνεται εξανίστανται από το δημόσιο χρέος, ενώ το ιδιωτικό δεν φαίνεται να τους απασχολεί, παρά το γεγονός ότι είτε το κράτος είτε ο ιδιώτης στις ίδιες τράπεζες χρωστούν. Κανονικά, ένας τέτοιος διαχωρισμός δεν θα έπρεπε να υφίσταται, και οι αγορές να αποτιμούσαν το συνολικό χρέος μιας χώρας και όχι μόνο το δημόσιο. Σε μια τέτοια περίπτωση το πρόβλημα θα το είχε το Λουξεμβούργο και όχι η Ελλάδα. Το ότι όμως επικεντρώνονται μόνο στο δημόσιο χρέος δείχνε το ιδεολογικό bias των αγορών και των κάθε λογής funds, ωθώντας τρόπον τινά τα κράτη στον περιορισμό του ρόλου τους.
Ας υποθέσουμε ότι ένα κάποιο κράτος έχει ελάχιστα ελλείμματα για το λόγο ότι τις περισσότερες από τις υπηρεσίες του τις έχει εκχωρήσει σε ιδιώτες, με συνέπεια να έχει σμικρυνθεί μέχρι εξαφάνισης. Αν ο ιδιώτης δεν χρεώνει ακριβά τις άλλοτε δημόσιες υπηρεσίες, για να μπορέσει να επιζήσει θα πρέπει να δανείζεται. Αν, πάλι τις χρεώνει ακριβά, τότε οι πολίτες που κάνουν χρήση αυτών, θα είναι αυτοί που θα δανείζονται. Επομένως, ένα τέτοιο κράτος δεν θα έχει δημόσιο χρέος, θα έχει όμως ιδιωτικό. Αυτό ακριβώς συμβαίνει με Γαλλία, Ισπανία, Γερμανία. Το κεντρικό κράτος δεν έχει μεγάλο χρέος, διότι το έχουν αναλάβει οι δήμοι και οι περιφέρειες. Φυσικά και οι ιδιώτες.
Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι όλα αυτά είναι μπούρδες. Όμως δεν είναι. Μόλις χθες /προχθές έγραφε η Δ. Καδδά στο Capital, ότι: Ε.Ε. και ΔΝΤ προωθούν τη χρήση άλλου τρόπου μέτρησης του ελλείμματος που θα αλλάζει άρδην τα δεδομένα για την Ελλάδα. Το διαρθρωτικό, δηλαδή, έλλειμμα να προσμετρά και το ύψος της ύφεσης, έτσι ώστε για φέτος το έλλειμμα θα μπορούσε να είναι ακόμη και 2,6% αντί για 7,3% του ΑΕΠ, όπως εκτιμάται.
Αυτό και μόνο, επιβεβαιώνει, κατά τη γνώμη μου, όλα τα προαναφερθέντα Πηγή
kostasxan.blogspot.com
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Μουλαομέροβιτς... the end!
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ