2017-05-09 10:31:36
ΘΑΝΟΣ ΤΣΙΡΟΣ - kathimerini.gr
Το 40% των συνολικών φορολογικών εσόδων που εισπράττει το ελληνικό Δημόσιο από τον φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων –πάνω από 1,5 δισ. ευρώ– εξαρτάται από το... 0,4% του συνολικού αριθμού των επιχειρήσεων, ούτε καν 1.000 εταιρείες, δηλαδή. Από το 1,6% του συνολικού αριθμού των εργοδοτών εξαρτάται και το 44% των συνολικών ασφαλιστικών εισφορών που εισπράττει το ασφαλιστικό σύστημα για να χρηματοδοτεί τις συντάξεις.
Χρόνο με τον χρόνο, ολοένα και μεγαλύτερο κομμάτι των δημοσίων εσόδων συνδέεται με το επιχειρηματικό μέλλον των λιγοστών μεγάλων επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα. Παρ’ όλα αυτά, η κυβέρνηση επιμένει να εφαρμόζει ένα από τα πιο «αφιλόξενα» συστήματα υπολογισμού φόρων και ασφαλιστικών εισφορών στην Ευρώπη.
Με τον φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων στο 29% –υπερδιπλάσιο σε σύγκριση με αυτό των γειτονικών χωρών–, τον φόρο μερισμάτων στο 15%, την προκαταβολή φόρου στο 100%, το άθροισμα εισφορών εργοδότη και εργαζομένου στο 41% και τη σύνδεση των ασφαλιστικών εισφορών του μετόχου με τα κέρδη της εταιρείας, η «ιδέα» της αναβολής μεγάλων επενδύσεων, της μετεγκατάστασης παραγωγικών μονάδων ή της μεταφοράς φορολογικής έδρας γίνεται ολοένα και πιο ελκυστική.
Εμμένοντας σε αυτή την πολιτική, η κυβέρνηση ουσιαστικά... δαγκώνει το χέρι που καταβάλλει το μεγαλύτερο μέρος των φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών και θέτει σε ολοένα και μεγαλύτερο κίνδυνο την εκτέλεση του κρατικού προϋπολογισμού.
Στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται περίπου 220.000 νομικά πρόσωπα κάθε μορφής: ανώνυμες εταιρείες, ΕΠΕ, ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες, ομόρρυθμες και ετερόρρυθμες εταιρείες. Συνολικά, πλήρωσαν το 2016 3,97 δισ. ευρώ, ποσό αυξημένο κατά 37% συγκριτικά με το 2015, οπότε και καταβλήθηκαν 2,89 δισ. ευρώ. Τα αναλυτικά στοιχεία δείχνουν ότι από τα 3,97 δισ. ευρώ, τουλάχιστον 1,55 δισ. ευρώ καταβλήθηκαν από τις 914 πιο κερδοφόρες εταιρείες της χώρας οι οποίες εμφάνισαν στους ισολογισμούς τους κέρδη άνω του ενός εκατ. ευρώ εκάστη. Δηλαδή, το 40% του συνολικού ποσού που εισπράττει το Δημόσιο από τον φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων, κατανέμεται στο 0,4% του συνολικού αριθμού των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στη χώρα.
Ο βαθμός εξάρτησης των φορολογικών εσόδων του Δημοσίου από μια... χούφτα εταιρείες γίνεται ολοένα και μεγαλύτερος, καθώς ολοένα και περισσότερα βάρη φορτώνονται σε ολοένα και μικρότερο αριθμό εταιρειών. Οπως προκύπτει από την επεξεργασία των ισολογισμών που δημοσιεύουν οι ανώνυμες εταιρείες και οι ΕΠΕ (τα στοιχεία δημοσιεύονται στη βάση δεδομένων της εταιρείας ICAP), το 2016, οι 184 πιο κερδοφόρες εταιρείες που δήλωσαν κέρδη προ φόρων άνω των 5 εκατ. ευρώ εκάστη, κατέβαλαν σε φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων πάνω από ένα δισ. ευρώ. Οι ίδιες εταιρείες το 2015 είχαν πληρώσει 652 εκατ. ευρώ και το 2013 περίπου 561 εκατ. ευρώ. Χρόνο με τον χρόνο επομένως, το μερίδιο των πιο κερδοφόρων επιχειρήσεων στον συνολικό φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων γίνεται ολοένα και μεγαλύτερο.
Είναι προφανές ότι όταν ένα τόσο μεγάλο ποσό φόρου εξαρτάται από τον μικρό αριθμό επιχειρήσεων και η παραμικρή επιχειρηματική απόφαση μπορεί να επηρεάσει τα δημοσιονομικά δεδομένα. Μια αποεπένδυση, μια μετεγκατάσταση για φορολογικούς λόγους, ακόμη και μια αλλαγή στρατηγικής όσον αφορά τη λογιστική απεικόνιση των κερδών, μπορεί να αποτυπωθεί άμεσα στο πρωτογενές πλεόνασμα της χώρας.
Οι υπόλοιπες 219.000
Και αν 184 εταιρείες πληρώνουν το 25% των συνολικών φορολογικών εσόδων ή αν 914 εταιρείες δίνουν περίπου το 40%, τι κάνουν οι υπόλοιπες 219.000; Τα στατιστικά στοιχεία είναι αποκαλυπτικά:
Περίπου το 70% των νομικών προσώπων που δραστηριοποιούνται στη χώρα είτε είναι ζημιογόνο (σε ποσοστό άνω του 40%) είτε εμφανίζει κέρδη μισθωτού που αμείβεται με τον κατώτατο μισθό. Πάνω από 90.000 νομικά πρόσωπα κάθε μορφής δηλώνουν είτε μηδενικό αποτέλεσμα είτε κέρδη που δεν ξεπερνούν τις 15.000 ευρώ τον χρόνο. Μάλιστα, αυτή η κατάσταση δεν είναι μόνο σημερινή και δεν μπορεί να αποδοθεί μόνο στην οικονομική κρίση και στα μνημόνια της επταετίας. Η «συνήθεια» είναι παλιά. Η αναλυτική στατιστική του υπουργείου Οικονομικών για τον φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων που αφορά το οικονομικό έτος 2011 (δηλαδή αποτυπώνει τα κέρδη και τους φόρους του 2010) δείχνει ότι:
1. Σε σύνολο 221.038 νομικών προσώπων, 33,04% ήταν ζημιογόνες εταιρείες οι οποίες όχι μόνο δεν πλήρωσαν αλλά αξίωσαν και επιστροφή φόρου.
2. Πάνω από 38.000 εταιρείες υπέβαλαν μηδενικές δηλώσεις.
3. 83.610 εταιρείες δήλωσαν κέρδη κάτω των 45.000 ευρώ τον χρόνο.
4. Κέρδη άνω των 150.000 ευρώ τον χρόνο εμφάνισαν 7.809 επιχειρήσεις. Είναι απίστευτο και όμως ελληνικό το γεγονός ότι στην Ελλάδα υπάρχουν περισσότερα φυσικά πρόσωπα που δηλώνουν ετήσια καθαρά εισοδήματα άνω των 150.000 ευρώ από ό,τι επιχειρήσεις. Με βάση τις δηλώσεις του 2016, τα φυσικά πρόσωπα που δηλώνουν πάνω από 150.000 ευρώ είναι 8.192, δηλαδή περισσότερα συγκριτικά με τα νομικά πρόσωπα.
Η υπερσυγκέντρωση βαρών δεν εντοπίζεται μόνο στους φόρους αλλά και στις ασφαλιστικές εισφορές. Σύμφωνα με τα στοιχεία του συστήματος «ΕΡΓΑΝΗ», στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται μόνο 3.249 επιχειρήσεις που απασχολούν από 50 έως 249 εργαζομένους και μόλις 541 εταιρείες με περισσότερα από 250 άτομα προσωπικό. Αυτές οι 3.790 εταιρείες, όμως, απασχολούν πάνω από το 44% του συνολικού αριθμού των ιδιωτικών υπαλλήλων της χώρας.
Κάθε χρόνο και λιγότεροι οι «πλούσιοι»
Η ειλικρίνεια κατά τη διαδικασία υποβολής της φορολογικής δήλωσης βλάπτει σοβαρά την... τσέπη. Και επειδή η οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού επηρεάζει έμμεσα ή άμεσα και την υγεία, η ειλικρίνεια γίνεται ολοένα και λιγότερη, τουλάχιστον όσον αφορά την αποτύπωση των εισοδημάτων.
Τρανή απόδειξη η επεξεργασία των φορολογικών δηλώσεων. Οι «πλούσιοι» –δηλαδή τα νοικοκυριά που εμφανίζουν οικογενειακό εισόδημα άνω των 30.000 ευρώ τον χρόνο– μειώθηκαν από 766.482 που ήταν το 2012 στις 513.509 το 2016. Η μείωση των εισοδημάτων και η κρίση ήταν ένας προφανής λόγος. Υπάρχει όμως και ένας δεύτερος: το γεγονός ότι η πολιτεία αποφάσισε να εξαντλήσει το φορολογικό μένος της στους ανθρώπους που δηλώνουν τα υψηλότερα εισοδήματα και κατά τεκμήριο είναι και οι πιο ειλικρινείς.
Από τις περυσινές φορολογικές δηλώσεις προκύπτει ότι οι 513.509 πιο «εύπορες» οικογένειες της χώρας πλήρωσαν το 59% των συνολικών φόρων, παρά το γεγονός ότι μοιράστηκαν μόλις το 33% των συνολικών εισοδημάτων. Και ενώ αυτά τα νοικοκυριά πλήρωσαν τα περισσότερα χρηματοδοτώντας τη λειτουργία του Δημοσίου με περισσότερα από 4,8 δισ. ευρώ, βρέθηκαν και έξω από κάθε παροχή του κράτους λόγω των εισοδηματικών κριτηρίων. Αποκλείσθηκαν από το δικαίωμα να στείλουν τα παιδιά τους στους παιδικούς σταθμούς, δεν πήραν επίδομα τέκνων, μέχρι που κλήθηκαν να πληρώσουν υψηλότερη τιμή ακόμη και για το ηλεκτρικό ρεύμα.
Η ραγδαία μείωση του αριθμού των ατόμων που εξακολουθούν να εμφανίζουν υψηλά εισοδήματα στις δηλώσεις τους αναμένεται να επιταχυνθεί φέτος, αλλά και του χρόνου, καθώς η κυβέρνηση έχει σκληρύνει ακόμη περισσότερο τη στάση της απέναντι σε αυτούς που δηλώνουν τα υψηλότερα εισοδήματα.
Τα πρόσθετα μέτρα που επιβλήθηκαν την τελευταία διετία θα κάνουν πολλούς να... μετανοήσουν πικρά και αυτό διότι:
1. Οι ασφαλιστικές εισφορές έχουν συνδεθεί με το εισόδημα για τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους επιτηδευματίες και πλέον το να δηλώνεις υψηλό εισόδημα συνεπάγεται και άμεσο «κούρεμα», που φτάνει και στο 38%, χωρίς μάλιστα να υπάρχει κάποια ανταποδοτικότητα όσον αφορά το ύψος της σύνταξης.
2. Η φορολογική κλίμακα εξαντλεί την αυστηρότητά της σε όσους δηλώνουν εισοδήματα άνω των 40.000 ευρώ, καθώς από αυτό το ύψος και πάνω η κυβέρνηση αποφάσισε να επιβάλει τον συντελεστή του 45%.
3. Η εισφορά αλληλεγγύης προβλέπει συντελεστές που φτάνουν ακόμη και στο 8-10% για όσους εμφανίζουν πάνω από 30.000 ευρώ τον χρόνο.
Η υπερσυγκέντρωση των φόρων στους ώμους λίγων φυσικών προσώπων γίνεται εμφανής μέσα από τα στοιχεία των φορολογικών δηλώσεων, τα οποία είναι αποκαλυπτικά και δεν επιδέχονται αμφισβητήσεις:
1. Το 2012, εισοδήματα άνω των 30.000 ευρώ εμφάνισαν 766.482 άτομα τα οποία και μοιράστηκαν 37,33 δισ. ευρώ. Πλήρωσαν φόρους 6,937 δισ. ευρώ σε σύνολο 10,471 δισ. ευρώ, δηλαδή κατέβαλαν το 66% του συνολικού φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων.
2. Το 2015, οι φορολογούμενοι με εισόδημα άνω των 30.000 ευρώ είχαν περιοριστεί σε 530.923 άτομα τα οποία και μοιράστηκαν εισόδημα 27,548 δισ. ευρώ. Παρά το γεγονός ότι συγκριτικά με το 2012 χάθηκαν εισοδήματα 10 δισ. ευρώ, οι φορολογούμενοι πλήρωσαν και πάλι φόρους 4,926 δισ. ευρώ, δηλαδή το 58% των συνολικών φόρων της συγκεκριμένης χρονιάς, οι οποίοι ανήλθαν στα 8,423 δισ. ευρώ.
3. Το 2016 καταγράφηκε περαιτέρω μείωση των φορολογουμένων με εισόδημα άνω των 30.000 ευρώ. Περιορίστηκαν σε 513.509 άτομα και μοιράστηκαν εισοδήματα 26,783 δισ. ευρώ. Πλήρωσαν φόρους 4,807 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 59% των εσόδων της συγκεκριμένης χρονιάς.
Το μεγάλο ζητούμενο είναι πλέον πού θα «καθίσει» τώρα αυτός ο αριθμός, μετά τις τελευταίες ανακοινώσεις και τα μέτρα στο πλαίσιο της νέας συμφωνίας.
medispin
Το 40% των συνολικών φορολογικών εσόδων που εισπράττει το ελληνικό Δημόσιο από τον φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων –πάνω από 1,5 δισ. ευρώ– εξαρτάται από το... 0,4% του συνολικού αριθμού των επιχειρήσεων, ούτε καν 1.000 εταιρείες, δηλαδή. Από το 1,6% του συνολικού αριθμού των εργοδοτών εξαρτάται και το 44% των συνολικών ασφαλιστικών εισφορών που εισπράττει το ασφαλιστικό σύστημα για να χρηματοδοτεί τις συντάξεις.
Χρόνο με τον χρόνο, ολοένα και μεγαλύτερο κομμάτι των δημοσίων εσόδων συνδέεται με το επιχειρηματικό μέλλον των λιγοστών μεγάλων επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα. Παρ’ όλα αυτά, η κυβέρνηση επιμένει να εφαρμόζει ένα από τα πιο «αφιλόξενα» συστήματα υπολογισμού φόρων και ασφαλιστικών εισφορών στην Ευρώπη.
Με τον φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων στο 29% –υπερδιπλάσιο σε σύγκριση με αυτό των γειτονικών χωρών–, τον φόρο μερισμάτων στο 15%, την προκαταβολή φόρου στο 100%, το άθροισμα εισφορών εργοδότη και εργαζομένου στο 41% και τη σύνδεση των ασφαλιστικών εισφορών του μετόχου με τα κέρδη της εταιρείας, η «ιδέα» της αναβολής μεγάλων επενδύσεων, της μετεγκατάστασης παραγωγικών μονάδων ή της μεταφοράς φορολογικής έδρας γίνεται ολοένα και πιο ελκυστική.
Εμμένοντας σε αυτή την πολιτική, η κυβέρνηση ουσιαστικά... δαγκώνει το χέρι που καταβάλλει το μεγαλύτερο μέρος των φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών και θέτει σε ολοένα και μεγαλύτερο κίνδυνο την εκτέλεση του κρατικού προϋπολογισμού.
Στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται περίπου 220.000 νομικά πρόσωπα κάθε μορφής: ανώνυμες εταιρείες, ΕΠΕ, ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες, ομόρρυθμες και ετερόρρυθμες εταιρείες. Συνολικά, πλήρωσαν το 2016 3,97 δισ. ευρώ, ποσό αυξημένο κατά 37% συγκριτικά με το 2015, οπότε και καταβλήθηκαν 2,89 δισ. ευρώ. Τα αναλυτικά στοιχεία δείχνουν ότι από τα 3,97 δισ. ευρώ, τουλάχιστον 1,55 δισ. ευρώ καταβλήθηκαν από τις 914 πιο κερδοφόρες εταιρείες της χώρας οι οποίες εμφάνισαν στους ισολογισμούς τους κέρδη άνω του ενός εκατ. ευρώ εκάστη. Δηλαδή, το 40% του συνολικού ποσού που εισπράττει το Δημόσιο από τον φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων, κατανέμεται στο 0,4% του συνολικού αριθμού των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στη χώρα.
Ο βαθμός εξάρτησης των φορολογικών εσόδων του Δημοσίου από μια... χούφτα εταιρείες γίνεται ολοένα και μεγαλύτερος, καθώς ολοένα και περισσότερα βάρη φορτώνονται σε ολοένα και μικρότερο αριθμό εταιρειών. Οπως προκύπτει από την επεξεργασία των ισολογισμών που δημοσιεύουν οι ανώνυμες εταιρείες και οι ΕΠΕ (τα στοιχεία δημοσιεύονται στη βάση δεδομένων της εταιρείας ICAP), το 2016, οι 184 πιο κερδοφόρες εταιρείες που δήλωσαν κέρδη προ φόρων άνω των 5 εκατ. ευρώ εκάστη, κατέβαλαν σε φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων πάνω από ένα δισ. ευρώ. Οι ίδιες εταιρείες το 2015 είχαν πληρώσει 652 εκατ. ευρώ και το 2013 περίπου 561 εκατ. ευρώ. Χρόνο με τον χρόνο επομένως, το μερίδιο των πιο κερδοφόρων επιχειρήσεων στον συνολικό φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων γίνεται ολοένα και μεγαλύτερο.
Είναι προφανές ότι όταν ένα τόσο μεγάλο ποσό φόρου εξαρτάται από τον μικρό αριθμό επιχειρήσεων και η παραμικρή επιχειρηματική απόφαση μπορεί να επηρεάσει τα δημοσιονομικά δεδομένα. Μια αποεπένδυση, μια μετεγκατάσταση για φορολογικούς λόγους, ακόμη και μια αλλαγή στρατηγικής όσον αφορά τη λογιστική απεικόνιση των κερδών, μπορεί να αποτυπωθεί άμεσα στο πρωτογενές πλεόνασμα της χώρας.
Οι υπόλοιπες 219.000
Και αν 184 εταιρείες πληρώνουν το 25% των συνολικών φορολογικών εσόδων ή αν 914 εταιρείες δίνουν περίπου το 40%, τι κάνουν οι υπόλοιπες 219.000; Τα στατιστικά στοιχεία είναι αποκαλυπτικά:
Περίπου το 70% των νομικών προσώπων που δραστηριοποιούνται στη χώρα είτε είναι ζημιογόνο (σε ποσοστό άνω του 40%) είτε εμφανίζει κέρδη μισθωτού που αμείβεται με τον κατώτατο μισθό. Πάνω από 90.000 νομικά πρόσωπα κάθε μορφής δηλώνουν είτε μηδενικό αποτέλεσμα είτε κέρδη που δεν ξεπερνούν τις 15.000 ευρώ τον χρόνο. Μάλιστα, αυτή η κατάσταση δεν είναι μόνο σημερινή και δεν μπορεί να αποδοθεί μόνο στην οικονομική κρίση και στα μνημόνια της επταετίας. Η «συνήθεια» είναι παλιά. Η αναλυτική στατιστική του υπουργείου Οικονομικών για τον φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων που αφορά το οικονομικό έτος 2011 (δηλαδή αποτυπώνει τα κέρδη και τους φόρους του 2010) δείχνει ότι:
1. Σε σύνολο 221.038 νομικών προσώπων, 33,04% ήταν ζημιογόνες εταιρείες οι οποίες όχι μόνο δεν πλήρωσαν αλλά αξίωσαν και επιστροφή φόρου.
2. Πάνω από 38.000 εταιρείες υπέβαλαν μηδενικές δηλώσεις.
3. 83.610 εταιρείες δήλωσαν κέρδη κάτω των 45.000 ευρώ τον χρόνο.
4. Κέρδη άνω των 150.000 ευρώ τον χρόνο εμφάνισαν 7.809 επιχειρήσεις. Είναι απίστευτο και όμως ελληνικό το γεγονός ότι στην Ελλάδα υπάρχουν περισσότερα φυσικά πρόσωπα που δηλώνουν ετήσια καθαρά εισοδήματα άνω των 150.000 ευρώ από ό,τι επιχειρήσεις. Με βάση τις δηλώσεις του 2016, τα φυσικά πρόσωπα που δηλώνουν πάνω από 150.000 ευρώ είναι 8.192, δηλαδή περισσότερα συγκριτικά με τα νομικά πρόσωπα.
Η υπερσυγκέντρωση βαρών δεν εντοπίζεται μόνο στους φόρους αλλά και στις ασφαλιστικές εισφορές. Σύμφωνα με τα στοιχεία του συστήματος «ΕΡΓΑΝΗ», στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται μόνο 3.249 επιχειρήσεις που απασχολούν από 50 έως 249 εργαζομένους και μόλις 541 εταιρείες με περισσότερα από 250 άτομα προσωπικό. Αυτές οι 3.790 εταιρείες, όμως, απασχολούν πάνω από το 44% του συνολικού αριθμού των ιδιωτικών υπαλλήλων της χώρας.
Κάθε χρόνο και λιγότεροι οι «πλούσιοι»
Η ειλικρίνεια κατά τη διαδικασία υποβολής της φορολογικής δήλωσης βλάπτει σοβαρά την... τσέπη. Και επειδή η οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού επηρεάζει έμμεσα ή άμεσα και την υγεία, η ειλικρίνεια γίνεται ολοένα και λιγότερη, τουλάχιστον όσον αφορά την αποτύπωση των εισοδημάτων.
Τρανή απόδειξη η επεξεργασία των φορολογικών δηλώσεων. Οι «πλούσιοι» –δηλαδή τα νοικοκυριά που εμφανίζουν οικογενειακό εισόδημα άνω των 30.000 ευρώ τον χρόνο– μειώθηκαν από 766.482 που ήταν το 2012 στις 513.509 το 2016. Η μείωση των εισοδημάτων και η κρίση ήταν ένας προφανής λόγος. Υπάρχει όμως και ένας δεύτερος: το γεγονός ότι η πολιτεία αποφάσισε να εξαντλήσει το φορολογικό μένος της στους ανθρώπους που δηλώνουν τα υψηλότερα εισοδήματα και κατά τεκμήριο είναι και οι πιο ειλικρινείς.
Από τις περυσινές φορολογικές δηλώσεις προκύπτει ότι οι 513.509 πιο «εύπορες» οικογένειες της χώρας πλήρωσαν το 59% των συνολικών φόρων, παρά το γεγονός ότι μοιράστηκαν μόλις το 33% των συνολικών εισοδημάτων. Και ενώ αυτά τα νοικοκυριά πλήρωσαν τα περισσότερα χρηματοδοτώντας τη λειτουργία του Δημοσίου με περισσότερα από 4,8 δισ. ευρώ, βρέθηκαν και έξω από κάθε παροχή του κράτους λόγω των εισοδηματικών κριτηρίων. Αποκλείσθηκαν από το δικαίωμα να στείλουν τα παιδιά τους στους παιδικούς σταθμούς, δεν πήραν επίδομα τέκνων, μέχρι που κλήθηκαν να πληρώσουν υψηλότερη τιμή ακόμη και για το ηλεκτρικό ρεύμα.
Η ραγδαία μείωση του αριθμού των ατόμων που εξακολουθούν να εμφανίζουν υψηλά εισοδήματα στις δηλώσεις τους αναμένεται να επιταχυνθεί φέτος, αλλά και του χρόνου, καθώς η κυβέρνηση έχει σκληρύνει ακόμη περισσότερο τη στάση της απέναντι σε αυτούς που δηλώνουν τα υψηλότερα εισοδήματα.
Τα πρόσθετα μέτρα που επιβλήθηκαν την τελευταία διετία θα κάνουν πολλούς να... μετανοήσουν πικρά και αυτό διότι:
1. Οι ασφαλιστικές εισφορές έχουν συνδεθεί με το εισόδημα για τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους επιτηδευματίες και πλέον το να δηλώνεις υψηλό εισόδημα συνεπάγεται και άμεσο «κούρεμα», που φτάνει και στο 38%, χωρίς μάλιστα να υπάρχει κάποια ανταποδοτικότητα όσον αφορά το ύψος της σύνταξης.
2. Η φορολογική κλίμακα εξαντλεί την αυστηρότητά της σε όσους δηλώνουν εισοδήματα άνω των 40.000 ευρώ, καθώς από αυτό το ύψος και πάνω η κυβέρνηση αποφάσισε να επιβάλει τον συντελεστή του 45%.
3. Η εισφορά αλληλεγγύης προβλέπει συντελεστές που φτάνουν ακόμη και στο 8-10% για όσους εμφανίζουν πάνω από 30.000 ευρώ τον χρόνο.
Η υπερσυγκέντρωση των φόρων στους ώμους λίγων φυσικών προσώπων γίνεται εμφανής μέσα από τα στοιχεία των φορολογικών δηλώσεων, τα οποία είναι αποκαλυπτικά και δεν επιδέχονται αμφισβητήσεις:
1. Το 2012, εισοδήματα άνω των 30.000 ευρώ εμφάνισαν 766.482 άτομα τα οποία και μοιράστηκαν 37,33 δισ. ευρώ. Πλήρωσαν φόρους 6,937 δισ. ευρώ σε σύνολο 10,471 δισ. ευρώ, δηλαδή κατέβαλαν το 66% του συνολικού φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων.
2. Το 2015, οι φορολογούμενοι με εισόδημα άνω των 30.000 ευρώ είχαν περιοριστεί σε 530.923 άτομα τα οποία και μοιράστηκαν εισόδημα 27,548 δισ. ευρώ. Παρά το γεγονός ότι συγκριτικά με το 2012 χάθηκαν εισοδήματα 10 δισ. ευρώ, οι φορολογούμενοι πλήρωσαν και πάλι φόρους 4,926 δισ. ευρώ, δηλαδή το 58% των συνολικών φόρων της συγκεκριμένης χρονιάς, οι οποίοι ανήλθαν στα 8,423 δισ. ευρώ.
3. Το 2016 καταγράφηκε περαιτέρω μείωση των φορολογουμένων με εισόδημα άνω των 30.000 ευρώ. Περιορίστηκαν σε 513.509 άτομα και μοιράστηκαν εισοδήματα 26,783 δισ. ευρώ. Πλήρωσαν φόρους 4,807 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 59% των εσόδων της συγκεκριμένης χρονιάς.
Το μεγάλο ζητούμενο είναι πλέον πού θα «καθίσει» τώρα αυτός ο αριθμός, μετά τις τελευταίες ανακοινώσεις και τα μέτρα στο πλαίσιο της νέας συμφωνίας.
medispin
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Κρήτη: Ανήλικη κατηγορεί οδηγό ταξί για παρενόχληση
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Οι AMD Ryzen στα notebooks φέτος..
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ