Το μαστίγιο της τιμωρίας για το ασυλλόγιστο χρέος αντικατέστησε το καρότο της παροχής εύκολου και φθηνού χρήματος που προορίζονταν για την ανάπτυξη (επιχειρήσεις) ή την ευημερία (νοικοκυριά). Παρότι οι τράπεζες εδώ και μήνες στην Ελλάδα δεν δανείζουν ούτε στη μάνα τους, παραμένουν νωπές οι μνήμες από τις εποχές (λίγους μήνες πριν δηλαδή) όπου ένα ενορχηστρωμένο τραπεζικό σύστημα, από τους κεντρικούς τραπεζίτες μέχρι τον τελευταίο υπάλληλο τραπέζης, υπόσχονταν επίγειους παραδείσους στα νοικοκυριά και τη γη της Ευαγγελίας (ανάπτυξη) στις επιχειρήσεις μέσω των δανείων. Αυτό που παρείχαν φυσικά δεν ήταν ανάπτυξη αλλά μεγέθυνση και μάλιστα με ανύπαρκτο χρήμα, με αέρα κοπανιστό. Τι μας θυμίζει αυτό; Τι είναι αυτό που γεμίζει με αέρα και μεγαλώνει όσο το φυσάς; Σωστά το μαντέψατε, η φούσκα.
Τα περιβόητα κέρδηΠολύ είναι το μελάνι που χύθηκε για τα υπερκέρδη που αποκόμισαν ελληνικές και ξένες τράπεζες από όλο αυτό το πάρτι ενώ λίγος λόγος γίνεται για το πως αποκτήθηκαν όλα αυτά τα κέρδη.
Μήπως όντως οι τράπεζες λειτούργησαν με επιτυχημένο επιχειρηματικό τρόπο; Μήπως πράγματι εμπνεύστηκαν επιτυχημένα χρηματοπιστωτικά προϊόντα σε ένα περιβάλλον ελεύθερης αγοράς, και το πρόβλημα το έχουν μόνο τα κράτη και οι πολίτες που δεν υπολόγισαν καλά τις δυνάμεις τους και βρίσκονται σήμερα εγκλωβισμένοι μέσα στα δίχτυα δυσθεώρητων χρεών;
Η απάντηση είναι ένα καταφανέστατο «όχι»
Οι μεγαλύτερες Ευρωπαϊκές τράπεζες (δεν θα αναφερθούμε καν στις Ελληνικές), αν κάποιος αποκωδικοποιήσει τους περίτεχνους και δυσνόητους οικονομικούς όρους, βρίσκονται σε καθεστώς άγριας χρεωκοπίας την οποία καλούνται να πληρώσουν και πάλι οι Ευρωπαίοι πολίτες. Όπως το αφεντικό που τρελάθηκε και πούλαγε τσάμπα με τη βεβαιότητα ότι αν πτωχεύσει θα τον χρηματοδοτήσουν εκ νέου οι ίδιοι οι πελάτες του. Και γαμώ τις μπίζνες.
Πως δημιουργήθηκαν λοιπόν αυτά τα περιβόητα κέρδη;
Η απάντηση βρίσκεται διεσπαρμένη σε πολλές ψηφίδες ενός παράλογου ψηφιδωτού, όμως εδώ θα ασχοληθούμε μόνο με το στοιχείο που αποτελεί τη βάση στην οποία στήθηκε όλο αυτό το παπατζιλίκι. Στη λέξη «μόχλευση». Μια λέξη που όσες φορές την ακούμε προσπερνούμε νομίζοντας ότι πρόκειται για εξειδικευμένο οικονομικό ή τραπεζικό όρο.
Είναι όμως έτσι; Τι κρύβει μέσα της αυτή η περίφημη λέξη που δεν μπορούμε να καταλάβουμε; Τίποτε περισσότερο από αυτό που όλοι γνωρίζουμε και που η Ευρωπαϊκή Ένωση, η «μαντάμ Μέρκελ», οι Ευρωπαίοι και εγχώριοι Σαρκοζί (ιματασιόν ή μη) αναμασούν σαν τσίχλα που φτύνουν στο πρόσωπο των ανυποψίαστων Ευρωπαίων πολιτών και ιδιαίτερα των Ελλήνων ως το προπατορικό αμάρτημα που καλούνται σήμερα να πληρώσουν και μάλιστα με τόκο, βάσανα και αίμα.
Τη λέξη «χρέος».
Τι είναι η «μόχλευση»;
Η μόχλευση δεν είναι τίποτε άλλο από το χρέος των τραπεζών προς τους επενδυτές. Η μόνη διαφορά από το χρέος που έρχεται σαν ραβασάκι στους λογαριασμούς πιστωτικών καρτών, δανείων, φόρων κ.λπ. σε επιχειρηματίες και ιδιώτες είναι η λέξη «λόγος». Το χρέος δηλαδή είναι το ποσό ενώ η μόχλευση είναι ο λόγος, η σχέση, το ποσοστό αυτού του ποσού σε σχέση με τα κεφάλαια που κάποιος διαθέτει.
Που είναι το κακό;Μέχρι εδώ πουθενά. Αν ένας ιδιώτης χρωστάει για παράδειγμα 10.000 ευρώ και τα περιουσιακά του στοιχεία (που μπορούν να ρευστοποιηθούν) μπορούν να υπολογιστούν, για παράδειγμα, στις 100.000 ευρώ τότε η «μόχλευση» που ο ίδιος έχει κάνει στα κεφάλαιά του είναι 10%. Η «μόχλευση» που έχει ο ιδιώτης παίρνει την τιμή 0.1. Είδατε που κάνουν και οι ιδιώτες «μόχλευση»; Ιδιότυπη βέβαια που δεν αναφέρεται σε οικονομικά βιβλία γιατί η μόχλευση αφορά σε επιχειρήσεις και τράπεζες, προϋποθέτει τη δημιουργία επενδύσεων, τονώνει την οικονομία μπλα μπλα μπλα μπλα. Οκ. Το παίρνω πίσω. Πάμε στις επιχειρήσεις.
Αν μία επιχείρηση διαθέτει περιουσιακά στοιχειά (ίδια κεφάλαια, μετοχές κ.λπ.) αξίας 1.000.000 ευρώ και ταυτόχρονα έχει ένα συνολικό «άνοιγμα» στην αγορά, είτε με μορφή δανεισμού, χρέους σε πιστωτές ή προνομιακών μετοχών τότε η μόχλευση που έχει κάνει είναι 100%. Δηλαδή έχει μόχλευση με τιμή 1.
Πολύ είναι; Θα δούμε…
Τι μόχλευση έχουν οι τράπεζες σήμερα;
Τι 30, τι 40, τι 50.
Ποιος θα μπορούσε αλήθεια να το φανταστεί ότι η παλιά ταινία με τον Λάμπρο Κωνσταντάρα θα περιέγραφε με τόση ακρίβεια το μέγεθος της μόχλευσης που έχουν σήμερα οι μεγαλύτερες Ευρωπαϊκές Τράπεζες. Και προσέξτε, δεν μιλούμε για ποσοστό αλλά για τιμή. Η μόχλευση που έχουν κάνει οι τράπεζες αγγίζει την ηλικία του ώριμου Κωνσταντάρα κουβαλώντας μάλιστα παρόμοια ψυχολογία. Την ψυχολογία της άρνησης. «Τι 30, τι 40, τι 50, όση μόχλευση κι αν έχουμε τονώνουμε την οικονομία» ισχυρίζονται οι τραπεζίτες.
Το ξαναλέμε. Οι τράπεζες δεν έχουν μόχλευση 30%, 40% ή 50% αλλά 30, 40, 50, με λίγα λόγια έχουν «ανοιχτά» στην αγορά χρέη της τάξης του 3000%, 4000% και 5000% σε σχέση με τα δικά τους περιουσιακά στοιχειά.
Η Deutsche BankΤι γίνεται λοιπόν με την Γερμανική Deutsche Bank, το καμάρι της «Μαντάμ Μέρκελ» και των αυστηρών συντρόφων της;
Η Deutsche Bank στο τέλος του 2011, σύμφωνα με το Bloomberg, είχε μόχλευση με τιμή 44(!), τη δεύτερη μεγαλύτερη ανάμεσα στις μεγαλύτερες Ευρωπαϊκές τράπεζες μετά τη Γαλλική Credit Agricole SA η οποία έχει 46. Δηλαδή 4400% και 4600% περισσότερα χρέη από περιουσιακά στοιχεία. Από τα συνεταιράκια μας που βγάζουν σπυράκια μόνο που ακούν τη λέξη «χρέος».
Αυτό ήδη έχει ενισχύσει τις φωνές που ζητούν «συμμάζεμα», και στις δύο όχθες του Ατλαντικού, με τις φωνές αυτές να γίνονται κραυγές απόγνωσης όταν κάποιοι συνυπολογίζουν την ύφεση στην οποία έχει μπει η Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και τις επιπτώσεις από μία ενδεχόμενη έξοδο της Ελλάδας από το Ευρώ. Ο φόβος για μία κατάρρευση της κραταιής τραπεζικής υπερδύναμης είναι ορατός ακόμη και αν μέχρι σήμερα δεν έχει επηρεάσει σημαντικά τους επενδυτές, οι οποίοι συνεχίζουν να ανεβάζουν τα μεγέθη της προσθέτοντας επενδύσεις. Όλοι ξέρουν όμως ότι ένα μικρό ατύχημα θα μπορούσε να οδηγήσει σε μία εκκωφαντική κατάρρευση του Γερμανικού κολοσσού και να συμπαρασύρει ολόκληρη την παγκόσμια οικονομία.
Οι πολιτικοί τι κάνουν; Ότι κάνουν πάντα. Παρακολουθούν, περιμένουν και τα βάζουν με τους αδύνατους. Φταίει ο γάιδαρος, βαράω το σαμάρι. Και αναφέρομαι μόνο σε αυτούς που καταλαβαίνουν γιατί υπάρχει και ένα σημαντικό ποσοστό πολιτικών που απλώς δεν Δεν παίρνουν μυρωδιά αν δεν καεί ολόκληρο το σπίτι τους μαζί με την καρέκλα που κάθονται και δεν φωνάξουν οι γείτονες «φωτιά!».
Πιστέψτε το, δεν είναι όλοι οι πολιτικοί διεφθαρμένοι. Μερικοί είναι απλώς άσχετοι.
Πως θα σκάσει αυτή η βόμβα;Για να καταλάβουμε πως θα μπορούσε να σκάσει αυτή η βόμβα θα πρέπει να πούμε δυο λόγια ακόμα για τη μόχλευση. Κάντε λίγο υπομονή και συνεχίστε. Αξίζει τον κόπο. Το σενάριο γίνεται βουκολικό.
Οι κότες
Ας υποθέσουμε λοιπόν ότι διαθέτω μία κότα που κάνει κάθε μέρα ένα αυγό. Την κότα την αγόρασα 2 ευρώ και μού κοστίζει 98 ευρώ τον χρόνο (για τροφές, νερό, εφορία κ.λπ). Ταυτόχρονα πουλάω κάθε μέρα το αυγό της και κερδίζω 40 λεπτά. Αν βρίσκεται την τιμή ακριβή, η κότα είναι αλανιάρα, την ταΐζω με βιολογικές τροφές και εν πάση περιπτώσει είμαι καπιταλιστής και με ενδιαφέρει μόνο το κέρδος.
Τι έχουμε λοιπόν; Κάθε χρόνο ξοδεύω 100 και κερδίζω 0.40Χ365=146 ευρώ, πες 150 (ξυπνάει μέσα μου ο Ζήκος). Άρα το πραγματικό μου κέρδος είναι 50 ευρώ χωρίς να υπολογίσω το κόστος απόσβεσης της «εγκατάστασης», γιατί τι ψυχή έχει λίγο σύρμα που ξόδεψα και οι 2 μέρες που έφαγα για να φτιάξω το κοτέτσι;
Ως εδώ καλά. Επειδή όμως όπως είπαμε είμαι καπιταλιστής, θέλω να βάλω κι άλλη κότα. Ζητάω λοιπόν δανεικά 100 ευρώ, δίνω τα 2 για να αγοράσω μία δεύτερη κότα, κρατάω τα υπόλοιπα για τα έξοδά της μέσα στο χρόνο και υπόσχομαι στον «επενδυτή» μου ότι κάθε χρόνο θα του δίνω 20 ευρώ άκοπα και αβασάνιστα. Τον συμφέρει (κέρδος 20% ετησίως), με συμφέρει (κέρδος 2 κότες Χ 50 ευρώ – 20 ευρώ του «επενδυτή» = 80 ευρώ για την πάρτη μου, κάθε χρόνο, από εκεί που έβγαζα 50. Όλα καλά; Όλα καλά.
Και αφού το έκανα με έναν γιατί να μην το κάνω με 400; Πιάνω λοιπόν και τους 400 συγχωριανούς μου και τους ζητάω δανεικά («επενδυτικά κεφάλαια») με το ίδιο κέρδος γι’ αυτούς και με την αυτονόητη προϋπόθεση ότι όποτε το θελήσουν μπορούν να ζητήσουν τα λεφτά τους πίσω. Μαζεύω λοιπόν 40.000 ευρώ, μεγαλώνω το κοτέτσι, αγοράζω και τη διπλανή αυλή, βάζω ταΐστρες, κολλάω και αφίσες στην πλατεία του χωριού για βιολογικά αυγά από αλανιάρες κότες με την επωνυμία «Το Χρυσό Αυγό» και στο τέλος του χρόνου μετράω τα κέρδη μου.
Έχουμε λοιπόν και λέμε. 400 κότες Χ 50 ευρώ κέρδος η κάθε μία = 20.000 ευρώ). Αφαιρούμε το κέρδος των επενδυτών (400 επενδυτές Χ 20 ευρώ = 8000 ευρώ), και μου μένουν καθαρά στην τσέπη 12000 ευρώ ενώ διαθέτω πλέον ιδιόκτητες εγκαταστάσεις, στόλο κοτών και brand name από τις αφίσες. Πολλά λεφτά, ανοίγω τράπεζα.
Το ξανασκέφτομαι και αντί να ανοίξω τράπεζα, βάζω 100 ευρώ στην άκρη γιατί άνθρωποι είμαστε, κάτι μπορεί να συμβεί, προσλαμβάνω και τον Γιάννη Χρυσό, ένα 18χρονο golden boy που αναλαμβάνει εξ ολοκλήρου τη δουλειά (μπορεί να μου κοστίζει κάτι παραπάνω αλλά δεν βάζω τα χέρια μου στα σκατά της κότας), παίρνω κι αμάξι και κάθε χρόνο βγάζω 10 χιλιάρικα (δίνω και 2000 στον Γιαννάκη), ζω σαν κροίσος για χρόνια και κάααθομαι.
Μέχρι που συμβαίνει το μοιραίο…
Στην πλατεία του χωριού κάποιος φωνάζει «αλεπού!». Κανένας δεν την βλέπει οπότε το πράγμα δεν παίρνει μεγάλες διαστάσεις.
Την επόμενη μέρα όμως έρχεται η κυρα-Παναγιώτα με τον άντρα και τη συννυφάδα της και μου ζητάνε τα λεφτά τους πίσω, γιατί είναι νοικοκυραίοι άνθρωποι και δεν θέλουν κανένα ρίσκο.
Τι κάνω τότε;
Μου χρειάζονται 300 ευρώ και έχω μόνο 100 (αυτά που είχα αφήσει στην άκρη). Ο Γιαννάκης με συμβουλεύει τότε να πουλήσω 100 κότες για να ξοφλήσω την κυρα-Παναγιώτα. Έτσι και κάνω. 100 κότες Χ 2 ευρώ = 200 ευρώ + 100 ευρώ η καβάντζα, την ξεχρεώνω την κυρα-Παναγιώτα.
Την επόμενη μέρα όμως αυτοί που έμαθαν ότι η κυρα-Παναγιώτα πήρε τα λεφτά της πίσω κι ότι εγώ άρχισα να πουλάω τις κότες, έρχονται να ζητήσουν κι αυτοί τα λεφτά τους πίσω γιατί αρχίζουν να φοβούνται. Αρκούν μόνο 6 άτομα ώστε εγώ να πτωχεύσω.
Πως; Γιατί;
Γιατί για να τους ξεπληρώσω πρέπει να πουλήσω όλες τις κότες. Έχω πλέον 300 κότες Χ 2 ευρώ η κάθε μία=600 ευρώ και μου ζητούν 6 «επενδυτές» από 100 ευρώ = 600 ευρώ. The party is over και για εμένα, άι πουτ δε κοτς ντάουν, κι όλα αυτά ενώ έχασα συνολικά μόνο 9 από τους 400 επενδυτές που είχα. Και τα υπόλοιπα λεφτά; Τα κέρδη που είχα στα χέρια μου;
α) Το κέρδος υπάρχει όσο υπάρχουν κότες. Νό κότες, νο πάρτι
β) Μπίζνες ιζ μπίζνες και κέρδη ιζ κέρδη. Τα κέρδη ανήκουν σ’ εμένα, ενώ τα λεφτά των επενδυτών τα έφαγε το λεγόμενο επιχειρηματικό ρίσκο. Α! Κι ο Γιαννάκης το κωλόπαιδο που ήταν ακριβός.
Ας δούμε τώρα τι μόχλευση είχα .
Τα κεφάλαιά μου ήταν οι κότες (400 κότες Χ 2 ευρώ = 800 ευρώ) και το κατοστάρικο που έβαλα στην άκρη. Σύνολο 900 ευρώ. Τα λεφτά που χρωστούσα ήταν 40000 ευρώ. Άρα είχα μόχλευση 40000/900=44%, ακριβώς την ίδια με την Deutsche Bank…
Θα μου πείτε… «γιατί δεν κράταγες στην άκρη λίγα περισσότερα»;
«Ρωτήστε τους Γερμανούς» θα σας απαντήσω που κάνουν ακριβώς το ίδιο πράγμα.
Εγώ το κανόνι μου το βάρεσα. Ακούστε τι έχουν να σας πουν τώρα κι αυτοί.
Πηγή
kostasxan.blogspot.com