2017-11-10 23:33:16
π. Συμεών Κραγιόπουλος (†)
Στην αποστολική περικοπή που ακούσαμε, και η οποία είναι από την προς Εφεσίους επιστολή του αποστόλου Παύλου, περιέχονται και αυτά τα λόγια: «Έγειρε ο καθεύδων και ανάστα εκ των νεκρών, και επιφαύσει
σοι ο Χριστός» (Εφ. 5:8-19). Ξύπνα συ που κοιμάσαι και σήκω επάνω από τους νεκρούς, και ο Χριστός θα σε φωτίσει. Είναι λόγια που απευθύνονται σε κάθε άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο αυτό.
Είναι λόγια τα οποία, θα λέγαμε, τ’ άκουσε και τα πρόσεξε και ο μεγάλος άγιος, που γιορτάζει σήμερα η Εκκλησία μας, ο οποίος και ανταποκρίθηκε. Ο άγιος Νεκτάριος. Τον άγιο αυτό τον καταλαβαίνουμε καλύτερα, γιατί είναι πολύ κοντά στις ημέρες μας. Μόλις το 1920 εκοιμήθη. Και θα έλεγε κανείς ότι έζησε σ’ αυτόν τον κόσμο περίπου μέσα στις ίδιες συνθήκες και καταστάσεις που ζούμε κι εμείς. Και, επαναλαμβάνω, γι’ αυτό τον καταλαβαίνουμε καλύτερα. Και μπορούμε να καταλάβουμε τον άγιο έτσι που κι εμείς να τον μιμηθούμε και ως προς το σημείο αυτό και ως προς το θέμα αυτό.
Ο άγιος Νεκτάριος ήταν κι αυτός ένας άνθρωπος όπως κι εμείς. Έζησε μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο που ζούμε κι εμείς, μέσα στις ίδιες καταστάσεις και συνθήκες. Και θα μπορούσε να πάρει έναν δρόμο –τον ένα ή τον άλλο– που παίρνουν οι πολλοί άνθρωποι και να διαπρέψει σ’ αυτόν τον κόσμο, καθώς είχε και φυσικές καταβολές και δεν ήταν τυχαία ψυχή και τυχαίος νους. Θα μπορούσε, θα έλεγε κανείς, ο άγιος Νεκτάριος να μείνει, όπως οι πολλοί, στον ύπνο αυτής της ζωής, στο σκοτάδι αυτής της ζωής, στη νέκρα αυτής της ζωής και απλώς να επιδιώκει τα αγαθά της ζωής αυτής και απλώς να επιδιώκει να αναδειχθεί στη ζωή αυτή. Και έτσι να περάσει η ζωή του μέσα στον ύπνο αυτό, μέσα στη νέκρα αυτή, όπως το παθαίνουν πολλοί άνθρωποι, και έτσι να φύγει απ’ αυτό τον κόσμο.
Όμως ο άγιος Νεκτάριος άκουσε τη φωνή του Κυρίου και ανταποκρίθηκε. Αν θέλετε, άκουσε αυτά τα λόγια του αποστόλου Παύλου –μπορεί να μην ήταν αυτά τα ίδια λόγια, αλλά αυτό είναι το μήνυμα του Ευαγγελίου– «Έγειρε ο καθεύδων και ανάστα εκ των νεκρών, και επιφαύσει σοι ο Χριστός». Ξύπνησε συ που κοιμάσαι, σήκω από τους νεκρούς, βγες από την κατάσταση των νεκρών, «και επιφαύσει σοι ο Χριστός». Τα άκουσε αυτά και ανταποκρίθηκε σ’ όλη του τη ζωή. Δεν το έκανε απλώς τις πρώτες ημέρες, τον πρώτο καιρό, τους πρώτους μήνες, αν θέλετε, τα πρώτα χρόνια, αλλά σ’ όλη του τη ζωή άκουγε συνεχώς τη φωνή του Αγίου Πνεύματος και σ’ όλη του τη ζωή ανταποκρινόταν σ’ αυτή τη φωνή και γι’ αυτό έγινε άγιος.
Έζησε βέβαια, όπως ζει ένας κοινός άνθρωπος. Όπως ξέρετε, γεννήθηκε στη Σηλυβρία, κοντά στην Κωνσταντινούπολη. Μικρός ακόμη πήγε στην Πόλη και από κει βρέθηκε στη Χίο, όπου έγινε μοναχός και διάκονος. Από κει βρέθηκε στην Αθήνα για σπουδές και μετά στην Αλεξάνδρεια. Ξαναπήγε στην Αθήνα για σπουδές, όπου τελείωσε τη Θεολογική Σχολή και επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια, όπου και έγινε Μητροπολίτης Πενταπόλεως. Αλλά, όσο κι αν μας φαίνεται παράδοξο, ένας άγιος άνθρωπος καθόλου δεν είναι καλά ανάμεσα στους άλλους.
Όλοι οι άνθρωποι θέλουμε να βρούμε κάποιον καλό, ει δυνατόν να βρούμε κάποιον άγιο, και γι’ αυτό όλοι παραπονούμαστε και κατηγορούμε: αυτός είναι έτσι, εκείνος είναι αλλιώς, αυτός δεν κάνει, ο άλλος δεν είναι όπως τον θέλουμε. Παραδόξως όμως δεν υπάρχει κανείς άγιος, από τότε που υπάρχει η Εκκλησία μέχρι σήμερα, που να είχε ανάπαυση ανάμεσα όχι απλώς στους ανθρώπους αλλά ανάμεσα στους χριστιανούς.
Όλοι είμαστε χριστιανοί, όλοι προσπαθούμε να είμαστε χριστιανοί, θέλουμε να είμαστε χριστιανοί, αλλά ως ένα σημείο, για να βολευόμαστε. Η παρουσία όμως του αγίου ποτέ-ποτέ δεν μας αφήνει να είμαστε βολεμένοι. Η παρουσία του αγίου συνεχώς είναι ένας έλεγχος, πέρα από τα άλλα καλά που έχει. Οι άνθρωποι ευχαρίστως να γίνουν χριστιανοί ως ένα σημείο, για να βολευτούν. Αλλά να έχουν τον έλεγχο αυτό –ο έλεγχος αυτός σημαίνει θάνατο του παλαιού ανθρώπου– και να προχωρήσει κανείς έτσι στην αγιότητα, αυτό δεν το σηκώνουν οι χριστιανοί και θα κάνουν το παν, για να βγάλουν από τη μέση τον άγιο.
Έτσι έγινε και με τον άγιο Νεκτάριο. Τον ανάγκασαν να φύγει από το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, από την Αίγυπτο, και να έλθει πάλι στην Ελλάδα. Και εδώ δεν είχε ησυχία και εδώ δεν είχε ανάπαυση. Ένα διάστημα, μόνο μερικά χρόνια, στη Ριζάρειο Σχολή βρήκε μια κάποια ανάπαυση. Τελικά ίδρυσε στην Αίγινα μοναστήρι για μοναχές, που υπάρχει μέχρι σήμερα, κι εκεί αποσύρθηκε. Και θα έλεγε κανείς, εκεί συμπλήρωσε την αγιότητα. Ή, καθώς αυτός ανταποκρινόταν στην κλήση του Θεού, η Χάρις του Θεού τον έκανε τέλειο, τον έκανε άγιο. Εκοιμήθη στην Αθήνα, στο Αρεταίειο Νοσοκομείο, και ετάφη στην Αίγινα. Από τις πρώτες στιγμές μετά την κοίμησή του φάνηκε η μεγάλη αγιότητά του, καθώς αμέσως άρχισε να κάνει θαύματα.
Παρέλειψα να πω ότι και στην Αίγινα, ενόσω ήταν, είχε φοβερές δυσκολίες. Ακόμη, όπως ξέρετε, κατηγορήθηκε και συκοφαντήθηκε. Ένας εισαγγελέας πήγε εκεί πολύ θυμωμένος, εκ των προτέρων αποφασισμένος να καταδικάσει τον άγιο και καθόλου δεν αντιλήφθηκε ότι έχει μπροστά του έναν άγιο. Αλλά όλα αυτά τα επιτρέπει ο Θεός, αφ’ ενός για να φανεί τι είναι οι άνθρωποι, και όταν ακόμη είναι χριστιανοί, που δεν ανέχονται όμως έναν άγιο, και αφ’ ετέρου για να τελειωθεί ο άγιος.
Εκοιμήθη ο άγιος και αμέσως, από τις πρώτες στιγμές, όπως είπαμε, άρχισε να θαυματουργεί. Και απ’ αυτής της απόψεως επίσης είναι κοντά μας ο άγιος, καθώς έχει μια ειδική Χάρι από τον Θεό. Είναι ο άγιος των ημερών μας. Και όλοι μπορούμε να τον καταλάβουμε, όλοι μπορούμε να τον πλησιάσουμε. Είναι ο άγιος δια του οποίου ο Θεός –θα τολμούσαμε να πούμε– έτσι επίτηδες κάνει πάρα πολλά θαύματα. Πάρα πολλά. Θα έλεγε κανείς, σαν ο Θεός να ξέχασε απ’ αυτής της πλευράς τους αγίους των παλαιοτέρων εποχών και τη Χάρι αυτή των θαυμάτων την έδωσε και τη δίνει στον άγιο Νεκτάριο, γιατί εμείς, οι χριστιανοί που ζούμε σ’ αυτές τις ημέρες, τις πονηρές ημέρες, τις πάρα πολύ άσχημες ημέρες, έχουμε ανάγκη από τέτοιους αγίους. Θαυματουργεί συνεχώς ο άγιος, για να βοηθηθούμε εμείς και για να πιστεύσουμε ότι και σήμερα γίνονται άγιοι, και σήμερα ο Θεός θαυματουργεί δια σημερινών αγίων, και σήμερα ο Θεός ποιεί τέρατα και σημεία δια των αγίων.
* * *
Ας επανέλθω όμως, αδελφοί μου, για λίγο στα λόγια του αποστόλου Παύλου: «Έγειρε ο καθεύδων και ανάστα εκ των νεκρών και επιφαύσει σοι ο Χριστός». Στα λόγια αυτά, όπως είπαμε, ανταποκρίθηκε ο άγιος Νεκτάριος από την πρώτη στιγμή μέχρι τέλους. Και αυτό είναι το σημείο στο οποίο καλούμαστε να μιμηθούμε έστω λίγο τον άγιο, αν θέλουμε σήμερα να τον τιμήσουμε σωστά και να έχουμε πράγματι τη Χάρι του και τη βοήθειά του.
Δηλαδή εκείνο το οποίο χρειάζεται να γνωρίζει ο κάθε χριστιανός είναι ότι από τη δική μας πλευρά πρέπει να γίνουν ορισμένα πράγματα. Αυτό το βλέπουμε σ’ όλους τους αγίους και στον άγιο Νεκτάριο. Όσο κι αν η Χάρις του Θεού είναι Χάρις, δηλαδή Δωρεά, όσο κι αν ο Θεός είναι εύσπλαχνος, πανάγαθος, και συγκαταβαίνει και αναζητεί τον καθένα για να τον σώσει, όμως ο Θεός πάντοτε δίνει τη Χάρι Του, την ευσπλαχνία του, το έλεός του, τη σωτηρία, τον αγιασμό, σ’ αυτόν ο οποίος όχι απλώς θα τα ζητήσει, όχι απλώς θα τα επιθυμήσει –όλοι το κάνουμε αυτό– αλλά σ’ αυτόν ο οποίος θα ανταποκριθεί σ’ αυτό που πολύ χαρακτηριστικά λένε αυτά τα λόγια του αποστόλου Παύλου: «Έγειρε ο καθεύδων και ανάστα εκ των νεκρών».
Είναι κάποιες πράξεις που πρέπει να κάνει αυτός ο ίδιος ο κοιμισμένος, αυτός που είναι ανάμεσα στους νεκρούς. Όσο κι αν κοιμάται, όσο κι αν είναι νεκρός, δεν λέει ο Θεός: «Δεν πειράζει· κάθισε εκεί και θα έλθω εγώ». Όχι. Του στέλνει το μήνυμα ο Θεός, τον κεντρίζει ο Θεός, για να τον κάνει τον ίδιο τον άνθρωπο να κινηθεί από τη δική του πλευρά. Γιατί, όσο κι αν έπεσε ο άνθρωπος, όσο κι αν αμάρτησε, όσο κι αν αμαυρώθηκε το κατ’ εικόνα, μένει ένα κάτι στον άνθρωπο. Ευτυχώς που μένει, γιατί αν δεν είχε μείνει κι αυτό, θα πηγαίναμε μαζί με τους δαίμονες. Μένει ένα κάτι, μια κάποια δύναμη, η οποία όμως πρέπει να δραστηριοποιηθεί, να κινητοποιηθεί, να ενεργοποιηθεί, για να ξυπνήσει ο άνθρωπος, για να προσπαθήσει ο άνθρωπος να σηκωθεί από κει που είναι πεσμένος ανάμεσα στους νεκρούς και ν’ αναζητήσει τον Χριστό, να κινηθεί προς τον Χριστό και μετά ο Χριστός θα τον φωτίσει.
Αυτό είναι όλο το μυστικό της πνευματικής ζωής, και το βλέπουμε στη ζωή όλων των αγίων. Από τη στιγμή που άκουσαν για τον Χριστό, που κάτι έμαθαν, κάτι πληροφορήθηκαν, για τον Χριστό, στρέφεται η ψυχή τους με όλες τις δυνάμεις προς τον Χριστό. Και βλέπουμε καθαρά στη ζωή όλων των αγίων –δεν φαίνεται, αλλά το καταλαβαίνει κανείς– ότι σαν να τους πιάνει από το χέρι ο Χριστός και από κει και πέρα τους αναλαμβάνει και σιγά-σιγά, σιγά-σιγά, τους οδηγεί στην αγιότητα.
Αυτό κάθε μέρα το περιμένει από τον καθένα μας ο Χριστός. Και, αν θέλετε, σήμερα που γιορτάζουμε τη γιορτή αυτού του μεγάλου αγίου της Εκκλησίας μας, ο οποίος ακριβώς έτσι έκανε και ο οποίος θέλει να τον μιμηθούμε, σήμερα περιμένει ο Κύριος αυτό ακριβώς να κάνουμε. Εμείς τόσα χρόνια είμαστε χριστιανοί, αλλά δεν ξέρω πόσο ανταποκριθήκαμε στην κλήση του Θεού, πόσο προσέξαμε τα λόγια του Αγίου Πνεύματος και στραφήκαμε προς τον Θεό με όλες μας τις δυνάμεις.
Περιμένει ο Κύριος όχι απλώς τάχα να επιθυμούμε, όχι απλώς τάχα να προσευχόμαστε, όχι απλώς τάχα να έχουμε, αν θέλετε, έστω ένα καημό, αλλά περιμένει ο Κύριος αυτή την ενεργοποίησή μας, αυτή την προσπάθειά μας, αυτό το να σκουντήσουμε τον εαυτό μας να ξυπνήσει, να σκουντήσουμε τον εαυτό μας να βγει μέσα από τη νέκρα και να κινηθεί προς τον Κύριο. Είναι μεγάλο πράγμα, αδελφοί μου, να νιώσεις ότι σε πιάνει από το χέρι ο Κύριος και, όπως είπαμε, βάζοντάς σε στον δρόμο του σε οδηγεί βήμα προς βήμα προς την αγιότητα.
Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου, «Θέλεις να αγιάσεις;», Πανόραμα Θεσσαλονίκης, 1999, σελ. 182 (αποσπάσματα).
Πηγή
paraklisi
Στην αποστολική περικοπή που ακούσαμε, και η οποία είναι από την προς Εφεσίους επιστολή του αποστόλου Παύλου, περιέχονται και αυτά τα λόγια: «Έγειρε ο καθεύδων και ανάστα εκ των νεκρών, και επιφαύσει
σοι ο Χριστός» (Εφ. 5:8-19). Ξύπνα συ που κοιμάσαι και σήκω επάνω από τους νεκρούς, και ο Χριστός θα σε φωτίσει. Είναι λόγια που απευθύνονται σε κάθε άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο αυτό.
Είναι λόγια τα οποία, θα λέγαμε, τ’ άκουσε και τα πρόσεξε και ο μεγάλος άγιος, που γιορτάζει σήμερα η Εκκλησία μας, ο οποίος και ανταποκρίθηκε. Ο άγιος Νεκτάριος. Τον άγιο αυτό τον καταλαβαίνουμε καλύτερα, γιατί είναι πολύ κοντά στις ημέρες μας. Μόλις το 1920 εκοιμήθη. Και θα έλεγε κανείς ότι έζησε σ’ αυτόν τον κόσμο περίπου μέσα στις ίδιες συνθήκες και καταστάσεις που ζούμε κι εμείς. Και, επαναλαμβάνω, γι’ αυτό τον καταλαβαίνουμε καλύτερα. Και μπορούμε να καταλάβουμε τον άγιο έτσι που κι εμείς να τον μιμηθούμε και ως προς το σημείο αυτό και ως προς το θέμα αυτό.
Ο άγιος Νεκτάριος ήταν κι αυτός ένας άνθρωπος όπως κι εμείς. Έζησε μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο που ζούμε κι εμείς, μέσα στις ίδιες καταστάσεις και συνθήκες. Και θα μπορούσε να πάρει έναν δρόμο –τον ένα ή τον άλλο– που παίρνουν οι πολλοί άνθρωποι και να διαπρέψει σ’ αυτόν τον κόσμο, καθώς είχε και φυσικές καταβολές και δεν ήταν τυχαία ψυχή και τυχαίος νους. Θα μπορούσε, θα έλεγε κανείς, ο άγιος Νεκτάριος να μείνει, όπως οι πολλοί, στον ύπνο αυτής της ζωής, στο σκοτάδι αυτής της ζωής, στη νέκρα αυτής της ζωής και απλώς να επιδιώκει τα αγαθά της ζωής αυτής και απλώς να επιδιώκει να αναδειχθεί στη ζωή αυτή. Και έτσι να περάσει η ζωή του μέσα στον ύπνο αυτό, μέσα στη νέκρα αυτή, όπως το παθαίνουν πολλοί άνθρωποι, και έτσι να φύγει απ’ αυτό τον κόσμο.
Όμως ο άγιος Νεκτάριος άκουσε τη φωνή του Κυρίου και ανταποκρίθηκε. Αν θέλετε, άκουσε αυτά τα λόγια του αποστόλου Παύλου –μπορεί να μην ήταν αυτά τα ίδια λόγια, αλλά αυτό είναι το μήνυμα του Ευαγγελίου– «Έγειρε ο καθεύδων και ανάστα εκ των νεκρών, και επιφαύσει σοι ο Χριστός». Ξύπνησε συ που κοιμάσαι, σήκω από τους νεκρούς, βγες από την κατάσταση των νεκρών, «και επιφαύσει σοι ο Χριστός». Τα άκουσε αυτά και ανταποκρίθηκε σ’ όλη του τη ζωή. Δεν το έκανε απλώς τις πρώτες ημέρες, τον πρώτο καιρό, τους πρώτους μήνες, αν θέλετε, τα πρώτα χρόνια, αλλά σ’ όλη του τη ζωή άκουγε συνεχώς τη φωνή του Αγίου Πνεύματος και σ’ όλη του τη ζωή ανταποκρινόταν σ’ αυτή τη φωνή και γι’ αυτό έγινε άγιος.
Έζησε βέβαια, όπως ζει ένας κοινός άνθρωπος. Όπως ξέρετε, γεννήθηκε στη Σηλυβρία, κοντά στην Κωνσταντινούπολη. Μικρός ακόμη πήγε στην Πόλη και από κει βρέθηκε στη Χίο, όπου έγινε μοναχός και διάκονος. Από κει βρέθηκε στην Αθήνα για σπουδές και μετά στην Αλεξάνδρεια. Ξαναπήγε στην Αθήνα για σπουδές, όπου τελείωσε τη Θεολογική Σχολή και επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια, όπου και έγινε Μητροπολίτης Πενταπόλεως. Αλλά, όσο κι αν μας φαίνεται παράδοξο, ένας άγιος άνθρωπος καθόλου δεν είναι καλά ανάμεσα στους άλλους.
Όλοι οι άνθρωποι θέλουμε να βρούμε κάποιον καλό, ει δυνατόν να βρούμε κάποιον άγιο, και γι’ αυτό όλοι παραπονούμαστε και κατηγορούμε: αυτός είναι έτσι, εκείνος είναι αλλιώς, αυτός δεν κάνει, ο άλλος δεν είναι όπως τον θέλουμε. Παραδόξως όμως δεν υπάρχει κανείς άγιος, από τότε που υπάρχει η Εκκλησία μέχρι σήμερα, που να είχε ανάπαυση ανάμεσα όχι απλώς στους ανθρώπους αλλά ανάμεσα στους χριστιανούς.
Όλοι είμαστε χριστιανοί, όλοι προσπαθούμε να είμαστε χριστιανοί, θέλουμε να είμαστε χριστιανοί, αλλά ως ένα σημείο, για να βολευόμαστε. Η παρουσία όμως του αγίου ποτέ-ποτέ δεν μας αφήνει να είμαστε βολεμένοι. Η παρουσία του αγίου συνεχώς είναι ένας έλεγχος, πέρα από τα άλλα καλά που έχει. Οι άνθρωποι ευχαρίστως να γίνουν χριστιανοί ως ένα σημείο, για να βολευτούν. Αλλά να έχουν τον έλεγχο αυτό –ο έλεγχος αυτός σημαίνει θάνατο του παλαιού ανθρώπου– και να προχωρήσει κανείς έτσι στην αγιότητα, αυτό δεν το σηκώνουν οι χριστιανοί και θα κάνουν το παν, για να βγάλουν από τη μέση τον άγιο.
Έτσι έγινε και με τον άγιο Νεκτάριο. Τον ανάγκασαν να φύγει από το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, από την Αίγυπτο, και να έλθει πάλι στην Ελλάδα. Και εδώ δεν είχε ησυχία και εδώ δεν είχε ανάπαυση. Ένα διάστημα, μόνο μερικά χρόνια, στη Ριζάρειο Σχολή βρήκε μια κάποια ανάπαυση. Τελικά ίδρυσε στην Αίγινα μοναστήρι για μοναχές, που υπάρχει μέχρι σήμερα, κι εκεί αποσύρθηκε. Και θα έλεγε κανείς, εκεί συμπλήρωσε την αγιότητα. Ή, καθώς αυτός ανταποκρινόταν στην κλήση του Θεού, η Χάρις του Θεού τον έκανε τέλειο, τον έκανε άγιο. Εκοιμήθη στην Αθήνα, στο Αρεταίειο Νοσοκομείο, και ετάφη στην Αίγινα. Από τις πρώτες στιγμές μετά την κοίμησή του φάνηκε η μεγάλη αγιότητά του, καθώς αμέσως άρχισε να κάνει θαύματα.
Παρέλειψα να πω ότι και στην Αίγινα, ενόσω ήταν, είχε φοβερές δυσκολίες. Ακόμη, όπως ξέρετε, κατηγορήθηκε και συκοφαντήθηκε. Ένας εισαγγελέας πήγε εκεί πολύ θυμωμένος, εκ των προτέρων αποφασισμένος να καταδικάσει τον άγιο και καθόλου δεν αντιλήφθηκε ότι έχει μπροστά του έναν άγιο. Αλλά όλα αυτά τα επιτρέπει ο Θεός, αφ’ ενός για να φανεί τι είναι οι άνθρωποι, και όταν ακόμη είναι χριστιανοί, που δεν ανέχονται όμως έναν άγιο, και αφ’ ετέρου για να τελειωθεί ο άγιος.
Εκοιμήθη ο άγιος και αμέσως, από τις πρώτες στιγμές, όπως είπαμε, άρχισε να θαυματουργεί. Και απ’ αυτής της απόψεως επίσης είναι κοντά μας ο άγιος, καθώς έχει μια ειδική Χάρι από τον Θεό. Είναι ο άγιος των ημερών μας. Και όλοι μπορούμε να τον καταλάβουμε, όλοι μπορούμε να τον πλησιάσουμε. Είναι ο άγιος δια του οποίου ο Θεός –θα τολμούσαμε να πούμε– έτσι επίτηδες κάνει πάρα πολλά θαύματα. Πάρα πολλά. Θα έλεγε κανείς, σαν ο Θεός να ξέχασε απ’ αυτής της πλευράς τους αγίους των παλαιοτέρων εποχών και τη Χάρι αυτή των θαυμάτων την έδωσε και τη δίνει στον άγιο Νεκτάριο, γιατί εμείς, οι χριστιανοί που ζούμε σ’ αυτές τις ημέρες, τις πονηρές ημέρες, τις πάρα πολύ άσχημες ημέρες, έχουμε ανάγκη από τέτοιους αγίους. Θαυματουργεί συνεχώς ο άγιος, για να βοηθηθούμε εμείς και για να πιστεύσουμε ότι και σήμερα γίνονται άγιοι, και σήμερα ο Θεός θαυματουργεί δια σημερινών αγίων, και σήμερα ο Θεός ποιεί τέρατα και σημεία δια των αγίων.
* * *
Ας επανέλθω όμως, αδελφοί μου, για λίγο στα λόγια του αποστόλου Παύλου: «Έγειρε ο καθεύδων και ανάστα εκ των νεκρών και επιφαύσει σοι ο Χριστός». Στα λόγια αυτά, όπως είπαμε, ανταποκρίθηκε ο άγιος Νεκτάριος από την πρώτη στιγμή μέχρι τέλους. Και αυτό είναι το σημείο στο οποίο καλούμαστε να μιμηθούμε έστω λίγο τον άγιο, αν θέλουμε σήμερα να τον τιμήσουμε σωστά και να έχουμε πράγματι τη Χάρι του και τη βοήθειά του.
Δηλαδή εκείνο το οποίο χρειάζεται να γνωρίζει ο κάθε χριστιανός είναι ότι από τη δική μας πλευρά πρέπει να γίνουν ορισμένα πράγματα. Αυτό το βλέπουμε σ’ όλους τους αγίους και στον άγιο Νεκτάριο. Όσο κι αν η Χάρις του Θεού είναι Χάρις, δηλαδή Δωρεά, όσο κι αν ο Θεός είναι εύσπλαχνος, πανάγαθος, και συγκαταβαίνει και αναζητεί τον καθένα για να τον σώσει, όμως ο Θεός πάντοτε δίνει τη Χάρι Του, την ευσπλαχνία του, το έλεός του, τη σωτηρία, τον αγιασμό, σ’ αυτόν ο οποίος όχι απλώς θα τα ζητήσει, όχι απλώς θα τα επιθυμήσει –όλοι το κάνουμε αυτό– αλλά σ’ αυτόν ο οποίος θα ανταποκριθεί σ’ αυτό που πολύ χαρακτηριστικά λένε αυτά τα λόγια του αποστόλου Παύλου: «Έγειρε ο καθεύδων και ανάστα εκ των νεκρών».
Είναι κάποιες πράξεις που πρέπει να κάνει αυτός ο ίδιος ο κοιμισμένος, αυτός που είναι ανάμεσα στους νεκρούς. Όσο κι αν κοιμάται, όσο κι αν είναι νεκρός, δεν λέει ο Θεός: «Δεν πειράζει· κάθισε εκεί και θα έλθω εγώ». Όχι. Του στέλνει το μήνυμα ο Θεός, τον κεντρίζει ο Θεός, για να τον κάνει τον ίδιο τον άνθρωπο να κινηθεί από τη δική του πλευρά. Γιατί, όσο κι αν έπεσε ο άνθρωπος, όσο κι αν αμάρτησε, όσο κι αν αμαυρώθηκε το κατ’ εικόνα, μένει ένα κάτι στον άνθρωπο. Ευτυχώς που μένει, γιατί αν δεν είχε μείνει κι αυτό, θα πηγαίναμε μαζί με τους δαίμονες. Μένει ένα κάτι, μια κάποια δύναμη, η οποία όμως πρέπει να δραστηριοποιηθεί, να κινητοποιηθεί, να ενεργοποιηθεί, για να ξυπνήσει ο άνθρωπος, για να προσπαθήσει ο άνθρωπος να σηκωθεί από κει που είναι πεσμένος ανάμεσα στους νεκρούς και ν’ αναζητήσει τον Χριστό, να κινηθεί προς τον Χριστό και μετά ο Χριστός θα τον φωτίσει.
Αυτό είναι όλο το μυστικό της πνευματικής ζωής, και το βλέπουμε στη ζωή όλων των αγίων. Από τη στιγμή που άκουσαν για τον Χριστό, που κάτι έμαθαν, κάτι πληροφορήθηκαν, για τον Χριστό, στρέφεται η ψυχή τους με όλες τις δυνάμεις προς τον Χριστό. Και βλέπουμε καθαρά στη ζωή όλων των αγίων –δεν φαίνεται, αλλά το καταλαβαίνει κανείς– ότι σαν να τους πιάνει από το χέρι ο Χριστός και από κει και πέρα τους αναλαμβάνει και σιγά-σιγά, σιγά-σιγά, τους οδηγεί στην αγιότητα.
Αυτό κάθε μέρα το περιμένει από τον καθένα μας ο Χριστός. Και, αν θέλετε, σήμερα που γιορτάζουμε τη γιορτή αυτού του μεγάλου αγίου της Εκκλησίας μας, ο οποίος ακριβώς έτσι έκανε και ο οποίος θέλει να τον μιμηθούμε, σήμερα περιμένει ο Κύριος αυτό ακριβώς να κάνουμε. Εμείς τόσα χρόνια είμαστε χριστιανοί, αλλά δεν ξέρω πόσο ανταποκριθήκαμε στην κλήση του Θεού, πόσο προσέξαμε τα λόγια του Αγίου Πνεύματος και στραφήκαμε προς τον Θεό με όλες μας τις δυνάμεις.
Περιμένει ο Κύριος όχι απλώς τάχα να επιθυμούμε, όχι απλώς τάχα να προσευχόμαστε, όχι απλώς τάχα να έχουμε, αν θέλετε, έστω ένα καημό, αλλά περιμένει ο Κύριος αυτή την ενεργοποίησή μας, αυτή την προσπάθειά μας, αυτό το να σκουντήσουμε τον εαυτό μας να ξυπνήσει, να σκουντήσουμε τον εαυτό μας να βγει μέσα από τη νέκρα και να κινηθεί προς τον Κύριο. Είναι μεγάλο πράγμα, αδελφοί μου, να νιώσεις ότι σε πιάνει από το χέρι ο Κύριος και, όπως είπαμε, βάζοντάς σε στον δρόμο του σε οδηγεί βήμα προς βήμα προς την αγιότητα.
Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου, «Θέλεις να αγιάσεις;», Πανόραμα Θεσσαλονίκης, 1999, σελ. 182 (αποσπάσματα).
Πηγή
paraklisi
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ