2018-02-10 14:20:40
Τσικνοπέμπτη 1938: Στα πλακιώτικα στενά ξύπνησε το αθάνατο κέφι κι όλοι οι Αθηναίοι οργάνωναν μεγάλες αποκριάτικες εξορμήσεις στις ταβέρνες της Πλάκας και του Ψυρρή.
Δεν έμεινε γωνιά στις δύο αυτές συνοικίες παραπονούμενη.
Το γενικό σύνθημα: Απόψε θα γλεντήσουμε, τη φτώχεια θα ξεχάσουμε, θα γλυκοτραγουδήσουμε!
Το αποκριάτικο, βραδινό γλέντι στις ταβέρνες άρχιζε λίγα μέτρα πιο κάτω από τη Φιλελλήνων, στην οδό Κυδαθηναίων. Οι ταβέρνες του Πορτοκάλλη, του Σαΐτη, του Αλίκοκου και του Τσελέντη γέμιζαν από νωρίς με εύθυμες παρέες, που ξεδιψούσαν με ρετσίνα και κοκκινέλι.
Το κάστανο θέλει κρασί
και το καρύδι μέλι
το ρετσινάτο το κρασί
να είνε κοκκινέλι! Από την ταβέρνα «Παληά Αθήνα» του Γάκη, στο τέλος της Αδριανού, ξεχύνονταν φωνές και τραγούδια. Στην είσοδο, ψησταριές με προκλητικές κοκορετσάδες. Στο βάθος, κάτω από στολισμένα κρασοβάρελα, κρασοπαρέες γεμάτες κέφι. Απέξω, μόλις που ακουγόταν ο λατερνατζής.
Πιο κάτω, στην «Ταβέρνα του Κουρουπιώτη», γεμάτη με σκίτσα μπεκρήδων στους τοίχους και με στιχάκια για κάθε γούστο και περίσταση, το ίδιο κέφι.
Νέοι, αν θέλετε χρυσή ζωή
Πίνετε πολύ κρασί!...
Από την ταβέρνα του Γιαμβριά ακουγόταν το κλαρίνο του Παναγιώτη από τη Θήβα και το σαντούρι του Νικόλα από το Μαρούσι. Τι εικόνες, Θεέ μου! Ποια ταβέρνα να ξεχάσεις; Του Κάπα, του Κρητικού, του Λάμπρου με τη μεγάλη ρουμελιώτικη ψησταριά;
Αρνάκι σούβλα, κοκορέτσι ρουμελιώτικο!
Πλημμυρισμένος κι ο «Παράδεισος» του Κοτζαμάνη από μπεκρήδες της... κολάσεως. Πλημμυρισμένες και τόσες άλλες ταβέρνες στη Μιαούλη, στην Καραϊσκάκη και στην Πλατεία Ηρώων του Ψυρρή.
Την άλλη μέρα η Ακρόπολις θα έγραφε: «Η ολόξανθη ρετσίνα και το άκρατο κοκκινέλι άρχισαν από το μεσημέρι να ρέουν εν αφθονία και συνοδεία γαρδούμπας, σπληνάντερου, κοκορετσίου, διαφόρων τερψιλαρυγγίων μεζέδων, ετριπλασίασαν το κέφι των εορταστών!».
Θωμάς Σιταράς (Αθηναιογράφος)
anatakti
Δεν έμεινε γωνιά στις δύο αυτές συνοικίες παραπονούμενη.
Το γενικό σύνθημα: Απόψε θα γλεντήσουμε, τη φτώχεια θα ξεχάσουμε, θα γλυκοτραγουδήσουμε!
Το αποκριάτικο, βραδινό γλέντι στις ταβέρνες άρχιζε λίγα μέτρα πιο κάτω από τη Φιλελλήνων, στην οδό Κυδαθηναίων. Οι ταβέρνες του Πορτοκάλλη, του Σαΐτη, του Αλίκοκου και του Τσελέντη γέμιζαν από νωρίς με εύθυμες παρέες, που ξεδιψούσαν με ρετσίνα και κοκκινέλι.
Το κάστανο θέλει κρασί
και το καρύδι μέλι
το ρετσινάτο το κρασί
να είνε κοκκινέλι! Από την ταβέρνα «Παληά Αθήνα» του Γάκη, στο τέλος της Αδριανού, ξεχύνονταν φωνές και τραγούδια. Στην είσοδο, ψησταριές με προκλητικές κοκορετσάδες. Στο βάθος, κάτω από στολισμένα κρασοβάρελα, κρασοπαρέες γεμάτες κέφι. Απέξω, μόλις που ακουγόταν ο λατερνατζής.
Πιο κάτω, στην «Ταβέρνα του Κουρουπιώτη», γεμάτη με σκίτσα μπεκρήδων στους τοίχους και με στιχάκια για κάθε γούστο και περίσταση, το ίδιο κέφι.
Νέοι, αν θέλετε χρυσή ζωή
Πίνετε πολύ κρασί!...
Από την ταβέρνα του Γιαμβριά ακουγόταν το κλαρίνο του Παναγιώτη από τη Θήβα και το σαντούρι του Νικόλα από το Μαρούσι. Τι εικόνες, Θεέ μου! Ποια ταβέρνα να ξεχάσεις; Του Κάπα, του Κρητικού, του Λάμπρου με τη μεγάλη ρουμελιώτικη ψησταριά;
Αρνάκι σούβλα, κοκορέτσι ρουμελιώτικο!
Πλημμυρισμένος κι ο «Παράδεισος» του Κοτζαμάνη από μπεκρήδες της... κολάσεως. Πλημμυρισμένες και τόσες άλλες ταβέρνες στη Μιαούλη, στην Καραϊσκάκη και στην Πλατεία Ηρώων του Ψυρρή.
Την άλλη μέρα η Ακρόπολις θα έγραφε: «Η ολόξανθη ρετσίνα και το άκρατο κοκκινέλι άρχισαν από το μεσημέρι να ρέουν εν αφθονία και συνοδεία γαρδούμπας, σπληνάντερου, κοκορετσίου, διαφόρων τερψιλαρυγγίων μεζέδων, ετριπλασίασαν το κέφι των εορταστών!».
Θωμάς Σιταράς (Αθηναιογράφος)
anatakti
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ