2018-03-21 09:07:16
Το 1909 ο Γερμανός κοινωνιολόγος Μαξ Βέμπερ προειδοποίησε: «Είναι φρικτό να σκέπτεται κανείς ότι ο κόσμος κάποια μέρα ίσως να είναι γεμάτος ανθρωπάκια που θα ασχολούνται με τις δουλίτσες τους και θα αγωνίζονται να βρουν κάποιες μεγαλύτερες. […] Λες και ο στόχος μας είναι να γίνουμε άνθρωποι που έχουν ανάγκη να διατάζουν, που γίνονται νευρικοί και δειλοί αν κάποια στιγμή διαταραχτεί αυτή η τάξη, και ανήμποροι αν αποσπαστούν από την ολοκληρωτική τους συγχώνευση σε αυτή».
Οι ειδικοί υπολόγισαν ότι, στις λεγάμενες κοινωνίες των κυνηγών και τροφοσυλλεκτών ή της στοιχειώδους διαβίωσης, τα άτομα χρειάζονταν μόνο δεκαοκτώ ώρες την εβδομάδα για να προμηθευτούν τροφή και κατάλυμα.
Στις σύγχρονες μεταβιομηχανικές κοινωνίες, οι περισσότεροι από μας περνούν εξήντα με εβδομήντα ώρες την εβδομάδα στη «δουλειά» και ξοδεύουν τον υπόλοιπο χρόνο τους προσπαθώντας να συνέλθουν από το στρες. Οι άνθρωποι περνούν περισσότερο χρόνο στην εργασία απ’ όσο με τις οικογένειές τους ή την πνευματική ενασχόληση με τα μυστήρια της ζωής. Ακόμη και στις πιο «πρωτόγονες» από τις κοινωνίες στοιχειώδους διαβίωσης, οι άνθρωποι έβρισκαν πολύ περισσότερο χρόνο για να ασχοληθούν με αυτές τις ανανεωτικές δραστηριότητες.
Για τους περισσότερους από μας η ζωή περιστρέφεται γύρω από την εργασία μας. Εκεί, όμως, καλλιεργούμαστε όλο και λιγότερο και οι οργανισμοί στους οποίους απασχολούμαστε επαγγελματικά γίνονται όλο και πιο μηχανικοί και χωρίς ενδιαφέρον. Ο Ντέιβιντ Γουάιτ χαρακτηρίζει τον εαυτό του ως ποιητή που προσπάθησε να δώσει «ψυχή» στους αμερικανικούς οργανισμούς. Λέει:
«Οι παρακμασμένες ιεραρχίες του κόσμου, από τους οργανισμούς ώς τα έθνη-κράτη, βρίσκονται σε δύσκολη θέση και ζητάνε, ωστόσο απρόθυμα, από τους ανθρώπους τους, έστω και απρόθυμα, να επιδείξουν περισσότερη δημιουργικότητα, πρωτοβουλίες και ανανεωτικές τάσεις».
Ταυτοχρόνως, όμως, η επίκληση αυτή θέτει ως προϋπόθεση ότι η κλειστή, ιεραρχική, ανταγωνιστικά οργανωμένη και γραμμικά σχεδιασμένη δομή αυτών των οργανισμών θα φροντίσει ώστε να αποτρέψει τις δημιουργικές ποιότητες από το να αυτο-οργανωθούν μέσα στους σωματειακούς τοίχους.
Οι άνθρωποι προσφέρουν στη δουλειά τους ενέργεια, σαν να πρόκειται για μια ιερή ενασχόληση η οποία θα μπορούσε να τους κάνει να αισθανθούν ολοκληρωμένοι και ζωντανοί. Πολύ συχνά, όμως, η εργασία τους τούς απογοητεύει, τους αφήνει μετέωρους, μπερδεμένους και σε κατάσταση κατάθλιψης.
Ο Γουάιτ παρατηρεί ότι οι άνθρωποι στον επαγγελματικό τους χώρο δεν έχουν το δικαίωμα να παραδεχτούν κάποια αδυναμία, να αμφισβητήσουν τους εαυτούς τους ή να κάνουν λάθη χωρίς να κληθούν να πληρώσουν βαρύ τίμημα γι’ αυτά. Με άλλα λόγια, καταπιέζεται κάθε έκφραση χάους -ό,τι ακριβώς είναι απαραίτητο για να υπάρξει δημιουργικότητα.
Ο Γουάιτ παρατηρεί ακόμη ότι, στερημένα από τη ζωτική ρευστότητα της δημιουργικότητας των μελών τους, «τα ιεραρχικά δομημένα συστήματα, τα οποία στηρίζονται στη δύναμη που πηγάζει από την κορυφή, δεν μπορούν να σχεδιάσουν τη μεγάλη άνθηση των απίθανων γεγονότων που αποκαλούμε καθημερινή ζωή».
Απηχώντας τις απόψεις του γκουρού του μάνατζμεντ Γ. Έντουαρτντς Ντέμινγκ και άλλων, ο Γουάιτ πιστεύει ότι ένας οργανισμός πρόθυμος να τιμήσει την ψυχή των εργαζομένων του θα έπρεπε να είναι δομημένος πιο ισχυρά, περισσότερο ηθικά και λιγότερο καταστροφικά. Θα ήταν «ένας οργανισμός πρόθυμος να θέσει ριζοσπαστικά ερωτήματα για το αν τα προϊόντα του είναι πράγματι απαραίτητα».
Κι εδώ ερχόμαστε στο τεράστιο θέμα των μεγάλων αφηρημένων οργανισμών που διεισδύουν στη ζωή μας. Ποια είναι η πραγματική τους υποχρέωση τόσο απέναντι στην κοινωνία ως σύνολο όσο και στα μέλη τους;
Πολλοί πιστεύουν ότι οι οργανισμοί έχουν μεγάλη ευθύνη να φροντίζουν και για κάτι άλλο πέρα από το στενό δικό τους συμφέρον και -στην περίπτωση των επιχειρήσεων- το κέρδος τους. Εμπνευσμένοι από το χάος και τη Γαία -την άποψη ότι ολόκληρος ο πλανήτης αποτελεί ένα είδος αυτό οργανωμένης μορφής ζωής-, ορισμένοι επιστήμονες, οικονομολόγοι και πολιτικοί προτείνουν να αποδώσουμε ευθύνες στους διάφορους οργανισμούς, στο μέρος που τους αφορά, για τις ζημιές που προκαλούν στο περιβάλλον και στο κοινωνικό οικοδόμημα από το οποίο αποκομίζουν κέρδος.
Το θέμα είναι ότι, αν αποδοθούν αυτές οι ευθύνες, κάποια στιγμή θα κληθεί να τις πλήρωσει το κοινωνικό σύνολο με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Οι φόροι θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια οικονομική παραδοχή των βρόχων ανάδρασης που συνδέουν την επιχείρηση με τον περιβάλλοντα κόσμο, αυτές όμως οι επιχειρήσεις απλώς προσποιούνται ότι ο κόσμος δεν υπάρχει.
Αν, όμως, οι επιχειρήσεις υποχρεώνονταν να αποδεχτούν το γεγονός ότι συνδέονται με την πραγματικότητα μέσα στην οποία λειτουργούν, τότε η παραγωγή των προϊόντων τους, η άσκηση των δραστηριοτήτων και η συμπεριφορά τους προς τους εργαζόμενους δεν θα ήταν διαφορετικές;
Και οι εργαζόμενοι σε αυτούς τους οργανισμούς δεν θα αισθάνονταν ότι δουλεύουν για κάτι που η αξία του είναι μεγαλύτερη απ’ ό,τι το να γεμίζουν οι τσέπες κάποιων αγνώστων ή να εξυπηρετούνται απλώς οι απρόσωπες απαιτήσεις της γραφειοκρατίας;
Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι ο «οικονομικός έλεγχος» αποτελεί μια μηχανική λύση και τίποτε δεν μπορεί να γίνει αν η κοινωνία δεν ευαισθητοποιηθεί και δεν αλλάξει νοοτροπία. Εάν η οποιαδήποτε αλλαγή επιβληθεί έξωθεν, χωρίς να έχει συντελεστεί η απαραίτητη εσωτερική μετάπλαση, όχι μόνο θα γίνει εκμετάλλευση των βρόχων, αλλά θα υποβαθμιστεί και το πνεύμα της.
Το θέμα δεν αφορά την πρακτική, την πολιτική αυτών των προτάσεων, αλλά τον τρόπο με τον οποίο τονίζουν τη διαφορά ανάμεσα στην ανταγωνιστική, αποσπασματική, δεσποτική άποψη της πραγματικότητας και την άποψη του χάους, των ανοικτών συστημάτων, μαζί με την έννοια της σύμφυτης ευθύνης τους.
David Peat, John Briggs – Μια αιρετική άποψη για το χάος στην καθημερινή μας ζωή, Τραυλός
Πηγή Tromaktiko
Οι ειδικοί υπολόγισαν ότι, στις λεγάμενες κοινωνίες των κυνηγών και τροφοσυλλεκτών ή της στοιχειώδους διαβίωσης, τα άτομα χρειάζονταν μόνο δεκαοκτώ ώρες την εβδομάδα για να προμηθευτούν τροφή και κατάλυμα.
Στις σύγχρονες μεταβιομηχανικές κοινωνίες, οι περισσότεροι από μας περνούν εξήντα με εβδομήντα ώρες την εβδομάδα στη «δουλειά» και ξοδεύουν τον υπόλοιπο χρόνο τους προσπαθώντας να συνέλθουν από το στρες. Οι άνθρωποι περνούν περισσότερο χρόνο στην εργασία απ’ όσο με τις οικογένειές τους ή την πνευματική ενασχόληση με τα μυστήρια της ζωής. Ακόμη και στις πιο «πρωτόγονες» από τις κοινωνίες στοιχειώδους διαβίωσης, οι άνθρωποι έβρισκαν πολύ περισσότερο χρόνο για να ασχοληθούν με αυτές τις ανανεωτικές δραστηριότητες.
Για τους περισσότερους από μας η ζωή περιστρέφεται γύρω από την εργασία μας. Εκεί, όμως, καλλιεργούμαστε όλο και λιγότερο και οι οργανισμοί στους οποίους απασχολούμαστε επαγγελματικά γίνονται όλο και πιο μηχανικοί και χωρίς ενδιαφέρον. Ο Ντέιβιντ Γουάιτ χαρακτηρίζει τον εαυτό του ως ποιητή που προσπάθησε να δώσει «ψυχή» στους αμερικανικούς οργανισμούς. Λέει:
«Οι παρακμασμένες ιεραρχίες του κόσμου, από τους οργανισμούς ώς τα έθνη-κράτη, βρίσκονται σε δύσκολη θέση και ζητάνε, ωστόσο απρόθυμα, από τους ανθρώπους τους, έστω και απρόθυμα, να επιδείξουν περισσότερη δημιουργικότητα, πρωτοβουλίες και ανανεωτικές τάσεις».
Ταυτοχρόνως, όμως, η επίκληση αυτή θέτει ως προϋπόθεση ότι η κλειστή, ιεραρχική, ανταγωνιστικά οργανωμένη και γραμμικά σχεδιασμένη δομή αυτών των οργανισμών θα φροντίσει ώστε να αποτρέψει τις δημιουργικές ποιότητες από το να αυτο-οργανωθούν μέσα στους σωματειακούς τοίχους.
Οι άνθρωποι προσφέρουν στη δουλειά τους ενέργεια, σαν να πρόκειται για μια ιερή ενασχόληση η οποία θα μπορούσε να τους κάνει να αισθανθούν ολοκληρωμένοι και ζωντανοί. Πολύ συχνά, όμως, η εργασία τους τούς απογοητεύει, τους αφήνει μετέωρους, μπερδεμένους και σε κατάσταση κατάθλιψης.
Ο Γουάιτ παρατηρεί ότι οι άνθρωποι στον επαγγελματικό τους χώρο δεν έχουν το δικαίωμα να παραδεχτούν κάποια αδυναμία, να αμφισβητήσουν τους εαυτούς τους ή να κάνουν λάθη χωρίς να κληθούν να πληρώσουν βαρύ τίμημα γι’ αυτά. Με άλλα λόγια, καταπιέζεται κάθε έκφραση χάους -ό,τι ακριβώς είναι απαραίτητο για να υπάρξει δημιουργικότητα.
Ο Γουάιτ παρατηρεί ακόμη ότι, στερημένα από τη ζωτική ρευστότητα της δημιουργικότητας των μελών τους, «τα ιεραρχικά δομημένα συστήματα, τα οποία στηρίζονται στη δύναμη που πηγάζει από την κορυφή, δεν μπορούν να σχεδιάσουν τη μεγάλη άνθηση των απίθανων γεγονότων που αποκαλούμε καθημερινή ζωή».
Απηχώντας τις απόψεις του γκουρού του μάνατζμεντ Γ. Έντουαρτντς Ντέμινγκ και άλλων, ο Γουάιτ πιστεύει ότι ένας οργανισμός πρόθυμος να τιμήσει την ψυχή των εργαζομένων του θα έπρεπε να είναι δομημένος πιο ισχυρά, περισσότερο ηθικά και λιγότερο καταστροφικά. Θα ήταν «ένας οργανισμός πρόθυμος να θέσει ριζοσπαστικά ερωτήματα για το αν τα προϊόντα του είναι πράγματι απαραίτητα».
Κι εδώ ερχόμαστε στο τεράστιο θέμα των μεγάλων αφηρημένων οργανισμών που διεισδύουν στη ζωή μας. Ποια είναι η πραγματική τους υποχρέωση τόσο απέναντι στην κοινωνία ως σύνολο όσο και στα μέλη τους;
Πολλοί πιστεύουν ότι οι οργανισμοί έχουν μεγάλη ευθύνη να φροντίζουν και για κάτι άλλο πέρα από το στενό δικό τους συμφέρον και -στην περίπτωση των επιχειρήσεων- το κέρδος τους. Εμπνευσμένοι από το χάος και τη Γαία -την άποψη ότι ολόκληρος ο πλανήτης αποτελεί ένα είδος αυτό οργανωμένης μορφής ζωής-, ορισμένοι επιστήμονες, οικονομολόγοι και πολιτικοί προτείνουν να αποδώσουμε ευθύνες στους διάφορους οργανισμούς, στο μέρος που τους αφορά, για τις ζημιές που προκαλούν στο περιβάλλον και στο κοινωνικό οικοδόμημα από το οποίο αποκομίζουν κέρδος.
Το θέμα είναι ότι, αν αποδοθούν αυτές οι ευθύνες, κάποια στιγμή θα κληθεί να τις πλήρωσει το κοινωνικό σύνολο με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Οι φόροι θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια οικονομική παραδοχή των βρόχων ανάδρασης που συνδέουν την επιχείρηση με τον περιβάλλοντα κόσμο, αυτές όμως οι επιχειρήσεις απλώς προσποιούνται ότι ο κόσμος δεν υπάρχει.
Αν, όμως, οι επιχειρήσεις υποχρεώνονταν να αποδεχτούν το γεγονός ότι συνδέονται με την πραγματικότητα μέσα στην οποία λειτουργούν, τότε η παραγωγή των προϊόντων τους, η άσκηση των δραστηριοτήτων και η συμπεριφορά τους προς τους εργαζόμενους δεν θα ήταν διαφορετικές;
Και οι εργαζόμενοι σε αυτούς τους οργανισμούς δεν θα αισθάνονταν ότι δουλεύουν για κάτι που η αξία του είναι μεγαλύτερη απ’ ό,τι το να γεμίζουν οι τσέπες κάποιων αγνώστων ή να εξυπηρετούνται απλώς οι απρόσωπες απαιτήσεις της γραφειοκρατίας;
Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι ο «οικονομικός έλεγχος» αποτελεί μια μηχανική λύση και τίποτε δεν μπορεί να γίνει αν η κοινωνία δεν ευαισθητοποιηθεί και δεν αλλάξει νοοτροπία. Εάν η οποιαδήποτε αλλαγή επιβληθεί έξωθεν, χωρίς να έχει συντελεστεί η απαραίτητη εσωτερική μετάπλαση, όχι μόνο θα γίνει εκμετάλλευση των βρόχων, αλλά θα υποβαθμιστεί και το πνεύμα της.
Το θέμα δεν αφορά την πρακτική, την πολιτική αυτών των προτάσεων, αλλά τον τρόπο με τον οποίο τονίζουν τη διαφορά ανάμεσα στην ανταγωνιστική, αποσπασματική, δεσποτική άποψη της πραγματικότητας και την άποψη του χάους, των ανοικτών συστημάτων, μαζί με την έννοια της σύμφυτης ευθύνης τους.
David Peat, John Briggs – Μια αιρετική άποψη για το χάος στην καθημερινή μας ζωή, Τραυλός
Πηγή Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ράβε- ξήλωνε με τη συμμετοχή στα φάρμακα
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ