2018-07-14 12:36:32
Η απόσταση από τις ακτές της Καλιφόρνια ως το ιταλικό ψαροχώρι του Πορτοφίνο είναι κοντά στα 9.600 km.
Μια πρώτη ματιά στο νέο αλουμινένιο αμάξωμα της Ferrari Portofino και στις τεχνικές προδιαγραφές της υποδηλώνει ότι υπάρχει ένα αντίστοιχο χάσμα ανάμεσα στο νέο μοντέλο της Ferrari και τον προκάτοχό του, την California T. Ολα τα παραπάνω αποκαλύπτονται σε μεγάλο βαθμό απλώς πιέζοντας το γκάζι. Τότε ακούς τον twin-turbo V8 κινητήρα να ουρλιάζει, αισθάνεσαι το μέγεθος της ροπής από τις μεσαίες rpm έως την «κόκκινη» περιοχή του στροφόμετρου, νιώθεις την πίεση στο στομάχι κάθε φορά που αλλάζεις ακαριαία τις σχέσεις μέσω των paddles στο τιμόνι.
Και εάν όλα τα παραπάνω υποδηλώνουν ότι είναι πιο οδηγοκεντρική από την California Τ, η Portofino υπόσχεται να είναι και πιο λειτουργική.
Για παράδειγμα, η μεταλλική ηλεκτρικά αναδιπλούμενη οροφή μπορεί να ανοιγοκλείσει μέσα σε 14 δευτερόλεπτα, ακόμα και με ταχύτητες έως 40 km/h, όταν στην περίπτωση της California T δεν λειτουργούσε παρά μόνο όταν ήταν σταματημένη
. Με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται ο διπλός χαρακτήρας του κουπέ και του roadster, στοιχείο που δεν αλλοιώθηκε ούτε στην Portofino. Αυτά είναι καλά νέα, καθώς αν και ο χαρακτηρισμός «κακό» αυτοκίνητο για την California T θα θεωρούνταν ιεροσυλία για μοντέλο της Ferrari, εντούτοις ήταν το πιο αδύναμο στην γκάμα, αδυνατώντας να δώσει στον οδηγό της στοιχεία όπως τα υπόλοιπα κεντρομήχανα κουπέ και κάμπριο της φίρμας από το Μαρανέλο.
Χωρίς να προβούν σε ρηξικέλευθες λύσεις, οι τεχνικοί της Ferrari κράτησαν ουσιαστικά το ίδιο concept για να δημιουργήσουν την Portofino. Αυτό σημαίνει ότι διατήρησαν την ίδια διάταξη για τον κινητήρα, όμοιες σχεδιαστικές γραμμές τόσο στο εσωτερικό όσο και στο αμάξωμα, καθώς και το ίδιο μεταξόνιο των 2.670 mm.
Η Ferrari Portofino εισέρχεται σε μία κατηγορία όπου ο ανταγωνισμός είναι ιδιαίτερα έντονος.
Η McLaren προσφέρει την 570S Spider, ενώ οι ενδιαφερόμενοι έχουν να επιλέξουν ανάμεσα στη νέα Aston Martin DB11 Volante, ένα 2+2 μοντέλο με μαλακή οροφή ή την all time classic Μercedes-Benz SL.
Θέλοντας να κερδίσει ένα σημαντικό μέρος της πίτας, η Ferrari βασίστηκε στην California, αλλά δημιούργησε ένα μοντέλο με πιο έντονο οδηγικό προφίλ, πιο άνετο, πιο αποτελεσματικό και πιο χρηστικό, με τα τρία τελευταία χαρακτηριστικά να χαρακτηρίζονται ως τα πλέον σημαντικά για τους ιδιοκτήτες της California, εκ των οποίων το 70% αγόραζαν για πρώτη φορά μοντέλο της Ferrari.
Οι ανάγκες και τα «θέλω» τους δεν άλλαξαν, καθώς επιθυμούν να βρίσκονται πίσω από το τιμόνι ενός εξωτικού μοντέλου αλλά να το χρησιμοποιούν σε καθημερινή βάση. Μάλιστα, το 30% εξ αυτών χρησιμοποιούν τακτικά τα πίσω καθίσματα. Οι συγκεκριμένοι θα εκτιμήσουν ιδιαίτερα τους επιπλέον 5 πόντους του χώρου για τα πόδια των πίσω επιβατών σε σχέση με την California T, την αύξηση κατά 52 lt του χώρου αποσκευών, αλλά και τη μείωση της (θεωρητικής) μέσης κατανάλωσης από τα 11,7 στα 10,7 lt/100 km, με την Portofino να διαθέτει κατά 80 kg ελαφρύτερο αμάξωμα όντας πιο ισχυρή κατά 40 PS.
Παρόλο που το ομώνυμο παραθαλάσσιο χωριό του ιταλικού Βορρά ταιριάζει με τον χαρακτήρα του νέου ιταλικού coupe/roadster μοντέλου, δυστυχώς κατά τη διάρκεια του χειμώνα δεν ήταν το καταλληλότερο σκηνικό για να μπορέσουμε να ξετυλίξουμε τις αρετές του αυτοκινήτου. Ετσι αλλάξαμε τα πλάνα μας και βρεθήκαμε στο Μπάρι, στο νοτιοανατολικό τμήμα της γειτονικής χώρας. Καθώς βρισκόμαστε εκτός καλοκαιρινής σεζόν, η συγκεκριμένη περιοχή είναι σχεδόν έρημη: οι άδειες από τουρίστες πόλεις διαδέχονται η μία την άλλη, προσφέροντάς μας μοναδικές εικόνες. Επωφελούμαστε από την καλοκαιρία, ανοίγουμε την οροφή και σταθμεύουμε με την πρώτη ευκαιρία δίπλα σε μια παραλία για να χαζέψουμε το πανέμορφο αμάξωμα της Portofino.
Η πρώτη μας εντύπωση είναι άκρως θετική. Εξωτερικά η νέα Ferrari δείχνει πιο macho από τον προκάτοχό της, αντανακλώντας τη σχεδίαση της Daytona του ’70. Στη μάσκα οι τυπικές γρίλιες και πίσω τα κλασικά φωτιστικά σώματα κρατούν στενούς δεσμούς με την παράδοση, αν και η τελευταία λέξη της τεχνολογίας κάνει παντού αισθητή την παρουσία της. Στην ίδια κατεύθυνση κινούνται η εισαγωγή αέρα στο καπό καθώς και οι πλευρικές εισαγωγές, ενώ στο σύνολο των φωτιστικών σωμάτων έχει χρησιμοποιηθεί η τεχνολογία LED. Στην πίσω όψη δεσπόζουν ο διαχύτης και οι τέσσερις εξαγωγές της εξάτμισης με λειτουργικό ρόλο στην αεροδυναμική.
Ανοίγω την πόρτα της Portofino μέσω της ιδιαίτερης σχεδίασης χειρολαβής, όμοια με αυτή της California T. Το βλέμμα μου πέφτει στα νέα καθίσματα που χρησιμοποιούν κράμα μαγνησίου. Προαιρετικά μπορούν να ρυθμιστούν σε 18 διαφορετικές θέσεις μέσω της νέας οθόνης αφής των 10,25”. Η τοποθετημένη στην κεντρική κονσόλα TFT οθόνη διαθέτει επίσης τις λειτουργίες του συστήματος infotainment, όπως το προηγμένο σύστημα πλοήγησης.
Το νέας σχεδίασης τιμόνι εξακολουθεί να διαθέτει πληθώρα κουμπιών, ενώ στον πίνακα οργάνων δεσπόζει, ως είθισται σε μοντέλα της Ferrari, το μεγάλης διαμέτρου στροφόμετρο, με την κόκκινη περιοχή να ξεκινά από τις 7.500 rpm. Εκατέρωθεν βρίσκονται δύο τελευταίας γενιάς οθόνες TFT 5”, με ποικίλες ενδείξεις για νερό, λάδι, βενζίνη, χιλιόμετρα, επιλεγμένο στυλ οδήγησης κ.ά. Σε επίπεδο ποιότητας και εξοπλισμού μία Mercedes SL εξακολουθεί να υπερέχει, καθώς η Portofino δεν διαθέτει ούτε θερμαινόμενο τιμόνι, ούτε σύστημα Airscarf για να παρέχει ζεστό αέρα στον αυχένα του οδηγού και του συνοδηγού, αλλά η καμπίνα της Ιταλίδας ντίβας είναι ιδανική για να απολαύσει κάποιος τον ζεστό χειμωνιάτικο απογευματινό ουρανό, συν το ότι υπάρχουν δύο επιπλέον πίσω θέσεις.
Χωρίς περαιτέρω σκέψεις, χώθηκα γρήγορα στο «περίπου» μπάκετ κάθισμα του οδηγού, βρήκα σε χρόνο dt τη ρύθμιση που μου ταίριαζε και «ξύπνησα» τον V8 κινητήρα πατώντας το Engine Start στα αριστερά του τιμονιού, εκκινώντας μια ηχητική μελωδία που μόνο μια Ferrari μπορεί να προσφέρει.
Το 2014, όταν η California μετονομάστηκε σε California T, η Ferrari ανακοίνωνε με ευφάνταστους τίτλους την επιστροφή της, μετά τη θρυλική F40, στους turbo κινητήρες. Το συγκεκριμένο μηχανικό σύνολο ήταν από τεχνικής απόψεως εντυπωσιακό, αλλά στην πράξη παρέμενε πάντα στη σκιά του παρόμοιας σχεδίασης V8 που θα εφοδίαζε ένα χρόνο μετά την 488. Στην Portofino ο κινητήρας των 3,9 λίτρων διατηρεί την ίδια χωρητικότητα (3.855 cc), αλλά οι τεχνικοί της Ferrari έχουν τοποθετήσει νέα έμβολα και μπιέλες, αντλία λαδιού μεταβλητού όγκου που μειώνει τις απώλειες της υδραυλικής ισχύος κατά 30%, νέα πολλαπλή εισαγωγής, μεγαλύτερο intercooler, καθώς και επανασχεδιασμένη εξάτμιση.
Με βάση τα παραπάνω, ο με περιεχόμενη γωνία 90 μοιρών και διπλή τουρμπίνα V8 κινητήρας της Portofino αποδίδει τώρα αυξημένη ισχύ (600 PS) και ροπή που στη μέγιστη τιμή της φτάνει τα 77,5 kgm από τις 3.000 έως τις 5.250 rpm. Βελτιωμένες είναι και οι επιδόσεις, με το 0-100 km/h να επιτυγχάνεται σε 3,5”, το 0-200 km/h σε 10,8”, ενώ η τελική ταχύτητα ξεπερνά τα 320 km/h. Mε συμπίεση 9,45:1 και μεταβλητό χρονισμό, ο κινητήρας αυτός μπορεί ταυτόχρονα με την παραγωγή εντυπωσιακού έργου να είναι πιο φιλικός με το περιβάλλον (245 g/km εκπομπές CO2) και με την τσέπη του κατόχου, καθώς η μέση κατανάλωση που δίνουν οι τεχνικές προδιαγραφές είναι 10,7 lt/100 km, μια τιμή φυσικά που διαφοροποιείται σημαντικά ανάλογα με τη χρήση.
Η απόκριση του γκαζιού είναι τόσο έντονη που αρκετές φορές μάς ήταν δύσκολο να διατηρήσουμε μια σταθερή ταχύτητα, ακόμα και με την 3η σχέση στο κιβώτιο, ενώ η αλλαγή σε 4η γίνεται αστραπιαία. Πάντως, η αίσθηση είναι τόσο όμορφη που ξεχνάς τις ανάγκες δοκιμής και θέλεις συνέχεια να πατάς και να αφήνεις το γκάζι ακούγοντας αρμονικούς και συγχρόνως θριαμβικούς ήχους, ειδικά μέσα στους στενούς πλακόστρωτους δρόμους των ιταλικών κωμοπόλεων.
Ξεκινάμε από τα πεδινά. Ρυθμίζω το Manettino στο τιμόνι στην επιλογή Comfort (μέγιστη ασφάλεια και άνεση για κάθε χρήση) και μπαίνω στην autostrada για να δοκιμάσω μέχρι ποιον βαθμό η μεταλλική οροφή φιλτράρει τον ήχο του αέρα όταν είναι κλειστή. Το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό ακόμα και σε απαγορευμένες ταχύτητες. Μπαίνοντας στο επαρχιακό οδικό δίκτυο, η διαδικασία προσπέρασης πολύ πιο αργών οχημάτων, όπως τα τρίκυκλα Piaggio Ape και τα δεκάδες Fiat Panda, είναι εξαιρετικά εύκολη, ακόμα και εκεί όπου οι δρόμοι στενεύουν, λίγο πριν από την ανάβασή μας στους λόφους. Ηλιοκαμένοι βετεράνοι ποδηλάτες και ντόπιοι κάτοικοι μας κάνουν νεύμα για να σταματήσουμε επειδή θέλουν απλά να βγάλουν μια φωτογραφία με την Portofino.
Η ποιότητα οδοστρώματος δεν είναι και η καλύτερη, αλλά η ανάρτηση στο πρόγραμμα «Bumpy Road» φιλτράρει σχεδόν τα πάντα, ακόμα και τις εγκάρσιες ανωμαλίες που βρίσκονται σε πληθώρα στις συγκεκριμένες περιοχές. Παρά την ηλεκτρικά υποβοηθούμενη κρεμαγιέρα το τιμόνι εντυπωσιάζει με την αίσθησή του, θυμίζοντας περισσότερο μοντέλο Gran Turismo και λιγότερο Ferrari.
Η Ferrari αποφάσισε να μην τοποθετήσει στην Portofino ορισμένα από τα σύγχρονα συστήματα υποβοήθησης, όπως το Lane Change, που πιθανότατα ο υποψήφιος πελάτης να εκτιμούσε δεόντως. Η ουσία ωστόσο βρίσκεται στον τρόπο με τον οποίο το ιταλικό μοντέλο μπορεί να διαχειριστεί το βάρος των 1.664 kg σε δρόμους γεμάτους στροφές. Η πρώτη μου παρατήρηση αφορά τη χαρακτηριστική ευελιξία της χάρη στην ικανότητα που έχει το πλαίσιο να μοιράζει προοδευτικά το βάρος του αμαξώματος χωρίς απρόοπτα. Αρωγός στα παραπάνω και τα ελαστικά της Pirelli, τοποθετημένα σε ζάντες 20”.
Καθώς ο δρόμος ανοίγει, αντιλαμβάνομαι ξεκάθαρα τα βήματα εξέλιξης που έκανε η Ferrari στον συγκεκριμένο κινητήρα. Πλέον είναι πιο γεμάτος στις υψηλές rpm, με σαφώς βελτιωμένη τη διαχείριση της ροπής. Είναι φορές που νιώθω ότι οδηγώ ένα supercar παρά ένα σπορ προδιαγραφών GT μοντέλο. Καθώς ανηφορίζω στις πλαγιές των λόφων, ανοίγω την οροφή. Oδηγώντας την Portofino στην ιταλική επαρχία δεν μπορείς παρά να αναπολείς τη ρομαντική εποχή του ’70 που δεν έχεις ζήσει. Πόσο διαφορετική να ήταν, αλήθεια, η εμπειρία μιας Ferrari τότε;
Γυρνάω το Μanettino στη Sport ρύθμιση. Τώρα η Portofino προσφέρει περισσότερη ελευθερία κινήσεων, με τα ηλεκτρονικά συστήματα πρόσφυσης, εκτός του ABS, να βγαίνουν μερικώς εκτός λειτουργίας. Εδώ χρειάζεται και η περισσότερη προσοχή, διότι όσο και να «απλοποιήθηκε», μια Ferrari χωρίς ηλεκτρονικά είναι μια άσκηση για ελάχιστους λύτες. Το τιμόνι βαραίνει, ακούει σαν καρτ, αλλά δεν τρομάζει με την ευαισθησία του, τα «paddles» αλλάζουν αστραπιαία ταχύτητες και οι ενδείξεις στα όργανα ικανοποιούν απόλυτα την όραση. Η Portofino είναι εξαιρετική και σε ό,τι αφορά το σύστημα πέδησης: τα carbon-κεραμικά φρένα με τις τεράστιες δισκόπλακες των 390 mm εμπρός και 360 mm πίσω κατορθώνουν να ακινητοποιούν σε ασύλληπτα μικρές αποστάσεις το νέο δημιούργημα από το Μαρανέλο, ενώ η αίσθηση στο πεντάλ παραμένει εξαιρετική ακόμα και μετά από αμέτρητα «πιεσμένα» πατήματα και αδυσώπητα κατεβάσματα στο διπλού συμπλέκτη 7άρι κιβώτιο F1.
Αυτή η νέα Ferrari είναι ένα εξαιρετικό αυτοκίνητο που οδηγείται πολύ γρήγορα, αλλά υπό έντονη πίεση δεν δείχνει τα χαρακτηριστικά μίας 488 ή μίας 812 Superfast, για τον απλούστατο λόγο ότι δεν έχει το ίδιο target group με τα συγκεκριμένα μοντέλα. Η Ferrari επισημαίνει ότι η Portofino διαθέτει νέο πλαίσιο, με λιγότερες κατά 30% συγκολλήσεις σε σχέση με την California T για να εξοικονομηθεί βάρος, και εκτενή χρήση αλουμινίου που βοηθά τόσο την αεροδυναμική όσο και στην αύξηση της στρεπτικής ακαμψίας του αμαξώματος σε ποσοστό 35%.
Παρ’ όλα αυτά δεν μπορούμε να μην αναφέρουμε ότι άλλα ανοιχτά μοντέλα, όπως η 488 Spider και η McLaren 570S, προσφέρουν καλύτερη ποιότητα κύλισης, παρότι πιο προσανατολισμένα στη σπορ οδήγηση απ’ ό,τι η Portofino. Η οποία μπορεί μεν να προσφέρει θεαματικές πλαγιολισθήσεις, βοηθούμενη από το τελευταίας γενιάς ηλεκτρονικό διαφορικό E-Diff3 στον πίσω άξονα, αλλά υπάρχουν αρκετά σημεία που πρέπει να διαχειριστεί ο οδηγός: Η μεγαλύτερη κατανομή του βάρους στον εμπρός άξονα προκαλεί υπό προϋποθέσεις το φαινόμενο της υποστροφής, ενώ στην πλαγιολίσθηση υπάρχει η αίσθηση ότι το πίσω μέρος δεν ακολουθεί το υπόλοιπο του αυτοκινήτου. Γι’ αυτό ευθύνονται η ρύθμιση της πίσω ανάρτησης των πολλαπλών συνδέσμων, η δομή του αμαξώματος και η αίσθηση του συστήματος διεύθυνσης, το οποίο βαραίνει αδικαιολόγητα εκεί όπου δεν χρειάζεται.
Αλλά μήπως διυλίζουμε τον κώνωπα; Ο τυπικός ιδιοκτήτης της Ferrari Portofino πιθανότατα δεν θα οδηγήσει πέρα από τα 6/10, οπότε σε αυτή την περίπτωση το νέο entry level μοντέλο της ιταλικής φίρμας θα κάνει ό,τι ονειρευόταν. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι την τελευταία φορά που οδήγησα την California T είχα δηλώσει ότι ο αντικαταστάτης της θα έπρεπε να είναι μία φθηνότερη F12, ένα μοντέλο που θα μπορούσε να μεταμορφωθεί από ένα GT σε χούλιγκαν των δρόμων. Η Portofino έρχεται μεν πιο κοντά σε αυτό, αλλά μου άφησε μια γλυκόπικρη γεύση.
TECH
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ: 3.855 cc, V8, twin-turbo, 600 [email protected] rpm, 77,5 [email protected] rpm
ΚΙΒΩΤΙΟ: AYTOMATO ΔΙΠΛΟΥ ΣΥΜΠΛΕΚΤΗ, 7 ΣΧΕΣΕΩΝ
ΜΕΤΑΔΟΣΗ: ΣΤΟΥΣ ΠΙΣΩ ΤΡΟΧΟΥΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ: ΔΙΠΛΑ ΨΑΛΙΔΙΑ (Ε), ΠΟΛΛΑΠΛΩΝ ΣΥΝΔΕΣΜΩΝ (Π)
ΜΕΣΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ: 10,7 lt/100 km
CO2: 245 g/km
0-100 KM/H: 3,5”
ΤΕΛΙΚΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ: >320 km/h
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ (Μ/Π/Υ): 4.586/1.938/1.318 mm
ΜΕΤΑΞΟΝΙΟ: 2.670 mm
ΒΑΡΟΣ: 1.664 kg
ΤΙΜΗ: €191.000 (ΜΕΓ. ΒΡΕΤΑΝΙΑ)
anatakti
Μια πρώτη ματιά στο νέο αλουμινένιο αμάξωμα της Ferrari Portofino και στις τεχνικές προδιαγραφές της υποδηλώνει ότι υπάρχει ένα αντίστοιχο χάσμα ανάμεσα στο νέο μοντέλο της Ferrari και τον προκάτοχό του, την California T. Ολα τα παραπάνω αποκαλύπτονται σε μεγάλο βαθμό απλώς πιέζοντας το γκάζι. Τότε ακούς τον twin-turbo V8 κινητήρα να ουρλιάζει, αισθάνεσαι το μέγεθος της ροπής από τις μεσαίες rpm έως την «κόκκινη» περιοχή του στροφόμετρου, νιώθεις την πίεση στο στομάχι κάθε φορά που αλλάζεις ακαριαία τις σχέσεις μέσω των paddles στο τιμόνι.
Και εάν όλα τα παραπάνω υποδηλώνουν ότι είναι πιο οδηγοκεντρική από την California Τ, η Portofino υπόσχεται να είναι και πιο λειτουργική.
Για παράδειγμα, η μεταλλική ηλεκτρικά αναδιπλούμενη οροφή μπορεί να ανοιγοκλείσει μέσα σε 14 δευτερόλεπτα, ακόμα και με ταχύτητες έως 40 km/h, όταν στην περίπτωση της California T δεν λειτουργούσε παρά μόνο όταν ήταν σταματημένη
Χωρίς να προβούν σε ρηξικέλευθες λύσεις, οι τεχνικοί της Ferrari κράτησαν ουσιαστικά το ίδιο concept για να δημιουργήσουν την Portofino. Αυτό σημαίνει ότι διατήρησαν την ίδια διάταξη για τον κινητήρα, όμοιες σχεδιαστικές γραμμές τόσο στο εσωτερικό όσο και στο αμάξωμα, καθώς και το ίδιο μεταξόνιο των 2.670 mm.
Η Ferrari Portofino εισέρχεται σε μία κατηγορία όπου ο ανταγωνισμός είναι ιδιαίτερα έντονος.
Η McLaren προσφέρει την 570S Spider, ενώ οι ενδιαφερόμενοι έχουν να επιλέξουν ανάμεσα στη νέα Aston Martin DB11 Volante, ένα 2+2 μοντέλο με μαλακή οροφή ή την all time classic Μercedes-Benz SL.
Θέλοντας να κερδίσει ένα σημαντικό μέρος της πίτας, η Ferrari βασίστηκε στην California, αλλά δημιούργησε ένα μοντέλο με πιο έντονο οδηγικό προφίλ, πιο άνετο, πιο αποτελεσματικό και πιο χρηστικό, με τα τρία τελευταία χαρακτηριστικά να χαρακτηρίζονται ως τα πλέον σημαντικά για τους ιδιοκτήτες της California, εκ των οποίων το 70% αγόραζαν για πρώτη φορά μοντέλο της Ferrari.
Οι ανάγκες και τα «θέλω» τους δεν άλλαξαν, καθώς επιθυμούν να βρίσκονται πίσω από το τιμόνι ενός εξωτικού μοντέλου αλλά να το χρησιμοποιούν σε καθημερινή βάση. Μάλιστα, το 30% εξ αυτών χρησιμοποιούν τακτικά τα πίσω καθίσματα. Οι συγκεκριμένοι θα εκτιμήσουν ιδιαίτερα τους επιπλέον 5 πόντους του χώρου για τα πόδια των πίσω επιβατών σε σχέση με την California T, την αύξηση κατά 52 lt του χώρου αποσκευών, αλλά και τη μείωση της (θεωρητικής) μέσης κατανάλωσης από τα 11,7 στα 10,7 lt/100 km, με την Portofino να διαθέτει κατά 80 kg ελαφρύτερο αμάξωμα όντας πιο ισχυρή κατά 40 PS.
Παρόλο που το ομώνυμο παραθαλάσσιο χωριό του ιταλικού Βορρά ταιριάζει με τον χαρακτήρα του νέου ιταλικού coupe/roadster μοντέλου, δυστυχώς κατά τη διάρκεια του χειμώνα δεν ήταν το καταλληλότερο σκηνικό για να μπορέσουμε να ξετυλίξουμε τις αρετές του αυτοκινήτου. Ετσι αλλάξαμε τα πλάνα μας και βρεθήκαμε στο Μπάρι, στο νοτιοανατολικό τμήμα της γειτονικής χώρας. Καθώς βρισκόμαστε εκτός καλοκαιρινής σεζόν, η συγκεκριμένη περιοχή είναι σχεδόν έρημη: οι άδειες από τουρίστες πόλεις διαδέχονται η μία την άλλη, προσφέροντάς μας μοναδικές εικόνες. Επωφελούμαστε από την καλοκαιρία, ανοίγουμε την οροφή και σταθμεύουμε με την πρώτη ευκαιρία δίπλα σε μια παραλία για να χαζέψουμε το πανέμορφο αμάξωμα της Portofino.
Η πρώτη μας εντύπωση είναι άκρως θετική. Εξωτερικά η νέα Ferrari δείχνει πιο macho από τον προκάτοχό της, αντανακλώντας τη σχεδίαση της Daytona του ’70. Στη μάσκα οι τυπικές γρίλιες και πίσω τα κλασικά φωτιστικά σώματα κρατούν στενούς δεσμούς με την παράδοση, αν και η τελευταία λέξη της τεχνολογίας κάνει παντού αισθητή την παρουσία της. Στην ίδια κατεύθυνση κινούνται η εισαγωγή αέρα στο καπό καθώς και οι πλευρικές εισαγωγές, ενώ στο σύνολο των φωτιστικών σωμάτων έχει χρησιμοποιηθεί η τεχνολογία LED. Στην πίσω όψη δεσπόζουν ο διαχύτης και οι τέσσερις εξαγωγές της εξάτμισης με λειτουργικό ρόλο στην αεροδυναμική.
Ανοίγω την πόρτα της Portofino μέσω της ιδιαίτερης σχεδίασης χειρολαβής, όμοια με αυτή της California T. Το βλέμμα μου πέφτει στα νέα καθίσματα που χρησιμοποιούν κράμα μαγνησίου. Προαιρετικά μπορούν να ρυθμιστούν σε 18 διαφορετικές θέσεις μέσω της νέας οθόνης αφής των 10,25”. Η τοποθετημένη στην κεντρική κονσόλα TFT οθόνη διαθέτει επίσης τις λειτουργίες του συστήματος infotainment, όπως το προηγμένο σύστημα πλοήγησης.
Το νέας σχεδίασης τιμόνι εξακολουθεί να διαθέτει πληθώρα κουμπιών, ενώ στον πίνακα οργάνων δεσπόζει, ως είθισται σε μοντέλα της Ferrari, το μεγάλης διαμέτρου στροφόμετρο, με την κόκκινη περιοχή να ξεκινά από τις 7.500 rpm. Εκατέρωθεν βρίσκονται δύο τελευταίας γενιάς οθόνες TFT 5”, με ποικίλες ενδείξεις για νερό, λάδι, βενζίνη, χιλιόμετρα, επιλεγμένο στυλ οδήγησης κ.ά. Σε επίπεδο ποιότητας και εξοπλισμού μία Mercedes SL εξακολουθεί να υπερέχει, καθώς η Portofino δεν διαθέτει ούτε θερμαινόμενο τιμόνι, ούτε σύστημα Airscarf για να παρέχει ζεστό αέρα στον αυχένα του οδηγού και του συνοδηγού, αλλά η καμπίνα της Ιταλίδας ντίβας είναι ιδανική για να απολαύσει κάποιος τον ζεστό χειμωνιάτικο απογευματινό ουρανό, συν το ότι υπάρχουν δύο επιπλέον πίσω θέσεις.
Χωρίς περαιτέρω σκέψεις, χώθηκα γρήγορα στο «περίπου» μπάκετ κάθισμα του οδηγού, βρήκα σε χρόνο dt τη ρύθμιση που μου ταίριαζε και «ξύπνησα» τον V8 κινητήρα πατώντας το Engine Start στα αριστερά του τιμονιού, εκκινώντας μια ηχητική μελωδία που μόνο μια Ferrari μπορεί να προσφέρει.
Το 2014, όταν η California μετονομάστηκε σε California T, η Ferrari ανακοίνωνε με ευφάνταστους τίτλους την επιστροφή της, μετά τη θρυλική F40, στους turbo κινητήρες. Το συγκεκριμένο μηχανικό σύνολο ήταν από τεχνικής απόψεως εντυπωσιακό, αλλά στην πράξη παρέμενε πάντα στη σκιά του παρόμοιας σχεδίασης V8 που θα εφοδίαζε ένα χρόνο μετά την 488. Στην Portofino ο κινητήρας των 3,9 λίτρων διατηρεί την ίδια χωρητικότητα (3.855 cc), αλλά οι τεχνικοί της Ferrari έχουν τοποθετήσει νέα έμβολα και μπιέλες, αντλία λαδιού μεταβλητού όγκου που μειώνει τις απώλειες της υδραυλικής ισχύος κατά 30%, νέα πολλαπλή εισαγωγής, μεγαλύτερο intercooler, καθώς και επανασχεδιασμένη εξάτμιση.
Με βάση τα παραπάνω, ο με περιεχόμενη γωνία 90 μοιρών και διπλή τουρμπίνα V8 κινητήρας της Portofino αποδίδει τώρα αυξημένη ισχύ (600 PS) και ροπή που στη μέγιστη τιμή της φτάνει τα 77,5 kgm από τις 3.000 έως τις 5.250 rpm. Βελτιωμένες είναι και οι επιδόσεις, με το 0-100 km/h να επιτυγχάνεται σε 3,5”, το 0-200 km/h σε 10,8”, ενώ η τελική ταχύτητα ξεπερνά τα 320 km/h. Mε συμπίεση 9,45:1 και μεταβλητό χρονισμό, ο κινητήρας αυτός μπορεί ταυτόχρονα με την παραγωγή εντυπωσιακού έργου να είναι πιο φιλικός με το περιβάλλον (245 g/km εκπομπές CO2) και με την τσέπη του κατόχου, καθώς η μέση κατανάλωση που δίνουν οι τεχνικές προδιαγραφές είναι 10,7 lt/100 km, μια τιμή φυσικά που διαφοροποιείται σημαντικά ανάλογα με τη χρήση.
Η απόκριση του γκαζιού είναι τόσο έντονη που αρκετές φορές μάς ήταν δύσκολο να διατηρήσουμε μια σταθερή ταχύτητα, ακόμα και με την 3η σχέση στο κιβώτιο, ενώ η αλλαγή σε 4η γίνεται αστραπιαία. Πάντως, η αίσθηση είναι τόσο όμορφη που ξεχνάς τις ανάγκες δοκιμής και θέλεις συνέχεια να πατάς και να αφήνεις το γκάζι ακούγοντας αρμονικούς και συγχρόνως θριαμβικούς ήχους, ειδικά μέσα στους στενούς πλακόστρωτους δρόμους των ιταλικών κωμοπόλεων.
Ξεκινάμε από τα πεδινά. Ρυθμίζω το Manettino στο τιμόνι στην επιλογή Comfort (μέγιστη ασφάλεια και άνεση για κάθε χρήση) και μπαίνω στην autostrada για να δοκιμάσω μέχρι ποιον βαθμό η μεταλλική οροφή φιλτράρει τον ήχο του αέρα όταν είναι κλειστή. Το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό ακόμα και σε απαγορευμένες ταχύτητες. Μπαίνοντας στο επαρχιακό οδικό δίκτυο, η διαδικασία προσπέρασης πολύ πιο αργών οχημάτων, όπως τα τρίκυκλα Piaggio Ape και τα δεκάδες Fiat Panda, είναι εξαιρετικά εύκολη, ακόμα και εκεί όπου οι δρόμοι στενεύουν, λίγο πριν από την ανάβασή μας στους λόφους. Ηλιοκαμένοι βετεράνοι ποδηλάτες και ντόπιοι κάτοικοι μας κάνουν νεύμα για να σταματήσουμε επειδή θέλουν απλά να βγάλουν μια φωτογραφία με την Portofino.
Η ποιότητα οδοστρώματος δεν είναι και η καλύτερη, αλλά η ανάρτηση στο πρόγραμμα «Bumpy Road» φιλτράρει σχεδόν τα πάντα, ακόμα και τις εγκάρσιες ανωμαλίες που βρίσκονται σε πληθώρα στις συγκεκριμένες περιοχές. Παρά την ηλεκτρικά υποβοηθούμενη κρεμαγιέρα το τιμόνι εντυπωσιάζει με την αίσθησή του, θυμίζοντας περισσότερο μοντέλο Gran Turismo και λιγότερο Ferrari.
Η Ferrari αποφάσισε να μην τοποθετήσει στην Portofino ορισμένα από τα σύγχρονα συστήματα υποβοήθησης, όπως το Lane Change, που πιθανότατα ο υποψήφιος πελάτης να εκτιμούσε δεόντως. Η ουσία ωστόσο βρίσκεται στον τρόπο με τον οποίο το ιταλικό μοντέλο μπορεί να διαχειριστεί το βάρος των 1.664 kg σε δρόμους γεμάτους στροφές. Η πρώτη μου παρατήρηση αφορά τη χαρακτηριστική ευελιξία της χάρη στην ικανότητα που έχει το πλαίσιο να μοιράζει προοδευτικά το βάρος του αμαξώματος χωρίς απρόοπτα. Αρωγός στα παραπάνω και τα ελαστικά της Pirelli, τοποθετημένα σε ζάντες 20”.
Καθώς ο δρόμος ανοίγει, αντιλαμβάνομαι ξεκάθαρα τα βήματα εξέλιξης που έκανε η Ferrari στον συγκεκριμένο κινητήρα. Πλέον είναι πιο γεμάτος στις υψηλές rpm, με σαφώς βελτιωμένη τη διαχείριση της ροπής. Είναι φορές που νιώθω ότι οδηγώ ένα supercar παρά ένα σπορ προδιαγραφών GT μοντέλο. Καθώς ανηφορίζω στις πλαγιές των λόφων, ανοίγω την οροφή. Oδηγώντας την Portofino στην ιταλική επαρχία δεν μπορείς παρά να αναπολείς τη ρομαντική εποχή του ’70 που δεν έχεις ζήσει. Πόσο διαφορετική να ήταν, αλήθεια, η εμπειρία μιας Ferrari τότε;
Γυρνάω το Μanettino στη Sport ρύθμιση. Τώρα η Portofino προσφέρει περισσότερη ελευθερία κινήσεων, με τα ηλεκτρονικά συστήματα πρόσφυσης, εκτός του ABS, να βγαίνουν μερικώς εκτός λειτουργίας. Εδώ χρειάζεται και η περισσότερη προσοχή, διότι όσο και να «απλοποιήθηκε», μια Ferrari χωρίς ηλεκτρονικά είναι μια άσκηση για ελάχιστους λύτες. Το τιμόνι βαραίνει, ακούει σαν καρτ, αλλά δεν τρομάζει με την ευαισθησία του, τα «paddles» αλλάζουν αστραπιαία ταχύτητες και οι ενδείξεις στα όργανα ικανοποιούν απόλυτα την όραση. Η Portofino είναι εξαιρετική και σε ό,τι αφορά το σύστημα πέδησης: τα carbon-κεραμικά φρένα με τις τεράστιες δισκόπλακες των 390 mm εμπρός και 360 mm πίσω κατορθώνουν να ακινητοποιούν σε ασύλληπτα μικρές αποστάσεις το νέο δημιούργημα από το Μαρανέλο, ενώ η αίσθηση στο πεντάλ παραμένει εξαιρετική ακόμα και μετά από αμέτρητα «πιεσμένα» πατήματα και αδυσώπητα κατεβάσματα στο διπλού συμπλέκτη 7άρι κιβώτιο F1.
Αυτή η νέα Ferrari είναι ένα εξαιρετικό αυτοκίνητο που οδηγείται πολύ γρήγορα, αλλά υπό έντονη πίεση δεν δείχνει τα χαρακτηριστικά μίας 488 ή μίας 812 Superfast, για τον απλούστατο λόγο ότι δεν έχει το ίδιο target group με τα συγκεκριμένα μοντέλα. Η Ferrari επισημαίνει ότι η Portofino διαθέτει νέο πλαίσιο, με λιγότερες κατά 30% συγκολλήσεις σε σχέση με την California T για να εξοικονομηθεί βάρος, και εκτενή χρήση αλουμινίου που βοηθά τόσο την αεροδυναμική όσο και στην αύξηση της στρεπτικής ακαμψίας του αμαξώματος σε ποσοστό 35%.
Παρ’ όλα αυτά δεν μπορούμε να μην αναφέρουμε ότι άλλα ανοιχτά μοντέλα, όπως η 488 Spider και η McLaren 570S, προσφέρουν καλύτερη ποιότητα κύλισης, παρότι πιο προσανατολισμένα στη σπορ οδήγηση απ’ ό,τι η Portofino. Η οποία μπορεί μεν να προσφέρει θεαματικές πλαγιολισθήσεις, βοηθούμενη από το τελευταίας γενιάς ηλεκτρονικό διαφορικό E-Diff3 στον πίσω άξονα, αλλά υπάρχουν αρκετά σημεία που πρέπει να διαχειριστεί ο οδηγός: Η μεγαλύτερη κατανομή του βάρους στον εμπρός άξονα προκαλεί υπό προϋποθέσεις το φαινόμενο της υποστροφής, ενώ στην πλαγιολίσθηση υπάρχει η αίσθηση ότι το πίσω μέρος δεν ακολουθεί το υπόλοιπο του αυτοκινήτου. Γι’ αυτό ευθύνονται η ρύθμιση της πίσω ανάρτησης των πολλαπλών συνδέσμων, η δομή του αμαξώματος και η αίσθηση του συστήματος διεύθυνσης, το οποίο βαραίνει αδικαιολόγητα εκεί όπου δεν χρειάζεται.
Αλλά μήπως διυλίζουμε τον κώνωπα; Ο τυπικός ιδιοκτήτης της Ferrari Portofino πιθανότατα δεν θα οδηγήσει πέρα από τα 6/10, οπότε σε αυτή την περίπτωση το νέο entry level μοντέλο της ιταλικής φίρμας θα κάνει ό,τι ονειρευόταν. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι την τελευταία φορά που οδήγησα την California T είχα δηλώσει ότι ο αντικαταστάτης της θα έπρεπε να είναι μία φθηνότερη F12, ένα μοντέλο που θα μπορούσε να μεταμορφωθεί από ένα GT σε χούλιγκαν των δρόμων. Η Portofino έρχεται μεν πιο κοντά σε αυτό, αλλά μου άφησε μια γλυκόπικρη γεύση.
TECH
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ: 3.855 cc, V8, twin-turbo, 600 [email protected] rpm, 77,5 [email protected] rpm
ΚΙΒΩΤΙΟ: AYTOMATO ΔΙΠΛΟΥ ΣΥΜΠΛΕΚΤΗ, 7 ΣΧΕΣΕΩΝ
ΜΕΤΑΔΟΣΗ: ΣΤΟΥΣ ΠΙΣΩ ΤΡΟΧΟΥΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ: ΔΙΠΛΑ ΨΑΛΙΔΙΑ (Ε), ΠΟΛΛΑΠΛΩΝ ΣΥΝΔΕΣΜΩΝ (Π)
ΜΕΣΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ: 10,7 lt/100 km
CO2: 245 g/km
0-100 KM/H: 3,5”
ΤΕΛΙΚΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ: >320 km/h
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ (Μ/Π/Υ): 4.586/1.938/1.318 mm
ΜΕΤΑΞΟΝΙΟ: 2.670 mm
ΒΑΡΟΣ: 1.664 kg
ΤΙΜΗ: €191.000 (ΜΕΓ. ΒΡΕΤΑΝΙΑ)
anatakti
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Οι 6 πιο υγιεινοί ξηροί καρποί που πρέπει να τρώμε
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ