2018-09-09 00:37:40
ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΟΥ «ΕΡΓΟΥ» ΣΤΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΥΓΕΙΑ
rizospastis.gr
Από παλιότερη κινητοποίηση των υγειονομικών
Μιλώντας σε φιέστα που έγινε πριν από λίγες μέρες στη Θεσσαλονίκη, η ηγεσία του υπουργείου Υγείας απέδωσε στα μνημόνια τη σημερινή κατάσταση στον τομέα της Υγείας και προσπάθησε να καλλιεργήσει προσδοκίες ότι τα πράγματα θα αλλάξουν σταδιακά προς το καλύτερο «τώρα που μπαίνουμε σε πορεία ανάπτυξης».
Βασική προϋπόθεση όμως αυτής της ανάκαμψης, που στηρίζεται στους επιχειρηματικούς ομίλους, είναι το χτύπημα των λαϊκών δικαιωμάτων και σε ό,τι αφορά στην Υγεία, «πατάει» στο μηδενισμό της κρατικής χρηματοδότησης, σε φθηνότερους και λιγότερους εργαζόμενους, στην ανατροπή των εργασιακών σχέσεων. Δηλαδή, ό,τι προβλέπουν οι μνημονιακοί νόμοι, που γι' αυτό εξάλλου παραμένουν σε ισχύ.
«Το μεγάλο στοίχημα στη μεταμνημονιακή περίοδο είναι ένα νέο εθνικό σύστημα Υγείας που θα υπηρετεί την ισότητα και την καθολική κάλυψη των πολιτών (...) Είμαστε υπέρ της ανάπτυξης του δημόσιου συστήματος Υγείας»,υποστήριξε μεταξύ άλλων από τη Θεσσαλονίκη ο υπουργός Υγείας.
Η κυβέρνηση, όμως, εννοεί την ισότητα προς τα κάτω. Εννοεί ελάχιστες δημόσιες δωρεάν παροχές και αυξημένες πληρωμές. Και το ερώτημα εύλογο: Ποιο δημόσιο σύστημα Υγείας προασπίζεται η κυβέρνηση, όταν η κρατική κάνουλα έχει κλείσει και τα νοσοκομεία καλούνται να λειτουργήσουν με τα έσοδα από τις πωλήσεις που κάνουν στον ΕΟΠΥΥ και τους ασθενείς; Στηρίζει το δημόσιο σύστημα Υγείας που «πατάει» σε επιχειρηματική και εμπορευματική βάση.
Σε ό,τι αφορά την κρατική χρηματοδότηση, ο υπουργός Υγείας Ανδ. Ξανθός ισχυρίστηκε ότι οι δημόσιες δαπάνες Υγείας «αυξήθηκαν στο 5,2% του ΑΕΠ(...) τη στιγμή που ο μέσος όρος στην Ευρώπη είναι 7% - 7,2%». Δεν είπε βέβαια ότι πριν το 2009 άγγιζαν το 6,8% του ΑΕΠ, αφήνοντας και τότε τεράστια κενά στην ανάγκη των λαϊκών στρωμάτων για δημόσιες υπηρεσίες Υγείας.
Ούτε βέβαια διανοήθηκε να ομολογήσει ότι την ίδια στιγμή που η Υγεία στενάζει, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ κρατάει τα σκήπτρα στις στρατιωτικές δαπάνες, καθώς την τελευταία δεκαπενταετία είναι σταθερά στις πρώτες χώρες (μετά τις ΗΠΑ) στις δαπάνες που διαθέτει για το ΝΑΤΟ (πάνω από 4 δισ. ευρώ κάθε χρόνο).
Οσο για το επιχείρημα που ακούστηκε ότι «οι δημόσιες δαπάνες Υγείας σταμάτησαν να περικόπτονται από το 2015» και «πλέον έχουμε αύξηση των εσόδων του ΕΟΠΥΥ», η αλήθεια είναι η εξής: Συνολικά, τα κονδύλια του κρατικού προϋπολογισμού για την Υγεία από το 2010 έως το 2018 μειώθηκαν προοδευτικά σε ποσοστό που φτάνει έως και το 50%! Η ίδια πτωτική πορεία προμηνύεται και για το 2019.
Μόνο το 2016, ο κρατικός προϋπολογισμός για την Υγεία κατακρεουργήθηκε κατά 22,5% και το 2018 η κυβέρνηση πετσόκοψε άλλα 363 εκατ. ευρώ. Το 2017 μείωσε την κρατική επιχορήγηση προς τον ΕΟΠΥΥ κατά 200 εκατομμύρια ευρώ (μείωση 38% σε σχέση με το 2016). Το 2018 ουσιαστικά μηδένισε την επιχορήγησή του, κόβοντας άλλα 226 εκατ. ευρώ (που σημαίνει αυξημένες - άμεσες και έμμεσες - πληρωμές των εργαζομένων και των συνταξιούχων για ακόμη λιγότερες υπηρεσίες) και αφήνοντας μόλις 100 εκατ. ευρώ υποτίθεται για τις ανάγκες των ανασφάλιστων (67 ευρώ για κάθε ανασφάλιστο, που αντιστοιχεί σε 2 εποχικά εμβόλια).
Το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων του ΕΟΠΥΥ προέρχεται από τις αυξημένες ασφαλιστικές εισφορές για την υγειονομική περίθαλψη στις κύριες και επικουρικές συντάξεις, που μόνο για το 2017 υπολογίζονταν σε 717 εκατ. ευρώ.
Διεύρυνση της ελαστικής εργασίας
Σε ό,τι αφορά τους εργαζόμενους στο δημόσιο σύστημα της Υγείας, ο υπουργός ισχυρίστηκε ότι «η πτωτική τάση σταμάτησε το 2015 (...) είχαμε μικρή αλλά κρίσιμη ένεση ανθρώπινων και υλικών πόρων με τη βοήθεια του ανθρώπινου δυναμικού του συστήματος Υγείας». Ωστόσο, όλες οι μέχρι τώρα κυβερνήσεις εφαρμόζουν συνειδητά την πολιτική της ΕΕ για διεύρυνση της ελαστικής απασχόλησης και το παραπέρα χτύπημα της μόνιμης και σταθερής δουλειάς.
Το μόνιμο προσωπικό των δημόσιων νοσοκομείων μειώθηκε δραματικά, από τις 104.000 στις 78.000 περίπου, ενώ σημειώνεται αύξηση της προσέλευσης των ασθενών στα νοσοκομεία κατά 25%. Μόνο τον τελευταίο χρόνο υπήρξε περαιτέρω μείωση κατά 1.700 εργαζόμενους περίπου, ενώ μέσα στο 2018 θα υπάρξουν 1.500 αποχωρήσεις - απολύσεις γιατρών. Πριν από λίγες μέρες - και παρά τις κυβερνητικές διαβεβαιώσεις για το αντίθετο - απολύθηκαν εκατοντάδες συμβασιούχοι (μέσω ΚΕΕΛΠΝΟ, που δούλευαν με «μπλοκάκι») από τα νοσοκομεία, ενώ συνεχίζονται οι απολύσεις των επικουρικών γιατρών.
Τους επόμενους μήνες αναμένεται να απολυθούν διαδοχικά περίπου 15.000 εργαζόμενοι με ελαστικές σχέσεις εργασίας (επικουρικοί, ΚΕΕΛΠΝΟ, ΟΑΕΔ, εργολαβικοί κ.ά.), τινάζοντας στον αέρα τη λειτουργία τμημάτων και κλινικών που απειλούνται με κλείσιμο (π.χ. στην Παιδοψυχιατρική Μονάδα του «Θριασίου» υπάρχει μόνο ένας παιδοψυχίατρος επικουρικός). Τη θέση τους θα πάρουν άλλοι συμβασιούχοι, με ημερομηνία λήξης, και μέχρι τότε όλοι μαζί θα χρησιμοποιούνται ως εκλογική δεξαμενή για «ψήφο και παράταση - σύμβαση».
Την ίδια στιγμή, πολύτιμη επιστημονική πείρα και ωρίμανση πηγαίνει στα αζήτητα. Η κυβέρνηση υπόσχεται για τη «μεταμνημονιακή» εποχή ότι «όλα θα αλλάξουν», καθώς «το ισοζύγιο θα είναι 1 πρόσληψη - 1 αποχώρηση», μηδενίζοντας όμως το κοντέρ, δηλαδή παίρνοντας ως «αυτονόητο» και τελειωμένη υπόθεση τις μέχρι τότε αποχωρήσεις - απολύσεις.
Και δεν είναι μόνο αυτά: Η κυβέρνηση ήδη προσανατολίζεται στην εφαρμογή της «διευθέτησης» του χρόνου εργασίας των γιατρών (για αρχή), ενσωματώνοντας όλες τις αντιδραστικές ευρωπαϊκές Οδηγίες που ελαστικοποιούν το ωράριο, καταργούν τον σταθερό ημερήσιο και εβδομαδιαίο χρόνο εργασίας των γιατρών, επιβάλλουν εφημερίες όλες τις καθημερινές για πάνω από ένα μήνα.
Καθιερώνει το «opt out», δηλαδή με «ατομική συναίνεση» του γιατρού ο μέσος εβδομαδιαίος χρόνος εργασίας θα μπορεί να αυξάνεται από τις 48 στις 60 ώρες - κάτι που θα αποτελεί τον κανόνα, με δεδομένες και τις τραγικές ελλείψεις. Ενισχύει τα «εντέλλεσθε», που δίνουν και παίρνουν στα νοσοκομεία, τα φαινόμενα αυθαιρεσίας και αυταρχισμού διοικήσεων και διευθυντών, που πολλαπλασιάζονται, με το πρόσχημα της «ελεύθερης συναίνεσης του γιατρού».
Οι περικοπές στην ΠΦΥ «κλειδί» για τη μείωση των κρατικών δαπανών
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε ο υπουργός και στη «νέα μεγάλη τομή» που είναι η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, και στους σχεδιασμούς για περαιτέρω επέκταση των Τοπικών Μονάδων Υγείας (ΤΟΜΥ) σε όλη τη χώρα. «Το νέο μοντέλο ήδη προσφέρει ποιοτικές υπηρεσίες, με έμφαση όχι μόνο στη θεραπεία αλλά και στην πρόληψη», είπε.
Οι περιβόητες ΤΟΜΥ αποτελούν ένα συνονθύλευμα μονάδων του εμπορευματοποιημένου δημόσιου και ιδιωτικού επιχειρηματικού τομέα, με τον «οικογενειακό γιατρό» να λειτουργεί στην πραγματικότητα ως «κόφτης» για παραπέρα εξετάσεις και ιατρικές επισκέψεις σε γιατρούς άλλων ειδικοτήτων. Οι ΤΟΜΥ έχουν ως αποστολή και περιεχόμενο να εξασφαλίζουν την υλοποίηση του σχεδίου παροχής ελάχιστων και τελείως ανεπαρκών υπηρεσιών Υγείας.
Και μιας και γίνεται λόγος για τη Θεσσαλονίκη: Στο 5ο Διαμέρισμα της πόλης και στην Καλαμαριά, το Κέντρο Υγείας Βότση και δύο ΤΟΜΥ λειτουργούν συνολικά με 8 παθολόγους και 5 γενικούς γιατρούς (χωρίς να υπάρχει άλλη ειδικότητα), οι οποίοι καλούνται να καλύψουν τις ανάγκες 300.000 και πλέον κατοίκων.
Στην ανατολική Θεσσαλονίκη, με εκατοντάδες χιλιάδες κατοίκους, τα τέσσερα Κέντρα Υγείας (Βότση, Χαριλάου, πρώην «Αφροδίσιο» και Τούμπας) λειτουργούν μόνο τις πρωινές ώρες, λόγω έλλειψης προσωπικού. Στις ΤΟΜΥ Κιλκίς και Ξάνθης δεν υπάρχει καν παιδίατρος. Σύμφωνα με τον Ιατρικό Σύλλογο Θεσσαλονίκης, «αν αθροίσει κάποιος τους γιατρούς (σε ΤΟΜΥ και Κέντρα Υγείας) στη Θεσσαλονίκη (...) θα διαπιστώσει ότι δεν θα μπορούν να εξυπηρετούν περισσότερους από 200.000 πολίτες».
Εν κατακλείδι, κοινή θέση όλων των αστικών κυβερνήσεων και κομμάτων, της ΕΕ, του ΔΝΤ και αστών επιστημόνων, είναι ότι από την ΠΦΥ εξαρτάται η μείωση των κρατικών και ασφαλιστικών δαπανών για την Υγεία του λαού. Με λίγα λόγια, τα (ακόμα) χειρότερα είναι μπροστά για το λαό.
Οσο για τους ανασφάλιστους, στους οποίους επίσης αναφέρθηκε ο υπουργός, για να διαφημίσει τη «δωρεάν» κάλυψή τους από το ΕΣΥ, σε αντίθεση με τις προηγούμενες κυβερνήσεις, η πραγματικότητα πίσω από το μύθο έχει ως εξής: Είναι δεδομένο ότι οι ανασφάλιστοι πρέπει να έχουν ορισμένο επίπεδο υπηρεσιών Υγείας ώστε να συντηρείται η εργατική δύναμη και να είναι διαθέσιμη ανά πάσα στιγμή προς εκμετάλλευση. Γι' αυτό άλλωστε σε πολλά έγγραφα της ΕΕ εκφράζεται ανησυχία για όσους έχουν «πεταχτεί εκτός συστήματος».
Ολα τα αστικά κόμματα ασχολήθηκαν με τη διαχείριση αυτού του προβλήματος, με την προϋπόθεση ότι όποιο μέτρο κι αν παρθεί δεν θα επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό, που έρχεται σε αντίθεση με την ανταγωνιστικότητα. Σήμερα, η κάλυψη των αναγκών τους γίνεται χωρίς ούτε ένα ευρώ από το κράτος, αλλά από τους υπόλοιπους εργαζόμενους και συνταξιούχους, που καταβάλλουν αυξημένες εισφορές.
«Το θέμα είναι» η εμπορευματοποίηση του Φαρμάκου
Τέλος, σε ό,τι αφορά τη φαρμακευτική πολιτική, ο υπουργός Υγείας είπε ότι το θέμα είναι να υπάρξει ένας μηχανισμός αξιόπιστης αξιολόγησης νέων φαρμάκων και να έχουν ισότιμη πρόσβαση όλοι οι πολίτες.
Ας δούμε όμως πώς έχει πραγματικά η κατάσταση για τους ασθενείς: Η δημόσια (κρατική και ασφαλιστική) φαρμακευτική δαπάνη για το 2018 έχει καθηλωθεί - όπως και τα δύο προηγούμενα χρόνια - στα 1,94 δισ. ευρώ, ενώ σ' αυτό το ποσό έχουν συμπεριληφθεί πλέον και οι δαπάνες για τα εμβόλια (πριν υπήρχε ξεχωριστό κονδύλι) και για την κάλυψη των ανασφάλιστων σε φάρμακα. Οι πληρωμές των ασθενών έχουν εκτιναχθεί (μεσοσταθμικά από το 9% έχουν ανέβει στο 30%), υπολογίζοντας μόνο τα φάρμακα της θετικής λίστας.Το κράτος και τα ασφαλιστικά ταμεία πληρώνουν 57,7% λιγότερα και οι ασφαλισμένοι 43,1% περισσότερα σε σχέση με το 2009.
Η αλήθεια είναι επομένως ότι χιλιάδες ασθενείς ζουν - πολλές φορές με τραγικό τρόπο - στο πετσί τους τις συνέπειες της εμπορευματοποίησης του Φαρμάκου και του αμείλικτου ανταγωνισμού μεταξύ των φαρμακοβιομηχανιών για το ποιος θα αρπάξει το μεγαλύτερο κομμάτι της «πίτας» του 1,5 τρισ. δολαρίων της παγκόσμιας φαρμακευτικής δαπάνης. Ο στόχος τους για παραπέρα αύξηση των κερδών καθορίζει ποια φάρμακα θα παραχθούν, θα διακινηθούν, σε τι ποσότητες και σε ποια κατεύθυνση θα κινηθεί η έρευνα για καινοτόμα φάρμακα ***
Ετσι έχουν τα πράγματα. Και όσους μύθους κι αν χρησιμοποιήσουν, όσο κι αν προσπαθήσουν να φέρουν την πραγματικότητα στα μέτρα τους, αυτό που βιώνουν καθημερινά υγειονομικοί και ασθενείς τούς διαψεύδει. Και στην προσπάθειά τους να καλλιεργήσουν το χαμήλωμα των απαιτήσεων, η απάντηση δεν είναι το «μικρότερο κακό», αλλά η οργάνωση του αγώνα για ανάκτηση των απωλειών, η πάλη για τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες.
Ε. Τζ.
medispin
rizospastis.gr
Από παλιότερη κινητοποίηση των υγειονομικών
Μιλώντας σε φιέστα που έγινε πριν από λίγες μέρες στη Θεσσαλονίκη, η ηγεσία του υπουργείου Υγείας απέδωσε στα μνημόνια τη σημερινή κατάσταση στον τομέα της Υγείας και προσπάθησε να καλλιεργήσει προσδοκίες ότι τα πράγματα θα αλλάξουν σταδιακά προς το καλύτερο «τώρα που μπαίνουμε σε πορεία ανάπτυξης».
Βασική προϋπόθεση όμως αυτής της ανάκαμψης, που στηρίζεται στους επιχειρηματικούς ομίλους, είναι το χτύπημα των λαϊκών δικαιωμάτων και σε ό,τι αφορά στην Υγεία, «πατάει» στο μηδενισμό της κρατικής χρηματοδότησης, σε φθηνότερους και λιγότερους εργαζόμενους, στην ανατροπή των εργασιακών σχέσεων. Δηλαδή, ό,τι προβλέπουν οι μνημονιακοί νόμοι, που γι' αυτό εξάλλου παραμένουν σε ισχύ.
«Το μεγάλο στοίχημα στη μεταμνημονιακή περίοδο είναι ένα νέο εθνικό σύστημα Υγείας που θα υπηρετεί την ισότητα και την καθολική κάλυψη των πολιτών (...) Είμαστε υπέρ της ανάπτυξης του δημόσιου συστήματος Υγείας»,υποστήριξε μεταξύ άλλων από τη Θεσσαλονίκη ο υπουργός Υγείας.
Η κυβέρνηση, όμως, εννοεί την ισότητα προς τα κάτω. Εννοεί ελάχιστες δημόσιες δωρεάν παροχές και αυξημένες πληρωμές. Και το ερώτημα εύλογο: Ποιο δημόσιο σύστημα Υγείας προασπίζεται η κυβέρνηση, όταν η κρατική κάνουλα έχει κλείσει και τα νοσοκομεία καλούνται να λειτουργήσουν με τα έσοδα από τις πωλήσεις που κάνουν στον ΕΟΠΥΥ και τους ασθενείς; Στηρίζει το δημόσιο σύστημα Υγείας που «πατάει» σε επιχειρηματική και εμπορευματική βάση.
Σε ό,τι αφορά την κρατική χρηματοδότηση, ο υπουργός Υγείας Ανδ. Ξανθός ισχυρίστηκε ότι οι δημόσιες δαπάνες Υγείας «αυξήθηκαν στο 5,2% του ΑΕΠ(...) τη στιγμή που ο μέσος όρος στην Ευρώπη είναι 7% - 7,2%». Δεν είπε βέβαια ότι πριν το 2009 άγγιζαν το 6,8% του ΑΕΠ, αφήνοντας και τότε τεράστια κενά στην ανάγκη των λαϊκών στρωμάτων για δημόσιες υπηρεσίες Υγείας.
Ούτε βέβαια διανοήθηκε να ομολογήσει ότι την ίδια στιγμή που η Υγεία στενάζει, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ κρατάει τα σκήπτρα στις στρατιωτικές δαπάνες, καθώς την τελευταία δεκαπενταετία είναι σταθερά στις πρώτες χώρες (μετά τις ΗΠΑ) στις δαπάνες που διαθέτει για το ΝΑΤΟ (πάνω από 4 δισ. ευρώ κάθε χρόνο).
Οσο για το επιχείρημα που ακούστηκε ότι «οι δημόσιες δαπάνες Υγείας σταμάτησαν να περικόπτονται από το 2015» και «πλέον έχουμε αύξηση των εσόδων του ΕΟΠΥΥ», η αλήθεια είναι η εξής: Συνολικά, τα κονδύλια του κρατικού προϋπολογισμού για την Υγεία από το 2010 έως το 2018 μειώθηκαν προοδευτικά σε ποσοστό που φτάνει έως και το 50%! Η ίδια πτωτική πορεία προμηνύεται και για το 2019.
Μόνο το 2016, ο κρατικός προϋπολογισμός για την Υγεία κατακρεουργήθηκε κατά 22,5% και το 2018 η κυβέρνηση πετσόκοψε άλλα 363 εκατ. ευρώ. Το 2017 μείωσε την κρατική επιχορήγηση προς τον ΕΟΠΥΥ κατά 200 εκατομμύρια ευρώ (μείωση 38% σε σχέση με το 2016). Το 2018 ουσιαστικά μηδένισε την επιχορήγησή του, κόβοντας άλλα 226 εκατ. ευρώ (που σημαίνει αυξημένες - άμεσες και έμμεσες - πληρωμές των εργαζομένων και των συνταξιούχων για ακόμη λιγότερες υπηρεσίες) και αφήνοντας μόλις 100 εκατ. ευρώ υποτίθεται για τις ανάγκες των ανασφάλιστων (67 ευρώ για κάθε ανασφάλιστο, που αντιστοιχεί σε 2 εποχικά εμβόλια).
Το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων του ΕΟΠΥΥ προέρχεται από τις αυξημένες ασφαλιστικές εισφορές για την υγειονομική περίθαλψη στις κύριες και επικουρικές συντάξεις, που μόνο για το 2017 υπολογίζονταν σε 717 εκατ. ευρώ.
Διεύρυνση της ελαστικής εργασίας
Σε ό,τι αφορά τους εργαζόμενους στο δημόσιο σύστημα της Υγείας, ο υπουργός ισχυρίστηκε ότι «η πτωτική τάση σταμάτησε το 2015 (...) είχαμε μικρή αλλά κρίσιμη ένεση ανθρώπινων και υλικών πόρων με τη βοήθεια του ανθρώπινου δυναμικού του συστήματος Υγείας». Ωστόσο, όλες οι μέχρι τώρα κυβερνήσεις εφαρμόζουν συνειδητά την πολιτική της ΕΕ για διεύρυνση της ελαστικής απασχόλησης και το παραπέρα χτύπημα της μόνιμης και σταθερής δουλειάς.
Το μόνιμο προσωπικό των δημόσιων νοσοκομείων μειώθηκε δραματικά, από τις 104.000 στις 78.000 περίπου, ενώ σημειώνεται αύξηση της προσέλευσης των ασθενών στα νοσοκομεία κατά 25%. Μόνο τον τελευταίο χρόνο υπήρξε περαιτέρω μείωση κατά 1.700 εργαζόμενους περίπου, ενώ μέσα στο 2018 θα υπάρξουν 1.500 αποχωρήσεις - απολύσεις γιατρών. Πριν από λίγες μέρες - και παρά τις κυβερνητικές διαβεβαιώσεις για το αντίθετο - απολύθηκαν εκατοντάδες συμβασιούχοι (μέσω ΚΕΕΛΠΝΟ, που δούλευαν με «μπλοκάκι») από τα νοσοκομεία, ενώ συνεχίζονται οι απολύσεις των επικουρικών γιατρών.
Τους επόμενους μήνες αναμένεται να απολυθούν διαδοχικά περίπου 15.000 εργαζόμενοι με ελαστικές σχέσεις εργασίας (επικουρικοί, ΚΕΕΛΠΝΟ, ΟΑΕΔ, εργολαβικοί κ.ά.), τινάζοντας στον αέρα τη λειτουργία τμημάτων και κλινικών που απειλούνται με κλείσιμο (π.χ. στην Παιδοψυχιατρική Μονάδα του «Θριασίου» υπάρχει μόνο ένας παιδοψυχίατρος επικουρικός). Τη θέση τους θα πάρουν άλλοι συμβασιούχοι, με ημερομηνία λήξης, και μέχρι τότε όλοι μαζί θα χρησιμοποιούνται ως εκλογική δεξαμενή για «ψήφο και παράταση - σύμβαση».
Την ίδια στιγμή, πολύτιμη επιστημονική πείρα και ωρίμανση πηγαίνει στα αζήτητα. Η κυβέρνηση υπόσχεται για τη «μεταμνημονιακή» εποχή ότι «όλα θα αλλάξουν», καθώς «το ισοζύγιο θα είναι 1 πρόσληψη - 1 αποχώρηση», μηδενίζοντας όμως το κοντέρ, δηλαδή παίρνοντας ως «αυτονόητο» και τελειωμένη υπόθεση τις μέχρι τότε αποχωρήσεις - απολύσεις.
Και δεν είναι μόνο αυτά: Η κυβέρνηση ήδη προσανατολίζεται στην εφαρμογή της «διευθέτησης» του χρόνου εργασίας των γιατρών (για αρχή), ενσωματώνοντας όλες τις αντιδραστικές ευρωπαϊκές Οδηγίες που ελαστικοποιούν το ωράριο, καταργούν τον σταθερό ημερήσιο και εβδομαδιαίο χρόνο εργασίας των γιατρών, επιβάλλουν εφημερίες όλες τις καθημερινές για πάνω από ένα μήνα.
Καθιερώνει το «opt out», δηλαδή με «ατομική συναίνεση» του γιατρού ο μέσος εβδομαδιαίος χρόνος εργασίας θα μπορεί να αυξάνεται από τις 48 στις 60 ώρες - κάτι που θα αποτελεί τον κανόνα, με δεδομένες και τις τραγικές ελλείψεις. Ενισχύει τα «εντέλλεσθε», που δίνουν και παίρνουν στα νοσοκομεία, τα φαινόμενα αυθαιρεσίας και αυταρχισμού διοικήσεων και διευθυντών, που πολλαπλασιάζονται, με το πρόσχημα της «ελεύθερης συναίνεσης του γιατρού».
Οι περικοπές στην ΠΦΥ «κλειδί» για τη μείωση των κρατικών δαπανών
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε ο υπουργός και στη «νέα μεγάλη τομή» που είναι η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, και στους σχεδιασμούς για περαιτέρω επέκταση των Τοπικών Μονάδων Υγείας (ΤΟΜΥ) σε όλη τη χώρα. «Το νέο μοντέλο ήδη προσφέρει ποιοτικές υπηρεσίες, με έμφαση όχι μόνο στη θεραπεία αλλά και στην πρόληψη», είπε.
Οι περιβόητες ΤΟΜΥ αποτελούν ένα συνονθύλευμα μονάδων του εμπορευματοποιημένου δημόσιου και ιδιωτικού επιχειρηματικού τομέα, με τον «οικογενειακό γιατρό» να λειτουργεί στην πραγματικότητα ως «κόφτης» για παραπέρα εξετάσεις και ιατρικές επισκέψεις σε γιατρούς άλλων ειδικοτήτων. Οι ΤΟΜΥ έχουν ως αποστολή και περιεχόμενο να εξασφαλίζουν την υλοποίηση του σχεδίου παροχής ελάχιστων και τελείως ανεπαρκών υπηρεσιών Υγείας.
Και μιας και γίνεται λόγος για τη Θεσσαλονίκη: Στο 5ο Διαμέρισμα της πόλης και στην Καλαμαριά, το Κέντρο Υγείας Βότση και δύο ΤΟΜΥ λειτουργούν συνολικά με 8 παθολόγους και 5 γενικούς γιατρούς (χωρίς να υπάρχει άλλη ειδικότητα), οι οποίοι καλούνται να καλύψουν τις ανάγκες 300.000 και πλέον κατοίκων.
Στην ανατολική Θεσσαλονίκη, με εκατοντάδες χιλιάδες κατοίκους, τα τέσσερα Κέντρα Υγείας (Βότση, Χαριλάου, πρώην «Αφροδίσιο» και Τούμπας) λειτουργούν μόνο τις πρωινές ώρες, λόγω έλλειψης προσωπικού. Στις ΤΟΜΥ Κιλκίς και Ξάνθης δεν υπάρχει καν παιδίατρος. Σύμφωνα με τον Ιατρικό Σύλλογο Θεσσαλονίκης, «αν αθροίσει κάποιος τους γιατρούς (σε ΤΟΜΥ και Κέντρα Υγείας) στη Θεσσαλονίκη (...) θα διαπιστώσει ότι δεν θα μπορούν να εξυπηρετούν περισσότερους από 200.000 πολίτες».
Εν κατακλείδι, κοινή θέση όλων των αστικών κυβερνήσεων και κομμάτων, της ΕΕ, του ΔΝΤ και αστών επιστημόνων, είναι ότι από την ΠΦΥ εξαρτάται η μείωση των κρατικών και ασφαλιστικών δαπανών για την Υγεία του λαού. Με λίγα λόγια, τα (ακόμα) χειρότερα είναι μπροστά για το λαό.
Οσο για τους ανασφάλιστους, στους οποίους επίσης αναφέρθηκε ο υπουργός, για να διαφημίσει τη «δωρεάν» κάλυψή τους από το ΕΣΥ, σε αντίθεση με τις προηγούμενες κυβερνήσεις, η πραγματικότητα πίσω από το μύθο έχει ως εξής: Είναι δεδομένο ότι οι ανασφάλιστοι πρέπει να έχουν ορισμένο επίπεδο υπηρεσιών Υγείας ώστε να συντηρείται η εργατική δύναμη και να είναι διαθέσιμη ανά πάσα στιγμή προς εκμετάλλευση. Γι' αυτό άλλωστε σε πολλά έγγραφα της ΕΕ εκφράζεται ανησυχία για όσους έχουν «πεταχτεί εκτός συστήματος».
Ολα τα αστικά κόμματα ασχολήθηκαν με τη διαχείριση αυτού του προβλήματος, με την προϋπόθεση ότι όποιο μέτρο κι αν παρθεί δεν θα επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό, που έρχεται σε αντίθεση με την ανταγωνιστικότητα. Σήμερα, η κάλυψη των αναγκών τους γίνεται χωρίς ούτε ένα ευρώ από το κράτος, αλλά από τους υπόλοιπους εργαζόμενους και συνταξιούχους, που καταβάλλουν αυξημένες εισφορές.
«Το θέμα είναι» η εμπορευματοποίηση του Φαρμάκου
Τέλος, σε ό,τι αφορά τη φαρμακευτική πολιτική, ο υπουργός Υγείας είπε ότι το θέμα είναι να υπάρξει ένας μηχανισμός αξιόπιστης αξιολόγησης νέων φαρμάκων και να έχουν ισότιμη πρόσβαση όλοι οι πολίτες.
Ας δούμε όμως πώς έχει πραγματικά η κατάσταση για τους ασθενείς: Η δημόσια (κρατική και ασφαλιστική) φαρμακευτική δαπάνη για το 2018 έχει καθηλωθεί - όπως και τα δύο προηγούμενα χρόνια - στα 1,94 δισ. ευρώ, ενώ σ' αυτό το ποσό έχουν συμπεριληφθεί πλέον και οι δαπάνες για τα εμβόλια (πριν υπήρχε ξεχωριστό κονδύλι) και για την κάλυψη των ανασφάλιστων σε φάρμακα. Οι πληρωμές των ασθενών έχουν εκτιναχθεί (μεσοσταθμικά από το 9% έχουν ανέβει στο 30%), υπολογίζοντας μόνο τα φάρμακα της θετικής λίστας.Το κράτος και τα ασφαλιστικά ταμεία πληρώνουν 57,7% λιγότερα και οι ασφαλισμένοι 43,1% περισσότερα σε σχέση με το 2009.
Η αλήθεια είναι επομένως ότι χιλιάδες ασθενείς ζουν - πολλές φορές με τραγικό τρόπο - στο πετσί τους τις συνέπειες της εμπορευματοποίησης του Φαρμάκου και του αμείλικτου ανταγωνισμού μεταξύ των φαρμακοβιομηχανιών για το ποιος θα αρπάξει το μεγαλύτερο κομμάτι της «πίτας» του 1,5 τρισ. δολαρίων της παγκόσμιας φαρμακευτικής δαπάνης. Ο στόχος τους για παραπέρα αύξηση των κερδών καθορίζει ποια φάρμακα θα παραχθούν, θα διακινηθούν, σε τι ποσότητες και σε ποια κατεύθυνση θα κινηθεί η έρευνα για καινοτόμα φάρμακα ***
Ετσι έχουν τα πράγματα. Και όσους μύθους κι αν χρησιμοποιήσουν, όσο κι αν προσπαθήσουν να φέρουν την πραγματικότητα στα μέτρα τους, αυτό που βιώνουν καθημερινά υγειονομικοί και ασθενείς τούς διαψεύδει. Και στην προσπάθειά τους να καλλιεργήσουν το χαμήλωμα των απαιτήσεων, η απάντηση δεν είναι το «μικρότερο κακό», αλλά η οργάνωση του αγώνα για ανάκτηση των απωλειών, η πάλη για τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες.
Ε. Τζ.
medispin
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Δύο Ελληνίδες κατέκτησαν την υψηλότερη κορυφή της Ωκεανίας
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ