2019-02-25 21:00:43
Ήταν κάποτε ένα παιχνίδι υπομονής, ένα ευτελές, απλό παιχνίδι, όχι μεγαλύτερο από ένα ρολόι τσέπης και χωρίς την παραμικρή ιδιαιτερότητα. Στην καφεκόκκινη, ξύλινη επιφάνεια, ήταν χαραγμένα κάποια γαλάζια διακλαδιζόμενα μονοπάτια που κατέληγαν σε μια μικρή κοιλότητα.
Γέρνοντας και κουνώντας το παιχνίδι έπρεπε κανείς να κάνει τον επίσης γαλάζιο βόλο να μπει σε κάποιο από τα μονοπάτια και στη συνέχια να καταλήξει στην κοιλότητα.
Έτσι και έμπαινε ο βόλος στην κοιλότητα είχε τελειώσει το παιχνίδι, αν ήθελε κανείς να ξαναρχίσει έπρεπε κουνώντας τον να τον βγάλει και πάλι.
Η επιφάνεια αυτή ήταν καλυμμένη στο σύνολό της από ένα γερό, κυρτό γυαλί, μπορούσε κανείς να βάλει το παιχνίδι στην τσέπη του, να το πάρει μαζί του και ανά πάσα στιγμή, όπου κι αν βρισκόταν, να το ξαναβγάλει και να παίξει.
Όταν δεν ήταν απασχολημένος ο βόλος σεργιάνιζε συνήθως με τα χέρια δεμένα πίσω στν πλάτη του πάνω κάτω στο υψίπεδο, αποφεύγοντας τα μονοπάτια.
Θεωρούσε ότι αρκετά βασανιζόταν με τα μονοπάτια κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού και πως είχε κάθε δικαίωμα, όσο δεν έπαιζε κανείς, να ξεκουράζεται στην ανοιχτή πεδιάδα.
Είχε ένα φαρδύ βηματισμό και ισχυριζόταν ότι δεν ήταν καμωμένος για τα στενά μονοπάτια.
Αυτό ήταν εν μέρει αληθές, καθώς τα μονοπάτια μετά βίας τον χωρούσαν, ήταν όμως και αναληθές, γιατί στην πραγματικότητα είχε προσαρμοστεί με πολλή επιμέλεια στο πλάτος των μονοπατιών, τα οποία δεν επιτρεπόταν να του είναι άνετα, γιατί στην περίπτωση αυτή δεν θα επρόκειτο για παιχνίδι υπομονής.
CoverPhoto: Leonora Carrington, The labyrinth
via
olalathos
Γέρνοντας και κουνώντας το παιχνίδι έπρεπε κανείς να κάνει τον επίσης γαλάζιο βόλο να μπει σε κάποιο από τα μονοπάτια και στη συνέχια να καταλήξει στην κοιλότητα.
Έτσι και έμπαινε ο βόλος στην κοιλότητα είχε τελειώσει το παιχνίδι, αν ήθελε κανείς να ξαναρχίσει έπρεπε κουνώντας τον να τον βγάλει και πάλι.
Η επιφάνεια αυτή ήταν καλυμμένη στο σύνολό της από ένα γερό, κυρτό γυαλί, μπορούσε κανείς να βάλει το παιχνίδι στην τσέπη του, να το πάρει μαζί του και ανά πάσα στιγμή, όπου κι αν βρισκόταν, να το ξαναβγάλει και να παίξει.
Όταν δεν ήταν απασχολημένος ο βόλος σεργιάνιζε συνήθως με τα χέρια δεμένα πίσω στν πλάτη του πάνω κάτω στο υψίπεδο, αποφεύγοντας τα μονοπάτια.
Θεωρούσε ότι αρκετά βασανιζόταν με τα μονοπάτια κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού και πως είχε κάθε δικαίωμα, όσο δεν έπαιζε κανείς, να ξεκουράζεται στην ανοιχτή πεδιάδα.
Είχε ένα φαρδύ βηματισμό και ισχυριζόταν ότι δεν ήταν καμωμένος για τα στενά μονοπάτια.
Αυτό ήταν εν μέρει αληθές, καθώς τα μονοπάτια μετά βίας τον χωρούσαν, ήταν όμως και αναληθές, γιατί στην πραγματικότητα είχε προσαρμοστεί με πολλή επιμέλεια στο πλάτος των μονοπατιών, τα οποία δεν επιτρεπόταν να του είναι άνετα, γιατί στην περίπτωση αυτή δεν θα επρόκειτο για παιχνίδι υπομονής.
CoverPhoto: Leonora Carrington, The labyrinth
via
olalathos
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ