2019-05-01 23:01:01
Η Ελλάδα έχει παγιδευτεί σε μία παγίδα υψηλών πλεονασμάτων, ρηχής ανάπτυξης και υψηλού χρέους. Δεν είναι τυχαίο ότι το δημόσιο χρέος το 2018 αυξήθηκε στο 181% του ΑΕΠ έναντι 175% το 2017 βρίσκονται σε δύσκολη θέση για την οικονομία οι υπουργοί του ΣΥΡΙΖΑ στα τηλεοπτικά πάνελ έχουν ένα «ακλόνητο» επιχείρημα: «Μα η κυβέρνηση της Ν.Δ. είχε υπογράψει το 2013 για πλεονάσματα άνω του 4,5%, εμείς δεσμευθήκαμε για 3,5%».
Ως συνήθως λένε τη μισή αλήθεια.
Η προηγούμενη κυβέρνηση πράγματι είχε υπογράψει για πλεονάσματα 4% με 4,5% αλλά τα είχε συνδέσει με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, κοντά στο 3% με 3,5%. Βασικός σκοπός τότε ήταν η δημοσιονομική προσαρμογή να γίνει μέσα από τη μεγέθυνση της οικονομίας και για το λόγο αυτό η Ν.Δ. είχε προχωρήσει σε μειώσεις φόρων στον ΦΠΑ της εστίασης, στην εισφορά αλληλεγγύης και στις ασφαλιστικές επιβαρύνσεις των επαγγελματιών.
Μετά την καταστροφική διαπραγμάτευση του 2015 ο κ. Τσίπρας υπέγραψε όλες τις απαιτήσεις των δανειστών αλλά ταυτόχρονα προχώρησε σε μία παρανοϊκή απόφαση για την πραγματική οικονομία. Επέβαλε πρωτοφανή λιτότητα μέσω της υπερφορολόγησης και της περικοπής των δημοσίων επενδύσεων για να πετύχει θηριώδη πλεονάσματα. Πιο υψηλά ακόμη και από τους στόχους!
Ενώ κατηγορούσε τους προηγούμενους επειδή είχαν δεσμευθεί για πλεονάσματα 4,5% με ανάπτυξη 3%, η κυβέρνηση της Αριστεράς «πέτυχε» να καταγράψει αντίστοιχα πλεονάσματα σε συνθήκες ύφεσης το 2016 ή αναιμικής ανάπτυξης. Προτίμησε να γίνει το «χαϊδεμένο» παιδί των δανειστών, καθώς το μεγαλύτερο μέρος των πλεονασμάτων κατευθύνεται για την αποπληρωμή δανείων, παρά να ασκήσει αναπτυξιακή πολιτική.
Τα πλεονάσματα σε μεγάλο βαθμό είναι εικονικά καθώς κάθε χρόνο το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων κόβεται στο μισό ενώ υποχρηματοδοτούνται κρίσιμοι κρατικοί τομείς όπως η Υγεία, και σε κάθε περίπτωση είναι «ματωμένα» κατά την ορολογία του κ. Τσίπρα. Οι φόροι επί ΣΥΡΙΖΑ έγιναν περισσότεροι, επαχθέστεροι και πιο άδικοι καθώς προτιμήθηκε η αύξηση της έμμεσης φορολογίας ακόμη και στα τρόφιμα για να γίνεται άμεση είσπραξη.
Πλέον η Ελλάδα σημειώνει πλεονάσματα-ρεκόρ κοντά στο 4,5% με την ανάπτυξη κάτω του 2%. Η διαφορά αυτή ισοδυναμεί με αφαίμαξη πόρων, κεφάλαια φεύγουν από τη χώρα για την εξόφληση υποχρεώσεων συμπιέζοντας την οικονομία.
Οταν η υποχρέωση της Ελλάδας είναι για πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ και το υπουργείο Οικονομικών εμφανίζει 4,5%, η επιπλέον μονάδα έχει χαθεί από την ανάπτυξη ενώ προέκυψε από τη φορολογική εξόντωση νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ανάπτυξη το 2018 από αρχικό στόχο 2,7% στον προϋπολογισμό έκλεισε με 1,9%. Αντίστοιχα, την περίοδο 2015-2018 η σωρευτική απώλεια για την οικονομία είναι πάνω από 10 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, σε σχέση με τις εκτιμήσεις που υπήρχαν το 2014 από όλους τους διεθνείς οργανισμούς. Ακόμη και για φέτος ήδη το υπουργείο έκανε τις πρώτες «εκπτώσεις» εκτιμώντας ότι το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 2,3% έναντι 2,5% της πρόβλεψης του προϋπολογισμού. Στο Εθνικό Πρόγραμμα Μεταρρυθμίσεων που κατέθεσε η κυβέρνηση στις Βρυξέλλες γίνεται πλέον λόγος για κόπωση των εξαγωγών, που αυξάνονταν έως τώρα την περίοδο της κρίσης, και για έκρηξη των εισαγωγών, που σηματοδοτεί την πτώση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας.
Η Ελλάδα έχει παγιδευτεί σε μία παγίδα υψηλών πλεονασμάτων, ρηχής ανάπτυξης και υψηλού χρέους. Δεν είναι τυχαίο ότι το δημόσιο χρέος το 2018 αυξήθηκε στο 181% του ΑΕΠ έναντι 175% το 2017.
Ασφαλώς υπάρχει και άλλος δρόμος για τη δημοσιονομική εξυγίανση. Τον έχει δείξει η Κύπρος, που κράτησε τους φορολογικούς συντελεστές χαμηλά και πέτυχε γρήγορη και ισχυρή ανάπτυξη. Στην Ελλάδα, ο κ. Τσίπρας γρήγορα θέλησε να γίνει βαθύ ΠΑΣΟΚ και έχτισε το κομματικό του κράτος με διορισμούς φίλων και συγγενών, θυσιάζοντας την πρόοδο της οικονομίας. Αυτή την επιλογήT θα πληρώσει και στις εκλογές που έρχονται γιατί οι φόροι συνήθως λειτουργούν όπως το μπούμερανγκ.
του κ.Π.Αμυρά
greece-salonikia
Ως συνήθως λένε τη μισή αλήθεια.
Η προηγούμενη κυβέρνηση πράγματι είχε υπογράψει για πλεονάσματα 4% με 4,5% αλλά τα είχε συνδέσει με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, κοντά στο 3% με 3,5%. Βασικός σκοπός τότε ήταν η δημοσιονομική προσαρμογή να γίνει μέσα από τη μεγέθυνση της οικονομίας και για το λόγο αυτό η Ν.Δ. είχε προχωρήσει σε μειώσεις φόρων στον ΦΠΑ της εστίασης, στην εισφορά αλληλεγγύης και στις ασφαλιστικές επιβαρύνσεις των επαγγελματιών.
Μετά την καταστροφική διαπραγμάτευση του 2015 ο κ. Τσίπρας υπέγραψε όλες τις απαιτήσεις των δανειστών αλλά ταυτόχρονα προχώρησε σε μία παρανοϊκή απόφαση για την πραγματική οικονομία. Επέβαλε πρωτοφανή λιτότητα μέσω της υπερφορολόγησης και της περικοπής των δημοσίων επενδύσεων για να πετύχει θηριώδη πλεονάσματα. Πιο υψηλά ακόμη και από τους στόχους!
Ενώ κατηγορούσε τους προηγούμενους επειδή είχαν δεσμευθεί για πλεονάσματα 4,5% με ανάπτυξη 3%, η κυβέρνηση της Αριστεράς «πέτυχε» να καταγράψει αντίστοιχα πλεονάσματα σε συνθήκες ύφεσης το 2016 ή αναιμικής ανάπτυξης. Προτίμησε να γίνει το «χαϊδεμένο» παιδί των δανειστών, καθώς το μεγαλύτερο μέρος των πλεονασμάτων κατευθύνεται για την αποπληρωμή δανείων, παρά να ασκήσει αναπτυξιακή πολιτική.
Τα πλεονάσματα σε μεγάλο βαθμό είναι εικονικά καθώς κάθε χρόνο το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων κόβεται στο μισό ενώ υποχρηματοδοτούνται κρίσιμοι κρατικοί τομείς όπως η Υγεία, και σε κάθε περίπτωση είναι «ματωμένα» κατά την ορολογία του κ. Τσίπρα. Οι φόροι επί ΣΥΡΙΖΑ έγιναν περισσότεροι, επαχθέστεροι και πιο άδικοι καθώς προτιμήθηκε η αύξηση της έμμεσης φορολογίας ακόμη και στα τρόφιμα για να γίνεται άμεση είσπραξη.
Πλέον η Ελλάδα σημειώνει πλεονάσματα-ρεκόρ κοντά στο 4,5% με την ανάπτυξη κάτω του 2%. Η διαφορά αυτή ισοδυναμεί με αφαίμαξη πόρων, κεφάλαια φεύγουν από τη χώρα για την εξόφληση υποχρεώσεων συμπιέζοντας την οικονομία.
Οταν η υποχρέωση της Ελλάδας είναι για πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ και το υπουργείο Οικονομικών εμφανίζει 4,5%, η επιπλέον μονάδα έχει χαθεί από την ανάπτυξη ενώ προέκυψε από τη φορολογική εξόντωση νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ανάπτυξη το 2018 από αρχικό στόχο 2,7% στον προϋπολογισμό έκλεισε με 1,9%. Αντίστοιχα, την περίοδο 2015-2018 η σωρευτική απώλεια για την οικονομία είναι πάνω από 10 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, σε σχέση με τις εκτιμήσεις που υπήρχαν το 2014 από όλους τους διεθνείς οργανισμούς. Ακόμη και για φέτος ήδη το υπουργείο έκανε τις πρώτες «εκπτώσεις» εκτιμώντας ότι το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 2,3% έναντι 2,5% της πρόβλεψης του προϋπολογισμού. Στο Εθνικό Πρόγραμμα Μεταρρυθμίσεων που κατέθεσε η κυβέρνηση στις Βρυξέλλες γίνεται πλέον λόγος για κόπωση των εξαγωγών, που αυξάνονταν έως τώρα την περίοδο της κρίσης, και για έκρηξη των εισαγωγών, που σηματοδοτεί την πτώση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας.
Η Ελλάδα έχει παγιδευτεί σε μία παγίδα υψηλών πλεονασμάτων, ρηχής ανάπτυξης και υψηλού χρέους. Δεν είναι τυχαίο ότι το δημόσιο χρέος το 2018 αυξήθηκε στο 181% του ΑΕΠ έναντι 175% το 2017.
Ασφαλώς υπάρχει και άλλος δρόμος για τη δημοσιονομική εξυγίανση. Τον έχει δείξει η Κύπρος, που κράτησε τους φορολογικούς συντελεστές χαμηλά και πέτυχε γρήγορη και ισχυρή ανάπτυξη. Στην Ελλάδα, ο κ. Τσίπρας γρήγορα θέλησε να γίνει βαθύ ΠΑΣΟΚ και έχτισε το κομματικό του κράτος με διορισμούς φίλων και συγγενών, θυσιάζοντας την πρόοδο της οικονομίας. Αυτή την επιλογήT θα πληρώσει και στις εκλογές που έρχονται γιατί οι φόροι συνήθως λειτουργούν όπως το μπούμερανγκ.
του κ.Π.Αμυρά
greece-salonikia
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
"Χρυσώνει" τον Ντε Χέα η Παρί
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Βαριά κληρονομιά στην επόμενη κυβέρνηση...
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ