2019-06-15 13:00:03
Προεκλογικές ιστορίες από την Παλιά Αθήνα
Και η σημερινή μας ανάρτηση, στη νέα μας στήλη «Καλό Βόλι» δεν θα μπορούσε να
αγνοήσει το απροκάλυπτο κομματικό όργιο ψήφισης φωτογραφικών διατάξεων στην μισοάδεια Βουλή λίγο προτού κλείσει την δική της αυλαία ...
Επειδή βέβαια διαχρονικά το επιχείρημα είναι: «Και οι άλλοι τα ίδια κάνανε», επιβεβαιώνουμε του λόγου το αληθές με τα πρακτικά συνεδρίασης του Ελληνικού Κοινοβουλίου του 1932. Ίσως χρησιμοποιηθεί από την επόμενη κυβέρνηση εν ευθέτω χρόνω σαν επιχείρημα ότι «και οι άλλοι τα ίδια...»
«Καλό Βόλι» Είναι μια φράση που αρχικά χρησιμοποιούσαν ως ευχή οι αγωνιστές στην επανάσταση του 1821 για εύστοχη βολή κατά του τυράννου. Μετά το 1864 χρησιμοποιείται μεταφορικά ως ευχή για εύστοχη πολιτική επιλογή μπροστά στις εκλογικές κάλπες.
«Η Βουλή!
Θα έπρεπε να εγίνετο τρόπος, ώστε να συγκεντρωθούν όλοι ανεξαιρέτως οι Έλληνες εις τον χώρον του γνωστού οικήματος της οδού Σταδίου προχθές Σάββατον και, μετέχοντες του πένθους επί τη φρικτή απωλεία του κοινοβουλευτισμού, να ενώσουν μεθ’ ημών τας δεήσεις των Τί αίσχος! Τί ξετσιποσιά!
Ήτο η 6.30 μ. μ. ώρα προχθές, ότε η συνεδρίασις της Βουλής άρχεται, προτού την κηρύξη ο κώδων του Προέδρου. Παρίστανται βουλευταί οκτώ, υπουργοί δύο, και κλητήρες επτά. Εις τα θεωρεία κίνησις ζωηροτάτη. Διότι η ημερησία διάταξις της νομοθετικής εργασίας, πλουσιωτάτη, περιλαμβάνει άπειρα νομοσχέδια αξίας ποσών δισεκατομμυρίου, όλα προσωπικά. Και ήτο φυσικόν οι ενδιαφερόμενοι να ευρίσκωνται εις τας θέσεις των.
Έπρεπε διά μεγαφώνου ν’ ακουσθή και από την τελευταίαν καλύβην της χώρας η πανηγυρικη αυτή συνεδρίασις του Σαββάτου και να τηλεγραφηθή, ώστε να την ιδούν όλοι οι Έλληνες, που εις την επαρχίαν φαντάζονται την Βουλήν, τους βουλευτάς, τον κοινοβουλευτισμόν, όλα αυτά τα πράγματα, ως κάτι σπουδαίον. Έπρεπε...
Μέσα εις μίαν ατμόσφαιραν αφαντάστου κακοηθείας και αισχρότητος, πενήντα δύο νομοσχέδια ψηφίζονται εις 14΄ λεπτά της ώρας. Ό, τι εγίνετο είνε απερiγραπτον
Ξηρός (φιλελ. Βουλευτής)
Αυτό είνε κακοηθές!...
Κάποιος (ενδιαφερόμενος εκ του θεωρείου)
Σκάσε, βρε σύ!
Και εν συνεχεία:
Κυπαρούσος (φιλελ. Βουλευτής)
Πάψε βρε σύ, που είσαι συνήγορος της «δουλειάς» επειδή πήρες λεφτά!
Κοντοδίνας (φιλελ. Βουλευτής θιγόμενος)
Εμένα ρε, το λες αυτό, σύ, ο οποίος εβούτηξες λεπτά απ’ την υπόθεσι Λαζαράδων!...
Και τα νομοσχέδια, όλα σοβαρώτατα και έχοντα ανάγκην συζητήσεως εξονυχιστικής, ψηφίζονται ασυζητητεί εις το γόνυ, αντιστάσεως-- μη ούσης. Οι οκτώ κρίνουν και εγκρίνουν
-Δεκτόοον!...
Η λέξις αυτή με την οποίαν καταντά καιάδας η νομολογία και η πολυνομία της χώρας, επαναλαμβάνεται αδιακρίτως και όταν δεν υπάρχει λόγος. Ουδείς προσέχει τί ζητεί ο άλλος. Ουδείς συζητεί, ούτε ένας δεν ενδιαφέρεται. Μόνον όλοι βιάζονται να ψηφισθούν λάθρα τα «ιδικά» των... και να φεύγουν για του Ζαχαράτου...
-Δεκτόοοοον!!!...
-Και εις το σύνολον...
-Αμμή;
Κάποιος βουλευτής ζητεί να μάθη από το Προεδρείον αν ψηφίσθη το 14.
-Ρε ποιο 14; Έχουμε το 32!
-Πότε πέρασε το 14;
-Πέρυσι!
Η συνεδρίασις συνεχίζεται ακμαία, ενώ τα μεν θεωρεία ξεκαρδίζονται στα γέλια, οι δε βουλευταί συμπλέκονται. Αγορεύει ο κ. Βερδέλης περί του κρατικού προϋπολογισμού. Αλλά πριν φθάση στα μισά το βέλασμα των οκτώ βουλευτών με τους οποίους γίνεται η συνεδρίασις ξεσπά:
-Δεκτόν!
-Να τελειώσω πρώτα...
-Τίποτε, τίποτε, δεκτόν!...
Εις μίαν στιγμήν, λόγου μη υπάρχοντος και επερωτήσεως μη κατατεθειμένης, συζητείται επερώτησις εις στιγμήν νομοθετικής εργασίας. Οι υπουργοί κ. κ. Κουτσοπέταλος και Βαρδόπουλος, όρθιοι, επερωτώνται και επερωτούν διαφωνούντες. Δίπλα των, μία ομάς τριών- τεσσάρων βουλευτών και δέκα ιδιωτών συντάσσουν στο γόνυ με μολύβι κάποιο νομοσχέδιον!
Ομιλεί ο κ. Ν. Αβραάμ, βουλευτής εκ Πειραιώς περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Ν. Αβρααμ. Έργον ιστορικόν κ. κ. βουλευταί επιτελεί σήμερον η Κυβέρνησις των Φιλελευθ...
Τρείς βουλευταί (διακόπτοντες). Τίποτε, τίποτε δεκτόν, δεκτόν, δέκτον!
Κάποιος (εκ των θεωρείων). Αφήστε τον να μιλήση πρώτα τον χριστιανό...
Εις βουλευτής. Τίποτε δεκτόν! Ας τα γράψη στις εφημερίδες αυτά που θάλεγε!
Πρόεδρος. Δεκτόν λοιπόν.
Οι οκτώ. Αμμ’ τι; Παίζουμε δηλαδή;
Εις το σημείον τούτο κάποιος θέλει να γίνη δεκτή ωρισμένη τροπολογία του. Την διαβιβάζει λοιπόν προφορικώς εκ του θεωρείου και, μετέχων της συνεδριάσεως, κατορθώνει να του γίνη το χατήρι!
Θέαμα άξιον θρήνων, απερίγραπτον αληθώς!
Ο κ. Δ. Μπότσαρης ομιλεί περί σεισάχθειας εν τη αρχαιότητι και περί Ασφαλίσεων της εποχής μας.
Πρόεδρος. Λύεται η συνεδρίασις...
Μπότσαρης. Εγώ δεν ήρχισα ακόμη...
Πρόεδρος. Αυτό δεν έχει να κάμη!
Εν τω μεταξύ οι πρακτικογράφοι των εφημερίδων εκ του θεωρείου των εξέρχονται εις τον κήπον, και εκείθεν παρακολουθούν την «ιστορικήν» συνεδρίασιν».
(«Η Ελληνική», 1932, «Ο πρακτικογράφος»)
Διαβάζοντας τέτοια περιστατικά, που δυστυχώς δεν ήσαν σπάνια, ενθυμείται κανείς το σύντομο αλλά καυστικό σχόλιο του εξαίρετου Δημοσθένη Τζιβανόπουλου, Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου την περίοδο 1892-1911
«Το μέγιστον ατόπημα του επαγγέλματος των δικηγόρων είνε ότι εξ εκατόν ανδρών, ασπασθέντων το επάγγελμα τούτο, το ήμισυ μόνον αποζή εξ αυτού. Το έτερον ήμισυ αναγκάζεται να αναζητήση αλλαχού πόρον υπάρξεως. Επειδή δε αι περί τα νομικά σπουδαί κατέστησαν αυτούς ανικάνους προς εξάσκησιν άλλου βιοποριστικού επαγγέλματος, πολλοί εξ αυτών κατέρχονται εις το πολιτικόν στάδιον μετερχόμενοι, ως επι το πλείστον, δημαγωγικήν πολιτικήν, ήτις είνε η ευχερεστέρα, μη χρήζουσα προς ενάσκησιν αυτής εμβριθείς μελέτας ή άλλης τινός ιδιότητος ή αρετής, αρκεί μόνον ο ούτω πολιτευόμενος να έχη θράσος και φωνήν αρκούντως σθεναράν,όπως απαγγέλλη λόγους εστερημένους του κοινού νοός»
(«Ελεύθερον Βήμα», 1929)
Θωμάς Σιταράς Αθηναιογράφος-Συγγραφέας
anatakti
Και η σημερινή μας ανάρτηση, στη νέα μας στήλη «Καλό Βόλι» δεν θα μπορούσε να
αγνοήσει το απροκάλυπτο κομματικό όργιο ψήφισης φωτογραφικών διατάξεων στην μισοάδεια Βουλή λίγο προτού κλείσει την δική της αυλαία ...
Επειδή βέβαια διαχρονικά το επιχείρημα είναι: «Και οι άλλοι τα ίδια κάνανε», επιβεβαιώνουμε του λόγου το αληθές με τα πρακτικά συνεδρίασης του Ελληνικού Κοινοβουλίου του 1932. Ίσως χρησιμοποιηθεί από την επόμενη κυβέρνηση εν ευθέτω χρόνω σαν επιχείρημα ότι «και οι άλλοι τα ίδια...»
«Καλό Βόλι» Είναι μια φράση που αρχικά χρησιμοποιούσαν ως ευχή οι αγωνιστές στην επανάσταση του 1821 για εύστοχη βολή κατά του τυράννου. Μετά το 1864 χρησιμοποιείται μεταφορικά ως ευχή για εύστοχη πολιτική επιλογή μπροστά στις εκλογικές κάλπες.
«Η Βουλή!
Θα έπρεπε να εγίνετο τρόπος, ώστε να συγκεντρωθούν όλοι ανεξαιρέτως οι Έλληνες εις τον χώρον του γνωστού οικήματος της οδού Σταδίου προχθές Σάββατον και, μετέχοντες του πένθους επί τη φρικτή απωλεία του κοινοβουλευτισμού, να ενώσουν μεθ’ ημών τας δεήσεις των Τί αίσχος! Τί ξετσιποσιά!
Ήτο η 6.30 μ. μ. ώρα προχθές, ότε η συνεδρίασις της Βουλής άρχεται, προτού την κηρύξη ο κώδων του Προέδρου. Παρίστανται βουλευταί οκτώ, υπουργοί δύο, και κλητήρες επτά. Εις τα θεωρεία κίνησις ζωηροτάτη. Διότι η ημερησία διάταξις της νομοθετικής εργασίας, πλουσιωτάτη, περιλαμβάνει άπειρα νομοσχέδια αξίας ποσών δισεκατομμυρίου, όλα προσωπικά. Και ήτο φυσικόν οι ενδιαφερόμενοι να ευρίσκωνται εις τας θέσεις των.
Έπρεπε διά μεγαφώνου ν’ ακουσθή και από την τελευταίαν καλύβην της χώρας η πανηγυρικη αυτή συνεδρίασις του Σαββάτου και να τηλεγραφηθή, ώστε να την ιδούν όλοι οι Έλληνες, που εις την επαρχίαν φαντάζονται την Βουλήν, τους βουλευτάς, τον κοινοβουλευτισμόν, όλα αυτά τα πράγματα, ως κάτι σπουδαίον. Έπρεπε...
Μέσα εις μίαν ατμόσφαιραν αφαντάστου κακοηθείας και αισχρότητος, πενήντα δύο νομοσχέδια ψηφίζονται εις 14΄ λεπτά της ώρας. Ό, τι εγίνετο είνε απερiγραπτον
Ξηρός (φιλελ. Βουλευτής)
Αυτό είνε κακοηθές!...
Κάποιος (ενδιαφερόμενος εκ του θεωρείου)
Σκάσε, βρε σύ!
Και εν συνεχεία:
Κυπαρούσος (φιλελ. Βουλευτής)
Πάψε βρε σύ, που είσαι συνήγορος της «δουλειάς» επειδή πήρες λεφτά!
Κοντοδίνας (φιλελ. Βουλευτής θιγόμενος)
Εμένα ρε, το λες αυτό, σύ, ο οποίος εβούτηξες λεπτά απ’ την υπόθεσι Λαζαράδων!...
Και τα νομοσχέδια, όλα σοβαρώτατα και έχοντα ανάγκην συζητήσεως εξονυχιστικής, ψηφίζονται ασυζητητεί εις το γόνυ, αντιστάσεως-- μη ούσης. Οι οκτώ κρίνουν και εγκρίνουν
-Δεκτόοον!...
Η λέξις αυτή με την οποίαν καταντά καιάδας η νομολογία και η πολυνομία της χώρας, επαναλαμβάνεται αδιακρίτως και όταν δεν υπάρχει λόγος. Ουδείς προσέχει τί ζητεί ο άλλος. Ουδείς συζητεί, ούτε ένας δεν ενδιαφέρεται. Μόνον όλοι βιάζονται να ψηφισθούν λάθρα τα «ιδικά» των... και να φεύγουν για του Ζαχαράτου...
-Δεκτόοοοον!!!...
-Και εις το σύνολον...
-Αμμή;
Κάποιος βουλευτής ζητεί να μάθη από το Προεδρείον αν ψηφίσθη το 14.
-Ρε ποιο 14; Έχουμε το 32!
-Πότε πέρασε το 14;
-Πέρυσι!
Η συνεδρίασις συνεχίζεται ακμαία, ενώ τα μεν θεωρεία ξεκαρδίζονται στα γέλια, οι δε βουλευταί συμπλέκονται. Αγορεύει ο κ. Βερδέλης περί του κρατικού προϋπολογισμού. Αλλά πριν φθάση στα μισά το βέλασμα των οκτώ βουλευτών με τους οποίους γίνεται η συνεδρίασις ξεσπά:
-Δεκτόν!
-Να τελειώσω πρώτα...
-Τίποτε, τίποτε, δεκτόν!...
Εις μίαν στιγμήν, λόγου μη υπάρχοντος και επερωτήσεως μη κατατεθειμένης, συζητείται επερώτησις εις στιγμήν νομοθετικής εργασίας. Οι υπουργοί κ. κ. Κουτσοπέταλος και Βαρδόπουλος, όρθιοι, επερωτώνται και επερωτούν διαφωνούντες. Δίπλα των, μία ομάς τριών- τεσσάρων βουλευτών και δέκα ιδιωτών συντάσσουν στο γόνυ με μολύβι κάποιο νομοσχέδιον!
Ομιλεί ο κ. Ν. Αβραάμ, βουλευτής εκ Πειραιώς περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Ν. Αβρααμ. Έργον ιστορικόν κ. κ. βουλευταί επιτελεί σήμερον η Κυβέρνησις των Φιλελευθ...
Τρείς βουλευταί (διακόπτοντες). Τίποτε, τίποτε δεκτόν, δεκτόν, δέκτον!
Κάποιος (εκ των θεωρείων). Αφήστε τον να μιλήση πρώτα τον χριστιανό...
Εις βουλευτής. Τίποτε δεκτόν! Ας τα γράψη στις εφημερίδες αυτά που θάλεγε!
Πρόεδρος. Δεκτόν λοιπόν.
Οι οκτώ. Αμμ’ τι; Παίζουμε δηλαδή;
Εις το σημείον τούτο κάποιος θέλει να γίνη δεκτή ωρισμένη τροπολογία του. Την διαβιβάζει λοιπόν προφορικώς εκ του θεωρείου και, μετέχων της συνεδριάσεως, κατορθώνει να του γίνη το χατήρι!
Θέαμα άξιον θρήνων, απερίγραπτον αληθώς!
Ο κ. Δ. Μπότσαρης ομιλεί περί σεισάχθειας εν τη αρχαιότητι και περί Ασφαλίσεων της εποχής μας.
Πρόεδρος. Λύεται η συνεδρίασις...
Μπότσαρης. Εγώ δεν ήρχισα ακόμη...
Πρόεδρος. Αυτό δεν έχει να κάμη!
Εν τω μεταξύ οι πρακτικογράφοι των εφημερίδων εκ του θεωρείου των εξέρχονται εις τον κήπον, και εκείθεν παρακολουθούν την «ιστορικήν» συνεδρίασιν».
(«Η Ελληνική», 1932, «Ο πρακτικογράφος»)
Διαβάζοντας τέτοια περιστατικά, που δυστυχώς δεν ήσαν σπάνια, ενθυμείται κανείς το σύντομο αλλά καυστικό σχόλιο του εξαίρετου Δημοσθένη Τζιβανόπουλου, Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου την περίοδο 1892-1911
«Το μέγιστον ατόπημα του επαγγέλματος των δικηγόρων είνε ότι εξ εκατόν ανδρών, ασπασθέντων το επάγγελμα τούτο, το ήμισυ μόνον αποζή εξ αυτού. Το έτερον ήμισυ αναγκάζεται να αναζητήση αλλαχού πόρον υπάρξεως. Επειδή δε αι περί τα νομικά σπουδαί κατέστησαν αυτούς ανικάνους προς εξάσκησιν άλλου βιοποριστικού επαγγέλματος, πολλοί εξ αυτών κατέρχονται εις το πολιτικόν στάδιον μετερχόμενοι, ως επι το πλείστον, δημαγωγικήν πολιτικήν, ήτις είνε η ευχερεστέρα, μη χρήζουσα προς ενάσκησιν αυτής εμβριθείς μελέτας ή άλλης τινός ιδιότητος ή αρετής, αρκεί μόνον ο ούτω πολιτευόμενος να έχη θράσος και φωνήν αρκούντως σθεναράν,όπως απαγγέλλη λόγους εστερημένους του κοινού νοός»
(«Ελεύθερον Βήμα», 1929)
Θωμάς Σιταράς Αθηναιογράφος-Συγγραφέας
anatakti
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ