2020-01-13 11:25:48
Η ιγμορίτιδα είναι η φλεγμονή των ιγμορείων που προκαλείται συνήθως από κρυολόγημα, γρίπη ή κρίση αλλεργικής ρινίτιδας.
Επειδή τα συμπτώματά της μοιάζουν με αυτά του κρυολογήματος, πολλοί συγχέουν το κρυολόγημα με την ιγμορίτιδα.
Συμπτώματα
Σε αντίθεση με το απλό κρυολόγημα, στην ιγμορίτιδα υπάρχει έντονο οίδημα του ρινικού βλεννογόνου και αυξημένη παραγωγή πυώδους βλέννας. Το οίδημα προκαλεί απόφραξη των μικρών αγωγών που συνδέουν την μύτη με τα ιγμόρεια με αποτέλεσμα την αδυναμία παροχέτευσης αυτών και συνέπεια την εμφάνιση πόνου στο πρόσωπο ή το μέτωπο, ανάμεσα ή πίσω από τα μάτια ή ακόμα στα μάγουλα και τα επάνω δόντια.
Όταν δηλαδή το κοινό κρυολόγημα διαρκεί πάνω από μία εβδομάδα και η απλή βλέννα μετατρέπεται σε πηκτό δύσοσμο πρασινοκίτρινο πύον, υπάρχει ιγμορίτιδα.
Στην ιγμορίτιδα μπορεί επίσης να υπάρχει:
-βήχας
-κακοδιαθεσία
-δέκατα
-πόνος στα δόντια
-κακοσμία στόματος
Αίτια
Η οξεία ιγμορίτιδα μπορεί να είναι το αποτέλεσμα:
-κοινού κρυολογήματος
-φλεγμονών δοντιών της άνω γνάθου
-επιπλεγμένων καταγμάτων του προσώπου (κατάγματα όπου συνυπάρχει τραυματισμός δέρματος)
-κατάδυσης σε μολυσμένα νερά ή κολύμβησης σε μολυσμένες πισίνες
Τα συχνότερα μικρόβια που ενοχοποιούνται για ιγμορίτιδα είναι ο πνευμονιόκοκκος, ο στρεπτόκοκκος, ο σταφυλόκοκκος, ο αιμόφιλος, η μοραξέλα και σπανιότερα αναερόβια βακτήρια, ενώ στα παιδιά ενοχοποιούνται διάφοροι ιοί.
Διάγνωση
Η διάγνωση της ιγμορίτιδας γίνεται βάσει λήψης ιστορικού, πρόσθιας ρινοσκόπησης ή ακτινογραφίας παραρρινίων που επιβεβαιώνει τη συλλογή υγρού μέσα στο ιγμόρειο.
Παλαιότερα η ακτινογραφία ήταν πολύ διαδεδομένη μέθοδος διάγνωσης της ιγμορίτιδας, τα τελευταία χρόνια όμως έχει εγκαταλειφθεί για να µην επιβαρύνεται ο ασθενής από την ακτινοβολία.
Στο μεγαλύτερο ποσοστό η διάγνωση γίνεται πλέον ή µε κλινική εξέταση του ασθενούς ή µε ενδοσκοπικά μηχανήματα. Με ένα άκαµπτο ενδοσκόπιο ο γιατρός έχει τη δυνατότητα να δει όλη τη µύτη, από την είσοδο µέχρι το ρινοφάρυγγα, το στόµιο του ιγμορείου στο µέσο ρινικό πόρο, αν εκεί αναβλύζει πύον, αν υπάρχει οποιαδήποτε ανωμαλία, όπως σκολίωση διαφράγματος, πολύποδες, κρεατάκια ή µια χρόνια ρινίτιδα και να διαπιστώσει αν υπάρχει ιγμορίτιδα ή όχι. Εάν ο ασθενής δεν ανταποκρίνεται στα φάρµακα, μπορεί να χρειαστεί να χειρουργηθεί, ενώ αν η νόσος έχει προχωρήσει και ο γιατρός υποπτεύεται επιπλοκές, μπορεί να προχωρήσει και σε αξονική τοµογραφία.
Θεραπεία
Η θεραπεία εξαρτάται από τα ευρήματα της διάγνωσης και μπορεί να περιλαμβάνει φαρμακευτική αγωγή, χειρουργική επέμβαση ή συνδυασμό και των δύο.
Η οξεία φλεγμονή αντιμετωπίζεται κατά κανόνα με φαρμακευτική θεραπεία, ενώ η χρόνια με χειρουργική επέμβαση και βέβαια υπάρχουν και οι εναλλακτικές λύσεις στις περιπτώσεις εκείνες που τα συμπτώματα οφείλονται σε αλλεργία, ημικρανία η άλλες παθήσεις που μιμούνται την ιγμορίτιδα.
Πηγή
olalathos
Επειδή τα συμπτώματά της μοιάζουν με αυτά του κρυολογήματος, πολλοί συγχέουν το κρυολόγημα με την ιγμορίτιδα.
Συμπτώματα
Σε αντίθεση με το απλό κρυολόγημα, στην ιγμορίτιδα υπάρχει έντονο οίδημα του ρινικού βλεννογόνου και αυξημένη παραγωγή πυώδους βλέννας. Το οίδημα προκαλεί απόφραξη των μικρών αγωγών που συνδέουν την μύτη με τα ιγμόρεια με αποτέλεσμα την αδυναμία παροχέτευσης αυτών και συνέπεια την εμφάνιση πόνου στο πρόσωπο ή το μέτωπο, ανάμεσα ή πίσω από τα μάτια ή ακόμα στα μάγουλα και τα επάνω δόντια.
Όταν δηλαδή το κοινό κρυολόγημα διαρκεί πάνω από μία εβδομάδα και η απλή βλέννα μετατρέπεται σε πηκτό δύσοσμο πρασινοκίτρινο πύον, υπάρχει ιγμορίτιδα.
Στην ιγμορίτιδα μπορεί επίσης να υπάρχει:
-βήχας
-κακοδιαθεσία
-δέκατα
-πόνος στα δόντια
-κακοσμία στόματος
Αίτια
Η οξεία ιγμορίτιδα μπορεί να είναι το αποτέλεσμα:
-κοινού κρυολογήματος
-φλεγμονών δοντιών της άνω γνάθου
-επιπλεγμένων καταγμάτων του προσώπου (κατάγματα όπου συνυπάρχει τραυματισμός δέρματος)
-κατάδυσης σε μολυσμένα νερά ή κολύμβησης σε μολυσμένες πισίνες
Τα συχνότερα μικρόβια που ενοχοποιούνται για ιγμορίτιδα είναι ο πνευμονιόκοκκος, ο στρεπτόκοκκος, ο σταφυλόκοκκος, ο αιμόφιλος, η μοραξέλα και σπανιότερα αναερόβια βακτήρια, ενώ στα παιδιά ενοχοποιούνται διάφοροι ιοί.
Διάγνωση
Η διάγνωση της ιγμορίτιδας γίνεται βάσει λήψης ιστορικού, πρόσθιας ρινοσκόπησης ή ακτινογραφίας παραρρινίων που επιβεβαιώνει τη συλλογή υγρού μέσα στο ιγμόρειο.
Παλαιότερα η ακτινογραφία ήταν πολύ διαδεδομένη μέθοδος διάγνωσης της ιγμορίτιδας, τα τελευταία χρόνια όμως έχει εγκαταλειφθεί για να µην επιβαρύνεται ο ασθενής από την ακτινοβολία.
Στο μεγαλύτερο ποσοστό η διάγνωση γίνεται πλέον ή µε κλινική εξέταση του ασθενούς ή µε ενδοσκοπικά μηχανήματα. Με ένα άκαµπτο ενδοσκόπιο ο γιατρός έχει τη δυνατότητα να δει όλη τη µύτη, από την είσοδο µέχρι το ρινοφάρυγγα, το στόµιο του ιγμορείου στο µέσο ρινικό πόρο, αν εκεί αναβλύζει πύον, αν υπάρχει οποιαδήποτε ανωμαλία, όπως σκολίωση διαφράγματος, πολύποδες, κρεατάκια ή µια χρόνια ρινίτιδα και να διαπιστώσει αν υπάρχει ιγμορίτιδα ή όχι. Εάν ο ασθενής δεν ανταποκρίνεται στα φάρµακα, μπορεί να χρειαστεί να χειρουργηθεί, ενώ αν η νόσος έχει προχωρήσει και ο γιατρός υποπτεύεται επιπλοκές, μπορεί να προχωρήσει και σε αξονική τοµογραφία.
Θεραπεία
Η θεραπεία εξαρτάται από τα ευρήματα της διάγνωσης και μπορεί να περιλαμβάνει φαρμακευτική αγωγή, χειρουργική επέμβαση ή συνδυασμό και των δύο.
Η οξεία φλεγμονή αντιμετωπίζεται κατά κανόνα με φαρμακευτική θεραπεία, ενώ η χρόνια με χειρουργική επέμβαση και βέβαια υπάρχουν και οι εναλλακτικές λύσεις στις περιπτώσεις εκείνες που τα συμπτώματα οφείλονται σε αλλεργία, ημικρανία η άλλες παθήσεις που μιμούνται την ιγμορίτιδα.
Πηγή
olalathos
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ο Κ. Σουλιώτης πρόεδρος του Επιστημονικού συμβουλίου της ΕΟΠΕ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ