2020-09-22 15:16:29
Τάκης Θεοδωρόπουλος
«Στα πρόσωπα ο ίδρος, ζυμωμένος με την σκόνη, στάζει σα λάσπη. Νέοι άντρες είναι λίγοι. Οι πιο πολλοί περπατούν ξυπόλητοι, κι όλοι σηκώνουν στον ώμο ένα φορτίο, ένα τσουβάλι γεμάτο ή έναν μπόγο.
– Αχ! Πού μας στέλνουν να ζήσουμε! Πού μας στέλνουν! Τσίριζε δυνατά μια γυναίκα. Εδώ είναι έρημος! Ερημος!
Τότε οι άλλες γυναίκες, με το σύνθημα το δοσμένο από τη μια, άρχισαν να ολολύζουν, όλες μαζί, και να καταριούνται τη μοίρα τους.
– Θα πεθάνουμε σ’ αυτό τον άγριο τόπο! Θα πεθάνουμε εμείς και τα παιδιά μας! Θα πεθάνουμε!».
Είναι ένα μικρό παράθεμα από ένα από τα κλασικά έργα της σύγχρονης γραμματείας μας, τη «Γαλήνη» του Ηλία Βενέζη. Δεν ξέρω για τους σημερινούς, πάντως για τη δική μου γενιά υπήρξε υποχρεωτικό ανάγνωσμα. Το παράθεμα περιγράφει την άφιξη των προσφύγων από τη Μικρά Ασία που τους έστειλαν να κατοικήσουν στον ξερότοπο πίσω από τις αλυκές της Αναβύσσου. Αν και ο πειρασμός είναι μεγάλος, δεν θα μιλήσω εδώ για τον συγκινητικό λυρισμό του Βενέζη. Εξακολουθώ να πιστεύω ότι αυτός συμμετείχε ενεργά στη διαμόρφωση της κοινής μας ευαισθησίας και όταν τον αγνοούμε απλώς την ακρωτηριάζουμε. Στεκόμαστε άοπλοι μπροστά στη γοητεία της ποπ αντίληψης τελευταίας κοπής. Τέλος πάντων.
«Η ιστορία αυτή αρχίζει τον Ιούλιο του 1923». Είναι η πρώτη φράση του μυθιστορήματος το οποίο παρακολουθεί μια κοινότητα προσφύγων από τη Μικρασιατική Καταστροφή, που μετέτρεψαν σε κατοικήσιμο τόπο την έρημο στην οποία εγκαταστάθηκαν. Σχεδόν έναν περίπου αιώνα μετά, η Ανάβυσσος είναι μία από τις πιο ανεπτυγμένες περιοχές του παραλιακού μετώπου της Αττικής. Και υπενθυμίζω τη «Γαλήνη» του Βενέζη για να απαντήσω σε όσους με κατηγόρησαν ότι «ονειρεύομαι ξερονήσια» όταν έγραψα πως οι κοινότητες των μεταναστών θα μπορούσαν να εγκατασταθούν σε ακατοίκητες περιοχές και να εργασθούν για να τις μετατρέψουν σε κατοικήσιμες.
Αλλο το 1923 κι άλλο το 2020; Ναι, το 1923 δεν υπήρχε Ευρωπαϊκή Ενωση για να επιδοτεί τη διαβίωση των προσφύγων και το ελληνικό κράτος ταλαντευόταν ανάμεσα στη φτώχεια και το αίσθημα της ήττας.
Ομως, απ’ την άλλη πλευρά, αυτοί οι άνθρωποι, όπως ο γιατρός Βένος του μυθιστορήματος δεν απαιτεί «δικαιώματα» από την Ελλάδα στην οποία έχει καταφύγει. Κι ας ξέρει πως αυτή ευθύνεται για την προσφυγιά του. Στέκει απέναντι στη μοίρα του και την αντιμετωπίζει με τα δικά του όπλα. Κι ας τον λένε «τουρκόσπορο» ή ας σφαλίζουν το παράθυρο όταν τον ακούν να ζητεί νερό όπως γράφει ο Σεφέρης στις «Μέρες» του.
Ποια είναι η διαφορά των Μικρασιατών προσφύγων που άνοιξαν τους ορίζοντες του επαρχιωτισμού της ελληνικής κοινωνίας, από τους σημερινούς που υποτίθεται ότι θα μας προσφέρουν τον πολυπολιτισμικό τους πλούτο; Το λέω διότι πολλοί ακόμη και σήμερα ισχυρίζονται ότι κι αυτοί θα ενταχθούν όπως κάποτε εντάχθηκαν κι οι Μικρασιάτες. Το ανιστόρητο είναι ο πυρήνας της πολιτικής ορθότητας θα μου πείτε. Τα πέντε κολλυβογράμματα τελευταίας κοπής αποκτούν οικουμενική αξία. Τα υπόλοιπα είναι λεπτομέρειες. Και δεν αναφέρομαι στις θρησκευτικές διαφορές.
Για τους άθεους προοδευτικούς όλες οι θρησκείες είναι το όπιο του λαού. Τι Χριστιανισμός, τι Ισλάμ. Αδιάφορο αν το Ισλάμ επιβάλλει τον νόμο της σαρίας, τον ακρωτηριασμό του διαρρήκτη ή τη θανατική ποινή. Ας πούμε ότι ο διαφωτισμός είναι τόσο ισχυρός ώστε όλ’ αυτά να μπορεί να τα θεραπεύσει και σε λίγα χρόνια να δούμε τους νέους που έκαψαν τη Μόρια να πρωταγωνιστούν στο γκέι πράιντ.
Αναφέρομαι στη διαχείριση. Η Ευρώπη καλλιεργεί στους μεταναστευτικούς πληθυσμούς τη λογική της επιδοτούμενης ύπαρξης. Η δε επιδοτούμενη ύπαρξη σημαίνει ότι κοινότητες ολόκληρες συμμετέχουν στην κοινωνική ζωή με μοναδικό έρεισμα τα δικαιώματά τους. Δικαιώματα τα οποία έχουν τη ρίζα τους στην ταυτότητά τους. Πού να το ήξερε ο λυρικός Βενέζης ότι μια μέρα θα γευόταν την πίκρα του Ουελμπέκ;
https://www.kathimerini.gr/opinion/561085906/ap-ton-venezi-ston-oyelmpek/
«Στα πρόσωπα ο ίδρος, ζυμωμένος με την σκόνη, στάζει σα λάσπη. Νέοι άντρες είναι λίγοι. Οι πιο πολλοί περπατούν ξυπόλητοι, κι όλοι σηκώνουν στον ώμο ένα φορτίο, ένα τσουβάλι γεμάτο ή έναν μπόγο.
– Αχ! Πού μας στέλνουν να ζήσουμε! Πού μας στέλνουν! Τσίριζε δυνατά μια γυναίκα. Εδώ είναι έρημος! Ερημος!
Τότε οι άλλες γυναίκες, με το σύνθημα το δοσμένο από τη μια, άρχισαν να ολολύζουν, όλες μαζί, και να καταριούνται τη μοίρα τους.
– Θα πεθάνουμε σ’ αυτό τον άγριο τόπο! Θα πεθάνουμε εμείς και τα παιδιά μας! Θα πεθάνουμε!».
Είναι ένα μικρό παράθεμα από ένα από τα κλασικά έργα της σύγχρονης γραμματείας μας, τη «Γαλήνη» του Ηλία Βενέζη. Δεν ξέρω για τους σημερινούς, πάντως για τη δική μου γενιά υπήρξε υποχρεωτικό ανάγνωσμα. Το παράθεμα περιγράφει την άφιξη των προσφύγων από τη Μικρά Ασία που τους έστειλαν να κατοικήσουν στον ξερότοπο πίσω από τις αλυκές της Αναβύσσου. Αν και ο πειρασμός είναι μεγάλος, δεν θα μιλήσω εδώ για τον συγκινητικό λυρισμό του Βενέζη. Εξακολουθώ να πιστεύω ότι αυτός συμμετείχε ενεργά στη διαμόρφωση της κοινής μας ευαισθησίας και όταν τον αγνοούμε απλώς την ακρωτηριάζουμε. Στεκόμαστε άοπλοι μπροστά στη γοητεία της ποπ αντίληψης τελευταίας κοπής. Τέλος πάντων.
«Η ιστορία αυτή αρχίζει τον Ιούλιο του 1923». Είναι η πρώτη φράση του μυθιστορήματος το οποίο παρακολουθεί μια κοινότητα προσφύγων από τη Μικρασιατική Καταστροφή, που μετέτρεψαν σε κατοικήσιμο τόπο την έρημο στην οποία εγκαταστάθηκαν. Σχεδόν έναν περίπου αιώνα μετά, η Ανάβυσσος είναι μία από τις πιο ανεπτυγμένες περιοχές του παραλιακού μετώπου της Αττικής. Και υπενθυμίζω τη «Γαλήνη» του Βενέζη για να απαντήσω σε όσους με κατηγόρησαν ότι «ονειρεύομαι ξερονήσια» όταν έγραψα πως οι κοινότητες των μεταναστών θα μπορούσαν να εγκατασταθούν σε ακατοίκητες περιοχές και να εργασθούν για να τις μετατρέψουν σε κατοικήσιμες.
Αλλο το 1923 κι άλλο το 2020; Ναι, το 1923 δεν υπήρχε Ευρωπαϊκή Ενωση για να επιδοτεί τη διαβίωση των προσφύγων και το ελληνικό κράτος ταλαντευόταν ανάμεσα στη φτώχεια και το αίσθημα της ήττας.
Ομως, απ’ την άλλη πλευρά, αυτοί οι άνθρωποι, όπως ο γιατρός Βένος του μυθιστορήματος δεν απαιτεί «δικαιώματα» από την Ελλάδα στην οποία έχει καταφύγει. Κι ας ξέρει πως αυτή ευθύνεται για την προσφυγιά του. Στέκει απέναντι στη μοίρα του και την αντιμετωπίζει με τα δικά του όπλα. Κι ας τον λένε «τουρκόσπορο» ή ας σφαλίζουν το παράθυρο όταν τον ακούν να ζητεί νερό όπως γράφει ο Σεφέρης στις «Μέρες» του.
Ποια είναι η διαφορά των Μικρασιατών προσφύγων που άνοιξαν τους ορίζοντες του επαρχιωτισμού της ελληνικής κοινωνίας, από τους σημερινούς που υποτίθεται ότι θα μας προσφέρουν τον πολυπολιτισμικό τους πλούτο; Το λέω διότι πολλοί ακόμη και σήμερα ισχυρίζονται ότι κι αυτοί θα ενταχθούν όπως κάποτε εντάχθηκαν κι οι Μικρασιάτες. Το ανιστόρητο είναι ο πυρήνας της πολιτικής ορθότητας θα μου πείτε. Τα πέντε κολλυβογράμματα τελευταίας κοπής αποκτούν οικουμενική αξία. Τα υπόλοιπα είναι λεπτομέρειες. Και δεν αναφέρομαι στις θρησκευτικές διαφορές.
Για τους άθεους προοδευτικούς όλες οι θρησκείες είναι το όπιο του λαού. Τι Χριστιανισμός, τι Ισλάμ. Αδιάφορο αν το Ισλάμ επιβάλλει τον νόμο της σαρίας, τον ακρωτηριασμό του διαρρήκτη ή τη θανατική ποινή. Ας πούμε ότι ο διαφωτισμός είναι τόσο ισχυρός ώστε όλ’ αυτά να μπορεί να τα θεραπεύσει και σε λίγα χρόνια να δούμε τους νέους που έκαψαν τη Μόρια να πρωταγωνιστούν στο γκέι πράιντ.
Αναφέρομαι στη διαχείριση. Η Ευρώπη καλλιεργεί στους μεταναστευτικούς πληθυσμούς τη λογική της επιδοτούμενης ύπαρξης. Η δε επιδοτούμενη ύπαρξη σημαίνει ότι κοινότητες ολόκληρες συμμετέχουν στην κοινωνική ζωή με μοναδικό έρεισμα τα δικαιώματά τους. Δικαιώματα τα οποία έχουν τη ρίζα τους στην ταυτότητά τους. Πού να το ήξερε ο λυρικός Βενέζης ότι μια μέρα θα γευόταν την πίκρα του Ουελμπέκ;
https://www.kathimerini.gr/opinion/561085906/ap-ton-venezi-ston-oyelmpek/
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Έρχεται πρόταση για τον Σα στον Ολυμπιακό
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Έτσι είδε το MEGA την πρεμιέρα της εκπομπής ΠΑΜΕ ΔΑΝΑΗ!
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ