2021-08-17 09:38:29
Στὸ βιβλίο τοῦ Ἀρχιμ. Θεοφυλάκτου Μαρινάκη, «Γεροντικὸ τῆς Παναγίας» διαβάζουμε τὸ ἑξῆς θαυμαστὸ γεγονός:
«ΚΑΤΑ ΤΟ 700 μ.Χ.περίπου ζοῦσε στὴν Ἀθήνα ἕνας χριστιανός, σοφὸς στὰ γράμματα καὶ σοφώτερος στὴν ἀρετή, ὁ ὁποῖος ὀνομαζόταν Αἰγίδιος. Μετὰ τὸν θάνατο τῶν γονέων του δώρισε στοὺς φτωχοὺς τὰ ὑπάρχοντά του καὶ ἀναχώρησε στὰ μέρη τῶν ̔Ιεροσολύμων. ̓
Εκεῖ ἐγκαταβίωσε στὰ ἐνδότερα μέρη τῆς ἐρήμου καὶ ἀσκοῦσε μὲ πολλὴ αὐστηρότητα τὸ μοναχικὸ ὑπούργημα μέσα σὲ μιὰ σπηλιά, ἡ ὁποία ἦταν κοντὰ σὲ μιὰ συστάδα δένδρων μὲ πηγή. ̓Ἐκεῖ ἔτρωγε λίγα χόρτα ἀμαγείρευτα καὶ καταγινόταν ἀπερίσπαστος μὲ τὴ λατρεία τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ τὴν ἡσυχία, τὴ σύζυγο θεωρία καὶ τὴν προσευχή. Γι’ αὐτὸ καὶ ἀπόκτησε πολλὰ χαρίσματα πνευματικὰ μὲ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ τὸ προορατικό.
Κοντὰ στὸ ἀσκητήριό του ὑπῆρχε ἕνα Κάστρο, ὅπου ζοῦσε κάποιος δάσκαλος, στοῦ ὁποίου τὸ λογισμὸ ἔσπειρε ὁ διάβολος ζιζάνια καὶ ἄρχισε νὰ διερωτᾶται:
Πῶς εἶναι δυνατόν, μετὰ τὴ γέννηση τοῦ Κυρίου, ἡ Παναγία νὰ εἶναι Μητέρα καὶ συγχρόνως Παρθένος!
Αὐτὸς ὁ διαλογισμὸς τὸν βασάνιζε καὶ δὲν εὕρισκε ἀπάντηση, γιὰ νὰ ἡσυχάση ὁ νοῦς του.
Ὅταν ἄκουσε ὅτι ὁ ἀναχωρητὴς Αἰγίδιος εἶχε χάρη Θεοῦ καὶ ἀνθρώπινη σοφία, ἀναχώρησε γιὰ τὸ ἀσκητήριο, γιὰ νὰ ρωτήσει τὸν ἀσκητὴ γιὰ τὸ διαλογισμό του καὶ μήπως μπορέσει νὰ τὸν λυτρώση ἀπὸ τὴ νοητὴ βλασφημία του.
῞Οταν, λοιπόν, ὁ δάσκαλος βρισκόταν στὸ δρόμο γιὰ τὸ ἀσκητήριο, βγῆκε ἀπὸ τὴ σπηλιά του καὶ ὁ ῞Οσιος, γιὰ νὰ τὸν συναντήση, ἀφοῦ εἰδοποιήθηκε ἀπὸ τὴ θεία χάρη γιὰ τὸν ἐρχομό του καὶ τὸ διαλογισμό του.
Καθὼς ὁ δάσκαλος βρισκόταν κοντὰ στὸ κελλὶ τοῦ Ἀββᾶ καὶ πλησίασε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, ἀφοῦ ὁ δάσκαλος ἔκανε ἐδαφιαία μετάνοια στὸν ῞Οσιο, δὲν ἀποκρίθηκε ὁ Ὅσιος Αἰγίδιος, ἀλλὰ χτύπησε μὲ τὸ ραβδί του ἕνα βράχο καὶ εἶπε μεγαλόφωνα:
– Παρθένος πρὸ τοῦ τόκου.
Εὐθὺς φύτρωσε πάνω στὸ βράχο ἕνας θαυμάσιος κρίνος μὲ εὐωδία οὐράνια. ῞Υστερα εἶπε πάλι ὁ ̓Αββᾶς:
– Παρθένος ἐν τόκῳ.
Καὶ φύτρωσε ἄλλος κρίνος ὡραῖος, ὅπως ὁ πρῶτος. ῞Υστερα χτύπησε γιὰ τρίτη φορὰ τὸ βράχο μὲ τὸ ραβδί του καὶ εἶπε:
– Καὶ μετὰ τόκον Παρθένος μείνασα.
Καὶ ἀμέσως ξεπήδησε ἄλλος ἕνας κρίνος θαυμασιότατος.
Τότε ὁ ῞Οσιος γύρισε στὸ κελλί του, χωρὶς νὰ πῆ ἄλλο λόγο.
῎Εκπληκτος ὁ δάσκαλος ἔμεινε μὲ αὐτὸ τὸ παράδοξο τερατούργημα. Τότε λυτρώθηκε ἀπὸ τὸν πονηρὸ λογισμὸ καὶ σὲ ὅλους κήρυττε τὸ τεράστιο αὐτό, γιὰ νὰ δοξάζεται ἡ ὑπέραγνος Μητέρα τοῦ ̓Εμμανουήλ».
Πηγή: orthodoxostypos
paraklisi
«ΚΑΤΑ ΤΟ 700 μ.Χ.περίπου ζοῦσε στὴν Ἀθήνα ἕνας χριστιανός, σοφὸς στὰ γράμματα καὶ σοφώτερος στὴν ἀρετή, ὁ ὁποῖος ὀνομαζόταν Αἰγίδιος. Μετὰ τὸν θάνατο τῶν γονέων του δώρισε στοὺς φτωχοὺς τὰ ὑπάρχοντά του καὶ ἀναχώρησε στὰ μέρη τῶν ̔Ιεροσολύμων. ̓
Εκεῖ ἐγκαταβίωσε στὰ ἐνδότερα μέρη τῆς ἐρήμου καὶ ἀσκοῦσε μὲ πολλὴ αὐστηρότητα τὸ μοναχικὸ ὑπούργημα μέσα σὲ μιὰ σπηλιά, ἡ ὁποία ἦταν κοντὰ σὲ μιὰ συστάδα δένδρων μὲ πηγή. ̓Ἐκεῖ ἔτρωγε λίγα χόρτα ἀμαγείρευτα καὶ καταγινόταν ἀπερίσπαστος μὲ τὴ λατρεία τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ τὴν ἡσυχία, τὴ σύζυγο θεωρία καὶ τὴν προσευχή. Γι’ αὐτὸ καὶ ἀπόκτησε πολλὰ χαρίσματα πνευματικὰ μὲ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ τὸ προορατικό.
Κοντὰ στὸ ἀσκητήριό του ὑπῆρχε ἕνα Κάστρο, ὅπου ζοῦσε κάποιος δάσκαλος, στοῦ ὁποίου τὸ λογισμὸ ἔσπειρε ὁ διάβολος ζιζάνια καὶ ἄρχισε νὰ διερωτᾶται:
Πῶς εἶναι δυνατόν, μετὰ τὴ γέννηση τοῦ Κυρίου, ἡ Παναγία νὰ εἶναι Μητέρα καὶ συγχρόνως Παρθένος!
Αὐτὸς ὁ διαλογισμὸς τὸν βασάνιζε καὶ δὲν εὕρισκε ἀπάντηση, γιὰ νὰ ἡσυχάση ὁ νοῦς του.
Ὅταν ἄκουσε ὅτι ὁ ἀναχωρητὴς Αἰγίδιος εἶχε χάρη Θεοῦ καὶ ἀνθρώπινη σοφία, ἀναχώρησε γιὰ τὸ ἀσκητήριο, γιὰ νὰ ρωτήσει τὸν ἀσκητὴ γιὰ τὸ διαλογισμό του καὶ μήπως μπορέσει νὰ τὸν λυτρώση ἀπὸ τὴ νοητὴ βλασφημία του.
῞Οταν, λοιπόν, ὁ δάσκαλος βρισκόταν στὸ δρόμο γιὰ τὸ ἀσκητήριο, βγῆκε ἀπὸ τὴ σπηλιά του καὶ ὁ ῞Οσιος, γιὰ νὰ τὸν συναντήση, ἀφοῦ εἰδοποιήθηκε ἀπὸ τὴ θεία χάρη γιὰ τὸν ἐρχομό του καὶ τὸ διαλογισμό του.
Καθὼς ὁ δάσκαλος βρισκόταν κοντὰ στὸ κελλὶ τοῦ Ἀββᾶ καὶ πλησίασε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, ἀφοῦ ὁ δάσκαλος ἔκανε ἐδαφιαία μετάνοια στὸν ῞Οσιο, δὲν ἀποκρίθηκε ὁ Ὅσιος Αἰγίδιος, ἀλλὰ χτύπησε μὲ τὸ ραβδί του ἕνα βράχο καὶ εἶπε μεγαλόφωνα:
– Παρθένος πρὸ τοῦ τόκου.
Εὐθὺς φύτρωσε πάνω στὸ βράχο ἕνας θαυμάσιος κρίνος μὲ εὐωδία οὐράνια. ῞Υστερα εἶπε πάλι ὁ ̓Αββᾶς:
– Παρθένος ἐν τόκῳ.
Καὶ φύτρωσε ἄλλος κρίνος ὡραῖος, ὅπως ὁ πρῶτος. ῞Υστερα χτύπησε γιὰ τρίτη φορὰ τὸ βράχο μὲ τὸ ραβδί του καὶ εἶπε:
– Καὶ μετὰ τόκον Παρθένος μείνασα.
Καὶ ἀμέσως ξεπήδησε ἄλλος ἕνας κρίνος θαυμασιότατος.
Τότε ὁ ῞Οσιος γύρισε στὸ κελλί του, χωρὶς νὰ πῆ ἄλλο λόγο.
῎Εκπληκτος ὁ δάσκαλος ἔμεινε μὲ αὐτὸ τὸ παράδοξο τερατούργημα. Τότε λυτρώθηκε ἀπὸ τὸν πονηρὸ λογισμὸ καὶ σὲ ὅλους κήρυττε τὸ τεράστιο αὐτό, γιὰ νὰ δοξάζεται ἡ ὑπέραγνος Μητέρα τοῦ ̓Εμμανουήλ».
Πηγή: orthodoxostypos
paraklisi
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Τα «Δάκρυα της Παναγίας»
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ