2012-09-12 08:48:05
Ευρύτατα συζητήθηκε η αποκάλυψη των «ΝΕΩΝ» για τα προσωπικά εισοδήματα που δηλώνουν γνωστοί καλλιτέχνες – ορισμένοι εκ των οποίων έσπευσαν να επιβεβαιώσουν την παρατήρηση του χθεσινού ρεπορτάζ ότι πιθανώς διατηρούν εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, μέσω των οποίων και φορολογούνται. Είναι χαρακτηριστικές οι δηλώσεις από τους Σάκη Ρουβά, Αννα Βίσση, Δήμητρα Γαλάνη, Γιώργο Μαζωνάκη και άλλους: όλοι αναφέρονται στην ύπαρξη εταιρειών, στις οποίες έχουν εκχωρήσει τα δικαιώματά τους και μέσω των οποίων διαχειρίζονται την καλλιτεχνική τους δραστηριότητα.
«ΤΑ ΝΕΑ» – με στόχο να αναδείξουν το φορολογικό χάος που επικρατεί – επανέρχονται σήμερα στο θέμα των εταιρειών που έχουν συσταθεί από καλλιτέχνες: σύμφωνα με όσα επεσήμαναν έμπειροι φοροτεχνικοί, η σύσταση εταιρείας είναι ένα νόμιμο «κόλπο», μέσω του οποίου γνωστά ονόματα της πίστας κατορθώνουν να πληρώνουν χαμηλότερους φόρους, για τα εισοδήματα και για τα περιουσιακά τους στοιχεία.
Ακόμα, «ΤΑ ΝΕΑ» αποκαλύπτουν άγνωστες πτυχές από τη «μαύρη οικονομία» της νυχτερινής ζωής στη χώρα μας.
Ενας τρόπος που έχουν ανακαλύψει οι επαγγελματίες - στην περίπτωσή μας οι καλλιτέχνες - για να πληρώνουν λιγότερα χρήματα στην Εφορία σε σύγκριση με τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους και ιδιαίτερα όσους έχουν υψηλές ετήσιες απολαβές, είναι να συστήνουν εταιρείες (ομόρρυθμες, ετερόρρυθμες, ΕΠΕ ή και ΑΕ). Είναι ένας νόμιμος τρόπος, είναι όμως και ηθικός; Με την εν λόγω διαδικασία η συνολική φορολογική επιβάρυνσή τους είναι μικρότερη από εκείνων που φορολογούνται εξ ολοκλήρου με τη φορολογική κλίμακα.
Με τη σύσταση της εταιρείας οι περισσότεροι αποκτούν περιουσιακά στοιχεία (αυτοκίνητα, ακίνητα, σκάφη αναψυχής) στο όνομα της επιχείρησης και οποιαδήποτε δαπάνη αφορά αυτά τα περιουσιακά στοιχεία, μειώνει τα καθαρά κέρδη της εταιρείας.
Δεν ισχύει το ίδιο για μισθωτούς και συνταξιούχους, οι οποίοι όταν αποκτούν ένα περιουσιακό στοιχείο δεν προβλέπεται για τη δαπάνη αυτή μείωση του φορολογητέου εισοδήματος. Απλώς το μόνο που μπορούν να εξασφαλίσουν από καταναλωτικές δαπάνες με αποδείξεις είναι το αφορολόγητο όριο των 5.000 ευρώ, δηλαδή ψίχουλα μπροστά σε αυτά που κερδίζουν όσοι συστήνουν εταιρεία.
Για τους τελευταίους, κάποιες από αυτές τις δαπάνες, έστω και αν δεν αναγνωρίζονται στο σύνολό τους, περνούν κανονικά ως δαπάνες, μειώνουν τα καθαρά κέρδη και «χάνονται» φόροι είτε επειδή γίνεται περαίωση είτε γιατί δεν μπορούν οι υπηρεσίες λόγω έλλειψης προσωπικού και μεγάλου πλήθους υποθέσεων να πραγματοποιήσουν ελέγχους.
Αν ένας μισθωτός έχει εισοδήματα 100.000 ευρώ και φορολογηθεί με βάση τη φορολογική κλίμακα θα επιβαρυνθεί με φόρο 31.400 ευρώ, ενώ αν Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης (ΕΠΕ) έχει καθαρά κέρδη 100.000 ευρώ, θα πληρώσει φόρο 20% στο όνομα της εταιρείας, δηλαδή 20.000 ευρώ και στο υπόλοιπο ποσό των 80.000 ευρώ, όποτε αυτό διανεμηθεί στους εταίρους (δεν υπάρχει χρονικός περιορισμός) θα παρακρατηθεί επιπλέον φόρος άλλο ένα 25%, δηλαδή άλλα 20.000 ευρώ.
Ομως, στην περίπτωση του επαγγελματία που έχει όλα τα περιουσιακά στοιχεία στο όνομα της εταιρείας, οι δαπάνες που αφορούν τα αυτοκίνητα, τα ακίνητα, τα σκάφη αναψυχής κ.λπ. αφαιρούνται από τα ακαθάριστα κέρδη της εταιρείας. Αρα τα παραπάνω καθαρά κέρδη μπορούν να εμφανιστούν αρκετά μειωμένα και ο τελικός - «πραγματικός» - φόρος να είναι χαμηλότερος σε σύγκριση με αυτόν ενός μισθωτού με αντίστοιχα εισοδήματα. Επίσης, τα 100.000 ευρώ καθαρά κέρδη της επιχείρησης μπορεί να έχουν προκύψει από ακαθάριστα έσοδα 1.000.000 ευρώ, ενώ για τον μισθωτό τα δηλωθέντα εισοδήματα ταυτίζονται με τα φορολογητέα.
Επίσης δεν υπάρχει έλεγχος πόθεν έσχες. Από τη στιγμή που μια ΕΠΕ ή ανώνυμη εταιρεία αγοράζει ένα περιουσιακό στοιχείο, δεν ελέγχεται για το ποιος κατέβαλε το κεφάλαιο ή τι ποσό κατέβαλε στη σύσταση της εταιρείας ή σε αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου.
Τι γίνεται όμως στην περίπτωση που κάποιος καλλιτέχνης έχει ΕΠΕ και τα ετήσια καθαρά κέρδη του ανέρχονται σε 300.000 ευρώ; Θα πληρώσει 60.000 ευρώ φόρο στο όνομα της εταιρείας και με τα υπόλοιπα 240.000 μπορεί να αγοράσει ένα περιουσιακό στοιχείο και να αφαιρεί κάθε χρόνο από τα κέρδη το ποσό που αντιστοιχεί στην απόσβεσή του. Με αυτόν τον τρόπο μειώνει σημαντικά τους φόρους οι οποίοι προβλέπονται σύμφωνα με τον νόμο. Για τον ίδιο όμως ως μισθωτό, ο φόρος που θα πλήρωνε για τα 300.000 ευρώ εισόδημα θα ήταν πολύ μεγαλύτερος. Τέλος, όταν μεταβιβάζονται ακίνητα ή άλλα περιουσιακά στοιχεία σε συγγενικά πρόσωπα, δεν πληρώνεται φόρος μεταβίβασης αλλά φόρος υπεραξίας στη μεταβίβαση των εταιρικών μεριδίων.
Οπως αναφέρει φοροτεχνικός στα «ΝΕΑ», η σύσταση εταιρείας από καλλιτέχνες και άλλες κατηγορίες πραγματοποιείται γιατί φορολογικά ο επαγγελματίας πληρώνει λιγότερο φόρο. Ο ίδιος τονίζει ότι οι καλλιτέχνες θα πρέπει να δηλώσουν τα μερίσματα που εισπράττουν από τις εταιρείες που διατηρούν στους κωδικούς 659 - 660 και τον φόρο που έχει παρακρατηθεί στους κωδικούς 433 - 434 για να φορολογηθούν με την εισφορά αλληλεγγύης.
TreloKouneli
«ΤΑ ΝΕΑ» – με στόχο να αναδείξουν το φορολογικό χάος που επικρατεί – επανέρχονται σήμερα στο θέμα των εταιρειών που έχουν συσταθεί από καλλιτέχνες: σύμφωνα με όσα επεσήμαναν έμπειροι φοροτεχνικοί, η σύσταση εταιρείας είναι ένα νόμιμο «κόλπο», μέσω του οποίου γνωστά ονόματα της πίστας κατορθώνουν να πληρώνουν χαμηλότερους φόρους, για τα εισοδήματα και για τα περιουσιακά τους στοιχεία.
Ακόμα, «ΤΑ ΝΕΑ» αποκαλύπτουν άγνωστες πτυχές από τη «μαύρη οικονομία» της νυχτερινής ζωής στη χώρα μας.
Ενας τρόπος που έχουν ανακαλύψει οι επαγγελματίες - στην περίπτωσή μας οι καλλιτέχνες - για να πληρώνουν λιγότερα χρήματα στην Εφορία σε σύγκριση με τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους και ιδιαίτερα όσους έχουν υψηλές ετήσιες απολαβές, είναι να συστήνουν εταιρείες (ομόρρυθμες, ετερόρρυθμες, ΕΠΕ ή και ΑΕ). Είναι ένας νόμιμος τρόπος, είναι όμως και ηθικός; Με την εν λόγω διαδικασία η συνολική φορολογική επιβάρυνσή τους είναι μικρότερη από εκείνων που φορολογούνται εξ ολοκλήρου με τη φορολογική κλίμακα.
Με τη σύσταση της εταιρείας οι περισσότεροι αποκτούν περιουσιακά στοιχεία (αυτοκίνητα, ακίνητα, σκάφη αναψυχής) στο όνομα της επιχείρησης και οποιαδήποτε δαπάνη αφορά αυτά τα περιουσιακά στοιχεία, μειώνει τα καθαρά κέρδη της εταιρείας.
Δεν ισχύει το ίδιο για μισθωτούς και συνταξιούχους, οι οποίοι όταν αποκτούν ένα περιουσιακό στοιχείο δεν προβλέπεται για τη δαπάνη αυτή μείωση του φορολογητέου εισοδήματος. Απλώς το μόνο που μπορούν να εξασφαλίσουν από καταναλωτικές δαπάνες με αποδείξεις είναι το αφορολόγητο όριο των 5.000 ευρώ, δηλαδή ψίχουλα μπροστά σε αυτά που κερδίζουν όσοι συστήνουν εταιρεία.
Για τους τελευταίους, κάποιες από αυτές τις δαπάνες, έστω και αν δεν αναγνωρίζονται στο σύνολό τους, περνούν κανονικά ως δαπάνες, μειώνουν τα καθαρά κέρδη και «χάνονται» φόροι είτε επειδή γίνεται περαίωση είτε γιατί δεν μπορούν οι υπηρεσίες λόγω έλλειψης προσωπικού και μεγάλου πλήθους υποθέσεων να πραγματοποιήσουν ελέγχους.
Αν ένας μισθωτός έχει εισοδήματα 100.000 ευρώ και φορολογηθεί με βάση τη φορολογική κλίμακα θα επιβαρυνθεί με φόρο 31.400 ευρώ, ενώ αν Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης (ΕΠΕ) έχει καθαρά κέρδη 100.000 ευρώ, θα πληρώσει φόρο 20% στο όνομα της εταιρείας, δηλαδή 20.000 ευρώ και στο υπόλοιπο ποσό των 80.000 ευρώ, όποτε αυτό διανεμηθεί στους εταίρους (δεν υπάρχει χρονικός περιορισμός) θα παρακρατηθεί επιπλέον φόρος άλλο ένα 25%, δηλαδή άλλα 20.000 ευρώ.
Ομως, στην περίπτωση του επαγγελματία που έχει όλα τα περιουσιακά στοιχεία στο όνομα της εταιρείας, οι δαπάνες που αφορούν τα αυτοκίνητα, τα ακίνητα, τα σκάφη αναψυχής κ.λπ. αφαιρούνται από τα ακαθάριστα κέρδη της εταιρείας. Αρα τα παραπάνω καθαρά κέρδη μπορούν να εμφανιστούν αρκετά μειωμένα και ο τελικός - «πραγματικός» - φόρος να είναι χαμηλότερος σε σύγκριση με αυτόν ενός μισθωτού με αντίστοιχα εισοδήματα. Επίσης, τα 100.000 ευρώ καθαρά κέρδη της επιχείρησης μπορεί να έχουν προκύψει από ακαθάριστα έσοδα 1.000.000 ευρώ, ενώ για τον μισθωτό τα δηλωθέντα εισοδήματα ταυτίζονται με τα φορολογητέα.
Επίσης δεν υπάρχει έλεγχος πόθεν έσχες. Από τη στιγμή που μια ΕΠΕ ή ανώνυμη εταιρεία αγοράζει ένα περιουσιακό στοιχείο, δεν ελέγχεται για το ποιος κατέβαλε το κεφάλαιο ή τι ποσό κατέβαλε στη σύσταση της εταιρείας ή σε αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου.
Τι γίνεται όμως στην περίπτωση που κάποιος καλλιτέχνης έχει ΕΠΕ και τα ετήσια καθαρά κέρδη του ανέρχονται σε 300.000 ευρώ; Θα πληρώσει 60.000 ευρώ φόρο στο όνομα της εταιρείας και με τα υπόλοιπα 240.000 μπορεί να αγοράσει ένα περιουσιακό στοιχείο και να αφαιρεί κάθε χρόνο από τα κέρδη το ποσό που αντιστοιχεί στην απόσβεσή του. Με αυτόν τον τρόπο μειώνει σημαντικά τους φόρους οι οποίοι προβλέπονται σύμφωνα με τον νόμο. Για τον ίδιο όμως ως μισθωτό, ο φόρος που θα πλήρωνε για τα 300.000 ευρώ εισόδημα θα ήταν πολύ μεγαλύτερος. Τέλος, όταν μεταβιβάζονται ακίνητα ή άλλα περιουσιακά στοιχεία σε συγγενικά πρόσωπα, δεν πληρώνεται φόρος μεταβίβασης αλλά φόρος υπεραξίας στη μεταβίβαση των εταιρικών μεριδίων.
Οπως αναφέρει φοροτεχνικός στα «ΝΕΑ», η σύσταση εταιρείας από καλλιτέχνες και άλλες κατηγορίες πραγματοποιείται γιατί φορολογικά ο επαγγελματίας πληρώνει λιγότερο φόρο. Ο ίδιος τονίζει ότι οι καλλιτέχνες θα πρέπει να δηλώσουν τα μερίσματα που εισπράττουν από τις εταιρείες που διατηρούν στους κωδικούς 659 - 660 και τον φόρο που έχει παρακρατηθεί στους κωδικούς 433 - 434 για να φορολογηθούν με την εισφορά αλληλεγγύης.
TreloKouneli
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Τροχονόμος συμμετείχε σε σπείρα εκβιαστών ιδιοκτητών αυτοκινήτων
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ