2012-09-30 23:06:04
Του Μπαλή Κάκη
Κανείς δεν μπορεί να παραπονεθεί ούτε για εκπλήξεις ούτε για ραγδαίες εξελίξεις στο μέτωπο της ευρωκρίσης.
Αργά και βασανιστικά γίνονται αντιληπτά τα αδιέξοδα, αργά και βασανιστικά προχωρούν -εάν προχωρούν- οι υπόγειες διαπραγματεύσεις για την εύρεση διεξόδων. Και την εβδομάδα που πέρασε η... αργή μουσική για το ελληνικό ζήτημα παίχτηκε στο Βερολίνο, στο περιθώριο ενός πάρτι γενεθλίων. Η διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Κριστίν Λαγκάρντ, βρέθηκε την Τετάρτη στη γερμανική πρωτεύουσα για να ευχηθεί «χρόνια πολλά» στον υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, που συμπλήρωσε τα 70 του χρόνια.
Κι αμέσως μετά το πάρτι είχε μια «αυστηρά εμπιστευτική» συνάντηση με την καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ, στην οποία κατά πάσα πιθανότητα ένα από τα μείζονα ζητήματα ήταν το τι θα γίνει με το ελληνικό χρέος. Αυτή τη φορά «διαρροές» δεν υπήρξαν, ίσως επειδή δεν υπήρξε καμία εξέλιξη στον καυγά, που έχει ξεκινήσει από καιρό, μεταξύ ΔΝΤ και Ευρωζώνης για το νέο «κούρεμα» του ελληνικού χρέους. Ή, ίσως, επειδή λύση βρέθηκε, αλλά όχι και η σωστή στιγμή για να ανακοινωθεί.
Οι άνθρωποι του ΔΝΤ στην Ουάσιγκτον θεωρούν ότι ο μόνος τρόπος να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους -την οποία καθορίζουν γύρω στο 120% του ΑΕΠ το 2020- είναι μια νέα αναδιάρθρωσή του, αυτή τη φορά με τη συμμετοχή των ομολόγων που βρίσκονται στα χαρτοφυλάκια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και των εθνικών κεντρικών τραπεζών. Σημειώνεται ότι η ΕΚΤ έχει στο χαρτοφυλάκιό της ελληνικά ομόλογα ονομαστικής αξίας 50 δισ. ευρώ, τα οποία αγόρασε από τη δευτερογενή αγορά έναντι περίπου 38 δισ.
Όσο για κάποιες από τις εθνικές κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης εκτιμάται ότι έχουν ελληνικά ομόλογα αξίας γύρω στα 12 δισ. ευρώ, που τα έχουν αγοράσει επίσης σε χαμηλότερη τιμή. Ανεπισήμως, η ΕΚΤ είχε αφήσει κατά καιρούς να εννοηθεί ότι τουλάχιστον αυτή τη διαφορά -αυτό το αν όχι άνομο, πάντως σίγουρα ανήθικο κέρδος- από τα ελληνικά ομόλογα θα την επέστρεφε με κάποιον τρόπο στην Ελλάδα. Όσο αυξάνονται όμως οι πιέσεις του ΔΝΤ προς την κεντρική τράπεζα να αποδεχτεί ένα «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων, τόσο πληθαίνουν και οι δηλώσεις στελεχών της, ότι δεν το συζητάει.
Κι όμως, μόλις πριν από τρεις εβδομάδες, κατά την παρουσίαση του σχεδίου του για αγορά ομολόγων των κλυδωνιζόμενων χωρών, ο διοικητής της Μάριο Ντράγκι είχε δηλώσει ότι η ΕΚΤ είναι έτοιμη να απεμπολήσει το δικαίωμά της να εξαιρείται από τα «κουρέματα» σε περιπτώσεις αναδιάρθρωσης χρεών.
Θα γίνει ή δεν θα γίνει το νέο «κούρεμα»; Παρά τις έντονες διαψεύσεις από πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, με πιο ηχηρές αυτές του Βερολίνου, και από την Κομισιόν -τρεις φορές το επανέλαβε την περασμένη εβδομάδα ο Όλι Ρεν- όλοι φαίνεται να το θεωρούν αναπόφευκτο. Το ΔΝΤ, που το θεωρεί περίπου προαπαιτούμενο για να παραμείνει στη... βάρκα του ελληνικού προγράμματος. Η συντριπτική πλειοψηφία των οικονομολόγων ακόμη και στις «σκληρές» χώρες του Βορρά.
Μια πληθώρα αξιωματούχων της Κομισιόν και της ΕΚΤ, που επιμένουν να διατηρούν την ανωνυμία τους, αλλά «διαρρέουν» συνεχώς σχετικά σενάρια στον Τύπο. Η ελληνική κυβέρνηση, που επίσημα δεν το λέει, φαίνεται τελικά να μην ενοχλείται ιδιαιτέρως από τις σχετικές διαρροές.
Το μαρτύριο της αναβολής
Αφού, λοιπόν, είναι αναπόφευκτο, προς τι οι συνεχείς αναβολές; Η εμπειρία του προηγούμενου «κουρέματος» έχει δείξει ότι κάθε καθυστέρηση μειώνει την αποτελεσματικότητα της κίνησης. Αυτό που κάποιοι πανηγύρισαν στην αρχή ως το «πολύ ικανοποιητικό» 21% του αρχικού PSI -του «κουρέματος» των ομολόγων που κατείχε ο (με την ευρεία έννοια) ιδιωτικός τομέας, στον οποίο ανήκαν και τα κατεστραμμένα ασφαλιστικά ταμεία- εξελίχθηκε σε ένα «ιστορικό», κατά Βενιζέλο, 53%, και σε χρόνο ρεκόρ η επίδρασή του στη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους έγινε καπνός.
Σύμφωνα με το πιο μετριοπαθές σενάριο, μετά το «κούρεμα», με επιμήκυνση ή χωρίς του ελληνικού προγράμματος, και με την ύφεση στα σημερινά επίπεδα, το ελληνικό χρέος θα κυμανθεί το 2020 γύρω στο 140% του ΑΕΠ. Ο οίκος αξιολόγησης Fitch, μάλιστα, προέβλεψε τις προάλλες ότι το ελληνικό χρέος θα σκαρφαλώσει στο 180% του ΑΕΠ το 2014 -κι ένας θεός ξέρει πού θα κάτσει η μπίλια το 2020. Οπότε, εάν υποθέσουμε ότι παραμένει πλειοψηφική η αντίληψη στην Ευρωζώνη ότι η Ελλάδα δεν πρέπει να φύγει από το ευρώ, ούτε να χρεωκοπήσει άτακτα, κάτι πρέπει να γίνει.
Μια ιδέα που έπεσε προ δεκαημέρου στο τραπέζι ανωνύμως από «πηγές» στην Κομισιόν και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ήταν να ξεγράψουν οι πιστωτές της Ελλάδας ένα μέρος από το πρώτο «πακέτο», τις διμερείς πιστώσεις, δηλαδή, που δόθηκαν στη χώρα από τον Μάιο του 2010 μέχρι τα τέλη του 2011, οι οποίες υπολογίζονται σε 53 δισεκατομμύρια ευρώ.
Μια δεύτερη ιδέα, που έχει ακουστεί πολλές φορές, είναι να μην περάσουν στο δημόσιο χρέος τα χρήματα που θα χρησιμοποιηθούν για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών. Κάτι τέτοιο υποτίθεται ότι συμφωνήθηκε για την περίπτωση των ισπανικών τραπεζών, αλλά ακόμη δεν έχουμε δει με ποια ακριβώς φόρμουλα θα υλοποιηθεί. Η ΕΚΤ επισήμως δεν έχει τοποθετηθεί στο ζήτημα, αλλά, αν θυμηθεί κανείς τις δηλώσεις του Ντράγκι μετά την «ιστορική» σύνοδο κορυφής του Ιουλίου, ήταν θετικά διακείμενος.
Στο παρασκήνιο, στις «αυστηρά εμπιστευτικές» συναντήσεις, πιθανότατα διατυπώνονται και άλλες ιδέες. Μόνο που μέχρι να γίνουν πράξη -εάν τελικά γίνουν πράξη- μπορεί και πάλι το κόστος της αναβολής να αποδειχθεί δυσβάσταχτο. Κι όχι μόνο για την ελληνική κοινωνία και οικονομία.
Πηγή / Η ΑΥΓΗ
communenews
Κανείς δεν μπορεί να παραπονεθεί ούτε για εκπλήξεις ούτε για ραγδαίες εξελίξεις στο μέτωπο της ευρωκρίσης.
Αργά και βασανιστικά γίνονται αντιληπτά τα αδιέξοδα, αργά και βασανιστικά προχωρούν -εάν προχωρούν- οι υπόγειες διαπραγματεύσεις για την εύρεση διεξόδων. Και την εβδομάδα που πέρασε η... αργή μουσική για το ελληνικό ζήτημα παίχτηκε στο Βερολίνο, στο περιθώριο ενός πάρτι γενεθλίων. Η διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Κριστίν Λαγκάρντ, βρέθηκε την Τετάρτη στη γερμανική πρωτεύουσα για να ευχηθεί «χρόνια πολλά» στον υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, που συμπλήρωσε τα 70 του χρόνια.
Κι αμέσως μετά το πάρτι είχε μια «αυστηρά εμπιστευτική» συνάντηση με την καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ, στην οποία κατά πάσα πιθανότητα ένα από τα μείζονα ζητήματα ήταν το τι θα γίνει με το ελληνικό χρέος. Αυτή τη φορά «διαρροές» δεν υπήρξαν, ίσως επειδή δεν υπήρξε καμία εξέλιξη στον καυγά, που έχει ξεκινήσει από καιρό, μεταξύ ΔΝΤ και Ευρωζώνης για το νέο «κούρεμα» του ελληνικού χρέους. Ή, ίσως, επειδή λύση βρέθηκε, αλλά όχι και η σωστή στιγμή για να ανακοινωθεί.
Οι άνθρωποι του ΔΝΤ στην Ουάσιγκτον θεωρούν ότι ο μόνος τρόπος να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους -την οποία καθορίζουν γύρω στο 120% του ΑΕΠ το 2020- είναι μια νέα αναδιάρθρωσή του, αυτή τη φορά με τη συμμετοχή των ομολόγων που βρίσκονται στα χαρτοφυλάκια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και των εθνικών κεντρικών τραπεζών. Σημειώνεται ότι η ΕΚΤ έχει στο χαρτοφυλάκιό της ελληνικά ομόλογα ονομαστικής αξίας 50 δισ. ευρώ, τα οποία αγόρασε από τη δευτερογενή αγορά έναντι περίπου 38 δισ.
Όσο για κάποιες από τις εθνικές κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης εκτιμάται ότι έχουν ελληνικά ομόλογα αξίας γύρω στα 12 δισ. ευρώ, που τα έχουν αγοράσει επίσης σε χαμηλότερη τιμή. Ανεπισήμως, η ΕΚΤ είχε αφήσει κατά καιρούς να εννοηθεί ότι τουλάχιστον αυτή τη διαφορά -αυτό το αν όχι άνομο, πάντως σίγουρα ανήθικο κέρδος- από τα ελληνικά ομόλογα θα την επέστρεφε με κάποιον τρόπο στην Ελλάδα. Όσο αυξάνονται όμως οι πιέσεις του ΔΝΤ προς την κεντρική τράπεζα να αποδεχτεί ένα «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων, τόσο πληθαίνουν και οι δηλώσεις στελεχών της, ότι δεν το συζητάει.
Κι όμως, μόλις πριν από τρεις εβδομάδες, κατά την παρουσίαση του σχεδίου του για αγορά ομολόγων των κλυδωνιζόμενων χωρών, ο διοικητής της Μάριο Ντράγκι είχε δηλώσει ότι η ΕΚΤ είναι έτοιμη να απεμπολήσει το δικαίωμά της να εξαιρείται από τα «κουρέματα» σε περιπτώσεις αναδιάρθρωσης χρεών.
Θα γίνει ή δεν θα γίνει το νέο «κούρεμα»; Παρά τις έντονες διαψεύσεις από πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, με πιο ηχηρές αυτές του Βερολίνου, και από την Κομισιόν -τρεις φορές το επανέλαβε την περασμένη εβδομάδα ο Όλι Ρεν- όλοι φαίνεται να το θεωρούν αναπόφευκτο. Το ΔΝΤ, που το θεωρεί περίπου προαπαιτούμενο για να παραμείνει στη... βάρκα του ελληνικού προγράμματος. Η συντριπτική πλειοψηφία των οικονομολόγων ακόμη και στις «σκληρές» χώρες του Βορρά.
Μια πληθώρα αξιωματούχων της Κομισιόν και της ΕΚΤ, που επιμένουν να διατηρούν την ανωνυμία τους, αλλά «διαρρέουν» συνεχώς σχετικά σενάρια στον Τύπο. Η ελληνική κυβέρνηση, που επίσημα δεν το λέει, φαίνεται τελικά να μην ενοχλείται ιδιαιτέρως από τις σχετικές διαρροές.
Το μαρτύριο της αναβολής
Αφού, λοιπόν, είναι αναπόφευκτο, προς τι οι συνεχείς αναβολές; Η εμπειρία του προηγούμενου «κουρέματος» έχει δείξει ότι κάθε καθυστέρηση μειώνει την αποτελεσματικότητα της κίνησης. Αυτό που κάποιοι πανηγύρισαν στην αρχή ως το «πολύ ικανοποιητικό» 21% του αρχικού PSI -του «κουρέματος» των ομολόγων που κατείχε ο (με την ευρεία έννοια) ιδιωτικός τομέας, στον οποίο ανήκαν και τα κατεστραμμένα ασφαλιστικά ταμεία- εξελίχθηκε σε ένα «ιστορικό», κατά Βενιζέλο, 53%, και σε χρόνο ρεκόρ η επίδρασή του στη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους έγινε καπνός.
Σύμφωνα με το πιο μετριοπαθές σενάριο, μετά το «κούρεμα», με επιμήκυνση ή χωρίς του ελληνικού προγράμματος, και με την ύφεση στα σημερινά επίπεδα, το ελληνικό χρέος θα κυμανθεί το 2020 γύρω στο 140% του ΑΕΠ. Ο οίκος αξιολόγησης Fitch, μάλιστα, προέβλεψε τις προάλλες ότι το ελληνικό χρέος θα σκαρφαλώσει στο 180% του ΑΕΠ το 2014 -κι ένας θεός ξέρει πού θα κάτσει η μπίλια το 2020. Οπότε, εάν υποθέσουμε ότι παραμένει πλειοψηφική η αντίληψη στην Ευρωζώνη ότι η Ελλάδα δεν πρέπει να φύγει από το ευρώ, ούτε να χρεωκοπήσει άτακτα, κάτι πρέπει να γίνει.
Μια ιδέα που έπεσε προ δεκαημέρου στο τραπέζι ανωνύμως από «πηγές» στην Κομισιόν και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ήταν να ξεγράψουν οι πιστωτές της Ελλάδας ένα μέρος από το πρώτο «πακέτο», τις διμερείς πιστώσεις, δηλαδή, που δόθηκαν στη χώρα από τον Μάιο του 2010 μέχρι τα τέλη του 2011, οι οποίες υπολογίζονται σε 53 δισεκατομμύρια ευρώ.
Μια δεύτερη ιδέα, που έχει ακουστεί πολλές φορές, είναι να μην περάσουν στο δημόσιο χρέος τα χρήματα που θα χρησιμοποιηθούν για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών. Κάτι τέτοιο υποτίθεται ότι συμφωνήθηκε για την περίπτωση των ισπανικών τραπεζών, αλλά ακόμη δεν έχουμε δει με ποια ακριβώς φόρμουλα θα υλοποιηθεί. Η ΕΚΤ επισήμως δεν έχει τοποθετηθεί στο ζήτημα, αλλά, αν θυμηθεί κανείς τις δηλώσεις του Ντράγκι μετά την «ιστορική» σύνοδο κορυφής του Ιουλίου, ήταν θετικά διακείμενος.
Στο παρασκήνιο, στις «αυστηρά εμπιστευτικές» συναντήσεις, πιθανότατα διατυπώνονται και άλλες ιδέες. Μόνο που μέχρι να γίνουν πράξη -εάν τελικά γίνουν πράξη- μπορεί και πάλι το κόστος της αναβολής να αποδειχθεί δυσβάσταχτο. Κι όχι μόνο για την ελληνική κοινωνία και οικονομία.
Πηγή / Η ΑΥΓΗ
communenews
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Leo Buscaglia: “Mr Hug”
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ