2012-10-03 23:29:57
Στην αρχή είχαμε τη «λίστα» των τριών, με τον πρόεδρο της Βουλής και τους δύο πρώην υπουργούς της ΝΔ. Μετά μάθαμε για τη «λίστα» των 36 πολιτικών και κρατικών αξιωματούχων.
Ύστερα αποκαλύφθηκε η λίστα των 1991 Ελλήνων καταθετών στην Ελβετία. Σε λίγες μέρες θα μάθουμε για τη λίστα των 50 διακεκριμένων φοροφυγάδων. Και πάει λέγοντας.
Από λίστα σε λίστα, και από ληστεία σε ληστεία του δημοσίου πλούτου, πορεύεται, τη σήμερον ημέρα, η Ελλάς. Μέχρι να ‘ρθει η στιγμή που θα γραφτεί και η λίστα του …Σίντλερ. Μια λίστα για τα εγκλήματα που διεπράχθησαν, από τις ποικιλώνυμες
κλεπτοκρατικές ελίτ, για πολλές δεκαετίες, σε βάρος των απλών πολιτών της δύσμοιρης τούτης χώρας. Και ο πέλεκυς να πέσει βαρύς και αμείλικτος επί των βιαστών της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας.
Γιατί θα πέσει. Δεν μπορεί να μην πέσει. Δεν μπορεί να συνεχίζεται επ’ αόριστον το καθεστώς ατιμωρησίας τους. Θα ‘ρθει κάποια στιγμή που η κοινωνία θα πει: «μπάστα, ως εδώ, δεν πάει άλλο, ή εμείς ή αυτοί». Μέχρι να ‘ρθει όμως αυτή η στιγμή -και μέχρι να αποκαλυφθεί η επόμενη λίστα- ας προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε τι έγινε με τη ελβετική λίστα των 1991.
Κατ’ αρχήν, πόσοι περιλαμβάνονται σ’ αυτή τη λίστα; Είναι 1991 ή μήπως περισσότεροι; Όταν, πριν περίπου δύο χρόνια, και συγκεκριμένα τα Χριστούγεννα του 2010, απεκαλύφθη αυτή η υπόθεση, από την εφημερίδα ΠΑΡΟΝ, για να αποδίδουμε και τα εύσημα στη δημοσιογραφική έρευνα, όταν λοιπόν απεκαλύφθη, ο τότε βουλευτής της Ν.Δ. Νίκος Νικολόπουλος, σε ερώτηση του προς το υπουργείο Οικονομικών, κάνει λόγο για 2650 Έλληνες με καταθέσεις 13 δισ. ευρώ στην Ελβετία!
Είναι λοιπόν 1991 ή 2650; Πως μπορούμε να είμαστε σίγουροι, εάν ο βουλευτής έχει δίκιο, ότι εν τω μεταξύ δεν διεγράφησαν 659 καταθέτες; Κι αν ναι με ποιό κριτήριο και από ποιούς; Ακόμη κι αν ο βουλευτής έχει άδικο, πως αποδεικνύεται ότι η λίστα είχε 1991; Μήπως χρειάζεται η επίσημη πολιτεία να ζητήσει εκ νέου τη σχετική λίστα; Αφού για δύο χρόνια ήταν στα αζήτητα, έχουμε κάθε λόγο να είμαστε υποψιασμένοι και να απαιτούμε να ερευνηθεί εξ αρχής αυτή η ιστορία.
Το επόμενο ερώτημα που ανακύπτει, είναι ποιό είναι το ύψος των καταθέσεων; Είναι 13 δισ.; Περισσότερα; Λιγότερα; Πόσα ακριβώς; Γιατί η λίστα, απ’ ότι λέγεται, περιείχε: όνομα, επώνυμο, διεύθυνση και το ύψος της κατάθεσης. Ακόμη κι αν τα 13 δισ. θεωρούνται υπερβολικά, πρέπει να μάθουμε -όχι εμείς, το επίσημα όργανα του κράτους- πόσα είναι ακριβώς τα χρήματα, ώστε να ξέρει η πολιτεία πόσα μπορεί να εισπράξει από φόρους και πρόστιμα. Πάντως η Γερμανία, από 1100 αντίστοιχους καταθέτες, γράφτηκε παλαιότερα ότι εισέπραξε 1 δισ. ευρώ, ενώ χθες ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΔΗΜΑΡ, Νίκος Τσούκαλης, αναφέρθηκε σε συγκεκριμένα ποσά που εισέπραξαν, από τους φοροφυγάδες τους στην Ελβετία, η Ισπανία, η Ιταλία και η Γαλλία.
Το τρίτο ερώτημα είναι αν οι 1991 -ή δεν ξέρω πόσοι άλλοι- είναι όλοι οι Έλληνες καταθέτες στην Ελβετία ή μόνον στην τράπεζα HSBC όπου εργάζονταν ο υπάλληλος Herve Falciani, που έκλεψε τα δεδομένα από τα κεντρικά της τράπεζας στην Γενεύη; Αν είναι μόνον από την HSBC τι γίνεται με τις άλλες ελβετικές τράπεζες όπου έχουν καταθέσεις Έλληνες; Πότε θα τελεσφορήσει η συνολική διαπραγμάτευση με την Ελβετία για την οποίαν ήταν αρμόδιος ο πρώην αντιπρόεδρος Θεοδ. Πάγκαλος. Κατ´ αρχήν, συνεχίζεται η έχει εγκαταλειφθεί η προσπάθεια να υπάρξει διακρατική σύμβαση, αντίστοιχη με αυτή της Γερμανίας; Αν συνεχίζεται, ποιός είναι τώρα υπεύθυνος; Ποιές ενέργειες έχει κάνει; Τι αποτελέσματα υπάρχουν;
Το τέταρτο ερώτημα είναι, γιατί πήραμε τη λίστα από την κυρία Λαγκάρντ; Δεν θέλαμε να δώσουμε τα 3 εκατ. ευρώ, (η Γερμανία την προμηθεύτηκε με 2,5 εκατ.), που λέγεται ότι ζητούσε ο Falciani; Μήπως την προμηθευτήκαμε διά της διπλωματικής οδού για να αποφύγουμε το ποινικόν της υποθέσεως, και να μπορέσουμε να την χρησιμοποιήσουμε νόμιμα στη διαπραγμάτευση και την έρευνα; Αν δεν ήταν αυτή η πρόθεσή μας μήπως μπορούμε, διασταλτικώ τω τρόπω, να υποστηρίξουμε ότι -εφόσον μεσολαβεί διπλωματική ενέργεια και δεν υπάρχει απευθείας συναλλαγή με τον Falciani- είναι νόμιμη η απόκτηση της λίστας και όχι προϊόν παράνομης ενέργειας;
Αφήνω το πέμπτο ερώτημα -γιατί δεν κάναμε ότι και οι άλλες χώρες που πήραν τη λίστα- επειδή έχει διατυπωθεί κατά κόρον, και προχωρώ στο έκτο. Εντάξει, ο Παπακωνσταντίνου ευθύνεται -και να τον καταδικάσουμε γι’ αυτό, επειδή για επτά μήνες δεν προχώρησε την υπόθεση ή την ερεύνησε πλημμελώς- ο διάδοχός του στο υπουργείο Οικονομικών, ο Ευάγγελος Βενιζέλος, τι έκανε τους οκτώ μήνες που ακολούθησαν; Αν δεν έκανε τίποτα επειδή, όπως υποστηρίζει το υλικό ήταν παράνομο, γιατί επιτίθεται στον Παπακωνσταντίνου και του επιρρίπτει ευθύνες;
Αν ο Παπακωνσταντίνου ευθύνεται μία φορά, ο Βενιζέλος ευθύνεται δύο. Και δεν ευθύνεται εις διπλούν, αλλά στο πολλαπλάσιο, αφού αποκαλύπτεται ότι για άλλους οκτώ μήνες την είχε μόνον αυτός. Την πήρε από το υπουργείου Οικονομικών και την μετέφερε στο προσωπικό του γραφείο. Στο σπίτι του ή στο κόμμα του. Είναι δυνατόν, υλικό του δημοσίου να βρίσκεται στα χέρια ιδιώτη, και μάλιστα πολιτικού, που δεν ξέρεις πως μπορεί να το χρησιμοποιήσει στην πολιτική και εκλογική αντιπαράθεση;
Εγώ δέχομαι ότι ο Βενιζέλος δεν το χρησιμοποίησε; Είχε όμως τη δυνατότητα να το πράξει. Είναι νόμιμη αυτή η δυνατότητα; Και επιπροσθέτως: Πως κάποιος, και μάλιστα πολιτικός με εξέχουσα νομική συγκρότηση, έχει αποκλειστικά στην κατοχή του για τόσο μακρύ χρονικό διάστημα, πλούσιο μάλιστα σε πολιτικο-επιχειρηματικά γεγονότα, κάτι το παράνομο -όπως ο ίδιος το χαρακτήρισε;
Και πάμε τώρα στο έβδομο ερώτημα. Ποιά ονόματα περιέχει η λίστα; Είναι και πόσο «ηχηρά», όπως λέγεται; Ήδη έχουν αρχίσει και διοχετεύονται ονόματα. Λένε ότι μία καθηγήτρια, συγγενής πασίγνωστου πολιτικού, φέρεται να είχε καταθέσεις 500.000.000 ευρώ. Λένε επίσης, ότι ψηλά στη λίστα των καταθέσεων βρίσκεται γνωστός Έλληνας επιχειρηματίας στο χώρο του αυτοκινήτου που πριν δύο χρόνια απασχόλησε αρνητικά τη δημοσιότητα. Τρίτος αναφέρεται, γόνος πολύ μεγάλης οικογενείας του κατασκευαστικού κλάδου, ο οποίος όμως ακολουθεί διαφορετικό επιχειρηματικό δρόμο. Είναι έτσι; Μήπως έχει αρχίσει και πάλι το παιχνίδι των ψιθύρων για να σπιλωθούν ή να εκβιαστούν άνθρωποι; Μήπως ξεκίνησαν τα χαλκεία της συσκότισης της υπόθεσης, μέσα από φανταστικές διαρροές, ώστε στο τέλος, και αφού ανακατευτούν στο μίξερ αθώοι και ένοχοι, να τη γλιτώσουν οι ένοχοι;
Το όγδοο ερώτημα, σχετίζεται με την …περιέργεια που σκότωσε τη γάτα. Σε μία χώρα, που η περιέργεια του λαού της δεν είναι απλώς έμφυτη, αλλά έχει φτάσει στο σημείο να θέλει να μάθει και «από που κλάνει το μπαρμπούνι», είναι δύσκολο να πιστέψει κάποιος ότι, όσοι κατά καιρούς είχαν το περίφημο ψηφιακό αρχείο (USB), δεν μπήκαν στον πειρασμό να το εκτυπώσουν ή να το αποθηκεύσουν στο σκληρό δίσκο του υπολογιστή τους πριν το παραδώσουν στον επόμενο. Το είχε ο Παπακωνσταντίνου, μετά ο Καπελέρης, ύστερα ο Διώτης, έπειτα ο Βενιζέλος, εστάλη στον Σαμαρά, παρεδόθη στον νέο επικεφαλής του ΣΔΟΕ, αυτός το έστειλε στον Πεπόνη, και θέλουν να πιστέψουμε ότι κανείς δεν το άνοιγε επειδή ήταν προϊόν υποκλοπής; Θέλουν να πιστέψουμε ότι παρέδιδαν το USB ο ένας στον άλλον, σε έναν κλειστό κίτρινο φάκελο, με την παρατήρηση: «προσοχή είναι παράνομο»; Έλεος.
Επειδή εγώ δεν πιστεύω -και κανείς από τα 11.000.000 των Ελλήνων δεν το πιστεύει- ότι δεν μπήκε κάποιος στον πειρασμό, διατυπώνω το ένατο ερώτημα: Χρησιμοποίησε ο Βενιζέλος τη λίστα; Έκανε το ίδιο ο Διώτης; Ο Καπελέρης; Ο Παπακωνσταντίνου; Κάποιος άλλος σε γνώση του οποίου επίσης είχε περιέλθει η λίστα; Υπήρξαν διαπραγματεύσεις; Εμπιστευτικές ενημερώσεις; Επιλήψιμες συναλλαγές; Με ποιούς; Και με τι ανταλλάγματα; Επειδή είναι προφανές ότι αυτό δεν θα το ομολογήσει κανείς, ένας τρόπος υπάρχει να το μάθουμε. Να ερευνήσουμε, αν το USB που παρεδόθη από τον Βενιζέλο στον Σαμαρά είναι το ίδιο που παρεδόθη στον Παπακωνσταντίνου από τη Λαγκάρντ. Να δούμε αν τα αρχικά ονόματα παραμένουν τα ίδια. Αν υπήρξαν παρεμβάσεις στη λίστα -που δεν θέλουμε να το πιστεύουμε για τόσο αδιάφθορους πολιτικούς και κρατικούς λειτουργούς- η σύγκριση θα τις αποκαλύψει.
Το δέκατο, ερώτημα, είναι: Εκτός από τα προαναφερόμενα πρόσωπα, υπήρξαν άλλα που ενεπλάκησαν ή έπρεπε, εκ της θέσεως τους, να εμπλακούν στην υπόθεση; Αν ναι, έκαναν και ποιές ενέργειες; Το Δεκέμβριο του 2010, υπουργός Δικαιοσύνης ήταν ο Χάρης Καστανίδης. Έπρεπε να γνωρίζει. Γνώριζε; Τι έκανε; Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ήταν, και παραμένει, ο Ιωαν. Τέντες. Ενημερώθηκε; Επικοινώνησε με τον ξένο ομόλογό του; Επικεφαλής της αρχής για το «μαύρο χρήμα» ήταν, και παραμένει, ο Παν. Νικολούδης. Ασχολήθηκε; Ήρθε σε επαφή με την OLAF ή κάποια άλλη ευρωπαϊκή υπηρεσία. Στην υπόθεση ενεπλάκη η ΕΥΠ, της οποίας προϊστάμενος, εκείνη την περίοδο, ήταν ο Κ. Μπίρας; Αν ναι, τι έκανε; Αν όχι, γιατί; Δεν θα μπορούσαν κάποιες από τις καταθέσεις, εφόσον ήταν παράνομες, να διοχετευθούν για τρομοκρατικές ενέργειες ή πράξεις που στρέφονται κατά της εθνικής ασφάλειας της χώρας;
Με αφορμή αυτή την δικαιολογημένη απορία, ανακύπτει το τελευταίο, το ενδέκατο, τουλάχιστον για σήμερα, ερώτημα: Οι καταθέσεις των 1991 ή περισσοτέρων, είναι παράνομες; Δεν έχουν δηλωθεί; Εξήχθησαν κρυφίως από τη χώρα τα τελευταία τρία χρόνια, από τότε δηλαδή που ξέσπασε η οικονομική κρίση; Είναι μίζες από έργα και προμήθειες του δημοσίου; Αν είναι έτσι, έπρεπε η έρευνα να γίνει και να μην επικαλούνται οι αρμόδιοι το παράνομο(;) της κτήσης του USB. Αν δεν είναι, πάλι η έρευνα έπρεπε να γίνει αφού, στην περίπτωση που οι καταθέσεις είναι νόμιμες και δηλωμένες, δεν μπορεί να σπιλώνονται άνθρωποι. Δεν μπορεί τίμιοι και άτιμοι να τυλίγονται στην ίδια κόλλα χαρτιού και να ενοχοποιούνται συλλήβδην όλοι.
Σε κάθε περίπτωση, το κράτος οφείλει (και) αυτή την υπόθεση να την ξεκαθαρίσει σύντομα και με διαφάνεια. Και ο μόνος τρόπος να μάθουμε την αλήθεια και να μην κουκουλωθεί, είναι να φτιαχτεί μια επιτροπή στην οποίαν θα συμμετέχουν εκπρόσωποι από τα υπουργεία Οικονομικών, Δικαιοσύνης, Εξωτερικών, Δημοσίας τάξεως, ο γραμματέας του ΣΔΟΕ, ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ο επικεφαλής της Αρχής για το «μαύρο χρήμα», ο εισαγγελέας για το οικονομικό έγκλημα και ένας βουλευτής από την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας.
Θα ήταν ήκιστα αποτελεσματικό και καθόλου φρόνιμο να ανατεθεί η έρευνα σε ένα μόνον άνθρωπο. Μία επιτροπή, με εννέα μέλη, όπως αυτά που αναφέραμε, θα εξασφάλιζε τη διαφάνεια και την αλήθεια. Και το κυριότερο, θα είχε γρήγορα αποτελέσματα εφόσον γίνονταν καταμερισμός ενεργειών, ανάλογα με τη αρμοδιότητα και τον τομέα ευθύνης που έχει ο καθένας τους. Εδώ είναι η Ρόδος, εδώ χορέψτε, κύριοι της συγκυβέρνησης. Αποδείξτε δηλαδή με τις ενέργειες σας ότι είστε, έστω για μια φορά, αποφασισμένοι να φτάσετε το μαχαίρι στο κόκκαλο. Διαφορετικά, μ’ αυτό το μαχαίρι, κάντε χαρακίρι Φελνίκος
communenews
Ύστερα αποκαλύφθηκε η λίστα των 1991 Ελλήνων καταθετών στην Ελβετία. Σε λίγες μέρες θα μάθουμε για τη λίστα των 50 διακεκριμένων φοροφυγάδων. Και πάει λέγοντας.
Από λίστα σε λίστα, και από ληστεία σε ληστεία του δημοσίου πλούτου, πορεύεται, τη σήμερον ημέρα, η Ελλάς. Μέχρι να ‘ρθει η στιγμή που θα γραφτεί και η λίστα του …Σίντλερ. Μια λίστα για τα εγκλήματα που διεπράχθησαν, από τις ποικιλώνυμες
κλεπτοκρατικές ελίτ, για πολλές δεκαετίες, σε βάρος των απλών πολιτών της δύσμοιρης τούτης χώρας. Και ο πέλεκυς να πέσει βαρύς και αμείλικτος επί των βιαστών της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας.
Γιατί θα πέσει. Δεν μπορεί να μην πέσει. Δεν μπορεί να συνεχίζεται επ’ αόριστον το καθεστώς ατιμωρησίας τους. Θα ‘ρθει κάποια στιγμή που η κοινωνία θα πει: «μπάστα, ως εδώ, δεν πάει άλλο, ή εμείς ή αυτοί». Μέχρι να ‘ρθει όμως αυτή η στιγμή -και μέχρι να αποκαλυφθεί η επόμενη λίστα- ας προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε τι έγινε με τη ελβετική λίστα των 1991.
Κατ’ αρχήν, πόσοι περιλαμβάνονται σ’ αυτή τη λίστα; Είναι 1991 ή μήπως περισσότεροι; Όταν, πριν περίπου δύο χρόνια, και συγκεκριμένα τα Χριστούγεννα του 2010, απεκαλύφθη αυτή η υπόθεση, από την εφημερίδα ΠΑΡΟΝ, για να αποδίδουμε και τα εύσημα στη δημοσιογραφική έρευνα, όταν λοιπόν απεκαλύφθη, ο τότε βουλευτής της Ν.Δ. Νίκος Νικολόπουλος, σε ερώτηση του προς το υπουργείο Οικονομικών, κάνει λόγο για 2650 Έλληνες με καταθέσεις 13 δισ. ευρώ στην Ελβετία!
Είναι λοιπόν 1991 ή 2650; Πως μπορούμε να είμαστε σίγουροι, εάν ο βουλευτής έχει δίκιο, ότι εν τω μεταξύ δεν διεγράφησαν 659 καταθέτες; Κι αν ναι με ποιό κριτήριο και από ποιούς; Ακόμη κι αν ο βουλευτής έχει άδικο, πως αποδεικνύεται ότι η λίστα είχε 1991; Μήπως χρειάζεται η επίσημη πολιτεία να ζητήσει εκ νέου τη σχετική λίστα; Αφού για δύο χρόνια ήταν στα αζήτητα, έχουμε κάθε λόγο να είμαστε υποψιασμένοι και να απαιτούμε να ερευνηθεί εξ αρχής αυτή η ιστορία.
Το επόμενο ερώτημα που ανακύπτει, είναι ποιό είναι το ύψος των καταθέσεων; Είναι 13 δισ.; Περισσότερα; Λιγότερα; Πόσα ακριβώς; Γιατί η λίστα, απ’ ότι λέγεται, περιείχε: όνομα, επώνυμο, διεύθυνση και το ύψος της κατάθεσης. Ακόμη κι αν τα 13 δισ. θεωρούνται υπερβολικά, πρέπει να μάθουμε -όχι εμείς, το επίσημα όργανα του κράτους- πόσα είναι ακριβώς τα χρήματα, ώστε να ξέρει η πολιτεία πόσα μπορεί να εισπράξει από φόρους και πρόστιμα. Πάντως η Γερμανία, από 1100 αντίστοιχους καταθέτες, γράφτηκε παλαιότερα ότι εισέπραξε 1 δισ. ευρώ, ενώ χθες ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΔΗΜΑΡ, Νίκος Τσούκαλης, αναφέρθηκε σε συγκεκριμένα ποσά που εισέπραξαν, από τους φοροφυγάδες τους στην Ελβετία, η Ισπανία, η Ιταλία και η Γαλλία.
Το τρίτο ερώτημα είναι αν οι 1991 -ή δεν ξέρω πόσοι άλλοι- είναι όλοι οι Έλληνες καταθέτες στην Ελβετία ή μόνον στην τράπεζα HSBC όπου εργάζονταν ο υπάλληλος Herve Falciani, που έκλεψε τα δεδομένα από τα κεντρικά της τράπεζας στην Γενεύη; Αν είναι μόνον από την HSBC τι γίνεται με τις άλλες ελβετικές τράπεζες όπου έχουν καταθέσεις Έλληνες; Πότε θα τελεσφορήσει η συνολική διαπραγμάτευση με την Ελβετία για την οποίαν ήταν αρμόδιος ο πρώην αντιπρόεδρος Θεοδ. Πάγκαλος. Κατ´ αρχήν, συνεχίζεται η έχει εγκαταλειφθεί η προσπάθεια να υπάρξει διακρατική σύμβαση, αντίστοιχη με αυτή της Γερμανίας; Αν συνεχίζεται, ποιός είναι τώρα υπεύθυνος; Ποιές ενέργειες έχει κάνει; Τι αποτελέσματα υπάρχουν;
Το τέταρτο ερώτημα είναι, γιατί πήραμε τη λίστα από την κυρία Λαγκάρντ; Δεν θέλαμε να δώσουμε τα 3 εκατ. ευρώ, (η Γερμανία την προμηθεύτηκε με 2,5 εκατ.), που λέγεται ότι ζητούσε ο Falciani; Μήπως την προμηθευτήκαμε διά της διπλωματικής οδού για να αποφύγουμε το ποινικόν της υποθέσεως, και να μπορέσουμε να την χρησιμοποιήσουμε νόμιμα στη διαπραγμάτευση και την έρευνα; Αν δεν ήταν αυτή η πρόθεσή μας μήπως μπορούμε, διασταλτικώ τω τρόπω, να υποστηρίξουμε ότι -εφόσον μεσολαβεί διπλωματική ενέργεια και δεν υπάρχει απευθείας συναλλαγή με τον Falciani- είναι νόμιμη η απόκτηση της λίστας και όχι προϊόν παράνομης ενέργειας;
Αφήνω το πέμπτο ερώτημα -γιατί δεν κάναμε ότι και οι άλλες χώρες που πήραν τη λίστα- επειδή έχει διατυπωθεί κατά κόρον, και προχωρώ στο έκτο. Εντάξει, ο Παπακωνσταντίνου ευθύνεται -και να τον καταδικάσουμε γι’ αυτό, επειδή για επτά μήνες δεν προχώρησε την υπόθεση ή την ερεύνησε πλημμελώς- ο διάδοχός του στο υπουργείο Οικονομικών, ο Ευάγγελος Βενιζέλος, τι έκανε τους οκτώ μήνες που ακολούθησαν; Αν δεν έκανε τίποτα επειδή, όπως υποστηρίζει το υλικό ήταν παράνομο, γιατί επιτίθεται στον Παπακωνσταντίνου και του επιρρίπτει ευθύνες;
Αν ο Παπακωνσταντίνου ευθύνεται μία φορά, ο Βενιζέλος ευθύνεται δύο. Και δεν ευθύνεται εις διπλούν, αλλά στο πολλαπλάσιο, αφού αποκαλύπτεται ότι για άλλους οκτώ μήνες την είχε μόνον αυτός. Την πήρε από το υπουργείου Οικονομικών και την μετέφερε στο προσωπικό του γραφείο. Στο σπίτι του ή στο κόμμα του. Είναι δυνατόν, υλικό του δημοσίου να βρίσκεται στα χέρια ιδιώτη, και μάλιστα πολιτικού, που δεν ξέρεις πως μπορεί να το χρησιμοποιήσει στην πολιτική και εκλογική αντιπαράθεση;
Εγώ δέχομαι ότι ο Βενιζέλος δεν το χρησιμοποίησε; Είχε όμως τη δυνατότητα να το πράξει. Είναι νόμιμη αυτή η δυνατότητα; Και επιπροσθέτως: Πως κάποιος, και μάλιστα πολιτικός με εξέχουσα νομική συγκρότηση, έχει αποκλειστικά στην κατοχή του για τόσο μακρύ χρονικό διάστημα, πλούσιο μάλιστα σε πολιτικο-επιχειρηματικά γεγονότα, κάτι το παράνομο -όπως ο ίδιος το χαρακτήρισε;
Και πάμε τώρα στο έβδομο ερώτημα. Ποιά ονόματα περιέχει η λίστα; Είναι και πόσο «ηχηρά», όπως λέγεται; Ήδη έχουν αρχίσει και διοχετεύονται ονόματα. Λένε ότι μία καθηγήτρια, συγγενής πασίγνωστου πολιτικού, φέρεται να είχε καταθέσεις 500.000.000 ευρώ. Λένε επίσης, ότι ψηλά στη λίστα των καταθέσεων βρίσκεται γνωστός Έλληνας επιχειρηματίας στο χώρο του αυτοκινήτου που πριν δύο χρόνια απασχόλησε αρνητικά τη δημοσιότητα. Τρίτος αναφέρεται, γόνος πολύ μεγάλης οικογενείας του κατασκευαστικού κλάδου, ο οποίος όμως ακολουθεί διαφορετικό επιχειρηματικό δρόμο. Είναι έτσι; Μήπως έχει αρχίσει και πάλι το παιχνίδι των ψιθύρων για να σπιλωθούν ή να εκβιαστούν άνθρωποι; Μήπως ξεκίνησαν τα χαλκεία της συσκότισης της υπόθεσης, μέσα από φανταστικές διαρροές, ώστε στο τέλος, και αφού ανακατευτούν στο μίξερ αθώοι και ένοχοι, να τη γλιτώσουν οι ένοχοι;
Το όγδοο ερώτημα, σχετίζεται με την …περιέργεια που σκότωσε τη γάτα. Σε μία χώρα, που η περιέργεια του λαού της δεν είναι απλώς έμφυτη, αλλά έχει φτάσει στο σημείο να θέλει να μάθει και «από που κλάνει το μπαρμπούνι», είναι δύσκολο να πιστέψει κάποιος ότι, όσοι κατά καιρούς είχαν το περίφημο ψηφιακό αρχείο (USB), δεν μπήκαν στον πειρασμό να το εκτυπώσουν ή να το αποθηκεύσουν στο σκληρό δίσκο του υπολογιστή τους πριν το παραδώσουν στον επόμενο. Το είχε ο Παπακωνσταντίνου, μετά ο Καπελέρης, ύστερα ο Διώτης, έπειτα ο Βενιζέλος, εστάλη στον Σαμαρά, παρεδόθη στον νέο επικεφαλής του ΣΔΟΕ, αυτός το έστειλε στον Πεπόνη, και θέλουν να πιστέψουμε ότι κανείς δεν το άνοιγε επειδή ήταν προϊόν υποκλοπής; Θέλουν να πιστέψουμε ότι παρέδιδαν το USB ο ένας στον άλλον, σε έναν κλειστό κίτρινο φάκελο, με την παρατήρηση: «προσοχή είναι παράνομο»; Έλεος.
Επειδή εγώ δεν πιστεύω -και κανείς από τα 11.000.000 των Ελλήνων δεν το πιστεύει- ότι δεν μπήκε κάποιος στον πειρασμό, διατυπώνω το ένατο ερώτημα: Χρησιμοποίησε ο Βενιζέλος τη λίστα; Έκανε το ίδιο ο Διώτης; Ο Καπελέρης; Ο Παπακωνσταντίνου; Κάποιος άλλος σε γνώση του οποίου επίσης είχε περιέλθει η λίστα; Υπήρξαν διαπραγματεύσεις; Εμπιστευτικές ενημερώσεις; Επιλήψιμες συναλλαγές; Με ποιούς; Και με τι ανταλλάγματα; Επειδή είναι προφανές ότι αυτό δεν θα το ομολογήσει κανείς, ένας τρόπος υπάρχει να το μάθουμε. Να ερευνήσουμε, αν το USB που παρεδόθη από τον Βενιζέλο στον Σαμαρά είναι το ίδιο που παρεδόθη στον Παπακωνσταντίνου από τη Λαγκάρντ. Να δούμε αν τα αρχικά ονόματα παραμένουν τα ίδια. Αν υπήρξαν παρεμβάσεις στη λίστα -που δεν θέλουμε να το πιστεύουμε για τόσο αδιάφθορους πολιτικούς και κρατικούς λειτουργούς- η σύγκριση θα τις αποκαλύψει.
Το δέκατο, ερώτημα, είναι: Εκτός από τα προαναφερόμενα πρόσωπα, υπήρξαν άλλα που ενεπλάκησαν ή έπρεπε, εκ της θέσεως τους, να εμπλακούν στην υπόθεση; Αν ναι, έκαναν και ποιές ενέργειες; Το Δεκέμβριο του 2010, υπουργός Δικαιοσύνης ήταν ο Χάρης Καστανίδης. Έπρεπε να γνωρίζει. Γνώριζε; Τι έκανε; Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ήταν, και παραμένει, ο Ιωαν. Τέντες. Ενημερώθηκε; Επικοινώνησε με τον ξένο ομόλογό του; Επικεφαλής της αρχής για το «μαύρο χρήμα» ήταν, και παραμένει, ο Παν. Νικολούδης. Ασχολήθηκε; Ήρθε σε επαφή με την OLAF ή κάποια άλλη ευρωπαϊκή υπηρεσία. Στην υπόθεση ενεπλάκη η ΕΥΠ, της οποίας προϊστάμενος, εκείνη την περίοδο, ήταν ο Κ. Μπίρας; Αν ναι, τι έκανε; Αν όχι, γιατί; Δεν θα μπορούσαν κάποιες από τις καταθέσεις, εφόσον ήταν παράνομες, να διοχετευθούν για τρομοκρατικές ενέργειες ή πράξεις που στρέφονται κατά της εθνικής ασφάλειας της χώρας;
Με αφορμή αυτή την δικαιολογημένη απορία, ανακύπτει το τελευταίο, το ενδέκατο, τουλάχιστον για σήμερα, ερώτημα: Οι καταθέσεις των 1991 ή περισσοτέρων, είναι παράνομες; Δεν έχουν δηλωθεί; Εξήχθησαν κρυφίως από τη χώρα τα τελευταία τρία χρόνια, από τότε δηλαδή που ξέσπασε η οικονομική κρίση; Είναι μίζες από έργα και προμήθειες του δημοσίου; Αν είναι έτσι, έπρεπε η έρευνα να γίνει και να μην επικαλούνται οι αρμόδιοι το παράνομο(;) της κτήσης του USB. Αν δεν είναι, πάλι η έρευνα έπρεπε να γίνει αφού, στην περίπτωση που οι καταθέσεις είναι νόμιμες και δηλωμένες, δεν μπορεί να σπιλώνονται άνθρωποι. Δεν μπορεί τίμιοι και άτιμοι να τυλίγονται στην ίδια κόλλα χαρτιού και να ενοχοποιούνται συλλήβδην όλοι.
Σε κάθε περίπτωση, το κράτος οφείλει (και) αυτή την υπόθεση να την ξεκαθαρίσει σύντομα και με διαφάνεια. Και ο μόνος τρόπος να μάθουμε την αλήθεια και να μην κουκουλωθεί, είναι να φτιαχτεί μια επιτροπή στην οποίαν θα συμμετέχουν εκπρόσωποι από τα υπουργεία Οικονομικών, Δικαιοσύνης, Εξωτερικών, Δημοσίας τάξεως, ο γραμματέας του ΣΔΟΕ, ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ο επικεφαλής της Αρχής για το «μαύρο χρήμα», ο εισαγγελέας για το οικονομικό έγκλημα και ένας βουλευτής από την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας.
Θα ήταν ήκιστα αποτελεσματικό και καθόλου φρόνιμο να ανατεθεί η έρευνα σε ένα μόνον άνθρωπο. Μία επιτροπή, με εννέα μέλη, όπως αυτά που αναφέραμε, θα εξασφάλιζε τη διαφάνεια και την αλήθεια. Και το κυριότερο, θα είχε γρήγορα αποτελέσματα εφόσον γίνονταν καταμερισμός ενεργειών, ανάλογα με τη αρμοδιότητα και τον τομέα ευθύνης που έχει ο καθένας τους. Εδώ είναι η Ρόδος, εδώ χορέψτε, κύριοι της συγκυβέρνησης. Αποδείξτε δηλαδή με τις ενέργειες σας ότι είστε, έστω για μια φορά, αποφασισμένοι να φτάσετε το μαχαίρι στο κόκκαλο. Διαφορετικά, μ’ αυτό το μαχαίρι, κάντε χαρακίρι Φελνίκος
communenews
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Βρέθηκε δράκος στη Κίνα!
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ