2012-10-08 17:28:45
ΑΠ. ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΣ
Πολλοί φοβούνται μην τυχόν η Αριστερά χάσει την ψυχή της παίρνοντας την κυβέρνηση-η εξουσία είναι άλλη υπόθεση, πολύ σοβαρή- και παραβλέπουν ότι ο πρώτος κίνδυνος είναι μήπως χάσει τα ρούχα της. Η Αριστερά είναι η μόνη που διατηρεί ακόμα κύρος στην κοινωνία, είναι το πιο πολύτιμο ρούχο της. Αν από ιδεοληψίες, πράξεις ή παραλείψεις το πετάξει, θα ξύνουμε τον πάτο του βαρελιού. Αρχίζοντας από το «άλφα», η Αριστερά, ο ΣΥΡΙΖΑ, πρέπει να ξεκαθαρίσει στον εαυτό της και σε όλους μας ότι ακόμα και η πιο πλατιά, ρωμαλέα ενότητα των λαϊκών δυνάμεων είναι μεν απαραίτητη αλλά δεν φτάνει για να έχει αίσιο πέρας καμιά υπόθεση και πάντως όχι για να βρουν λύση τα σημερινά μας προβλήματα.
Πιο δυνατή και ρωμαλέα ενότητα από του ΕΑΜ δεν έχει ξαναγίνει. Και χάθηκε. Λάθος η πολιτική γραμμή, ολίγιστη η ηγεσία, τραγικό το τέλος. Παρά τα όσα έχουν ειπωθεί, η αλήθεια είναι ότι το Κίνημα είχε μείνει μόνο, χωρίς κανένα σύμμαχο ικανό να ρίξει το υπολογίσιμο βάρος του, να στηρίξει την υπόθεση
. Στην ίδια μοίρα βρεθήκαμε στην εκστρατεία στη Σμύρνη, όταν τα γύρισαν οι σύμμαχοι-κι αυτό μέσα στο παιχνίδι είναι. Επακόλουθο, η τραγωδία. Το τρις εξαμαρτείν είναι για ηλίθιους. Μα να μην κάνουμε τίποτα, ρωτούν, όχι άδικα, πολλοί και αρχίζουν, αυτά έκανε ο Μάο εκείνα είπε ο Λένιν. Λοιπόν εμείς, χωρίς Μάο, χωρίς Λένιν, χωρίς Κίνημα και χωρίς κατάλληλες συνθήκες (τις είχαν απολύτως και οι δυο), ας δούμε ως που φτάνει το χέρι μας, με ψυχραιμία. Ώστε η εναλλακτική να μην είναι η καταστροφή που θα την πουν μετά «συνωστισμό».
Οι θολές κινήσεις του Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και οι αντιδράσεις, (πχ «κρυφό» ραντεβού με Πέρες, ναι στον Ράϊχενμπαχ, όχι στην Τρόϊκα) μπορεί να αποδοθούν σε απειρία ή, ακριβώς, στο φόβο της ηγεσίας για τις αντιδράσεις. Στο βάθος, οφείλονται στο ότι η Αριστερά δεν είναι διόλου απαλλαγμένη από το σύνδρομο της εξαρτώμενης σκέψης τόσο όσο και η Δεξιά. Όσο η ΕΣΣΔ ήταν ζωντανή η ελληνική Αριστερά εφησύχαζε στην αγκαλιά της, όπως ακριβώς η Δεξιά είχε καταφύγιο τις ΗΠΑ, τη Δύση.
Όσο υπήρχε η ΕΣΣΔ η ελληνική Αριστερά μπορούσε να είναι διεθνιστική, ως υπερασπιστής της Μητέρας-Πατρίδας του σοσιαλισμού και ταυτόχρονα να είναι πατριωτική, ως αδιάλλακτος αντίπαλος του ιμπεριαλισμού, άρα υπερασπιστής της εθνικής ανεξαρτησίας έναντι των ΗΠΑ κλπ. Η Δεξιά έκανε ακριβώς το ίδιο αλλά με το αντίστροφο πρόσημο και καταφύγιο τις ΗΠΑ. Καμιά πλευρά δεν είχε συγκροτημένη αντίληψη για το ρόλο του Έθνους-Κράτους σε εκείνες τις συνθήκες. Το εθνικό συμφέρον ήταν απολύτως ταυτισμένο με τον ευρύτερο διεθνή συνασπισμό εξουσίας, ΝΑΤΟ/ Βαρσοβία, ΗΠΑ/Ρωσία. Οι αναφορές της Αριστεράς σε μια ανεξάρτητη πολυμερή εξωτερική πολιτική ήταν και τότε και τώρα λόγια κενά περιεχομένου διότι ποτέ δεν συνοδεύτηκαν, ούτε τότε ούτε τώρα, από μια στοιχειώδη ανάλυση των πραγματικών δεδομένων του διεθνούς περιβάλλοντος. Στην πραγματικότητα Δεξιά και Αριστερά εναπέθεταν την τύχη της χώρας σε άλλους, έμμεση ομολογία (και κυρίως, αποδοχή) ότι η χώρα μοιραία «ανήκει στη Δύση» διότι διαφορετικά θα ανήκε στην Ανατολή. Ως πειθήνιο εξάρτημα.
Όταν κατάρρευσε η ΕΣΣΔ δεν άλλαξε μόνο ο παγκόσμιος συσχετισμός αλλά ολοκληρώθηκε στον Δυτικό Κόσμο και ένα διαφορετικό κοινωνικό πρότυπο: από το πρότυπο της λιτότητας και των παραδοσιακών αξιών μεταφερθήκαμε στην κοινωνία της κατανάλωσης και των (απατηλά) διεθνιστικών προτύπων της Παγκοσμιοποίησης. Ο (σοσιαλιστικός) διεθνισμός της Αριστεράς βρήκε διέξοδο και προσαρμόστηκε άνετα στον (διεθνιστικής υφής) φιλο-ευρωπαϊσμό (κατ’ ευθείαν απόγονο του ευρω-κομμουνισμού), αλλά με άλλο πρόσημο. Η προσαρμογή της Αριστεράς έγινε σχεδόν φυσιολογικά γιατί ανταποκρίνονταν, κοινωνικά, στο νέο πρότυπο της πραγματικότητας, της ευημερίας με εγγυητή την ΕΟΚ/ Ευρωπαϊκή Ένωση, (ιδεολόγημα της αειφόρου ανάπτυξης). Την ιδεολογική κάλυψη πρόσφερε η ελπίδα/ προοπτική μιας ανεξάρτητης (από τις ΗΠΑ) Ευρώπης. Ο πάλαι ποτέ ευρωκομμουνισμός βολεύτηκε με την «Ευρώπη των λαών», κάθε ευσυνείδητος μπορούσε να κοιμηθεί ήρεμος. Η πιστή στην παράδοση Αριστερά στέγνωσε, όπως τα λουλούδια μαραίνονται στις σελίδες ενός νοσταλγικού βιβλίου, μερικά παιδιά της παραμορφώθηκαν, άλλα έφυγαν, λίγα αρνήθηκαν να μεγαλώσουν.
Όταν η Πατρίδα, ως έννοια, ενσωματώθηκε στο διεθνιστικό πρότυπο της ΕΕ, η (φιλοευρωπαϊκή) Αριστερά δεν μπορούσε πια να είναι πατριωτική μέσω του αντι-ιμπεριαλιστικού αγώνα, όπως παλιά. Διότι τώρα ο αγώνας αυτός δεν είχε αίτημα την απεξάρτηση της Πατρίδας αλλά περνούσε μέσα από τη μετατροπή της Ευρώπης του Κεφαλαίου σε Ευρώπη των λαών. Κάθε τι άλλο αντιμετώπιζε την κατηγορία του εθνικισμού, από την κυρίαρχη ιδεολογία της Παγκοσμιοποίησης. Η παραδοσιακή Αριστερά δεν τόλμησε να αντιμετωπίσει ευθέως τα περί εθνικισμού με αποτέλεσμα ο αντιευρωπαϊσμός της να εμφανίζεται ως παραδοξολογία, εκτός τόπου και χρόνου. Η Πατρίδα, υπό την πίεση της (ιδεολογίας της) Παγκοσμιοποίησης, εξοστρακίζονταν από το παιχνίδι. Μοναδικό της καταφύγιο ήταν φυσιολογικά η παλιά παραδοσιακή Δεξιά, η Δεξιά της εθνικοφροσύνης. Πλην, όμως, εκείνη η Δεξιά είχε από καιρό γίνει ο σημαιοφόρος του ευρωπαϊσμού, οπότε, όταν οι συνθήκες ωρίμασαν και η συγκυρία βοήθησε, η Πατρίδα, ορφανή, έπεσε κακή τη μοίρα, στα χέρια της Χρυσής Αυγής.
Η ιδεολογική ήττα της πάσης φύσεως Αριστεράς στο θέμα της Πατρίδας γίνεται εμφανής και στη στάση της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς η οποία απαντά δια της πλήρους εξαφανίσεως της Πατρίδας από κάθε σκέψη της. Γι’ αυτήν υπάρχουν τάξεις και μόνο τάξεις, αντίπαλες, σύμμαχοι κλπ. Στην πράξη αυτό εξαλείφει από την πραγματικότητα και την έννοια του γενικού συμφέροντος αφήνοντας τόπο μόνο στο ειδικό (κατ’ αυτούς, ταξικό) συμφέρον, και αδυνατεί να ασκήσει εξωτερική πολιτική, διότι δεν υπάρχει αποδεκτός συνομιλητής και, κατά συνέπεια, θεοποιεί τις λαϊκές δυνάμεις ως μοναδικό παράγοντα των εξελίξεων. Στο παρελθόν η Εθνική Αντίσταση θα ήταν πρακτικά αδύνατη και στο παρόν καθίσταται αδύνατη η περίφημη ενότητα των λαϊκών δυνάμεων, όσο επικρατεί τέτοιου τύπου θεώρηση πραγμάτων. Το ότι τέτοιες ιδέες της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς κυκλοφορούν θορυβωδώς και εντός της κοινοβουλευτικής Αριστεράς, δεν είναι ασήμαντη λεπτομέρεια Το χειρότερο είναι ότι η συγκυρία αλλάζει και πάλι, η ιδεολογία της Παγκοσμιοποίησης καταρρέει, η έννοια του πατριωτισμού επανέρχεται εκ των πραγμάτων και, το κυριότερο, η χώρα βρίσκεται σε κάθετη πτώση από το γκρεμό. Αυτή τη στιγμή πχ όταν επανέρχεται το Σκοπιανό και η ένταξή του στο ΝΑΤΟ χωρίς ικανοποιητική λύση του «ονόματος» (για ΟΛΕΣ τις χρήσεις κλπ) είναι αδιανόητο η Αριστερά, ο ΣΥΡΙΖΑ, να σιωπά, να μην έχει ήδη υπενθυμίσει ευθαρσώς ότι το όριο είναι το βέτο του Βουκουρεστίου. Εννοείται ότι δεν είναι θέμα «εθνικισμού», είναι, αντιθέτως, κρίσιμο ζήτημα Ασφάλειας. Είναι τουλάχιστον περίεργο ότι ο south stream (συμφωνία Καραμανλή-Πούτιν) παραμένει στα αζήτητα των ενδιαφερόντων του ΣΥΡΙΖΑ. Τα οικονομικά μας καίνε και είναι φυσικό η πρώτη προτεραιότητα να είναι η πρόσβαση στην ΕΕ, αλλά χωρίς να αναζητηθούν διαφορετικές πηγές χρηματοδότησης και πολιτικής στήριξης, δεν θα βγούμε από το «τούνελ». Οι αναλύσεις είναι ενίοτε χρήσιμες, το βάρος της Ιστορίας είναι δεδομένο αλλά χωρίς την τόλμη της πολιτικής απόφασης, χωρίς ρήξη με το παρελθόν όταν πια έχουν αλλάξει οι συνθήκες, βαδίζουμε σημειωτόν. Το βλέπουμε, δεν το βλέπουμε;
InfoGnomon
Πολλοί φοβούνται μην τυχόν η Αριστερά χάσει την ψυχή της παίρνοντας την κυβέρνηση-η εξουσία είναι άλλη υπόθεση, πολύ σοβαρή- και παραβλέπουν ότι ο πρώτος κίνδυνος είναι μήπως χάσει τα ρούχα της. Η Αριστερά είναι η μόνη που διατηρεί ακόμα κύρος στην κοινωνία, είναι το πιο πολύτιμο ρούχο της. Αν από ιδεοληψίες, πράξεις ή παραλείψεις το πετάξει, θα ξύνουμε τον πάτο του βαρελιού. Αρχίζοντας από το «άλφα», η Αριστερά, ο ΣΥΡΙΖΑ, πρέπει να ξεκαθαρίσει στον εαυτό της και σε όλους μας ότι ακόμα και η πιο πλατιά, ρωμαλέα ενότητα των λαϊκών δυνάμεων είναι μεν απαραίτητη αλλά δεν φτάνει για να έχει αίσιο πέρας καμιά υπόθεση και πάντως όχι για να βρουν λύση τα σημερινά μας προβλήματα.
Πιο δυνατή και ρωμαλέα ενότητα από του ΕΑΜ δεν έχει ξαναγίνει. Και χάθηκε. Λάθος η πολιτική γραμμή, ολίγιστη η ηγεσία, τραγικό το τέλος. Παρά τα όσα έχουν ειπωθεί, η αλήθεια είναι ότι το Κίνημα είχε μείνει μόνο, χωρίς κανένα σύμμαχο ικανό να ρίξει το υπολογίσιμο βάρος του, να στηρίξει την υπόθεση
Οι θολές κινήσεις του Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και οι αντιδράσεις, (πχ «κρυφό» ραντεβού με Πέρες, ναι στον Ράϊχενμπαχ, όχι στην Τρόϊκα) μπορεί να αποδοθούν σε απειρία ή, ακριβώς, στο φόβο της ηγεσίας για τις αντιδράσεις. Στο βάθος, οφείλονται στο ότι η Αριστερά δεν είναι διόλου απαλλαγμένη από το σύνδρομο της εξαρτώμενης σκέψης τόσο όσο και η Δεξιά. Όσο η ΕΣΣΔ ήταν ζωντανή η ελληνική Αριστερά εφησύχαζε στην αγκαλιά της, όπως ακριβώς η Δεξιά είχε καταφύγιο τις ΗΠΑ, τη Δύση.
Όσο υπήρχε η ΕΣΣΔ η ελληνική Αριστερά μπορούσε να είναι διεθνιστική, ως υπερασπιστής της Μητέρας-Πατρίδας του σοσιαλισμού και ταυτόχρονα να είναι πατριωτική, ως αδιάλλακτος αντίπαλος του ιμπεριαλισμού, άρα υπερασπιστής της εθνικής ανεξαρτησίας έναντι των ΗΠΑ κλπ. Η Δεξιά έκανε ακριβώς το ίδιο αλλά με το αντίστροφο πρόσημο και καταφύγιο τις ΗΠΑ. Καμιά πλευρά δεν είχε συγκροτημένη αντίληψη για το ρόλο του Έθνους-Κράτους σε εκείνες τις συνθήκες. Το εθνικό συμφέρον ήταν απολύτως ταυτισμένο με τον ευρύτερο διεθνή συνασπισμό εξουσίας, ΝΑΤΟ/ Βαρσοβία, ΗΠΑ/Ρωσία. Οι αναφορές της Αριστεράς σε μια ανεξάρτητη πολυμερή εξωτερική πολιτική ήταν και τότε και τώρα λόγια κενά περιεχομένου διότι ποτέ δεν συνοδεύτηκαν, ούτε τότε ούτε τώρα, από μια στοιχειώδη ανάλυση των πραγματικών δεδομένων του διεθνούς περιβάλλοντος. Στην πραγματικότητα Δεξιά και Αριστερά εναπέθεταν την τύχη της χώρας σε άλλους, έμμεση ομολογία (και κυρίως, αποδοχή) ότι η χώρα μοιραία «ανήκει στη Δύση» διότι διαφορετικά θα ανήκε στην Ανατολή. Ως πειθήνιο εξάρτημα.
Όταν κατάρρευσε η ΕΣΣΔ δεν άλλαξε μόνο ο παγκόσμιος συσχετισμός αλλά ολοκληρώθηκε στον Δυτικό Κόσμο και ένα διαφορετικό κοινωνικό πρότυπο: από το πρότυπο της λιτότητας και των παραδοσιακών αξιών μεταφερθήκαμε στην κοινωνία της κατανάλωσης και των (απατηλά) διεθνιστικών προτύπων της Παγκοσμιοποίησης. Ο (σοσιαλιστικός) διεθνισμός της Αριστεράς βρήκε διέξοδο και προσαρμόστηκε άνετα στον (διεθνιστικής υφής) φιλο-ευρωπαϊσμό (κατ’ ευθείαν απόγονο του ευρω-κομμουνισμού), αλλά με άλλο πρόσημο. Η προσαρμογή της Αριστεράς έγινε σχεδόν φυσιολογικά γιατί ανταποκρίνονταν, κοινωνικά, στο νέο πρότυπο της πραγματικότητας, της ευημερίας με εγγυητή την ΕΟΚ/ Ευρωπαϊκή Ένωση, (ιδεολόγημα της αειφόρου ανάπτυξης). Την ιδεολογική κάλυψη πρόσφερε η ελπίδα/ προοπτική μιας ανεξάρτητης (από τις ΗΠΑ) Ευρώπης. Ο πάλαι ποτέ ευρωκομμουνισμός βολεύτηκε με την «Ευρώπη των λαών», κάθε ευσυνείδητος μπορούσε να κοιμηθεί ήρεμος. Η πιστή στην παράδοση Αριστερά στέγνωσε, όπως τα λουλούδια μαραίνονται στις σελίδες ενός νοσταλγικού βιβλίου, μερικά παιδιά της παραμορφώθηκαν, άλλα έφυγαν, λίγα αρνήθηκαν να μεγαλώσουν.
Όταν η Πατρίδα, ως έννοια, ενσωματώθηκε στο διεθνιστικό πρότυπο της ΕΕ, η (φιλοευρωπαϊκή) Αριστερά δεν μπορούσε πια να είναι πατριωτική μέσω του αντι-ιμπεριαλιστικού αγώνα, όπως παλιά. Διότι τώρα ο αγώνας αυτός δεν είχε αίτημα την απεξάρτηση της Πατρίδας αλλά περνούσε μέσα από τη μετατροπή της Ευρώπης του Κεφαλαίου σε Ευρώπη των λαών. Κάθε τι άλλο αντιμετώπιζε την κατηγορία του εθνικισμού, από την κυρίαρχη ιδεολογία της Παγκοσμιοποίησης. Η παραδοσιακή Αριστερά δεν τόλμησε να αντιμετωπίσει ευθέως τα περί εθνικισμού με αποτέλεσμα ο αντιευρωπαϊσμός της να εμφανίζεται ως παραδοξολογία, εκτός τόπου και χρόνου. Η Πατρίδα, υπό την πίεση της (ιδεολογίας της) Παγκοσμιοποίησης, εξοστρακίζονταν από το παιχνίδι. Μοναδικό της καταφύγιο ήταν φυσιολογικά η παλιά παραδοσιακή Δεξιά, η Δεξιά της εθνικοφροσύνης. Πλην, όμως, εκείνη η Δεξιά είχε από καιρό γίνει ο σημαιοφόρος του ευρωπαϊσμού, οπότε, όταν οι συνθήκες ωρίμασαν και η συγκυρία βοήθησε, η Πατρίδα, ορφανή, έπεσε κακή τη μοίρα, στα χέρια της Χρυσής Αυγής.
Η ιδεολογική ήττα της πάσης φύσεως Αριστεράς στο θέμα της Πατρίδας γίνεται εμφανής και στη στάση της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς η οποία απαντά δια της πλήρους εξαφανίσεως της Πατρίδας από κάθε σκέψη της. Γι’ αυτήν υπάρχουν τάξεις και μόνο τάξεις, αντίπαλες, σύμμαχοι κλπ. Στην πράξη αυτό εξαλείφει από την πραγματικότητα και την έννοια του γενικού συμφέροντος αφήνοντας τόπο μόνο στο ειδικό (κατ’ αυτούς, ταξικό) συμφέρον, και αδυνατεί να ασκήσει εξωτερική πολιτική, διότι δεν υπάρχει αποδεκτός συνομιλητής και, κατά συνέπεια, θεοποιεί τις λαϊκές δυνάμεις ως μοναδικό παράγοντα των εξελίξεων. Στο παρελθόν η Εθνική Αντίσταση θα ήταν πρακτικά αδύνατη και στο παρόν καθίσταται αδύνατη η περίφημη ενότητα των λαϊκών δυνάμεων, όσο επικρατεί τέτοιου τύπου θεώρηση πραγμάτων. Το ότι τέτοιες ιδέες της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς κυκλοφορούν θορυβωδώς και εντός της κοινοβουλευτικής Αριστεράς, δεν είναι ασήμαντη λεπτομέρεια Το χειρότερο είναι ότι η συγκυρία αλλάζει και πάλι, η ιδεολογία της Παγκοσμιοποίησης καταρρέει, η έννοια του πατριωτισμού επανέρχεται εκ των πραγμάτων και, το κυριότερο, η χώρα βρίσκεται σε κάθετη πτώση από το γκρεμό. Αυτή τη στιγμή πχ όταν επανέρχεται το Σκοπιανό και η ένταξή του στο ΝΑΤΟ χωρίς ικανοποιητική λύση του «ονόματος» (για ΟΛΕΣ τις χρήσεις κλπ) είναι αδιανόητο η Αριστερά, ο ΣΥΡΙΖΑ, να σιωπά, να μην έχει ήδη υπενθυμίσει ευθαρσώς ότι το όριο είναι το βέτο του Βουκουρεστίου. Εννοείται ότι δεν είναι θέμα «εθνικισμού», είναι, αντιθέτως, κρίσιμο ζήτημα Ασφάλειας. Είναι τουλάχιστον περίεργο ότι ο south stream (συμφωνία Καραμανλή-Πούτιν) παραμένει στα αζήτητα των ενδιαφερόντων του ΣΥΡΙΖΑ. Τα οικονομικά μας καίνε και είναι φυσικό η πρώτη προτεραιότητα να είναι η πρόσβαση στην ΕΕ, αλλά χωρίς να αναζητηθούν διαφορετικές πηγές χρηματοδότησης και πολιτικής στήριξης, δεν θα βγούμε από το «τούνελ». Οι αναλύσεις είναι ενίοτε χρήσιμες, το βάρος της Ιστορίας είναι δεδομένο αλλά χωρίς την τόλμη της πολιτικής απόφασης, χωρίς ρήξη με το παρελθόν όταν πια έχουν αλλάξει οι συνθήκες, βαδίζουμε σημειωτόν. Το βλέπουμε, δεν το βλέπουμε;
InfoGnomon
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Παιδικές κρίσεις και πώς να τις αντιμετωπίσουμε
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Επίσκεψη Μέρκελ...
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ