2012-10-19 13:54:04
Γράφει ο Χρήστος Ηλ. Τσίχλης, Δικηγόρος Αθηνών
Με την παρ. 2 α της ενότητας Β του άρθρου πέμπτου του ν. 4079/2012 (ΦΕΚ Α 180), συμπληρώνεται η παρ. 2 του άρθρου 66 του ν. 2717/1999 και ορίζεται ότι η προθεσμία άσκησης του ενδίκου βοηθήματος της προσφυγής για τις φορολογικές και τελωνειακές προσφυγές είναι πλέον τριάντα (30) ημέρες, υπό την επιφύλαξη των οριζόμενων στην περ. (β) της παρ. 2 του άρθρου 285 του ν. 2717/1999, σε συνδυασμό με τις δικονομικού περιεχομένου διατάξεις των ν. 25/1975 και 1080/1980. Η προθεσμία αυτή αρχίζει σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 66 του ν. 2717/1999. Η συγκεκριμένη ρύθμιση καταλαμβάνει πράξεις που εκδίδονται ή παραλείψεις που συντελούνται μετά τη δημοσίευση του ν. 4079/2012, δηλ. μετά τις 20-9-2012.
Η οικεία επιτροπή συμβιβαστικής επίλυσης φορολογικών διαφορών και αμφισβητήσεων, οφείλει πριν τη συζήτηση κάθε υπόθεσης να διαπιστώνει επί ποινή απαραδέκτου τη σωρευτική πλήρωση των κατωτέρω προϋποθέσεων:
-Tην ύπαρξη δικογράφου, το οποίο απευθύνεται σε δικαστική αρχή.
-Την κατάθεση του δικογράφου στη γραμματεία της κύριας έδρας του δικαστηρίου στο οποίο απευθύνεται, πιστοποιούμενης αυτής με τη σχετική πράξη κατάθεσης.
-Επί του αυτού δικογράφου να εμπεριέχεται ρητά το αίτημα του ενδιαφερόμενου για διοικητική επίλυση της διαφοράς με τον οικείο δήμο, στο πλαίσιο της παρ. 3 του άρθρου 32 του ν. 1080/80.
Η Επιτροπή Διοικητικής Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών,συστάθηκε στη γενική διεύθυνση Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων του υπουργείου Οικονομικών με σκοπό την ελαχιστοποίηση των υποθέσεων που οδηγούνται σε μακροχρόνιες δικαστικές διενέξεις.Ο κύριος όγκος των υποθέσεων που επιλαμβάνεται αφορά σε μεγάλες επιχειρήσεις. Για μικρότερες φορολογικές διαφορές ή για διαφορές στις οποίες δεν υπάρχει αμφισβήτηση στον κύριο φόρο, συνεχίζουν να λειτουργούν τα υφιστάμενα όργανα διοικητικής επίλυσης στις περιφερειακές υπηρεσίες του υπουργείου. Έργο της Επιτροπής Διοικητικής Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών είναι η διοικητική επίλυση των μετά από έλεγχο αμφισβητούμενων φορολογικών διαφορών σε κάθε φορολογικό αντικείμενο. Ειδικότερα, με τις ως άνω διατάξεις καθορίζεται ότι η Επιτροπή επιλαμβάνεται του έργου της, εφόσον η αμφισβητούμενη από τον υπόχρεο διαφορά του κύριου φόρου, τέλους, εισφοράς ή προστίμου, υπερβαίνει το ποσό των 50.000 ευρώ. Στις περιπτώσεις δε που η αμφισβητούμε!
νη από τον υπόχρεο διαφορά του κύριου φόρου, τέλους, εισφοράς ή προστίμου, υπερβαίνει το ποσό των 300.000 ευρώ, η Επιτροπή Διοικητικής Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών καθίσταται αποκλειστικά αρμόδια για τη διοικητική επίλυση της διαφοράς.
Μέσω του ενδίκου βοηθήματος της προσφυγής ο βαρυνόμενος από καταλογιστική πράξη φόρου, δασμού, προστίμου κτλ. επιδιώκει δικαστικά την ακύρωση ή την μεταρρύθμισή της.
-Στην περίπτωση που ο βαρυνόμενος είναι Ανώνυμη Εταιρεία, δύναται να παρασταθεί μέσω του Διοικητικού της Συμβουλίου, που ενεργεί συλλογικά ή των προσώπων, μελών ή μη του Δ.Σ., τα οποία νομίμως την εκπροσωπούν (άρθ.25 Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας).
-Δεν συνιστά καταλογισμό φορολογικού βάρους η επιβολή προσαύξησης κατά το άρθρο 6 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ), αλλά η κύρωση λόγω εκπρόθεσμης εξόφλησης οπουδήποτε βεβαιούμενου χρέους προς το δημόσιο συνεισπράττεται με τη κύρια οφειλή.
-Για την ύπαρξη διαφοράς ως προς την επιστροφή φόρων, εισφορών, τελών κλπ., που έχουν καταβληθεί αχρεωστήτως, δεν απαιτείται να έχει υποβληθεί προηγουμένως δετική αίτηση προς την φορολογική αρχή , αλλά μπορεί το αίτημα περί επιστροφής να υποβληθεί ευθέως για πρώτη φορά με προσφυγή (ΝΔ 4486/1965 άρθ.8 παρ.4).
-Η άρνηση θεώρησης βιβλίων και στοιχείων από υπάλληλο της ΔΟΥ, δεν συνιστά κύρωση για παράβαση διατάξεων φορολογικής νομοθεσίας, αλλά κύρωση για μη εκπλήρωση φορολογικών υποχρεώσεων και ως εκ τούτου δεν γεννάται φορολογική διαφορά (ΣτΕ 7μ 988/2006) .
-Δεν απαγορεύεται στον φορολογούμενο και στην Διοίκηση να υπάγουν με συμφωνία τους σε διαιτησία, φορολογική διαφορά που θα προέλθει από ορισμένη έννομη σχέση μεταξύ τους (ωστόσο, η δικαιοδοσία του διαιτητικού οργάνου δεν περιλαμβάνει και εξουσία ακύρωσης της διοικητικής πράξης επιβολής φορολογικού βάρους, Σ.άρθ.78 παρ.4).
-Οι παραβάσεις του ΚΒΣ είναι τυπικές. Δεν απαιτείται για την θεμελίωσή τους υπαιτιότητα του παραβάτη ή ζημία του Δημοσίου και δεν αποκλείεται ο καταλογισμός από την άγνοια ή την παραδρομή ή την πλάνη του παραβάτη.
-Η παρεμπόδιση εκ μέρους μιας επιχείρησης των προσήκοντων ελεγκτικών επαληθεύσεων από την φορολογική αρχή στα βιβλία και στοιχεία της, μπορεί να δικαιολογήσει τον εξωλογιστικό προσδιορισμό του σχετικού εισοδήματός της (ΣτΕ 7μ 1880/1898)
-Ισχύει το «σύστημα της χωριστής επιχείρησης», όπου τα κέρδη μιας αλλοδαπής επιχείρησης που προκύπτουν από την δραστηριότητα αυτής στην Ελλάδα προσδιορίζονται κατά τρόπο ανεξάρτητο σε σχέση με τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων της ίδιας επιχείρησης στην αλλοδαπή.
-Ανάκληση δήλωσης φορολογούμενου είναι δυνατή όχι μόνο με προσφυγή κατά φύλλου ελέγχου ανακριβούς δήλωσης, αλλά και με αυτοτελή προσφυγή προς ανάκληση της δήλωσης και επιστροφή του φόρου που καταβλήθηκε με βάση αυτή, χωρίς να απαιτείται η προηγούμενη υποβολή σχετικής δήλωσης προς την αρμόδια ΔΥΟ (ΣτΕ Ολ 2941/2000).
Tromaktiko
Με την παρ. 2 α της ενότητας Β του άρθρου πέμπτου του ν. 4079/2012 (ΦΕΚ Α 180), συμπληρώνεται η παρ. 2 του άρθρου 66 του ν. 2717/1999 και ορίζεται ότι η προθεσμία άσκησης του ενδίκου βοηθήματος της προσφυγής για τις φορολογικές και τελωνειακές προσφυγές είναι πλέον τριάντα (30) ημέρες, υπό την επιφύλαξη των οριζόμενων στην περ. (β) της παρ. 2 του άρθρου 285 του ν. 2717/1999, σε συνδυασμό με τις δικονομικού περιεχομένου διατάξεις των ν. 25/1975 και 1080/1980. Η προθεσμία αυτή αρχίζει σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 66 του ν. 2717/1999. Η συγκεκριμένη ρύθμιση καταλαμβάνει πράξεις που εκδίδονται ή παραλείψεις που συντελούνται μετά τη δημοσίευση του ν. 4079/2012, δηλ. μετά τις 20-9-2012.
Η οικεία επιτροπή συμβιβαστικής επίλυσης φορολογικών διαφορών και αμφισβητήσεων, οφείλει πριν τη συζήτηση κάθε υπόθεσης να διαπιστώνει επί ποινή απαραδέκτου τη σωρευτική πλήρωση των κατωτέρω προϋποθέσεων:
-Tην ύπαρξη δικογράφου, το οποίο απευθύνεται σε δικαστική αρχή.
-Την κατάθεση του δικογράφου στη γραμματεία της κύριας έδρας του δικαστηρίου στο οποίο απευθύνεται, πιστοποιούμενης αυτής με τη σχετική πράξη κατάθεσης.
-Επί του αυτού δικογράφου να εμπεριέχεται ρητά το αίτημα του ενδιαφερόμενου για διοικητική επίλυση της διαφοράς με τον οικείο δήμο, στο πλαίσιο της παρ. 3 του άρθρου 32 του ν. 1080/80.
Η Επιτροπή Διοικητικής Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών,συστάθηκε στη γενική διεύθυνση Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων του υπουργείου Οικονομικών με σκοπό την ελαχιστοποίηση των υποθέσεων που οδηγούνται σε μακροχρόνιες δικαστικές διενέξεις.Ο κύριος όγκος των υποθέσεων που επιλαμβάνεται αφορά σε μεγάλες επιχειρήσεις. Για μικρότερες φορολογικές διαφορές ή για διαφορές στις οποίες δεν υπάρχει αμφισβήτηση στον κύριο φόρο, συνεχίζουν να λειτουργούν τα υφιστάμενα όργανα διοικητικής επίλυσης στις περιφερειακές υπηρεσίες του υπουργείου. Έργο της Επιτροπής Διοικητικής Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών είναι η διοικητική επίλυση των μετά από έλεγχο αμφισβητούμενων φορολογικών διαφορών σε κάθε φορολογικό αντικείμενο. Ειδικότερα, με τις ως άνω διατάξεις καθορίζεται ότι η Επιτροπή επιλαμβάνεται του έργου της, εφόσον η αμφισβητούμενη από τον υπόχρεο διαφορά του κύριου φόρου, τέλους, εισφοράς ή προστίμου, υπερβαίνει το ποσό των 50.000 ευρώ. Στις περιπτώσεις δε που η αμφισβητούμε!
νη από τον υπόχρεο διαφορά του κύριου φόρου, τέλους, εισφοράς ή προστίμου, υπερβαίνει το ποσό των 300.000 ευρώ, η Επιτροπή Διοικητικής Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών καθίσταται αποκλειστικά αρμόδια για τη διοικητική επίλυση της διαφοράς.
Μέσω του ενδίκου βοηθήματος της προσφυγής ο βαρυνόμενος από καταλογιστική πράξη φόρου, δασμού, προστίμου κτλ. επιδιώκει δικαστικά την ακύρωση ή την μεταρρύθμισή της.
-Στην περίπτωση που ο βαρυνόμενος είναι Ανώνυμη Εταιρεία, δύναται να παρασταθεί μέσω του Διοικητικού της Συμβουλίου, που ενεργεί συλλογικά ή των προσώπων, μελών ή μη του Δ.Σ., τα οποία νομίμως την εκπροσωπούν (άρθ.25 Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας).
-Δεν συνιστά καταλογισμό φορολογικού βάρους η επιβολή προσαύξησης κατά το άρθρο 6 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ), αλλά η κύρωση λόγω εκπρόθεσμης εξόφλησης οπουδήποτε βεβαιούμενου χρέους προς το δημόσιο συνεισπράττεται με τη κύρια οφειλή.
-Για την ύπαρξη διαφοράς ως προς την επιστροφή φόρων, εισφορών, τελών κλπ., που έχουν καταβληθεί αχρεωστήτως, δεν απαιτείται να έχει υποβληθεί προηγουμένως δετική αίτηση προς την φορολογική αρχή , αλλά μπορεί το αίτημα περί επιστροφής να υποβληθεί ευθέως για πρώτη φορά με προσφυγή (ΝΔ 4486/1965 άρθ.8 παρ.4).
-Η άρνηση θεώρησης βιβλίων και στοιχείων από υπάλληλο της ΔΟΥ, δεν συνιστά κύρωση για παράβαση διατάξεων φορολογικής νομοθεσίας, αλλά κύρωση για μη εκπλήρωση φορολογικών υποχρεώσεων και ως εκ τούτου δεν γεννάται φορολογική διαφορά (ΣτΕ 7μ 988/2006) .
-Δεν απαγορεύεται στον φορολογούμενο και στην Διοίκηση να υπάγουν με συμφωνία τους σε διαιτησία, φορολογική διαφορά που θα προέλθει από ορισμένη έννομη σχέση μεταξύ τους (ωστόσο, η δικαιοδοσία του διαιτητικού οργάνου δεν περιλαμβάνει και εξουσία ακύρωσης της διοικητικής πράξης επιβολής φορολογικού βάρους, Σ.άρθ.78 παρ.4).
-Οι παραβάσεις του ΚΒΣ είναι τυπικές. Δεν απαιτείται για την θεμελίωσή τους υπαιτιότητα του παραβάτη ή ζημία του Δημοσίου και δεν αποκλείεται ο καταλογισμός από την άγνοια ή την παραδρομή ή την πλάνη του παραβάτη.
-Η παρεμπόδιση εκ μέρους μιας επιχείρησης των προσήκοντων ελεγκτικών επαληθεύσεων από την φορολογική αρχή στα βιβλία και στοιχεία της, μπορεί να δικαιολογήσει τον εξωλογιστικό προσδιορισμό του σχετικού εισοδήματός της (ΣτΕ 7μ 1880/1898)
-Ισχύει το «σύστημα της χωριστής επιχείρησης», όπου τα κέρδη μιας αλλοδαπής επιχείρησης που προκύπτουν από την δραστηριότητα αυτής στην Ελλάδα προσδιορίζονται κατά τρόπο ανεξάρτητο σε σχέση με τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων της ίδιας επιχείρησης στην αλλοδαπή.
-Ανάκληση δήλωσης φορολογούμενου είναι δυνατή όχι μόνο με προσφυγή κατά φύλλου ελέγχου ανακριβούς δήλωσης, αλλά και με αυτοτελή προσφυγή προς ανάκληση της δήλωσης και επιστροφή του φόρου που καταβλήθηκε με βάση αυτή, χωρίς να απαιτείται η προηγούμενη υποβολή σχετικής δήλωσης προς την αρμόδια ΔΥΟ (ΣτΕ Ολ 2941/2000).
Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
VPRC: Μπροστά ο ΣΥΡΙΖΑ, 14% η Χρυσή Αυγή, 5,5% το ΠΑΣΟΚ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
«Έφυγε» η δημοσιογράφος Μαρία Χαραμή
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ