2012-11-12 09:21:07
Στιγμιότυπο από την «Οδύσσεια» σε σκηνοθεσία Μπομπ Γουίλσον,
Αρκουμανέα Λουίζα
Η παράσταση του Μπομπ Γουίλσον, βασισμένη στο έπος του Ομήρου, στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου,
Ο ένας είναι ψηλόλιγνος, ο άλλος τροφαντός, ο τρίτος κοντός και οι άλλοι δύο «κανονικοί»: ακόμη και όταν ένα πλοίο θαλασσοπνίγεται, η εικόνα του πληρώματος οφείλει να αποπνέει την αίσθηση επιμελημένου πανικού, να μην εγκαταλείπει τις αρχές της συμμετρίας και της σύνθεσης. Το ίδιο οφείλουν να κάνουν και τα τέρατα: ο κύκλωπας Πολύφημος δεν έχει κάτι πραγματικά τρομακτικό - είναι απλώς ένα υπερμέγεθες κεφάλι, ένα καλοφτιαγμένο γλυπτό που μιλάει με τη φωνή του Δημήτρη Πιατά.
Η Σκύλλα και η Χάρυβδη είναι οι θεές του gothic glam: σκουρόχρωμα προϊστορικά τέρατα με πολλά στρας. Η θεά Αθηνά είναι και αυτή αγνώριστη: όχι σοβαρή και επιβλητική, όπως τη θέλει ο μύθος, αλλά με φωνή ψιλή σαν κούκλας
. Οσο για τον Κάτω Κόσμο, το πρώτο πράγμα που ακούμε είναι πως «βρωμάει εδώ μέσα». Αντιθέτως, το πάπλωμα της Κίρκης, φτιαγμένο όλο από φρέσκες μαργαρίτες, μυρίζει υπέροχα. Κι αν ο γερο-Τειρεσίας με την κουβέρτα του στόμφου του κάθεται βαρύς, σαν ακλόνητο απομεινάρι μιας περασμένης εποχής, η ηλικιωμένη Ευρύκλεια θυμίζει την καλή αφράτη νονά της Σταχτοπούτας με καμπανάκια να συντονίζουν τις παιχνιδιάρικες εισόδους και εξόδους της.
Τίποτε δεν είναι τυχαίο σε αυτό το άψογα ενορχηστρωμένο θέαμα. Γαλάζιο, ονειρικό φως ξεχύνεται πίσω από τις πανύψηλες σκοτεινές κολόνες συνθέτοντας την ατμόσφαιρα του παλατιού ή τις σκηνές του καταστρώματος στη θάλασσα. Μαύρες φιγούρες σε φλεγόμενο κόκκινο φόντο σηματοδοτούν την κάθοδο στον Αδη. Αστραφτερά τσεκούρια από κομματάκια καθρέφτη, μια ξύλινη πλεκτή καρέκλα, ένα μακρόστενο τραπέζι, ένα ανάκλιντρο, δύο πανταχού παρόντα πρόβατα, τα ελάχιστα σκηνικά αντικείμενα που χρησιμοποιούνται μέσα στο αυστηρό πλαίσιο των κινούμενων πλαϊνών τοίχων. Ολα είναι σεταρισμένα, γκρουπαρισμένα, ομογενοποιημένα, σε αρμονία ή σε αντίστιξη.
Ο Οδυσσέας en face, ο Οδυσσέας πλάτη, διαγώνιες συμμετρίες, κάθετες συμμετρίες και άπειρα ορθογώνια. Δεν υπάρχει ούτε ένα γύρισμα κεφαλιού, ούτε ένα ανασήκωμα φτέρνας ή μια τοποθέτηση επίπλου που να «κλωτσάει» σε αυτό το προσεκτικά μελετημένο σκηνικό σύνολο. Δεν υπάρχει λάθος, δεν υπάρχει παραφωνία, δεν υπάρχει απόδραση από αυτή την τελειότητα. Και φυσικά δεν υπάρχει συναίσθημα: στον ιλουστρασιόν κόσμο του Μπομπ Γουίλσον η επαφή απαγορεύεται. Οι άξονες μπορεί να αγγίζονται μεταξύ τους, οι ηθοποιοί ποτέ.
Αν κάτι επιτρέπεται, όμως, είναι η ελαφρότητα: πού και πού χτυπάει το καμπανάκι της κωμωδίας, της κωμικής ζωντάνιας, που χαρίζει λίγο γκελ στην απονευρωμένη σύνθεση. Και είναι αυτή η διάσταση του θεάματος, η διάσταση καρτούν, που το σώζει ως έναν βαθμό από τον όλεθρο: η κυρίαρχη αισθητική του βωβού σινεμά (οι μεγάλες, «ψεύτικες» κινήσεις, οι παγωμένες υπερβολικές εκφράσεις, τα μεγεθυσμένα βλέμματα, οι αλλοιώσεις των φωνών) συνοδεία εύθυμου ροβολητού στο πιάνο έρχεται να διασκεδάσει το κενό του νοήματος.
Αρκεί όμως αυτό; Απέναντι στο εμβληματικό κείμενο και στον ποιητικό λόγο του Ομήρου ο Μπομπ Γουίλσον αντέταξε το βαρύ πυροβολικό του κορυφαίου τεχνικού εξοπλισμού και τα τεχνικά μέσα των ηθοποιών. Εδιωξε μακριά την όποια ερμηνεία και κράτησε το εύσχημο κέλυφος αυτής. Δεν τον απασχόλησε να ξεψαχνίσει το κείμενο: το παρόπλισε μέσα από το styling, πόζες βωβού σε γαλάζιο φόντο. Κανένας δεν θα είχε αντίρρηση σε μια διακωμώδηση του έπους: αρκεί η διακωμώδηση να είχε τσαγανό, να έφερνε ανατροπές, να αιφνιδίαζε, να προκαλούσε σκέψεις και συζητήσεις.
Η συνταγή «υψηλής αισθητικής»
«Ποιος καλύτερα από τον Οδυσσέα μπορεί να μας εκπροσωπήσει και να μας οδηγήσει σε ένα ταξίδι στην πολυπλοκότητα της σύγχρονης ζωής;» αναρωτιέται στο πρόγραμμα της παράστασης ο διευθυντής του Piccolo Teatro di Milano με το οποίο συνεργάστηκε το Εθνικό για την παραγωγή της «Οδύσσειας». Με αυτή την «πολυπλοκότητα» ο Μπομπ Γουίλσον ξεμπέρδεψε χωρίς πολλά πολλά. Προτίμησε την εύκολη λύση: την υποβάθμιση και απλούστευση του λόγου, τις χαριτωμένες πινελιές, τα ωραιοποιημένα τέρατα, τις ανώδυνες καρικατούρες και, φυσικά, τις ακριβές κατασκευές. Προτίμησε να εφαρμόσει για πολλοστή φορά την επιτυχημένη συνταγή «υψηλής αισθητικής» που τον έχει καθιερώσει δεκαετίες τώρα και την οποία εφαρμόζει αδιακρίτως σε όποιο πρότζεκτ και αν του ανατεθεί.
Και λέγοντας «συνταγή υψηλής αισθητικής» εννοούμε εδώ φυσικά την τελειότητα της εικόνας: άψογα φωτισμένες, άψογα μακιγιαρισμένες και κοστουμαρισμένες συνθέσεις σε μεγάλες, εντυπωσιακές κλίμακες με έντονες, εξπρεσιονιστικές αντιθέσεις (παιχνίδια σκιάς και φωτός), ατμόσφαιρα ονειρική.
Αυτές οι τέλειες εικόνες είναι το τελευταίο πράγμα που θα έπρεπε να απασχολεί τον σκηνοθέτη του θεάτρου σήμερα. Τις έχουμε χορτάσει, για την ακρίβεια τις έχουμε μπουχτίσει: τις είδαμε στη μόδα, στη διαφήμιση, στη σύγχρονη τέχνη, στο σινεμά, παντού. Καταδυναστεύουν χρόνια τώρα τη ζωή μας και όχι μόνο δεν μας έκαναν πιο συνειδητοποιημένους ή πιο ευτυχείς αλλά το αντίθετο: μας αποκοίμισαν, μας παγίδευσαν, έγιναν οι Σειρήνες ενός ανύπαρκτου παραδείσου.
Τίποτε καινούργιο για την «Οδύσσεια» δεν έχουν να μας πουν οι τέλειες αυτές εικόνες του Μπομπ Γουίλσον, τις οποίες υπηρέτησαν και ανέδειξαν με περισσή αφοσίωση οι έλληνες ηθοποιοί. Η περιπέτεια της ανθρώπινης ύπαρξης μπορεί να φαντάζει γελοία πολλές φορές, σίγουρα πάντως δεν αξίζει να συρρικνωθεί σε κλασικά εικονογραφημένα.
Η παράσταση του Μπομπ Γουίλσον δεν έχει καμία σύνδεση με την Ελλάδα του 2012. Για την ακρίβεια, είναι το αντίθετό της - ένα θέαμα αυτιστικό, αυτοαναφορικό, καλογυαλισμένο, χωρίς καμία ανησυχία, χωρίς καμία ρωγμή. Ενα θέαμα άχρονο, μετέωρο, που θα μπορούσε να είχε ανέβει ίδιο κι απαράλλακτο πριν από δέκα χρόνια - δεν θα έκανε καμία διαφορά, μόνο που τότε ίσως να μην ενοχλούσε τόσο. Ενα θέαμα «όμορφο» που κάθε βράδυ αυτοθαυμάζεται στο κέντρο της Αθήνας ενώ ο κόσμος γύρω του καταρρέει. Ενα θέαμα σαν αυτό, το τελευταίο πράγμα που χρειαζόμαστε σήμερα..
Αναδημοσιευσα Από Βημα
molibixarti
Αρκουμανέα Λουίζα
Η παράσταση του Μπομπ Γουίλσον, βασισμένη στο έπος του Ομήρου, στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου,
Ο ένας είναι ψηλόλιγνος, ο άλλος τροφαντός, ο τρίτος κοντός και οι άλλοι δύο «κανονικοί»: ακόμη και όταν ένα πλοίο θαλασσοπνίγεται, η εικόνα του πληρώματος οφείλει να αποπνέει την αίσθηση επιμελημένου πανικού, να μην εγκαταλείπει τις αρχές της συμμετρίας και της σύνθεσης. Το ίδιο οφείλουν να κάνουν και τα τέρατα: ο κύκλωπας Πολύφημος δεν έχει κάτι πραγματικά τρομακτικό - είναι απλώς ένα υπερμέγεθες κεφάλι, ένα καλοφτιαγμένο γλυπτό που μιλάει με τη φωνή του Δημήτρη Πιατά.
Η Σκύλλα και η Χάρυβδη είναι οι θεές του gothic glam: σκουρόχρωμα προϊστορικά τέρατα με πολλά στρας. Η θεά Αθηνά είναι και αυτή αγνώριστη: όχι σοβαρή και επιβλητική, όπως τη θέλει ο μύθος, αλλά με φωνή ψιλή σαν κούκλας
Τίποτε δεν είναι τυχαίο σε αυτό το άψογα ενορχηστρωμένο θέαμα. Γαλάζιο, ονειρικό φως ξεχύνεται πίσω από τις πανύψηλες σκοτεινές κολόνες συνθέτοντας την ατμόσφαιρα του παλατιού ή τις σκηνές του καταστρώματος στη θάλασσα. Μαύρες φιγούρες σε φλεγόμενο κόκκινο φόντο σηματοδοτούν την κάθοδο στον Αδη. Αστραφτερά τσεκούρια από κομματάκια καθρέφτη, μια ξύλινη πλεκτή καρέκλα, ένα μακρόστενο τραπέζι, ένα ανάκλιντρο, δύο πανταχού παρόντα πρόβατα, τα ελάχιστα σκηνικά αντικείμενα που χρησιμοποιούνται μέσα στο αυστηρό πλαίσιο των κινούμενων πλαϊνών τοίχων. Ολα είναι σεταρισμένα, γκρουπαρισμένα, ομογενοποιημένα, σε αρμονία ή σε αντίστιξη.
Ο Οδυσσέας en face, ο Οδυσσέας πλάτη, διαγώνιες συμμετρίες, κάθετες συμμετρίες και άπειρα ορθογώνια. Δεν υπάρχει ούτε ένα γύρισμα κεφαλιού, ούτε ένα ανασήκωμα φτέρνας ή μια τοποθέτηση επίπλου που να «κλωτσάει» σε αυτό το προσεκτικά μελετημένο σκηνικό σύνολο. Δεν υπάρχει λάθος, δεν υπάρχει παραφωνία, δεν υπάρχει απόδραση από αυτή την τελειότητα. Και φυσικά δεν υπάρχει συναίσθημα: στον ιλουστρασιόν κόσμο του Μπομπ Γουίλσον η επαφή απαγορεύεται. Οι άξονες μπορεί να αγγίζονται μεταξύ τους, οι ηθοποιοί ποτέ.
Αν κάτι επιτρέπεται, όμως, είναι η ελαφρότητα: πού και πού χτυπάει το καμπανάκι της κωμωδίας, της κωμικής ζωντάνιας, που χαρίζει λίγο γκελ στην απονευρωμένη σύνθεση. Και είναι αυτή η διάσταση του θεάματος, η διάσταση καρτούν, που το σώζει ως έναν βαθμό από τον όλεθρο: η κυρίαρχη αισθητική του βωβού σινεμά (οι μεγάλες, «ψεύτικες» κινήσεις, οι παγωμένες υπερβολικές εκφράσεις, τα μεγεθυσμένα βλέμματα, οι αλλοιώσεις των φωνών) συνοδεία εύθυμου ροβολητού στο πιάνο έρχεται να διασκεδάσει το κενό του νοήματος.
Αρκεί όμως αυτό; Απέναντι στο εμβληματικό κείμενο και στον ποιητικό λόγο του Ομήρου ο Μπομπ Γουίλσον αντέταξε το βαρύ πυροβολικό του κορυφαίου τεχνικού εξοπλισμού και τα τεχνικά μέσα των ηθοποιών. Εδιωξε μακριά την όποια ερμηνεία και κράτησε το εύσχημο κέλυφος αυτής. Δεν τον απασχόλησε να ξεψαχνίσει το κείμενο: το παρόπλισε μέσα από το styling, πόζες βωβού σε γαλάζιο φόντο. Κανένας δεν θα είχε αντίρρηση σε μια διακωμώδηση του έπους: αρκεί η διακωμώδηση να είχε τσαγανό, να έφερνε ανατροπές, να αιφνιδίαζε, να προκαλούσε σκέψεις και συζητήσεις.
Η συνταγή «υψηλής αισθητικής»
«Ποιος καλύτερα από τον Οδυσσέα μπορεί να μας εκπροσωπήσει και να μας οδηγήσει σε ένα ταξίδι στην πολυπλοκότητα της σύγχρονης ζωής;» αναρωτιέται στο πρόγραμμα της παράστασης ο διευθυντής του Piccolo Teatro di Milano με το οποίο συνεργάστηκε το Εθνικό για την παραγωγή της «Οδύσσειας». Με αυτή την «πολυπλοκότητα» ο Μπομπ Γουίλσον ξεμπέρδεψε χωρίς πολλά πολλά. Προτίμησε την εύκολη λύση: την υποβάθμιση και απλούστευση του λόγου, τις χαριτωμένες πινελιές, τα ωραιοποιημένα τέρατα, τις ανώδυνες καρικατούρες και, φυσικά, τις ακριβές κατασκευές. Προτίμησε να εφαρμόσει για πολλοστή φορά την επιτυχημένη συνταγή «υψηλής αισθητικής» που τον έχει καθιερώσει δεκαετίες τώρα και την οποία εφαρμόζει αδιακρίτως σε όποιο πρότζεκτ και αν του ανατεθεί.
Και λέγοντας «συνταγή υψηλής αισθητικής» εννοούμε εδώ φυσικά την τελειότητα της εικόνας: άψογα φωτισμένες, άψογα μακιγιαρισμένες και κοστουμαρισμένες συνθέσεις σε μεγάλες, εντυπωσιακές κλίμακες με έντονες, εξπρεσιονιστικές αντιθέσεις (παιχνίδια σκιάς και φωτός), ατμόσφαιρα ονειρική.
Αυτές οι τέλειες εικόνες είναι το τελευταίο πράγμα που θα έπρεπε να απασχολεί τον σκηνοθέτη του θεάτρου σήμερα. Τις έχουμε χορτάσει, για την ακρίβεια τις έχουμε μπουχτίσει: τις είδαμε στη μόδα, στη διαφήμιση, στη σύγχρονη τέχνη, στο σινεμά, παντού. Καταδυναστεύουν χρόνια τώρα τη ζωή μας και όχι μόνο δεν μας έκαναν πιο συνειδητοποιημένους ή πιο ευτυχείς αλλά το αντίθετο: μας αποκοίμισαν, μας παγίδευσαν, έγιναν οι Σειρήνες ενός ανύπαρκτου παραδείσου.
Τίποτε καινούργιο για την «Οδύσσεια» δεν έχουν να μας πουν οι τέλειες αυτές εικόνες του Μπομπ Γουίλσον, τις οποίες υπηρέτησαν και ανέδειξαν με περισσή αφοσίωση οι έλληνες ηθοποιοί. Η περιπέτεια της ανθρώπινης ύπαρξης μπορεί να φαντάζει γελοία πολλές φορές, σίγουρα πάντως δεν αξίζει να συρρικνωθεί σε κλασικά εικονογραφημένα.
Η παράσταση του Μπομπ Γουίλσον δεν έχει καμία σύνδεση με την Ελλάδα του 2012. Για την ακρίβεια, είναι το αντίθετό της - ένα θέαμα αυτιστικό, αυτοαναφορικό, καλογυαλισμένο, χωρίς καμία ανησυχία, χωρίς καμία ρωγμή. Ενα θέαμα άχρονο, μετέωρο, που θα μπορούσε να είχε ανέβει ίδιο κι απαράλλακτο πριν από δέκα χρόνια - δεν θα έκανε καμία διαφορά, μόνο που τότε ίσως να μην ενοχλούσε τόσο. Ενα θέαμα «όμορφο» που κάθε βράδυ αυτοθαυμάζεται στο κέντρο της Αθήνας ενώ ο κόσμος γύρω του καταρρέει. Ενα θέαμα σαν αυτό, το τελευταίο πράγμα που χρειαζόμαστε σήμερα..
Αναδημοσιευσα Από Βημα
molibixarti
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Η Google τιμά τον «πατέρα» της γλυπτικής
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ