2012-12-21 10:21:03
Γράφει ο Σπύρος Σιδέρης
Ο πονόδοντος δεν έλεγε να περάσει με τίποτα. Ήταν κι αυτό το πρήξιμο, σαν μεγάλη μπουκιά που δεν έλεγε να κατεβεί, που ταλαιπωρούσε εμένα και τον καθρέφτη μου.
Ευτυχώς το τσίπουρο δεν είχε τελειώσει και μου κράτησε συντροφιά μέχρι να ξημερώσει ώστε να πάω στο φαρμακείο να πάρω παυσίπονο. Τόσο καιρό στο Λονδίνο δεν είχε τύχει, να με πιάσει ούτε πονοκέφαλος, για να χρειαστώ φάρμακα και το παραδοσιακό ελληνικό σπιτικό φαρμακείο με τα χιλιάδες ληγμένα φάρμακα δεν με είχε ακολουθήσει σ’ αυτό το ταξίδι.
Φόρεσα το μπουφάν και βγήκα να πάρω από το σούπερ μάρκετ φάρμακα. Έφτασα περπατώντας, δεν ήταν δα και μεγάλη απόσταση, και κίνησα για το συστεγασμένο φαρμακείο, γνωστής αλυσίδας που φιλοξενούνταν μέσα στο σούπερ μάρκετ. Η φαρμακοποιός, μια όμορφη Ινδή σαν βγαλμένη από ταινία του Bollywood, ήταν πίσω από το γκισέ και με κοιτούσε με οίκτο.
-Ένα παυσίπονο σας παρακαλώ της λέω. Α, θέλω και αντιβίωση ένα κουτάκι, συμπλήρωσα.
-Έχετε συνταγή για την αντιβίωση με ρωτάει;
-Όχι κοπέλα μου, που να την βρω την συνταγή, με πέθανε όλο το βράδυ το δόντι κι όπως βλέπεις έχει πρηστεί. Χρειάζομαι αντιβίωση, της είπα όσο πιο ευγενικά μπορούσα.
-Λυπάμαι αλλά αντιβίωση δεν μπορώ να σας δώσω χωρίς συνταγή. Παυσίπονο όμως μπορώ να σας δώσω αμέσως, είπε χαμογελώντας μου.
-Ωραία τότε της λέω νευριασμένος. Δώσε μου ένα κουτάκι Panadol Extra και ένα κουτί ασπιρίνες. Α πιάσε και Ponstand.
-Λυπάμαι κύριε, αλλά μόνο ένα κουτάκι μπορείτε να πάρετε. Δεν επιτρέπεται να πάρετε πάνω από ένα. Το λέει ο νόμος.
Τα μάτια μου κόντεψαν να πεταχτούν από τα μάτια. Η πίεση χτύπησε κόκκινο και τα νεύρα μου ήταν έτοιμα να σπάσουν. Συγκρατήθηκα όμως, τι Ευρωπαίος ήμουν αν δεν συγκρατιόμουν;
Πήρα τα extra μου, αγόρασα ένα μπουκαλάκι νερό και ήπια με την μία το χαπάκι για να περάσει ο πόνος. Πήγα σπίτι και περίμενα να πάει 9 ή ώρα και να πάρω τηλέφωνο την φίλη μου την Φλώρα που ήταν οδοντίατρος. Λίγο μετά τις 9 της τηλεφώνησα και μου έκλεισε εμβόλιμο ραντεβού για τις 10 και μισή. Με εξέτασε, έκανε ότι ήταν να κάνει, η δράση της παρακεταμόλης είχε κάνει το θαύμα της και κάτσαμε στο γραφείο για να μου γράψει την αντιβίωση που χρειαζόμουν.
-Λοιπόν θα χρειαστείς αντιβίωση για πέντε μέρες, μου λέει, είναι λίγο δυνατή αλλά κάνει την δουλειά της. Σε ποιο φαρμακείο να σου στείλω την συνταγή;
-Δεν ξέρω κανένα, της ανταπάντησα.
-Περίμενε μου λέει, ανοίγει τον υπολογιστή, της λέω την διεύθυνση και μου δείχνει στον χάρτη ποια φαρμακεία υπήρχαν εκεί. Ποιο σε βολεύει περισσότερο μου λέει.
-Αυτό της είπα δείχνοντας ένα σημείο στο χάρτη της περιοχής που έμενα.
-Είσαι έτοιμος, θα πας στο φαρμακείο και θα ζητήσεις την αντιβίωση, θα στην δώσουν αμέσως. Α, να μην το ξεχάσω, πρέπει να έχεις και μια ταυτότητα μαζί σου.
Κοιτούσα αποσβολωμένος. Μα καλά είπα, φάρμακο θα πάρω, δεν θα πάω να πάρω δάνειο.
Γέλασε και με κοίταξε με έναν βλέμμα που λες κι έλεγε, αχ βρε χωριάτη που θες και Λονδίνο. Κοίταξε μου είπε, εδώ τα φάρμακα δεν δίνονται όπως στην Ελλάδα. Μόνο ο χρήστης των φαρμάκων μπορεί να τα πάρει ή κάποιος που θα έχει εξουσιοδότηση, Είναι προσωπική υπόθεση τα φάρμακα. Υπάρχουν για να κάνουν καλά εσένα και θα πάρεις όσα χρειάζεσαι.
Την χαιρέτησα κι έφυγα από το ιατρείο. Πήγα στο φαρμακείο και περίμενα να ρθει η σειρά μου. Ο γηραιός κύριος μπροστά μου, πήρε τα φάρμακα του κι ετοιμάστηκε να πληρώσει. Η φαρμακοποιός του είπε ευγενικά ότι έκλεισε πριν λίγες μέρες το 68ο έτος της ζωής του και τα φάρμακα τα πληρώνει πλέον το εθνικό σύστημα της Βρετανίας. Έδωσα το όνομα μου, ο φαρμακοποιός άνοιξε ένα κουτάκι, μου έδωσε ακριβώς 10 κάψουλες για την θεραπεία μου, πήρα κι ένα κουτί ακόμα παυσίπονα, τον πλήρωσα κι έφυγα. Σε πέντε μέρες έγινα καλά και στο σπίτι δεν υπήρχε ούτε μια κάψουλα περίσσευμα. Τι κρίμα, εγώ δεν θα φτιάξω ποτέ το προσωπικό μου φαρμακείο!!!
thinkfree.gr
Ο πονόδοντος δεν έλεγε να περάσει με τίποτα. Ήταν κι αυτό το πρήξιμο, σαν μεγάλη μπουκιά που δεν έλεγε να κατεβεί, που ταλαιπωρούσε εμένα και τον καθρέφτη μου.
Ευτυχώς το τσίπουρο δεν είχε τελειώσει και μου κράτησε συντροφιά μέχρι να ξημερώσει ώστε να πάω στο φαρμακείο να πάρω παυσίπονο. Τόσο καιρό στο Λονδίνο δεν είχε τύχει, να με πιάσει ούτε πονοκέφαλος, για να χρειαστώ φάρμακα και το παραδοσιακό ελληνικό σπιτικό φαρμακείο με τα χιλιάδες ληγμένα φάρμακα δεν με είχε ακολουθήσει σ’ αυτό το ταξίδι.
Φόρεσα το μπουφάν και βγήκα να πάρω από το σούπερ μάρκετ φάρμακα. Έφτασα περπατώντας, δεν ήταν δα και μεγάλη απόσταση, και κίνησα για το συστεγασμένο φαρμακείο, γνωστής αλυσίδας που φιλοξενούνταν μέσα στο σούπερ μάρκετ. Η φαρμακοποιός, μια όμορφη Ινδή σαν βγαλμένη από ταινία του Bollywood, ήταν πίσω από το γκισέ και με κοιτούσε με οίκτο.
-Ένα παυσίπονο σας παρακαλώ της λέω. Α, θέλω και αντιβίωση ένα κουτάκι, συμπλήρωσα.
-Έχετε συνταγή για την αντιβίωση με ρωτάει;
-Όχι κοπέλα μου, που να την βρω την συνταγή, με πέθανε όλο το βράδυ το δόντι κι όπως βλέπεις έχει πρηστεί. Χρειάζομαι αντιβίωση, της είπα όσο πιο ευγενικά μπορούσα.
-Λυπάμαι αλλά αντιβίωση δεν μπορώ να σας δώσω χωρίς συνταγή. Παυσίπονο όμως μπορώ να σας δώσω αμέσως, είπε χαμογελώντας μου.
-Ωραία τότε της λέω νευριασμένος. Δώσε μου ένα κουτάκι Panadol Extra και ένα κουτί ασπιρίνες. Α πιάσε και Ponstand.
-Λυπάμαι κύριε, αλλά μόνο ένα κουτάκι μπορείτε να πάρετε. Δεν επιτρέπεται να πάρετε πάνω από ένα. Το λέει ο νόμος.
Τα μάτια μου κόντεψαν να πεταχτούν από τα μάτια. Η πίεση χτύπησε κόκκινο και τα νεύρα μου ήταν έτοιμα να σπάσουν. Συγκρατήθηκα όμως, τι Ευρωπαίος ήμουν αν δεν συγκρατιόμουν;
Πήρα τα extra μου, αγόρασα ένα μπουκαλάκι νερό και ήπια με την μία το χαπάκι για να περάσει ο πόνος. Πήγα σπίτι και περίμενα να πάει 9 ή ώρα και να πάρω τηλέφωνο την φίλη μου την Φλώρα που ήταν οδοντίατρος. Λίγο μετά τις 9 της τηλεφώνησα και μου έκλεισε εμβόλιμο ραντεβού για τις 10 και μισή. Με εξέτασε, έκανε ότι ήταν να κάνει, η δράση της παρακεταμόλης είχε κάνει το θαύμα της και κάτσαμε στο γραφείο για να μου γράψει την αντιβίωση που χρειαζόμουν.
-Λοιπόν θα χρειαστείς αντιβίωση για πέντε μέρες, μου λέει, είναι λίγο δυνατή αλλά κάνει την δουλειά της. Σε ποιο φαρμακείο να σου στείλω την συνταγή;
-Δεν ξέρω κανένα, της ανταπάντησα.
-Περίμενε μου λέει, ανοίγει τον υπολογιστή, της λέω την διεύθυνση και μου δείχνει στον χάρτη ποια φαρμακεία υπήρχαν εκεί. Ποιο σε βολεύει περισσότερο μου λέει.
-Αυτό της είπα δείχνοντας ένα σημείο στο χάρτη της περιοχής που έμενα.
-Είσαι έτοιμος, θα πας στο φαρμακείο και θα ζητήσεις την αντιβίωση, θα στην δώσουν αμέσως. Α, να μην το ξεχάσω, πρέπει να έχεις και μια ταυτότητα μαζί σου.
Κοιτούσα αποσβολωμένος. Μα καλά είπα, φάρμακο θα πάρω, δεν θα πάω να πάρω δάνειο.
Γέλασε και με κοίταξε με έναν βλέμμα που λες κι έλεγε, αχ βρε χωριάτη που θες και Λονδίνο. Κοίταξε μου είπε, εδώ τα φάρμακα δεν δίνονται όπως στην Ελλάδα. Μόνο ο χρήστης των φαρμάκων μπορεί να τα πάρει ή κάποιος που θα έχει εξουσιοδότηση, Είναι προσωπική υπόθεση τα φάρμακα. Υπάρχουν για να κάνουν καλά εσένα και θα πάρεις όσα χρειάζεσαι.
Την χαιρέτησα κι έφυγα από το ιατρείο. Πήγα στο φαρμακείο και περίμενα να ρθει η σειρά μου. Ο γηραιός κύριος μπροστά μου, πήρε τα φάρμακα του κι ετοιμάστηκε να πληρώσει. Η φαρμακοποιός του είπε ευγενικά ότι έκλεισε πριν λίγες μέρες το 68ο έτος της ζωής του και τα φάρμακα τα πληρώνει πλέον το εθνικό σύστημα της Βρετανίας. Έδωσα το όνομα μου, ο φαρμακοποιός άνοιξε ένα κουτάκι, μου έδωσε ακριβώς 10 κάψουλες για την θεραπεία μου, πήρα κι ένα κουτί ακόμα παυσίπονα, τον πλήρωσα κι έφυγα. Σε πέντε μέρες έγινα καλά και στο σπίτι δεν υπήρχε ούτε μια κάψουλα περίσσευμα. Τι κρίμα, εγώ δεν θα φτιάξω ποτέ το προσωπικό μου φαρμακείο!!!
thinkfree.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΞΕΧΩΡΙΣΤΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΚΩΠΗΛΑΤΕΣ ΤΟΥ ΘΡΥΛΟΥ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ο καλός ο θρύλος όλα τα αλέθει!
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ