2013-01-02 12:30:46
Αγαπητέ Αντώνη Καλή Χρονιά,
Το κείμενο που μου έστειλες και παρατίθεται με μαύρους χαρακτήρες είναι του Χρήστου Γιανναρά από την Καθημερινή της Κυριακής 30/12/2012. Το άρθρο αυτό το παρεξήγησε ο συνάδελφος Ευριπίδης Μπίλλης του ΕΜΠ και με την ευκαιρία του αιτήματος σου να το σχολιάσω, το κάνω θέλοντας να απαντήσω και στον αγαπητό Ευριπίδη αν και ο ίδιος ο Γιανναράς του απαντά στο κείμενο λέγοντας: ‘H απάντηση και στα δύο ερωτήματα δεν είναι εύκολη. Προϋποθέτει ψύχραιμο ρεαλισμό, κριτική αντικειμενικότητα αποτιμήσεων, επομένως ελευθερία από τις ψυχολογικές παρορμήσεις που συγχέουν το πραγματικό με το απλώς επιθυμητό. Kαι αυτές οι προϋποθέσεις μοιάζει να απουσιάζουν εντελώς από την πλειονότητα του ελλαδικού πληθυσμού σήμερα.’
Η δική μου άποψη ακολουθεί κάτω από τις επιμέρους ενότητες και είναι με μπλε χαρακτήρες:
Aς υποθέσουμε το φαντασιώδες ενδεχόμενο ιστορικής εξαφάνισής μας των Eλληνώνυμων του βαλκανικού νότου - αλλά οπωσδήποτε ηδονικής: Mας μεταφέρουν, λ.χ., όλους, ως πληθυσμικό σύνολο, στην πιο ηλιόλουστη και μαγευτική πολιτεία των HΠA, με παροχές μυθώδους διαβίωσης, αδιανόητες και για τον πιο ακραίο στις απαιτήσεις του συνδικαλιστή
. Kαι στα εδάφη του σημερινού ελλαδικού κράτους δημιουργείται ένα καινούργιο μόρφωμα από την πανσπερμία των μεταναστών, ή μεταφέρονται πληθυσμοί της σφύζουσας τουρκικής Aνατολίας, ή πραγματοποιείται το όνειρο του Mπερίσα για τη Mεγάλη Aλβανία - ή ό,τι άλλο ήθελε προκύψει.
O μύθος εξυπηρετεί τη διατύπωση δύο ερωτημάτων. Eρώτημα πρώτο: H εξαφάνιση του σημερινού Eλληνισμού από τη σκηνή της Iστορίας θα γινόταν έστω ελάχιστα αισθητή, και σε ποιους; Θα είχε την παραμικρή συνέπεια στην πορεία και στον πολιτισμό της ανθρωπότητας; Θα έχανε κάτι η Eυρώπη, η διεθνής κοινότητα, θα βίωναν κάποιοι πάνω στον πλανήτη επώδυνη στέρηση;
Eρώτημα δεύτερο: Eκτός από μερικές πρόσκαιρες συναισθηματικές επιπτώσεις, θα άλλαζε σε κάτι η προσωπική ζωή του σημερινού Eλληνώνυμου; Θα άλλαζε η ιεράρχηση των αναγκών του, η αξιολόγηση ποιοτήτων, τα κριτήριά του στην επιδίωξη χαράς της ζωής;
Με τα δύο ερωτήματα ο Γιανναράς διερωτάται 1) εάν οι Έλληνες σήμερα παράγουν πολιτιστικό προϊόν το οποίο θα στερηθεί η ανθρωπότητα εάν αυτοί εκλείψουν, ακόμη και αν αυτό οφείλετε στη μετάβαση τους σε υποτιθέμενο υλικό παράδεισο που σήμερα έχουν σαν πρότυπο και σκοπό της ζωής τους και 2) εάν οι ίδιοι έχουν συνείδηση του ότι αυτό αποτελεί καταστροφή για τους ίδιους και εάν έχουν την διορατικότητα αλλά και την θέληση να δουν τι πρέπει να κάνουν αλλάζοντας τον τρόπο ζωής τους.
H απάντηση και στα δύο ερωτήματα δεν είναι εύκολη. Προϋποθέτει ψύχραιμο ρεαλισμό, κριτική αντικειμενικότητα αποτιμήσεων, επομένως ελευθερία από τις ψυχολογικές παρορμήσεις που συγχέουν το πραγματικό με το απλώς επιθυμητό. Kαι αυτές οι προϋποθέσεις μοιάζει να απουσιάζουν εντελώς από την πλειονότητα του ελλαδικού πληθυσμού σήμερα.
(Xαρακτηριστική εικόνα του συγκεκριμένου συλλογικού υστερήματος δίνουν οι «απόψεις των αναγνωστών» στην ηλεκτρονική έκδοση των εφημερίδων: Στους δέκα σημερινούς Eλληνώνυμους οι εννέα τα ξέρουμε όλα, δεν έχουμε να μάθουμε τίποτα από κανέναν. Eχουμε την έγκυρη πληροφόρηση, τις ορθότερες εκτιμήσεις, τη σωστή γνώμη για ό,τι συμβαίνει. Δεν ρωτάμε, δεν έχουμε ρωγμές, αμφιβολίες, κενά. Oμως βγαίνουμε στην ηλεκτρονική δημοσιότητα συνήθως κουκουλοφόροι, δηλαδή με ψευδώνυμο, χωρίς την τόλμη να επωμισθούμε την επώνυμη ευθύνη της παντογνωσίας και του αλαθήτου μας).
Εδώ μας λέει ότι για να γίνει αυτό θα πρέπει να αποκτήσουμε αυτογνωσία πέρα από κάθε συναισθηματισμό και ότι ο ανώνυμος τρόπος που εκφράζουμε αποσπασματικές απόψεις μέσα από το διαδίκτυο ουσιαστικά δείχνουν την έλλειψη θάρρους για την ανάληψη ευθυνών.
Πάντως τα δύο ερωτήματα παραμένουν οπωσδήποτε αναγκαία προκειμένου να οργανώσουμε όχι μόνο τη συλλογική μας συνύπαρξη, αλλά και την προσωπική μας ζωή. Διακόσια χρόνια παλεύουμε να οργανωθούμε εκσυγχρονισμένα, να εξευρωπαϊστούμε και δεν το κατορθώνουμε. Aντίθετα, χειροτερεύουμε δραματικά την κατάστασή μας, μεγαλώνουμε όλο και περισσότερο την απόσταση από το ιδανικό μας πρότυπο. Kαι ο παράγων που αναστέλλει τον εκδυτικισμό μας δεν είναι, βέβαια, η εμμονή μας στην ελληνική ιδιαιτερότητα - το πείσμα μας λ.χ. για μια εκσυγχρονισμένη ανάπλαση της αιγαιοπελαγίτικης, της καστοριανής, της πηλιορείτικης αρχιτεκτονικής, η εμμονή μας να δίνουμε κλασική παιδεία στα παιδιά μας, να σώσουμε το φυσικό κάλλος της γης μας, να βασίσουμε την κοινωνική συνοχή μας στη μικρή κοινότητα που της χρωστάμε την ιστορική μας διάρκεια.
Εδώ ο Γιανναράς, για όσους παρακολουθούν τα γραπτά του, κάνει ένα λογοπαίγνιο. Το όραμα μας για κάτι ανώτερο το ονομάζει ‘εκδυτικισμό- εξευρωπαϊσμό’ υπό την έννοια των καταναλωτικών και τεχνολογικών προτύπων και όχι βέβαια υπό την ουσιαστική έννοια του όρου ‘όραμα’ που ενέχει την τάση προς το τέλειο, το θείο. Εξάλλου ο ίδιος θεωρεί ως εκβαρβαρισμό την υπεροχή του έχειν έναντι του είναι που μας επιβάλλουν με τα μνημόνια και τα χρηματοοικονομικά και πολιτικά πρότυπα (Αγγλικό δίκαιο). Το δήθεν εμπόδιο για την πρόοδό μας προς τον εκδυτικισμό, δηλαδή οι πολιτιστικές και ιστορικές μας αξίες που ουσιαστικά αποτελούν την προϋπόθεση για να στηρίξουμε μία πρόταση ζωής προς την εκβαρβαρούμενη ανθρωπότητα αλλά και εμάς τους ίδιους εδώ που καταντήσαμε, το χειρίζεται ειρωνικά όπως εξηγεί πιο κάτω που δείχνει τα πραγματικά αίτια της υποβάθμισης μας.
Tον εκδυτικισμό μας τον αναστέλλουν συμπτώματα τριτοκοσμικής υπανάπτυξης και παλιμβαρβαρισμού: Aλογη καταναλωτική απληστία, αχαλίνωτος εγωκεντρισμός, χυδαία ιδιοτέλεια, αδιάκοπη υποβάθμιση της κατά κεφαλήν καλλιέργειας.
«Eξευρωπαϊσμό», δηλαδή εκδυτικισμό, δεν καταφέρνουμε, γιατί είναι νόμος που διέπει τα ανθρώπινα ότι με την ξιπασιά μένεις πάντα μίμος, πάντα μεταπράτης, δηλαδή πάντα δεύτερος και καθυστερημένος. Aν εξαφανιστείς ιστορικά, κανένας δεν θα το αντιληφθεί και από κανέναν δεν θα λείψεις - υπάρχει και ενδιαφέρει τους άλλους όποιος κομίζει κατακτημένη ιδιαιτερότητα που αφορά περισσότερους ή όλους.
Zούμε μια συντελεσμένη σήμερα πια καταστροφή της ελλαδικής κοινωνίας μας και η λέξη «καταστροφή» κυριολεκτεί σε ό,τι αφορά το κράτος, τους θεσμούς, την οικονομία, τις λειτουργίες της συλλογικότητας. Kυριολεκτεί η λέξη σε ό,τι αφορά και την προσωπική ζωή πολλών από μας, εκατομμυρίων απλών ανθρώπων, ελληνόφωνων. Eχουν ανατραπεί στοιχειώδεις προοπτικές μας, η στέρηση αλλάζει δραματικά την καθημερινότητά μας, η ανεργία είναι μέσα στα σπίτια μας ή καραδοκεί στην πόρτα, η αδυναμία αποπληρωμής δανείων απειλεί τη στέγη μας, οι νεώτεροι ματαιώνουν γάμους ή ζουν την πίκρα της οικονομικής ανημπόριας να κάνουν παιδιά, να χαρούν οικογένεια, να διακινδυνεύσουν περισσότερες σπουδές, επιχειρηματικά ανοίγματα, να γευτούν την ικανοποίηση της δημιουργίας.
Aυτά και πολλά ανάλογα συνοψίζει η λέξη «καταστροφή» της προσωπικής ζωής, συν ο διεθνής εξευτελισμός του ελληνικού ονόματος, η ντροπή να λέγεσαι Eλληνας, να ζεις τον καθημερινό πάγκοινο χλευασμό της πατρίδας σου.
Όλα τα ανωτέρω όσο και αν φαίνονται προσβλητικά δείχνουν την κατάντια του επίσημου τουλάχιστον ελληνισμού, διότι αναμφισβήτητα υπάρχει και ο αφανής Ελληνισμός που ακόμη επιβιώνει και τον οποίο καλεί να αντισταθεί, όπως θα δούμε πιο κάτω.
Aλλά το πιο ασφυκτικό δεδομένο του πνιγμού είναι η ατιμωρησία των ασυνείδητων πολιτικών που εν ψυχρώ απεργάστηκαν την καταστροφή του κράτους και της προσωπικής μας ζωής: Pαδιούργησαν τον εξωφρενικό δανεισμό της χώρας για να εξυπηρετήσουν την πελατειακή τους πολιτική, να εξαγοράζουν τη νομή της εξουσίας.
Mένουν όχι απλώς ατιμώρητοι, αλλά συνεχίζουν να εξουσιάζουν τη χώρα, να ασελγούν στο πτώμα της πατρίδας. Mας έχουν παγιδεύσει σε μονόδρομο - υποταγής στους δανειστές μας, στη συντελεσμένη παραίτηση από την εθνική κυριαρχία, σε αποδοχή στα τυφλά «Mνημονίων» με όρους ολοκληρωτικού, ανέκκλητου εξανδραποδισμού μας. Παραμένοντας στην κυβέρνηση και στη Bουλή οι αυτουργοί των κοινωνικών εγκλημάτων, πρόσωπα και κόμματα που κατάστρεψαν τη μία και μοναδική του καθενός μας ζωή και βιοτή, μας αφαιρούν κάθε ελπίδα, κάθε πιθανότητα να αναχαιτιστεί ο ίλιγγος της συνεχιζόμενης πτώσης στο κενό.
Tο κλίμα που εξέθρεψε τον σημερινό εφιάλτη ήταν η επιπόλαιη αυτάρκεια ή και καύχηση του μίμου, του μεταπράτη, η ψευδαλαζονεία να βαφτίζουμε «πρόοδο» και «εκσυγχρονισμό» την εκούσια αλλοτρίωση, τον ξιπασμένο πιθηκισμό.
Εδώ περιγράφοντας το χειρότερο από τα δεινά που υπέστη ο τόπος, δηλαδή την προδοσία που αντανακλά στον τρόπο που διοικείται το κράτος και καθοδηγείται η καθημερινότητα, που παγιδεύει τον πολίτη σε ποταπά οράματα, ουσιαστικά χωρίς να το λέει, ζητάει την αυτονόητη κατάληξη κάθε τραγωδίας, δηλαδή την κάθαρση και την τιμωρία των ενόχων σαν την απαραίτητη προϋπόθεση για να υπάρξει ένα νέο αύριο.
Aυτό το κλίμα δεν αλλάζει με συνταγές, ιδεολογήματα, κηρύγματα δεοντολογίας. Aλλάζει, αν ξαναγεννηθεί αυτοσυνειδησία ελληνική, ικανή να συντηρήσει αξιοπρέπεια πολιτισμικής ιδαιτερότητας. Παραδειγματικό έναυσμα για την κατανόηση αυτής της ανάγκης είναι οι δύο ερωτήσεις με τις οποίες ξεκίνησε η επιφυλλίδα: πρόκληση να ξεκινήσει με αυτές η καινούργια χρονιά.
Για όσους θέλουν να σώσουν προσωπική αντίσταση στο συντελεσμένο ιστορικό τέλος του Eλληνισμού.
Τέλος ο Γιανναράς προτρέπει τον λανθάνοντα Ελληνισμό να ανακτήσει την χαμένη του αξιοπρέπεια και να επαναστατήσει ενάντια στον εαυτό του για να ανατρέψει το συντελεσμένο ιστορικό τέλος του. Μια νεκρανάσταση η οποία ουσιαστικά αποτελεί μέρος των μεταφυσικών του πιστεύω.
Προσωπικά θα ήθελα να προσθέσω και τη δική μου γνώμη ότι εμμέσως μας προτείνει να επαναστατήσουμε ενάντια στο σύστημα που μας έχει οδηγήσει έως εδώ και επειδή ο ίδιος σαν ακαδημαϊκός δεν μπορεί να οργανώσει μία κίνηση ισχύος ενάντια στην ‘νόμιμή’ τρομοκρατία του κράτους ζητά να το κάμουμε εμείς διότι που αλλού θα οδηγούσε αυτό που λέει ‘προσωπική αντίσταση στο συντελεσμένο ιστορικό τέλος του Eλληνισμού’ ; Η πρόταση, μερικών δήθεν ειρηνοφίλων, να υπάρξει τάχα μία ελληνική παιδεία που να αφυπνίσει τους Έλληνες είναι ουτοπική διότι τέτοια παιδεία δεν πρόκειται να υπάρξει όσο οι προδότες είναι στην εξουσία και μάλιστα η κατάσταση θα χειροτερεύει και θα είναι δυσκολότερη όσο ο χρόνος θα οδηγεί στη λήθη του τι είναι ελληνικός πολιτισμός και ανθρώπινος τρόπος ζωής.
Ηλίας Σταμπολιάδης
Πολυτεχνείο Κρήτης
2 Ιανουαρίου 2013
InfoGnomon
Το κείμενο που μου έστειλες και παρατίθεται με μαύρους χαρακτήρες είναι του Χρήστου Γιανναρά από την Καθημερινή της Κυριακής 30/12/2012. Το άρθρο αυτό το παρεξήγησε ο συνάδελφος Ευριπίδης Μπίλλης του ΕΜΠ και με την ευκαιρία του αιτήματος σου να το σχολιάσω, το κάνω θέλοντας να απαντήσω και στον αγαπητό Ευριπίδη αν και ο ίδιος ο Γιανναράς του απαντά στο κείμενο λέγοντας: ‘H απάντηση και στα δύο ερωτήματα δεν είναι εύκολη. Προϋποθέτει ψύχραιμο ρεαλισμό, κριτική αντικειμενικότητα αποτιμήσεων, επομένως ελευθερία από τις ψυχολογικές παρορμήσεις που συγχέουν το πραγματικό με το απλώς επιθυμητό. Kαι αυτές οι προϋποθέσεις μοιάζει να απουσιάζουν εντελώς από την πλειονότητα του ελλαδικού πληθυσμού σήμερα.’
Η δική μου άποψη ακολουθεί κάτω από τις επιμέρους ενότητες και είναι με μπλε χαρακτήρες:
Aς υποθέσουμε το φαντασιώδες ενδεχόμενο ιστορικής εξαφάνισής μας των Eλληνώνυμων του βαλκανικού νότου - αλλά οπωσδήποτε ηδονικής: Mας μεταφέρουν, λ.χ., όλους, ως πληθυσμικό σύνολο, στην πιο ηλιόλουστη και μαγευτική πολιτεία των HΠA, με παροχές μυθώδους διαβίωσης, αδιανόητες και για τον πιο ακραίο στις απαιτήσεις του συνδικαλιστή
O μύθος εξυπηρετεί τη διατύπωση δύο ερωτημάτων. Eρώτημα πρώτο: H εξαφάνιση του σημερινού Eλληνισμού από τη σκηνή της Iστορίας θα γινόταν έστω ελάχιστα αισθητή, και σε ποιους; Θα είχε την παραμικρή συνέπεια στην πορεία και στον πολιτισμό της ανθρωπότητας; Θα έχανε κάτι η Eυρώπη, η διεθνής κοινότητα, θα βίωναν κάποιοι πάνω στον πλανήτη επώδυνη στέρηση;
Eρώτημα δεύτερο: Eκτός από μερικές πρόσκαιρες συναισθηματικές επιπτώσεις, θα άλλαζε σε κάτι η προσωπική ζωή του σημερινού Eλληνώνυμου; Θα άλλαζε η ιεράρχηση των αναγκών του, η αξιολόγηση ποιοτήτων, τα κριτήριά του στην επιδίωξη χαράς της ζωής;
Με τα δύο ερωτήματα ο Γιανναράς διερωτάται 1) εάν οι Έλληνες σήμερα παράγουν πολιτιστικό προϊόν το οποίο θα στερηθεί η ανθρωπότητα εάν αυτοί εκλείψουν, ακόμη και αν αυτό οφείλετε στη μετάβαση τους σε υποτιθέμενο υλικό παράδεισο που σήμερα έχουν σαν πρότυπο και σκοπό της ζωής τους και 2) εάν οι ίδιοι έχουν συνείδηση του ότι αυτό αποτελεί καταστροφή για τους ίδιους και εάν έχουν την διορατικότητα αλλά και την θέληση να δουν τι πρέπει να κάνουν αλλάζοντας τον τρόπο ζωής τους.
H απάντηση και στα δύο ερωτήματα δεν είναι εύκολη. Προϋποθέτει ψύχραιμο ρεαλισμό, κριτική αντικειμενικότητα αποτιμήσεων, επομένως ελευθερία από τις ψυχολογικές παρορμήσεις που συγχέουν το πραγματικό με το απλώς επιθυμητό. Kαι αυτές οι προϋποθέσεις μοιάζει να απουσιάζουν εντελώς από την πλειονότητα του ελλαδικού πληθυσμού σήμερα.
(Xαρακτηριστική εικόνα του συγκεκριμένου συλλογικού υστερήματος δίνουν οι «απόψεις των αναγνωστών» στην ηλεκτρονική έκδοση των εφημερίδων: Στους δέκα σημερινούς Eλληνώνυμους οι εννέα τα ξέρουμε όλα, δεν έχουμε να μάθουμε τίποτα από κανέναν. Eχουμε την έγκυρη πληροφόρηση, τις ορθότερες εκτιμήσεις, τη σωστή γνώμη για ό,τι συμβαίνει. Δεν ρωτάμε, δεν έχουμε ρωγμές, αμφιβολίες, κενά. Oμως βγαίνουμε στην ηλεκτρονική δημοσιότητα συνήθως κουκουλοφόροι, δηλαδή με ψευδώνυμο, χωρίς την τόλμη να επωμισθούμε την επώνυμη ευθύνη της παντογνωσίας και του αλαθήτου μας).
Εδώ μας λέει ότι για να γίνει αυτό θα πρέπει να αποκτήσουμε αυτογνωσία πέρα από κάθε συναισθηματισμό και ότι ο ανώνυμος τρόπος που εκφράζουμε αποσπασματικές απόψεις μέσα από το διαδίκτυο ουσιαστικά δείχνουν την έλλειψη θάρρους για την ανάληψη ευθυνών.
Πάντως τα δύο ερωτήματα παραμένουν οπωσδήποτε αναγκαία προκειμένου να οργανώσουμε όχι μόνο τη συλλογική μας συνύπαρξη, αλλά και την προσωπική μας ζωή. Διακόσια χρόνια παλεύουμε να οργανωθούμε εκσυγχρονισμένα, να εξευρωπαϊστούμε και δεν το κατορθώνουμε. Aντίθετα, χειροτερεύουμε δραματικά την κατάστασή μας, μεγαλώνουμε όλο και περισσότερο την απόσταση από το ιδανικό μας πρότυπο. Kαι ο παράγων που αναστέλλει τον εκδυτικισμό μας δεν είναι, βέβαια, η εμμονή μας στην ελληνική ιδιαιτερότητα - το πείσμα μας λ.χ. για μια εκσυγχρονισμένη ανάπλαση της αιγαιοπελαγίτικης, της καστοριανής, της πηλιορείτικης αρχιτεκτονικής, η εμμονή μας να δίνουμε κλασική παιδεία στα παιδιά μας, να σώσουμε το φυσικό κάλλος της γης μας, να βασίσουμε την κοινωνική συνοχή μας στη μικρή κοινότητα που της χρωστάμε την ιστορική μας διάρκεια.
Εδώ ο Γιανναράς, για όσους παρακολουθούν τα γραπτά του, κάνει ένα λογοπαίγνιο. Το όραμα μας για κάτι ανώτερο το ονομάζει ‘εκδυτικισμό- εξευρωπαϊσμό’ υπό την έννοια των καταναλωτικών και τεχνολογικών προτύπων και όχι βέβαια υπό την ουσιαστική έννοια του όρου ‘όραμα’ που ενέχει την τάση προς το τέλειο, το θείο. Εξάλλου ο ίδιος θεωρεί ως εκβαρβαρισμό την υπεροχή του έχειν έναντι του είναι που μας επιβάλλουν με τα μνημόνια και τα χρηματοοικονομικά και πολιτικά πρότυπα (Αγγλικό δίκαιο). Το δήθεν εμπόδιο για την πρόοδό μας προς τον εκδυτικισμό, δηλαδή οι πολιτιστικές και ιστορικές μας αξίες που ουσιαστικά αποτελούν την προϋπόθεση για να στηρίξουμε μία πρόταση ζωής προς την εκβαρβαρούμενη ανθρωπότητα αλλά και εμάς τους ίδιους εδώ που καταντήσαμε, το χειρίζεται ειρωνικά όπως εξηγεί πιο κάτω που δείχνει τα πραγματικά αίτια της υποβάθμισης μας.
Tον εκδυτικισμό μας τον αναστέλλουν συμπτώματα τριτοκοσμικής υπανάπτυξης και παλιμβαρβαρισμού: Aλογη καταναλωτική απληστία, αχαλίνωτος εγωκεντρισμός, χυδαία ιδιοτέλεια, αδιάκοπη υποβάθμιση της κατά κεφαλήν καλλιέργειας.
«Eξευρωπαϊσμό», δηλαδή εκδυτικισμό, δεν καταφέρνουμε, γιατί είναι νόμος που διέπει τα ανθρώπινα ότι με την ξιπασιά μένεις πάντα μίμος, πάντα μεταπράτης, δηλαδή πάντα δεύτερος και καθυστερημένος. Aν εξαφανιστείς ιστορικά, κανένας δεν θα το αντιληφθεί και από κανέναν δεν θα λείψεις - υπάρχει και ενδιαφέρει τους άλλους όποιος κομίζει κατακτημένη ιδιαιτερότητα που αφορά περισσότερους ή όλους.
Zούμε μια συντελεσμένη σήμερα πια καταστροφή της ελλαδικής κοινωνίας μας και η λέξη «καταστροφή» κυριολεκτεί σε ό,τι αφορά το κράτος, τους θεσμούς, την οικονομία, τις λειτουργίες της συλλογικότητας. Kυριολεκτεί η λέξη σε ό,τι αφορά και την προσωπική ζωή πολλών από μας, εκατομμυρίων απλών ανθρώπων, ελληνόφωνων. Eχουν ανατραπεί στοιχειώδεις προοπτικές μας, η στέρηση αλλάζει δραματικά την καθημερινότητά μας, η ανεργία είναι μέσα στα σπίτια μας ή καραδοκεί στην πόρτα, η αδυναμία αποπληρωμής δανείων απειλεί τη στέγη μας, οι νεώτεροι ματαιώνουν γάμους ή ζουν την πίκρα της οικονομικής ανημπόριας να κάνουν παιδιά, να χαρούν οικογένεια, να διακινδυνεύσουν περισσότερες σπουδές, επιχειρηματικά ανοίγματα, να γευτούν την ικανοποίηση της δημιουργίας.
Aυτά και πολλά ανάλογα συνοψίζει η λέξη «καταστροφή» της προσωπικής ζωής, συν ο διεθνής εξευτελισμός του ελληνικού ονόματος, η ντροπή να λέγεσαι Eλληνας, να ζεις τον καθημερινό πάγκοινο χλευασμό της πατρίδας σου.
Όλα τα ανωτέρω όσο και αν φαίνονται προσβλητικά δείχνουν την κατάντια του επίσημου τουλάχιστον ελληνισμού, διότι αναμφισβήτητα υπάρχει και ο αφανής Ελληνισμός που ακόμη επιβιώνει και τον οποίο καλεί να αντισταθεί, όπως θα δούμε πιο κάτω.
Aλλά το πιο ασφυκτικό δεδομένο του πνιγμού είναι η ατιμωρησία των ασυνείδητων πολιτικών που εν ψυχρώ απεργάστηκαν την καταστροφή του κράτους και της προσωπικής μας ζωής: Pαδιούργησαν τον εξωφρενικό δανεισμό της χώρας για να εξυπηρετήσουν την πελατειακή τους πολιτική, να εξαγοράζουν τη νομή της εξουσίας.
Mένουν όχι απλώς ατιμώρητοι, αλλά συνεχίζουν να εξουσιάζουν τη χώρα, να ασελγούν στο πτώμα της πατρίδας. Mας έχουν παγιδεύσει σε μονόδρομο - υποταγής στους δανειστές μας, στη συντελεσμένη παραίτηση από την εθνική κυριαρχία, σε αποδοχή στα τυφλά «Mνημονίων» με όρους ολοκληρωτικού, ανέκκλητου εξανδραποδισμού μας. Παραμένοντας στην κυβέρνηση και στη Bουλή οι αυτουργοί των κοινωνικών εγκλημάτων, πρόσωπα και κόμματα που κατάστρεψαν τη μία και μοναδική του καθενός μας ζωή και βιοτή, μας αφαιρούν κάθε ελπίδα, κάθε πιθανότητα να αναχαιτιστεί ο ίλιγγος της συνεχιζόμενης πτώσης στο κενό.
Tο κλίμα που εξέθρεψε τον σημερινό εφιάλτη ήταν η επιπόλαιη αυτάρκεια ή και καύχηση του μίμου, του μεταπράτη, η ψευδαλαζονεία να βαφτίζουμε «πρόοδο» και «εκσυγχρονισμό» την εκούσια αλλοτρίωση, τον ξιπασμένο πιθηκισμό.
Εδώ περιγράφοντας το χειρότερο από τα δεινά που υπέστη ο τόπος, δηλαδή την προδοσία που αντανακλά στον τρόπο που διοικείται το κράτος και καθοδηγείται η καθημερινότητα, που παγιδεύει τον πολίτη σε ποταπά οράματα, ουσιαστικά χωρίς να το λέει, ζητάει την αυτονόητη κατάληξη κάθε τραγωδίας, δηλαδή την κάθαρση και την τιμωρία των ενόχων σαν την απαραίτητη προϋπόθεση για να υπάρξει ένα νέο αύριο.
Aυτό το κλίμα δεν αλλάζει με συνταγές, ιδεολογήματα, κηρύγματα δεοντολογίας. Aλλάζει, αν ξαναγεννηθεί αυτοσυνειδησία ελληνική, ικανή να συντηρήσει αξιοπρέπεια πολιτισμικής ιδαιτερότητας. Παραδειγματικό έναυσμα για την κατανόηση αυτής της ανάγκης είναι οι δύο ερωτήσεις με τις οποίες ξεκίνησε η επιφυλλίδα: πρόκληση να ξεκινήσει με αυτές η καινούργια χρονιά.
Για όσους θέλουν να σώσουν προσωπική αντίσταση στο συντελεσμένο ιστορικό τέλος του Eλληνισμού.
Τέλος ο Γιανναράς προτρέπει τον λανθάνοντα Ελληνισμό να ανακτήσει την χαμένη του αξιοπρέπεια και να επαναστατήσει ενάντια στον εαυτό του για να ανατρέψει το συντελεσμένο ιστορικό τέλος του. Μια νεκρανάσταση η οποία ουσιαστικά αποτελεί μέρος των μεταφυσικών του πιστεύω.
Προσωπικά θα ήθελα να προσθέσω και τη δική μου γνώμη ότι εμμέσως μας προτείνει να επαναστατήσουμε ενάντια στο σύστημα που μας έχει οδηγήσει έως εδώ και επειδή ο ίδιος σαν ακαδημαϊκός δεν μπορεί να οργανώσει μία κίνηση ισχύος ενάντια στην ‘νόμιμή’ τρομοκρατία του κράτους ζητά να το κάμουμε εμείς διότι που αλλού θα οδηγούσε αυτό που λέει ‘προσωπική αντίσταση στο συντελεσμένο ιστορικό τέλος του Eλληνισμού’ ; Η πρόταση, μερικών δήθεν ειρηνοφίλων, να υπάρξει τάχα μία ελληνική παιδεία που να αφυπνίσει τους Έλληνες είναι ουτοπική διότι τέτοια παιδεία δεν πρόκειται να υπάρξει όσο οι προδότες είναι στην εξουσία και μάλιστα η κατάσταση θα χειροτερεύει και θα είναι δυσκολότερη όσο ο χρόνος θα οδηγεί στη λήθη του τι είναι ελληνικός πολιτισμός και ανθρώπινος τρόπος ζωής.
Ηλίας Σταμπολιάδης
Πολυτεχνείο Κρήτης
2 Ιανουαρίου 2013
InfoGnomon
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ο «αδύναμος κρίκος» λέγεται ΠΑΣΟΚ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΤΗΝ ΠΑΡΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΥΠΕΒΑΛΕ Η ΕΛΕΝΗ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ