2013-01-08 15:09:12
του Ν.Γ. Δρόσου
Αν υπάρχουν δύο πράγματα τα οποία δεν επιδέχονται αμφισβήτησης στην ελληνική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, τούτα είναι: πρώτον, ότι η ΔΕΗ είναι ένα μονοπώλιο και, δεύτερον, ότι δεν γνωρίζουμε την τιμή του ρεύματος.
Σε ό,τι αφορά το πρώτο θέμα, όπως η ίδια η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας δηλώνει, το 2011 το μερίδιο αγοράς της ΔΕΗ στην παραγωγή ήταν 75%, ενώ, στην προμήθεια, μετά τη χρεοκοπία δύο ιδιωτικών εταιρειών που δραστηριοποιούνταν στον τομέα, το 2012, έφθασε στο 99% της αγοράς.
Οποιαδήποτε ερμηνεία ή διευκρίνιση και αν δώσουμε στα στοιχεία αυτά, περί όρων φυσικού μονοπωλίου ή περί μη απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας, δεν πρόκειται να ξεφύγουμε ούτε ρούπι από τον χαρακτηρισμό «μονοπώλιο».
Άρα, η ΔΕΗ είναι μια εταιρεία που δεν λειτουργεί με όρους ανταγωνισμού, αλλά βάσει ενός «άλλου» βιβλίου κανόνων, τους οποίους συντάσσει ενίοτε η ίδια, ενίοτε η κυβέρνηση, ενίοτε τα συνδικάτα και ολοένα και συχνότερα, εσχάτως, η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας.
Σε ό,τι αφορά το δεύτερο θέμα, αυτό της τιμής του ρεύματος, το μόνο που γνωρίζουμε είναι το τιμολόγιο που μας εμφανίζει η ΔΕΗ. Κατά πόσον το τιμολόγιο αυτό είναι το προσήκον, δηλαδή εάν αντικατοπτρίζει την ύπαρξη αποτελεσματικότητας στη λειτουργία της επιχείρησης, πλέον ενός δόκιμου περιθωρίου κέρδους, είναι κάτι άγνωστο.
Οφείλει να λειτουργεί, για παράδειγμα, μια επιχείρηση όπως η ΔΕΗ με «χ» αριθμό υπαλλήλων ή «2χ»; Η απάντηση είναι ότι δεν το γνωρίζουμε. Οφείλει να παράγει ρεύμα από το τάδε ή από το δείνα καύσιμο ή άλλη πηγή επίσης δεν το γνωρίζουμε. Ακολουθεί βέλτιστες πρακτικές στη λειτουργία της; Προφανώς, άγνωστο Από τα τιμολόγια, ωστόσο, της εταιρείας αυτής κρίνεται όχι μόνον η ανταγωνιστικότητα χιλιάδων επιχειρήσεων στην Ελλάδα, και άρα η δυνατότητα ανάκαμψης συνολικά της οικονομίας, αλλά και η κάλυψη των καθημερινών αναγκών εκατομμυρίων νοικοκυριών.
Κάτι που θα καταστεί ασφαλώς σαφέστερο από την 1η Ιουλίου, οπότε βάσει μνημονιακής υποχρέωσης «απελευθερώνεται» το τιμολόγιο του ηλεκτρικού ρεύματος στη χώρα μας.
Η ΔΕΗ θα είναι σε θέση να επιβάλει όποια τιμή θέλει στο προϊόν που παράγει και μας πουλά και ουδείς, συμπεριλαμβανομένων του υπουργείου Ανάπτυξης και της ΡΑΕ, θα έχει τη δυνατότητα προληπτικού ελέγχου ή εποπτείας στον προσδιορισμό αυτού του τιμολογίου.
Η ΡΑΕ, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, θα έχει τη δυνατότητα μόνον απολογιστικού ελέγχου επί θεμάτων τιμής και όχι προληπτικού, ήτοι κατόπιν εορτής...
Υπό το πρίσμα αυτό, και επειδή θα ήταν, εν τέλει, χρήσιμο να μάθουμε κάποτε σε αυτήν τη χώρα πραγματικά πόσο θα όφειλε να κοστίζει το ηλεκτρικό ρεύμα, ο διαγωνισμός που προκήρυξε πρόσφατα η ΡΑΕ για τη διενέργεια κοστολογικού ελέγχου στη ΔΕΗ, αποτελεί, προφανώς, μια θεάρεστη εξέλιξη.
Στόχος του ελέγχου αυτού, όπως επισημαίνει η ΡΑΕ στο κείμενο προκήρυξης του σχετικού διαγωνισμού, θα είναι η κοστολογική αξιολόγηση κάθε επιμέρους δραστηριότητας της ΔΕΗ τόσο εσωτερικά (π.χ. συγκρίνοντας δύο ομοειδείς μονάδες ηλεκτροπαραγωγής της επιχείρησης) όσο και εξωτερικά (με αντίστοιχες επιχειρήσεις του εξωτερικού).
Και βεβαίως, τελικός στόχος της όλης προσπάθειας θα είναι να διασφαλιστεί ότι «οι τιμές που πληρώνουν οι καταναλωτές ηλεκτρισμού αντικατοπτρίζουν τη δομή κόστους μιας αποτελεσματικής αγοράς ενέργειας».
Τώρα, πώς είναι δυνατόν να επιτευχθεί αποτελεσματικότητα σε μια αγορά στην οποία η ΔΕΗ κατέχει μερίδιο 75% στην παραγωγή και 99% στην προμήθεια μέλλει, βεβαίως, να αποδειχθεί…
Όπως, αντίστοιχα, μέλλει να αποδειχθεί ποιος θα είναι ο ρόλος τόσο των συνδικάτων όσο και των λοιπών «δυνάμεων» που επηρεάζουν το κόστος λειτουργίας της επιχείρησης αυτής και άρα την «ανταγωνιστικότητά» της έναντι ομοειδών επιχειρήσεων του εξωτερικού, αλλά και την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας συνολικά, μετά την απελευθέρωση των τιμολογίων…
Όλα αυτά, δε, την ίδια ώρα που αφενός οι μισθοί στον ιδιωτικό τομέα έχουν καταβαραθρωθεί λόγω «εσωτερικής υποτίμησης» και ύφεσης, στην οποία οδήγησε την οικονομία ο δημόσιος, και αφετέρου η υπόθεση της απελευθέρωσης του τομέα της ενέργειας έχει καταστεί ανέκδοτο, αφού η Πολιτεία δεν μπόρεσε να κάνει τη μόνη δουλειά που όφειλε: να εποπτεύσει αποτελεσματικά τη λειτουργία της αγοράς…
πηγή: euro2day.gr
Αν υπάρχουν δύο πράγματα τα οποία δεν επιδέχονται αμφισβήτησης στην ελληνική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, τούτα είναι: πρώτον, ότι η ΔΕΗ είναι ένα μονοπώλιο και, δεύτερον, ότι δεν γνωρίζουμε την τιμή του ρεύματος.
Σε ό,τι αφορά το πρώτο θέμα, όπως η ίδια η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας δηλώνει, το 2011 το μερίδιο αγοράς της ΔΕΗ στην παραγωγή ήταν 75%, ενώ, στην προμήθεια, μετά τη χρεοκοπία δύο ιδιωτικών εταιρειών που δραστηριοποιούνταν στον τομέα, το 2012, έφθασε στο 99% της αγοράς.
Οποιαδήποτε ερμηνεία ή διευκρίνιση και αν δώσουμε στα στοιχεία αυτά, περί όρων φυσικού μονοπωλίου ή περί μη απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας, δεν πρόκειται να ξεφύγουμε ούτε ρούπι από τον χαρακτηρισμό «μονοπώλιο».
Άρα, η ΔΕΗ είναι μια εταιρεία που δεν λειτουργεί με όρους ανταγωνισμού, αλλά βάσει ενός «άλλου» βιβλίου κανόνων, τους οποίους συντάσσει ενίοτε η ίδια, ενίοτε η κυβέρνηση, ενίοτε τα συνδικάτα και ολοένα και συχνότερα, εσχάτως, η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας.
Σε ό,τι αφορά το δεύτερο θέμα, αυτό της τιμής του ρεύματος, το μόνο που γνωρίζουμε είναι το τιμολόγιο που μας εμφανίζει η ΔΕΗ. Κατά πόσον το τιμολόγιο αυτό είναι το προσήκον, δηλαδή εάν αντικατοπτρίζει την ύπαρξη αποτελεσματικότητας στη λειτουργία της επιχείρησης, πλέον ενός δόκιμου περιθωρίου κέρδους, είναι κάτι άγνωστο.
Οφείλει να λειτουργεί, για παράδειγμα, μια επιχείρηση όπως η ΔΕΗ με «χ» αριθμό υπαλλήλων ή «2χ»; Η απάντηση είναι ότι δεν το γνωρίζουμε. Οφείλει να παράγει ρεύμα από το τάδε ή από το δείνα καύσιμο ή άλλη πηγή επίσης δεν το γνωρίζουμε. Ακολουθεί βέλτιστες πρακτικές στη λειτουργία της; Προφανώς, άγνωστο Από τα τιμολόγια, ωστόσο, της εταιρείας αυτής κρίνεται όχι μόνον η ανταγωνιστικότητα χιλιάδων επιχειρήσεων στην Ελλάδα, και άρα η δυνατότητα ανάκαμψης συνολικά της οικονομίας, αλλά και η κάλυψη των καθημερινών αναγκών εκατομμυρίων νοικοκυριών.
Κάτι που θα καταστεί ασφαλώς σαφέστερο από την 1η Ιουλίου, οπότε βάσει μνημονιακής υποχρέωσης «απελευθερώνεται» το τιμολόγιο του ηλεκτρικού ρεύματος στη χώρα μας.
Η ΔΕΗ θα είναι σε θέση να επιβάλει όποια τιμή θέλει στο προϊόν που παράγει και μας πουλά και ουδείς, συμπεριλαμβανομένων του υπουργείου Ανάπτυξης και της ΡΑΕ, θα έχει τη δυνατότητα προληπτικού ελέγχου ή εποπτείας στον προσδιορισμό αυτού του τιμολογίου.
Η ΡΑΕ, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, θα έχει τη δυνατότητα μόνον απολογιστικού ελέγχου επί θεμάτων τιμής και όχι προληπτικού, ήτοι κατόπιν εορτής...
Υπό το πρίσμα αυτό, και επειδή θα ήταν, εν τέλει, χρήσιμο να μάθουμε κάποτε σε αυτήν τη χώρα πραγματικά πόσο θα όφειλε να κοστίζει το ηλεκτρικό ρεύμα, ο διαγωνισμός που προκήρυξε πρόσφατα η ΡΑΕ για τη διενέργεια κοστολογικού ελέγχου στη ΔΕΗ, αποτελεί, προφανώς, μια θεάρεστη εξέλιξη.
Στόχος του ελέγχου αυτού, όπως επισημαίνει η ΡΑΕ στο κείμενο προκήρυξης του σχετικού διαγωνισμού, θα είναι η κοστολογική αξιολόγηση κάθε επιμέρους δραστηριότητας της ΔΕΗ τόσο εσωτερικά (π.χ. συγκρίνοντας δύο ομοειδείς μονάδες ηλεκτροπαραγωγής της επιχείρησης) όσο και εξωτερικά (με αντίστοιχες επιχειρήσεις του εξωτερικού).
Και βεβαίως, τελικός στόχος της όλης προσπάθειας θα είναι να διασφαλιστεί ότι «οι τιμές που πληρώνουν οι καταναλωτές ηλεκτρισμού αντικατοπτρίζουν τη δομή κόστους μιας αποτελεσματικής αγοράς ενέργειας».
Τώρα, πώς είναι δυνατόν να επιτευχθεί αποτελεσματικότητα σε μια αγορά στην οποία η ΔΕΗ κατέχει μερίδιο 75% στην παραγωγή και 99% στην προμήθεια μέλλει, βεβαίως, να αποδειχθεί…
Όπως, αντίστοιχα, μέλλει να αποδειχθεί ποιος θα είναι ο ρόλος τόσο των συνδικάτων όσο και των λοιπών «δυνάμεων» που επηρεάζουν το κόστος λειτουργίας της επιχείρησης αυτής και άρα την «ανταγωνιστικότητά» της έναντι ομοειδών επιχειρήσεων του εξωτερικού, αλλά και την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας συνολικά, μετά την απελευθέρωση των τιμολογίων…
Όλα αυτά, δε, την ίδια ώρα που αφενός οι μισθοί στον ιδιωτικό τομέα έχουν καταβαραθρωθεί λόγω «εσωτερικής υποτίμησης» και ύφεσης, στην οποία οδήγησε την οικονομία ο δημόσιος, και αφετέρου η υπόθεση της απελευθέρωσης του τομέα της ενέργειας έχει καταστεί ανέκδοτο, αφού η Πολιτεία δεν μπόρεσε να κάνει τη μόνη δουλειά που όφειλε: να εποπτεύσει αποτελεσματικά τη λειτουργία της αγοράς…
πηγή: euro2day.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ