2013-01-20 13:02:06
Η σημερινή κρίσιμη εθνική και πολιτική συγκυρία απαιτεί αξιοποίηση του βασικού διαχρονικού μηνύματος του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου
Συμπληρώνονται φέτος 100 χρόνια από τη γέννηση του πρώτου Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας και θεμελιωτή του κυπριακού κράτους, του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου.
Χθες, 19 Ιανουαρίου, είναι η ημέρα κατά την οποία γιορτάζονταν τα ονομαστήρια του Εθνάρχη Μακαρίου. Ημέρα κατά την οποία ο λαός μας συνήθιζε και συνηθίζει να τηρεί ως ημέρα μνήμης και τιμής για τη μεγάλη του προσφορά στην Κύπρο και τους αγώνες του για ελευθερία και δημοκρατία.
100 χρόνια από τη γέννηση του Μακαρίου είναι αρκετός χρόνος για μια συνολική αποτίμηση των έργων και των ημερών του αλλά κυρίως για την ακριβή εκτίμηση των πολιτικών του.
Είναι αξίωμα ότι η απουσία των μεγάλων ιστορικών φυσιογνωμιών γίνεται πιο έκδηλη και αισθητή με την πάροδο του χρόνου. Στην περίπτωση του Μακαρίου αυτό το αξίωμα παίρνει ακόμα πιο έντονες διαστάσεις. Γιατί ο Μακάριος με τους σταθερούς στόχους, την ανάλογη στρατηγική, τον αγωνιστικό ρεαλισμό αλλά και με το παγκόσμιο κύρος και τη συντριπτική υποστήριξη της τεράστιας πλειοψηφίας του κυπριακού Ελληνισμού, υπήρξε ηγέτης που σφράγισε ανεξίτηλα την ιστορική πορεία της Κύπρου.
Ενώ ξεκίνησε σαν ένας φλογερός επαναστάτης, χωρίς τη μετέπειτα πολιτική ωριμότητα και πείρα, εξελίχθηκε σε μια παγκόσμιας εμβέλειας πολιτική φυσιογνωμία, που τοποθετούσε την Κύπρο στο προσκήνιο των διεθνών εξελίξεων.
Ο Μακάριος, ως νέος, εμπνευσμένος με τις ελληνικές παραδόσεις, τίμησε τον τίτλο της εθναρχίας και ηγήθηκε πολιτικά του εθνικο-απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-59, που δεν οδήγησε μεν στα επιδιωκόμενα αποτελέσματα, όμως έθεσε τέρμα στην αποικιοκρατία και υπήρξε η απαρχή της ανεξαρτησίας, μιας ανεξαρτησίας δυστυχώς φαλκιδευμένης, με δοτό Σύνταγμα, που πέραν των φυλετικών διακρίσεων, ενσωμάτωνε πρόνοιες που το καθιστούσαν μη λειτουργικό με τα αδιέξοδα αναπόφευκτα. Η προσφυγή στον ένοπλο εθνικο-απελευθερωτικό αγώνα νομοτελειακή. Είναι αφέλεια να πιστεύει κανείς ότι με μερικές ειρηνικές διαδηλώσεις θα εδιαφοροποιείτο η βρετανική πολιτική, όταν αυτό δεν επετεύχθη με έναν επιτυχή ένοπλο πενταετή εθνικο-απελευθερωτικό αγώνα.
Μετά την εγκαθίδρυση της κολοβωμένης Κυπριακής Ανεξαρτησίας, ο Μακάριος σε μια προσπάθεια αποφυγής αδιεξόδων και κρίσεων πρότεινε τα δεκατρία σημεία. Είναι ανιστόρητο να θεωρούνται οι προτάσεις αυτές ως έναυσμα για τις καλούμενες διακοινοτικές ταραχές. Από πότε προτάσεις αντί να οδηγούν σε διάλογο οδηγούν σε κρίση; Άλλωστε είναι γνωστή η προπαρασκευή της Τουρκίας να οδηγήσει σε ανωμαλία, στην προσπάθειά της να δημιουργήσει ένα πολιτικο-στρατιωτικό προγεφύρωμα. Ο ίδιος ο τότε Γ.Γ. του ΟΗΕ, Ου Θαντ, χαρακτήρισε τα γεγονότα ως προσπάθεια υλοποίησης της πάγιας τουρκικής πολιτικής. Ο δε Γκάλο Πλάζα στην Έκθεση του προς το Συμβούλιο Ασφαλείας για τα τότε γεγονότα αναφέρει ότι ο στόχος της Τουρκίας ήταν ο βίαιος διαχωρισμός και η διχοτόμηση.
Στις 13 Μαρτίου 1964 ο Πρόεδρος Μακάριος προβαίνει στην εξής δήλωση μετά από διακοίνωση της τουρκικής Κυβέρνησης, η οποία απειλεί απροσχημάτιστα με στρατιωτική επέμβαση στην Κύπρο: «Η θλιβερή αλήθεια είναι ότι η τουρκοκυπριακή ηγεσία, στην προσπάθειά της να δικαιολογήσει μιαν ένοπλη επέμβαση της Τουρκίας πριν από την άφιξη της Ειρηνευτικής Δύναμης των Ηνωμένων Εθνών, και να δημιουργήσει τετελεσμένα γεγονότα, που θα εξυπηρετούσαν τους σκοπούς της για διαμελισμό ή ομοσπονδοποίηση της Κύπρου, προκαλεί διαρκώς επεισόδια σε διάφορα μέρη του νησιού.
»Οι Τούρκοι επιδόθηκαν σε αυτές τις πράξεις βίας, ενθαρρυνόμενοι προφανώς από τις επανειλημμένες απειλές της τουρκικής Κυβέρνησης για ένοπλη εισβολή στην Κύπρο».
Η αποτυχία διάλυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας με την τουρκοανταρσία του 1963-64, οδήγησε στη συνωμοσία του 1974. Από τα αποκαλυφθέντα έγγραφα διαφαίνεται ότι στόχος ήταν πραξικόπημα, δολοφονία του Μακαρίου, εισβολή, βίαιος φυλετικός διαχωρισμός και επιβολή ενός κυβερνητικού σχήματος πρόθυμου να νομιμοποιήσει τα τετελεσμένα του δίδυμου εγκλήματος.
Η επιβίωση του Μακαρίου και ο αγώνας του λαού για επάνοδό του διαφοροποίησε μεν τα αρχικά σχέδια, αλλά δεν απέφυγε την ενθοκάθαρση και την de facto διχοτόμηση από τις τουρκικές κατοχικές δυνάμεις.
Ο Μακάριος, σε μια προσπάθεια να οδηγήσει σε μιαν ανεκτή λύση, άρχισε τον διακοινοτικό διάλογο. Στη συνέχεια διαπίστωσε το αδιέξοδο και στην τελευταία δραματική του ομιλία στην πλατεία Ελευθερίας διακήρυξε ότι ο διακοινοτικός διάλογος διέδραμε τη χρησιμότητά του και χρησιμοποιείται ως άλλοθι από την Τουρκία και ότι υπερέβημεν τα όρια ασφάλειας σε υποχωρήσεις.
Εις διάψευσιν των ισχυρισμών ότι πολλές των μετέπειτα και σημερινών υποχωρήσεων, εκπτώσεων και ελλειμματικών χειρισμών οφείλονται στον Μακάριο υπάρχουν αδιάψευστες οι θέσεις του, οι δηλώσεις του, ο βίος και η πολιτεία του.
Από ενωρίς αναλύει με πολιτική σοφία τις διεθνείς εξελίξεις και θέτει τα προβλήματα και την προοπτική επίλυσής τους στη βάση αρχών.
Στην ομιλία του στη Διάσκεψη Κορυφής των Αδεσμεύτων το 1961 στο Βελιγράδι, αναφέρει χαρακτηριστικά: «Η ειρήνη τότε μόνον είναι ασφαλής, όταν δεν στηρίζεται απλώς επί της ισχύος των όπλων και της ισορροπίας των δυνάμεων, αλλ' επί της δικαιοσύνης, της ελευθερίας και της αυτοδιαθέσεως.
»Δεν αποφεύγονται αλλά πολλαπλασιάζονται οι κίνδυνοι οσάκις εφαρμόζονται συμβιβαστικαί λύσεις, μη βασιζόμεναι επί αρχών. Ο συμβιβασμός δύναται να επιτύχει αναβολήν, αλλά η αναβολή αποτελεί υποθήκευσιν του μέλλοντος».
Θεμελιακή του υποθήκη παραμένει «ότι δεν θα ξεγράψουμε καμιά γωνιά της κυπριακής γης, ότι κανενός πρόσφυγα δεν θα διαγράψουμε το δικαίωμα επιστροφής».
Τα λόγια του Μακαρίου, λίγες μόνο εβδομάδες πριν από τον θάνατό του, διαγράφουν ανάγλυφα τη θεώρησή του για τη λύση του Κυπριακού και τα όρια των υποχωρήσεων.
«Η ελληνοκυπριακή πλευρά δεν έχει περιθώρια άλλων υποχωρήσεων γιατί έκαμεν ήδη πολλές και έφθασε σε όρια που δεν μπορεί να υπερβεί. Και επομένως, οι πολιτικές συνταγές ή συμβουλές περί αμοιβαίων υποχωρήσεων δεν πρέπει να απευθύνονται προς τους Έλληνες Κυπρίους. Υποχωρήσεις πρέπει να ζητούνται μονάχα από την τουρκική πλευρά, αν υποχώρηση μπορεί να ονομασθεί στην περίπτωση αυτή η επιστροφή κατακτηθέντων διά στρατιωτικής βίας».
Και απαντώντας ο Μακάριος σε όσους συμβούλευαν ρεαλιστική τάχατες αποδοχή των τετελεσμένων, διακήρυττε στο Όμοδος το 1975: «Πιθανώς να λεχθεί ότι υπάρχουν σήμερον εν Κύπρω τετελεσμένα γεγονότα, τα οποία δεν απογίνονται και δεν ανατρέπονται. Και δεν πρέπει ταύτα να παραγνωρίζονται. Δεν παραγνωρίζομεν, αλλά δεν αναγνωρίζομεν και δεν αποδεχόμεθα και δεν νομιμοποιούμεν διά της υπογραφής μας τετελεσμένα γεγονότα».
Και στο συλλαλητήριο της 20ής Ιουλίου 1976 προσέθετε: «Η μόνη προσφερόμενη σύντομος λύσις είναι η αναγνώρισις και αποδοχή της "ντε φάκτο" καταστάσεως. Ποία, όμως, η ωφέλεια εκ της τοιαύτης συντομίας; Μήπως δια να αποφευχθεί η τουρκοποίησις των κατεχομένων εδαφών; Αλλά θα γίνει τότε τη συγκαταθέσει και διά της υπογραφής μας. Μήπως διά να αισθανώμεθα ασφαλείς εις το υπόλοιπον τμήμα της νήσου; Πιστεύω, αντιθέτως, ότι η νομιμοποίησις των τετελεσμένων γεγονότων θα διεγείρει την τουρκικήν βουλιμίαν και θα ενθαρρύνει τα επεκτατικά σχέδια της Τουρκίας εις την Κύπρον».
Και με διάγνωση της ταύτισης κινδύνων από τον τουρκικό επεκτατισμό με τον ευρύτερο Ελληνισμό και προβλέποντας την εκδήλωση των θρασύτατων τουρκικών αξιώσεων προχωρούσε στην επισήμανση:
«Και τοιαύται εξελίξεις εις την Κύπρον θα έχουν επακόλουθο και εις εκτός Κύπρου χώρους, όπου πετρελαιοφόροι υφαλοκρηπίδες και τουρκικαί μειονότητες δίδουν εις την Τουρκίαν προσχήματα επεκτατικής πολιτικής».
Σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη φορά οφείλουμε να στραφούμε προς το Θρονί. Για προβληματισμό, έμπνευση και διάνοιξη προοπτικών.
Η σημερινή κρίσιμη εθνική και πολιτική συγκυρία απαιτεί αξιοποίηση του βασικού διαχρονικού μηνύματος του Μακαρίου, που υπήρξε η εμμονή σε στόχους και αρχές, μια ανάλογη τακτική που, ωστόσο, δεν αναιρεί τις βασικές εθνικές επιδιώξεις.
Η τιμή στον Μακάριο δεν μπορεί να εξαντλείται σε επιμνημόσυνες δεήσεις και επιμνημόσυνους λόγους. Απότιση τιμής στη μνήμη του μεγάλου ηγέτη σημαίνει να αντλούμε παράδειγμα από την αγωνιστική του πορεία και να σηκώνουμε με σεβασμό την κιβωτό με τις εντολές του.
«Ο Μακάριος υπήρξε η Κύπρος»
Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος στον λόγο αποχαιρετισμού του Μακαρίου το 1977 είπε με τη χαρακτηριστική του γλαφυρότητα:
«Δεύτε πονεμένοι Κύπριοι αδελφοί,
Δεύτε λάβετε θάρρος, δύναμη και πίστη.
Ο Μακάριος υπήρξε η Κύπρος.
Και η Κύπρος δεν πεθαίνει».
Ασφαλώς η λεκτική υπερβολή του Κωσταντίνου Τσάτσου σε έναν άκρως συγκλονιστικό επικό και φορτισμένο συναισθηματικά επικήδειο λόγο είναι κατανοητή. Ωστόσο η διαδρομή του Μακαρίου εν μέσω συνωμοσιών και παγίδων και μέσα από λάκκους λεόντων και συμπληγάδες πέτρες με τις θεμελιακές αγωνιστικές παρακαταθήκες που κατέλιπε είναι και σήμερα εξαιρετικά επίκαιρη και διδακτική.
ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ Λ. ΟΜΗΡΟΥ
Προέδρου Βουλής των Αντιπροσώπων και Προέδρου Κ.Σ. ΕΔΕΚ I-Reporter
Συμπληρώνονται φέτος 100 χρόνια από τη γέννηση του πρώτου Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας και θεμελιωτή του κυπριακού κράτους, του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου.
Χθες, 19 Ιανουαρίου, είναι η ημέρα κατά την οποία γιορτάζονταν τα ονομαστήρια του Εθνάρχη Μακαρίου. Ημέρα κατά την οποία ο λαός μας συνήθιζε και συνηθίζει να τηρεί ως ημέρα μνήμης και τιμής για τη μεγάλη του προσφορά στην Κύπρο και τους αγώνες του για ελευθερία και δημοκρατία.
100 χρόνια από τη γέννηση του Μακαρίου είναι αρκετός χρόνος για μια συνολική αποτίμηση των έργων και των ημερών του αλλά κυρίως για την ακριβή εκτίμηση των πολιτικών του.
Είναι αξίωμα ότι η απουσία των μεγάλων ιστορικών φυσιογνωμιών γίνεται πιο έκδηλη και αισθητή με την πάροδο του χρόνου. Στην περίπτωση του Μακαρίου αυτό το αξίωμα παίρνει ακόμα πιο έντονες διαστάσεις. Γιατί ο Μακάριος με τους σταθερούς στόχους, την ανάλογη στρατηγική, τον αγωνιστικό ρεαλισμό αλλά και με το παγκόσμιο κύρος και τη συντριπτική υποστήριξη της τεράστιας πλειοψηφίας του κυπριακού Ελληνισμού, υπήρξε ηγέτης που σφράγισε ανεξίτηλα την ιστορική πορεία της Κύπρου.
Ενώ ξεκίνησε σαν ένας φλογερός επαναστάτης, χωρίς τη μετέπειτα πολιτική ωριμότητα και πείρα, εξελίχθηκε σε μια παγκόσμιας εμβέλειας πολιτική φυσιογνωμία, που τοποθετούσε την Κύπρο στο προσκήνιο των διεθνών εξελίξεων.
Ο Μακάριος, ως νέος, εμπνευσμένος με τις ελληνικές παραδόσεις, τίμησε τον τίτλο της εθναρχίας και ηγήθηκε πολιτικά του εθνικο-απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-59, που δεν οδήγησε μεν στα επιδιωκόμενα αποτελέσματα, όμως έθεσε τέρμα στην αποικιοκρατία και υπήρξε η απαρχή της ανεξαρτησίας, μιας ανεξαρτησίας δυστυχώς φαλκιδευμένης, με δοτό Σύνταγμα, που πέραν των φυλετικών διακρίσεων, ενσωμάτωνε πρόνοιες που το καθιστούσαν μη λειτουργικό με τα αδιέξοδα αναπόφευκτα. Η προσφυγή στον ένοπλο εθνικο-απελευθερωτικό αγώνα νομοτελειακή. Είναι αφέλεια να πιστεύει κανείς ότι με μερικές ειρηνικές διαδηλώσεις θα εδιαφοροποιείτο η βρετανική πολιτική, όταν αυτό δεν επετεύχθη με έναν επιτυχή ένοπλο πενταετή εθνικο-απελευθερωτικό αγώνα.
Μετά την εγκαθίδρυση της κολοβωμένης Κυπριακής Ανεξαρτησίας, ο Μακάριος σε μια προσπάθεια αποφυγής αδιεξόδων και κρίσεων πρότεινε τα δεκατρία σημεία. Είναι ανιστόρητο να θεωρούνται οι προτάσεις αυτές ως έναυσμα για τις καλούμενες διακοινοτικές ταραχές. Από πότε προτάσεις αντί να οδηγούν σε διάλογο οδηγούν σε κρίση; Άλλωστε είναι γνωστή η προπαρασκευή της Τουρκίας να οδηγήσει σε ανωμαλία, στην προσπάθειά της να δημιουργήσει ένα πολιτικο-στρατιωτικό προγεφύρωμα. Ο ίδιος ο τότε Γ.Γ. του ΟΗΕ, Ου Θαντ, χαρακτήρισε τα γεγονότα ως προσπάθεια υλοποίησης της πάγιας τουρκικής πολιτικής. Ο δε Γκάλο Πλάζα στην Έκθεση του προς το Συμβούλιο Ασφαλείας για τα τότε γεγονότα αναφέρει ότι ο στόχος της Τουρκίας ήταν ο βίαιος διαχωρισμός και η διχοτόμηση.
Στις 13 Μαρτίου 1964 ο Πρόεδρος Μακάριος προβαίνει στην εξής δήλωση μετά από διακοίνωση της τουρκικής Κυβέρνησης, η οποία απειλεί απροσχημάτιστα με στρατιωτική επέμβαση στην Κύπρο: «Η θλιβερή αλήθεια είναι ότι η τουρκοκυπριακή ηγεσία, στην προσπάθειά της να δικαιολογήσει μιαν ένοπλη επέμβαση της Τουρκίας πριν από την άφιξη της Ειρηνευτικής Δύναμης των Ηνωμένων Εθνών, και να δημιουργήσει τετελεσμένα γεγονότα, που θα εξυπηρετούσαν τους σκοπούς της για διαμελισμό ή ομοσπονδοποίηση της Κύπρου, προκαλεί διαρκώς επεισόδια σε διάφορα μέρη του νησιού.
»Οι Τούρκοι επιδόθηκαν σε αυτές τις πράξεις βίας, ενθαρρυνόμενοι προφανώς από τις επανειλημμένες απειλές της τουρκικής Κυβέρνησης για ένοπλη εισβολή στην Κύπρο».
Η αποτυχία διάλυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας με την τουρκοανταρσία του 1963-64, οδήγησε στη συνωμοσία του 1974. Από τα αποκαλυφθέντα έγγραφα διαφαίνεται ότι στόχος ήταν πραξικόπημα, δολοφονία του Μακαρίου, εισβολή, βίαιος φυλετικός διαχωρισμός και επιβολή ενός κυβερνητικού σχήματος πρόθυμου να νομιμοποιήσει τα τετελεσμένα του δίδυμου εγκλήματος.
Η επιβίωση του Μακαρίου και ο αγώνας του λαού για επάνοδό του διαφοροποίησε μεν τα αρχικά σχέδια, αλλά δεν απέφυγε την ενθοκάθαρση και την de facto διχοτόμηση από τις τουρκικές κατοχικές δυνάμεις.
Ο Μακάριος, σε μια προσπάθεια να οδηγήσει σε μιαν ανεκτή λύση, άρχισε τον διακοινοτικό διάλογο. Στη συνέχεια διαπίστωσε το αδιέξοδο και στην τελευταία δραματική του ομιλία στην πλατεία Ελευθερίας διακήρυξε ότι ο διακοινοτικός διάλογος διέδραμε τη χρησιμότητά του και χρησιμοποιείται ως άλλοθι από την Τουρκία και ότι υπερέβημεν τα όρια ασφάλειας σε υποχωρήσεις.
Εις διάψευσιν των ισχυρισμών ότι πολλές των μετέπειτα και σημερινών υποχωρήσεων, εκπτώσεων και ελλειμματικών χειρισμών οφείλονται στον Μακάριο υπάρχουν αδιάψευστες οι θέσεις του, οι δηλώσεις του, ο βίος και η πολιτεία του.
Από ενωρίς αναλύει με πολιτική σοφία τις διεθνείς εξελίξεις και θέτει τα προβλήματα και την προοπτική επίλυσής τους στη βάση αρχών.
Στην ομιλία του στη Διάσκεψη Κορυφής των Αδεσμεύτων το 1961 στο Βελιγράδι, αναφέρει χαρακτηριστικά: «Η ειρήνη τότε μόνον είναι ασφαλής, όταν δεν στηρίζεται απλώς επί της ισχύος των όπλων και της ισορροπίας των δυνάμεων, αλλ' επί της δικαιοσύνης, της ελευθερίας και της αυτοδιαθέσεως.
»Δεν αποφεύγονται αλλά πολλαπλασιάζονται οι κίνδυνοι οσάκις εφαρμόζονται συμβιβαστικαί λύσεις, μη βασιζόμεναι επί αρχών. Ο συμβιβασμός δύναται να επιτύχει αναβολήν, αλλά η αναβολή αποτελεί υποθήκευσιν του μέλλοντος».
Θεμελιακή του υποθήκη παραμένει «ότι δεν θα ξεγράψουμε καμιά γωνιά της κυπριακής γης, ότι κανενός πρόσφυγα δεν θα διαγράψουμε το δικαίωμα επιστροφής».
Τα λόγια του Μακαρίου, λίγες μόνο εβδομάδες πριν από τον θάνατό του, διαγράφουν ανάγλυφα τη θεώρησή του για τη λύση του Κυπριακού και τα όρια των υποχωρήσεων.
«Η ελληνοκυπριακή πλευρά δεν έχει περιθώρια άλλων υποχωρήσεων γιατί έκαμεν ήδη πολλές και έφθασε σε όρια που δεν μπορεί να υπερβεί. Και επομένως, οι πολιτικές συνταγές ή συμβουλές περί αμοιβαίων υποχωρήσεων δεν πρέπει να απευθύνονται προς τους Έλληνες Κυπρίους. Υποχωρήσεις πρέπει να ζητούνται μονάχα από την τουρκική πλευρά, αν υποχώρηση μπορεί να ονομασθεί στην περίπτωση αυτή η επιστροφή κατακτηθέντων διά στρατιωτικής βίας».
Και απαντώντας ο Μακάριος σε όσους συμβούλευαν ρεαλιστική τάχατες αποδοχή των τετελεσμένων, διακήρυττε στο Όμοδος το 1975: «Πιθανώς να λεχθεί ότι υπάρχουν σήμερον εν Κύπρω τετελεσμένα γεγονότα, τα οποία δεν απογίνονται και δεν ανατρέπονται. Και δεν πρέπει ταύτα να παραγνωρίζονται. Δεν παραγνωρίζομεν, αλλά δεν αναγνωρίζομεν και δεν αποδεχόμεθα και δεν νομιμοποιούμεν διά της υπογραφής μας τετελεσμένα γεγονότα».
Και στο συλλαλητήριο της 20ής Ιουλίου 1976 προσέθετε: «Η μόνη προσφερόμενη σύντομος λύσις είναι η αναγνώρισις και αποδοχή της "ντε φάκτο" καταστάσεως. Ποία, όμως, η ωφέλεια εκ της τοιαύτης συντομίας; Μήπως δια να αποφευχθεί η τουρκοποίησις των κατεχομένων εδαφών; Αλλά θα γίνει τότε τη συγκαταθέσει και διά της υπογραφής μας. Μήπως διά να αισθανώμεθα ασφαλείς εις το υπόλοιπον τμήμα της νήσου; Πιστεύω, αντιθέτως, ότι η νομιμοποίησις των τετελεσμένων γεγονότων θα διεγείρει την τουρκικήν βουλιμίαν και θα ενθαρρύνει τα επεκτατικά σχέδια της Τουρκίας εις την Κύπρον».
Και με διάγνωση της ταύτισης κινδύνων από τον τουρκικό επεκτατισμό με τον ευρύτερο Ελληνισμό και προβλέποντας την εκδήλωση των θρασύτατων τουρκικών αξιώσεων προχωρούσε στην επισήμανση:
«Και τοιαύται εξελίξεις εις την Κύπρον θα έχουν επακόλουθο και εις εκτός Κύπρου χώρους, όπου πετρελαιοφόροι υφαλοκρηπίδες και τουρκικαί μειονότητες δίδουν εις την Τουρκίαν προσχήματα επεκτατικής πολιτικής».
Σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη φορά οφείλουμε να στραφούμε προς το Θρονί. Για προβληματισμό, έμπνευση και διάνοιξη προοπτικών.
Η σημερινή κρίσιμη εθνική και πολιτική συγκυρία απαιτεί αξιοποίηση του βασικού διαχρονικού μηνύματος του Μακαρίου, που υπήρξε η εμμονή σε στόχους και αρχές, μια ανάλογη τακτική που, ωστόσο, δεν αναιρεί τις βασικές εθνικές επιδιώξεις.
Η τιμή στον Μακάριο δεν μπορεί να εξαντλείται σε επιμνημόσυνες δεήσεις και επιμνημόσυνους λόγους. Απότιση τιμής στη μνήμη του μεγάλου ηγέτη σημαίνει να αντλούμε παράδειγμα από την αγωνιστική του πορεία και να σηκώνουμε με σεβασμό την κιβωτό με τις εντολές του.
«Ο Μακάριος υπήρξε η Κύπρος»
Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος στον λόγο αποχαιρετισμού του Μακαρίου το 1977 είπε με τη χαρακτηριστική του γλαφυρότητα:
«Δεύτε πονεμένοι Κύπριοι αδελφοί,
Δεύτε λάβετε θάρρος, δύναμη και πίστη.
Ο Μακάριος υπήρξε η Κύπρος.
Και η Κύπρος δεν πεθαίνει».
Ασφαλώς η λεκτική υπερβολή του Κωσταντίνου Τσάτσου σε έναν άκρως συγκλονιστικό επικό και φορτισμένο συναισθηματικά επικήδειο λόγο είναι κατανοητή. Ωστόσο η διαδρομή του Μακαρίου εν μέσω συνωμοσιών και παγίδων και μέσα από λάκκους λεόντων και συμπληγάδες πέτρες με τις θεμελιακές αγωνιστικές παρακαταθήκες που κατέλιπε είναι και σήμερα εξαιρετικά επίκαιρη και διδακτική.
ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ Λ. ΟΜΗΡΟΥ
Προέδρου Βουλής των Αντιπροσώπων και Προέδρου Κ.Σ. ΕΔΕΚ I-Reporter
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
O εξάδελφος «καρφώνει» τον Παπακωνσταντίνου για την λίστα Λαγκάρντ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ο πρώτος Ελληνικός δορυφόρος με Πελοποννησιακό χρώμα!
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ