2013-01-23 10:30:26
Η δημοσιονομική «δίαιτα» που περικόπτει τις δαπάνες έχει τα όριά της, δεν μπορεί να αποδίδει επ αόριστον αν δεν συνοδεύεται από αντίστοιχη «εκγύμναση» που να οδηγεί σε αύξηση των εσόδων.
Αποτελεί στοιχείο προβληματισμού το αν η εικόνα της δημοσιονομικής διαχείρισης του 2012, όπως αυτή καταγράφεται στα οριστικά στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού του προηγούμενου έτους, πρέπει να μας προκαλεί ευχάριστα συναισθήματα, διότι είναι καλύτερη από αυτή που είχε καταγραφεί το 2011 ή ενεργοποιεί τη δυσαρέσκεια -και ενδεχομένως την ανησυχία- διότι οι αρχικοί στόχοι που είχαν τεθεί, τελικά, δεν επετεύχθησαν και αυτό δεν αλλάζει όσο και αν το πλήθος των αναθεωρήσεων που έγιναν σε αυτούς οδηγούν τελικά σε μια αισθητά ωραιοποιημένη εικόνα.
Εχουμε λοιπόν πολλούς λόγους να χαρούμε που το πρωτογενές έλλειμμα ήταν 3,4 δισ. μειωμένο από τα 6,4 δισ. του 2011 και από τα 4,5 δισ. του τελικού στόχου, αλλά πόσο καλά στέκεται απέναντι στον αρχικό στόχο που προ έτους είχε τεθεί και ο οποίος μιλούσε για μόλις 1 δισ. ευρώ; Ακόμη πιο δύσκολη είναι η αξιολόγηση του κρίσιμου στοιχείου των εσόδων.
Ετσι πρέπει να αισθάνεται κανείς «ολίγον» μόνο ανήσυχος γιατί τα 51,9 δισ. των εσόδων απέχουν ελάχιστα από τα 52,4 των τελικών στόχων ή να ανακαλύψουμε τα γκρίζα σύννεφα στον ορίζοντα γιατί είναι λιγότερα 2 δισ. από αυτά του 2011 και τα χωρίζει ένα χάσμα 7,3 δισ. ευρώ από τους αρχικούς στόχους που είχαν τεθεί το Νοέμβριο του 2011;
Προφανώς όταν η συζήτηση έρχεται στο ποια είναι η αποδεκτή επιτυχημένη δημοσιονομική διαχείριση, τα πράγματα γίνονται πολύ σύνθετα. Διότι, όταν αναζητούμε το βαθμό αποδοχής πρέπει να προσδιορίσουμε από ποιον προέρχεται αυτή η αποδοχή.
Από την κυβέρνηση την ίδια που την ασκεί, από τους πολίτες που την υφίστανται και τυπικά την αποφασίζουν, μέσω της ψήφου τους, από τους διεθνείς οργανισμούς που δίνουν εδώ και τρία χρόνια τις κατευθύνσεις, από τις αγορές που ούτως ή άλλως είναι πρακτικά αδιάφορες, αφού έχουν αποφασίσει ότι δεν θα μας δανείσουν χρήματα για πολλά ακόμη χρόνια;
Ενδεχομένως καθεμία από αυτές τις προσεγγίσεις να οδηγεί σε διαφορετική απάντηση. Ομως, ενώ βρισκόμαστε ακόμη υπό την επίδραση της κρίσης, το πλέον αποφασιστικό στοιχείο για τη δημοσιονομική διαχείριση είναι η επάρκεια εσόδων τα οποία υποδεικνύουν την άμεση και μεσοπρόθεσμη δυναμική του προϋπολογισμού.
Καθώς η δημοσιονομική «δίαιτα» που περικόπτει τις δαπάνες έχει τα όριά της, δεν μπορεί να αποδίδει επ' αόριστον αν δεν συνοδεύεται από αντίστοιχη «εκγύμναση» που να οδηγεί σε αύξηση των εσόδων. Και στην περίπτωση του ελληνικού προϋπολογισμού συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο, αφού τα έσοδα αναζητούνται συνεχώς από τις ίδιες υπερχρησιμοποιημένες πηγές με αποτέλεσμα να μειώνονται διαρκώς. Προφανώς, λοιπόν, η παράδοση στη «μέθη» της δημοσιονομικής επιτυχίας δεν είναι η καλύτερη επιλογή για την εποχή.
ΝΙΚΟΣ ΦΡΑΝΤΖΗΣ - [email protected]
Αποτελεί στοιχείο προβληματισμού το αν η εικόνα της δημοσιονομικής διαχείρισης του 2012, όπως αυτή καταγράφεται στα οριστικά στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού του προηγούμενου έτους, πρέπει να μας προκαλεί ευχάριστα συναισθήματα, διότι είναι καλύτερη από αυτή που είχε καταγραφεί το 2011 ή ενεργοποιεί τη δυσαρέσκεια -και ενδεχομένως την ανησυχία- διότι οι αρχικοί στόχοι που είχαν τεθεί, τελικά, δεν επετεύχθησαν και αυτό δεν αλλάζει όσο και αν το πλήθος των αναθεωρήσεων που έγιναν σε αυτούς οδηγούν τελικά σε μια αισθητά ωραιοποιημένη εικόνα.
Εχουμε λοιπόν πολλούς λόγους να χαρούμε που το πρωτογενές έλλειμμα ήταν 3,4 δισ. μειωμένο από τα 6,4 δισ. του 2011 και από τα 4,5 δισ. του τελικού στόχου, αλλά πόσο καλά στέκεται απέναντι στον αρχικό στόχο που προ έτους είχε τεθεί και ο οποίος μιλούσε για μόλις 1 δισ. ευρώ; Ακόμη πιο δύσκολη είναι η αξιολόγηση του κρίσιμου στοιχείου των εσόδων.
Ετσι πρέπει να αισθάνεται κανείς «ολίγον» μόνο ανήσυχος γιατί τα 51,9 δισ. των εσόδων απέχουν ελάχιστα από τα 52,4 των τελικών στόχων ή να ανακαλύψουμε τα γκρίζα σύννεφα στον ορίζοντα γιατί είναι λιγότερα 2 δισ. από αυτά του 2011 και τα χωρίζει ένα χάσμα 7,3 δισ. ευρώ από τους αρχικούς στόχους που είχαν τεθεί το Νοέμβριο του 2011;
Προφανώς όταν η συζήτηση έρχεται στο ποια είναι η αποδεκτή επιτυχημένη δημοσιονομική διαχείριση, τα πράγματα γίνονται πολύ σύνθετα. Διότι, όταν αναζητούμε το βαθμό αποδοχής πρέπει να προσδιορίσουμε από ποιον προέρχεται αυτή η αποδοχή.
Από την κυβέρνηση την ίδια που την ασκεί, από τους πολίτες που την υφίστανται και τυπικά την αποφασίζουν, μέσω της ψήφου τους, από τους διεθνείς οργανισμούς που δίνουν εδώ και τρία χρόνια τις κατευθύνσεις, από τις αγορές που ούτως ή άλλως είναι πρακτικά αδιάφορες, αφού έχουν αποφασίσει ότι δεν θα μας δανείσουν χρήματα για πολλά ακόμη χρόνια;
Ενδεχομένως καθεμία από αυτές τις προσεγγίσεις να οδηγεί σε διαφορετική απάντηση. Ομως, ενώ βρισκόμαστε ακόμη υπό την επίδραση της κρίσης, το πλέον αποφασιστικό στοιχείο για τη δημοσιονομική διαχείριση είναι η επάρκεια εσόδων τα οποία υποδεικνύουν την άμεση και μεσοπρόθεσμη δυναμική του προϋπολογισμού.
Καθώς η δημοσιονομική «δίαιτα» που περικόπτει τις δαπάνες έχει τα όριά της, δεν μπορεί να αποδίδει επ' αόριστον αν δεν συνοδεύεται από αντίστοιχη «εκγύμναση» που να οδηγεί σε αύξηση των εσόδων. Και στην περίπτωση του ελληνικού προϋπολογισμού συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο, αφού τα έσοδα αναζητούνται συνεχώς από τις ίδιες υπερχρησιμοποιημένες πηγές με αποτέλεσμα να μειώνονται διαρκώς. Προφανώς, λοιπόν, η παράδοση στη «μέθη» της δημοσιονομικής επιτυχίας δεν είναι η καλύτερη επιλογή για την εποχή.
ΝΙΚΟΣ ΦΡΑΝΤΖΗΣ - [email protected]
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ανέκδοτο: Γιος και πατέρας!
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ