2013-02-13 12:50:02
Κουκάκης Θανάσης
Δεν χρειάζεται να περιμένουμε ως το 2020 για να επιστρέψει η ανάπτυξη. Αρκεί η Ελλάδα να αποδεσμευτεί από τις προτάσεις των Ευρωπαίων και να ακολουθήσει δοκιμασμένες λύσεις.
Για πολλούς, η λύση στο ελληνικό πρόβλημα ονομάζεται TARP (Troubled Asset Relief Program). Πρόκειται για τον μηχανισμό που χρησιμοποίησαν οι ΗΠΑ για να εξέλθουν από την κρίση που προκάλεσε η κατάρρευση της Lehman Brothers το 2008.
Τι έκαναν οι ΗΠΑ με το TARP το 2009, όταν κορυφώθηκε η κρίση των ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων; Στην πράξη, χρησιμοποίησαν 430 δισ. δολάρια από τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό και αγόρασαν τοξικά δάνεια και προϊόντα των τραπεζών, προκειμένου να τις ενθαρρύνουν να επεκτείνουν τον δανεισμό τους προς ιδιώτες και επιχειρήσεις, χρησιμοποιώντας ως ρευστότητα τα κεφάλαια από την πώληση των τοξικών στοιχείων ενεργητικού! Με τον ίδιο τρόπο, μη κερδοφόρα πάγια στοιχεία του ενεργητικού των τραπεζών που είχαν απαξιωθεί την περίοδο κορύφωσης της κρίσης «αποσύρθηκαν» προσωρινά και διατέθηκαν έπειτα από κάποιο διάστημα, όταν σταθεροποιήθηκαν οι συνθήκες, σε πολύ καλύτερες τιμές.
Με το TARP εξυγιάνθηκαν οι τραπεζικοί ισολογισμοί, διοχετεύθηκε «φρέσκο» χρήμα στην αμερικανική οικονομία και στηρίχθηκε η ανάπτυξη των ΗΠΑ. Ετσι, προστατεύθηκαν τόσο οι επενδυτές-κάτοχοι τοξικών ομολόγων όσο και οι αμερικανοί φορολογούμενοι που συνέδραμαν το TARP, αφού το κράτος ανέκτησε όλα τα κεφάλαια που διέθεσε και έβγαλε και κέρδος!
Η Ελλάδα σήμερα στηρίζεται στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) για την κεφαλαιακή θωράκιση των τραπεζών της, με αποτέλεσμα να έχει εγκλωβιστεί σε ένα σύστημα που διογκώνει διαρκώς το δημόσιο χρέος χωρίς να αξιοποιεί τη δυναμική της αγοράς για να ελαφρύνει τις τράπεζες από τα βάρη τους. Χρειάζεται, λοιπόν, μια «επανάσταση στη σκέψη» για να εξετάσουμε διάφορες παραλλαγές του TARP.
Το ελληνικό TARP θα μπορούσε να είναι η μετεξέλιξη του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) σε τράπεζα στην οποία θα περιέρχονταν όλα τα «κακά πάγια» των ελληνικών τραπεζών. Ουσιαστικά, η «τράπεζα ΤΧΣ» θα αποκτούσε τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των τραπεζών (και άλλα «κακά» στοιχεία ενεργητικού) σε πολύ χαμηλές τιμές. Τα «τοξικά» πάγια των τραπεζών θα μεταφέρονταν σε χρηματοοικονομικά οχήματα (έπειτα από τιτλοποίηση) και είτε θα παρέμειναν αδιάθετα έως ότου ανακτήσουν αξία είτε θα μεταπωλούνταν ως πακέτο απαιτήσεων σε επενδυτές οι οποίοι θα ήθελαν να τα αγοράσουν με σημαντική έκπτωση.
Το κέρδος θα ήταν πολλαπλό. Οι τράπεζες θα ξεφορτώνονταν δάνεια που σήμερα τις αναγκάζουν να εγγράφουν αυξημένες προβλέψεις – δηλαδή θα ενισχύονταν κεφαλαιακά με έμμεσο τρόπο. Την ίδια στιγμή, θα αποκτούσαν πρόσθετη ρευστότητα για τη χρηματοδότηση της οικονομίας. Παράλληλα, χιλιάδες ακίνητα που υπό άλλες συνθήκες θα οδηγούνταν σε αναγκαστικό πλειστηριασμό, με αποτέλεσμα την κατάρρευση των τιμών, δεν θα έβγαιναν μαζικά στο σφυρί. Το γεγονός ότι δεν θα υπήρχε προσφορά ακινήτων προς πώληση (καθώς θα έχουν περιέλθει στο ΤΧΣ), συνεπάγεται ότι οι αγοροπωλησίες θα γίνονταν μόνο μεταξύ φυσικών προσώπων και ότι οι τιμές θα ήταν λιγότερο ευμετάβλητες. Ολα αυτά θα συνέβαλλαν στην ταχύτατη αντιμετώπιση της ύφεσης.
Σήμερα, τα μη εξυπηρετούμενα στεγαστικά δάνεια υπολογίζονται σε 18 δισ. ευρώ, τα μη εξυπηρετούμενα επιχειρηματικά δάνεια σε 28 δισ. ευρώ και τα μη εξυπηρετούμενα καταναλωτικά δάνεια στα 8 δισ. ευρώ. Αν αυτά τα «κακά» δάνεια εξαγοράζονταν στο 30% της αξίας τους, θα έπρεπε να διατεθούν για αυτόν τον σκοπό περίπου 16 δισ. ευρώ (ο υπολογισμός της αξίας των κακών δανείων θα έπρεπε να γίνει με προσοχή, προκειμένου, σε όρους καθαρής παρούσας αξίας (NPV), η συναλλαγή να είναι συμφέρουσα για τα τραπεζικά ιδρύματα). Αν το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας μετεξελισσόταν σε τράπεζα, θα μπορούσε να αντλήσει τα χρήματα για να προχωρήσει στην εξαγορά των επισφαλών τραπεζικών δανείων ακόμη και μέσα από το ευρωσύστημα (ΕΚΤ ή ELA), δηλαδή με τρόπο που δεν θα επιβάρυνε το δημόσιο χρέος, όπως συμβαίνει σήμερα με τα δάνεια από το EFSF.
Και ασφαλώς, αυτή η λύση θα ήταν «εύηχη» και για τους φορολογούμενους των κρατών της ευρωζώνης που μέσω του EFSF στηρίζουν δανειακά σήμερα την Ελλάδα. Γιατί, λοιπόν, να μην τολμήσουμε μια αμερικανική λύση για την Ελλάδα;
BHMA
InfoGnomon
Δεν χρειάζεται να περιμένουμε ως το 2020 για να επιστρέψει η ανάπτυξη. Αρκεί η Ελλάδα να αποδεσμευτεί από τις προτάσεις των Ευρωπαίων και να ακολουθήσει δοκιμασμένες λύσεις.
Για πολλούς, η λύση στο ελληνικό πρόβλημα ονομάζεται TARP (Troubled Asset Relief Program). Πρόκειται για τον μηχανισμό που χρησιμοποίησαν οι ΗΠΑ για να εξέλθουν από την κρίση που προκάλεσε η κατάρρευση της Lehman Brothers το 2008.
Τι έκαναν οι ΗΠΑ με το TARP το 2009, όταν κορυφώθηκε η κρίση των ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων; Στην πράξη, χρησιμοποίησαν 430 δισ. δολάρια από τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό και αγόρασαν τοξικά δάνεια και προϊόντα των τραπεζών, προκειμένου να τις ενθαρρύνουν να επεκτείνουν τον δανεισμό τους προς ιδιώτες και επιχειρήσεις, χρησιμοποιώντας ως ρευστότητα τα κεφάλαια από την πώληση των τοξικών στοιχείων ενεργητικού! Με τον ίδιο τρόπο, μη κερδοφόρα πάγια στοιχεία του ενεργητικού των τραπεζών που είχαν απαξιωθεί την περίοδο κορύφωσης της κρίσης «αποσύρθηκαν» προσωρινά και διατέθηκαν έπειτα από κάποιο διάστημα, όταν σταθεροποιήθηκαν οι συνθήκες, σε πολύ καλύτερες τιμές.
Με το TARP εξυγιάνθηκαν οι τραπεζικοί ισολογισμοί, διοχετεύθηκε «φρέσκο» χρήμα στην αμερικανική οικονομία και στηρίχθηκε η ανάπτυξη των ΗΠΑ. Ετσι, προστατεύθηκαν τόσο οι επενδυτές-κάτοχοι τοξικών ομολόγων όσο και οι αμερικανοί φορολογούμενοι που συνέδραμαν το TARP, αφού το κράτος ανέκτησε όλα τα κεφάλαια που διέθεσε και έβγαλε και κέρδος!
Η Ελλάδα σήμερα στηρίζεται στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) για την κεφαλαιακή θωράκιση των τραπεζών της, με αποτέλεσμα να έχει εγκλωβιστεί σε ένα σύστημα που διογκώνει διαρκώς το δημόσιο χρέος χωρίς να αξιοποιεί τη δυναμική της αγοράς για να ελαφρύνει τις τράπεζες από τα βάρη τους. Χρειάζεται, λοιπόν, μια «επανάσταση στη σκέψη» για να εξετάσουμε διάφορες παραλλαγές του TARP.
Το ελληνικό TARP θα μπορούσε να είναι η μετεξέλιξη του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) σε τράπεζα στην οποία θα περιέρχονταν όλα τα «κακά πάγια» των ελληνικών τραπεζών. Ουσιαστικά, η «τράπεζα ΤΧΣ» θα αποκτούσε τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των τραπεζών (και άλλα «κακά» στοιχεία ενεργητικού) σε πολύ χαμηλές τιμές. Τα «τοξικά» πάγια των τραπεζών θα μεταφέρονταν σε χρηματοοικονομικά οχήματα (έπειτα από τιτλοποίηση) και είτε θα παρέμειναν αδιάθετα έως ότου ανακτήσουν αξία είτε θα μεταπωλούνταν ως πακέτο απαιτήσεων σε επενδυτές οι οποίοι θα ήθελαν να τα αγοράσουν με σημαντική έκπτωση.
Το κέρδος θα ήταν πολλαπλό. Οι τράπεζες θα ξεφορτώνονταν δάνεια που σήμερα τις αναγκάζουν να εγγράφουν αυξημένες προβλέψεις – δηλαδή θα ενισχύονταν κεφαλαιακά με έμμεσο τρόπο. Την ίδια στιγμή, θα αποκτούσαν πρόσθετη ρευστότητα για τη χρηματοδότηση της οικονομίας. Παράλληλα, χιλιάδες ακίνητα που υπό άλλες συνθήκες θα οδηγούνταν σε αναγκαστικό πλειστηριασμό, με αποτέλεσμα την κατάρρευση των τιμών, δεν θα έβγαιναν μαζικά στο σφυρί. Το γεγονός ότι δεν θα υπήρχε προσφορά ακινήτων προς πώληση (καθώς θα έχουν περιέλθει στο ΤΧΣ), συνεπάγεται ότι οι αγοροπωλησίες θα γίνονταν μόνο μεταξύ φυσικών προσώπων και ότι οι τιμές θα ήταν λιγότερο ευμετάβλητες. Ολα αυτά θα συνέβαλλαν στην ταχύτατη αντιμετώπιση της ύφεσης.
Σήμερα, τα μη εξυπηρετούμενα στεγαστικά δάνεια υπολογίζονται σε 18 δισ. ευρώ, τα μη εξυπηρετούμενα επιχειρηματικά δάνεια σε 28 δισ. ευρώ και τα μη εξυπηρετούμενα καταναλωτικά δάνεια στα 8 δισ. ευρώ. Αν αυτά τα «κακά» δάνεια εξαγοράζονταν στο 30% της αξίας τους, θα έπρεπε να διατεθούν για αυτόν τον σκοπό περίπου 16 δισ. ευρώ (ο υπολογισμός της αξίας των κακών δανείων θα έπρεπε να γίνει με προσοχή, προκειμένου, σε όρους καθαρής παρούσας αξίας (NPV), η συναλλαγή να είναι συμφέρουσα για τα τραπεζικά ιδρύματα). Αν το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας μετεξελισσόταν σε τράπεζα, θα μπορούσε να αντλήσει τα χρήματα για να προχωρήσει στην εξαγορά των επισφαλών τραπεζικών δανείων ακόμη και μέσα από το ευρωσύστημα (ΕΚΤ ή ELA), δηλαδή με τρόπο που δεν θα επιβάρυνε το δημόσιο χρέος, όπως συμβαίνει σήμερα με τα δάνεια από το EFSF.
Και ασφαλώς, αυτή η λύση θα ήταν «εύηχη» και για τους φορολογούμενους των κρατών της ευρωζώνης που μέσω του EFSF στηρίζουν δανειακά σήμερα την Ελλάδα. Γιατί, λοιπόν, να μην τολμήσουμε μια αμερικανική λύση για την Ελλάδα;
BHMA
InfoGnomon
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ