2012-04-02 21:08:37
Φωτογραφία για Το γερμανικό ζήτημα υπό το πρίσμα της κρίσης της περιόδου 2009-12 και η πορεία της ΕΕ*.
 Παναγιώτης Ήφαιστος, Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων – Στρατηγικών, Πανεπιστήμιο Πειραιώς 60 ΧΡΟΝΙΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ-30ΧΡΟΝΙΑ Η ΕΛΛΑΔΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗΠανεπιστήμιο Πειραιώς –Ελληνική Βουλή 29-3-2012Αμφιθέατρο ΙδρύματοςΕυγενίδου, Λ. Συγγρού 387,  Π. ΦάληροΑναρτημένοστην διεύθυνση http://www.ifestosedu.gr/111GermanikoEE.htmΟιπυκνές και αναγκαστικά σύντομες επισημάνσεις μου θα περιστραφούν γύρω από 4αλληλένδετους άξονες: •      Το Γερμανικό ζήτημα.•      Τις οντολογικές προϋποθέσειςτης ΕΕ. •      Την εγγενή πλην εύθραυστηαντί-ηγεμονική φύση της ΕΕ. •      Τις αποφάσεις μετά τον ΨυχρόΠόλεμο, ιδιαίτερα όσον αφορά τα νομισματικά δεσμά

Ποιος είναι ο ρόλοςκαι ποια η θέση του Γερμανικού κράτους στο κέντρο της Ευρώπης. Γερμανικούκράτους το οποίο όταν είναι οικονομικά αδύναμο η Ευρώπη είναι ρακένδυτη καιόταν είναι πολύ ισχυρό έχουμε αστάθεια και πόλεμο. «Δεν με αφήνουν να κοιμηθώ οι εφιάλτες των αντι-γερμανικών συσπειρώσεων»,συνήθιζε να λέει Καγκελάριος Μπίσμαρκ.Η Γερμανία επιδίωξε πολλές φορές την ηγεμονία αλλά ποτέ δεν κατάφερε ναηγεμονεύσει επί της Ευρώπης
. Είτε είχαμε πόλεμο και ήττα της Γερμανίας είτε ησταθερότητα της Γηραιάς Ηπείρου εξαρτάτο τόσο από μια σειρά στρατηγικές,οικονομικές και πολιτικές αποφάσεις όσο και από την κατανόηση εκ μέρους τουΒερολίνου των ιστορικών στρατηγικών καταναγκασμών της εξωτερικής του πολιτικής.Η στρατηγική αποφυγής δημιουργίας αντί-γερμανικών αξόνων με το ναυιοθετεί μια στρατηγική χαμηλών τόνων είναι βασικά η μόνη επιλογή τηςΓερμανίας. Ακόμη και η παραμικρή γερμανική ηγεμονική παράσταση προκαλείδιλήμματα ασφαλείας που σταδιακά συγκροτούν τις προϋποθέσεις αστάθειας. Παρά τογεγονός πως στις ανθρώπινες καταστάσεις και ιδιαίτερα στην διεθνή πολιτικήκανείς ποτέ δεν πρέπει να λέει ποτέ, πολλοί εκτιμούν ότι η Γερμανία ποτέ δεν θα μπορέσει να ηγεμονεύσει επί τηςΕυρώπης.Μπορούμε να αντιληφτούμε πως φθάσαμε στην συγκαιρινή κρίση ανκατανοήσουμε την θέση του Γερμανικού ζητήματος στην σύγχρονη ευρωπαϊκή ιστορίακαι αν γίνει κατανοητό ότι η νομισματική ένωση όπως αποφασίστηκε το 1992 ωςτρόπος ελέγχου της Γερμανίας ήταν μια αναποτελεσματική προσέγγιση αλλά και έναάλμα στο κενό. Όσον δε αφορά τις συναρτημένες με αυτό σκέψεις για οικονομικήκαι πολιτική ένωση ενός πλέον αποδεδειγμένα διαφοροποιημένου εθνοκρατοκεντρικούευρωπαϊκού χώρου ήταν και συνεχίζει να είναι ένα πολύ επικίνδυνο σχέδιο.Η πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης μέχρι το Μάαστριχτ μπορεί ναχαρακτηριστεί ως μια προσεκτική θεμελίωση μιας «Ευρώπης των Πατρίδων». Μετά το1945, βέβαια, ο ουτοπισμός ποτέ δεν έλειψε. Όμως, από το 1985 μέχρι το 1992εντάθηκαν οι ουτοπικές φωνές για ολοκλήρωση της κοινής αγοράς με αποφάσεις πουσυνεπάγονταν μια νομισματική και οικονομική ένωση. Αυτό το κλίμα εντάθηκε λόγωμεγάλων ανακατατάξεων στην φάση μετάβασης από τον Ψυχρό Πόλεμο στηνμεταψυχροπολεμική εποχή.   Έτσι, εξήντα ακριβώς χρόνια μετά την έναρξη του τελευταίου παγκόσμιουπολέμου που εν πολλοίς οφειλόταν στην ουτοπική πολιτική σκέψη, ο ουτοπισμόςυπερίσχυσε και πάλιν αρχές της δεκαετίας του 1990. Αν ζούσε ο Edward H Carr, ίσως θα έγραφε ένα νέοαριστούργημα, το: The sixty year crisis. The consequences of lack in strategic andpolitical thinking in European interstate relations. Εδώ και αιώνες τογερμανικό ζήτημα συναρτάται με τα πεδία της οικονομίας, της διπλωματίας, τηςστρατηγικής, των δημογραφικών δεικτών και με πιο σταθερά διαχρονικά γεωπολιτικάκριτήρια της Ευρωπαϊκής πολιτικής. Μετά το 1945 δεν υπάρχει ευρωπαϊκός και ευρωατλαντικός θεσμός ο οποίοςνα μην είχε αποφασιστεί, πρωτίστως και κυρίως, σε αναφορά με το γερμανικόζήτημα. Επιγραμματικά υπενθυμίζω τα Σύμφωνα, τα σχέδια και τις ιδέες από το1945 μέχρι και το 1955. Οι κυρίαρχες αξιώσεις κυμαίνονταν από ιδέες για διάλυσητου σύγχρονου γερμανικού κράτους και την δημιουργία εκατοντάδων μικρώνκρατιδίων μέχρι και την από-βιομηχανοποίηση, την αγροτικοποίησή και αποστρατικοποίησητου κράτους που δημιούργησε ο Μπίσμαρκ ένα αιώνα πριν. To 1955, λίγο πριν δημιουργηθεί η Ομόσπονδη Γερμανία,είχαμε το Σοβιετικό Σχέδιο για ολική επανένωση και ουδετεροποίηση του νέουκράτους. Κάτι ήξεραν οι Σοβιετικοί και κάτι ξέρουν οι Ρώσοι σήμερα τι σημαίνειγια την κατανομή ισχύος, θέσης και ρόλων, η ύπαρξη ενός ενωμένου και ισχυρούΓερμανικού κράτους στο κέντρο της Ευρώπης. Σημαίνει, βασικά, κατάλυση τουιστορικού συνασπισμού των ναυτικών δυνάμεων και άνοιγμα της βεντάλιας τωνστρατηγικών παιγνίων που ευνοούν τις ηπειρωτικές δυνάμεις.Το 1955, το νέο γερμανικό κράτος αποτελούμενο από τα τρία μόνοκατεχόμενα κομμάτια, υποχρεώθηκε να δεχθεί μια σειρά δεσμεύσεων τα οποία λίγοπολύ επαναλήφθηκαν το 1994 και ισχύουν και σήμερα. Ο πολιτικοστρατηγικός σκοπόςείναι ρητός και συχνά διακηρυγμένος: Οστρατηγικός έλεγχος της Γερμανίας σε όλα τα νοητά πολιτικοοικονομικά καιπολιτικοστρατηγικά πεδία, για «να υπάρχειμια Γερμανία της Ευρώπης και όχι μια Ευρώπη της Γερμανίας».Το 1955 η Ομοσπονδιακή Γερμανία εντάχθηκε σε όλους τους ευρωπαϊκούς καιευρωατλαντικούς θεσμούς. Η ΔΕΕ αποστολή είχε να ελέγχει τους γερμανικούςεξοπλισμούς. Η Βόννη υποχρεώθηκε επίσης να μην διαθέτει ανεξάρτητο γερμανικόστρατιωτικό επιτελείο και δεσμεύτηκε συνταγματικά να μην αποκτήσει πυρηνικάόπλα. Υπέστη επιπλέον τον σφικτό εναγκαλισμό της Γαλλίας με την Συνθήκη του1963, και με πιο πολιτικό τρόπο κατά την διάρκεια του μεταπολέμου υποχρεώθηκενα κρατάει χαμηλό προφίλ στην διπλωματία. Συχνά Γάλλοι ηγέτες δηλώνουν ότι έναςαπό τους σκοπούς που εξυπηρετούνται με την κατοχή πυρηνικών όπλων είναι η«ψυχολογική εξισορρόπηση της Γερμανίας». Μερικές διατυπώσεις συνοψίζουνγλαφυρά το γερμανικό ζήτημα. Για παράδειγμα, όταν την δεκαετία του 1980συζητούσαν το ζήτημα της αυτόνομης ευρωπαϊκής άμυνας, και αφού το λογικόσυμπέρασμα ήταν ότι το άλογο που θα μπορούσε να τραβήξει το άρμα μιαςευρωπαϊκής συμμαχίας ήταν η Γερμανία, ο τότε πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου ιδιοφυώς αποτύπωσε το ανυπέρβλητοδίλημμα:  «Το ζήτημα είναι πως για να συμβεί αυτό η Γερμανία πρέπει να είναι τόσοδυνατή που να την φοβάται η Σοβιετική Ένωση αλλά και τόσο αδύναμη ούτως ώστε ναμην την φοβάται το Λουξεμβούργο».            Η πιο πολυσυζητημένη φράση στιςευρωστρατηγικές συζητήσεις, δικαίως, είναι του Josef Joffe. Υπενθυμίζοντας το γερμανικό ζήτημα και τα υποβόσκονταδιλήμματα ασφαλείας στην Γηραιά Ήπειρο, υπογράμμισε ακόμη πιο ξεκάθαρα τοθεμελιώδες χαρακτηριστικό της μεταπολεμικής στρατηγικής αρχιτεκτονικής άμυναςκαι ασφάλειας. Όπως έγραψε «η Αμερική μετην παρουσία της στην Ευρώπη σώζει τους Ευρωπαίους από τους εαυτούς τους». Ερχόμαστελοιπόν στην μεταψυχροπολεμική εποχή οπότε και βλέπουμε ότι ο Joffe επιβεβαιώθηκε και πάλιν. Κατά την μετάβαση στην μεταψυχροπολεμική εποχήπαρατηρήθηκαν τα εξής: Πρώτον, είχαμετην εντονότερη εκδήλωση διλημμάτων ασφαλείας μεταξύ των μεγάλων ευρωπαϊκώνδυνάμεων και η Ευρώπη διέτρεξε τον κίνδυνο μεγάλης αστάθειας ή ακόμη καιπολεμικής σύγκρουσης.            Δεύτερον, οι ΗΠΑ κράτησανσυγκρατημένη στάση μέχρι το τέλος του 1991 αναμένοντας τις αποφάσεις τωνΕυρωπαίων πλην παράλληλα πλασάροντας την διαιώνιση της Ατλαντικής Συμμαχίας ωςτον εγγυητή της σταθερότητας, με τον όρο, όμως, των εκτός περιοχής δράσεων, οιοποίες μέχρι και σήμερα εξυπηρετούν τον αμερικανικό επεμβατικό σχεδιασμό. Όπωςχαρακτηριστικά έγραψε η υφυπουργός εξωτερικών Κοντολέσα Ράις που χειριζόταν την κρίση στην Ουάσιγκτον οι ΗΠΑ κράτησαναποστάσεις μέχρι την στιγμή που ο Μιτεράνέχοντας πλέον συμφωνήσει την ΟΝΕ με τον Κολ δήλωσε ότι η επανένωση θέτει μεγάλαπροβλήματα που θα αντιμετωπίζονται όπως θα επέρχονται.            Τρίτον, οι σπασμωδικές και νευρικέςΒρετανικές, Γαλλικές και άλλες κινήσεις οδήγησαν μεν στην επανένωση και σε νέεςΣυνθήκες πλην το Γερμανικό ζήτημα δεν έκλεισε αλλά άνοιξε. Αυτά που βλέπουμε τατελευταία χρόνια δεν είναι παρά η αρχή ενός μεγάλου ζητήματος που το 1992 μπήκεσε μια νέα αφετηρία.              Τέταρτον,οι Γάλλοι, πάλεψαν για να εκπληρώσουν, τουλάχιστον, την επί δεκαετίες αξίωσήτους για επιβολή κάποιου είδους ευρωπαϊκού νομισματικού ελέγχου επί τηςΚεντρικής Γερμανικής Τράπεζας. Οι Γερμανοί τραπεζίτες ήταν μεν ανεξάρτητοι πληνλειτουργούσαν με εθνικούς γερμανικούς όρους και όχι κάποιας πολιτικής ανθρωπολογίαςενός ανύπαρκτου ευρωπαϊκού έθνους. Ο νομισματικός έλεγχος, ήλπιζαν οι Γάλλοι, θα επόπτευε τις Γερμανικέςοικονομικές αποφάσεις. Μάταια, βέβαια, όπως ομολόγησε ο Ντελόρ  το 1996, καθότι αυτό που μετράει δεν είναιμόνο οι νομισματικές αποφάσεις αλλά και η οικονομική ισχύς ενός κράτους που προκαλείάνισο και αθέμιτο ανταγωνισμό και αθέμιτα πλεονάσματα. Στις διακρατικές σχέσειςαυτό που προστατεύει τα λιγότερο ισχυρά κράτη και τα συστήματα διανεμητικήςδικαιοσύνης που συναρτώνται με τις κοινωνικές ισορροπίες είναι τα οικονομικάσύνορα. Η ΕΕ ως σχέδιο συνεργασίας κρατών δεν μπορεί να υπάρχει αν καταστείμέσο συντριβής των λιγότερο ισχυρών, δεσποτείας του ισχυρότερου και κυριαρχίαςμιας τεχνόσφαιρας στερούμενης πολιτικής νομιμοποίησης.Πάντως αυτά συζητήθηκαν εκτενώς στην Γαλλία το 1993 όταν έγινε τοδημοψήφισμα για την Συνθήκη του Μάαστριχτ που υπερψηφίστηκε με μισή ποσοστιαίαμονάδα, οι αντίπαλοί της ορθά, όπως αποδεικνύεται, δήλωναν ότι η Γαλλία με τηνΟΝΕ «προσπαθείνα δέσει ένα γίγαντα με κλωστές». Αυτό που ζούμε τώρα, ακριβώς, είναιτο σπάσιμο αυτών των κλωστών. Τώρα, στο πνευματικό πεδίο, αρκεί η γλαφυρήαναφορά του Mauriac που εξέφραζε πολλούςόταν έγραψε: «Αγαπώ τόσο πολύ τους γερμανούς που θέλω να είναι δύο», δηλαδήδιαιρεμένοι μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Γερμανίας. Ο σκοπός ελέγχου τηςΓερμανίας δεν μπορούσε να επιτευχθεί με νομισματική ενοποίηση. Ούτε ηοικονομική ή πολιτική ένωση με κατάλυση των εθνοκρατών είναι εφικτή. Σε έναδιαφοροποιημένο εθνοκρατοκεντρικό χώρο οι νομισματικές αποφάσεις δεν υπόθεσητων τεχνοκρατών που χαίρομαι καθότι χθες οι συνάδελφοι Χατζηεμμανουήλ καιΚότιος το υπογράμμισαν. Επηρεάζει τα μακροοικονομικά μεγέθη, τις κοινωνικές ισορροπίες εντόςτων κρατών, την διαχείριση των χρηματοοικονομικών ροών ενδοκρατικά, ευρωπαϊκάκαι διεθνώς, τα επιτόκια, τις ξένες επενδύσεις, βασικά τα πάντα. Είναι ΥψηλήΠολιτική par excellence. Απλή λογική οδηγούσε στο συμπέρασμα ότι τα λιγότερο ανταγωνιστικά κράτηθα βυθίζονταν και ναυαγοσώστες δεν θα υπήρχαν. Αν βέβαια ισχύει η αρχή τηςαυτοβοήθειας τότε σε τι διαφέρει το Κοινοτικό σύστημα από το υπόλοιποδιακρατικό σύστημα! Προς τι να καλούμε για πολιτική ένωση; Αν αυτό είναι εφικτόμε μια δήλωση γιατί να μην ενωθεί ο πλανήτης αύριο;Τώρα, εδώ υπάρχει ένα μυστήριο! Γιατί το 2001 η Ελλάδα πριν είναιέτοιμη θεσμικά, οικονομικά, αναπτυξιακά και ανταγωνιστικά, πήδηξε μέσα σε αυτότον τρικυμισμένο ωκεανό; Είπαμε, η ζωή των ανθρώπων και η πορεία των κρατώνείναι ένα ταξίδι, μια οδύσσεια. Ο Οδυσσέας όμως εισήλθε στην σπηλιά τωνΚυκλώπων επειδή δεν γνώριζε. Το ίδιο και εμείς νομίζω πράξαμε με την ΟΝΕ. Δενξέραμε ότι είναι οι συμπληγάδες των στρατηγικών ανταγωνισμών Γαλλίας-Γερμανίαςκαι ότι δεν ήταν ένας χλοερός τόπος γεμάτος αλληλεγγύη; Πολλές ευθύνες εντοπίζονται σταπεδία των διεθνών και ευρωπαϊκών σπουδών και του κατασκευαστικού ιδεολογικούκαι δογματικού κανονιστικού λόγου που κυριαρχεί στις πολιτικές επιστήμης στηνΕυρώπη. Του κανονιστικού ιδεολογικού λόγου όπως είπε χθες ο Κοντογιώργης πουεμφανίζεται ως επιστήμη. Το ιδεαλιστικόκατασκευαστικό «ΘΑ» στην διεθνή πολιτική, πολλοί ιστορικοί θα πουν,αποδεικνύεται ότι ήταν πάντοτε τα δύο πρώτα ψηφία της λέξης «Θάνατος». Ο Πλάτωνας βέβαια από εκεί υψηλά συχνάμας ατενίζει και μειδιά σαρδόνια για τα πλατωνίζοντα ιδεαλιστικά καμώματά μας.            Εδώ, παρενθετικά μια λέξη για τουςΓερμανούς. Κράτος είναι και μάλιστα πολύ φυσιολογικό που λογικά λειτουργώνταςαξιώνει θέση και ρόλο που συνάδει με την εθνοκρατική του ισχύ. Μελετώντας τηπερίοδο 1945-1990 είναι πράγματι να θαυμάσει κανείς την επιτυχή ισορροπία πουεπιτύγχαναν σημαντικοί Γερμανοί ηγέτες όπως οι Αντενάουερ, Μπράντ, Σμιτ και Κολ.Εν μέσω της δίνης που προκαλούσαν οι εναλλαγές ύφεσης και έντασης κατά τηνδιάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, πέτυχαν να επιβιώσει η Γερμανία, και, ευκαιρίαςδοθείσης, να ενωθεί ξανά. Διόλου τυχαία,συχνά ακούγαμε τον Καγκελάριο Κολ να θυμίζει την ρήση του Μπίσμαρκ ότι δεντον αφήνουν να κοιμηθεί οι εφιάλτες των αντί-γερμανικών συσπειρώσεων». Τα τελευταία χρόνια τέτοια λόγια δενακούγονται πια συχνά στην Γερμανία. Και αυτό είναι μια σημαντική αλλαγή. Τώρα, μερικές λέξειςγια την κυριαρχία παμπάλαιων προμαρξιστικών δογμάτων του αρχαϊκού δογματικούφιλελευθερισμού που θεωρούσε την αναγωγή του πολιτικού και στρατηγικούαστερισμού στον οικονομικό αστερισμό ως γραμμική υπόθεση. Η οικονομία και οιιδεολογικά εμπνευσμένοι θεσμοί, συνεχίζουν να πιστεύουν μερικοί, είναιανεξάρτητοι διαμορφωτικοί παράγοντες που λειτουργούν απρόσκοπτα ως κινητήριαδύναμη ανθρωπολογικής και πολιτικής εξομοίωσης και ολοκλήρωσης που οδηγεί σεένα λίγο πολύ ενιαίο πλανήτη. Οι άνθρωποι σύμφωνα με αυτή την λογική πειθαρχούνστους θεσμούς και διαμορφώνονται. Η πολιτική πάει περίπατο.Παραμερίζοντας απροβλημάτιστα τα στρατηγικά ζητήματα σχετικούσυμφέροντος και άνισης ανάπτυξης, αναμίχθηκαν δογματικά και συγκεχυμένα η οικονομία,το κράτος και η πολιτική. Πολλοί πείστηκαν ότι οι οικονομικές διαδράσεις είναιεπαρκής προϋπόθεση αποδυνάμωσης ή και κατάργησης της πολιτικής και τρόποςμαγικής εξαφάνισης των διακρατικών στρατηγικών προβλημάτων. Πολλοί πίστεψαν ότιγραμμικά και απρόσκοπτα οι θεσμοί, το αόρατο οικονομικό χέρι και οι χαρούμενεςαισθητικές σχέσεις θα συγκροτούσαν μια ευρωπαϊκή υπερεθνική πολιτικήανθρωπολογία που στην συνέχεια, όπως έγραψε ο Amitai Etzioni δεν θα είχε νόημανα υπάρχει μόνο στην Ευρώπη. Το εγχείρημα της ολοκλήρωσης, υποστήριξε, ναεπεκταθεί πλανητικά.  Βέβαια, όπως και άλλοι εισηγητές επισήμαναν χθες, συνέτειναν και άλλαγεγονότα τα οποία εξώθησαν τους πάντες προς τον ανορθολογισμό. Το 1985 εν μέσωπιέσεων για τον κορεσμό της διαδικασίας ολοκλήρωσης και των 300 κανονισμώνολοκλήρωσης της Ενιαίας Αγοράς που ολοκληρώθηκαν το 1992, απροβλημάτιστα ουκολίγοι αξίωναν αφόρητα μια πορεία προς οικονομική και πολιτική ολοκλήρωση. Δεν κυριάρχησε το θεμελιώδες ερώτημα για το πώς θα μπορούσε να πορευτείη Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση αν δεν συνεκτιμήσει πλήρως το γεγονός ότι η ευρωπαϊκήυπερεθνική ανθρωπολογία είναι μηδέν. Υπερεθνικοί θεσμοί υπάρχουν. Υπερεθνικοίάνθρωποι, όμως, δεν υπήρχαν και δεν υπάρχουν. Και δεν κατασκευάζονται με τηνελεύθερη κυκλοφορία προϊόντων όπως παρωχημένες λειτουργιστικές αντιλήψειςυποστήριζαν. Όμως, μηδέν πολιτική ανθρωπολογία, σημαίνει μηδέν ανθρωπολογικέςπροϋποθέσεις υιοθέτησης αμιγών υπερεθνικών θεσμών. Σημαίνει μηδενική δυνατότηταάσκησης  λαϊκής κυριαρχίας σε υπερεθνικόεπίπεδο. Σημαίνει μηδενική δημοκρατία, σημαίνει ανυπαρξία πολιτικοοικονομικούορθολογισμού και κατά συνέπεια επιτάσσει μηδενικές ανεξάρτητες υπερεθνικέςαρμοδιότητες. Οτιδήποτε τοαντίθετο συμβολίζει μηδενική πολιτική σκέψη. Όριο ο ουρανός, βέβαια, για αρμοδιότητες των υπερεθνικώνθεσμών ως εντολοδόχων των εντολέων διακυβερνητικών θεσμών. Και σε αυτή την περίπτωση, όμως, πολιτικόςορθολογισμός σημαίνει ομόφωνες αποφάσειςστο διακυβερνητικό επίπεδο και ενδυνάμωση της δημοκρατίας στο εσωτερικό κάθεκράτους μέλους.              Όπως πολλοί πλέον παραδέχονται πληνπολύ αργοπορημένα, η ΟΝΕ ήταν το κύκνειο άσμα μιας παρωχημένης καιπολιτικοστρατηγικά ελλειμματικής οικονομικίστικης αντίληψης για τον άνθρωπο, τοκράτος και το διεθνές σύστημα. Πέραν του ότι πραγματολογικά δεν έχει κανέναιστορικό έρεισμα, αγνοεί ή παρακάμπτει το γεγονός ότι το σύγχρονο διεθνέςσύστημα είναι όλως ιδιαιτέρως εθνοκρατικά και ανθρωπολογικά διαφοροποιημένο.             Πέραν αυτού, θυμίζω ότι στο πεδίοτης θεωρίας ολοκλήρωσης. Ήδη από το 1966, αυτή η συζήτηση τελείωσε με τιςγνωστές παραδοχές του Ernst Haas στην διαμάχη του με τον Stanley Hoffman. Είχεήδη γίνει φανερό ότι λειτουργική ολοκλήρωση ναι μεν συγκρότησε ένα σύστημασυναλλαγών, θεσμών και κοινών πολιτικών που διαχειρίζονταν υπερεθνικοί θεσμοίκατ’ εντολή των κρατών μελών, αλλά δεναναίρεσε και αντίθετα ενίσχυσε την θεμελιώδη εθνοκρατική διαφοροποίηση τηςΕυρώπης.             Αυτήίσως είναι και η ουσία των πάντων. Μετάτον Συμβιβασμό του Λουξεμβούργου του 1966 η θεμελίωση της ΕΕ σεεθνοκρατοκεντρική βάση ήταν μια συνειδητή από όλους και συμπεφωνημένη στάση.Συγκεκριμένα, ο ομόφωνος και σε κάθε περίπτωση συναινετικός χαρακτήρας τωναποφάσεων που συγκρότησε τις πολιτικές, τις λειτουργίες, την φυσιογνωμία καιτις εγγενείς ιδιότητες της ΕΕ προκάλεσε τα εξής:             α)Οι ανθρωπολογικές προϋποθέσεις δημοκρατικής συγκρότησης βρίσκονται εκεί όπου ηπίστη και η νομιμοφροσύνη των πολιτών νομιμοποιεί το Πολιτικό γεγονός, δηλαδήεθνοκρατικά.            β)Η λαϊκή κυριαρχία μπορεί να ασκηθεί μόνο στο εθνοκρατικό επίπεδο.             γ)Οι υπερεθνικοί θεσμοί μπορούν να είναι μόνο εντολοδόχοι. Λογικά, αποστολή τουςμπορεί να είναι μόνο να δρουν ως καταλύτες προτάσεων και ομόφωνων κοινοτικώναποφάσεων που συναρτούν ανταλλακτικά τα εθνικά συμφέροντα. Σωστά νοούμενη αυτήείναι η κοινοτική μέθοδος.            δ)Τα εθνοκράτη είναι εντολείς. Αυτό εξάλλου καταμαρτυρείται από την σταδιακήενίσχυση των διακυβερνητικών θεσμών όπως το Συμβούλιο αρχηγών κρατών, τοcoreper, τα Συμβούλια Υπουργών και τις Διακυβερνητικές Διασκέψεις.            ε)Δεν είναι τυχαίο ότι ζητήματα διπλωματίας, άμυνας και ασφάλειας που αφορούν τονπυρήνα της κρατικής κυριαρχίας ποτέ δεν είχαν υπερεθνικά χαρακτηριστικά             στ)Η δημοκρατία στην Ευρώπη εξαρτάται από τον βαθμό που οι αποφάσεις τωνσυνελεύσεων των μελών είναι συναινετικές ή και ομόφωνες.            Αυτάμόνο είναι συμβατά με την εθνοκρατική οντολογία των έξη τελευταίων δεκαετιών.Τα υπόλοιπα είναι ουτοπία, ίσως και θανατηφόρα.Χθες και σήμεραάκουσα πολλές εισηγήσεις που αναφέρθηκαν σε ορθολογικές επιλογές σε κοινωνικό,οικονομικό και πολιτικό πλαίσιο. Σωστά νοούμενες αυτές οι θεωρήσεις εμπίπτουναπολύτως στο πεδίο που μόλις σκιαγραφήθηκε. Όροι και έννοιες όπως «λογική»,«ορθός λόγος», «ορθώς διανοείσθαι», «λελογισμένως διανοείσθαι», «ορθολογισμός»«ανορθολογισμός» κτλ, αν και το μεταγενέστερο ύστερο περιεχόμενό τουςροκανίστηκε και στρεβλώθηκε από αναρίθμητα θεωρήματα και διακλαδώθηκαν σεπολλαπλάσια ιδεολογήματα διαφορετικού περιεχομένου, πολιτικά ανάγονται στην (πολιτικά)πολύ αναπτυγμένη κλασική εποχή.            Τότε όπως και σήμερα οι πολιτικοίόροι και έννοιες για να μην είναι μεταφυσικοί απαιτείται να διαθέτουν κοινωνικήαναφορά. Πολιτική αναφορά με οντολογική υπόσταση ανθρωπολογικά περιεκτική. Οιανθρωπολογικές προϋποθέσεις δεν κατασκευάζονται και μιας και δεν υπάρχει μιακοινωνική οντότητα αλλά πολλές, οι πολιτικοί όροι και έννοιες αποκτούνπεριεκτικό περιεχόμενο αν ανταποκρίνονται στην αλήθεια μιας συγκεκριμένηςκοινωνικής οντότητας και όχι όλων. Μονολεκτικά υπενθυμίζουμε τα ποικιλόμορφαδιεθνιστικά ιδεολογικά δόγματα όλων των αποχρώσεων των τελευταίων τριών αιώνωντα οποία το κάθε ένα εξ αυτών υποστηρίζει πως υπάρχει δήθεν ένας μόνο «ορθολογισμός»ο οποίος είναι κοινός για όλους τους ανθρώπους όλου του πλανήτη. Πέραν του γεγονότος ότι ποτέ δεν είχαμε ένα μόνο ορθολογισμό αλλά μιαπανσπερμία πολλών «ορθών οικουμενικών λόγων», οι ίδιες οι κοινωνίες σε κάθε έναξεχωριστό εθνοκράτος υιοθετούν τον δικό τους πολιτικό ορθολογισμό. Απόδειξη: Ηδιαφοροποίηση καταγράφεται επακριβώς αν κανείς παρατηρήσει όλες τιςσυνταγματικές και ηθικοκανονιστικές δομές κάθε εθνοκράτους για να διαπιστώσειτην κάθετη και οριζόντια διαφοροποίηση μεταξύ εθνοκρατών. Ούτε ενός εθνοκράτουςοι κοσμοθεωρητικές και ηθικές δομές δεν είναι οι ίδιες με τις αντίστοιχεςκάποιου άλλου. Κοντολογίς, οι άνθρωποι διεξάγοντας τον κοινό τους βίο στοεσωτερικό καθεμιάς ανεξάρτητης πολιτείας αποφασίσουν οι ίδιοι ποιος«ορθολογισμός» προσιδιάζει στις δικές τους ανθρωπολογικές προϋποθέσεις.                 Επειδή, ακριβώς, ο ορθολογισμός ωςανθρώπινη συμπεριφορά μπορεί να είναι μόνο πολιτικά συναρτημένος και όχι έναςμεταφυσικός ορθολογισμός, ο προσδιορισμός των ιδιοτήτων και των αρμοδιοτήτωντων υπερεθνικών δομών της ΕΕ μπορεί να προσδιοριστεί μόνο από τους ανεξάρτηταεθνοκράτη της Κοινότητας τα οποία ποτέ δεν αποφάσισαν να εγκαταλείψουν την πολιτικήτους κυριαρχία. Οι κοινοί υπερεθνικοί θεσμοί θα πρέπει να είναι συμβατοί με τηνυποκείμενη οντολογική εθνοκρατική διαφοροποίηση της ΕΕ.            Οι αιτιολογήσεις μια τέτοιας θέσηςείναι πολλές και δεν αφορούν μόνο την ΕΕ αλλά κάθε άλλη διεθνή ρύθμιση στιςδιακρατικές σχέσεις. Για παράδειγμα, αν μια υπερεθνική διάταξη, για παράδειγμαοι διατάξεις ενεός διεθνούς θεσμού, δεν ανταποκρίνονται σε μια συμπεφωνημένηταύτιση ή σύγκλιση εθνικών συμφερόντων, ο θεσμός αυτός θα ταλανίζεται απόαντιφάσεις και αντιθέσεις. Αυτό επειδή για τα μέλη ενός έθνους ο «ορθολογισμός»των άλλων εθνών όπως απορρέει από μια άλλη πολιτική ανθρωπολογία ενδέχεται ναείναι «ανορθολογισμός», και το αντίστροφο. Έτσι, στον ΟΗΕ, για παράδειγμα,συμφωνούν στην Υψηλή Αρχή της μη επέμβασης και της διακρατικής ισοτιμίας επειδήσυνάδει με τα εθνικά συμφέροντα των μελών, αλλά για άλλους θα ήταν ορθολογικόκαι για κάποιους άλλους ανορθολογικό μια πιθανή διάταξη που θα όριζε ότι ηθρησκεία διακρίνεται και διαχωρίζεται πλήρως από τους κρατικούς θεσμούς τωνμελών του ΟΗΕ. Στο πλαίσιο της ίδιας συλλογιστικής πολλά κράτη της Ευρώπηςυπέγραψαν την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ή την αντίστοιχη σύμβασητου Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου αλλά αυτό αφορά συγκεκριμένες κοινά αποδεκτέςδιατάξεις που δεν αναιρούν την εθνική τους ανεξαρτησία και την πολιτική τουςκυριαρχία. Κοντολογίς, συγκροτείται μια κοινή διακρατική δημόσια σφαίρα η οποίαανταποκρίνεται στην εθνοκρατική ανεξαρτησία και στην αξίωση όλων των κοινωνικώνοντοτήτων για πολιτική κυριαρχία και εσωτερική πολιτική αυτοδιάθεση.   Ο κάθε ορθολογισμός, επίσης, ιδιαίτερα αν αναφέρεται σε εκλογικεύσειςτης πολιτικής καθημερινότητας κάθε εθνοκράτους, απαιτείται να είναι συμβατός μετα κοσμοθεωρητικά του θεμέλια. Για να θυμηθούμε τον Κονδύλη, «συλλογικέςθεμελιώδεις στάσεις και έσχατες λογικές που εκλογικεύουν πολιτικά καιιδεολογικά συλλογικές στάσεις απέναντι στον υπόλοιπο κόσμο βρίσκονται οι ίδιεςπέραν κάθε λογικής αιτιολόγησης: Μονάχα η εκλογίκευση της θεμελιώδους στάσης ήαπόφασης μπορεί να πραγματοποιηθεί με «λογική» συνέπεια όχι η ίδια η θεμελιώδηςστάση: στα έσχατα ερωτήματα η απάντηση δίνεται με αξιωματικές αποφάνσεις.Υπάρχουν τόσες μορφές λογικής συνέπειας όσες και οι θεμελιώδεις στάσεις.Μολονότι τα τυπικά λογικά μέσα παραμένουν τα ίδια, ωστόσο υπηρετούν κάθε φοράτην εκλογίκευση θεμελιωδών αποφάσεων με διαφορετικό περιεχόμενο».Τουτέστιν, κάθε εθνοκρατική ανθρωπολογία παράγει τις δικές τηςπολιτικές εκλογικεύσεις και συγκροτεί τις δικές της συμβατές με αυτές πολιτικέςδομές. Όσο και αν προκαλεί τα αισθήματα κάθε πλατωνίζουσας ιδεαλιστικής ύπαρξηςπου κινείται πάνω στο εκκρεμές των διεθνιστικών παραδοχών, η σκέψη και μόνο ότιένα οντολογικά διαφοροποιημένο διακρατικό σύστημα μπορεί να διακυβερνηθείεξισωτικά ως και να ήταν ανθρωπολογικά εξομοιωμένο, δεν είναι μόνο ουτοπικήαλλά και επικίνδυνη για την σταθερότητα μεταξύ εθνικά ανεξάρτητων κρατών. Ηιστορία το καταμαρτυρεί καθημερινά τους τελευταίους αιώνες.Μια υπερεθνική θεσμική δομή με οικονομικές προεκτάσεις, κατά συνέπεια,δεν μπορεί παρά να λάβει υπόψη την εθνοκρατική διαφοροποίηση και οι κοινοί(υπερεθνικοί) θεσμοί να αντιστοιχούν σε συγκλίσεις συμφερόντων που συγκροτούνμια συναινετικά θεμελιωμένη διακρατική σφαίρα. Οι δε θεσμοί μιας διακρατικά συμπεφωνημένης υπερεθνικής δομής να είναιεντολοδόχοι αυτής της δημόσιας σφαίρας. Έτσι, μόνο η υπερεθνική δημόσιασφαίρα της ΕΕ μπορεί να είναι συμβατή με την διαφοροποιημένη εθνοκρατοκεντρικήπολιτική δομή της Ευρώπης. Τώρα, αυτά είναι αμιγείς αξιολογικά ελεύθερεςπεριγραφικές και ερμηνευτικές επισημάνσεις. Αν κανείς τις αμφισβητεί δεν έχειπαρά να μελετήσει την πορεία της ΟΝΕ από το 1992 μέχρι το 2012 και ιδιαίτερααπό το 2008 μέχρι το 2012. Μπορεί επίσης να ανατρέξει στην Σοβιετική εμπειρίαγια να διαπιστώσει ότι όλες οι περιπτώσεις υπερίσχυσης διεθνιστικών παραδοχώνμε ιδεολογικά πρόσημα είναι μορφικά πανομοιότυπες. Ο καθείς βέβαια είναιελεύθερος να μην μιλά γήινα αλλά να επιλέγει να μιλά εξωγήινα φτάνει να μηνπροκαλεί ανθρώπινες κακουχίες και θανάτους.   Οι τελευταίεςεπισημάνσεις μας φέρνουν σε δύο ακόμη θεμελιώδη ζητήματα. Συγκεκριμένα, στακτισμένα πλην εύθραυστα αντι-ηγεμονικά ερείσματα της ΕΕ και στις συναρτημένεςμε αυτά κοσμοθεωρητικές παραδοχές του Κοινοτικού εγχειρήματος. Το κυριότεροπολιτικοπνευματικό έρεισμα της εθνοκρατοκεντρικά δομημένης ΕΕ είναι ηαντί-ηγεμονική της φύση που σφυρηλατήθηκε επί έξη δεκαετίες. Αν η ΕΕ δεναποκτούσε αυτά τα εγγενή χαρακτηριστικά θα είχε από καιρό διαλυθεί.Ο αντί-ηγεμονισμός είναι η κοσμοθεωρία της ΕΕ και η δύναμη που τηνκρατά όρθια τις τελευταίες δεκαετίες. Γι’ αυτό και η αναβίωση γερμανικώνηγεμονικών αντιλήψεων που δεν ελέγχονται είναι άκρως  προβληματική εξέλιξη. Η επιβίωσή της ΕΕ είναι αντιστρόφωςανάλογη επίπλαστων  θεσμών, ανορθολογικώνοικονομικών πολιτικών και ηγεμονικών συμπεριφορών. Τόσο στην Ευρώπη όσο καιστον υπόλοιπο εθνοκρατοκεντρικό κόσμο η σταθερότητα και η ειρήνη δεν ήταν καιποτέ δεν θα είναι υπόθεση αλτρουισμού ή κάποιας αγαθής ανθρώπινης πρόθεσης.Συναρτάται με τη φύση κάθε διακρατικού συστήματος κάθε εποχής: Σταθερότηταέχουμε μόνο όταν διασφαλίζεται ισορροπία ισχύος και συμφερόντων και ηδυνατότητα γρήγορων αντί-ηγεμονικών συσπειρώσεων. Για να συνδέσω αυτή την θέση με την συντρέχουσα κρίση, η εγγενήςαντι-ηγεμονική κοσμοθεωρία της ΕΕ θα διασωζόταν και θα αποτελούσε τρόποδιεξόδου αν οι αντιπρόσωποι της Ελλάδας με ταχύτητα και συγκροτώντας ένααξιόπιστο πολιτικό λόγο ευρωπαϊκών προδιαγραφών συμβατό με την ευρωπαϊκήνομιμότητα και τα βαθύτερα συμφέροντα διατήρησης των μεταπολεμικών ισορροπιώνστην Ευρώπη, συνάσπιζε αντί-ηγεμονικά όχι μόνο πολλά ευρωπαϊκά κράτη αλλά καιπολλούς πολιτικοστρατηγικά σκεπτόμενους Γερμανούς. Τα ευρωπαϊκά κράτη και οικοινωνίες τους συμπεριλαμβανομένων των γερμανών έχουν πολλά να χάσουν αναναβιώσουν ανεξέλεγκτες ηγεμονικές συμπεριφορές.Συνοψίζω λοιπόν γιανα τονίσω ότι όταν τερματίστηκε ο Ψυχρός Πόλεμος και άρχισαν διαδοχικέςδιευρύνσεις, ενώ οι στρατηγικές δομές άλλαζαν με καταιγιστικούς ρυθμούς, ημέριμνα όλων λογικά έπρεπε να είναι όχι άλματα τεχνοκρατικής εμβάθυνσης αλλάπολύ μικρά βήματα ή και βήματα σημειωτόν επί τόπου για να διατηρηθεί ησυμβατότητα της οικονομικής σφαίρας με τις σφαίρες της πολιτικής, τηςστρατηγικής και της προαναφερθείσης υπαρκτής μεν πλην εύθραυστης κοινήςαντί-ηγεμονικής υφής του Ευρωπαϊκού οικοδομήματος.Το ζήτημα που ετίθετο το 1990 δεν ήταν η Ευρώπη να τρέξει πριν μπορέσεινα περπατήσει αλλά πατώντας πάνω σε στέρεα πολιτική και στρατηγική σκέψη ναδιασφαλίσει τα κεκτημένα. Δηλαδή, με σκεπτικό την εθνοκρατοκεντρική φύση της ΕΕνα κατοχυρωθεί το acquis communatauire με θεσμικοπολιτικές αναδιατάξεις που θακαθιστούσαν το νομικό και θεσμικό εποικοδόμημα συμβατό με την υποκείμενηεθνοκρατικά διαφοροποιημένη οντολογία. Αν κανείς ψάχνει για πολιτική δράση αυτόείναι το πεδίο.Αντί αυτού, το 1992 δημιουργήθηκε μια νομισματική τεχνοκρατική σφαίρααποκομμένη από τα εθνικά κοινωνικοπολιτικά συστήματα. Ενός κακού μύρια έπονται.Τις δύο τελευταίες δεκαετίες διαδοχικές και άκρως ανορθολογικές αποφάσειςαντιστρέφουν τους όρους εντολέα – εντολοδόχου σε όλα τα ενδοκρατικά καιδιακρατικά επίπεδα συμπαρασύροντας τις εθνικές πολιτικές στην μια ανορθολογικήαπόφαση μετά την άλλη. Αν αυτά δεν είναι πολιτικός ανορθολογισμός τότε τιείναι; Η δε εικόνα τεχνοκρατών που κηρύττουν ένα ξύλινο λόγο στερούμενο κάθεπολιτικής και στρατηγικής σκέψης δεν είναι μόνο αντί-αισθητικός αλλά στρατηγικάκαι πολιτικά και άκρως επικίνδυνος.

*Ταπιο πάνω αντλούν από προγενέστερες δημοσιεύσεις του συγγραφέα όπου οιενδιαφερόμενος μπορεί να αναζητήσει περιπτωσιολογικές μελέτες, τεκμηριώσεις καιθεωρητική ανάπτυξη. Κυρίως, στα εξής βιβλία που παρατίθενται με χρονολογική σειρά. 1. P. Ifestos, EuropeanPolitical Cooperation, towards a framework of supranational diplomacy?(England: Gower Publishers). 2. P. Ifestos, NuclearStrategy and European Security Dilemmas, towards an Autonomous European DefenceSystem? (England:Gower Publishers) 3. Π. Ήφαιστος, «Τοευρωπαϊκό σύστημα ασφαλείας προς το 2000», μέρος Β στο Ήφαιστος Π. &Τσαρδανίδης Χ., Το Ευρωπαϊκό σύστημαΑσφαλείας και η Ελληνική - Εξωτερική Πολιτική προς το 2000. Αθήνα: Σιδέρης).4. Π. Ήφαιστος, Ευρωπαϊκή άμυνα καιευρωπαϊκή ολοκλήρωση, η Ευρώπη των πολλών Ταχυτήτων και κατηγοριών κατά της Ευρωπαϊκής Ιδέας (Αθήνα:Οδυσσέας). 5. Π. Ήφαιστος, Διπλωματία καιστρατηγική των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων, Μεγάλης Βρετανίας, Γαλλίας,Γερμανίας (Αθήνα: Ποιότητα). 6. Π. Ήφαιστος, Θεωρία διεθνούς και ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης (Αθήνα: Ποιότητα). 7. Π.Ήφαιστος-Κ. Αρβανιτόπουλος, Ευρωατλαντικέςσχέσεις (Αθήνα: Ποιότητα 1999). 9. ΚοσμοθεωρητικήΕτερότητα και αξιώσεις πολιτικής κυριαρχίας, Ευρωπαϊκή Άμυνα, Ασφάλεια καιΠολιτική Ενοποίηση (Αθήνα: Ποιότητα). 10. Π. Ήφαιστος, Οι διεθνείς σχέσεις ως αντικείμενο επιστημονικής μελέτης στην Ελλάδακαι στο εξωτερικό, διαδρομή, αντικείμενο, περιεχόμενο και γνωσιολογικόπεριεχόμενο (Ποιότητα, Αθήνα). 11. Π. Ήφαιστος, Κοσμοθεωρία των Εθνών, Συγκρότηση και συγκράτηση των κρατών, τηςΕυρώπης και του κόσμου (Αθήνα: Ποιότητα). Στο κεφάλαιο 6 του τελευταίουβιβλίου αναλύονται οι προϋποθέσεις εξορθολογισμού της ΕΕ σύμφωνα με τηνοντολογική διαφοροποίηση του εθνοκρατοκεντρικού συστήματος της Ευρωπαϊκήςολοκλήρωσης.
InfoGnomon
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ