2013-05-31 16:05:04
Φωτογραφία για Σε ποιά περίπτωση επιτρέπεται η δημοσίευση στοιχείων συλληφθέντος
Γράφει ο Χρήστος Ηλ. Τσίχλης, Δικηγόρος Αθηνών

Κάθε άνθρωπος είναι αθώος μέχρι αποδείξεως της ενοχής του. Η ενοχή αποδεικνύεται στα και ανακοινώνεται από τα δικαστήρια.

Όταν κάποιος, λοιπόν, συλλαμβάνεται παραμένει αθώος μέχρι της ανακηρύξεώς του ως ενόχου από το δικαστή του, ακόμα κι αν συνελήφθη επ αυτοφώρο.Ακόμη κι αν ένας φερόμενος δράστης αναφέρεται ότι ομολόγησε, δεν σημαίνει ότι έχει αυτομάτως παραιτηθεί από το τεκμήριο της αθωότητάς του.

Ο σεβασμός του τεκμηρίου αθωότητας αφορά τα μέσα ενημέρωσης ως δεοντολογικός κανόνας, ο οποίος θεσπίζεται σε κάθε κώδικα δημοσιογραφικής δεοντολογίας.Εξαίρεση αναγνωρίζεται από ορισμένες δικαιοδοσίες για εγκλήματα που μπορεί να τελούνται κατ εξακολούθηση, όπως τα σεξουαλικά αδικήματα και έμποροι ναρκωτικών.Σε αυτή την περίπτωση,η δημοσίευση στοιχείων-φωτογραφιών,κρίνεται αναγκαία,ώστε να συγκεντρωθούν περισσότερα στοιχεία από πιθανά θύματα ή μάρτυρες.


Οι φωτογραφίες και τα στοιχεία συλληφθέντων,δίνονται στην δημοσιότητα,κατόπιν σχετικής Διάταξης της Εισαγγελίας .Μέχρι πρόσφατα,η εισαγγελική διάταξη με την οποία επιτρέπεται η δημοσίευση στοιχείων,μπορούσε να εκδοθεί άμεσα.Τώρα,η διαδικασία αυτή καθυστερεί ολίγες ημέρες,καθώς προβλέπεται δικαίωμα του συλληφθέντος,να ζητήσει την προστασία των προσωπικών του δεδομένων και τη μη δημοσίευση προσωπικών του στοιχείων.Το αιτημά του εξετάζεται και με σχετική εισαγγελική διάταξη,δίδεται εντολή για δημοσίευση ή όχι.

Το άρθρο 2 στοιχ. β εδαφ. β του ν. 2472/1997, όπως αντικαταστάθηκε με την

παραγ. 3 ογδόου άρθρου του ν. 3625/2007, ορίζει ότι: «ειδικά για τα σχετικά με ποινικές διώξεις ή καταδίκες (δεδομένα) δύναται να επιτραπεί η δημοσιοποίηση μόνον από την εισαγγελική αρχή για τα αδικήματα που αναφέρονται στο εδάφιο β της παραγράφου 2 του άρθρου 3 με διάταξη του αρμόδιου Εισαγγελέα Πρωτοδικών ή του Εισαγγελέα Εφετών, εάν η υπόθεση εκκρεμεί στο Εφετείο.Η δημοσιοποίηση αυτή αποσκοπεί στην προστασία του κοινωνικού συνόλου, των ανηλίκων, των ευάλωτων ή ανίσχυρων πληθυσμιακών ομάδων και προς ευχερέστερη πραγμάτωση της αξίωσης της Πολιτείας για τον κολασμό των παραπάνω αδικημάτων».

Με την ανωτέρω διάταξη η διενέργεια της συγκεκριμένης επεξεργασίας, δηλαδή της δημοσιοποίησης προσωπικών δεδομένων σχετικών με ποινικές διώξεις ή καταδίκες και των λοιπών στοιχείων των κατηγορουμένων προσώπων, που συνδέονται με αυτές, ανατίθεται στην Εισαγγελική Αρχή. Η θεσπιζόμενη, αρμοδιότητα των εισαγγελικών αρχών δεν αποτελεί αμιγώς διοικητική αρμοδιότητα του εισαγγελέως, η οποία επίσης εκφεύγει του δικαστικού ελέγχου, με βάση το οργανικό κριτήριο, ως πράξη προερχομένη από όργανο της δικαστικής εξουσίας, αλλά μπορεί να ενταχθεί στο έργο της απονομής της δικαιοσύνης, με το οποίο είναι επιφορτισμένες κατά το Σύνταγμα (άρθρο 87 επ.) οι δικαστικές και εισαγγελικές αρχές, καθώς λαμβάνει χώρα κατά τη διερεύνηση μίας ποινικής υπόθεσης, με τη διενέργεια προανακρίσεως, ή κυρίας ανακρίσεως, που ως σκοπό έχουν την βεβαίωση εγκλημάτων, που αναφέρονται στην διάταξη και απαριθμούνται ενδεικτικώς σ αυτή και κατατείνει στον κολασμό τους.

Με το άρθρο 9Α του Συντάγματος κατοχυρώνεται το δικαίωμα στην προστασία

των προσωπικών δεδομένων. Οι θεμελιώδεις αρχές του δικαιώματος αυτού προκύπτουν

όχι μόνο από την Οδηγία 95/46/ΕΚ αλλά και από διεθνή κείμενα που έχει κυρώσει η

Ελλάδα. Ειδικότερα, πυρήνα του δικαιώματος που τυποποιείται στο άρθρο 9Α Σ, ο

οποίος δεν μπορεί να θιγεί από τον κοινό νομοθέτη, αποτελούν η αρχή της θεμελίωσης της επεξεργασίας στο νόμο, η αρχή του σκοπού και της αναλογικότητας (με την ειδικότερη έννοια της αναγκαιότητας και της προσφορότητας), η καταρχήν απαγόρευση της επεξεργασίας ευαίσθητων δεδομένων, η κατοχύρωση δικαιωμάτων των υποκειμένων των δεδομένων καθώς και η ανάθεση του ελέγχου τήρησης των παραπάνω κανόνων σε ανεξάρτητη αρχή. Οι αρχές αυτές αποτελούν και περιεχόμενο του ν. 2472/1997.

Ειδικότερα τυγχάνει αυτονόητο ότι οι εισαγγελικές αρχές, κατά την άσκηση

της εν λόγω αρμοδιότητάς τους, ως εγγυητές της τήρησης του Συντάγματος και του

νόμου, θα εφαρμόζουν τη διάταξη του άρθρου 9Α Σ ,και ειδικότερα την αρχή της αναλογικότητας.

Κατά συνέπεια, ενεργώντας σύμφωνα με την αρχή αυτή, θα κρίνουν, αν για την επίτευξη των σκοπών της ανωτέρω διατάξεως (η προσφυγή στην οποία πρέπει να γίνεται με φειδώ), κρίνεται επιβεβλημένη η δημοσιοποίηση δεδομένων σχετικών με ποινικές διώξεις ή καταδίκες και θα λαμβάνουν υπόψη τους ότι η, κατ εφαρμογή της ως άνω διάταξης, δημοσιοποίηση είναι ανεκτή,κατά το Σύνταγμα και το ν. 2472/1997, μόνον όταν τα δημοσιοποιούμενα προσωπικά δεδομένα είναι απολύτως αναγκαία και πρόσφορα για την επίτευξη του επιδιωκόμενου και αναφερόμενου, κατά περίπτωση, στην εισαγγελική διάταξη σκοπού της προστασίας του κοινωνικού συνόλου, των ανηλίκων ή της βεβαίωσης καθ όλη της την έκταση της

συγκεκριμένης αξιόποινης πράξης, για την οποία ασκήθηκε ποινική δίωξη και

διενεργείται προανάκριση ή κυρία ανάκριση, στο πλαίσιο της οποίας και αποφασίσθηκε η δημοσιοποίηση.Επίσης ο επιφορτισμένος να εκδώσει την διάταξη θα εκτιμά το γεγονός να εξυπηρετείται ο σκοπός αυτός με μόνη την αναφορά της ποινικής δίωξης και των απολύτως απαραίτητων και στενώς συνδεδεμένων με αυτή προσδιοριστικών του φερόμενου ως δράστη στοιχείων, και θα αποφεύγει, την πλεοναστική δημοσιοποίηση προσωπικών δεδομένων και δη ευαίσθητων, ενόψει και των επαχθών συνεπειών της εκθέσεως στην δημοσιότητα των εν λόγω δεδομένων, που στο πλείστο των περιπτώσεων τυγχάνουν μη αναστρέψιμες.

Η εισαγγελική διάταξη πρέπει να είναι ειδικώς και πλήρως αιτιολογημένη και να εξειδικεύει τον σκοπό που επιβάλλει, στην συγκεκριμένη περίπτωση, τη δημοσιοποίηση των στοιχείων που εξαντλητικά θα αναφέρει.Η εισαγγελική διάταξη θα αναφέρει τον τρόπο με τον οποίο θα πραγματοποιηθεί η δημοσιοποίηση, καθώς και το χρονικό διάστημα που θα διαρκέσει,για να μη καταλείπονται περιθώρια διακριτικής ευχέρειας στις Αρχές που θα κληθούν να την εφαρμόσουν. Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ