2013-07-08 17:21:58
Γράφει ο Γιάννης Ρουμπάτης
Ο διεθνής συσχετισμός δυνάμεων στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσόγειου, στην περίοδο μετά τη λεγόμενη Αραβική Άνοιξη, οι συγκρούσεις στη Συρία και η εμπλοκή του Ιράν σε αυτές, η παρουσία της Τουρκίας στο Ιράκ, καθώς και η συνεχιζόμενη αναταραχή στην Τυνησία και τη Λιβύη και η αστάθεια στην Αίγυπτο, συνθέτουν ένα νέο γεωπολιτικό σκηνικό, το οποίο επηρεάζει άμεσα τις εξελίξεις στην Κύπρο. Συνέπεια αυτών των εξελίξεων είναι ότι ισχυρές χώρες με γεωστρατηγικά συμφέροντα στην περιοχή, αλλά και άλλες με ισχυρό οικονομικό ενδιαφέρον, προωθούν τους τελευταίους μήνες ιδέες για ένα νέο σχέδιο το οποίο θεωρούν ότι «θα οδηγεί, σε βάθος χρόνου, σε μια συνολική λύση του Κυπριακού».
Το σχέδιο αυτό θα περιλαμβάνει τις περισσότερες ρυθμίσεις που προέβλεπε το Σχέδιο Ανάν ως προς το εσωτερικό της χώρας και τα επί μέρους προς επίλυση θέματα. Επίσης ενσωματώνονται στο σχέδιο «ιδέες» οι οποίες «απορρέουν από τις συζητήσεις που έγιναν την περίοδο της προηγούμενης Προεδρίας της Κυπριακής Δημοκρατίας» αλλά και άλλες που προέρχονται από συζητήσεις που έχουν γίνει τις τελευταίες τρεις δεκαετίες για το Κυπριακό
. Οι εξελίξεις αυτές είναι σε γνώση της κυπριακής κυβέρνησης και δεν είναι τυχαίο ότι ο Κύπριος Υπουργός Εξωτερικών πρόσφατα δήλωσε ότι στόχευση της κυβέρνησης του κ. Αναστασιάδη είναι η επανέναρξη των συνομιλιών από τον προσεχή Οκτώβριο.
Ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι η αμερικανική διοίκηση δεν συμμερίζεται την αισιοδοξία κάποιων συνομιλητών της όσον αφορά στη δυνατότητα εξεύρεσης λύσης αυτή τη στιγμή, αλλά παρ' όλα αυτά αποτελεί την κινητήρια δύναμη στις ενέργειες για αναβίωση κάποιας παραλλαγής του Σχεδίου Ανάν. Προφανώς, επιδίωξη της Ουάσινγκτον είναι οι «ιδέες» που διακινούνται να καταλήξουν σε κάποιο πλαίσιο συμφωνίας το οποίο στο μέλλον θα οδηγεί σε συνολική συμφωνία.
Οι εμπνευστές του νέου σχεδίου θεωρούν ότι η σημερινή συγκυρία ευνοεί την αναβίωση της προσπάθειας για προσωρινή -έστω- λύση του Κυπριακού. Λύση η οποία θα είναι αποδεκτή από ένα ευρύ φάσμα δυνάμεων, συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας, παρά τα σοβαρά εσωτερικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα αυτή.
Εκτιμούν ότι οι εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου καθώς και εκείνες στην ίδια την Κυπριακή Δημοκρατία μετά την εκλογή του νέου Προέδρου που, ενδεχομένως, θα είναι πολύ πιο «ευέλικτος» στο θέμα του περιεχομένου της λύσης, ευνοούν μια «νέα προσπάθεια». Επιπλέον πιστεύουν ότι η οικονομική κατάρρευση της Κύπρου, σε συνάρτηση με τις εξελίξεις στα ενεργειακά θέματα, αφήνουν μεγάλα περιθώρια για άσκηση πιέσεων που θα οδηγήσουν σε «αποδεκτό αποτέλεσμα». Αποτέλεσμα το οποίο, αυτή τη φορά, θα τους επιτρέψει να επιτύχουν αυτό που δεν επέτυχαν με το Σχέδιο Ανάν λίγο πριν την ένταξη του κυπριακού κράτους στην Ευρωπαϊκή Ένωση: την κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Η απόρριψη του Σχεδίου Ανάν την Άνοιξη του 2004 από τη συντριπτική πλειοψηφία των Κυπρίων πολιτών δεν τους έδωσε τη δυνατότητα να διχοτομήσουν με μόνιμο τρόπο την Κύπρο, δηλαδή να διχοτομήσουν την κοινωνία, την οικονομία και τους θεσμούς και να επιτρέψουν στην Τουρκία να ασκεί πλήρη πολιτικό και στρατιωτικό έλεγχο στο σύνολο του εδάφους της Κύπρου.
Στο νέο σχέδιο δεν θα διασφαλίζεται ότι η Ενωμένη Κύπρος θα έχει ενιαία κυριαρχία και μια διεθνή προσωπικότητα. Στόχος του νέου σχεδίου θα είναι η δημιουργία μιας «χαλαρής συνομοσπονδίας» με ταυτόχρονη αναγνώριση των δυο συνιστωσών και αναγνώριση μιας οιονεί κρατικής οντότητας που θα εκπροσωπεί τις επιμέρους συνιστώσες στο διεθνή χώρο.
Στις «ιδέες» που ανταλλάσσονται δίνεται ειδική έμφαση στις διευθετήσεις για το σύστημα ασφάλειας το οποίο θα εφαρμοστεί, καθώς και στις ρυθμίσεις που αφορούν στη «στρατηγική παρουσία» και τη «διεθνή συμπεριφορά» του κρατικού μορφώματος που επιθυμούν να δημιουργηθεί στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Στην ουσία, δηλαδή, προβλέπεται μειωμένη εθνική κυριαρχία για το κράτος που θα προκύψει και έλεγχος των επιλογών του σε θέματα άσκησης εξωτερικής πολιτικής.
Τα ενεργειακά θέματα παίζουν καθοριστικό ρόλο στις «ιδέες» που ανταλλάσσονται για τη «διευθέτηση του Κυπριακού». Αυτό γίνεται εν γνώση όλων των ενδιαφερομένων πλευρών, παρά τις όποιες διαψεύσεις επακολουθήσουν για το αντίθετο από τους εμπλεκομένους στη σύνταξη του σχεδίου ή από εκείνους που έχουν λάβει γνώσει των «ιδεών» που διακινούνται.
Όλες οι πληροφορίες συγκλίνουν ότι το νέο σχέδιο περιλαμβάνει διευθετήσεις που αφορούν σε ενεργειακά θέματα. Οι διευθετήσεις αυτές θα «λαμβάνουν σοβαρά υπόψη» τις «ανησυχίες» της Τουρκίας, τη συμμετοχή της -μέσω των Τουρκοκυπρίων- στο μοίρασμα των οικοπέδων και την εξεύρεση ενός modus vivendi ώστε στο μέλλον «να μην επαναληφθούν μονομερείς ενέργειες της ελληνοκυπριακής συνιστώσας». Οι διευθετήσεις αυτές έχουν άμεσες και σοβαρές επιπτώσεις και για τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα. Αν, τελικά, αυτές παραμείνουν ως έχουν, στην ουσία δεν θα υπάρχει η δυνατότητα να εφάπτονται οι ΑΟΖ Κύπρου και Ελλάδος.
Θα πρέπει να επισημανθεί ότι από το 2003 που η Κύπρος προσέγγισε την ελληνική κυβέρνηση και ζήτησε να προχωρήσουν στην οριοθέτηση της ΑΟΖ, η Ελλάδα αρνήθηκε την οριοθέτηση με αναφορές «στην ανάγκη να μην προκαλέσουμε την Τουρκία». Είναι χαρακτηριστικό ότι αυτή η επωδός επαναλαμβανόταν συνεχώς από την εκάστοτε πολιτική ηγεσία του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών, είτε σε αυτό ηγείτο άνδρας, είτε γυναίκα. Ο ίδιος ο Τάσσος Παπαδόπουλος επανειλημμένα επεσήμανε σε συνομιλητές του την ενόχλησή του για αυτή τη στάση των κυβερνήσεων στην Αθήνα.
Βέβαια, οι ελληνικές φοβικές εμμονές δεν σταμάτησαν την κυπριακή κυβέρνηση. Η Κύπρος οριοθέτησε τα θαλάσσια σύνορά της με την Αίγυπτο το Φεβρουάριο του 2003 και με το Λίβανο στις αρχές του 2007. Στο πρώτο εξάμηνο του 2007 η Κύπρος προχώρησε στον πρώτο γύρο υποβολής αιτήσεων αδειών έρευνας και αδειών εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων. Το Δεκέμβριο του 2010 υπογράφηκε η συμφωνία μεταξύ Κύπρου και Ισραήλ.
Με δεδομένη την προϊστορία της εμπλοκής της Αθήνας στα θέματα της κυπριακής ΑΟΖ και την απροθυμία των ελληνικών κυβερνήσεων ακόμη και να προχωρήσουν στην ανακήρυξη ΑΟΖ, είναι πραγματικά εντυπωσιακό και ενδεχομένως υποκριτικό το ενδιαφέρον που έδειξε στο πρόσφατο ταξίδι του στη Λευκωσία, ο Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών ζητώντας από τον Κύπριο ομόλογο του «την παροχή τεχνογνωσίας» σε θέματα οριοθέτησης ΑΟΖ. Πόσο μάλλον που ο ίδιος ο κ. Βενιζέλος έχει ήδη πρόσβαση σε αυτή την τεχνογνωσία και, επιπλέον, στενός του φίλος και -ως πρόσφατα- άτυπος συνεργάτης του, θεωρείται από τους κορυφαίους Έλληνες επιστήμονες στα θέματα ΑΟΖ. Είναι χαρακτηριστικό ότι πρόσφατα το περιοδικό Economist από αυτόν τον Έλληνα επιστήμονα ζήτησε να πάρει μέρος σε δημόσια αντιπαράθεση (debate) που οργάνωσε για θέματα ΑΟΖ. Μάλιστα, ο ίδιος ο κ. Βενιζέλος, ακριβώς για τις γνώσεις του αυτές, τον είχε τοποθετήσει τέταρτο στον κατάλογο των υποψηφίων βουλευτών Επικρατείας του κόμματός του.
Έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον ότι, σύμφωνα με πληροφορίες, στο νέο σχέδιο θα λαμβάνεται ειδική μέριμνα ώστε στο μέλλον να μην υπάρχει οποιαδήποτε δυνατότητα για την κυβέρνηση του κρατικού μορφώματος που θα προκύψει, να θέτει θέμα επανεξέτασης του καθεστώτος των βρετανικών βάσεων και διευκολύνσεων στην Κύπρο. Στην πραγματικότητα, στο νέο σχέδιο θα αφαιρείται από το κυπριακό κράτος η δυνατότητα να ασκεί κυριαρχία και κυριαρχικά δικαιώματα στο σύνολο της νήσου, όπως προβλέπεται από το Διεθνές Δίκαιο.
Σύμφωνα με πληροφορίες από την Ουάσιγκτον, αλλά και ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, οι συζητήσεις που διεξάγονται για το νέο σχέδιο βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο και ήδη αναλύονται εναλλακτικές επιλογές για «μια ορθότερη επικοινωνιακή παρουσίαση του σχεδίου από εκείνη που οδήγησε στην ατυχή κατάληξη του δημοψηφίσματος την προηγούμενη φορά», όπως χαρακτηριστικά είπε ανώτερος Ευρωπαίος αξιωματούχος που έχει υπόψη του λεπτομέρειες για το σχέδιο αυτό. Ο ίδιος επέμενε ότι «πολιτικοί και τεχνοκράτες στη Λευκωσία συνεισφέρουν στη διαμόρφωση του σχεδίου», αλλά αρνήθηκε να τους κατονομάσει. Δεν έγινε δυνατόν να ελεγχθεί κατά πόσο ο ισχυρισμός αυτός έχει βάση στην πραγματικότητα ή αν αποτελεί μέρος από την επικοινωνιακή καταιγίδα που ήδη ετοιμάζεται και η οποία θα ακολουθήσει την απόφαση για παρουσίαση των «ιδεών» του νέου σχεδίου.
Αν λάβει κανείς υπόψη το επικοινωνιακό όργιο που έζησαν οι Κύπριοι πολίτες το 2004, όταν Πρόεδρος ήταν ο Τάσσος Παπαδόπουλος, που από την πρώτη στιγμή αντιτάχθηκε στο Σχέδιο Ανάν, όλοι μπορούμε να φανταστούμε τι πρόκειται να συμβεί μόλις ανακοινωθεί έστω και ένα μέρος των «ιδεών» που θα περιλαμβάνει το νέο σχέδιο, τώρα που στη θέση του Προέδρου βρίσκεται ο κ. Νίκος Αναστασιάδης.
Το πρόβλημα επιτείνεται καθώς η απόλυτη οικονομική εξασθένηση της Κυπριακής Δημοκρατίας διευκολύνει εκείνους που δεν θα διστάσουν να πιέσουν, με όλα τα μέσα και ακόμη πιο απροκάλυπτα από ότι έκαναν το 2004, πολιτικούς, οικονομικούς παράγοντες, δημοσιογράφους και δημοσιογραφικούς οργανισμούς. I-Reporter
Ο διεθνής συσχετισμός δυνάμεων στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσόγειου, στην περίοδο μετά τη λεγόμενη Αραβική Άνοιξη, οι συγκρούσεις στη Συρία και η εμπλοκή του Ιράν σε αυτές, η παρουσία της Τουρκίας στο Ιράκ, καθώς και η συνεχιζόμενη αναταραχή στην Τυνησία και τη Λιβύη και η αστάθεια στην Αίγυπτο, συνθέτουν ένα νέο γεωπολιτικό σκηνικό, το οποίο επηρεάζει άμεσα τις εξελίξεις στην Κύπρο. Συνέπεια αυτών των εξελίξεων είναι ότι ισχυρές χώρες με γεωστρατηγικά συμφέροντα στην περιοχή, αλλά και άλλες με ισχυρό οικονομικό ενδιαφέρον, προωθούν τους τελευταίους μήνες ιδέες για ένα νέο σχέδιο το οποίο θεωρούν ότι «θα οδηγεί, σε βάθος χρόνου, σε μια συνολική λύση του Κυπριακού».
Το σχέδιο αυτό θα περιλαμβάνει τις περισσότερες ρυθμίσεις που προέβλεπε το Σχέδιο Ανάν ως προς το εσωτερικό της χώρας και τα επί μέρους προς επίλυση θέματα. Επίσης ενσωματώνονται στο σχέδιο «ιδέες» οι οποίες «απορρέουν από τις συζητήσεις που έγιναν την περίοδο της προηγούμενης Προεδρίας της Κυπριακής Δημοκρατίας» αλλά και άλλες που προέρχονται από συζητήσεις που έχουν γίνει τις τελευταίες τρεις δεκαετίες για το Κυπριακό
Ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι η αμερικανική διοίκηση δεν συμμερίζεται την αισιοδοξία κάποιων συνομιλητών της όσον αφορά στη δυνατότητα εξεύρεσης λύσης αυτή τη στιγμή, αλλά παρ' όλα αυτά αποτελεί την κινητήρια δύναμη στις ενέργειες για αναβίωση κάποιας παραλλαγής του Σχεδίου Ανάν. Προφανώς, επιδίωξη της Ουάσινγκτον είναι οι «ιδέες» που διακινούνται να καταλήξουν σε κάποιο πλαίσιο συμφωνίας το οποίο στο μέλλον θα οδηγεί σε συνολική συμφωνία.
Οι εμπνευστές του νέου σχεδίου θεωρούν ότι η σημερινή συγκυρία ευνοεί την αναβίωση της προσπάθειας για προσωρινή -έστω- λύση του Κυπριακού. Λύση η οποία θα είναι αποδεκτή από ένα ευρύ φάσμα δυνάμεων, συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας, παρά τα σοβαρά εσωτερικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα αυτή.
Εκτιμούν ότι οι εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου καθώς και εκείνες στην ίδια την Κυπριακή Δημοκρατία μετά την εκλογή του νέου Προέδρου που, ενδεχομένως, θα είναι πολύ πιο «ευέλικτος» στο θέμα του περιεχομένου της λύσης, ευνοούν μια «νέα προσπάθεια». Επιπλέον πιστεύουν ότι η οικονομική κατάρρευση της Κύπρου, σε συνάρτηση με τις εξελίξεις στα ενεργειακά θέματα, αφήνουν μεγάλα περιθώρια για άσκηση πιέσεων που θα οδηγήσουν σε «αποδεκτό αποτέλεσμα». Αποτέλεσμα το οποίο, αυτή τη φορά, θα τους επιτρέψει να επιτύχουν αυτό που δεν επέτυχαν με το Σχέδιο Ανάν λίγο πριν την ένταξη του κυπριακού κράτους στην Ευρωπαϊκή Ένωση: την κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Η απόρριψη του Σχεδίου Ανάν την Άνοιξη του 2004 από τη συντριπτική πλειοψηφία των Κυπρίων πολιτών δεν τους έδωσε τη δυνατότητα να διχοτομήσουν με μόνιμο τρόπο την Κύπρο, δηλαδή να διχοτομήσουν την κοινωνία, την οικονομία και τους θεσμούς και να επιτρέψουν στην Τουρκία να ασκεί πλήρη πολιτικό και στρατιωτικό έλεγχο στο σύνολο του εδάφους της Κύπρου.
Στο νέο σχέδιο δεν θα διασφαλίζεται ότι η Ενωμένη Κύπρος θα έχει ενιαία κυριαρχία και μια διεθνή προσωπικότητα. Στόχος του νέου σχεδίου θα είναι η δημιουργία μιας «χαλαρής συνομοσπονδίας» με ταυτόχρονη αναγνώριση των δυο συνιστωσών και αναγνώριση μιας οιονεί κρατικής οντότητας που θα εκπροσωπεί τις επιμέρους συνιστώσες στο διεθνή χώρο.
Στις «ιδέες» που ανταλλάσσονται δίνεται ειδική έμφαση στις διευθετήσεις για το σύστημα ασφάλειας το οποίο θα εφαρμοστεί, καθώς και στις ρυθμίσεις που αφορούν στη «στρατηγική παρουσία» και τη «διεθνή συμπεριφορά» του κρατικού μορφώματος που επιθυμούν να δημιουργηθεί στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Στην ουσία, δηλαδή, προβλέπεται μειωμένη εθνική κυριαρχία για το κράτος που θα προκύψει και έλεγχος των επιλογών του σε θέματα άσκησης εξωτερικής πολιτικής.
Τα ενεργειακά θέματα παίζουν καθοριστικό ρόλο στις «ιδέες» που ανταλλάσσονται για τη «διευθέτηση του Κυπριακού». Αυτό γίνεται εν γνώση όλων των ενδιαφερομένων πλευρών, παρά τις όποιες διαψεύσεις επακολουθήσουν για το αντίθετο από τους εμπλεκομένους στη σύνταξη του σχεδίου ή από εκείνους που έχουν λάβει γνώσει των «ιδεών» που διακινούνται.
Όλες οι πληροφορίες συγκλίνουν ότι το νέο σχέδιο περιλαμβάνει διευθετήσεις που αφορούν σε ενεργειακά θέματα. Οι διευθετήσεις αυτές θα «λαμβάνουν σοβαρά υπόψη» τις «ανησυχίες» της Τουρκίας, τη συμμετοχή της -μέσω των Τουρκοκυπρίων- στο μοίρασμα των οικοπέδων και την εξεύρεση ενός modus vivendi ώστε στο μέλλον «να μην επαναληφθούν μονομερείς ενέργειες της ελληνοκυπριακής συνιστώσας». Οι διευθετήσεις αυτές έχουν άμεσες και σοβαρές επιπτώσεις και για τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα. Αν, τελικά, αυτές παραμείνουν ως έχουν, στην ουσία δεν θα υπάρχει η δυνατότητα να εφάπτονται οι ΑΟΖ Κύπρου και Ελλάδος.
Θα πρέπει να επισημανθεί ότι από το 2003 που η Κύπρος προσέγγισε την ελληνική κυβέρνηση και ζήτησε να προχωρήσουν στην οριοθέτηση της ΑΟΖ, η Ελλάδα αρνήθηκε την οριοθέτηση με αναφορές «στην ανάγκη να μην προκαλέσουμε την Τουρκία». Είναι χαρακτηριστικό ότι αυτή η επωδός επαναλαμβανόταν συνεχώς από την εκάστοτε πολιτική ηγεσία του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών, είτε σε αυτό ηγείτο άνδρας, είτε γυναίκα. Ο ίδιος ο Τάσσος Παπαδόπουλος επανειλημμένα επεσήμανε σε συνομιλητές του την ενόχλησή του για αυτή τη στάση των κυβερνήσεων στην Αθήνα.
Βέβαια, οι ελληνικές φοβικές εμμονές δεν σταμάτησαν την κυπριακή κυβέρνηση. Η Κύπρος οριοθέτησε τα θαλάσσια σύνορά της με την Αίγυπτο το Φεβρουάριο του 2003 και με το Λίβανο στις αρχές του 2007. Στο πρώτο εξάμηνο του 2007 η Κύπρος προχώρησε στον πρώτο γύρο υποβολής αιτήσεων αδειών έρευνας και αδειών εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων. Το Δεκέμβριο του 2010 υπογράφηκε η συμφωνία μεταξύ Κύπρου και Ισραήλ.
Με δεδομένη την προϊστορία της εμπλοκής της Αθήνας στα θέματα της κυπριακής ΑΟΖ και την απροθυμία των ελληνικών κυβερνήσεων ακόμη και να προχωρήσουν στην ανακήρυξη ΑΟΖ, είναι πραγματικά εντυπωσιακό και ενδεχομένως υποκριτικό το ενδιαφέρον που έδειξε στο πρόσφατο ταξίδι του στη Λευκωσία, ο Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών ζητώντας από τον Κύπριο ομόλογο του «την παροχή τεχνογνωσίας» σε θέματα οριοθέτησης ΑΟΖ. Πόσο μάλλον που ο ίδιος ο κ. Βενιζέλος έχει ήδη πρόσβαση σε αυτή την τεχνογνωσία και, επιπλέον, στενός του φίλος και -ως πρόσφατα- άτυπος συνεργάτης του, θεωρείται από τους κορυφαίους Έλληνες επιστήμονες στα θέματα ΑΟΖ. Είναι χαρακτηριστικό ότι πρόσφατα το περιοδικό Economist από αυτόν τον Έλληνα επιστήμονα ζήτησε να πάρει μέρος σε δημόσια αντιπαράθεση (debate) που οργάνωσε για θέματα ΑΟΖ. Μάλιστα, ο ίδιος ο κ. Βενιζέλος, ακριβώς για τις γνώσεις του αυτές, τον είχε τοποθετήσει τέταρτο στον κατάλογο των υποψηφίων βουλευτών Επικρατείας του κόμματός του.
Έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον ότι, σύμφωνα με πληροφορίες, στο νέο σχέδιο θα λαμβάνεται ειδική μέριμνα ώστε στο μέλλον να μην υπάρχει οποιαδήποτε δυνατότητα για την κυβέρνηση του κρατικού μορφώματος που θα προκύψει, να θέτει θέμα επανεξέτασης του καθεστώτος των βρετανικών βάσεων και διευκολύνσεων στην Κύπρο. Στην πραγματικότητα, στο νέο σχέδιο θα αφαιρείται από το κυπριακό κράτος η δυνατότητα να ασκεί κυριαρχία και κυριαρχικά δικαιώματα στο σύνολο της νήσου, όπως προβλέπεται από το Διεθνές Δίκαιο.
Σύμφωνα με πληροφορίες από την Ουάσιγκτον, αλλά και ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, οι συζητήσεις που διεξάγονται για το νέο σχέδιο βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο και ήδη αναλύονται εναλλακτικές επιλογές για «μια ορθότερη επικοινωνιακή παρουσίαση του σχεδίου από εκείνη που οδήγησε στην ατυχή κατάληξη του δημοψηφίσματος την προηγούμενη φορά», όπως χαρακτηριστικά είπε ανώτερος Ευρωπαίος αξιωματούχος που έχει υπόψη του λεπτομέρειες για το σχέδιο αυτό. Ο ίδιος επέμενε ότι «πολιτικοί και τεχνοκράτες στη Λευκωσία συνεισφέρουν στη διαμόρφωση του σχεδίου», αλλά αρνήθηκε να τους κατονομάσει. Δεν έγινε δυνατόν να ελεγχθεί κατά πόσο ο ισχυρισμός αυτός έχει βάση στην πραγματικότητα ή αν αποτελεί μέρος από την επικοινωνιακή καταιγίδα που ήδη ετοιμάζεται και η οποία θα ακολουθήσει την απόφαση για παρουσίαση των «ιδεών» του νέου σχεδίου.
Αν λάβει κανείς υπόψη το επικοινωνιακό όργιο που έζησαν οι Κύπριοι πολίτες το 2004, όταν Πρόεδρος ήταν ο Τάσσος Παπαδόπουλος, που από την πρώτη στιγμή αντιτάχθηκε στο Σχέδιο Ανάν, όλοι μπορούμε να φανταστούμε τι πρόκειται να συμβεί μόλις ανακοινωθεί έστω και ένα μέρος των «ιδεών» που θα περιλαμβάνει το νέο σχέδιο, τώρα που στη θέση του Προέδρου βρίσκεται ο κ. Νίκος Αναστασιάδης.
Το πρόβλημα επιτείνεται καθώς η απόλυτη οικονομική εξασθένηση της Κυπριακής Δημοκρατίας διευκολύνει εκείνους που δεν θα διστάσουν να πιέσουν, με όλα τα μέσα και ακόμη πιο απροκάλυπτα από ότι έκαναν το 2004, πολιτικούς, οικονομικούς παράγοντες, δημοσιογράφους και δημοσιογραφικούς οργανισμούς. I-Reporter
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ