2013-07-18 09:02:05
Φωτογραφία για Παράμετροι της κρίσης.  Σύντομη ενδοσκόπηση στο μη προφανές
του Γεωργίου Κ. Τασούδη

Η διαμορφούμενη δημοσιονομική κατάσταση στην Ελλάδα, θα μπορούσε να αποτελέσει πρόκληση και πεδίο δόξης λαμπρό αφενός για δυναμικές και ενίοτε ευφάνταστες πρωτοβουλίες αποκατάστασης και επαναδημιουργίας αφετέρου και πάνω από όλα για μία γενναία και τολμηρή ενδοσκόπηση η οποία δυνητικά να οδηγήσει στην ανακάλυψη μέχρι πρότινος ανείδωτων, παραγνωρισμένων ή σκοπίμως υποτιμημένων πηγών λύσεων και πτυχών του προβλήματος, όχι απαραιτήτως άμεσα οικονομικών.

Ο Άλμπερτ Αϊνστάιν είχε δηλώσει ότι, αν του δινόταν χρονικό περιθώριο 60΄ για την επίλυση ενός προβλήματος, τα 59΄ θα τα αφιέρωνε, για την κατανόηση του και το 1΄ για την εξεύρεση της λύσης.

Ας επιχειρήσουμε λοιπόν μια σύντομη ενδοσκόπηση στο τι ακριβώς συμβαίνει στην ελλαδική πραγματικότητα, προσπαθώντας συνάμα να αξιοποιήσουμε το παράδειγμα Αϊνστάιν. Στην Ελλάδα, λοιπόν, παρά την επώδυνη βίωση των επιδράσεων της σταδιακά επιδεινούμενης οικονομικής κρίσης, εξακολουθούν να υφίστανται φαινόμενα κακοδιαχείρισης των πόρων -τόσο στο οικογενειακό όσο και στο ευρύτερο κρατικό επίπεδο-, αλλά κυρίως συμπεριφορές άρνησης αυτόβουλης προσαρμογής στις ανάγκες της πραγματικότητας, γεγονός που καταδεικνύει αδυναμία ή αβουλία κατανόησης ότι, η οικονομική φρασεολογία της κρίσης συνεπάγεται ενεργήματα τα οποία επιδρούν στην καθημερινότητα αλλοτριωτικά
. Παράλληλα αποκαλύπτεται μια μονότροπη και αγκυλωμένη προσπάθεια αναζήτησης διεξόδου από την κρίση με την αποκλειστική χρησιμοποίηση παρεμφερών με το πρόβλημα εργαλείων, δηλαδή οικονομικών.

Θα ανοίξουμε το χορό της ψηλάφησης της ελλαδικής συμπτωματολογίας με τη φράση «τριπλός αποπροσανατολισμός» ο οποίος φαίνεται να ευθύνεται για το γενικευμένο σύνδρομο αδυναμίας εστίασης στην ουσία των πραγμάτων.

Πράγματι, αυτό που παρατηρείται είναι η ανικανότητα απεγκλωβισμού από την επιφανειακή θεώρηση της αναγκαιούσας τηρούμενης στάσης απέναντι στο σύμπτωμα η οποία συντηρείται, αν όχι επιδεινώνεται, με το εθιστικό κατρακύλημα στην καταγγελιολογία (πρώτος αποπροσανατολισμός). Αν και πρόσκαιρα ανακουφιστική, κατά βάθος δεν είναι τίποτα παραπάνω από μια λανθάνουσα και απελπιστικά επίμονη εναπόθεση κάποιας κρυφής ελπίδας στο υφιστάμενο και εξακολουθητικά αποδεδειγμένο αποτυχημένο διαχειριστικό σύστημα, προϊόν ψυχισμού με μαεστρία διαποτισμένου στη μετριότητα, απειλώντας συστηματικά τη σφαιρική και εις βάθος προσέγγιση της ουσίας του προβλήματος.

Ειδικότερα η κατευθυνόμενη καταγγελιολογία στην πραγματικότητα λειτουργεί ως αποφορτιστής των λαϊκών συναισθημάτων αδιεξόδου, οργής και αγανάκτησης καταφέρνοντας τη διοχέτευση της εκτόνωσης τους σε επίπεδο «καναπέ», αποτρέποντας τα δηλαδή να λάβουν μορφή εξωστρεφούς αιτήματος ανατροπής.

Την εκπλήρωση της συγκεκριμένης αποστολής έχουν αναλάβει μαέστροι του είδους όπως δημοσιογράφοι, θεσμικοί διανοούμενοι και τηλεπερσόνες – θεατράνθρωποι ή και αθώοι μιμητές του υπόψη βερμπαλιστικού και πληθωρικού στυλ, οι οποίοι για τους δικούς τους λόγους, προφανώς μεταξύ των οποίων η εξόφληση υποχρεώσεων τους απέναντι στους διαχειριστές του υφιστάμενου κρατικού συστήματος ή η άδραξη της ευκαιρίας ανάσυρσης τους από την αφάνεια στην οποία κινούνταν λόγω της ανεπάρκειας τους, δέχονται με προθυμία να παίξουν το ρόλο του απενοχοποιητή του φαύλου και πεζού παρασυστήματος και των διασκεδαστών της κοινωνικής δυσαρέσκειας. Με τον ευφυή αλλά ανέντιμο αυτόν τρόπο η «κραταιά διαχείριση» κατάφερε να καταστεί τόσο ο καθεστωτικός εκφραστής της λαϊκής βούλησης μέσω της νόμιμης, αλλά όχι ανεπηρέαστης, αντιπροσώπευσης όσο και η κοίτη τιθάσευσης των λαϊκών συναισθημάτων μέσω των υπόχρεων σε αυτήν οργάνων της. Έτσι τα όποια απομεινάρια –μετά κυρίως και την απαξίωση της παιδείας- λαϊκής κριτικής σκέψης καθώς και η ατομική και συλλογική ενέργεια διασπείρεται κατασπαταλημένη σε επιδερμικούς σχολιασμούς και όχι σε εις βάθος ανάλυση του αδιεξόδου, πόσω μάλλον σε αυτοκριτική.

Η δεύτερη αιτία αποπροσανατολισμού σχετίζεται με την ευρύτερη πνευματική καλλιέργεια του ελλαδίτη και ταυτοχρόνως βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση τόσο με το επίπεδο της παρεχόμενης παιδείας, όσο και με την πρωτογενή ανησυχία και διάθεση του καθενός και της καθεμίας από εμάς για προσωπική και συλλογική πρόοδο και βελτίωση.

Το μέγιστο επίτευγμα της ελληνικής φαυλοκρατίας, για να περάσουμε στον τρίτο αποπροσανατολισμό, είναι η οικειοποίηση της πολιτικής και η μετατροπή της από συλλογικό άθλημα σε υστερόβουλη κερδοσκοπική πράξη ατομοκεντρισμού. Αυτή η απόσχιση έγινε κατορθωτή με την προσφορά στις πλατιές λαϊκές μάζες εθιστικών υλικών παροχών εγκλωβίζοντας τες στην επίπλαστη και αποχαυνωτική ευημερία. Σε αυτό το σημείο κρίνεται σκόπιμο να γίνει μία παρενθετική επισήμανση άκρως σημαντική, για την αποσαφήνιση του όρου αποχαυνωτική ευημερία και του πρωταγωνιστικού ρόλου της στην ελλαδική κατάντια. Η αποχαυνωτική λοιπόν ευημερία δύναται να προκληθεί με ιδία ή δανεικά μέσα. Η πρώτη περίπτωση, των ιδίων μέσων, απαντάται στους λαούς π.χ. της αραβικής χερσονήσου οι οποίοι λόγω του τεράστιου πλουτισμού τους ως επακόλουθο της εκμετάλλευσης των υδρογονανθράκων έχουν επιδοθεί στην υλιστική απόλαυση. Στη δεύτερη περίπτωση, της δανεικής αποχαυνωτικής ευημερίας, έχει την τιμή να ανήκει η χώρα μας. Η κομματοκρατία βυθίζοντας το λαό στις υλιστικές απολαύσεις και στο φαύλο κύκλο της δημιουργίας αναγκών υπερκατανάλωσης, ανάγκες οι οποίες προκειμένου να καλυφθούν απευθυνόμασταν στον εύκολο και άκριτο δανεισμό καθώς και στη ληστρική αξιοποίηση των πακέτων βοηθείας που έρρεαν στα ταμεία μας, όχι μόνο έγινε κυρίαρχη της πολιτικής εκτοπίζοντας το λαό από το πεδίο αυτό, αλλά οδήγησε τη χώρα στο σημερινό οικονομικό, και όχι μόνο, μαρασμό. Με αυτή την πρακτική η πολιτική αποτέλεσε το μαξιλάρι μεταξύ πλουτοκρατίας και κοινωνίας. Στελεχώνοντας την πολιτική με οντότητες κραυγαλέας ανικανότητας, όντως ξελιγωμένες για δόξα και πλουτισμό, τα ντόπια και διεθνή εξουσιαστικά κέντρα καρπώθηκαν και εξακολουθούν να καρπώνονται τα οφέλη της συμπαθητικής προς τα συμφέροντας τους άσκηση της ελλαδικής πολιτικής, εξαντλώντας την όποια κοινωνική αντίδραση σε επίπεδο πολιτικής κι όχι κοινωνικής βάσης, δηλαδή οι αχυράνθρωποι τους είναι η ανάρτηση η οποία απορροφά κάθε κοινωνικό κραδασμό. Αυτή η τακτική αποδεικνύεται επιζήμια και για το ίδιο το κομματικό σύστημα καθώς αποκόπηκε σταδιακά από τη λαϊκή βάση (αλλά και τις εθνικές ανάγκες) την οποία όφειλε να υπηρετεί αδιαλείπτως αντλώντας έμπνευση πολιτικού προσανατολισμού από τις πραγματικές ανάγκες και απαιτήσεις της. Δυστυχώς το κραταιό κομματικό καθεστώς ξεκομμένο από την επαφή με την πραγματικότητα, απαξιωμένο αφ’ εαυτού του και στερούμενο του στοιχειώδους ταλέντου, αδυνατεί να αποτελέσει αξιόπιστη –ή γενικότερα- πρόταση αλλαγής, είναι καταδικασμένο να υποπέσει σε ανυποληψία και περιφρόνηση, ενώ με μαθηματική ακρίβεια μας οδηγεί στη γενικευμένη αποτελμάτωση και την πολιτειακή ανωμαλία.

Συνεχίζοντας λοιπόν την ενδοσκόπηση της κρίσης εκτιμάται ότι, η κρίση πέραν από οικονομική και ως παρεπόμενο του τριπλού αποπροσανατολισμού είναι και εννοιολογική καθώς παρουσιάζεται έντονο το φαινόμενο της διάρρηξης της νοητής ευθείας που ενώνει τις λέξεις, το νόημα που αυτές πρεσβεύουν και τον αντίκτυπο που προκαλούν στην ψυχή το άκουσμα τους ώστε αρχικά να τη φέρουν σε συναίσθηση της τοποθέτησης της σε σχέση με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα και έπειτα να την πλημμυρίσουν με την απαραίτητη συναισθηματική φόρτιση που θα την παρακινήσει να προβεί σε δημιουργικές σκέψεις και έμπρακτες ενέργειες απεγκλωβισμού. Αναφανδόν η οικονομική ανισορροπία επηρεάζει και ανατρέπει την καθημερινότητα και τα μέχρι πρότινος αυτονόητα κράτους και πολίτη, ωστόσο δεν πρέπει να εθελοτυφλούμε στην υλιστική προσκόλληση η οποία μας οδηγεί στην αριθμητική παράκρουση. Οπότε ίσως πρώτιστο μέλημα, το οποίο να εντάσσεται ως παράμετρος στο ευρύτερο πλαίσιο των πρωτοβουλιών, πρέπει να αναχθεί η αποκατάσταση της σχέσης μεταξύ νοήματος και νοουμένων.

Η προαναφερόμενη θεωρητική παρακίνηση μπορεί να εξυπηρετηθεί εμπράκτως πραγματοποιώντας έναν απλό, αλλά στρατηγικής σημασίας συνειρμό με την ταυτόχρονη δημιουργία των απαραίτητων επικουρικών φραστικών σχημάτων και εικόνων που να αποτυπώνουν με λακωνικό, ξεκάθαρο και εύληπτο τρόπο ότι, κάθε στερούμενη έμπνευσης και ρεαλισμού διαχείριση των ήδη πενιχρών πόρων αφού μπορεί και επηρεάζει την ατομική υλική ευημερία, πόσω μάλλον δύναται να υπονομεύσει την ισχύ και αποτελεσματικότητα βασικών πυλώνων για την επιβίωση της χώρας όπως των Ενόπλων Δυνάμεων, της Εθνικής Παιδείας, της Υγείας και επαγωγικά να δημιουργήσει ρήγμα στην ικανότητα αυτοδιάθεσης της Πατρίδας, καθιστώντας την δορυφόρο στο φυσικό της χώρο.

Προκειμένου να καταστεί κατανοητή η παραπάνω πιθανότητα αποτελεί προαπαιτούμενο η εξωστρεφής διάθεση για κοινωνικότητα. Οπότε η συντήρηση της κρίσης είναι και προϊόν της εσωστρέφειας και έτσι αποτυπώνεται μια ακόμη διάσταση της.

Πρόταγμα της εποχής οφείλει να αποτελέσει η κατάθεση των ιδιωτικών (χαρισμάτων) για χάριν του δημόσιου (συμφέροντος) και προσοχή όχι του κρατικού με τη σημερινή τουλάχιστον μορφή του. Είναι αδύνατον να προκαθορισθεί και προεξοφληθεί το ποιος αποτελεί και κατέχει, πολύ πιθανόν εν αγνοία του, αν όχι την ολιστική, σίγουρα τη μερική λύση στο πρόβλημα. Η παρότρυνση εξωτερίκευσης των ιδεών και η παρακίνηση λειτουργίας ένα ή περισσότερα υπερκείμενα επίπεδα από αυτό στο οποίο ενεργεί ο καθένας από εμάς μπορεί να επιφέρει θαυμαστά αποτελέσματα. Με απλά λόγια οφείλουμε να μπούμε στη θέση του άλλου και για να τεθεί και με παράδειγμα: ο οποιοδήποτε ταμίας πρέπει να λειτουργεί ως Υπουργός Οικονομίας, δηλαδή να σκέφτεται και να λειτουργεί με ευρύτητα. Βεβαίως είναι αλήθεια ότι, η υπόψη πρόταση αναφανδόν παρουσιάζει δυσκολίες πραγμάτωσης γιατί η ιδιοτελής υλιστική ανελευθερία έχει διαποτίσει τον ελληνικό ψυχισμό, σε σημείο παθογόνου εθισμού, να λειτουργεί υποβιβασμένος ως ακοινώνητος και μίζερος υπάνθρωπος και ως παρίας του παγκόσμιου γίγνεσθαι, όμως παρόλα αυτά η εποχή ευνοεί τα τολμήματα.

Η γενική μεταστροφή από την υλιστική αποχαύνωση στη συνειδητή ενεργοποίηση κρέμεται από μια κλωστή και κυριολεκτικά αρκεί να αναζητηθεί αυτή η μια στιγμή διανοητικού φωτισμού προκειμένου να πραγματωθεί η συναίσθηση της ατομικής και συλλογικής κατάστασης στην οποία έχουμε περιέλθει. Η πολυπόθητη στιγμιαία φώτιση μπορεί να προκληθεί με δύο γενικούς τρόπους: α) αυτοβούλως και αξιοπρεπώς, δηλαδή, με προσωπική υπερπροσπάθεια ή με την τίμια συμβολή των θεσμικά υπευθύνων(;) και β) εξωγενώς και απρόβλεπτα, δηλαδή με επιβουλή ή πείνα.

Τέλος ας ψηλαφίσουμε την ηθική πτυχή της κρίσης. Αν και διατρανώνεται και πανθομολογείται η ηθική διάσταση της, ταυτόχρονα παρουσιάζεται κραυγαλέα αδυναμία ανάλυσης, εμβάθυνσης και συγκεκριμενοποίησης της υπόψη απόφανσης προκειμένου να επιχειρηθεί και να προσφερθεί έστω μια στοιχειώδης αντιπρόταση. Αρχικά πρέπει να ξεκαθαριστεί πως η έλλειψη ηθικών χαρακτηριστικών δεν αφορά στη συντριπτική πλειοψηφία του λαού και τα γεγονότα επιβεβαιώνουν την υπόψη άποψη. Παρακολουθώντας τα αποτελέσματα των πρόσφατων διπλών εκλογικών αναμετρήσεων, από πλευράς ηθικής συμπεριφοράς του εκλογικού σώματος, εντοπίζεται η εξής παραδοξολογία: η μερίδα του εκλογικού σώματος η οποία λειτούργησε με αδιαμφισβήτητα ηθικά ανακλαστικά τα οποία περικλείει ο γενικός όρος ηθική, όπως πίστη, αφοσίωση, αγάπη, συγχωρητικότητα κ.α., ήταν αυτή που επέλεξε να πριμοδοτήσει με την ψήφο του συγκεκριμένο κομματικό φορέα, ο οποίος όπως αποδεικνύουν τα γεγονότα έχει συνδέσει την ύπαρξη του τις τελευταίες δεκαετίες με τις πλέον ανήθικες τακτικές άσκησης πολιτικής. Οπότε όταν αναφερόμαστε σε πρόβλημα ηθικής είναι φρόνιμο να μην γενικεύουμε με επιπολαιότητα. Η ελληνική κοινωνία δεν έχει αποκοπεί από το νόημα της ηθικής, αλλά συναντάει πρόβλημα επικοινωνίας, αξιοποίησης και ολοκλήρωσης της μέσω της πολιτικής οδού.

Οπότε και για να κλείσουμε, το πρόβλημα ηθικής της πατρίδας μας δεν εντοπίζεται στην ανυπαρξία ή μη ηθικών ενεργημάτων, υπάρχει ακόμη ηθική μαγιά στα εδάφη μας, αλλά με την ανυπαρξία ηθικών σημείων αναφοράς τα οποία να αξιοποιούν με ανάλογο τίμιο τρόπο τις ελπίδες και αγωνίες μας. Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ