2013-08-15 02:12:03
Θυμάσαι; Αναμνήσεις μιας εποχής χωρίς δόσεις, χωρίς δάνεια, χωρίς καταναλωτισμό
Θυμάσαι; Τότε που δεν μπορούσες να πάρεις κάτι αν δεν είχες ολόκληρο το ποσό. Δούλευες δυο μήνες να συμπληρώσεις το ποσό που χρειαζόσουν για να πάρεις αυτό που ποθούσε η καρδιά σου. Δύο μήνες χωρίς όμως να στερηθείς πράγματα. Είχες έλεγχο στην τσέπη σου, στην πραγματικότητά σου.
Θυμάσαι; Δεν υπήρχε κινητό τηλέφωνο κι όμως μπορούσες να συνεννοηθείς με την παρέα σου, να κλείσεις τα ραντεβού σου χωρίς να χαθείς.
Θυμάσαι; τότε που πήγαινες στον γείτονα μπακάλη και αγόραζες τα ελληνικά σου προϊόντα γνωρίζοντας πως είναι αγνά; Τότε που στήριζες την ελληνική αγροτιά, που μοχθούσε καθημερινά για να σου δώσει το φαγητό σου στο τραπέζι. Ένα τραπέζι γεμάτο φαγητά χωρίς καρτέλ και έλεγχο.
Θυμάσαι; την ασπρόμαυρη τηλεόραση; Τον καφέ που έπινες; Την βόλτα στο χωριό; Τα λίγα αυτοκίνητα; Την δραχμή; Εμείς άρχοντες στα μέρη μας, την πατρίδα μας. Μαγαζιά μικρά, φίλων συγγενών, Ελλήνων. Που σε έβλεπαν το πρωί και σου λέγαν καλημέρα. Χωρίς ψεύτικα χαμόγελα. Δικά μας μαγαζιά, όχι ξένες πολυεθνικές.
Θυμάσαι; Σε ένα κράτος πλούσιο χωρίς χρέη, χωρίς ανασφάλειες. Σε ένα κράτος που φτιάχτηκε με αίμα, με αίμα δικών μας ανθρώπων, συγγενών μας, φίλων μας, διπλανών μας. Αίμα που χύθηκε για να μας προσφέρουν ένα καλύτερο αύριο.
Θυμάσαι; Πού πήγε εκείνο το αύριο; Αυτό είναι το δικό τους αύριο. Το σήμερα. Το δικό μας σήμερα. Πώς έγινε έτσι το δικό τους αύριο; Πώς το επιτρέψαμε να γίνει;
Θυμάσαι; Α ρε πατριώτη Έλληνα, εύκολα ξεχνάς!!!
Αναγνώστης Tromaktiko
Θυμάσαι; Τότε που δεν μπορούσες να πάρεις κάτι αν δεν είχες ολόκληρο το ποσό. Δούλευες δυο μήνες να συμπληρώσεις το ποσό που χρειαζόσουν για να πάρεις αυτό που ποθούσε η καρδιά σου. Δύο μήνες χωρίς όμως να στερηθείς πράγματα. Είχες έλεγχο στην τσέπη σου, στην πραγματικότητά σου.
Θυμάσαι; Δεν υπήρχε κινητό τηλέφωνο κι όμως μπορούσες να συνεννοηθείς με την παρέα σου, να κλείσεις τα ραντεβού σου χωρίς να χαθείς.
Θυμάσαι; τότε που πήγαινες στον γείτονα μπακάλη και αγόραζες τα ελληνικά σου προϊόντα γνωρίζοντας πως είναι αγνά; Τότε που στήριζες την ελληνική αγροτιά, που μοχθούσε καθημερινά για να σου δώσει το φαγητό σου στο τραπέζι. Ένα τραπέζι γεμάτο φαγητά χωρίς καρτέλ και έλεγχο.
Θυμάσαι; την ασπρόμαυρη τηλεόραση; Τον καφέ που έπινες; Την βόλτα στο χωριό; Τα λίγα αυτοκίνητα; Την δραχμή; Εμείς άρχοντες στα μέρη μας, την πατρίδα μας. Μαγαζιά μικρά, φίλων συγγενών, Ελλήνων. Που σε έβλεπαν το πρωί και σου λέγαν καλημέρα. Χωρίς ψεύτικα χαμόγελα. Δικά μας μαγαζιά, όχι ξένες πολυεθνικές.
Θυμάσαι; Σε ένα κράτος πλούσιο χωρίς χρέη, χωρίς ανασφάλειες. Σε ένα κράτος που φτιάχτηκε με αίμα, με αίμα δικών μας ανθρώπων, συγγενών μας, φίλων μας, διπλανών μας. Αίμα που χύθηκε για να μας προσφέρουν ένα καλύτερο αύριο.
Θυμάσαι; Πού πήγε εκείνο το αύριο; Αυτό είναι το δικό τους αύριο. Το σήμερα. Το δικό μας σήμερα. Πώς έγινε έτσι το δικό τους αύριο; Πώς το επιτρέψαμε να γίνει;
Θυμάσαι; Α ρε πατριώτη Έλληνα, εύκολα ξεχνάς!!!
Αναγνώστης Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Απελευθερωθείτε από την κατάθλιψη
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ