2013-08-23 08:00:03
Ήταν ένα ζεστό βράδυ του Αυγούστου του 2013.
Άνοιξε η πόρτα και μπήκαν ένας ηλικιωμένος κύριος και μία ηλικιωμένη κυρία, θα μπορούσαν να είναι ζευγάρι που κάνει διακοπές, ένα από εκείνα τα ζευγάρια της (ξοφλημένης) γενιάς του πολυτεχνίου Ο κύριος με τα χαρακτηριστικά του αποφοίτου προ 40ετίας κάποιας «θετικής» επιστήμης, μάλλον χημικός, απομεινάρι της γενιάς του Μάη του 68, με άσπρα-λίγο μακριά- μαλλιά, γυαλιά και μία εσάνς παιδιού των λουλουδιών…
Η κυρία, χημικός κι αυτή καθώς μου συστήθηκε, ευγενική, αγχωμένη, τυπική, η γυναίκα σύζυγος, μάνα, γιαγιά, μία τυπική Ελληνίδα κι αυτή της ίδιας γενιάς, της γενιάς που θέλησε να αλλάξει τον κόσμο, της γενιάς της ΕΦΕΕ, του 114, της «απλής αναλογικής», της γενιάς του Σαββόπουλου και του Bob Dylan…
Μπήκαν με χαμηλό προφίλ, διακριτικοί συνοδεία αστυνομικού οργάνου στο κατάστημά μου ζητώντας μου να τους δώσω δείγμα από ποτά που διαθέτω προς πώληση, συγκεκριμένα Vodka, αυτή ήταν και η εντολή του υπουργείου.
Άπλωσαν πάνω στο πάσο την πραμάτεια τους, σακούλες νάυλον που περιείχαν μπουκαλάκια άδεια, μία άλλη σακούλα –νάυλον κι αυτή- με δείγματα μάλλον από προηγούμενα καταστήματα, ένα πακέτο με βιβλία και χαρτιά, τα περισσότερα κιτρινισμένα και σκονισμένα απ την παραμονή τους τόσα χρόνια στα ράφια της υπηρεσίας τους – έτσι έμοιαζαν κι αυτοί -, έβγαλαν και κάτι ρόζ και κίτρινα καρτελάκια, χάρτινα κι αυτά και κάπου εκεί αρχίζει ο παραλογισμός…
Πέρασαν γύρω στα 20 λεπτά όπου η κυρία προσπαθούσε να διαβάσει τον αριθμό παρτίδας στη βάση του γυάλινου μπουκαλιού μέσα σε ένα μπαρ όπου την ίδια στιγμή διασκέδαζαν νέοι άνθρωποι, φοιτητές, πτυχιούχοι, επιστήμονες, εργαζόμενοι με ελάχιστες απολαβές πιά, άνεργοι, όλοι τους άνθρωποι κι εγώ μαζί τους, που βιώνουμε με τον χειρότερο τρόπο τον εκφυλισμό μιας πατρίδας που μας διώχνει, όλοι μας πολίτες ενεργοί, έτοιμοι να προσφέρουμε μήπως και καταφέρουμε ΕΜΕΙΣ τώρα με τη σειρά μας να αλλάξουμε τα πράγματα…
Δεν έβλεπε καλά η κυρία, ο κύριος δε ήταν τελείως έξω απ τα νερά του και δεν έβλεπε επίσης, τα γυαλιά δεν βοηθούσαν και πολύ…
Ζήτησαν φακό, δεν έβλεπαν… Ζήτησαν φακό από άιφον που είναι και πιο δυνατός, δεν έβλεπαν… έβαλα την κυρία μέσα απ’ το μπαρ που έχει καλύτερο φωτισμό, δεν έβλεπε… Χρειάστηκε τελικά να ανάψω τα φώτα στο κατάστημα (περασμένα μεσάνυχτα) για να καταφέρουν οι άμοιροι υπάλληλοι να διαβάσουν τα μπουκάλια…
Ο κύριος παράλληλα είχε σκύψει πάνω στα κιτρινισμένα βιβλιάρια μπροστά του και κρατώντας έναν στυλό Bic έγραφε, έγραφε, έγραφε…
Καθώς ακουγόταν η μουσική στο χώρο ξαφνικά ο κύριος σκίρτισε ακούγοντας τους Animals να τραγουδούν το “it’s my life”, ανασήκωσε για λίγο το βλέμμα του, με κοίταξε και ψέλλισε… «πώ πώ τι μου θυμίζει αυτό το κομμάτι…»
Αμέσως πήρα το θάρρος , γιατί διέκρινα πως έχουμε ίσως κάποια κοινά στο μυαλό μας πράγματα, και τον ρώτησα εντελώς αυθόρμητα τι κάνει εδώ τέτοια ώρα και γιατί στην ηλικία του δεν είναι αραχτός να απολαμβάνει το ποτό του, τη συντροφιά του, την οικογένειά του ή οτιδήποτε άλλο εκτός από αυτό που έλαβε εντολή να κάνει στα περασμένα ίσως 70s του μέσα στη νύχτα, σε ένα μέρος δίπλα στη θάλασσα και σε έναν χώρο γεμάτο από νέους ανθρώπους διψασμένους για ζωή, από ανθρώπους που θα ήθελαν το μέλλον τους να φαντάζει αλλιώς, δημιουργικό, ευχάριστο, ανθρώπινο…
Είδα τον κύριο να σκύβει το κεφάλι αμέσως μόλις του έκανα την ερώτηση αυτή και ακούγοντας τους Animals να συνεχίζει να γράφει πάνω στα κιτρινισμένα του βιβλία έχοντας τα μάτια χαμηλά και ποιος ξέρει τί σκέψεις περνούσαν εκείνη τη στιγμή απ’ το μυαλό του… έγραφε, έγραφε, έγραφε…
Με τα φώτα αναμμένα τέρμα καμιά ώρα πια, σκέφτηκα πως τελειώσαμε τη διαδικασία και θα συνεχίσουμε να δουλεύουμε σε «κανονικές» συνθήκες πια ώσπου η κυρία βγάζει από μία άλλη σακούλα νάυλον ένα πακέτο λαδόκολλες και ένα κουβάρι σπάγκο… έμεινα εμβρόντητος παρακολουθώντας την να κόβει τετράγωνα κομμάτια λαδόκολλας και να τυλίγει με αυτά ένα ένα τα μπουκάλια με τα δείγματα… δύο μικρά μπουκαλάκια με Vodka και τα δύο υπόλοιπα μπουκάλια που τους έδωσα εγώ για τον έλεγχο, σύνολο 4 μπουκάλια, τυλιγόντουσαν ένα ένα απ’ τα χέρια της προκομμένης Ελληνίδας συζύγου – νοικοκυράς σαν να πρόκειται για δώρα σε κάποια ονομαστική γιορτή κάποιου συναδέλφου, ή για κάποια επίσκεψη στο σπίτι της συννυφάδας ή του μπατζανάκη του πρώτου ξαδέρφου της πεθεράς της…
Τύλιγε, τύλιγε η κυρία τα μπουκάλια ένα ένα στοργικά και πέρασε έτσι άλλο ένα μισάωρο με αναμμένα τα φώτα στο κατάστημά μου, Αύγουστο μήνα του 2013, περασμένα μεσάνυχτα…
Την ρώτησα γιατί αυτή τη διαδικασία δεν την έκαναν το απόγευμα που θα είχε προφανώς λιγότερο κόσμο αλλά και περισσότερο φώς φυσικό για να μπορούν να βλέπουν και η απάντηση ήταν αποστομωτική: «η εντολή της υπηρεσίας είναι να γίνονται έλεγχοι τις νυχτερινές ώρες» (τελεία).
Συμπέρασμα : ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΥ 2013, ΑΚΟΜΗ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΠΩΣ ΟΙ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΕΣ ΠΑΡΑΝΟΜΙΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΟΜΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΓΙΝΟΝΤΑΙ Μ Ο Ν Ο ΤΗ ΝΥΧΤΑ!... ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ , ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ ΝΟΜΙΜΑ ΚΑΙ ΗΘΙΚΑ (σύμφωνα με τα λεγόμενα του «αδιάφθορου» πρώην βουλευτή και υπουργού).
Το τραγικότερο όλων δε, είναι πως αφού έχουν σπάσει τα νεύρα όλων των παρευρισκομένων στο χώρο, ακόμη και των ίδιων των κακόμοιρων υπαλλήλων περιμένοντας να χαμηλώσουν τα φώτα και να συνεχίσουμε την ωραία Αυγουστιάτικη βραδιά μας, η κυρία με το σπάγκο έπρεπε τώρα να δέσει ένα ένα τα μπουκάλια στις λαδόκολλες κάνοντας έναν πραγματικά δύσκολο και περίπλοκο «σταυρωτό» κόμπο γύρω γύρω και πάνω κάτω από κάθε μπουκάλι, όπως προβλέπει η διαδικασία και ο νόμος.
Παιδευόταν η δύσμοιρη με τον σπάγκο, τη βοηθούσε και ο αστυνομικός που τους συνόδευε, ίδρωνε ξε-ίδρωνε, αλλά η διαδικασία, διαδικασία! ΤΥΦΛΑ ΝΑ’ ΧΕΙ Ο ΓΟΡΔΙΟΣ ΔΕΣΜΟΣ! Ο κύριος δίπλα της συνέχιζε να γράφει…
Όταν – ολοκληρωτικά απογοητευμένος – τη ρώτησα αν κοντεύουμε να τελειώσουμε μήπως και καταφέρουμε και δουλέψουμε λιγάκι, ο κύριος σήκωσε το βλέμμα του, με κοίταξε και μου είπε γεμάτος άγχος και ενοχές που τόση ώρα «ξεβόλεψε» αλλά και «ξενέρωσε» τον κόσμο κι εμάς, δείχνοντάς μου ένα κουτάκι με παλιά, καμένα κεριά: «η διαδικασία κανονικά προβλέπει και… βουλοκέριασμα των δειγμάτων»… έμεινα άναυδος! Ένοιωσα μία βαθειά βαθειά δυστυχία με τη διαδικασία… πριν με πάρουν τα κλάματα απ’ την απογοήτευση τον παρακάλεσα αν γίνεται το «βουλοκέριασμα» να το κάνουν αυτοί χωρίς την παρουσία μου και όχι στο κατάστημα γιατί ήδη είχε περάσει πάνω από μία ώρα με τα φώτα αναμμένα τέρμα …
Συμφώνησε ο κύριος, συμφώνησε και η κυρία και σε 4-5 λεπτά άρχισαν να μαζεύουν την πραμάτεια τους, μου είπαν πως μπορώ να χαμηλώσω τώρα τα φώτα και να συνεχίσω τη δουλειά μου… πήρα βαθειές ανάσες, ήπια μια «γερή» γουλιά ουίσκυ, άναψα ένα τσιγάρο και συνέχισα καθώς παρακολουθούσα το ζευγάρι των ηλικιωμένων δημόσιων υπαλλήλων να αποχωρούν απ’ το κατάστημα κουρασμένοι και αρκετά αμήχανοι ύστερα από όλη αυτή τη διαδικασία.
Η Ελλάδα που αντιστέκεται, η Ελλάδα που επιμένει, έχει στον μηχανισμό της ανθρώπους ηλικιωμένους, στερόντας από νεότερους το δικαίωμα στη δουλειά, μόνο και μόνο επειδή αυτοί οι υπάλληλοι «ριζωμένοι» τόσα χρόνια στο σύστημα, αφομοιωμένοι απ’ την κατάντια της γενιάς τους, συνεχίζουν να αγαπούν τους Animals αλλά ποτέ δεν έκαναν απολύτως τίποτα για να αλλάξουν τον κόσμο. Παρέμειναν προσκολλημένοι στις «φωνές του πολυτεχνείου» παρέμειναν πιστοί στο «λεφτά υπάρχουν» και στο «Τσοβόλα δώστα όλα» και στον «εκσυγχρονισμό»…
Δεν έχω κανένα απολύτως πρόβλημα με τον έλεγχο στα προιόντα που διαθέτω στο κατάστημά μου, αντιθέτως θεωρώ πως τέτοιοι έλεγχοι πρέπει να γίνονται συχνότερα μιας και τα φαινόμενα νοθείας είναι συνήθη σε μια Ελλάδα της Ψαρούς και του Ρέμου…
Δεν έχω ούτε είχα κανένα απολύτως πρόβλημα με τους υπάλληλους – επιστήμονες που έκαναν τη δουλειά τους, αυτή ήταν η εντολή που τους δόθηκε εξάλλου και σωστά έπραξαν.
Έχω πρόβλημα όμως με την αναχρονιστική, γραφειοκρατική, μολυσμένη, διεφθαρμένη, ΞΟΦΛΗΜΕΝΗ χώρα που ζω και της κάνω τη χάρη να αποδίδω και φόρους ξέροντας πως πετώ τα χρήματα που άλλοι άνθρωποι ΝΕΟΙ (ΠΟΥ ΒΛΕΠΟΥΝ), σπουδαγμένοι επιστήμονες κι αυτοί, μένουν άνεργοι ενώ οι εν λόγω υπάλληλοι θα έπρεπε να έχουν συνταξιοδοτηθεί 20 χρόνια τώρα…
Έχω πρόβλημα με αυτή τη χώρα γιατί συνεχίζει να μας εμπαίζει και να μας θεωρεί πιόνια, γιατί συνεχίζει να διοικείται από την πιο αποτυχημένη γενιά που πέρασε ποτέ απ’ την ανθρωπότητα, τη γενιά του πολυτεχνείου, τη γενιά που έφερε την αντιπαροχή και τα εξοχικά, τα σκάφη και τη μύκονο, τα καγιέν και τα κομπρέσορ, την αμορφωσιά και τη χρυσή αυγή στην καθημερινότητά μας!
ΕΧΩ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΓΙΑΤΙ ΑΥΤΗ Η ΧΩΡΑ ΤΕΛΕΙΩΣΕ, ΠΕΘΑΙΝΕΙ ΚΑΙ ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΘΑ ΠΕΘΑΝΟΥΜΕ ΚΙ ΕΜΕΙΣ ΜΑΖΙ ΤΗΣ
Νίκος Διαμαντόπουλος
ramnousia
logioshermes
Άνοιξε η πόρτα και μπήκαν ένας ηλικιωμένος κύριος και μία ηλικιωμένη κυρία, θα μπορούσαν να είναι ζευγάρι που κάνει διακοπές, ένα από εκείνα τα ζευγάρια της (ξοφλημένης) γενιάς του πολυτεχνίου Ο κύριος με τα χαρακτηριστικά του αποφοίτου προ 40ετίας κάποιας «θετικής» επιστήμης, μάλλον χημικός, απομεινάρι της γενιάς του Μάη του 68, με άσπρα-λίγο μακριά- μαλλιά, γυαλιά και μία εσάνς παιδιού των λουλουδιών…
Η κυρία, χημικός κι αυτή καθώς μου συστήθηκε, ευγενική, αγχωμένη, τυπική, η γυναίκα σύζυγος, μάνα, γιαγιά, μία τυπική Ελληνίδα κι αυτή της ίδιας γενιάς, της γενιάς που θέλησε να αλλάξει τον κόσμο, της γενιάς της ΕΦΕΕ, του 114, της «απλής αναλογικής», της γενιάς του Σαββόπουλου και του Bob Dylan…
Μπήκαν με χαμηλό προφίλ, διακριτικοί συνοδεία αστυνομικού οργάνου στο κατάστημά μου ζητώντας μου να τους δώσω δείγμα από ποτά που διαθέτω προς πώληση, συγκεκριμένα Vodka, αυτή ήταν και η εντολή του υπουργείου.
Άπλωσαν πάνω στο πάσο την πραμάτεια τους, σακούλες νάυλον που περιείχαν μπουκαλάκια άδεια, μία άλλη σακούλα –νάυλον κι αυτή- με δείγματα μάλλον από προηγούμενα καταστήματα, ένα πακέτο με βιβλία και χαρτιά, τα περισσότερα κιτρινισμένα και σκονισμένα απ την παραμονή τους τόσα χρόνια στα ράφια της υπηρεσίας τους – έτσι έμοιαζαν κι αυτοί -, έβγαλαν και κάτι ρόζ και κίτρινα καρτελάκια, χάρτινα κι αυτά και κάπου εκεί αρχίζει ο παραλογισμός…
Πέρασαν γύρω στα 20 λεπτά όπου η κυρία προσπαθούσε να διαβάσει τον αριθμό παρτίδας στη βάση του γυάλινου μπουκαλιού μέσα σε ένα μπαρ όπου την ίδια στιγμή διασκέδαζαν νέοι άνθρωποι, φοιτητές, πτυχιούχοι, επιστήμονες, εργαζόμενοι με ελάχιστες απολαβές πιά, άνεργοι, όλοι τους άνθρωποι κι εγώ μαζί τους, που βιώνουμε με τον χειρότερο τρόπο τον εκφυλισμό μιας πατρίδας που μας διώχνει, όλοι μας πολίτες ενεργοί, έτοιμοι να προσφέρουμε μήπως και καταφέρουμε ΕΜΕΙΣ τώρα με τη σειρά μας να αλλάξουμε τα πράγματα…
Δεν έβλεπε καλά η κυρία, ο κύριος δε ήταν τελείως έξω απ τα νερά του και δεν έβλεπε επίσης, τα γυαλιά δεν βοηθούσαν και πολύ…
Ζήτησαν φακό, δεν έβλεπαν… Ζήτησαν φακό από άιφον που είναι και πιο δυνατός, δεν έβλεπαν… έβαλα την κυρία μέσα απ’ το μπαρ που έχει καλύτερο φωτισμό, δεν έβλεπε… Χρειάστηκε τελικά να ανάψω τα φώτα στο κατάστημα (περασμένα μεσάνυχτα) για να καταφέρουν οι άμοιροι υπάλληλοι να διαβάσουν τα μπουκάλια…
Ο κύριος παράλληλα είχε σκύψει πάνω στα κιτρινισμένα βιβλιάρια μπροστά του και κρατώντας έναν στυλό Bic έγραφε, έγραφε, έγραφε…
Καθώς ακουγόταν η μουσική στο χώρο ξαφνικά ο κύριος σκίρτισε ακούγοντας τους Animals να τραγουδούν το “it’s my life”, ανασήκωσε για λίγο το βλέμμα του, με κοίταξε και ψέλλισε… «πώ πώ τι μου θυμίζει αυτό το κομμάτι…»
Αμέσως πήρα το θάρρος , γιατί διέκρινα πως έχουμε ίσως κάποια κοινά στο μυαλό μας πράγματα, και τον ρώτησα εντελώς αυθόρμητα τι κάνει εδώ τέτοια ώρα και γιατί στην ηλικία του δεν είναι αραχτός να απολαμβάνει το ποτό του, τη συντροφιά του, την οικογένειά του ή οτιδήποτε άλλο εκτός από αυτό που έλαβε εντολή να κάνει στα περασμένα ίσως 70s του μέσα στη νύχτα, σε ένα μέρος δίπλα στη θάλασσα και σε έναν χώρο γεμάτο από νέους ανθρώπους διψασμένους για ζωή, από ανθρώπους που θα ήθελαν το μέλλον τους να φαντάζει αλλιώς, δημιουργικό, ευχάριστο, ανθρώπινο…
Είδα τον κύριο να σκύβει το κεφάλι αμέσως μόλις του έκανα την ερώτηση αυτή και ακούγοντας τους Animals να συνεχίζει να γράφει πάνω στα κιτρινισμένα του βιβλία έχοντας τα μάτια χαμηλά και ποιος ξέρει τί σκέψεις περνούσαν εκείνη τη στιγμή απ’ το μυαλό του… έγραφε, έγραφε, έγραφε…
Με τα φώτα αναμμένα τέρμα καμιά ώρα πια, σκέφτηκα πως τελειώσαμε τη διαδικασία και θα συνεχίσουμε να δουλεύουμε σε «κανονικές» συνθήκες πια ώσπου η κυρία βγάζει από μία άλλη σακούλα νάυλον ένα πακέτο λαδόκολλες και ένα κουβάρι σπάγκο… έμεινα εμβρόντητος παρακολουθώντας την να κόβει τετράγωνα κομμάτια λαδόκολλας και να τυλίγει με αυτά ένα ένα τα μπουκάλια με τα δείγματα… δύο μικρά μπουκαλάκια με Vodka και τα δύο υπόλοιπα μπουκάλια που τους έδωσα εγώ για τον έλεγχο, σύνολο 4 μπουκάλια, τυλιγόντουσαν ένα ένα απ’ τα χέρια της προκομμένης Ελληνίδας συζύγου – νοικοκυράς σαν να πρόκειται για δώρα σε κάποια ονομαστική γιορτή κάποιου συναδέλφου, ή για κάποια επίσκεψη στο σπίτι της συννυφάδας ή του μπατζανάκη του πρώτου ξαδέρφου της πεθεράς της…
Τύλιγε, τύλιγε η κυρία τα μπουκάλια ένα ένα στοργικά και πέρασε έτσι άλλο ένα μισάωρο με αναμμένα τα φώτα στο κατάστημά μου, Αύγουστο μήνα του 2013, περασμένα μεσάνυχτα…
Την ρώτησα γιατί αυτή τη διαδικασία δεν την έκαναν το απόγευμα που θα είχε προφανώς λιγότερο κόσμο αλλά και περισσότερο φώς φυσικό για να μπορούν να βλέπουν και η απάντηση ήταν αποστομωτική: «η εντολή της υπηρεσίας είναι να γίνονται έλεγχοι τις νυχτερινές ώρες» (τελεία).
Συμπέρασμα : ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΥ 2013, ΑΚΟΜΗ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΠΩΣ ΟΙ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΕΣ ΠΑΡΑΝΟΜΙΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΟΜΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΓΙΝΟΝΤΑΙ Μ Ο Ν Ο ΤΗ ΝΥΧΤΑ!... ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ , ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ ΝΟΜΙΜΑ ΚΑΙ ΗΘΙΚΑ (σύμφωνα με τα λεγόμενα του «αδιάφθορου» πρώην βουλευτή και υπουργού).
Το τραγικότερο όλων δε, είναι πως αφού έχουν σπάσει τα νεύρα όλων των παρευρισκομένων στο χώρο, ακόμη και των ίδιων των κακόμοιρων υπαλλήλων περιμένοντας να χαμηλώσουν τα φώτα και να συνεχίσουμε την ωραία Αυγουστιάτικη βραδιά μας, η κυρία με το σπάγκο έπρεπε τώρα να δέσει ένα ένα τα μπουκάλια στις λαδόκολλες κάνοντας έναν πραγματικά δύσκολο και περίπλοκο «σταυρωτό» κόμπο γύρω γύρω και πάνω κάτω από κάθε μπουκάλι, όπως προβλέπει η διαδικασία και ο νόμος.
Παιδευόταν η δύσμοιρη με τον σπάγκο, τη βοηθούσε και ο αστυνομικός που τους συνόδευε, ίδρωνε ξε-ίδρωνε, αλλά η διαδικασία, διαδικασία! ΤΥΦΛΑ ΝΑ’ ΧΕΙ Ο ΓΟΡΔΙΟΣ ΔΕΣΜΟΣ! Ο κύριος δίπλα της συνέχιζε να γράφει…
Όταν – ολοκληρωτικά απογοητευμένος – τη ρώτησα αν κοντεύουμε να τελειώσουμε μήπως και καταφέρουμε και δουλέψουμε λιγάκι, ο κύριος σήκωσε το βλέμμα του, με κοίταξε και μου είπε γεμάτος άγχος και ενοχές που τόση ώρα «ξεβόλεψε» αλλά και «ξενέρωσε» τον κόσμο κι εμάς, δείχνοντάς μου ένα κουτάκι με παλιά, καμένα κεριά: «η διαδικασία κανονικά προβλέπει και… βουλοκέριασμα των δειγμάτων»… έμεινα άναυδος! Ένοιωσα μία βαθειά βαθειά δυστυχία με τη διαδικασία… πριν με πάρουν τα κλάματα απ’ την απογοήτευση τον παρακάλεσα αν γίνεται το «βουλοκέριασμα» να το κάνουν αυτοί χωρίς την παρουσία μου και όχι στο κατάστημα γιατί ήδη είχε περάσει πάνω από μία ώρα με τα φώτα αναμμένα τέρμα …
Συμφώνησε ο κύριος, συμφώνησε και η κυρία και σε 4-5 λεπτά άρχισαν να μαζεύουν την πραμάτεια τους, μου είπαν πως μπορώ να χαμηλώσω τώρα τα φώτα και να συνεχίσω τη δουλειά μου… πήρα βαθειές ανάσες, ήπια μια «γερή» γουλιά ουίσκυ, άναψα ένα τσιγάρο και συνέχισα καθώς παρακολουθούσα το ζευγάρι των ηλικιωμένων δημόσιων υπαλλήλων να αποχωρούν απ’ το κατάστημα κουρασμένοι και αρκετά αμήχανοι ύστερα από όλη αυτή τη διαδικασία.
Η Ελλάδα που αντιστέκεται, η Ελλάδα που επιμένει, έχει στον μηχανισμό της ανθρώπους ηλικιωμένους, στερόντας από νεότερους το δικαίωμα στη δουλειά, μόνο και μόνο επειδή αυτοί οι υπάλληλοι «ριζωμένοι» τόσα χρόνια στο σύστημα, αφομοιωμένοι απ’ την κατάντια της γενιάς τους, συνεχίζουν να αγαπούν τους Animals αλλά ποτέ δεν έκαναν απολύτως τίποτα για να αλλάξουν τον κόσμο. Παρέμειναν προσκολλημένοι στις «φωνές του πολυτεχνείου» παρέμειναν πιστοί στο «λεφτά υπάρχουν» και στο «Τσοβόλα δώστα όλα» και στον «εκσυγχρονισμό»…
Δεν έχω κανένα απολύτως πρόβλημα με τον έλεγχο στα προιόντα που διαθέτω στο κατάστημά μου, αντιθέτως θεωρώ πως τέτοιοι έλεγχοι πρέπει να γίνονται συχνότερα μιας και τα φαινόμενα νοθείας είναι συνήθη σε μια Ελλάδα της Ψαρούς και του Ρέμου…
Δεν έχω ούτε είχα κανένα απολύτως πρόβλημα με τους υπάλληλους – επιστήμονες που έκαναν τη δουλειά τους, αυτή ήταν η εντολή που τους δόθηκε εξάλλου και σωστά έπραξαν.
Έχω πρόβλημα όμως με την αναχρονιστική, γραφειοκρατική, μολυσμένη, διεφθαρμένη, ΞΟΦΛΗΜΕΝΗ χώρα που ζω και της κάνω τη χάρη να αποδίδω και φόρους ξέροντας πως πετώ τα χρήματα που άλλοι άνθρωποι ΝΕΟΙ (ΠΟΥ ΒΛΕΠΟΥΝ), σπουδαγμένοι επιστήμονες κι αυτοί, μένουν άνεργοι ενώ οι εν λόγω υπάλληλοι θα έπρεπε να έχουν συνταξιοδοτηθεί 20 χρόνια τώρα…
Έχω πρόβλημα με αυτή τη χώρα γιατί συνεχίζει να μας εμπαίζει και να μας θεωρεί πιόνια, γιατί συνεχίζει να διοικείται από την πιο αποτυχημένη γενιά που πέρασε ποτέ απ’ την ανθρωπότητα, τη γενιά του πολυτεχνείου, τη γενιά που έφερε την αντιπαροχή και τα εξοχικά, τα σκάφη και τη μύκονο, τα καγιέν και τα κομπρέσορ, την αμορφωσιά και τη χρυσή αυγή στην καθημερινότητά μας!
ΕΧΩ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΓΙΑΤΙ ΑΥΤΗ Η ΧΩΡΑ ΤΕΛΕΙΩΣΕ, ΠΕΘΑΙΝΕΙ ΚΑΙ ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΘΑ ΠΕΘΑΝΟΥΜΕ ΚΙ ΕΜΕΙΣ ΜΑΖΙ ΤΗΣ
Νίκος Διαμαντόπουλος
ramnousia
logioshermes
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Αύξηση 0,6% του πρόδρομου οικονομικού δείκτη στις ΗΠΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Η F1 RB7 ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ....
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ