2013-09-07 13:31:39
του Μάριου Ευρβιάδη
Την Κύπρο οι Εγγλέζοι την πήραν απο τους καταπονημένους Οθωμανούς το 1878, μετά απο μια ακόμη (πολλοστή) ήττα των τελευταίων απο τους Ρώσους, με την υπόσχεση στο Σουλτάνο ότι θα τον βοηθήσουν στον επόμενο πόλεμο. Στην πραγματικότητα την πήραν για να την χρησιμοποιούν ως ορμητήριο στην Ανατολική Μεσόγειο για την προστασία κυρίως της μεγαλύτερης στρατηγικής τους επένδυσης μετά την Ινδία, που ήταν η διώρυγα του Σουέζ στην Αίγυπτο.
Ο ικανότατος όπως και επιτήδειος Πρωθυπουργός Βενιαμίν Ντισραέλι περηφανεύθηκε στη Βασίλισσά του, τη γνωστή Βικτωρία, ότι της εξασφάλισε την Κύπρο ως “place d’ armes” - ως ορμητήριο της Αυτοκρατορίας. ( "Cyprus a Place of Arms ,1966” είναι ο τίτλος του εξαιρετικού έργου του αείμνηστου Robert Stephens, διπλωματικού ανταποκριτή του London Observer).
Ωστόσο, τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1882 και με αφορμή επεισόδια στην Αίγυπτο που θεωρούσε ότι έθεταν σε κίνδυνο τη στρατηγική επένδυσή της στη Διώρυγα, η Βρετανία έθεσε τη χώρα υπό τον ντε φάκτο στρατιωτικό της έλεγχο. Η κατοχή, δήλωσε τότε η βρετανική κυβέρνηση,
θα ήταν «προσωρινή». Όμως η προσωρινότητα του βρετανικού ιμπεριαλισμού κράτησε πάνω από πενήντα χρόνια ενω ο έλεγχος της Διώρυγας πολλά περισσότερα.
Η «προσωρινή» κατοχή της Αιγύπτου «ακύρωσε» για τα επόμενα εβδομήντα τόσα χρόνια τη λογική του Ντισραέλι για την Κύπρο. Η αξία της Κύπρου παρέμενε, αλλά με αρνητικό πλέον πρόσημο. Την κρατούσαν οι Άγγλοι για να μην την πάρουν δυνητικοί τους εχθροί.
Τα πράγματα άλλαξαν ριζικά μεταπολεμικά και για τους Εγγλέζους ιδιαίτερα αρνητικά , τη δεκαετία του 1950 με την πρόκληση του Νάσερ της Αιγύπτου και του Αραβικού σοσιαλισμού. Οι Εγγλέζοι εξαναγκάσθηκαν το 1954 να εγκαταλείψουν το Μεσανατολικό τους στρατηγείο στήν Αίγυπτο (Σουέζ) και να το μετέφερουν στην Κύπρο. Την ασφάλεια της Διώρυγας όπως και τα λοιπά ιμπεριαλιστικά αλλά και ψυχροπολεμικά τους συμφέροντα, οι Βρετανοί προτίθεντο να τα υπερασπιστούν από το νέο τους μεσανατολικό στρατηγείο, την Κύπρο. Έτσι, η Κύπρος επανήλθε στο προσκήνιο της βρετανικής στρατηγικής ως η “place d’ armes” του Ντισραέλι στη Μεσόγειο μετά από λήθαργο ενός σχεδόν αιώνα.
Σχεδόν ταυτόχρονα και ως βρετανική αποικία η Κύπρος εντάχθηκε στους Αγγλο- Αμερικανους σχεδιασμούς του Ψυχρού Πολέμου. Ηδη απο το 1947 το βρετανικό σύστημα παρακολούθησης και υποκλοπών, που
λετουργούσε στη Κύπρου στη διάρκεια του Β´ΠΠ, ενταχθηκε στο υπό εξέλιξη αμερικανικό παγκόσμιο σύστημα παρακολούθησης, που το πρωτοακούσαμε τη δεκαετία του 1980 με την ονομασία Έσιελον (Echelon) .
Η πρώτη διαπιστωμένη στρατιωτική χρήση της Κύπρου μεταπολεμικά για εξελίξεις στη Μέση Ανατολή αφορούσε τα όσα προηγήθηκαν του πρώτου Αραβο – ισραηλινού πολέμου του 1948 αλλά και της σχεδόν άγνωστης Αγγλο-εβραϊκής σύγκρουσης που προηγήθηκε. Χιλιάδες εβραίοι πρόσφυγες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου που προσπαθούσαν να φτάσουν στην βρετανική Παλαιστίνη μέσω Κύπρου, κρατήθηκαν σε στρατόπεδα στην Κύπρο, ένα γεγονός που ο κόσμος έμαθε μέσω της περίφημης χολιγουντιανής ταινίας Exodus του Leon Uris (1960). Τότε, και ειδικά μετά την ανακήρυξη του κράτους του Ισραήλ είχαμε και τους πρώτους αλλά λιγοστούς πρόσφυγες από την Παλαιστίνη προς την Κύπρο. Ήταν κυρίως Χριστιανοί.
Η επόμενη διαπιστωμένη εμπλοκή της Κύπρου στα δρώμενα της ευρύτερης Μέσης Ανατολής ήταν η χρήση της το 1953 ως το αρχηγείο ή σταθμαρχείο της επιχείρησης Ajax (Αίαντας). Ajax υπήρξε η κωδική ονομασία της αμερικανο-εγγλέζικης επιχείρησης υπονόμευσης και ανατροπής του δημοκρατικά εκλεγμένου πρωθυπουργού του Ιράν, Μοχάμεντ Μοσσαντέι. Αμαρτία του τελευταίου ήταν η προσπάθειά του να ελέγξει την απολυταρχία του φιλοδυτικού Σάχη αλλά κυρίως να εθνικοποιήσει την βρετανικών συμφερόντων πετρελαϊκή μονοπωλιακή εταιρεία που λυμαίνετο τον πλούτο της χώρας.
Η επόμενη εμπλοκή προέκυψε με την περιβόητη πλέον κρίση του Σουέζ το 1956. Τότε ο κόσμος έγινε μάρτυρας μια Αγγλο-Ισραηλινο-Γαλλικής συνομωσίας που κατέληξε στην αποτυχημένη επιδρομή – φιάσκο εναντίον της Αιγύπτου. Είχε προηγηθεί η εθνικοποίηση (στο πρότυπο του Μοσσαντέι του Ιράν) της διώρυγας του Σουέζ από τον Νάσερ.
Στον πόλεμο αυτό του Οκτωβρίου του 1956 η Κύπρος χρησιμοποιήθηκε ως ορμητήριο των Βρετανών και των Γάλλων και ως σταθμός υποκλοπών και παρακολούθησης των επικοινωνιών των Αράβων. Μια άγνωστη διάσταση της τότε χρήσης της Κύπρου από τους Βρετανούς ήταν και ως χώρος κράτησης και φυλάκισης των Αιγυπτίων στρατιωτών και πολιτών που οι Βρετανοί αιχμαλώτισαν ή απήγαγαν από την Αίγυπτο. Χωρίς υπερβολή, η Κύπρος λειτούργησε τότε ως το πρώτο μεταπολεμικό «Κουαντανάμο» με όλων των μορφών τα βασανιστήρια. Ένας αριθμός Αιγυπτίων πέθαναν στα βρετανικά μπουντρούμια της Κύπρου.
Είναι στο υπόλοιπο της δεκαετίας του 1950 που η Κύπρος «ολοκληρώθηκε» σε στρατηγικό – στρατιωτικό κέντρο και πήρε τα χαρακτηριστικά που έχει σήμερα ως ορμητήριο, σταθμαρχείο αλλά και ως καταφύγιο.
Με πρωταγωνιστές Εγγλέζους και Τούρκους και με τις ευλογίες της Ουάσινκτον, συνομολογήθηκε το περιφεριακό αντι-Νασερικό Σύμφωνο της Βαγδάτης το 1955. Είναι από τότε που άρχισε η αγαστή πολιτικο-στρατιωτική εμπλοκή και συνεργασία Τούρκων και Εγγλέζων στην Κύπρο. Και στο πλαίσιο διμερών συμφωνιών με την Ιορδανία, οι Βρετανοί είχαν πολεμικά σχέδια εμπλοκής και στήριξής της ακόμα και εναντίον του Ισραήλ, κάτι που παραλίγο να συνέβαινε το 1957. Η Βρετανική στρατιωτική στήριξη θα προέρχετο από την Κύπρο.
Μετά το 1957, μετά του φιάσκο του Σουέζ δηλαδή , λήφθηκε και η στρατηγική απόφαση μετατροπής της Κύπρου σε πυρηνικό ορμητήριο κατά της Σοβιετικής Ένωσης. (Το White Paper on Defence του 1957 που είναι δημόσιο έγγραφο περιέχει τις σχετικέςλεπτομέρειες). Και σε ό,τι αφορούσε εμάς, άλλαξε ριζικά και η στρατηγική για το Κυπριακό. Από «ολόκληρη την Κύπρο ως βάση» οι Εγγλέζοι άρχισαν τον σχεδιασμό για «βάσεις στην Κύπρο». Έτσι καταλήξαμε στις Συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου οι οποίες πρωτίστως εξασφάλιζαν τα Αγγλο (αμερικανικά) συμφέροντα. Και όχι τυχαία το μεγαλύτερο μέρος των Συμφωνιών του 1960 αφορούν στο καθεστώς των βρετανικών βάσεων και της χρήσης ολόκληρης της Κύπρου για την εξυπηρέτησή τους.
Με βάσει το καθεστώς του 1960 οι Βρετανοί δεν λογοδοτούν στην Λευκωσία για τις στρατηγικές τους αποφάσεις σε ό,τι αφορά στις στρατιωτικές ή μη ενέργειες τους. Απλά την ενημερώνουν, όπως πρόσφατα παραδέχθηκε ο Υπουργός Εξωτερικών Κασουλίδης. Άλλα επειδή λογικά σκεπτόμενοι οι Βρετανοί δεν θέλουν να λειτουργούν σε ένα «εχθρικό περιβάλλον» , έχουν αναπτύξει μια εκλεπτυσμένη επικοινωνιακή αλλά και προπαγανδιστική διαδικασία με τη Λευκωσία ώστε να γίνεται όσο πιο σποτελεσματικά και ανώδυνα η δουλειά τους. Αν και δεν είναι της ώρας, υπογραμμίζω ότι οι Βρετανοί έχουν παραβιάσει κατάφωρα τις Συνθήκες του 1960, όταν για παράδειγμα το 1974 εγκατέλειψαν το αεροδρόμιο της Λευκωσίας που είχαν δεσμευτική υποχρέωση να το υπερασπιστούν έναντι του Αττίλα (το υπερασπιστήκαμε εμείς και οι Καναδοί). Και επίσης το 1975 όταν με τον πιο κυνικό και προσβλητικό για την Κύπρο τρόπο επέτρεψαν σε τουρκικά αεροπλάνα να προσγειωθούν στο Ακρωτήρι και να παραλάβουν τουρκοκύπριους πρόσφυγες τους οποίους μετέφεραν μέσω Τουρκίας στα κατεχόμενα. Έτσι οι Βρετανοί διευκόλυναν την ντε φάκτο διχοτόμηση της Κύπρου.
Τέλη της δεκαετίας του 1960 οι βάσεις λειτουργούσαν ήδη ως Αγγλο-αμερικανικές με μυστικές πτήσεις αμερικανών κατασκοπευτικών αεροπλάνων από το Ακρωτήρι, ενώ στο Τρόοδος εγκαταστάθηκαν τα πιο σύγχρονα αμερικανικά ραντάρ παρακολούθησης (over the horizon). Τα τελευταία σε συνδυασμό με επιπλέον αμερικανικούς σταθμούς παρακολούθησης (πρεσβεία, Γερόλακος, Καραβάς , κλπ) κάλυπταν, ναι, ολόκληρο τον ευρασιατικό κόσμο (οι δράσεις αυτές των Αμερικανών ήταν εν γνώσει της Λευκωσίας που εισέπραττε και μια σχετική χορηγία).
Σε όλους τους πολέμους της περιοχής, τους Αραβο – ισραηλινούς (1967 και 1973) σε εμφύλιες συγκρούσεις (Λίβανος 1975), την ισραηλινή εισβολή στον Λίβανο (1982) και την αμερικανική τότε πολεμική εμπλοκή στο Λίβανο αλλά και τη Συρία , η Κύπρος λειτούργησε ως σταθμαρχείο αλλά και καταφύγιο. Στην δε τιμωρητική επίθεση των Αμερικανών εναντίον του Καντάφι, το 1986, η Κύπρος λειτούργησε «συντονιστικά» με τον 6ο Αμερικανικό Στόλο. Για ένα χρονικό διάστημα και μετά τον βομβαρδισμό της Αμερικανικής πρεσβείας στον Λίβανο το 1983 ,που είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο της αφρόκρεμας της CIA που είχε έδρα τη Βηρυτό, ολόκληρο το αρχηγείο της CIA για τη Μέση Ανατολή εγκαταστάθηκε στην Κύπρο. Όπως και όλα τα γυναικόπαιδα των Δυτικών και των μελών του ΟΗΕ και άλλων διεθνών οργανισμών αλλά και ιδιωτικών επιχειρήσεων με δράσεις στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.
Ως καταφύγιο λειτούργησε η Κύπρος στους τρείς πολέμους , 1980-88 (Ιράκ – Ιράν) , 1991 (Ιράκ) και 2003 (Ιράκ). Ως καταφύγιο λειτουργεί και σήμερα λόγω της περιφεριακής κρίσης με επίκεντρο την Συρία. Αλλά δυστυχώς λειτουργεί και ως ορμητήριο και σταθμαρχείo των Δυτικών, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνοται Γάλλοι και Γερμανοί . Μόνο που ο ρόλος ειδικά του «ορμητηρίου» σήμερα έχει αλλάξει μορφή. Πέραν του «παθητικού» της ρόλου, που αφορά σε υποκλοπές και παρακολουθήσεις, τα εδάφη της Κύπρου χρησιμοποιούνται για επιθετικές ενέργειες στον «κυβερνοχώρο» (cyberwarfare) από τον ευρωατλαντικό συνασπισμό εναντίον στόχων που η Κύπρος δεν είναι σε θέση να γνωρίζει.( Οπως έγινε π.χ. με την επίθεση κατά του Καντάφιτο 2011). Στο πλαίσιο αυτό στόχος είναι και η ίδια η Κύπρος. Οπως είναι και δυνητικός στόχος του καθεστώτος Ασσαντ που διαθέτει πυραυλικά συστήματα , οπως είναι το Ρωσικής κατασκευής σύστημα P800 Yakhont, ικανό να πλήξει και την Κύπρο. Και ο προβληματισμός είναι πως μπορεί η Κύπρος να αυτοπροστατευθεί για να αντεπεξέλθει και να επιβιώσει.
InfoGnomon
Την Κύπρο οι Εγγλέζοι την πήραν απο τους καταπονημένους Οθωμανούς το 1878, μετά απο μια ακόμη (πολλοστή) ήττα των τελευταίων απο τους Ρώσους, με την υπόσχεση στο Σουλτάνο ότι θα τον βοηθήσουν στον επόμενο πόλεμο. Στην πραγματικότητα την πήραν για να την χρησιμοποιούν ως ορμητήριο στην Ανατολική Μεσόγειο για την προστασία κυρίως της μεγαλύτερης στρατηγικής τους επένδυσης μετά την Ινδία, που ήταν η διώρυγα του Σουέζ στην Αίγυπτο.
Ο ικανότατος όπως και επιτήδειος Πρωθυπουργός Βενιαμίν Ντισραέλι περηφανεύθηκε στη Βασίλισσά του, τη γνωστή Βικτωρία, ότι της εξασφάλισε την Κύπρο ως “place d’ armes” - ως ορμητήριο της Αυτοκρατορίας. ( "Cyprus a Place of Arms ,1966” είναι ο τίτλος του εξαιρετικού έργου του αείμνηστου Robert Stephens, διπλωματικού ανταποκριτή του London Observer).
Ωστόσο, τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1882 και με αφορμή επεισόδια στην Αίγυπτο που θεωρούσε ότι έθεταν σε κίνδυνο τη στρατηγική επένδυσή της στη Διώρυγα, η Βρετανία έθεσε τη χώρα υπό τον ντε φάκτο στρατιωτικό της έλεγχο. Η κατοχή, δήλωσε τότε η βρετανική κυβέρνηση,
θα ήταν «προσωρινή». Όμως η προσωρινότητα του βρετανικού ιμπεριαλισμού κράτησε πάνω από πενήντα χρόνια ενω ο έλεγχος της Διώρυγας πολλά περισσότερα.
Η «προσωρινή» κατοχή της Αιγύπτου «ακύρωσε» για τα επόμενα εβδομήντα τόσα χρόνια τη λογική του Ντισραέλι για την Κύπρο. Η αξία της Κύπρου παρέμενε, αλλά με αρνητικό πλέον πρόσημο. Την κρατούσαν οι Άγγλοι για να μην την πάρουν δυνητικοί τους εχθροί.
Τα πράγματα άλλαξαν ριζικά μεταπολεμικά και για τους Εγγλέζους ιδιαίτερα αρνητικά , τη δεκαετία του 1950 με την πρόκληση του Νάσερ της Αιγύπτου και του Αραβικού σοσιαλισμού. Οι Εγγλέζοι εξαναγκάσθηκαν το 1954 να εγκαταλείψουν το Μεσανατολικό τους στρατηγείο στήν Αίγυπτο (Σουέζ) και να το μετέφερουν στην Κύπρο. Την ασφάλεια της Διώρυγας όπως και τα λοιπά ιμπεριαλιστικά αλλά και ψυχροπολεμικά τους συμφέροντα, οι Βρετανοί προτίθεντο να τα υπερασπιστούν από το νέο τους μεσανατολικό στρατηγείο, την Κύπρο. Έτσι, η Κύπρος επανήλθε στο προσκήνιο της βρετανικής στρατηγικής ως η “place d’ armes” του Ντισραέλι στη Μεσόγειο μετά από λήθαργο ενός σχεδόν αιώνα.
Σχεδόν ταυτόχρονα και ως βρετανική αποικία η Κύπρος εντάχθηκε στους Αγγλο- Αμερικανους σχεδιασμούς του Ψυχρού Πολέμου. Ηδη απο το 1947 το βρετανικό σύστημα παρακολούθησης και υποκλοπών, που
λετουργούσε στη Κύπρου στη διάρκεια του Β´ΠΠ, ενταχθηκε στο υπό εξέλιξη αμερικανικό παγκόσμιο σύστημα παρακολούθησης, που το πρωτοακούσαμε τη δεκαετία του 1980 με την ονομασία Έσιελον (Echelon) .
Η πρώτη διαπιστωμένη στρατιωτική χρήση της Κύπρου μεταπολεμικά για εξελίξεις στη Μέση Ανατολή αφορούσε τα όσα προηγήθηκαν του πρώτου Αραβο – ισραηλινού πολέμου του 1948 αλλά και της σχεδόν άγνωστης Αγγλο-εβραϊκής σύγκρουσης που προηγήθηκε. Χιλιάδες εβραίοι πρόσφυγες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου που προσπαθούσαν να φτάσουν στην βρετανική Παλαιστίνη μέσω Κύπρου, κρατήθηκαν σε στρατόπεδα στην Κύπρο, ένα γεγονός που ο κόσμος έμαθε μέσω της περίφημης χολιγουντιανής ταινίας Exodus του Leon Uris (1960). Τότε, και ειδικά μετά την ανακήρυξη του κράτους του Ισραήλ είχαμε και τους πρώτους αλλά λιγοστούς πρόσφυγες από την Παλαιστίνη προς την Κύπρο. Ήταν κυρίως Χριστιανοί.
Η επόμενη διαπιστωμένη εμπλοκή της Κύπρου στα δρώμενα της ευρύτερης Μέσης Ανατολής ήταν η χρήση της το 1953 ως το αρχηγείο ή σταθμαρχείο της επιχείρησης Ajax (Αίαντας). Ajax υπήρξε η κωδική ονομασία της αμερικανο-εγγλέζικης επιχείρησης υπονόμευσης και ανατροπής του δημοκρατικά εκλεγμένου πρωθυπουργού του Ιράν, Μοχάμεντ Μοσσαντέι. Αμαρτία του τελευταίου ήταν η προσπάθειά του να ελέγξει την απολυταρχία του φιλοδυτικού Σάχη αλλά κυρίως να εθνικοποιήσει την βρετανικών συμφερόντων πετρελαϊκή μονοπωλιακή εταιρεία που λυμαίνετο τον πλούτο της χώρας.
Η επόμενη εμπλοκή προέκυψε με την περιβόητη πλέον κρίση του Σουέζ το 1956. Τότε ο κόσμος έγινε μάρτυρας μια Αγγλο-Ισραηλινο-Γαλλικής συνομωσίας που κατέληξε στην αποτυχημένη επιδρομή – φιάσκο εναντίον της Αιγύπτου. Είχε προηγηθεί η εθνικοποίηση (στο πρότυπο του Μοσσαντέι του Ιράν) της διώρυγας του Σουέζ από τον Νάσερ.
Στον πόλεμο αυτό του Οκτωβρίου του 1956 η Κύπρος χρησιμοποιήθηκε ως ορμητήριο των Βρετανών και των Γάλλων και ως σταθμός υποκλοπών και παρακολούθησης των επικοινωνιών των Αράβων. Μια άγνωστη διάσταση της τότε χρήσης της Κύπρου από τους Βρετανούς ήταν και ως χώρος κράτησης και φυλάκισης των Αιγυπτίων στρατιωτών και πολιτών που οι Βρετανοί αιχμαλώτισαν ή απήγαγαν από την Αίγυπτο. Χωρίς υπερβολή, η Κύπρος λειτούργησε τότε ως το πρώτο μεταπολεμικό «Κουαντανάμο» με όλων των μορφών τα βασανιστήρια. Ένας αριθμός Αιγυπτίων πέθαναν στα βρετανικά μπουντρούμια της Κύπρου.
Είναι στο υπόλοιπο της δεκαετίας του 1950 που η Κύπρος «ολοκληρώθηκε» σε στρατηγικό – στρατιωτικό κέντρο και πήρε τα χαρακτηριστικά που έχει σήμερα ως ορμητήριο, σταθμαρχείο αλλά και ως καταφύγιο.
Με πρωταγωνιστές Εγγλέζους και Τούρκους και με τις ευλογίες της Ουάσινκτον, συνομολογήθηκε το περιφεριακό αντι-Νασερικό Σύμφωνο της Βαγδάτης το 1955. Είναι από τότε που άρχισε η αγαστή πολιτικο-στρατιωτική εμπλοκή και συνεργασία Τούρκων και Εγγλέζων στην Κύπρο. Και στο πλαίσιο διμερών συμφωνιών με την Ιορδανία, οι Βρετανοί είχαν πολεμικά σχέδια εμπλοκής και στήριξής της ακόμα και εναντίον του Ισραήλ, κάτι που παραλίγο να συνέβαινε το 1957. Η Βρετανική στρατιωτική στήριξη θα προέρχετο από την Κύπρο.
Μετά το 1957, μετά του φιάσκο του Σουέζ δηλαδή , λήφθηκε και η στρατηγική απόφαση μετατροπής της Κύπρου σε πυρηνικό ορμητήριο κατά της Σοβιετικής Ένωσης. (Το White Paper on Defence του 1957 που είναι δημόσιο έγγραφο περιέχει τις σχετικέςλεπτομέρειες). Και σε ό,τι αφορούσε εμάς, άλλαξε ριζικά και η στρατηγική για το Κυπριακό. Από «ολόκληρη την Κύπρο ως βάση» οι Εγγλέζοι άρχισαν τον σχεδιασμό για «βάσεις στην Κύπρο». Έτσι καταλήξαμε στις Συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου οι οποίες πρωτίστως εξασφάλιζαν τα Αγγλο (αμερικανικά) συμφέροντα. Και όχι τυχαία το μεγαλύτερο μέρος των Συμφωνιών του 1960 αφορούν στο καθεστώς των βρετανικών βάσεων και της χρήσης ολόκληρης της Κύπρου για την εξυπηρέτησή τους.
Με βάσει το καθεστώς του 1960 οι Βρετανοί δεν λογοδοτούν στην Λευκωσία για τις στρατηγικές τους αποφάσεις σε ό,τι αφορά στις στρατιωτικές ή μη ενέργειες τους. Απλά την ενημερώνουν, όπως πρόσφατα παραδέχθηκε ο Υπουργός Εξωτερικών Κασουλίδης. Άλλα επειδή λογικά σκεπτόμενοι οι Βρετανοί δεν θέλουν να λειτουργούν σε ένα «εχθρικό περιβάλλον» , έχουν αναπτύξει μια εκλεπτυσμένη επικοινωνιακή αλλά και προπαγανδιστική διαδικασία με τη Λευκωσία ώστε να γίνεται όσο πιο σποτελεσματικά και ανώδυνα η δουλειά τους. Αν και δεν είναι της ώρας, υπογραμμίζω ότι οι Βρετανοί έχουν παραβιάσει κατάφωρα τις Συνθήκες του 1960, όταν για παράδειγμα το 1974 εγκατέλειψαν το αεροδρόμιο της Λευκωσίας που είχαν δεσμευτική υποχρέωση να το υπερασπιστούν έναντι του Αττίλα (το υπερασπιστήκαμε εμείς και οι Καναδοί). Και επίσης το 1975 όταν με τον πιο κυνικό και προσβλητικό για την Κύπρο τρόπο επέτρεψαν σε τουρκικά αεροπλάνα να προσγειωθούν στο Ακρωτήρι και να παραλάβουν τουρκοκύπριους πρόσφυγες τους οποίους μετέφεραν μέσω Τουρκίας στα κατεχόμενα. Έτσι οι Βρετανοί διευκόλυναν την ντε φάκτο διχοτόμηση της Κύπρου.
Τέλη της δεκαετίας του 1960 οι βάσεις λειτουργούσαν ήδη ως Αγγλο-αμερικανικές με μυστικές πτήσεις αμερικανών κατασκοπευτικών αεροπλάνων από το Ακρωτήρι, ενώ στο Τρόοδος εγκαταστάθηκαν τα πιο σύγχρονα αμερικανικά ραντάρ παρακολούθησης (over the horizon). Τα τελευταία σε συνδυασμό με επιπλέον αμερικανικούς σταθμούς παρακολούθησης (πρεσβεία, Γερόλακος, Καραβάς , κλπ) κάλυπταν, ναι, ολόκληρο τον ευρασιατικό κόσμο (οι δράσεις αυτές των Αμερικανών ήταν εν γνώσει της Λευκωσίας που εισέπραττε και μια σχετική χορηγία).
Σε όλους τους πολέμους της περιοχής, τους Αραβο – ισραηλινούς (1967 και 1973) σε εμφύλιες συγκρούσεις (Λίβανος 1975), την ισραηλινή εισβολή στον Λίβανο (1982) και την αμερικανική τότε πολεμική εμπλοκή στο Λίβανο αλλά και τη Συρία , η Κύπρος λειτούργησε ως σταθμαρχείο αλλά και καταφύγιο. Στην δε τιμωρητική επίθεση των Αμερικανών εναντίον του Καντάφι, το 1986, η Κύπρος λειτούργησε «συντονιστικά» με τον 6ο Αμερικανικό Στόλο. Για ένα χρονικό διάστημα και μετά τον βομβαρδισμό της Αμερικανικής πρεσβείας στον Λίβανο το 1983 ,που είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο της αφρόκρεμας της CIA που είχε έδρα τη Βηρυτό, ολόκληρο το αρχηγείο της CIA για τη Μέση Ανατολή εγκαταστάθηκε στην Κύπρο. Όπως και όλα τα γυναικόπαιδα των Δυτικών και των μελών του ΟΗΕ και άλλων διεθνών οργανισμών αλλά και ιδιωτικών επιχειρήσεων με δράσεις στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.
Ως καταφύγιο λειτούργησε η Κύπρος στους τρείς πολέμους , 1980-88 (Ιράκ – Ιράν) , 1991 (Ιράκ) και 2003 (Ιράκ). Ως καταφύγιο λειτουργεί και σήμερα λόγω της περιφεριακής κρίσης με επίκεντρο την Συρία. Αλλά δυστυχώς λειτουργεί και ως ορμητήριο και σταθμαρχείo των Δυτικών, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνοται Γάλλοι και Γερμανοί . Μόνο που ο ρόλος ειδικά του «ορμητηρίου» σήμερα έχει αλλάξει μορφή. Πέραν του «παθητικού» της ρόλου, που αφορά σε υποκλοπές και παρακολουθήσεις, τα εδάφη της Κύπρου χρησιμοποιούνται για επιθετικές ενέργειες στον «κυβερνοχώρο» (cyberwarfare) από τον ευρωατλαντικό συνασπισμό εναντίον στόχων που η Κύπρος δεν είναι σε θέση να γνωρίζει.( Οπως έγινε π.χ. με την επίθεση κατά του Καντάφιτο 2011). Στο πλαίσιο αυτό στόχος είναι και η ίδια η Κύπρος. Οπως είναι και δυνητικός στόχος του καθεστώτος Ασσαντ που διαθέτει πυραυλικά συστήματα , οπως είναι το Ρωσικής κατασκευής σύστημα P800 Yakhont, ικανό να πλήξει και την Κύπρο. Και ο προβληματισμός είναι πως μπορεί η Κύπρος να αυτοπροστατευθεί για να αντεπεξέλθει και να επιβιώσει.
InfoGnomon
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Επαναφέρει το σενάριο των πρόωρων εκλογών το Economist
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Το στόχο των 500.000 τουριστών πιάνει φέτος η Ζάκυνθος
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ