2013-10-07 02:07:04
Γράφει ο Γιώργος Αποστολίδης
Πανίσχυροι γερανοί και ανυψωτικά συστήματα ανεβάζουν μεγάλους λίθους βάρους πολλών τόνων στον Ιερό Βράχο. Μια καλά συντονισμένη ομάδα ειδικών παρακολουθεί το μοναδικό εγχείρημα της Ακρόπολης και επιβλέπει όλα τα στάδια των εργασιών, ενώ τα βλέμματα όλου του κόσμου είναι στραμμένα στο θαύμα που συντελείται με τα λευκά μάρμαρα του Παρθενώνα.
Η εικόνα αυτή «έρχεται» από το παρελθόν, κάπου 2500 χρόνια πριν από τη μεταφορά των γλυπτών του Παρθενώνα στο Νέο Μουσείο της Ακρόπολης, στην ανατολή του 21ου αιώνα.
Το γιγαντιαίο έργο ήταν η ανέγερση του μεγάλου ναού, ψηλά στον βράχο που δεσπόζει στην Αθήνα, και η μνημειώδης μεταφορά του ολόλευκου μαρμάρου από τη μακρινή τότε Πεντέλη.
Σήμερα ενώ οι τρεις γερανοί μεταφέρουν σταδιακά τα γλυπτά, χωρίς να παρεμβαίνει ανθρώπινο χέρι, η σκέψη στρέφεται εύλογα στο παρελθόν, όταν οι αρχιτέκτονες Ικτίνος και Καλλικράτης δημιούργησαν τον Παρθενώνα χωρίς τα σύγχρονα μέσα που παρέχει η προηγμένη τεχνολογία.
«Το έργο οργανώθηκε ως ένα μείζον πρόγραμμα της πόλης. Ηταν μια εκκρεμότητα για την Αθήνα. Στο ίδιο σημείο άλλωστε υπήρχε και ο παλαιότερος Παρθενώνας που καταστράφηκε από τους Πέρσες.
Συνολικά στην ίδια θέση υπήρξαν τέσσερις ναοί. Ο ναός που γνωρίζουμε σήμερα ήταν ο τέταρτος στη σειρά», λέει ο κ. Μανόλης Κορρές, καθηγητής στο Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο, με πολυετή προσφορά στα έργα αποκατάστασης της Ακρόπολης αλλά και συγγραφέας του βιβλίου που αφηγείται την περιπέτεια της κατασκευής του ναού με τίτλο «Από την Πεντέλη στον Παρθενώνα».
«Ολα έγιναν τότε με μια τελειότητα την οποία σήμερα δεν μπορούμε να φτάσουμε. Δεν ήταν όμως μόνο το τεχνικό σκέλος και το πώς υπερνικά κανείς τα βάρη, αλλά και το οργανωτικό. Παράδειγμα: σήμερα μπορεί να διαθέτουμε σύγχρονους γερανούς και τεχνολογία, αλλά κατά πόσον μπορούμε να εξασφαλίσουμε εντός των προθεσμιών την προμήθεια μαρμάρου από τα λατομεία. Είναι ένα δυσεπίλυτο θέμα, καθώς τα λατομεία δεν είναι πάντα σε θέση να προσφέρουν την επιθυμητή ποιότητα μαρμάρου. Σήμερα ακόμα και αν συνεργάζονταν π.χ. όλα τα λατομεία της Ελλάδας, δεν θα μπορούσαν να προσφέρουν ανάλογη ποσότητα μαρμάρου με τον ρυθμό που έγινε από την Πεντέλη τότε».
Εξόρυξη και φόρτωση των μαρμάρων «Το πρώτο επίτευγμα ήταν η εξόρυξη και η φόρτωση για να πάρουν τα μάρμαρα τον δρόμο προς την Αθήνα. Υπήρχε μεγάλη δυσκολία εξόρυξης, καθώς το λατομείο λειτουργούσε σε μεγάλο βάθος. Με ένα σύστημα με ισχυρές μηχανές το οποίο διέθεταν, ανέβαζαν τα μάρμαρα μέχρι το στόμιο του λατομείου. Εκεί τα φόρτωναν σε ξύλινα έλκηθρα και τα κατέβαζαν χρησιμοποιώντας το κατηφορικό έδαφος. Με τον τρόπο αυτό έφταναν σε ένα σημείο κάπου ένα χιλιόμετρο πιο ψηλά από την περιοχή όπου βρίσκεται σήμερα η Μονή Πεντέλης.
Εκεί ακολουθούσε η φόρτωση στις άμαξες που κατευθύνονταν φορτωμένες στην Αθήνα, μια διαδρομή που διαρκούσε έξι ώρες.
Μεταγενέστερα αναπτύχθηκε μια μέθοδος όπου οι άμαξες έφταναν μέχρι το λατομείο», λέει ο κ. Κορρές και σημειώνει ότι πριν από 2500 χρόνια είχε γίνει μια συστηματική εξερεύνηση των κοιτασμάτων με συστήματα γεωλογικής διασκόρπισης. Σήμερα μετά δυσκολίας ειδικοί μεταλλειολόγοι και γεωλόγοι μπορούν να προσδιορίσουν πού υπάρχουν κοιτάσματα και τη διάρκεια της ανάλογης ποιότητας.
«Είναι μια πτυχή που προκαλεί δέος εάν σκεφθεί κανείς ότι μόνο για τους σπόνδυλους των κιόνων συγκεντρώθηκαν 600 όγκοι μαρμάρων των 5-6 κυβικών μέτρων. Μέσα σε 8 χρόνια συνολικά ο Παρθενώνας ήταν έτοιμος, με τη στέγη του να αποτελείται από 13.000 μαρμάρινα κεραμίδια, που ζυγίζουν 50 κιλά το κάθε κομμάτι και κάθε ένα απαιτεί 6-7 μεροκάματα ειδικευμένου μαρμαρά.
Ομως η εργασία γινόταν παράλληλα προκειμένου να είναι έτοιμα τα διάφορα τμήματα. Ταυτόχρονα με το κεντρικό εργοτάξιο, λειτουργούσαν στο Χαλάνδρι και την Πεντέλη περιφερειακά εργαστήρια. Οπως για παράδειγμα έγινε με τα λαξευτά φατνώματα, κάποια εκ των οποίων ζυγίζουν 2-2,5 τόνους και αποτελούν τις οροφές στους περιμετρικούς χώρους του κτιρίου».
Η τεχνική και τα ανυψωτικά μέσα...
Στον Παρθενώνα δούλευαν ταυτοχρόνως οκτώ μεγάλοι γερανοί και ο καθένας είχε 27 μέτρα ύψος. Σε κάθε πρόσοψη υπήρχε ένας μεγάλος γερανός με μέγιστη ανυψωτική δύναμη 15 τόνους. Είχαν τη δυνατότητα να ανεβάζουν ένα βάρος 10 τόνων από τη γη, στο ύψος του κτιρίου μέσα σε 15 λεπτά της ώρας. Για να λειτουργήσει το σύστημα ανύψωσης μεγάλου βάρους έπρεπε να εργάζονται σε κάθε γερανό 10 άντρες που χρησιμοποιούσαν ένα σύστημα με τροχαλίες και πολύσπαστα. Ουσιαστικά εφάρμοζαν τις αρχές της Μηχανικής που θα συστηματοποιούσε ο Αρχιμήδης έπειτα από 200 χρόνια.
«Ομως η τεχνική που τότε χρησιμοποιούσαν και τα ανυψωτικά μέσα είχαν ήδη εφαρμοστεί και αλλού στον ελληνικό κόσμο. Παράδειγμα: Οι λίθοι που χρησιμοποιήθηκαν στον Σελινούντα της Σικελίας ζύγιζαν 5 φορές περισσότερο από τους μεγαλύτερους λίθους του Παρθενώνα», λέει ο κ. Κορρές και υπογραμμίζει ότι για να αντιληφθούμε αυτό το έργο πρέπει να εξετάσει κανείς το πλαίσιο της εποχής. «Στην Αθήνα υπήρχαν οι ευνοϊκές πολιτικές συνθήκες για να υλοποιηθεί ένα όραμα. Υπήρχαν χρήματα, είχε διασφαλιστεί η ειρήνη έχοντας συνθήκες με την Περσία και τη Σπάρτη. Υπήρχαν και οι κατάλληλοι άνθρωποι: ο Περικλής ως πολιτικός και οι αρχιτέκτονες Ικτίνος και Καλλικράτης».
Οι τρεις πρώτοι ναοί...
Ο πρώτος ναός στη θέση του σημερινού Παρθενώνα κτίστηκε το 600 π.Χ., είχε τα αρχαϊκά γλυπτά, μερικά εκ των οποίων σήμερα φυλάσσονται στο μουσείο της Ακρόπολης, και διατηρήθηκε 80 χρόνια μετά την περάτωσή του το 566 π.Χ.
Ο δεύτερος ναός ανεγέρθηκε κάπου το 500 π.Χ. με αφορμή τη νωπή τότε Αθηναϊκή Δημοκρατία που μόλις είχε ιδρυθεί.
Ηταν ένα κτίσμα κολοσσιαίων διαστάσεων με τεράστιο βάθρο για το οποίο μεταφέρθηκαν 10.000 ορθογώνιοι ογκόλιθοι από τον Πειραιά. Κάθε ένας ζύγιζε όσο δύο Ι.Χ. Ομως το έργο διακόπηκε καθώς μεσολάβησε ο πρώτος Περσικός πόλεμος.
Αργότερα μετά την ανέλπιστη νίκη στον Μαραθώνα επικράτησε μεγάλος ενθουσιασμός και οι Αθηναίοι άρχισαν να κτίζουν τον τρίτο στη σειρά ναό, ο οποίος ήταν ο πρώτος που φτιαχνόταν από μάρμαρο.
Ομως η ανέγερσή του διεκόπη λόγω του δεύτερου Περσικού πολέμου και την εισβολή των Περσών, οι οποίοι έκαψαν την Ακρόπολη.
Μετά τη νίκη στη Σαλαμίνα και τις Πλαταιές η ανεξαρτησία της Ελλάδας είχε εξασφαλιστεί. Ομως έδωσαν όρκο να μη σπεύσουν να ξανακτίσουν τον ναό και τα χαλάσματα να μείνουν επί 30 χρόνια ως ενθυμήματα της εθνικής συμφοράς.
Ισως, λένε, ο βαθύτερος λόγος να ήταν η προτεραιότητα σε αμυντικά, στρατιωτικά έργα.
Η τελική μορφή...
«Οι Αθηναίοι έκτισαν τον ναό με τις δικές τους δυνάμεις. Από όσους εργάστηκαν το 30% ήταν Αθηναίοι τεχνίτες, το 30% καλλιτέχνες κυρίως από τις Κυκλάδες και οι υπόλοιποι δούλοι (πολλοί από τη Θράκη). Ολοι, Αθηναίοι, επισκέπτες ή δούλοι, ελάμβαναν 1 δραχμή ως αμοιβή την ημέρα ενώ οι αρχιτέκτονες 2 δραχμές. Τα έργα ξεκίνησαν το 447 π.Χ. και κάθε χρόνο γινόταν ετήσια έκθεση και απολογισμός του ταμείου. Υπήρχε ειδική επιτροπή, το λογιστήριο έκανε κάθε χρόνο ισολογισμό και υπήρξε συνεχής απορρόφηση των χρημάτων επί οκτώ χρόνια», μας λέει ο κ. Κορρές.
Η μεταφορά και η ανύψωση των μαρμάρων πάνω στην Ακρόπολη για την κατασκευή του Παρθενώνα βασίστηκε και στην εμπειρία από τη δημιουργία των προηγούμενων ναών.
«Αρχικά το υλικό κατασκευής δεν ήταν μάρμαρο, αλλά πέτρα που προερχόταν από τον Πειραιά. Το σημείο εξόρυξης ήταν στην ακτή κοντά στη σημερινή Σχολή Δοκίμων και από το ίδιο υλικό είναι φτιαγμένο το μνημείο του Αγνωστου Στρατιώτη», λέει ο κ. Μανόλης Κορρές.
«Από εκεί τα φόρτωναν πάνω σε πλοία φορτηγίδες και τα πήγαιναν στο Φάληρο, εκεί όπου είναι σήμερα το Δέλτα και καταλήγει η Λ. Συγγρού. Εκεί γινόταν η μεταφόρτωση σε άμαξες και τα ανέβαζαν προς την Αθήνα.
Από το Ολυμπιείο η πορεία στρεφόταν προς τη σημερινή Διονυσίου Αρεοπαγίτου και έφτανε χαμηλά κάτω από τα Προπύλαια. Στο σημείο αυτό είχε δημιουργηθεί μια ράμπα 100 μέτρα μήκος. Στην κορυφή ήταν εγκατεστημένες τεράστιες ξύλινες μηχανές που διέθεταν τροχαλίες. Εδεναν κάθε άμαξα με πανίσχυρα σχοινιά σαν τους κάβους των καραβιών.
Το σύστημά τους ήταν να ανεβοκατεβάζουν τις άμαξες όπως λειτουργεί σήμερα το τελεφερίκ. Με τις τροχαλίες η μια άμαξα ανέβαινε και η άλλη κατέβαινε ακολουθώντας έναν απίστευτο ρυθμό μέχρι τα Προπύλαια».
Τα στάδια της κατασκευής του ναού
Ενα γιγαντιαίο εγχείρημα για το οποίο εργάστηκαν χιλιάδες άνθρωποι διάφορων επαγγελμάτων: λατόμοι και λιθοξόοι, αμαξάδες και τροχήλατες, υλοτόμοι, κατασκευαστές δερμάτων και σχοινιών, κεραμοποιοί, μηχανικοί κ.λπ. και βέβαια τα εργαστήρια των καλλιτεχνών. Από τα βάθη του λατομείου το μάρμαρο έφτανε στην επιφάνεια, μεταφερόταν με άμαξες στην Ακρόπολη και με μια ειδική ράμπα ανέβαινε στον βράχο. Εκεί περίμεναν οι γερανοί για να υψώσουν τον Παρθενώνα. Tromaktiko
Πανίσχυροι γερανοί και ανυψωτικά συστήματα ανεβάζουν μεγάλους λίθους βάρους πολλών τόνων στον Ιερό Βράχο. Μια καλά συντονισμένη ομάδα ειδικών παρακολουθεί το μοναδικό εγχείρημα της Ακρόπολης και επιβλέπει όλα τα στάδια των εργασιών, ενώ τα βλέμματα όλου του κόσμου είναι στραμμένα στο θαύμα που συντελείται με τα λευκά μάρμαρα του Παρθενώνα.
Η εικόνα αυτή «έρχεται» από το παρελθόν, κάπου 2500 χρόνια πριν από τη μεταφορά των γλυπτών του Παρθενώνα στο Νέο Μουσείο της Ακρόπολης, στην ανατολή του 21ου αιώνα.
Το γιγαντιαίο έργο ήταν η ανέγερση του μεγάλου ναού, ψηλά στον βράχο που δεσπόζει στην Αθήνα, και η μνημειώδης μεταφορά του ολόλευκου μαρμάρου από τη μακρινή τότε Πεντέλη.
Σήμερα ενώ οι τρεις γερανοί μεταφέρουν σταδιακά τα γλυπτά, χωρίς να παρεμβαίνει ανθρώπινο χέρι, η σκέψη στρέφεται εύλογα στο παρελθόν, όταν οι αρχιτέκτονες Ικτίνος και Καλλικράτης δημιούργησαν τον Παρθενώνα χωρίς τα σύγχρονα μέσα που παρέχει η προηγμένη τεχνολογία.
«Το έργο οργανώθηκε ως ένα μείζον πρόγραμμα της πόλης. Ηταν μια εκκρεμότητα για την Αθήνα. Στο ίδιο σημείο άλλωστε υπήρχε και ο παλαιότερος Παρθενώνας που καταστράφηκε από τους Πέρσες.
Συνολικά στην ίδια θέση υπήρξαν τέσσερις ναοί. Ο ναός που γνωρίζουμε σήμερα ήταν ο τέταρτος στη σειρά», λέει ο κ. Μανόλης Κορρές, καθηγητής στο Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο, με πολυετή προσφορά στα έργα αποκατάστασης της Ακρόπολης αλλά και συγγραφέας του βιβλίου που αφηγείται την περιπέτεια της κατασκευής του ναού με τίτλο «Από την Πεντέλη στον Παρθενώνα».
«Ολα έγιναν τότε με μια τελειότητα την οποία σήμερα δεν μπορούμε να φτάσουμε. Δεν ήταν όμως μόνο το τεχνικό σκέλος και το πώς υπερνικά κανείς τα βάρη, αλλά και το οργανωτικό. Παράδειγμα: σήμερα μπορεί να διαθέτουμε σύγχρονους γερανούς και τεχνολογία, αλλά κατά πόσον μπορούμε να εξασφαλίσουμε εντός των προθεσμιών την προμήθεια μαρμάρου από τα λατομεία. Είναι ένα δυσεπίλυτο θέμα, καθώς τα λατομεία δεν είναι πάντα σε θέση να προσφέρουν την επιθυμητή ποιότητα μαρμάρου. Σήμερα ακόμα και αν συνεργάζονταν π.χ. όλα τα λατομεία της Ελλάδας, δεν θα μπορούσαν να προσφέρουν ανάλογη ποσότητα μαρμάρου με τον ρυθμό που έγινε από την Πεντέλη τότε».
Εξόρυξη και φόρτωση των μαρμάρων «Το πρώτο επίτευγμα ήταν η εξόρυξη και η φόρτωση για να πάρουν τα μάρμαρα τον δρόμο προς την Αθήνα. Υπήρχε μεγάλη δυσκολία εξόρυξης, καθώς το λατομείο λειτουργούσε σε μεγάλο βάθος. Με ένα σύστημα με ισχυρές μηχανές το οποίο διέθεταν, ανέβαζαν τα μάρμαρα μέχρι το στόμιο του λατομείου. Εκεί τα φόρτωναν σε ξύλινα έλκηθρα και τα κατέβαζαν χρησιμοποιώντας το κατηφορικό έδαφος. Με τον τρόπο αυτό έφταναν σε ένα σημείο κάπου ένα χιλιόμετρο πιο ψηλά από την περιοχή όπου βρίσκεται σήμερα η Μονή Πεντέλης.
Εκεί ακολουθούσε η φόρτωση στις άμαξες που κατευθύνονταν φορτωμένες στην Αθήνα, μια διαδρομή που διαρκούσε έξι ώρες.
Μεταγενέστερα αναπτύχθηκε μια μέθοδος όπου οι άμαξες έφταναν μέχρι το λατομείο», λέει ο κ. Κορρές και σημειώνει ότι πριν από 2500 χρόνια είχε γίνει μια συστηματική εξερεύνηση των κοιτασμάτων με συστήματα γεωλογικής διασκόρπισης. Σήμερα μετά δυσκολίας ειδικοί μεταλλειολόγοι και γεωλόγοι μπορούν να προσδιορίσουν πού υπάρχουν κοιτάσματα και τη διάρκεια της ανάλογης ποιότητας.
«Είναι μια πτυχή που προκαλεί δέος εάν σκεφθεί κανείς ότι μόνο για τους σπόνδυλους των κιόνων συγκεντρώθηκαν 600 όγκοι μαρμάρων των 5-6 κυβικών μέτρων. Μέσα σε 8 χρόνια συνολικά ο Παρθενώνας ήταν έτοιμος, με τη στέγη του να αποτελείται από 13.000 μαρμάρινα κεραμίδια, που ζυγίζουν 50 κιλά το κάθε κομμάτι και κάθε ένα απαιτεί 6-7 μεροκάματα ειδικευμένου μαρμαρά.
Ομως η εργασία γινόταν παράλληλα προκειμένου να είναι έτοιμα τα διάφορα τμήματα. Ταυτόχρονα με το κεντρικό εργοτάξιο, λειτουργούσαν στο Χαλάνδρι και την Πεντέλη περιφερειακά εργαστήρια. Οπως για παράδειγμα έγινε με τα λαξευτά φατνώματα, κάποια εκ των οποίων ζυγίζουν 2-2,5 τόνους και αποτελούν τις οροφές στους περιμετρικούς χώρους του κτιρίου».
Η τεχνική και τα ανυψωτικά μέσα...
Στον Παρθενώνα δούλευαν ταυτοχρόνως οκτώ μεγάλοι γερανοί και ο καθένας είχε 27 μέτρα ύψος. Σε κάθε πρόσοψη υπήρχε ένας μεγάλος γερανός με μέγιστη ανυψωτική δύναμη 15 τόνους. Είχαν τη δυνατότητα να ανεβάζουν ένα βάρος 10 τόνων από τη γη, στο ύψος του κτιρίου μέσα σε 15 λεπτά της ώρας. Για να λειτουργήσει το σύστημα ανύψωσης μεγάλου βάρους έπρεπε να εργάζονται σε κάθε γερανό 10 άντρες που χρησιμοποιούσαν ένα σύστημα με τροχαλίες και πολύσπαστα. Ουσιαστικά εφάρμοζαν τις αρχές της Μηχανικής που θα συστηματοποιούσε ο Αρχιμήδης έπειτα από 200 χρόνια.
«Ομως η τεχνική που τότε χρησιμοποιούσαν και τα ανυψωτικά μέσα είχαν ήδη εφαρμοστεί και αλλού στον ελληνικό κόσμο. Παράδειγμα: Οι λίθοι που χρησιμοποιήθηκαν στον Σελινούντα της Σικελίας ζύγιζαν 5 φορές περισσότερο από τους μεγαλύτερους λίθους του Παρθενώνα», λέει ο κ. Κορρές και υπογραμμίζει ότι για να αντιληφθούμε αυτό το έργο πρέπει να εξετάσει κανείς το πλαίσιο της εποχής. «Στην Αθήνα υπήρχαν οι ευνοϊκές πολιτικές συνθήκες για να υλοποιηθεί ένα όραμα. Υπήρχαν χρήματα, είχε διασφαλιστεί η ειρήνη έχοντας συνθήκες με την Περσία και τη Σπάρτη. Υπήρχαν και οι κατάλληλοι άνθρωποι: ο Περικλής ως πολιτικός και οι αρχιτέκτονες Ικτίνος και Καλλικράτης».
Οι τρεις πρώτοι ναοί...
Ο πρώτος ναός στη θέση του σημερινού Παρθενώνα κτίστηκε το 600 π.Χ., είχε τα αρχαϊκά γλυπτά, μερικά εκ των οποίων σήμερα φυλάσσονται στο μουσείο της Ακρόπολης, και διατηρήθηκε 80 χρόνια μετά την περάτωσή του το 566 π.Χ.
Ο δεύτερος ναός ανεγέρθηκε κάπου το 500 π.Χ. με αφορμή τη νωπή τότε Αθηναϊκή Δημοκρατία που μόλις είχε ιδρυθεί.
Ηταν ένα κτίσμα κολοσσιαίων διαστάσεων με τεράστιο βάθρο για το οποίο μεταφέρθηκαν 10.000 ορθογώνιοι ογκόλιθοι από τον Πειραιά. Κάθε ένας ζύγιζε όσο δύο Ι.Χ. Ομως το έργο διακόπηκε καθώς μεσολάβησε ο πρώτος Περσικός πόλεμος.
Αργότερα μετά την ανέλπιστη νίκη στον Μαραθώνα επικράτησε μεγάλος ενθουσιασμός και οι Αθηναίοι άρχισαν να κτίζουν τον τρίτο στη σειρά ναό, ο οποίος ήταν ο πρώτος που φτιαχνόταν από μάρμαρο.
Ομως η ανέγερσή του διεκόπη λόγω του δεύτερου Περσικού πολέμου και την εισβολή των Περσών, οι οποίοι έκαψαν την Ακρόπολη.
Μετά τη νίκη στη Σαλαμίνα και τις Πλαταιές η ανεξαρτησία της Ελλάδας είχε εξασφαλιστεί. Ομως έδωσαν όρκο να μη σπεύσουν να ξανακτίσουν τον ναό και τα χαλάσματα να μείνουν επί 30 χρόνια ως ενθυμήματα της εθνικής συμφοράς.
Ισως, λένε, ο βαθύτερος λόγος να ήταν η προτεραιότητα σε αμυντικά, στρατιωτικά έργα.
Η τελική μορφή...
«Οι Αθηναίοι έκτισαν τον ναό με τις δικές τους δυνάμεις. Από όσους εργάστηκαν το 30% ήταν Αθηναίοι τεχνίτες, το 30% καλλιτέχνες κυρίως από τις Κυκλάδες και οι υπόλοιποι δούλοι (πολλοί από τη Θράκη). Ολοι, Αθηναίοι, επισκέπτες ή δούλοι, ελάμβαναν 1 δραχμή ως αμοιβή την ημέρα ενώ οι αρχιτέκτονες 2 δραχμές. Τα έργα ξεκίνησαν το 447 π.Χ. και κάθε χρόνο γινόταν ετήσια έκθεση και απολογισμός του ταμείου. Υπήρχε ειδική επιτροπή, το λογιστήριο έκανε κάθε χρόνο ισολογισμό και υπήρξε συνεχής απορρόφηση των χρημάτων επί οκτώ χρόνια», μας λέει ο κ. Κορρές.
Η μεταφορά και η ανύψωση των μαρμάρων πάνω στην Ακρόπολη για την κατασκευή του Παρθενώνα βασίστηκε και στην εμπειρία από τη δημιουργία των προηγούμενων ναών.
«Αρχικά το υλικό κατασκευής δεν ήταν μάρμαρο, αλλά πέτρα που προερχόταν από τον Πειραιά. Το σημείο εξόρυξης ήταν στην ακτή κοντά στη σημερινή Σχολή Δοκίμων και από το ίδιο υλικό είναι φτιαγμένο το μνημείο του Αγνωστου Στρατιώτη», λέει ο κ. Μανόλης Κορρές.
«Από εκεί τα φόρτωναν πάνω σε πλοία φορτηγίδες και τα πήγαιναν στο Φάληρο, εκεί όπου είναι σήμερα το Δέλτα και καταλήγει η Λ. Συγγρού. Εκεί γινόταν η μεταφόρτωση σε άμαξες και τα ανέβαζαν προς την Αθήνα.
Από το Ολυμπιείο η πορεία στρεφόταν προς τη σημερινή Διονυσίου Αρεοπαγίτου και έφτανε χαμηλά κάτω από τα Προπύλαια. Στο σημείο αυτό είχε δημιουργηθεί μια ράμπα 100 μέτρα μήκος. Στην κορυφή ήταν εγκατεστημένες τεράστιες ξύλινες μηχανές που διέθεταν τροχαλίες. Εδεναν κάθε άμαξα με πανίσχυρα σχοινιά σαν τους κάβους των καραβιών.
Το σύστημά τους ήταν να ανεβοκατεβάζουν τις άμαξες όπως λειτουργεί σήμερα το τελεφερίκ. Με τις τροχαλίες η μια άμαξα ανέβαινε και η άλλη κατέβαινε ακολουθώντας έναν απίστευτο ρυθμό μέχρι τα Προπύλαια».
Τα στάδια της κατασκευής του ναού
Ενα γιγαντιαίο εγχείρημα για το οποίο εργάστηκαν χιλιάδες άνθρωποι διάφορων επαγγελμάτων: λατόμοι και λιθοξόοι, αμαξάδες και τροχήλατες, υλοτόμοι, κατασκευαστές δερμάτων και σχοινιών, κεραμοποιοί, μηχανικοί κ.λπ. και βέβαια τα εργαστήρια των καλλιτεχνών. Από τα βάθη του λατομείου το μάρμαρο έφτανε στην επιφάνεια, μεταφερόταν με άμαξες στην Ακρόπολη και με μια ειδική ράμπα ανέβαινε στον βράχο. Εκεί περίμεναν οι γερανοί για να υψώσουν τον Παρθενώνα. Tromaktiko
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Θρύλος των δύο ηπείρων!
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Εκπομπές του Ραδιοφώνου της Εκκλησίας 89,5
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ